1) Ὁ Θεός μᾶς θέλει ἁπόλυτα δικούς Του.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα «ἐπιποθεῖ», σφόδρα ἐπιθυμεῖ, νά ἑνωθεῖ μαζί μας. Θέλει τήν καρδία μας ὁλόκληρη. Τήν θέλει καθαρή. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀγαπᾶ «ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας καί διανοίας τόν Κύριο»[1]. Ἄν ἔχει καί ἄλλες ἀγάπες, τότε εἶναι «ἄπιστος», ἔχει καταλύσει τήν ἕνωση μέ τόν Κύριο.
Ὁ Κύριος εἶναι «Θεός ζηλωτής»[2] δηλ. «ζηλότυπος». Μᾶς θέλει ἀποκλειστικά δικούς του. Δέν μπορεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα νά μείνει μέσα στόν ἄνθρωπο πού εἶναι διχασμένος. Μιά καρδιά μοιρασμένη σέ πολλές κοσμικές ἀγάπες εἶναι μιά καρδιά μολυσμένη, τυφλή, ἀκατάλληλη νά δεχτεῖ τόν Κύριο.
2) Ὁ χριστιανός εἶναι ὁ ὑγιής πνευματικά ἄνθρωπος. Μέλος τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι «πολίτης αὐτοῦ τοῦ κόσμου».
Ὁ ἄνθρωπος τοῦ κόσμου εἶναι «χίλια κομμάτια μέσα του», γεμᾶτος μέ ἄρρωστες προσκολλήσεις, ἐξαρτήσεις καί ἐπιθυμίες. Ὁ ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι «ἑνοειδής», ἑνοποιημένος καί ἀληθινά ἐλεύθερος. Ὅλες του οἱ ψυχικές δυνάμεις εἶναι ἑνωμένες καί κατευθύνονται πρός τόν Θεό. Νοῦς, λόγος καί πνεῦμα, διά τῆς ἀδιάλειπτης νοερᾶς προσευχῆς, ἔχουν γίνει «ἕνα» στόν ἀληθινά ἐκκλησιαστικοποιημένο ἄνθρωπο. Τέτοιοι πρέπει νά γίνουμε ὅλοι, εἴτε εἴμαστε λαϊκοί στόν κόσμο εἴτε μοναχοί.
Ὁ ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας λειτουργεῖ σωστά ψυχικά καί σωματικά. Δέν εἶναι διχασμένη προσωπικότητα, ὅπως συμβαίνει μέ τόν ἄνθρωπο τοῦ κόσμου, πού κατά βάθος «δέν ξέρει τί θέλει».
Οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, εἴτε ζοῦν μέσα σ’ ἕνα μοναστήρι εἴτε μέσα σέ μία κοσμική ἐνορία, εἶναι ἄνθρωποι πού ἀνήκουν στόν Χριστό καί ὄχι στόν κόσμο. Εἶναι «μέλη Χριστοῦ» καί ὄχι «μέλη τοῦ κόσμου».
Ὅταν ἕνας ἀσκητής βγαίνει ἀπό τό Μοναστήρι του γιά νά βοηθήσει πνευματικά τούς χριστιανούς πού ζοῦν στόν «κόσμο», δέν «βγαίνει στόν κόσμο», ὅπως συνήθως λέγεται. Ἀντίθετα, πηγαίνει στήν Ἐκκλησία καί συναντᾶ τούς ἀδελφούς του ἐν Χριστῷ, πού ζοῦν «ἐν τῷ κόσμῳ» ἀλλά δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου». Ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Κοινότητα τῆς Ἐρήμου μεταβαίνει στήν Ἐκκλησιαστική Κοινότητα τοῦ κόσμου.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
http://Hristospanagia3.blogspot.com
[1] Μαρκ. 12, 30.
[2]Ἐξ. 20, 4-6. «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα͵ ὅσα ἐν τῷ οὐ ρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑπο κάτω τῆς γῆς. 20.5 οὐ προσκυνήσεις αὐτοῖς οὐδὲ μὴ λατρεύσῃς αὐτοῖς· ἐγὼ γάρ εἰμι κύριος ὁ Θεός σου͵ Θεὸς ζηλωτὴς ἀποδιδοὺς ἁμαρτίας πατέρων ἐπὶ τέκνα ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς τοῖς μισοῦσίν με 20.6 καὶ ποιῶν ἔλεος εἰς χιλιάδας τοῖς ἀγαπῶσίν με»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου