ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ[:Ιω. 4, 5-42]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΕ ΤΗ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΑ
[Μέρος τρίτο: υπομνηματισμός των χωρίων Ιω.4,13-15]
«Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὃς δι᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον(:της αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς: ‘’Βεβαίως δεν εννοώ το νερό του πηγαδιού αυτού· διότι όποιος πίνει από το νερό αυτό, θα διψάσει πάλι. Εκείνος όμως που θα πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ, δεν θα διψάσει ποτέ στον αιώνα˙ αλλά το νερό που θα του δώσω θα μεταβληθεί μέσα του σε πηγή νερού που δεν θα στερεύει, αλλά θα αναβλύζει και θα αναπηδά και θα τρέχει πάντοτε για να του μεταγγίζει ζωή αιώνια)»[Ιω.4,13-14].
Τη χάρη του Αγίου Πνεύματος η Αγία Γραφή άλλοτε μεν την ονομάζει «πῦρ», και άλλοτε «ὕδωρ», επειδή θέλει να δείξει ότι τα ονόματα αυτά δεν αντιπροσωπεύουν την ουσία, αλλά την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος· διότι το Άγιο Πνεύμα δεν αποτελείται από διάφορες ουσίες, επειδή είναι αόρατο και μονοειδές. Το ένα όνομα το δίνει ο Ιωάννης ο Βαπτιστής όταν λέγει: «Αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί (:Αυτός θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο και με το πυρ της χάριτος)»: «ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν· ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι· αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί(:και είναι και δυνατό και εύκολο να καρποφορήσετε την αρετή. Διότι εγώ βέβαια σας βαπτίζω με νερό, για να εισέλθετε σε κατάσταση μετάνοιας. Εκείνος όμως που έρχεται ύστερα από μένα είναι δυνατότερος από μένα λόγω του αξιώματός του και της θείας Του φύσεως. Μπροστά του εγώ δεν είμαι άξιος ούτε σαν τελευταίος δούλος να κρατήσω τα υποδήματά Του. Αυτός λοιπόν θα σας βαπτίσει με Άγιο Πνεύμα και με την καθαρτική φωτιά της θείας χάριτος)»[Ματθ. 3,11], ενώ το άλλο το δίδει ο Χριστός: «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν(: από την καρδιά και τα βάθη της ψυχής εκείνου που πιστεύει σε μένα, σύμφωνα με τα λόγια της Αγίας Γραφής, θα αναβλύζουν ποτάμια νερού που θα είναι πάντα τρεχούμενο. Κι έτσι θα ποτίζεται όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και οι άλλοι που θα έρχονται σε σχέση με Αυτόν. Αυτά τα λόγια τα είπε ο Κύριος για το Άγιο Πνεύμα, που θα αποκτούσαν μετά την Ανάληψή του στους ουρανούς όσοι θα πίστευαν σε Αυτόν. Διότι πρωτύτερα είχαν βέβαια δοθεί χαρίσματα προφητικά και θαυματουργικά σε ανθρώπους δικαίους και προφήτες, αλλά η χάρις του Αγίου Πνεύματος που αναγεννά τους ανθρώπους και τους μεταδίδει τη θεία και μακαρία ζωή δεν είχε δοθεί σε κανέναν. Και δεν είχε δοθεί η χάρις αυτή του Αγίου Πνεύματος, διότι ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξαστεί με το Πάθος Του και την Ανάληψή Του)»[Ιω.7,38-39] .
Έτσι συνομιλώντας με τη Σαμαρείτιδα ονομάζει το Άγιο Πνεύμα «ὕδωρ»: «ὃς δι᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα(:Εκείνος που θα πιει από το νερό, το οποίο εγώ θα του δώσω, δεν θα διψάσει ποτέ)». Και αποκαλεί το Άγιο Πνεύμα έτσι, διότι με τη λέξη «πῦρ» υπαινίσσεται τη δύναμη και τη θερμότητα της χάριτος, ενώ με τη λέξη «ὕδωρ» θέλει να δείξει τον καθαρισμό που γίνεται από Αυτό και τη μεγάλη αναψυχή που παρέχει στις ψυχές που το δέχονται. Και δικαιολογημένα· διότι ως ένα παράδεισο στολισμένο με κάθε είδους καρποφόρα και αειθαλή δέντρα, έτσι κάνει την πρόθυμη ψυχή και δεν την αφήνει να αισθανθεί ούτε λύπη, ούτε σατανική επιβουλή, διότι κατασβήνει εύκολα όλα τα φλογισμένα βέλη του πονηρού.
Εσύ όμως πρόσεξε τη σοφία του Χριστού με πόσο ήρεμο τρόπο προκαλεί την προσοχή και ανυψώνει πνευματικά τη γυναίκα αυτή. Δεν της είπε δηλαδή από την αρχή: «Εάν γνώριζες ποιος είναι εκείνος που σου λέγει: ‘’ Δώσε μου να πιω’’», αλλά όταν αυτή του έδωσε αφορμή με το να Τον αποκαλέσει Ιουδαίο, και Τον κατηγόρησε έτσι επειδή οι Σαμαρείτες αντιπαθούσαν τους Ιουδαίους, τότε για να αποκρούσει την κατηγορία, της είπε αυτά. Αφού είπε λοιπόν «εάν γνώριζες ποιος είναι εκείνος που σου λέγει’’ δώσε μου να πιω’’» και την ανάγκασε με τις μεγάλες επαγγελίες να θυμηθεί τον πατριάρχη Ιακώβ, έδωσε έτσι στη γυναίκα τη δυνατότητα να δει καλύτερα.
Έπειτα, όταν εκείνη ανταπάντησε : «μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ;(:Μήπως εσύ είσαι ανώτερος στην αξία και τη δύναμη από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωσε ως κληρονομιά το πηγάδι αυτό και δεν ζήτησε άλλο καλύτερο νερό, αλλά απ’ αυτό ήπιε και ο ίδιος, όπως και τα παιδιά του και τα ζώα του που έτρεφε και έβοσκε;)»[Ιω.4,12], δεν της έδωσε την απάντηση: «Ναι, είμαι ανώτερος», διότι θα έδινε την εντύπωση ότι κομπάζει μόνο, αφού δεν υπήρχε η ανάλογη απόδειξη. Με όσα λέγει όμως αυτήν την απόδειξη προετοιμάζει.
Πραγματικά δεν της είπε απλώς: ’’θα σου δώσω νερό’’, αλλά προηγουμένως εξάλειψε την ιδέα της γυναικός για τον Ιακώβ και ύστερα εξυψώνει το δικό Του ύδωρ, επιθυμώντας να αποδείξει τη διαφορά των προσώπων που πρόσφεραν από τη διαφορά εκείνων που προσφέρονταν και την υπεροχή Του έναντι του πατριάρχου. «Εάν θαυμάζεις», λέγει, «τον Ιακώβ, επειδή σου έδωσε αυτό το νερό, τι θα πεις εάν σου δώσω εγώ πολύ ανώτερο; Άλλωστε πρόφτασες και παραδέχτηκες ότι είμαι ανώτερος από τον Ιακώβ όταν προέβαλες ως αντίρρηση και είπες ‘’Μήπως είσαι εσύ ανώτερος από τον Ιακώβ;’’», επειδή σου υποσχέθηκα ότι θα σου δώσω καλύτερο νερό. Αν λοιπόν λάβεις αυτό το νερό, θα ομολογήσεις παντοιοτρόπως ότι εγώ είμαι ανώτερος.
Βλέπεις την ακέραιη και αμερόληπτη κρίση της γυναικός, η οποία από τα ίδια τα πράγματα και τα γεγονότα αποκρυσταλλώνει την άποψή της και για τον Πατριάρχη και για τον Χριστό; Οι Ιουδαίοι όμως δεν έκριναν με τον τρόπο αυτόν, αλλά και όταν έβλεπαν τον Ιησού να εκδιώκει τους δαίμονες από τους ανθρώπους, όχι μόνο δεν Τον παραδέχονταν ως ανώτερο από τον πατριάρχη αλλά Τον ονόμαζαν και δαιμονισμένο. Η γυναίκα όμως δεν σκέπτεται όπως αυτοί, αλλά από εκεί παίρνει την απόφαση, από όπου θέλει και ο Χριστός, δηλαδή από την απόδειξη των ίδιων των έργων· διότι και ο ίδιος ο Ιησούς με τον τρόπο αυτό δικάζει και κρίνει, όταν λέγει: «εἰ οὐ ποιῶ τὰ ἔργα τοῦ πατρός μου, μὴ πιστεύετέ μοι· εἰ δὲ ποιῶ, κἂν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις πιστεύσατε, ἵνα γνῶτε καὶ πιστεύσητε ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν αὐτῷ(:Εάν δεν κάνω τα υπερφυσικά έργα που μου ζητά ο Πατέρας μου και με βοηθά να τα εκτελώ, και ουσιαστικά αυτά είναι τα ίδια τα έργα του Πατέρα μου, μην πιστεύετε στη μαρτυρία του στόματός μου και στις δικές μου διαβεβαιώσεις. Εφόσον όμως ενεργώ τα έργα του Πατέρα μου, κι αν ακόμη δεν πιστεύετε σε ό,τι λέω εγώ, πιστέψτε τουλάχιστον στα έργα αυτά, για να μάθετε και να οδηγηθείτε απ’ αυτά στην τέλεια πίστη. Κι έτσι θα βεβαιωθείτε ότι μέσα μου είναι και μένει ο Πατέρας μου, κι εγώ είμαι και μένω μέσα στον Πατέρα. Έχω δηλαδή ως Υιός και Λόγος του Θεού την ίδια φύση με τον Πατέρα, και είμαι άπειρος κι εγώ, ώστε να χωράει μέσα μου ο Πατέρας. Είμαστε αχώριστοι ο ένας από τον άλλο, διότι κι εγώ είμαι και μένω μέσα στον Πατέρα μου)»[Ιω,10,37-38]. Έτσι και η γυναίκα οδηγείται προς την πίστη.
Γι' αυτό και όταν άκουσε ο Ιησούς την ερώτησή της: ‘’Μήπως είσαι εσύ ανώτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ;’’, άφησε τη συζήτηση για τον Ιακώβ και κάνει λόγο για το νερό και λέγει: «Καθένας που πίνει από το νερό αυτό, θα διψάσει πάλι» και έτσι κάνει τη σύγκριση στηριζόμενος όχι στην κατηγορία, αλά στην υπεροχή. Δεν λέει δηλαδή ότι το νερό αυτό δεν αξίζει, ούτε ότι είναι ευτελές και ασήμαντο, αλλά εκείνο επικαλείται, το οποίο και η φύση μαρτυρεί: ‘’Καθένας που πίνει από το νερό αυτό, θα διψάσει πάλι. Εκείνος όμως που θα πιει από το νερό, το οποίο θα του δώσω εγώ, δε θα διψάσει ποτέ στον αιώνα’’.
Άκουσε βέβαια προηγουμένως η γυναίκα για το «ὕδωρ τό ζῶν», όμως δεν αντιλήφθηκε τη σημασία του. Πραγματικά επειδή «ὕδωρ ζῶν» ονομάζεται και το νερό που τρέχει συνέχεια και εκείνο που αναβλύζει χωρίς καμία διακοπή και δεν στερεύουν καθόλου οι κρουνοί, νόμισε η γυναίκα ότι για το συγκεκριμένο νερό της έλεγε ο Ιησούς. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν, για να καταστήσει περισσότερο σαφές το λεγόμενο, κάνει τη σύγκριση με βάση την υπεροχή και προσθέτει : «Εκείνος που θα πιει από το νερό, το οποίο θα του δώσω εγώ, δε θα διψάσει ποτέ στον αιώνα». Με τα λόγια αυτά, όπως είπα, αποδείκνυε την υπεροχή τη δική Του, αλλά και με όσα είπε στη συνέχεια· διότι το υλικό νερό δεν έχει τίποτε από αυτά που είπε. Και ποια είναι αυτά; «Θα μεταβληθεί μέσα σε όποιον το λάβει αυτό το νερό που θα του δώσει ο Ιησούς, σε μια εσωτερική πηγή ύδατος, που θα αναβλύζει και θα του παρέχει ζωή αιώνια». Όπως ακριβώς εκείνος που έχει μέσα του μια πηγή, δε θα διψάσει ποτέ, κατά όμοιο τρόπο και όποιος έχει το νερό αυτό του Ιησού.
Και η γυναίκα πίστεψε αμέσως, αποδειχθείσα πολύ πιο συνετή από τον Νικόδημο, και όχι μόνο πιο συνετή αλλά και πιο ανδρεία· διότι ο Νικόδημος, αν και άκουγε πολλές παρόμοιες διδασκαλίες, ούτε κάλεσε κανένα άλλο σε αυτές, ούτε ο ίδιος είχε το θάρρος να τις διακηρύξει, ενώ αυτή κάνει έργο αποστολικό και αναγγέλλει την ευχάριστη αγγελία προς όλους και προσκαλεί τους πάντες πλησίον του Ιησού και ακόμη προσελκύει τους κατοίκους μιας ολόκληρης πόλης προς Αυτόν. Και εκείνος μεν, όταν άκουσε τους λόγους του Κυρίου, έλεγε : «Ρώτησε τότε ο Νικόδημος: ‘’Πώς είναι δυνατό να γίνουν αυτά και να πραγματοποιηθεί αυτή η πνευματική ουράνια αναγέννηση;’’»[Ιω.3,9] και όταν ο Χριστός έφερε το σαφές παράδειγμα του ανέμου, δεν μπόρεσε ούτε και έτσι να καταλάβει τα λεγόμενα, η γυναίκα όμως δε συμπεριφέρθηκε με τον ίδιο τρόπο.
Στην αρχή είχε μεν απορίες, έπειτα όμως δεν αποδέχθηκε υπό όρους τον λόγο, αλλά έλαβε σταθερή απόφαση και βιάζεται να λάβει αμέσως το νερό αυτό· διότι, όταν είπε ο Χριστός:«ὃς δι᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον(:βεβαίως δεν εννοώ το νερό του πηγαδιού αυτού· διότι όποιος πίνει από το νερό αυτό, θα διψάσει πάλι. Εκείνος όμως που θα πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ, δεν θα διψάσει ποτέ στον αιώνα˙ αλλά το νερό που θα του δώσω θα μεταβληθεί μέσα του σε πηγή νερού που δεν θα στερεύει, αλλά θα αναβλύζει και θα αναπηδά και θα τρέχει πάντοτε για να του μεταγγίζει ζωή αιώνια)», η Σαμαρείτιδα Του απάντησε: «Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν(:Κύριε, δώσε μου το νερό αυτό, για να μη διψώ και να μην υποβάλλομαι σε τόσο κόπο να έρχομαι εδώ για να βγάζω νερό από το πηγάδι)»[Ιω.4,15].
Βλέπεις με ποιο τρόπο ολίγον κατ’ ολίγον ανάγεται στο ύψος των δογμάτων η Σαμαρείτιδα; Κατά πρώτον νόμισε ότι ο Ιησούς είναι κάποιος Ιουδαίος που παραβαίνει τον νόμο. Έπειτα, όταν ο Κύριος απέκρουσε την κατηγορία αυτή, διότι το πρόσωπο, το οποίο επρόκειτο να την κατηχήσει σε τόσο υψηλές αλήθειες, δεν έπρεπε να γεννά υποψίες, επειδή άκουσε «ὕδωρ ζῶν» νόμισε ότι ομιλεί για το υλικό νερό. Στη συνέχεια αντιλήφθηκε ότι γινόταν λόγος για πνευματικά πράγματα και πίστεψε ότι το νερό αυτό έχει τη δύναμη να αφαιρέσει την αδυναμία της δίψας, δεν γνώριζε όμως ακόμη τι ήταν αυτό, αλλά βρισκόταν σε απορία, έχοντας τη γνώμη ότι είναι ανώτερο από τα αισθητά, χωρίς να έχει σαφή γνώση του πράγματος.
Στο σημείο αυτό που είδε καθαρότερα, χωρίς όμως να αντιληφθεί τα πάντα(«δώσε μου», λέγει, «το νερό αυτό, για να μη διψώ και για να μην έρχομαι εδώ και βγάζω νερό από το πηγάδι»),προτίμησε επί του παρόντος τον Κύριο από τον Ιακώβ. «Δεν χρειάζομαι βέβαια αυτό το πηγάδι, εάν θα πάρω από εσένα το νερό εκείνο». Προσέχεις ότι βάζει τον Κύριο σε ανώτερη μοίρα από τον Πατριάρχη; Αυτό είναι χαρακτηριστικό της ευσεβούς ψυχής. Έδειξε πόση μεγάλη πίστη είχε στον Ιακώβ. Γνώρισε τον ανώτερο και δεν την εμπόδισε η προηγούμενη της γνώμη.
Δεν ήταν εύπιστη η Σαμαρείτιδα (διότι δεν αποδέχτηκε αβασάνιστα και χωρίς κριτική επεξεργασία τα λόγια του Χριστού, αυτή που με τόση μεγάλη ακρίβεια τα εξέτασε), ούτε πάλι ήταν απειθής και εριστική. Και αυτό το απέδειξε από την παράκληση που έκανε. Βέβαια και στους Ιουδαίους είπε κάποτε ο Κύριος: «ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς· ὁ ἐρχόμενος πρός με οὐ μὴ πεινάσῃ, καὶ ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ διψήσῃ πώποτε(:Εγώ είμαι ο άρτος που μεταδίδω ζωή πραγματική. Τη μεταδίδω με τη μετάληψη του σώματος και του αίματος μου, αλλά και με τη διδασκαλία μου και τη χάρη του Πνεύματός μου. Όποιος έρχεται σε μένα με μετάνοια και πίστη δεν θα πεινάσει πνευματικά˙ και όποιος πιστεύει σε μένα δεν θα διψάσει πνευματικά ποτέ. Θα αποκτήσει νέες πνευματικές δυνάμεις, και θα βρει την ανάπαυση και την ικανοποίηση της καρδιάς και της ψυχής του)»[Ιω.6,35], αλλά όχι μόνο δεν πίστεψαν, αλλά σκανδαλίστηκαν κιόλας. Η γυναίκα όμως δεν έπαθε κάτι παρόμοιο, αλλά παραμένει κοντά στον Ιησού και ζητεί το νερό αυτό. Στους Ιουδαίους λοιπόν έλεγε :«Εκείνος που πιστεύει σε εμένα, δεν θα διψάσει ποτέ», στη γυναίκα όμως δεν ομιλεί με τον ίδιο τρόπο, αλλά κάπως περισσότερο αισθητά : «Εκείνος που θα πιει από το νερό αυτό, δεν θα διψάσει». Οι λόγοι αυτοί ήταν επαγγελία πνευματικών πραγμάτων και όχι αισθητών.
Για τον λόγο αυτόν, αφού ανύψωσε τον νου της με τις υποσχέσεις, χρησιμοποιεί ακόμη ο Κύριος λέξεις με αισθητό περιεχόμενο, επειδή δεν μπορούσε ακόμη η γυναίκα να ξεχωρίσει την ακρίβεια των πνευματικών πραγμάτων· διότι εάν της έλεγε ότι, «εάν πιστέψεις σε Εμένα, δεν θα διψάσεις», δεν θα αντιλαμβανόταν το λεγόμενο, επειδή δεν γνώριζε ούτε Ποιος ήταν Αυτός που της μιλούσε, ούτε για ποιου είδους δίψα έλεγε. Γιατί όμως δεν έκανε το ίδιο και στους Ιουδαίους; Διότι εκείνοι είχαν δει πολλά θαύματα, ενώ αυτή δεν είδε κανένα θαύμα, παρά πρώτα άκουσε τα λόγια.
[Συνεχίζεται]
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία ΛΒ΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 13Α, σελίδες 11-17 .
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 72, σελ. 215-231.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου