Ὁ Ἅγιος Φιλήμων ὁ Ἀπόστολος καὶ οἱ σὺν αὒτῷ Ἄρχιππος, Ὀνήσιμος καὶ Ἀπφία
Καὶ γιὰ τοὺς τέσσερις Ἁγίους ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή του.
Ὁ Φιλήμων καὶ ἡ σύζυγός του Ἀπφία ἦταν χριστιανοὶ στὴν πόλη τῶν Κολοσσῶν, μὲ ἀνεπτυγμένο αἴσθημα φιλανθρωπίας. Χρησιμοποιοῦσαν δὲ τὰ πλούτη τους μὲ προθυμία γιὰ τὴν ἀνακούφιση φτωχῶν, ἀσθενῶν καὶ γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Στὸ χριστιανισμὸ προσῆλθαν διὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅταν αὐτὸς εἶχε ἔλθει στὴν πόλη τους.
Μάλιστα, γιὰ τὶς ἀγαθοεργίες τοῦ Φιλήμονα γράφει συγκεκριμένα: «Χάριν ἔχομεν πολλὴν καὶ παράκλησιν ἐπὶ τῇ ἀγάπῃ σου ὅτι τὰ σπλάγχνα τῶν ἁγίων ἀναπέπαυται διὰ σοῦ, ἀδελφέ». Δηλαδή, ἔχουμε πολλὴ χαρὰ καὶ παρηγοριὰ γιὰ τὴν ἀγάπη σου, διότι οἱ καρδιὲς τῶν ἀδελφῶν χριστιανῶν ἔχουν βρεῖ ἀνάπαυση μὲ τὶς εὐεργεσίες καὶ ἀγαθοεργίες σου, ἀδελφέ.
Γιὰ τὸν Ἄρχιππο λέγεται ὅτι ἦταν συγγενής, ἴσως καὶ γιὸς τοῦ Φιλήμονα καὶ τῆς Ἀπφίας. Ὁ Παῦλος, ἐπειδὴ ὁ Ἄρχιππος εἶχε μεγάλη ἀφοσίωση στὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή του τὸν ὀνομάζει στρατιώτη.
Ὁ Ὀνήσιμος ἦταν ὑπηρέτης τοῦ Φιλήμονα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀπέδρασε καὶ πῆγε στὴν Ρώμη. Ἐκεῖ ἔπεσε στὰ δίχτυα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ποὺ τὸν ἔστειλε πίσω στὸ Φιλήμονα, χριστιανὸ πλέον. Καὶ παρακαλεῖ τὸν Φιλήμονα νὰ δεχθεῖ τὸν Ὀνήσιμο, ὄχι σὰν ὑπηρέτη, ἀλλὰ σὰν ἀδελφό.
Κατὰ τὴν παράδοση, ὅλοι μαρτύρησαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάβαλε.
Τετρὰς ἡ θεόλεκτος, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, Φιλήμων καὶ Ἄρχιππος, καὶ σὺν Ἀπφίᾳ ὁμοῦ, ὁ θεῖος Ὀνήσιμος, λάμψαντες τοῖς ἐν σκότει, ἀληθείας τὴν γνῶσιν, ἤθλησαν ὁμοφρόνως, καὶ τὴν πλάνην καθεῖλον. Καὶ νῦν ἐξευμενίζονται, πᾶσι τὸν Κύριον.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Ὡς Ἐκκλησίας θεμέλιοι καὶ λαμπτῆρες, καὶ τοῦ Σωτῆρος Ἀπόστολοι θεηγόροι, Φιλῆμον Ἀπφία καὶ Ὀνήσιμε, καὶ σὺν Ἀρχίππῳ ἅμα, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε, τῷ Λόγῳ σοφοὶ ἱεροκήρυκες.
Μεγαλυνάριον.
Χαίρετε τοῦ Λόγου μυσταγωγοί, καὶ τῶν ἐν τῷ σκότει, πλανωμένων φωταγωγοί, Ἄρχιππε Φιλῆμον, Ὀνήσιμε Ἀπφία, Ἀπόστολοι θεόπται, Ἀγγέλων σύσκηνοι.
Οἱ Ἅγιοι Κικιλία, Βαλεριανὸς καὶ Τιβούρτιος οἱ Μάρτυρες
Ἡ Ἁγία Κικιλία ἔζησε τὸν 3ο μ.Χ. αἰ. Οἱ γονεῖς της ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ μάλιστα εὐγενεῖς. Ἡ Κικιλία ἄκουσε τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ ζήτησε νὰ βαπτιστεῖ. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, οἱ γονεῖς της τὴν πάντρεψαν μὲ ἕναν εὐγενὴ νέο τὸν Βαλεριανό, ὁ ὁποῖος ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῆς Κικιλίας ἀσπάστηκε καὶ αὐτὸς τὴν Χριστιανικὴ Πίστη.
Μαζὶ μὲ τὸν Βαλεριανὸ προσῆλθε στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ ἀδελφός του, ὁ Τιβούρτιος. Κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διωγμοῦ ἡ Κικιλία, ὁ Βαλέριος καὶ ὁ Τιβούρτιος συνέχιζαν νὰ δηλώνουν τὴν πίστη τους στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ φιλανθρωπικό τους ἔργο.
Γι’ αὐτὸ τοὺς συνέλαβαν καὶ ὑπέστησαν τὴν ὕστατη τιμωρία, τὸν θάνατο μὲ ἀποκεφαλισμό.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων τρόπων σου, τῇ ἐπιλάμψει, πρὸς ἀείζωον, εἴλκυσας φέγγος, τὴν αὐτάδελφον δυάδα καὶ σύναυλον· καὶ σὺν αὐτοῖς Κικιλία ἀθλήσασα, τῆς θείας δόξης ὁμοῦ ἠξιώθητε. Μεθ’ ὧν πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς εὐφημοῦσί σε, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τῆς εὐσεβείας τῇ θείᾳ μεθόδῳ σου, ἀθλητικῶς τῷ Χριστῷ προσηνέχθησαν, Βαλλεριανὸς καὶ Τιβούρτιος, ὦ Κικιλία μεθ’ ὧν ἀνεκραύγαζες· Σὺ Σῶτερ Μαρτύρων τὸ στήριγμα.
Μεγαλυνάριον.
Ρόδον ὡς ἀμάραντον καὶ τερπνόν, ὀσμὴν ζωηφόρον, ἐπαφῆκας παρθενικῶς, ἣν εἰσδεξαμένη, ἡ ξυνωρὶς ἡ σύμφρων, σὺν σοὶ ὦ Κικιλία, λαμπρῶς ἠγώνισται.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας ὁ Καπιτουλάριος
Ἦταν δεσμοφύλακας κάποιας φυλακῆς τῆς Ρώμης, πίστεψε στὸν Χριστὸ διὰ τῶν Ἅγιων Βαλεριανοῦ καὶ Κικιλίας, ὁμολόγησε τὴν πίστη του καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο (αἰκισθεῖς τελειοῦται).
Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Στέφανος καὶ Μᾶρκος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Διοκλητιανοῦ καὶ ἡγεμόνα Μάγου τὸ ἔτος 290 μ.Χ. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Πισιδίας καὶ ἐπειδὴ ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ σὰν ἀληθινὸ Θεό, ἀποκεφαλίστηκαν.
Ὁ Ἅγιος Προκόπιος ὁ Παλαιστίνιος
Ὑπῆρξε ἀσκητὴς διάσημος, ἀλλὰ καὶ πολυμαθὴς θεολόγος καὶ φιλόσοφος. Ἐγκαταστάθηκε στὴν Σκυθόπολη τῆς Παλαιστίνης καὶ ἐπιτελοῦσε τὰ καθήκοντα τοῦ ἀναγνώστη καὶ κήρυκα.
Καταγγέλθηκε ὅμως ὅτι εἵλκυε πλήθη εἰδωλολατρῶν στὴν Χριστιανικὴ θρησκεία, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε δέσμιος στὴν Καισαρεία τῆς Παλαιστίνης. Ἐκεῖ προσπάθησαν νὰ τὸν πείσουν ὅτι ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στὸ Πολυθεϊκὸ θρήσκευμα. Ἐκεῖνος, ἀνατρέποντας τὰ ἐπιχειρήματα τῶν ἀντιπάλων του, παρέθεσε μεταξὺ ἄλλων καὶ τὴν Ὁμηρικὴ φράση: «Οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίῃ, εἰς κοίρανος ἔστω».
Ἐπιμένοντας ἔτσι στὴν ἀληθινὴ πίστη του, καταδικάστηκε σὲ θάνατο διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Μένιγνος ὁ κναφέας
Μαρτύρησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Δεκίου (251) καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Πάριο τῆς Κολωνίας στὸν Ἑλλήσποντο, μεταξὺ Κυζίκου καὶ Λαμψάκου.
Ὅταν σηκώθηκε ὁ διωγμός, ὁ Μένιγνος, ἀψηφώντας τὶς σκληρὲς τιμωρίες, ὁμολόγησε στὴν μέση της ἀγορᾶς τὸν Ἰησοῦ καὶ προέτρεψε τοὺς χριστιανοὺς νὰ σταθοῦν ἰσχυροὶ ἀπέναντι τῶν ἀσεβῶν αὐτοκρατορικῶν διαταγμάτων καὶ νὰ μείνουν ἀσάλευτοι στὴν χριστιανικὴ πίστη.
Συνελήφθη καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ προσκυνήσει τὰ εἴδωλα, ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκε ἡ σύζυγός του ἔτρεξε κοντά του καὶ τὸν παρακολουθοῦσε κλαίγοντας. Ἐκεῖνος, παρηγορώντας την, τῆς ἔλεγε ὅτι ὁ θάνατός του θὰ ἐξασφάλιζε τὴν παντοτινή τους ἕνωση. Διότι, μόνο ὅσοι μένουν μὲ τὸν Θεὸ ἑνωμένοι, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ χωριστοῦν ποτέ.
Μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ κεφάλι τοῦ ἔπεφτε καὶ τάφηκε ἐκεῖ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του.
Ὁ Ὅσιος Ἀββᾶς
Αὐτὸς προηγουμένως ἦταν Ἀγαρηνὸς καὶ πίστεψε στὸν Χριστὸ μέσω ἑνὸς μονάχου, γιὰ νὰ γίνει στὴ συνέχεια καὶ ὁ ἴδιος μοναχός.
Μὲ τὴ συνοδεία τοῦ μοναχοῦ λοιπόν, ποὺ τὸν ἔκανε χριστιανό, πῆγε στὸν μεγάλο ἀσκητὴ Εὐσέβειο († 15 Φεβρουαρίου), ποὺ ἀσκήτευε πάνω σ’ ἕνα βουνὸ κοντὰ στὸ χωριὸ Ἀσιχὰ καὶ ἔμεινε κοντά του.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Εὐσεβείου, ὁ Ἀββᾶς τὸν διαδέχτηκε στὴν ἐπιστασία τῆς δημιουργηθεῖσας Μονῆς καὶ ὑπῆρξε τύπος αὐστηροῦ ἀσκητὴ στοὺς ὑφισταμένους του.
Ἔζησε μὲ μεγάλη σκληραγωγία, πολλὴ ἐγκράτεια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Κάλλιστος ὁ Β’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ἀνέβηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τὸ ἔτος 1397. Διακρίθηκε γιὰ τὴ ζωντανὴ εὐσέβεια καὶ φιλανθρωπία του.
Ἄφησε ὅμως τὴν πατριαρχεία, ἐπειδὴ τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἦταν πολὺ ταραγμένα καὶ ἀποσύρθηκε σὲ Μονή, ὅπου καὶ ἀσκητεύοντας ἀπεβίωσε.
Οἱ Ἅγιοι Χριστόφορος καὶ Εὐφημία οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Μᾶλλον εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τῆς 19ης Νοεμβρίου).
Οἱ Ἅγιοι Θαλαλαῖος καὶ Ἄνθιμος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Μᾶλλον εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τῆς 19ης Νοεμβρίου).
Ὁ Ἅγιος Θαδδαῖος ὁ Μάρτυρας
«Ἐν τροχῷ δεθεῖς καὶ κατὰ πρανοῦς ἀφεθεῖς τελειοῦται».
Ὁ Ἅγιος Ἀγαπίων ὁ Ρωμαῖος
Ἐπειδὴ ὁμολόγησε τὸν Χριστό, τὸν ἔριξαν γιὰ τροφὴ στὰ ἄγρια θηρία. Θαυματουργικὰ ὅμως βγῆκε ἀβλαβὴς καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ἀγάπιος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 σημειώνεται, ὅτι ἦταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία).
Ὁ Ἅγιος Σισίνιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Κλήμης ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ἀχρίδας τῆς Βουλγαρίας
Καταγόταν ἀπὸ τὴ Βουλγαρία καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Μιχαὴλ (842 – 867), γιοῦ τοῦ βασιλιὰ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου.
Ἀπὸ μικρὸς εἶχε τὴν μοναχικὴ κλίση καὶ ἔτσι κατέφυγε σὲ μοναστήρι, ὅπου ἀσκήτευε στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ μελετοῦσε συστηματικὰ τὴν Ἁγία Γραφή. Γιὰ τὶς εὐαγγελικές του ἀρετὲς χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἱερὸ Μεθόδιο ἐπίσκοπος Βουλγαρίας, ποὺ μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἀποστολικὰ ποίμανε.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Τὸ δὲ ἱερὸ λείψανό του, κατατέθηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα, ποὺ ὁ ἴδιος ἔκτισε, στὴν Ἀχρίδα τῆς Βουλγαρίας.
Ὁ Ὅσιος Γερμανός
Ἦταν ἱδρυτὴς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Εἰκοσιφοινίσσης καὶ ἔζησε τὸ 880.
Δὲν ὑπάρχουν περισσότερες λεπτομὲρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Πληροφορίες ἀπό Saint καί Μέγα Συναξαριστή
anavaseis.blogspot.gr
Καὶ γιὰ τοὺς τέσσερις Ἁγίους ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή του.
Ὁ Φιλήμων καὶ ἡ σύζυγός του Ἀπφία ἦταν χριστιανοὶ στὴν πόλη τῶν Κολοσσῶν, μὲ ἀνεπτυγμένο αἴσθημα φιλανθρωπίας. Χρησιμοποιοῦσαν δὲ τὰ πλούτη τους μὲ προθυμία γιὰ τὴν ἀνακούφιση φτωχῶν, ἀσθενῶν καὶ γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Στὸ χριστιανισμὸ προσῆλθαν διὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅταν αὐτὸς εἶχε ἔλθει στὴν πόλη τους.
Μάλιστα, γιὰ τὶς ἀγαθοεργίες τοῦ Φιλήμονα γράφει συγκεκριμένα: «Χάριν ἔχομεν πολλὴν καὶ παράκλησιν ἐπὶ τῇ ἀγάπῃ σου ὅτι τὰ σπλάγχνα τῶν ἁγίων ἀναπέπαυται διὰ σοῦ, ἀδελφέ». Δηλαδή, ἔχουμε πολλὴ χαρὰ καὶ παρηγοριὰ γιὰ τὴν ἀγάπη σου, διότι οἱ καρδιὲς τῶν ἀδελφῶν χριστιανῶν ἔχουν βρεῖ ἀνάπαυση μὲ τὶς εὐεργεσίες καὶ ἀγαθοεργίες σου, ἀδελφέ.
Γιὰ τὸν Ἄρχιππο λέγεται ὅτι ἦταν συγγενής, ἴσως καὶ γιὸς τοῦ Φιλήμονα καὶ τῆς Ἀπφίας. Ὁ Παῦλος, ἐπειδὴ ὁ Ἄρχιππος εἶχε μεγάλη ἀφοσίωση στὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή του τὸν ὀνομάζει στρατιώτη.
Ὁ Ὀνήσιμος ἦταν ὑπηρέτης τοῦ Φιλήμονα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀπέδρασε καὶ πῆγε στὴν Ρώμη. Ἐκεῖ ἔπεσε στὰ δίχτυα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ποὺ τὸν ἔστειλε πίσω στὸ Φιλήμονα, χριστιανὸ πλέον. Καὶ παρακαλεῖ τὸν Φιλήμονα νὰ δεχθεῖ τὸν Ὀνήσιμο, ὄχι σὰν ὑπηρέτη, ἀλλὰ σὰν ἀδελφό.
Κατὰ τὴν παράδοση, ὅλοι μαρτύρησαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάβαλε.
Τετρὰς ἡ θεόλεκτος, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, Φιλήμων καὶ Ἄρχιππος, καὶ σὺν Ἀπφίᾳ ὁμοῦ, ὁ θεῖος Ὀνήσιμος, λάμψαντες τοῖς ἐν σκότει, ἀληθείας τὴν γνῶσιν, ἤθλησαν ὁμοφρόνως, καὶ τὴν πλάνην καθεῖλον. Καὶ νῦν ἐξευμενίζονται, πᾶσι τὸν Κύριον.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Ὡς Ἐκκλησίας θεμέλιοι καὶ λαμπτῆρες, καὶ τοῦ Σωτῆρος Ἀπόστολοι θεηγόροι, Φιλῆμον Ἀπφία καὶ Ὀνήσιμε, καὶ σὺν Ἀρχίππῳ ἅμα, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε, τῷ Λόγῳ σοφοὶ ἱεροκήρυκες.
Μεγαλυνάριον.
Χαίρετε τοῦ Λόγου μυσταγωγοί, καὶ τῶν ἐν τῷ σκότει, πλανωμένων φωταγωγοί, Ἄρχιππε Φιλῆμον, Ὀνήσιμε Ἀπφία, Ἀπόστολοι θεόπται, Ἀγγέλων σύσκηνοι.
Οἱ Ἅγιοι Κικιλία, Βαλεριανὸς καὶ Τιβούρτιος οἱ Μάρτυρες
Ἡ Ἁγία Κικιλία ἔζησε τὸν 3ο μ.Χ. αἰ. Οἱ γονεῖς της ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ μάλιστα εὐγενεῖς. Ἡ Κικιλία ἄκουσε τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ ζήτησε νὰ βαπτιστεῖ. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, οἱ γονεῖς της τὴν πάντρεψαν μὲ ἕναν εὐγενὴ νέο τὸν Βαλεριανό, ὁ ὁποῖος ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῆς Κικιλίας ἀσπάστηκε καὶ αὐτὸς τὴν Χριστιανικὴ Πίστη.
Μαζὶ μὲ τὸν Βαλεριανὸ προσῆλθε στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ ἀδελφός του, ὁ Τιβούρτιος. Κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διωγμοῦ ἡ Κικιλία, ὁ Βαλέριος καὶ ὁ Τιβούρτιος συνέχιζαν νὰ δηλώνουν τὴν πίστη τους στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ φιλανθρωπικό τους ἔργο.
Γι’ αὐτὸ τοὺς συνέλαβαν καὶ ὑπέστησαν τὴν ὕστατη τιμωρία, τὸν θάνατο μὲ ἀποκεφαλισμό.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων τρόπων σου, τῇ ἐπιλάμψει, πρὸς ἀείζωον, εἴλκυσας φέγγος, τὴν αὐτάδελφον δυάδα καὶ σύναυλον· καὶ σὺν αὐτοῖς Κικιλία ἀθλήσασα, τῆς θείας δόξης ὁμοῦ ἠξιώθητε. Μεθ’ ὧν πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς εὐφημοῦσί σε, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τῆς εὐσεβείας τῇ θείᾳ μεθόδῳ σου, ἀθλητικῶς τῷ Χριστῷ προσηνέχθησαν, Βαλλεριανὸς καὶ Τιβούρτιος, ὦ Κικιλία μεθ’ ὧν ἀνεκραύγαζες· Σὺ Σῶτερ Μαρτύρων τὸ στήριγμα.
Μεγαλυνάριον.
Ρόδον ὡς ἀμάραντον καὶ τερπνόν, ὀσμὴν ζωηφόρον, ἐπαφῆκας παρθενικῶς, ἣν εἰσδεξαμένη, ἡ ξυνωρὶς ἡ σύμφρων, σὺν σοὶ ὦ Κικιλία, λαμπρῶς ἠγώνισται.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας ὁ Καπιτουλάριος
Ἦταν δεσμοφύλακας κάποιας φυλακῆς τῆς Ρώμης, πίστεψε στὸν Χριστὸ διὰ τῶν Ἅγιων Βαλεριανοῦ καὶ Κικιλίας, ὁμολόγησε τὴν πίστη του καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο (αἰκισθεῖς τελειοῦται).
Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Στέφανος καὶ Μᾶρκος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Διοκλητιανοῦ καὶ ἡγεμόνα Μάγου τὸ ἔτος 290 μ.Χ. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Πισιδίας καὶ ἐπειδὴ ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ σὰν ἀληθινὸ Θεό, ἀποκεφαλίστηκαν.
Ὁ Ἅγιος Προκόπιος ὁ Παλαιστίνιος
Ὑπῆρξε ἀσκητὴς διάσημος, ἀλλὰ καὶ πολυμαθὴς θεολόγος καὶ φιλόσοφος. Ἐγκαταστάθηκε στὴν Σκυθόπολη τῆς Παλαιστίνης καὶ ἐπιτελοῦσε τὰ καθήκοντα τοῦ ἀναγνώστη καὶ κήρυκα.
Καταγγέλθηκε ὅμως ὅτι εἵλκυε πλήθη εἰδωλολατρῶν στὴν Χριστιανικὴ θρησκεία, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε δέσμιος στὴν Καισαρεία τῆς Παλαιστίνης. Ἐκεῖ προσπάθησαν νὰ τὸν πείσουν ὅτι ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στὸ Πολυθεϊκὸ θρήσκευμα. Ἐκεῖνος, ἀνατρέποντας τὰ ἐπιχειρήματα τῶν ἀντιπάλων του, παρέθεσε μεταξὺ ἄλλων καὶ τὴν Ὁμηρικὴ φράση: «Οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίῃ, εἰς κοίρανος ἔστω».
Ἐπιμένοντας ἔτσι στὴν ἀληθινὴ πίστη του, καταδικάστηκε σὲ θάνατο διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Μένιγνος ὁ κναφέας
Μαρτύρησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Δεκίου (251) καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Πάριο τῆς Κολωνίας στὸν Ἑλλήσποντο, μεταξὺ Κυζίκου καὶ Λαμψάκου.
Ὅταν σηκώθηκε ὁ διωγμός, ὁ Μένιγνος, ἀψηφώντας τὶς σκληρὲς τιμωρίες, ὁμολόγησε στὴν μέση της ἀγορᾶς τὸν Ἰησοῦ καὶ προέτρεψε τοὺς χριστιανοὺς νὰ σταθοῦν ἰσχυροὶ ἀπέναντι τῶν ἀσεβῶν αὐτοκρατορικῶν διαταγμάτων καὶ νὰ μείνουν ἀσάλευτοι στὴν χριστιανικὴ πίστη.
Συνελήφθη καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ προσκυνήσει τὰ εἴδωλα, ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκε ἡ σύζυγός του ἔτρεξε κοντά του καὶ τὸν παρακολουθοῦσε κλαίγοντας. Ἐκεῖνος, παρηγορώντας την, τῆς ἔλεγε ὅτι ὁ θάνατός του θὰ ἐξασφάλιζε τὴν παντοτινή τους ἕνωση. Διότι, μόνο ὅσοι μένουν μὲ τὸν Θεὸ ἑνωμένοι, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ χωριστοῦν ποτέ.
Μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ κεφάλι τοῦ ἔπεφτε καὶ τάφηκε ἐκεῖ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του.
Ὁ Ὅσιος Ἀββᾶς
Αὐτὸς προηγουμένως ἦταν Ἀγαρηνὸς καὶ πίστεψε στὸν Χριστὸ μέσω ἑνὸς μονάχου, γιὰ νὰ γίνει στὴ συνέχεια καὶ ὁ ἴδιος μοναχός.
Μὲ τὴ συνοδεία τοῦ μοναχοῦ λοιπόν, ποὺ τὸν ἔκανε χριστιανό, πῆγε στὸν μεγάλο ἀσκητὴ Εὐσέβειο († 15 Φεβρουαρίου), ποὺ ἀσκήτευε πάνω σ’ ἕνα βουνὸ κοντὰ στὸ χωριὸ Ἀσιχὰ καὶ ἔμεινε κοντά του.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Εὐσεβείου, ὁ Ἀββᾶς τὸν διαδέχτηκε στὴν ἐπιστασία τῆς δημιουργηθεῖσας Μονῆς καὶ ὑπῆρξε τύπος αὐστηροῦ ἀσκητὴ στοὺς ὑφισταμένους του.
Ἔζησε μὲ μεγάλη σκληραγωγία, πολλὴ ἐγκράτεια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Κάλλιστος ὁ Β’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ἀνέβηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τὸ ἔτος 1397. Διακρίθηκε γιὰ τὴ ζωντανὴ εὐσέβεια καὶ φιλανθρωπία του.
Ἄφησε ὅμως τὴν πατριαρχεία, ἐπειδὴ τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἦταν πολὺ ταραγμένα καὶ ἀποσύρθηκε σὲ Μονή, ὅπου καὶ ἀσκητεύοντας ἀπεβίωσε.
Οἱ Ἅγιοι Χριστόφορος καὶ Εὐφημία οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Μᾶλλον εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τῆς 19ης Νοεμβρίου).
Οἱ Ἅγιοι Θαλαλαῖος καὶ Ἄνθιμος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Μᾶλλον εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τῆς 19ης Νοεμβρίου).
Ὁ Ἅγιος Θαδδαῖος ὁ Μάρτυρας
«Ἐν τροχῷ δεθεῖς καὶ κατὰ πρανοῦς ἀφεθεῖς τελειοῦται».
Ὁ Ἅγιος Ἀγαπίων ὁ Ρωμαῖος
Ἐπειδὴ ὁμολόγησε τὸν Χριστό, τὸν ἔριξαν γιὰ τροφὴ στὰ ἄγρια θηρία. Θαυματουργικὰ ὅμως βγῆκε ἀβλαβὴς καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ἀγάπιος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 σημειώνεται, ὅτι ἦταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία).
Ὁ Ἅγιος Σισίνιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Κλήμης ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ἀχρίδας τῆς Βουλγαρίας
Καταγόταν ἀπὸ τὴ Βουλγαρία καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Μιχαὴλ (842 – 867), γιοῦ τοῦ βασιλιὰ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου.
Ἀπὸ μικρὸς εἶχε τὴν μοναχικὴ κλίση καὶ ἔτσι κατέφυγε σὲ μοναστήρι, ὅπου ἀσκήτευε στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ μελετοῦσε συστηματικὰ τὴν Ἁγία Γραφή. Γιὰ τὶς εὐαγγελικές του ἀρετὲς χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἱερὸ Μεθόδιο ἐπίσκοπος Βουλγαρίας, ποὺ μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἀποστολικὰ ποίμανε.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Τὸ δὲ ἱερὸ λείψανό του, κατατέθηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα, ποὺ ὁ ἴδιος ἔκτισε, στὴν Ἀχρίδα τῆς Βουλγαρίας.
Ὁ Ὅσιος Γερμανός
Ἦταν ἱδρυτὴς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Εἰκοσιφοινίσσης καὶ ἔζησε τὸ 880.
Δὲν ὑπάρχουν περισσότερες λεπτομὲρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Πληροφορίες ἀπό Saint καί Μέγα Συναξαριστή
anavaseis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου