π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου
Τό νά εἶσαι δίκαιος εἶναι σπουδαῖο, ἀλλά δέν εἶναι τό μοναδικό γνώρισμα τοῦ καλοῦ Χριστιανοῦ. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Κύριος, μετά ἀπό τόν μακαρισμό τῆς δικαιοσύνης, πού λέγαμε τήν περασμένη φορᾶ, ἀναφέρεται στόν πέμπτο μακαρισμό, τόν μακαρισμότῆς ἐλεημοσύνης: «μακάροι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται1», εὐτυχισμένοι αὐτοί πού εἶναι ἐλεήμονες, γιατί αὐτοί θάἐλεηθοῦν.
Ἡ ἐλεημοσύνη, μαζί μέ τή δικαιοσύνη τοῦ περασμένου μακαρισμοῦ πού ἀναλύσαμε, κάνει τόν ἄνθρωπο ἀληθινή εἰκόνα τοῦΘεοῦ πάνω στή γῆ, γιατί ὁ Θεός εἶναι καί δίκαιος καί ἐλεήμων, κι ἔτσι καί ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος δίνει μία πολύ καλήπαρουσία στό περιβάλλον του, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Σέ ὅλη τήν Παλαιά Διαθήκη παρατηροῦμε ὅτι ὁ Θεός ἐμφανίζεται καίδίκαιος καί ἐλεήμων· ποτέ μόνο δίκαιος καί ποτέ μόνο ἐλεήμων, ἀλλά καί τά δύο μαζί.
Λέει, γιά παράδειγμα ὁ Ψαλμωδός: «ἐλεήμων ὁ Κύριος καί δίκαιος, καί ὁ Θεός ἡμῶν ἐλεεῖ2». Ὁ Κύριος εἶναι καί ἐλεήμων καίδίκαιος. Καί ὁ προφήτηςΝεεμίας λέει: «καί σύ, ὁ Θεός ἐλεήμων καί οἰκτίρμων, μακρόθυμος καί πολυέλεος3». Καί σύ Θεέ, εἶσαι καίἐλεήμων καί οἰκτίρμων καί μακρόθυμος καί πολυέλεος, καί αὐτό ἀναφέρεται στό θέμα τῆς ἐλεημοσύνης.
Ἐκ πρώτης ὄψεως νομίζει κανείς ὅτι ἡ ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης καί ἡ ἀρετή τῆς δικαιοσύνης ἀντιφάσκουν. Μά πῶς εἶναιδυνατόν νά εἶμαι ἄνθρωπος πού νά δίνω τό ἔλεος καί νά θέλω τή δικαιοσύνη; Προσέξτε: Ἐλεημοσύνη δέν εἶναι νά δώσω σ᾿ἔναν φτωχό μία δραχμούλα. Τά θέμα τῆς ἐλεημοσύνης ἔχει πολύ εὐρύ φάσμα. Ἐκ τῶν προτέρων σᾶς τό λέω αὐτό, νά τόγνωρίζετε, ἀλλά θά τό δοῦμε καί στή συνέχεια τοῦ θέματός μας. Γιά νά μή τό παρανοήσετε, σᾶς λέω λοιπόν ὅτι ἐλεημοσύνηδέν εἶναι ἁπλῶς νά δώσουμε μιά δραχμούλα σ᾿ ἕναν φτωχό, σ᾿ ἕναν ἄνθρωπο πού κάθεται ἐκεῖ στά σκαλοπάτια τῆςἐκκλησίας μετά ἀπό τή Θεία Λειτουργία, αὐτό πού συνήθως κάνουμε.
Ἐδῶ λοιπόν μοιάζει ὅτι ἀντιφάσκουν ἡ ἐλεημοσύνη μέ τή δικαιοσύνη. Ἄς πάρω τήν προηγούμενη ἀναφορά καί νά πῶ: Γιατίαὐτός ὁ γέρος ἄνθρωπος ζητιανεύει; Πάει νά πεῖ ὅτι στή ζωή του θά ἤτανε τεμπέλης, πάει νά πεῖ ὅτι δέν ἐργαζόταν, ἦταν ἄσωτος!Λοιπόν, κρίνω δίκαια, καί δέν τόν ἐλεῶ, δέν τοῦ δίνω τίποτα. Ἔτσι, φαίνεται ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά συνυπάρχουν ἐλεημοσύνηκαί δικαιοσύνη, ὅτι ἀντιφάσκουν ἡ μιά μέ τήν ἄλλη.
Καί ὅμως δέν ἀντιφάσκουν καθόλου. Ἐξάλλου ἡ ἀληθινή δικαιοσύνη εἶναι αὐτή πού ἀπορρέει ἀπό τήν ἐλεημοσύνη. Αὐτήεἶναι ἡ ἀληθινή δικαιοσύνη.
Ὑπάρχει ἕνα λατινικό ρητό πού λέει: «Ἡ ὑψίστη δικαιοσύνη εἶναι ὑψίστη ἀδικία»4. Ἐάν δηλαδή δεῖς τά πράγματα ὅπως ἔγινανκαί πεῖς «Τίποτα, τέλειωσε· τά πράγματα εἶναι ἔτσι», καί δέν δεῖς τίποτα ἄλλο παραπέρα, αὐτό στό τέλος καταλήγει νά εἶναιἀδικία5. Ὅσοι θά πᾶτε σέ Νομική Σχολή, αὐτό θά τό ἔχετε ὑπόψη σας· εἶναι πάρα πολύ σημαντικό. Καί πάντοτε τίθεταιμπροστά στόν νομοθέτη, ὅταν θέλει νά διατυπώσει κάποιον νόμο, ἀλλά καί μπροστά στούς δικαστές, πού θά ἐφαρμόσουντόν νόμο. Αὐτό ὁ νόμικός πρέπει πάντοτε νά τό ἔχει ὑπόψη του.
Βλέπετε, ὁ Θεός τιμώρησε τούς πρωτοπλάστους· εἶναι ἡ δικαιοσύνη Του. «Σᾶς εἶπα νά μή δοκιμάσετε ἀπό τόν καρπό αὐτό· ἐσεῖςὅμως τόν δοκιμάσατε. Ἔ, θά γίνει ὅ,τι σᾶς εἶπα· θά πεθάνετε». Ἔρχεται ὅμως μετά τό ἔλεός Του νά περισώσει τά πράγματα.
Γι᾿ αὐτό σᾶς ἐξήγησα ὅτι στόν Θεό ὑπάρχει καί ἡ δικαιοσύνη καί ἡ ἐλεημοσύνη, τό ἔλεος δηλαδή, σέ ὕψιστο βαθμό, ἄσχεταἄν ὁ Θεός ἐνεργεῖ μέσα στήν Ἱστορία ἔτσι πού μπορεῖ νά μοιάζει ὅτι τό ἕνα παραχωρεῖ τή θέση του στό ἄλλο. Ναί, γιατί αὐτάεἶναι μέσα στόν χωροχρόνο μας καί μοιάζουν νά εἶναι ἔτσι· κατά τά ἄλλα ὅμως στόν Θεό ὑπάρχει ἡ δικαιοσύνη σέ ὕψιστοβαθμό, ὑπάρχει καί τό ἔλεος, ἡ ἐλεημοσύνη, ἐπίσης σέ ὕψιστο βαθμό.
Ἐξάλλου ὁ Θεός, ὅταν ἐλεεῖ, θέλει μέσα ἐκεῖ νά κρύβει τή δικαιοσύνη, καί ὅταν ἐφαρμόζει τή δικαιοσύνη, θέλει ἐκεῖ μέσα νάκρύβει τό ἔλεος. Λέει, γιά παράδειγμα, στόν Ἡσαΐα: «ἡ δέ ἐλεημοσύνη μου εἰς σταθμούς»6. Ἡ ἐλεημοσύνημου προσφέρεται μέσταθμούς, δηλαδή μέ ζύγια, δηλαδή μέ δικαιοσύνη. Προσέξτε αὐτό τό χωρίο· εἶναι πολύ σπουδαῖο, καί ἔχει εὐρεῖα ἐφαρμογή.Σταθμοί εἶναι τά ζύγια. Κι ὅταν μιλᾶμε γιά ζύγια, μιλᾶμε γιά ζυγαριά· κι ὅταν μιλᾶμε γιά ζυγαριά, μιλᾶμε γιά δικαιοσύνη.Δεμένα λοιπόν ὑπάρχουν στόν Θεό καί ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ δικαιοσύνη. Αὐτό εἶναι παμμέγιστο.
Νά σᾶς πῶ ἕνα καίριο παράδειγμα, πού τό ἀναφέρει ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας στήν Ἑρμηνεία του στή Θεία Λειτουργία.Τί εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία; Εἶναι ἡ προσφορά τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, γιά νά σωθοῦμε. Ὅμως δέν εἶναιμόνο προσφορά καί ἔλεος τοῦ Θεοῦ· θά ζητήσει καί ἀπό σένα ὁ Θεός· εἶναι θέμα, ἄς ποῦμε, ἀνταλλαγῆς, θέμα δικαιοσύνης.Θά σοῦ πεῖ: «Θά σοῦ δώσω τό Σῶμα μου καί τό Αἷμα μου, ἀλλά θά μοῦ φέρεις ἐσύ τό πρόσφορο καί τό κρασί». Καί ὅπως λέει ὁἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, μέσα στό πρόσφορο καί τό κρασί ἔχει μπεῖ ὁ κόπος τοῦ ἀνθρώπου· γιατί δέν ζητάει ὁ Θεόςοὔτε σταφύλια, οὔτε στάχυα, ἀλλά κρασί καί ψωμί. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐκεῖ μέσα ἔβαλες τόν κόπο σου, γιά νά ἀλεσθεῖ τόσιτάρι, νά ζυμωθεῖ.... καί λοιπά καί λοιπά. Αὐτό θά πεῖ σταθμά, θά πεῖ δικαιοσύνη· εἶναι μία δοσοληψία, «Θά σοῦ δώσω, θάμοῦ δώσεις».
Ἐμεῖς ὅμως δίνουμε ἕνα τίποτε στόν Θεό, καί Ἐκεῖνος μᾶς δίνει κάτι παμμέγιστο, μᾶς δίνει τό Σῶμα Του καί τό Αἷμα Του, τάΤίμια Δῶρα Του, πού μᾶς ἀφθαρτίζουν καί μᾶς ἀθανατίζουν. Εἶναι τεράστιο αὐτό!
Θά πῶ ἕνα ἄλλο παράδειγμα, πού εἶναι τό ἀντίθετο: Λέμε Δωρεάν Παιδεία. Θά πάει ὁ μαθητής νά μάθει γράμματα, ἀλλά δένθά πληρώσει τίποτα. Καί ἐπειδή δέν θά πληρώσει τίποτα, δέν ἐκτιμάει τό βιβλίο πού τοῦ δίνει ἡ Πολιτεία δωρεάν, καί στότέλος τῆς χρονιᾶς – τό εἶδα μέ τά μάτια μου κάποτε στήν πλατεῖα τῆς Λαρίσης –σκορπάει φύλλο– φύλλο τά βοηθήματα τάσχολικά, τά πιάνει καί τά πετάει, τά σχίζει καί λοιπά. Ἄν ὅμως ἔχει πληρώσει κάτι, δέν θά τό σκίσει. Ἐγώ ἔχω ἀκόμη τάσχολικά μου βιβλία· καί τῆς πρώτης Δημοτικοῦ τό Ἀναγνωστικό τό ἔχω. Ναί-ναί, καί τῆς πρώτης Δημοτικοῦ τόἈναγνωστικό! Τό ἔχω βέβαια γιά ἐνθύμιο. Ἀλλά τά ἄλλα βιβλία ἤδη τά συμβουλεύομαι μέχρι σήμερα, καί τό Συντακτικό καίτή Γραμματική καί ὅ,τι ἄλλο ἔχω. Ἄν τά πληρώσει κανείς, ἄν δώσει καί αὐτός κάτι, ἔστω κι ἄν αὐτό τό κάτι εἶναι μικρό, θάσεβαστεῖ τή δωρεά πού θά τοῦ δοθεῖ.
Βλέπετε λοιπόν τό πρῶτο; Γι᾿ αὐτό ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος λέει: «Ὅτάν θά πᾶς νά κοινωνήσεις, φρόντισε νά πᾶς καί ἕνα πρόσφοροστήν ἐκκλησία». Θά δώσεις καί θά πάρεις.
Θά τό πῶ ξανά τό ρητό: «ἡ δέ ἐλεημοσύνη μου εἰς σταθμούς». Αὐτό ἐφαρμόζεται καί γιά ἐδῶ, ἀλλά καί παντοῦ καί γιά πάντα.Βλέπετε πόσο σπουδαῖο εἶναι; Ἡ δικαιοσύνη καί τό ἔλεος εἶναι συνυφασμένα· δέν ἀντιφάσκουν.
Στήν Μονή Δαφνίου ὑπάρχει στόν τροῦλο ἡ εἰκόνα τοῦ Παντοκράτορος. Ἄν προσπαθήσετε νά κοιτάξετε μόνο τό ἕνα μάτιτοῦ Παντοκράτορος, θά δεῖτε ὅτι εἶναι αὐστηρό· τό φρύδι εἶναι ἐπάνω ψηλά καί τό μάτι σκληρό. Εἶναι ἡ δικαιοσύνη, ὁΚριτής. Εἴδατε ποτέ ἐσεῖς σ᾿ ἕνα δικαστήριο νά μποῦν στήν αἴθουσα τοῦ δικαστηρίου οἱ δικαστές χαμογελώντας καίἀστειευόμενοι; Ὄχι· εἶναι βλοσυροί. Ἡ δικαιοσύνη ἀπαιτεῖ σοβαρότητα. Ἄν κοιτάξετε τώρα τό ἄλλο μάτι τοῦΠαντοκράτορος, ἐκεῖ τό φρύδι δέν εἶναι σηκωμένο, δέν εἶναι ἐπηρμένο, ἀλλά εἶναι ἴδιο, κανονικό, καί θά δεῖτε τώρα ἕνα μάτιἤπιο, μαλακό. Αὐτό σημαίνει ὅτι στό ἴδιο πρόσωπο ὑπάρχει ὁ συνδυασμός τῆς δικαιοσύνης καί τῆς ἐλεημοσύνης, τοῦδικαίου καί τοῦ ἐλέους.
Τό ἀντιλαμβανόμαστε αὐτό, εἶναι πολύ σημαντικό· εἶναι τό μέγα θέμα τῆς συνυπάρξεως τῆς ἀγάπης καί τῆς δικαιοσύνης.Δυστυχῶς σέ θεολογικούς κύκλους ὑποβόσκει μία αἵρεση –ἐγώ τό λέω αἵρεση αὐτό– ὅτι ὁ Θεός εἶναι μόνον ἀγάπη, καί δένεἶναι δικαιοσύνη! Τό θεωρῶ αἵρεση, καί πιστεύω ὅτι κι ἐσεῖς τό καταλαβαίνετε ὅτι εἶναι αἵρεση, ὁ Θεός εἶναι καί τά δύο.
Ὕστερα, ξεχνᾶμε τήν κρίση Του. Ἦλθε νά μᾶς σώσει, ἀλλά ταυτόχρονα καί νά μᾶς κρίνει, ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι ἀποποιοῦμαστετῆς προσφορᾶς Του γιά νά σωθοῦμε.
Ἔτσι λοιπόν καί ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νά εἶναι καί δίκαιος ἀλλά καί ἐλεήμων. Γι᾿ αὐτό «μακάριοι οἱ πεινῶντες καί διψῶντες τήνδικαιοσύνην» –ὁ προηγοῦμενος μακαρισμός– καί τώρα «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες».
Ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινός ἄνθρωπος, εἶναι συμπαθής, εἶναι κοινωνικός, εἶναι ὡραῖος ἄνθρωπος· εἶναι αὐτό πούλέμε ὡραία ψυχή! Γι᾿ αὐτό τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν λέει: «μέγα ἄνθρωπος καί τίμιον ἀνήρ ἐλεήμων»7. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μεγάλοδημιούργημα, ἀλλά εἶναι σπουδαῖος ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ἐλεήμων.
Ποιά εἶναι ἡ οὐσιαστική ἔννοια τῆς ἐλεημοσύνης;
Ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ πρόθυμη, ἡ σπλαχνική μετάδοση κάθε καλοῦ καί ἀγαθοῦ, εἴτε ὑλικοῦ εἴτε πνευματικοῦ, πού τό ἔχουμεἐμεῖς καί ὁ πλησίον μας τό στερεῖται. Νά τόν κάνουμε κοινωνό, μέτοχο ἐκείνου πού ἔχουμε, ὅποιο κι ἄν εἶναι αὐτό.
Ἐλεημοσύνη λοιπόν δέν εἶναι ἁπλῶς μόνο λόγια πού δέν στοιχίζουν, ἀλλά ὅπως βλέπουμε, εἶναι καί πράξεις. Ἐλεημοσύνηεἶναι ἡ ἐφαρμοσμένη ἀγάπη.
Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέει: «Τεκνία μου, μή ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδέ τῇ γλώσσῃ, ἀλλ᾿ ἔργῳ καί ἀληθείᾳ»8. Παιδάκια μου, λέει ἄςμήν ἀγαπᾶμε μέ τά λόγια οὔτε μέ τή γλώσσα μόνο, ἀλλά μέ ἔργα ἀληθινά. Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος μᾶς σημειώνει τάἑξῆς:«Ἐνταῦθα οὐ τούς διά χρημάτων ἐλεοῦντας μόνον ἐμοί δοκεῖ λέγειν, ἀλλά τούς διά πραγμάτων». Δηλαδή: Ὅταν λέει ἐδῶ ὁΚύριος “μακάριοι οἱ ἐλεήμονες”, δέν ἐννοεῖ μόνον ἐκείνους πού δίνουν γενικότερα χρήματα. « Ποικίλος γάρ ὁ τῆς ἐλεημοσύνηςτρόπος, καί πλατεῖα αὕτη ἡ ἐντολή»9, διότι εἶναι ποικίλος ὁ τρόπος τῆς ἐλεημοσύνης, πολύπλευρος, καί ἡ ἐντολή αὐτή εἶναιπλατειά, ἔχει εὐρύ φάσμα, ὅπως σᾶς εἶπα στήν ἀρχή.
Ἐλεημοσύνη λοιπόν εἶναι ἡ προσφορά, ὄχι μόνο χρημάτων, ἀλλά καί κάθε χαρίσματος, ταλάντου, κάθε ἱκανότητος, κάθε ἀγαθοῦ, κάθε καλῆς γνώσεως. Καί τοῦτο γιατί ἄν ἦταν μόνο θέμα χρημάτων ἡ ἐλεημοσύνη, τότε θά ἦταν πολύ περιορισμένη καί θά ἀφοροῦσε μόνο τούς πλουσίους, γιατί μόνο αὐτοί θά μποροῦσαν νά τήν ἀσκήσουν. Ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι. Ἐξάλλου δέν εἶναι μόνο τό χρῆμα πού ἱκανοποιεῖ τίς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, τίς ὑλικές καί τίς πνευματικές, ἀλλά καί τόσα ἄλλα πράγματα.
Καί ἄν θέλετε, θά σᾶς ἀναφέρω δειγματοληπτικά καί μερικά παραδείγματα, ἔτσι, πρακτικά:
Εἶσαι τεχνίτης; Νά μεταδώσεις τήν τέχνη σου στόν μαθητευόμενό σου· μή τόν ἀφήσεις στήν ἄγνοια. Νά τοῦ πεῖς τά μυστικά τῆς δουλειᾶς πού ξέρεις.
Ἄν εἶσαι ἐπιστήμων, ἄν εἶσαι νομικός, ἄν εἶσαι γιατρός, ἄν εἶσαι δάσκαλος, ἄν εἶσαι μηχανικός, ἄν εἶσαι φαρμακοποιός, μπορεῖς ἀπό τό πόστο σου νά βοηθήσεις ποικιλοτρόπως, νά διευκολύνεις μέ κάθε τρόπο, ὅποιον σέ χρειάζεται.
Ὅταν κατέχεις μία ἐξέχουσα ἤ ἐπίκαιρη θέση, μπορεῖς ὁμοίως νά ἐξυπηρετήσεις, νά βοηθήσεις.
Ἀκόμη μπορεῖς νά βοηθήσεις σέ μιά προσπάθεια τῆς ἐνορίας σου, ὅπως εἶναι ἡ κατήχηση. Νά ἀναλάβεις τήν κατήχηση τῶν παιδιῶν, ἄν ἔχεις βέβαια τά προσόντα καί τή δυνατότητα. Μπορεῖς ἀκόμα νά ἀναλάβεις τυχόν συσσίτια πού διοργανώνει ἡ ἐνορία σου, ἤ νά συμμετέχεις στήν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ, ἄν θέλετε ὅλοι μαζί νά κτίσετε καινούργια ἐκκλησία, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς.
Μποροῦμε ἀκόμη νά δώσουμε κάποια τρόφιμα ἀπό τό σπίτι μας, ἤ ἀκόμη καί ρουχισμό.
Μάλιστα ἐδῶ ἐπιτρέψτε μου νά σᾶς πῶ μιά ἱστορία, πού καί ἄλλοτε τήν ἔχω πεῖ, πολύ παλιά· δέν ξέρω ὅμως ἄν τήν ἔχω πεῖ σ᾿ ἐσᾶς. Θά τήν ξαναπῶ, γιατί ἤμουν αὐτόπτης μάρτυρας ἑνός περιστατικοῦ, πού καί τότε μέ εἶχε κυριολεκτικά συνταράξει. Ἀκοῦστε:
Θυμᾶμαι ὅτι ἦταν ἕνα ἡλιόλουστο ἀπόγευμα, ἀλλά παγωμένο, ὅταν μαζί μέ κάποιον δικό μου κατηφόριζα σέ ἕναν δρόμο στήν Κηφισιά. Εἶχε παγωνιά, πολύ κρύο. Φοροῦσα τό παλτό μου, καί δέν ξέρω τί ἄλλα φοροῦσα. Κάποια στιγμή, ἀπό ἀρκετά μακριά, εἶδα κάποιον νά πέφτει χάμω. « Μπά, τί ἔπαθε αὐτός;». Τότε πλησιάσαμε, καί εἴδαμε ὅτι ἦταν ἕνας νέος ἄνθρωπος ἀλλά ἐπιληπτικός. Οἱ ἐπιληπτικοί συνήθως πέφτουν χάμω χωρίς νά τό καταλάβουν. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός φοροῦσε μόνο ἕνα ἄσπρο πουκάμισο –τό θυμᾶμαι. Δέν φοροῦσε σακάκι, οὔτε παλτό. Ὁ δρόμος αὐτός δέν εἶχε πολυκατοικίες· ὑπῆρχαν μόνο ἁπλᾶ σπίτια, μονοκατοικίες. Κάποια στιγμή πετάχτηκε μιά γυναίκα ἀπό ἕνα διπλανό σπίτι, καί ἕνας ἀκόμη διαβάτης πλησίασε ἀπό κάπου ἐκεῖ κοντά, καθώς καί μερικοί ἄλλοι, γιά νά βοηθήσουν. Ὁ νέος αὐτός μετά συνῆλθε· ἀλλά, ὅπως ἔπεσε, ἔσκισε τό πουκάμισό του, καί ζήτησε μιά βελόνα νά τό ράψει.
Περνοῦσε ἡ ὥρα, καί μαζευτήκαμε πέντε-δέκα ἄνθρωποι ἐκεῖ, γύρω ἀπ᾿ αὐτόν. Ἀλλά κανείς μας δέν σκέφθηκε ὅτι ὁ νεαρός δέν φοροῦσε σακάκι, οὔτε παλτό. Ἐκείνη τήν ὥρα περνοῦσε καί ἕνα μπακαλόπαιδο –παιδί τοῦ μπακάλη– πού πηγαίνε στά σπίτια. Τότε εἴχαμε τά μπακάλικα, μικρά μπακάλικα, ἐνῶ σήμερα ἔχουμε τά σοῦπερ μάρκετ... –τέλος πάντων. Τό παιδί κατέβηκε ἀπό τό ποδήλατό του γιά νά δεῖ τί συνέβαινε –συνήθως πάντα γίνονται πηγαδάκια ὅταν ὑπάρχει κάτι τό ἀξιοπερίεργο– καί χωρίς νά χάσει καιρό, αὐτό τό παιδί, τό μπακαλόπαιδο –θυμᾶμαι καί τό ὄνομά του, γιατί τόν ρώτησα· τόν ἔλεγαν Σιδηρόπουλο– ἔβγαλε τό σακάκι του καί τό ἔδωσε στόν πεσμένο νεαρό νά τό φορέσει, λέγοντάς του «Φίλε, παρ᾿ τό κάνει κρύο», πρός μεγάλη μας ντροπή ὅλων τῶν ἄλλων πού εἴμαστε ἐκεῖ γύρω. Κανείς μας δέν εἶχε βγάλει οὔτε τό σακάκι του οὔτε τό παλτό του γιά νά ντύσει αὐτόν τόν νέο! Ἀκοῦτε;
Μποροῦμε λοιπόν νά δώσουμε, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, κάτι, ὁτιδήποτε.
Καί κάτι ἀπό τήν Ἱστορία τήν Ἐκκλησιαστική. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, πού πῆρε καί τήν ἐπωνυμίαἘλεήμων, ὅταν τοῦ ἔδιναν πράγματα, ἐκείνος τά μοίραζε. Ἦταν ἀφάνταστα ἐλεήμων.
Κάποτε ἕνας παπλωματᾶς σκέφθηκε νά τοῦ στείλει ἕνα ὡραῖο ζεστό πάπλωμα γιά τό κρεβάτι του. Ἐμφανίστηκε λοιπόν κάποια φτωχειά γυναίκα, τῆς τό φορτώνει καί τῆς λέει: «Πάρε τό πάπλωμα αὐτό νά ζεσταθεῖτε στό σπίτι σας. Πήγαινε καί πούλησέ το, ἄν θέλεις, καί θά πάρεις πολλά χρήματα, γιά νά ἀγοράσεις κάτι πού χρειάζεσαι περισσότερο». Συμπτωματικά ἡ γυναίκα πῆγε καί τό πούλησε στόν παπλωματᾶ, στόν ἄνθρωπο πού τό εἶχε πάει δῶρο στόν ἅγιο Ἰωάννη! Ὅταν τό εἶδε ὁ παπλωματᾶς, τό ἀγόρασε, καί τό ξανάστειλε πάλι στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Ἐλεήμονα. Ἐκεῖνος ὅμως πάλι τό πρόσφερε κάπου ἀλλοῦ. Καί τότε τοῦ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης: «Γιά νά δοῦμε, ποιός θά βαρεθεῖ πρῶτος· ὁ ἕνας νά στέλνει ἤ ὁ ἄλλος νά χαρίζει!».
Βλέπετε, μποροῦμε νά δώσουμε τόσα πράγματα καί ὑλικά, ὅπως σᾶς εἶπα, ἀλλά ἀκόμη καί τέχνη καί γνώσεις κι ἕνα σωρό ἄλλα.
Ἄς ἔλθουμε τώρα σέ μιά ἄλλη κατηγορία ἐλεημοσύνης πού μποροῦμε νά κάνουμε, ὅταν δέν ἔχουμε ὑλικά αγαθά γιά νά προσφέρουμε. Εἶναι ἐκεῖνο πού ἔκανε ὁ ἀπόστολος Πέτρος μέ τόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη, ὅταν πῆγαν νά προσκυνήσουν στόν ναό τοῦ Σολομῶντος καί συνάντησαν ἕναν χωλό, δηλαδή κουτσό, πού ζητοῦσε βοήθεια, ἐκεῖ μπροστά στήν ὡραία πύλη τοῦ ἱεροῦ. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος λοιπόν τοῦ εἶπε: «Ἀργύριον καί χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὅ δέ ἔχω, τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καί περιπάτει»10. Δέν ἔχω νά σοῦ δώσω νομίσματα, οὔτε χρυσάφι οὔτε φλουρί οὔτε ἀσημένιο νόμισμα· ἐκεῖνο πού ἔχω, αὐτό καί σοῦ δίνω: Σέ κάνω καλά. Στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, σήκω καί περπάτησε. Κι αὐτός πετάχτξκε ἐπάνω ὑγιής. Ἡ ἐλεημοσύνη λοιπόν δέν εἶναι μόνο θέμα χρημάτων.
Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὅταν θά μᾶς κρίνει ὁ Κύριος, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, καί θά χρησιμοποιήσει γιά κριτήριο τήν ἐντολή τῆς ἐλεημοσύνης, δέν θά μᾶς πεῖ «ἤμουν στή φυλακή, καί δέν μέ ἐλευθερώσατε πληρώνοντας τά ἔξοδα» οὔτε «ἤμουν ἄρρωστος, καί δέν πληρώσατε τόν γιατρό καί τά φάρμακά μου γιά νά γίνω καλά». Δέν θά μᾶς πεῖ τέτοια πράγματα. Ἀλλά θά πεῖ: «δέν μέ ἐπισκεφθήκατε». Πείρνει τό πιό ἁπλό, τό πιό ἀνέξοδο. Τό νά πληρώσεις τά φάρμακα καί τόν γιατρό γιά νά γίνει ὁ ἄλλος καλά, εἶναι πολύ ὡραῖο· ἀλλά δέν μποροῦν ὅμως ὅλοι νά πληρώσουν. Ἀναφέρει ὡς παράπονο κάτι πολύ ἁπλό: «Δέν μέ ἐπισκεφθήκατε, δέν ἤρθατε νά μέ δεῖτε». Τό νά δώσεις καί χρήματα, θά εἶναι ἀκόμα πιό πολύ.
Ἡ ἐλεημοσύνη, ὡς ἐκδήλωση, καλύπτει ὅλο τό φάσμα, ἀπό τήν πράξη καί τόν λόγο ὡς τή διάθεση. Μπορεῖ νά μήν ἔχεις νά δώσεις τίποτε, ἀλλά στήν καρδιά σου νά ἔχεις τή διάθεση νά δώσεις.
Καί πάνω ἀπό ὅλα εἶναι ἡ φροντίδα γιά τή σωτηρία τῶν ψυχῶν. Νά ἀπαλλάξεις τόν ἄλλον ἀπό τή θανατηφόρα ἄγνοια, νά τοῦ ὑποδείξεις πῶς νά κρατᾶ καί πῶς νά μελετάει τό Εὐαγγέλιο. Νά “ἐπιστρέψεις” αἱρετικό, ὅπως λέει ἡ Καινή Διαθήκη, «ἐκ πλάνης ὁδοῦ αὐτοῦ»11, αὐτόν πού ἀμφιβάλλει στήν πίστη νά τόν στερεώσεις, τόν ἄσωτο ἄνθρωπο νά τόν γυρίσεις πίσω στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, νά πεῖς δυό λόγια ἀγάπης καί οἰκοδομῆς. Λέει μάλιστα ἐκεῖ ἡ Σοφία Σειράχ: «οὐχί καύσωνα ἀναπαύσει δρόσος; οὕτως κρείσσων λόγος ἤ δόσις. οὐκ ἰδού λόγος ὑπέρ δόμα ἀγαθόν; καί ἀμφότερα παρά ἀνδρί κεχαριτωμένῳ»12. Μήπως τόν καύσωνα δέν τόν ἀνακουφίζει ἡ δροσιά; Ἔτσι, εἶναι καλύτερα νά πεῖς ἕναν καλό λόγο, παρά νά δώσεις κάτι. Εἶναι ἐκεῖνο πού λέει καί ὁ λαός μας, “ὁ λόγος σου εἶναι χόρταση καί τό ψωμί σου φά᾿ το”. Ὁ καλός λόγος δέν εἶναι πιό ἀγαθός ἀπό τό νά δώσεις κάτι; Καί τά δύο ὅμως, καί ὁ λόγος καί τό δῶρο, συνυπάρχουν στόν ἄνθρωπο πού εἶναι χαριτωμένος.
Τέλος, ἐλεημοσύνη εἶναι ἀκόμη τό νά συγχωροῦμε ἐκείνους πού μᾶς ἔφταιξαν. Μοιάζει παράξενο, γιατί ὅταν τό κάνουμε αὐτό “ποιοῦμεν ἔλεος μετά τοῦ πλησίον”, ἐλεοῦμε τόν διπλανό μας.
Θυμηθεῖτε τήν παραβολή τοῦ χρεώστου δούλου.
«Δοῦλε πονηρέ, οὐκ ἔδει καί σε ἐλεῆσαι τόν συνδουλόν σου, ὡς καί ἐγώ σε ἠλέησα;13». Δοῦλε πονηρέ, δέν ἔπρεπε κι ἐσύ νά ἐλεήσεις, νά φανεῖς φιλεύσπλαχνος στόν σύνδουλό σου, ὅπως σέ ἐλέησα κι ἐγώ; Ὁ κύριος χάρισε τά μύρια τάλαντα στόν δοῦλο του, πού τοῦ τά χρωστοῦσε, ἀλλά ἐκεῖνος δέν χάρισε τό χρέος στόν δικό του χρεώστη, πού μάλιστα χρωστοῦσε καί πολύ λιγότερα. Ἡ ὀφειλή τοῦ ἑνός ἦταν ἑκατό δηνάρια –δύο χρυσές λίρες - καί τοῦ ἄλλου μύρια τάλαντα – δύο ἑκατομμύρια τετρακόσιες χιλιάδες χρυσές λίρες Ἀγγλίας! Δέν μποροῦσε νά φανεῖ κι αὐτός ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος; Καλά, ἄς μή χαρίσει· ἀλλά τουλάχιστον νά περιμένει νά τοῦ δώσει πίσω τό ποσόν ὁ ὀφειλέτης του!
Ἀλλά τώρα ἔρχεται καί ἡ ἀμοιβή τῆς ἐλεημοσύνης. Οἱ ἐλεήμονες «αὐτοί ἐλεηθήσονται», αὐτοί θά ἐλεηθοῦν.
Σχολιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί λέει: «Αὐτοί μέν ἐλεοῦσι ὡς ἄνθρωποι, ἐλεοῦνται δέ παρά τοῦ Θεοῦ. Οὐκ ἔστιν δέ ἴσος ἀνθρώπινος ἔλεος καί θεῖος»14. Δηλαδή: Αὐτοί ἐλεοῦν τόν ἄλλον ὡς ἄνθρωποι, ἐλεοῦνται ὅμως ἀπό τόν Θεό. Ἀλλά τό ἔλεος πού δείχνει ὁ Θεός σ᾿ αὐτούς εἶναι ἀσύγκριτα περισσότερο ἀπό τό ἔλεος πού δείχνουν ἐκεῖνοι.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρομοιάζει τήν ἐλεημοσύνη μέ σπορά: « Ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καί θερίσει, καί ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καί θερίσει»· αὐτός πού σπέρνει τσιγγούνικα, θά θερίσει καί τσιγγούνικα· καί «δυνατός δέ ὁ Θεός πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντί πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν»15. Ἔδωσες πλουσιοπάροχα; πλουσιοπάροχα καί θά εὐλογηθεῖς. Μ᾿ αὐτό τό παράδειγμα ἀναφέρεται βέβαια στά ὑλικά πράγματα, ὅπου κι ἐκεῖ ὑπάρχει θεία εὐλογία.
Ἄς θυμηθοῦμε ἀκόμη τόν Ἀβραάμ,16 καθώς καί τή χήρα μέ τόν προφήτη Ἠλία, πού ἐκεῖνο τό λίγο ψωμάκι πού εἶχε, ἔδωσε καί στόν Προφήτη.17 Ἄς θυμηθοῦμε καί τή Δορκάδα, ἐκείνη τή θαυμάσια γυναίκα, πού ἦταν τό στήριγμα τῶν φτωχῶν ἀνθρώπων.18 Ἄς θυμηθοῦμε ἐπίσης τόν Κορνήλιο, πού τοῦ εἶπε ὁ ἄγγελος ὅτι ὄχι μόνο οἱ προσευχές του, ἀλλά καί οἱ ἐλεημοσύνες του ἔφθασαν στόν Οὐρανό.19
Ὅπως λέει τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, «ὅς δίδωσι πτωχοῖς, οὐκ ἐνδεηθήσεται»20, ὅποιος δίνει στούς φτωχούς –καθ᾿ οἱονδήποτε τρόπο φτωχοί, ἀκόμα νά εἶναι φτωχοί κι ἀπό γνώση– αὐτός δέν θά μείνει ποτέ φτωχός.
Ἀλλά ἡ ἀμοιβή ὑπάρχει κυρίως στά πνευματικά.
Εἶναι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, πού σκεπάζει καί μικρούς καί μεγάλους, τό ὁποῖο ἐπικαλούμαστε συνεχῶς μέ ἐκεῖνο τό Κύριε ἐλέησον, καί πού εἶναι ἀπερίγραπτο!
Λοιπόν, καί σήμερα μποροῦμε νά συναντήσουμε στόν δρόμο τῆς ζωῆς μας τόν φτωχό Λάζαρο τῆς παραβολῆς, τή χήρα τῆς Ναΐν, τόν ὑβριστή μας, τόν ἐχθρό μας... καί νά δώσουμε ἔλεος. Ἄς δείξουμε λοιπόν σέ ὅλους αὐτούς τό ἔλεός μας. Ὅλοι αὐτοί μᾶς δίνουν τήν εὐκαιρία νά φανοῦμε ποικιλότροπα ἐλεήμονες. Καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ θά ἔλθει σ᾿ ἐμᾶς ὡς ἀμοιβή, καί θά ἀκούσουμε κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως τό «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν»!
Κυριακή, 17 Δεκεμβρίου 1995
Συνεχίζεται...
Τέλος καί τῷ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων
ἀφθάρτῳ ἀοράτῳ μόνῳ σοφῷ Θεῷ
τιμή καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό τό βιβλίο: “ΟΙ ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΙ”
π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου
Ἐκδόσεις: “ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ”
1Ματθ. ε΄ : 7
2Ψαλμ. 114 : 5.
3Νεεμίας 9 – 17.
4Symmym yus, summa inyuria.
5Βλ. Ἰωάν. 7, 24. «μή κρίνετε κατ᾿ ὄψιν, ἀλλά τήν δικαίαν κρίσιν κρίνατε».
6Ἡσ. 28 : 17.
7Παρ. 20 : 6.
8Α΄ Ίωάν. Γ΄ : 18.
9Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Εἰς τό Κατά Ματθαῖον, Ὁμιλία ΙΕ΄, γ΄, MPG 57, 227, 45-47.
10Πράξ. Γ΄ : 6.
11Ίακ. Ε΄ : 20.
12Σ. Σειρ. 18 : 16-17.
13Ματθ. Κη΄ : 32-33.
14Ἅγ. Ἰωάννης Χρυσόστομος, Εἰς τό Κατά Ματθαῖον, Ὁμιλία ιε΄, δ΄, MPG 57, 227, 52-53.
15Β΄Κορ. Θ΄ : 6-8.
16Βλ. Ἑβ. Ιγ΄ : 1-2.
17Βλ. Γ΄ Βασ. 17 : 8-16.
18Βλ. Πράξ. Θ΄ : 36-41.
19Βλ. Πράξ. Ι΄ : 1-4.
20Παρ. 28 : 27.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου