ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Προς Κορινθίους Β΄6,1-10
Ερμηνεία του Ιερού Χρυσοστόμου στην αποστολική περικοπή
από την Β΄«Προς Κορινθίους» επιστολή του αποστόλου Παύλου,
κεφάλαιο 6,εδάφια 1-10.
[ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ]
Και εμείς λοιπόν, όταν παθαίνουμε κάτι για τον Χριστό, πρέπει όχι μόνο να το αντιμετωπίζουμε με γενναιότητα, αλλά και να χαιρόμαστε. Και όταν νηστεύουμε, να σκιρτούμε από χαρά σαν να διασκεδάζουμε. Όταν βριζόμαστε, να χορεύουμε σαν να μας επαινούν. Όταν δαπανούμε, να φαινόμαστε σαν να κερδίζουμε. Όταν δίνουμε στους φτωχούς, να νομίζουμε ότι παίρνουμε. Γιατί, εκείνος που δε δίνει τέτοια διάθεση, δε θα δώσει εύκολα. Όταν θέλεις λοιπόν να μοιράσεις, μη σκεφτείς μόνο αυτό, ότι δαπανάς, αλλά και ότι κερδίζεις περισσότερα, και αυτό πριν από εκείνο. Και όχι μόνο για την ελεημοσύνη, αλλά και για κάθε αγαθοεργία δεν πρέπει να σκέπτεσαι τις πίκρες του αγώνα, αλλά και τη γλυκύτητα των επάθλων, και προπάντων την αιτία των αγώνων, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Έτσι θα αντιμετωπίσεις εύκολα τους αγώνες και θα ζήσεις ευχάριστα όλη σου τη ζωή.
Γιατί συνήθως τίποτα δεν προσφέρει τόση ευχαρίστηση, όσο η αγαθή συνείδηση. Γι' αυτό ο Παύλος, αν και καθημερινά κόπιαζε, χαιρόταν και σκιρτούσε από αγαλλίαση, ενώ οι σημερινοί, που ούτε στα όνειρά τους υποφέρουν κάτι από αυτά, θλίβονται και θρηνούν, για κανέναν άλλο λόγο, παρά για το ότι δεν έχουν φιλοσοφημένη σκέψη. Γιατί, πες μου σε παρακαλώ, γιατί θρηνείς; Επειδή είσαι φτωχός και δεν έχεις τα αναγκαία; Λοιπόν γι' αυτό πρέπει να θρηνείς περισσότερο, όχι γιατί κλαις, όχι γιατί είσαι φτωχός, αλλά γιατί είσαι μικρόψυχος· όχι γιατί δεν έχεις χρήματα, αλλά γιατί δίνεις τόση σημασία στα χρήματα. Κάθε μέρα πέθαινε ο Παύλος και δεν έκλαιγε, αλλά χαιρόταν· κάθε μέρα πάλευε με την πείνα, και δεν πονούσε, αλλά παρουσιαζόταν χαρούμενος.
Εσύ λοιπόν υποφέρεις και χτυπιέσαι γιατί δεν έχεις όλα όσα σου χρειάζονται για να συντηρηθείς ένα χρόνο; «Ναι», λέγει ίσως κάποιος· «γιατί εκείνος μεριμνούσε μόνο για τον εαυτό του, ενώ εγώ φροντίζω για τους υπηρέτες μου, για τα παιδιά μου και τη γυναίκα μου». Μα εκείνος μόνος δε μεριμνούσε μόνο για τον εαυτό του, αλλά για την οικουμένη ολόκληρη· εσύ μεριμνάς για την οικογένειά σου, ενώ εκείνος για τους φτωχούς των Ιεροσολύμων, που ήταν πάρα πολλοί, για τους φτωχούς της Μακεδονίας, για τους φτωχούς όλης της γης, όχι λιγότερο για εκείνους που δίνουν, από όσο για εκείνους που παίρνουν την ελεημοσύνη. Καθόσον ήταν διπλή η φροντίδα του για όλη την οικουμένη, και να μη στερούνται τα απαραίτητα υλικά αγαθά και να έχουν πνευματικό πλούτο.
Και δε στενοχωριέσαι τόσο για τα παιδιά σου όταν πεινούν, όσο εκείνος για όλα τα προβλήματα των πιστών. Μα γιατί λέγω των πιστών;
Δεν του έλειπε η φροντίδα ούτε για τους απίστους, αλλά τόσο πολύ τον βασάνιζε αυτή, ώστε να εύχεται να γίνει ανάθεμα για χάρη αυτών, ενώ εσύ, και αν ακόμα πεινάει αμέτρητα ο κόσμος, δε θα δεχόσουν ποτέ να πεθάνεις για χάρη οποιουδήποτε. Και εσύ βέβαια φροντίζεις για μια γυναίκα, ενώ εκείνος για τις Εκκλησίες όλης της οικουμένης. « Χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν(:εκτός από τα άλλα που παρέλειψα, με στενοχωρούσε και η καθημερινή πίεση και επίθεση των διωκτών μου, αλλά και η αγωνιώδης φροντίδα μου για όλες τις Εκκλησίες)», λέγει [Β΄Κορ.11,28]. Ως πότε, λοιπόν, θα αστειεύεσαι, άνθρωπε, συγκρίνοντας τον εαυτό σου με τον Παύλο, και δε θα σταματήσεις αυτήν την τόσο μεγάλη μικροψυχία; Καθόσον πρέπει να κλαίμε όχι όταν είμαστε φτωχοί, αλλά όταν κάνουμε αμαρτίες. Γιατί αυτό είναι αξιοθρήνητο, ενώ τα άλλα είναι για γέλια.
Δε με στενοχωρεί αυτό μόνο, λέγει, αλλά το ότι ο τάδε έχει στα χέρια του εξουσία, ενώ εγώ είμαι ταπεινωμένος και περιφρονημένος. Και τι με αυτό; Γιατί και ο μακάριος Παύλος φαινόταν στους πολλούς ταπεινωμένος και περιφρονημένος. «Μα εκείνος», λέγει ίσως κάποιος, «ήταν Παύλος». Επομένως τη στενοχώρια σου δε σου την προξενεί η φύση των πραγμάτων, αλλά οι αδυναμίες της ψυχής σου. Μη θρηνείς λοιπόν τη φτώχεια σου, αλλά τον εαυτό σου που βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση· ή καλύτερα μη θρηνείς τον εαυτό σου, αλλά διόρθωνέ τον, και μη ζητάς χρήματα, αλλά εκείνο που μας κάνει πιο χαρούμενους από μυριάδες χρήματα, φιλόσοφη γνώμη και αρετή. Γιατί, όταν υπάρχει αυτή, δεν μπορεί να σε βλάψει καθόλου η φτώχεια, όταν δεν υπάρχει αυτή, δεν υπάρχει κανένα όφελος από τα χρήματα. Γιατί, πες μου, ποιο το όφελος από εκείνους που είναι βέβαια πλούσιοι, αλλά έχουν φτωχές ψυχές; Δεν υποφέρεις εσύ τόσο, όσο εκείνος ο πλούσιος, που δεν έχει τα υπάρχοντα όλων. Και αν δεν κλαίει, όπως εσύ, άνοιξε τη συνείδησή του, και θα δεις θρήνους και κλάματα. Θέλεις να σου δείξω τον δικό σου πλούτο, για να πάψεις να μακαρίζεις εκείνους που έχουν υλικά πλούτη;
Βλέπεις αυτόν τον ουρανό, πόσο είναι όμορφος, πόσο μεγάλος, πόσο ψηλά βρίσκεται; Αυτήν την ομορφιά δεν την απολαμβάνει πιο πολύ από εσένα ο πλούσιος, ούτε θα μπορούσε να σε παραμερίσει και να κάνει δικό του το σύμπαν· γιατί, όπως έγινε για εκείνον, έτσι έγινε και για σένα. Και ο ήλιος επίσης, το χαροποιό και το πιο φωτεινό αυτό αστέρι, που δίνει χαρά στα μάτια μας, δεν είναι κοινός και αυτός σε όλους και όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, δεν τον απολαμβάνουν το ίδιο; Και το ωραίο σύνολο των άστρων και ο δίσκος της σελήνης δεν απλώνονται το ίδιο μπροστά σε όλους μας; Μάλλον όμως, αν επιτρέπεται να πω κάτι το θαυμαστό, εμείς οι φτωχοί τα απολαμβάνουμε περισσότερο από εκείνους. Γιατί εκείνοι είναι συχνά βυθισμένοι στο μεθύσι και περνούν τη ζωή τους μέσα σε γλέντια και σε βαθύ ύπνο, και έτσι δεν τα αισθάνονται, γιατί ζουν κάτω από τις στέγες και στη σκιά, ενώ οι φτωχοί περισσότερο από όλους είναι εκείνοι που απολαμβάνουν τα στοιχεία αυτά. Και αν σκεφτείς και τον αέρα, που είναι διάχυτος παντού, θα βρεις ότι ο φτωχός έχει στη διάθεσή του πιο πολύ και πιο καθαρό. Γιατί οι στρατοκόποι και οι γεωργοί τα χαίρονται αυτά πιο πολύ από τους κατοίκους των πόλεων και από αυτούς πάλι πιο πολύ οι εργαζόμενοι από εκείνους που είναι μεθυσμένοι όλη την ημέρα.
Μα και η γη δεν απλώνεται κοινή σε όλους; «Όχι», λέγει ίσως κάποιος. «Πώς το εννοείς αυτό; Πες μου. Γιατί ο πλούσιος και στην πόλη έχει μεγαλύτερες εκτάσεις και τις φράζει με μακρούς τοίχους, και στην ύπαιθρο ξεχωρίζει για τον εαυτό του μεγάλα κτήματα». Και λοιπόν, επειδή τις ξεχωρίζει, τις χαίρεται μόνο αυτός; Ασφαλώς όχι, όσο και αν ο ίδιος διαφωνεί. Γιατί αναγκάζεται και τους καρπούς να μοιράζει σε πολλούς, και γιατί εσύ του καλλιεργείς το σιτάρι και το κρασί και το λάδι και εσύ τον υπηρετείς παντού. Και μετά από πολλά έξοδα και κόπους και ταλαιπωρίες, παραδίνει σε σένα τη χρήση των περίφρακτων χώρων και παίρνει από σένα λίγα χρήματα για την τόση προσφορά του. Τα ίδια μπορεί να διαπιστώσει κανείς και στα λουτρά και παντού. Οι πλούσιοι ξοδεύουν γι' αυτά και χρήματα και φροντίδες και κόπους, ενώ οι φτωχοί απολαμβάνουν ελεύθερα, με ασήμαντο ποσό χρημάτων, όλα αυτά. Τίποτα, από όσα υπάρχουν στη γη, δεν απολαμβάνει ο πλούσιος πιο πολύ από σένα. Γιατί δεν έχει εκείνος δέκα στομάχια και εσύ ένα. Αλλά αυτός τρώει πολυτελέστερα φαγητά; Αυτό ασφαλώς δεν είναι σπουδαίο πλεονέκτημα. Αλλά και σε αυτό θα διαπιστώσουμε ότι πλεονεκτείς εσύ. Εσύ βέβαια νομίζεις ότι είναι ζηλευτή η πολυτέλεια αυτή, γιατί δημιουργεί περισσότερες απολαύσεις. Μα και οι απολαύσεις είναι περισσότερες για τον φτωχό, και όχι μόνο οι απολαύσεις, αλλά και η υγεία του. Και τελικά ο πλούσιος πλεονεκτεί μόνο σε αυτό, ότι κάνει το σώμα του πιο αδύναμο και δημιουργεί περισσότερες αιτίες για αρρώστιες. Γιατί για τον φτωχό όλα τακτοποιούνται με φυσική τάξη, ενώ ο πλούσιος καταλήγει, εξαιτίας της υπερβολής, σε φθορά και αρρώστια.
Αν θέλετε, μπορούμε να το δούμε αυτό και με ένα παράδειγμα. Αν δηλαδή θελήσουμε να ανάψουμε ένα καμίνι και ο ένας χρησιμοποιεί για προσάναμμα μεταξωτά φορέματα και πάμπολλα λεπτά υφάσματα και το ανάβει με αυτά, ενώ ο άλλος χρησιμοποιεί ξύλα από βελανιδιά και από πεύκο, τι παραπάνω κέρδισε ο πρώτος από τον δεύτερο; Τίποτα. Μάλλον έχασε. Και τι; Αν ο ένας χρησιμοποιήσει ξύλα και ο άλλος σώματα (γιατί δεν εμποδίζει τίποτα να αντιστρέψουμε το παράδειγμα), σε ποιο καμίνι θα πήγαινες πιο ευχάριστα, σε εκείνο με τα ξύλα ή σε εκείνο με τα σώματα; Είναι ολοφάνερο πως θα πήγαινες στο πρώτο. Γιατί αυτό ανάβει με φυσικό τρόπο και είναι θέαμα ευχάριστο σε όσους το βλέπουν, ενώ το άλλο θα τους έδιωχνε όλους με την τσίκνα και τη βρώμα και τον καπνό και τη δυσοσμία των οστών.
Έφριξες που το άκουσες και σιχάθηκες το καμίνι; Τέτοια είναι τα στομάχια των πλουσίων. Γιατί θα βρει κανείς πιο πολλή σαπίλα σε αυτά παρά στο καμίνι εκείνο, καθώς και δύσοσμες αναπνοές και βρωμερές αφοδεύσεις, επειδή σε ολόκληρο το σώμα τους, σε κάθε μόριό τους, υπάρχει αρκετό περίσσευμα, που δε χωνεύτηκε. Επειδή δηλαδή δεν είναι αρκετή η φυσική θερμοκρασία να τα καταναλώσεις όλα, συσσωρεύονται όλα και καπνίζονται και προξενούν μεγάλη αηδία. Με τι θα σύγκρινε λοιπόν κανείς τα στομάχια τους; Σας παρακαλώ, μη δυσανασχετείτε από τα λόγια μου, αλλά ελέγξατέ με αν δε λέγω σωστά πράγματα. Με τι θα μπορούσε λοιπόν να τα συγκρίνει κανείς; Γιατί όσα είπα, δεν είναι αρκετά να δείξουν την αθλιότητά τους.
Ήρθε στο νου μου και μια άλλη παρομοίωση. Ποια; Όπως στους υπονόμους, που δημιουργούνται πολλοί σωροί από κοπριά, χόρτα, άχυρα, πέτρες, πηλό, με αποτέλεσμα να φράζουν οι υπόνομοι και να ξεχειλίζει ο βόρβορος, έτσι συμβαίνει και με τα στομάχια τους. Επειδή φράσσονται κάτω, ξεχειλίζουν επάνω τα περισσότερα από τα σιχαμένα αυτά υγρά. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο και με τους φτωχούς, αλλά όπως οι πηγές που βγάζουν καθαρά τρεχούμενα νερά και ποτίζουν κήπους και κατάφυτα χωράφια, έτσι και τα στομάχια τους δεν έχουν τέτοια περισσεύματα. Των πλουσίων και προπάντων των καλοφαγάδων τα στομάχια δεν είναι τέτοια, αλλά είναι γεμάτα με χυμούς, φλέματα, χολή, σάπιο αίμα, σαπισμένα υγρά και άλλα παρόμοια. Γι' αυτό αν κάποιος ζει συνέχεια μέσα στην ασωτία, δε θα αντέξει πολύ, αλλά θα ζήσει μέσα σε ατέλειωτες αρρώστιες.
Γι’αυτό ευχαρίστως θα τους ρωτούσα, γιατί υπάρχουν τα φαγητά; Για να μας θρέφουν ή για να μας καταστρέφουν; Για να χάνουμε την υγεία μας ή για να τη διατηρούμε; Για να χάνουμε τις δυνάμεις μας ή για να τις ενισχύουμε; Είναι ολοφάνερο ότι τα έχουμε για να μας θρέφουν, για να διατηρούν την υγεία μας και τη δύναμή μας. Γιατί λοιπόν τα χρησιμοποιείτε ανάποδα και δημιουργείτε έτσι στο σώμα αρρώστιες και αδυναμία; Ο φτωχός δεν τα χρησιμοποιεί έτσι, αλλά παίρνει σαν αντάλλαγμα της λιτής τροφής του την υγεία και την ευρωστία και τη δύναμη. Μην κλαις λοιπόν, αλλά να χαίρεσαι για τη φτώχεια, που είναι μητέρα της υγείας. Κι αν θέλεις να είσαι πλούσιος, περιφρόνησε τον πλούτο. Γιατί πλούτος δεν είναι το να έχεις χρήματα, αλλά το να μην έχεις ανάγκη από τα χρήματα.
Αν το κατορθώσουμε αυτό, και σε αυτή τη ζωή θα είμαστε πιο εύποροι από όλους τους πλούσιους και στην άλλη ζωή θα κερδίσουμε τα αιώνια αγαθά, τα οποία εύχομαι να τα κερδίσουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-corinthios.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εβραίους επιστολήν , πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 19, ομιλία ΙΒ΄(κατ΄επιλογήν),σελίδες 344-354.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου