Δείτε εδώ:γ' μέρος
Αδελφός ηρώτησε τον Αββάν Ιωσήφ· τι να κάνω, διότι ούτε να κακοπαθήσω δια την αγάπη του Χριστού ημπορώ, αλλ’ ούτε και να εργασθώ και να δώσω ελεημοσύνην. Εις απάντησιν ο Γερων του λέγει· "Εαν δεν ημπορής να κάνης τίποτε από αυτά τουλάχιστον διατήρησον την συνείδησίν σου καθαράν από λογισμούς κατακρίσεως εναντίον του αδελφού σου και απόφευγε να τον ταπεινώνης. Τοιουτοτρόπως ασφαλώς θα σωθής ".
Αδελφός ηρώτησε τον Αββάν Ιωσήφ· τι να κάνω, διότι ούτε να κακοπαθήσω δια την αγάπη του Χριστού ημπορώ, αλλ’ ούτε και να εργασθώ και να δώσω ελεημοσύνην. Εις απάντησιν ο Γερων του λέγει· "Εαν δεν ημπορής να κάνης τίποτε από αυτά τουλάχιστον διατήρησον την συνείδησίν σου καθαράν από λογισμούς κατακρίσεως εναντίον του αδελφού σου και απόφευγε να τον ταπεινώνης. Τοιουτοτρόπως ασφαλώς θα σωθής ".
Ένας
από τούς Γεροντας διηγήθη, ότι έζη κάποτε ένας καλόγηρος μέθυσος· όλην την
ημέραν έπλεκε την ψάθαν εις το κελλί του και το βράδυ επώλει το εργόχειρόν του
εις το χωρίον και όσα εισέπραττε τα έπινε κρασί.
Μετά καιρόν ήλθε κοντά του, ως υποτακτικός, ένας αδελφός και παρέμεινε μαζί του· έπλεκε δε και αυτός όλην την ημέραν ψάθαν και την επώλει και αυτήν ο καλόγηρος και όσα εισέπραττε και από τα δύο εργόχειρα τα έπινε κρασί· εις τον υποτακτικό του έφερε μόνον ολίγον άρτον αργά το βράδυ. Επί τρία έτη συνέβαινε αυτό, χωρίς ο υποτακτικός να του αντιμιλήση καθόλου η να διαμαρτυρηθή.
Μετά καιρόν ήλθε κοντά του, ως υποτακτικός, ένας αδελφός και παρέμεινε μαζί του· έπλεκε δε και αυτός όλην την ημέραν ψάθαν και την επώλει και αυτήν ο καλόγηρος και όσα εισέπραττε και από τα δύο εργόχειρα τα έπινε κρασί· εις τον υποτακτικό του έφερε μόνον ολίγον άρτον αργά το βράδυ. Επί τρία έτη συνέβαινε αυτό, χωρίς ο υποτακτικός να του αντιμιλήση καθόλου η να διαμαρτυρηθή.
Μιαν
ημέραν λέγει μέσα του ο υποτακτικός· είμαι γυμνός και τρώγω το ψωμί μου με
μεγάλην στέρησιν· θα σηκωθώ λοιπόν να φύγω απ’ εδώ· αλλά και πάλιν εσκέφθη· που
ημπορώ να υπάγω; ας μείνω εδώ, διότι εγώ χάριν του Θεού κοινοβιάζω. Μολις
εσκέφθη αυτά εμφανίζεται ενώπιόν του Άγγελος Κυρίου και του λέγει:
-
Πουθενά να μη αναχωρήσης, διότι αύριον θα σε επισκεφθώ. Την επομένην λοιπόν,
είπεν ο υποτακτικός εις τον Γεροντα·
-
Πατερ, σε παρακαλώ, να μη φύγης πουθενά σήμερα, διότι έρχονται τώρα οι ιδικοί
μου να με πάρουν.
Όταν
όμως ήλθεν η ώρα, που εσυνήθιζεν ο καλόγηρος να φεύγη δια το χωρίον, λέγει εις
τον υποτακτικόν·
-
Τεκνον, όπως φαίνεται, δεν θα έλθουν σήμερον, διότι άργησαν,
-
Ναι, Γεροντα μου, οπωσδήποτε έρχονται· ενώ δε συνωμίλει με τον Αββάν, εκοιμήθει
εν Κυρίω.
Μολις
είδεν αυτό το πράγμα ο γέρων ήρχισε να κλαίη και να λέγη:
-
Αλλοίμονον, τέκνον μου, ότι πολλά χρόνια είναι που ζω εις την αμέλειαν· ενώ συ
μέσα εις ολίγον διάστημα έσωσες την ψυχήν σου, δια της υπομονής. Και από τότε
εσωφρονίσθη και αυτός και έγινε δόκιμος.
*******
ΣΧΟΛΙΟ
Όντας
πολύ διαδεδομένα σήμερα τα πάθη της κατακρίσεως και της καταλαλιάς, δεν
θεωρούνται η δεν κατανοούνται από πολλούς ως πάθη, αλλά βαπτίζονται με διάφορα
άλλα ονόματα.
Προβαίνουμε
με ευκολία σε δυσμενείς κρίσεις ωσάν δίκαιοι και αμερόληπτοι Κριτές. Εκείνη την
στιγμή ξεχνούμε τελείως (σαν την γνωστή καμήλα της ιστορίας που βλέπει μόνο την
"καμπούρα" της μπροστινής της και όχι την ιδική της) ότι έχουμε και
εμείς στο ενεργητικό μας πολλά σφάλματα και αμαρτίες, σαν αμαρτωλοί και
αδύναμοι άνθρωποι που είμαστε, και επικεντρώνουμε την "δικαιοκριτική"
μας ικανότητα στο σφάλμα του συνεργάτη, του διπλανού, του πλησίον, του αδελφού
μας, ενώ θα έπρεπε να κοιτάζουμε πρώτα το δοκάρι που έχουμε εμείς στα μάτια μας
και ύστερα το ξυλαράκι που έχει ο αδελφός μας στο δικό του μάτι, όπως μας
τονίζει πολύ ορθά ο Κύριός μας στο ιερό Ευαγγέλιο. "Υποκριτά έκβαλε πρώτον
την δοκόν εκ του οφθαλμού σου, και τότε διαβλέψεις εκβαλείν το κάρφος εκ του
οφθαλμού του αδελφού σου." (Ματθ. ζ, 5).
Την
επιθυμία μας όμως για διόρθωση της αδικίας, την επικράτηση της
"αληθείας", της αρετής, της σωστής χριστιανικής συμπεριφοράς, την
εξαντλούμε, με το πάθος της ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ, στον έλεγχο του άλλου και όχι του
εαυτού μας!
Ίσως
εάν εκείνη την στιγμή, ερχόταν στο μυαλό μας, ο λόγος του Κυρίου· "Μη κρίνετε
ίνα μη κριθήτε..." καθώς και τα λόγια του Προφητάνακτος Δαϋίδ· "Τον
καταλαλούντα λάθρα(κρυφά) τον πλησίον τούτον εξεδίωκα" να πράτταμε
διαφορετικά.
Γράφει
χαρακτηριστικά ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ· "Δεν είναι, αλήθεια, ν’ απορή
και να εξίσταται ο άνθρωπος και να χάνη κυριολεκτικά το νου του όταν σκέπτεται
πως ο μεν Θεός και Πατήρ δεν κρίνει κανένα, όλη δε την κρίσι έχει παραδώσει
στον Υιόν Του (Ιωάν. ε’, 27), ο δε Υιός διδάσκει "μη κρίνετε, ίνα μη
κριθήτε" (Ματθ. ζ’, 1) και ο Απόστολος Παύλος επίσης, "μη προ καιρού
κρίνετε, έως αν έλθη ο Κυριος"(Α’ Κορ. δ’, 5), και "εν ω γαρ κρίνεις
τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις", οι δε άνθρωποι, αφήνοντας κατά μέρος τις
δικές τους αμαρτίες, αφαιρούν το δικαίωμα του Υιού να κρίνη και, σαν αναμάρτητοι,
κρίνουν οι ίδιοι και καταδικάζουν ο ένας τον άλλον; Ο ουρανός εξίσταται γι’
αυτό κι’ η γη φρίττει, ενώ αυτοί, σαν αναίσθητοι, δε νοιώθουν καμμιά ντροπή.
Το
λυπηρό είναι ότι η πτωτική εποχή μας προβάλλει τόσο έντονα τον εγωκεντρικό
άνθρωπο ο οποίος, μη έχοντας το θάρρος της αυτοκριτικής και αυτομεμψίας και
στερημένος από την αρετή της ταπεινώσεως και της αγάπης επιδίδεται στο ν’
ασχολείται με τις πράξεις των άλλων, κρίνοντας, επικρίνοντας, κατακρίνοντας και
καταδικάζοντας όχι μόνον τις πράξεις, αλλά και τούς πράξαντας, χωρίς μάλιστα
τις περισσότερες φορές να γνωρίζει τα πρόσωπα αυτά, η να έχει προσωπική και
αντικειμενική εικόνα όλων των πραγμάτων και των γεγονότων, ξεχνώντας το τόσο
γνωστό αρχαίο γνωμικό· "Μηδεμίαν δίκην δικάσης πριν αμφοίν μύθον
ακούσης" . Δηλαδή, καμμία δίκη να μην δικάσης πριν ακούσης και τις δύο
πλευρές.
Έτσι,
συνήθως, πέφτει "έξω" και κρίνει άδικα, διότι κρίνει επιφανειακά και
επιπόλαια, πολλές φορές μάλιστα και με αυστηρότητα και χωρίς να έχει την αγάπη
και την υπομονή να ψάξει σε βάθος την συμπεριφορά του άλλου, πολλώ μάλλον να
την δικαιολογήσει. "Μη κρίνεται κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν
κρίνεται." (Ιωάν. ζ, 24),
Είμαστε
δε όλοι παρατηρητές του ότι "διαπρέπουμε" στο μοντέλο αυτό
συμπεριφοράς παιδιόθεν. Τα παιδιά με την οξεία αντίληψη και ευφράδεια που
διαθέτουν σήμερα, μη διδασκόμενα από την οικογένεια και το σχολείο, την αρετή
της ταπεινώσεως και της συγκαταβάσεως, είναι διαποτισμένα με ένα πνεύμα
ατομικισμού, αυθάδειας, προπέτειας, αντιλογίας, ανυπακοής και εύκολης κρίσεως
και κατακρίσεως των πράξεων των άλλων, ακόμη και αυτών των γονέων τους! Βεβαια
δε μιλάμε για το σύνολο των παιδιών, αλλά για την κυρίαρχη κατάσταση και την
οποία δυστυχώς, είχε προφητέψει ο Απ. Παύλος στην Β’ προς Τιμόθεον επιστολήν
του, κεφ. γ’ εδάφια 1-5.
Πρέπει
όμως να προσέξουμε πάρα πολύ, διότι με το πάθος της κατακρίσεως, που στην ουσία
της δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η έλλειψη αγάπης, απογυμνωνόμαστε από την Χαρη
του Θεού και η εξέλιξη μας είναι η βέβαιη απώλεια, εάν δεν μπορέσουμε η δεν
προλάβουμε να μετανοήσουμε ειλικρινώς.
Είναι
πολύ εντυπωσιακό το περιστατικό του γεροντικού, που προαναφέραμε, όπου ο αμελής
στα πνευματικά Μοναχός, περιμένει με χαρακτηριστική ηρεμία το τέλος της
επίγειας ζωής του, με την πεποίθηση ότι θα τον κρίνει ευνοϊκά ο Θεός, γιατί
ΟΥΔΕΠΟΤΕ είχε κατακρίνει και κατηγορήσει άνθρωπο. Βλέπουμε λοιπόν, πολύ καθαρά
από το γεγονός αυτό, ότι η αρετή μας, του να μην κατακρίνουμε τον πλησίον,
μπορεί να μας οδηγήσει με βεβαιότητα στον Παράδεισο.
Να
σημειώσουμε ακόμη, ότι μία διαστάση του φοβερού αυτού πάθους είναι και η
κατάκριση που διαπράτουμε εσωτερικά. Όπως και όταν εμπιστευόμαστε υπόνοιες και
κατακρίνουμε κάποιους, κινούμενοι απ’ αυτές.
Τα
λόγια, εν προκειμένω , του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού είναι αποκαλυπτικά:
"
Ο τας των άλλων αμαρτίας περιεργαζόμενος, η εξ υπονοίας τον αδελφόν κατακρίνων,
ούπω έβαλεν αρχήν μετανοίας, ουδέ ερευνά του γνώναι τας εαυτού αμαρτίας, εν
αληθεία βαρυτέρας ούσας μολύβδου πολυταλάντου, ουδέ έγνω πόθεν γίνεται ο
άνθρωπος βαρυκάρδιος, αγαπών ματαιότητα, και ζητών ψεύδος· δια τούτο ως άφρων
και εν σκότει διαπορευόμενος, αφείς τας εαυτού αμαρτίας τας των άλλων
φαντάζεται, η ούσας, η νομιζομένας εξ υπονοίας ". Δηλαδή, " Εκείνος ο οποίος
εκ περιεργείας ασχολείται με τας αμαρτίας των άλλων και κατακρίνει τον αδελφό
του, διότι τον υποψιάζεται, ακόμη δεν ήρχισε το έργον της μετανοίας, αλλ’ ούτε
και απεφάσισε να ελέγξη τα ιδικάς του αμαρτίας, αι οποίαι πραγματικώς είναι
βαρύτεραι και από την μεγαλυτέραν ποσότητα μολύβδου· ούτε αντελήφθη ο άνθρωπος
αυτός από ποίαν αιτίαν καθίσταται ο άνθρωπος βαρυκάρδιος, αγαπών την ματαιότητα
και ζητών το ψεύδος. Εξ αφορμής δε αυτών, ως απερίσκεπτος και προχωρών δια
μέσου πνευματικού σκότους, εγκαταλείπει την φροντίδα δια τας ιδικάς του
αμαρτίας, ώστε να απαλλαγή αυτών, και ασχολείται
δια
της φαντασίας του με τας αμαρτίας των άλλων, ανεξαρτήτως εάν έχουν γίνει
πραγματικώς η νομίζη αυτός, εξ υπονοίας, ότι έχουν γίνει".
Αυτά
όμως όλα που αναφέραμε ανωτέρω, ισχύουν, όσον αφορά την προσωπική ζωη, τα λάθη,
τα σφάλματα, τις αδικίες και τις αμαρτίες των αδελφών μας.
Γιατί
από την άλλη μεριά, όταν δημόσια διαπράττονται κοινωνικές αδικίες και
ανισότητες η όταν κινδυνεύει κυρίως η Πιστις μας, δεν πρέπει να παραμένουμε
αδιάφοροι και χλιαροί, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι ως συνειδητοί χριστιανοί αλλά
και ενεργοί πολίτες, αναλόγως βέβαια της θέσεως ενός εκάστου, να στηλιτεύουμε
και να ελέγχουμε με παρρησία αυτούς που προσπαθούν να αλλοιώσουν η να προδώσουν
την Πίστιν μας -όπως άλλωστε έπραταν όλοι οι Άγιοί μας- καταδικάζοντας
στεντορεία τη φωνή πράξεις και συμπεριφορές, πλάνες και αιρέσεις, αντίχριστους
νόμους και συνθήκες, που προσβάλλουν και απειλούν τα ιερά και τα όσια της
Πίστεως και της Πατρίδος μας.
Κλείνοντας,
ας ευχηθούμε όλοι μας με την βοήθεια του Πανάγαθου και Πολυεύσπλαχνου Θεού, να
καταφέρουμε να απομακρύνουμε από επάνω μας αυτό το ψυχοφθόρο και καταραμένο
πάθος της καταλαλιάς και κατακρίσεως, κοιτάζοντας μόνο τα δικά μας πταίσματα
και καλύπτοντας με αγάπη, συμπόνια και κατανόηση τα σφάλματα των αδελφών μας,
όπως πολύ σοφά αναφέρει και η ευχή του Αγ. Εφραίμ του Συρρου, κατά την περίοδο
της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής : " Κύριε και Δέσποτα της
ζωής μου πνεύμα αργίας περιεργείας φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως. Πνεύμα
δε ταπεινοφροσύνης υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω. Ναι Κυριε χάρισαί
μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου, ότι ευλογητός
ει πάντοτε νυν και αεί και εις τούς αιώνας των αιώνων αμήν."
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα :
α) Από το ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ της Καθηγουμένης
της Ι.Μονής Οσίου Θεοδοσίου, Θεοδώρας Χαμπάκη,
β) Από τον ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ, Α’ & Γ’
Τομος, εκδόσεως Ματθαίου Λαγγή, 1988. http://agiosmgefiras.blogspot.gr/2012/07/blog-post_9614.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου