Προεόρτια (παραμονή) τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Λαοὶ προσκιρτήσατε, χεῖρας κροτοῦντες πιστῶς, καὶ πόθω ἀθροίσθητε,
σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνη· τοῦ
Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, μέλλει τῶν ἐπιγείων, πρὸς τὰ ἄνω ἀπαίρειν, ἐνδόξως·
ἣν ἐν ὕμνοις ἀεί, ὡς Θεοτόκον δοξάζομεν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῇ ἐνδόξῳ μνήμῃ σου ἡ οἰκουμένη, προσκιρτῶσα σήμερον, μετ’ εὐφροσύνης μυστικῶς, Θεοκυῆτορ κραυγάζει σοι· χαῖρε Παρθένε Χριστιανῶν τὸ καύχημα.
Μεγαλυνάριον.
Ἄνωθεν χορεῖαι Ἀγγελικαί, καὶ ἀπὸ περάτων, Ἀποστόλων θεία πληθύς, σπεύσατε προθύμως Γεθσημανῇ χωρίῳ, κηδεῦσαι ἐπαξίως, τὴν Θεομήτορα.
Ὁ Προφήτης Μιχαίας
Ὁ προφήτης Μιχαίας ἔζησε στὴν Ἱερουσαλὴμ τὸ 748 – 696 π.Χ., ἐπὶ τῶν βασιλέων Ἰωάθαμ, Ἄχαζ καὶ Ἐζεκίου. Ἀνῆκε στὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ γεννήθηκε στὴ Μορασθῆ, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε καὶ Μορασθίτης. Ὁ Μιχαίας, σχεδὸν σύγχρονος μὲ τὸν προφήτη Ἠσαΐα,εἶναι ἕκτος ἀπὸ τοὺς μικροὺς λεγόμενους προφῆτες.
Ἡ προφητεία του ἀποτελεῖται ἀπὸ ἑπτὰ κεφάλαια. Στὰ πρῶτα τρία, προαναγγέλλει τὴν καταστροφὴ τῆς Σαμάρειας. Στὰ ἑπόμενα δυὸ μιλάει γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία καὶ στὰ δυὸ τελευταῖα ἐλέγχει τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ζητᾶ νὰ κάνει διάφορες θυσίες στὸν Θεό, ἐνῷ ὁ Μιχαίας τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ πραγματικὸ καθῆκον ποὺ ἔχει στὸ Θεό, μὲ τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Τί Κύριος ἐκζητεῖ παρά σοῦ ἀλλὰ ἡ τοῦ ποιεὶν κρῖμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου Θεοῦ σου;».
Δηλαδή, τί ζητάει ἀπὸ σένα ὁ Θεός, παρὰ μόνο νὰ εἶσαι δίκαιος, εὐσπλαγχνικὸς καὶ πρόθυμος νὰ πορεύεσαι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου; Μιὰ διαχρονικὴ ὑπενθύμιση, ποὺ ἀνταποκρίνεται φυσικὰ καὶ στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας.
Γενικά, τὸ βιβλίο τοῦ Μιχαία, ποὺ γράφηκε στὴν ἑβραϊκή, διακρίνεται γιὰ τὴ γλαφυρότητα καὶ τὴ σαφήνεια τῶν φράσεών του. Νὰ ἀναφέρουμε ἐπίσης, ὅτι ὁ Μιχαίας, λόγω τοῦ ὅτι ἦταν σφοδρὸς ἐλεγκτὴς τῶν παρανομιῶν τοῦ Ἀχαάθ, βασιλιὰ τοῦ Ἰούδα, καταδιώκετο ἀπ’ αὐτὸν καὶ σῳζόταν φεύγοντας στὰ ὄρη. Ἀλλὰ ὅταν βασίλευσε ὁ γιὸς τοῦ Ἀχαὰβ, Ἰωράμ, συνελήφθη ἀπ’ αὐτόν, μὴ ἀνεχόμενος τοὺς ἐλέγχους του, κρεμάστηκε καὶ ἔτσι θανατώθηκε. Τὸ δὲ σῶμά του περισυνέλεξαν οἱ συγγενεῖς του καὶ τὸ ἔθαψαν στὴ Μορασθῆ, κοντὰ στὸ πολυανδρίο Ἐνακείμ.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ὄρος περίοπτον, καὶ ἐμφανὲς ἀληθῶς, προεῖδες ἐν Πνεύματι, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, Μιχαία θεόπνευστε· ὅθεν οἱ εὑρηκότες, ἐν αὐτῇ σωτηρίαν, βαίνουσιν ὡς προέφης, ἐν ταῖς τρίβοις Κυρίου, γεραίροντες ὦ Προφῆτα, τὴν πάνσεπτον μνήμην σου.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ταῖς λαμπηδόσι, φωτισθεὶς προέγραψας, τὴν συγκατάβασιν Χριστοῦ, δι’ ἧς φθορᾶς ἐλυτρώθημεν, οἱ σὲ τιμῶντες, Μιχαία θεόπνευστε.
Μεγαλυνάριον.
Γλῶσσαν πνευματέμφορον ἐσχηκώς, ὤφθης τῶν μελλόντων, προσημάντωρ ὑφηγητής· ὅθεν ἐδοξάσθης, Μιχαία θεηγόρε, ἀθλητικῶς σφραγίσας, τὴν πολιτείαν σου.
Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀπαμείας
Ὁ Ἱερομάρτυς Μάρκελλος, ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Α’ τοῦ Μεγάλου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο, στὴν ὁποία καὶ ἔλαβε κοσμικὸ ἀξίωμα, ἀναθέτοντάς του τὴν διοίκηση τοῦ νησιοῦ. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν κοσμικῶν του καθηκόντων, προσπάθησε νὰ εἶναι πάντα δίκαιος, κάτι ποὺ ἐξέπληξε τοὺς πάντες στὸ νησί. Ἀργότερα ἔγινε ἱερέας καὶ ἔπειτα Ἐπίσκοπος Ἀπαμείας τῆς Συρίας.
Ὡς Ποιμενάρχης, ἦταν σωστὸς καὶ δίκαιος καὶ προσπαθοῦσε νὰ βρίσκεται συνέχεια κοντὰ στὰ προβλήματα τοῦ ποιμνίου του. Ἀναδείχτηκε δὲ θερμὸς ζηλωτὴς τῆς πίστεως, στὸν Χριστιανισμό, ἀνεγείροντας πολλὲς ἐκκλησίες καὶ γκρεμίζοντας συγχρόνως πολλοὺς εἰδωλολατρικοὺς ναούς. Σ’ ἕνα μάλιστα ἀπὸ αὐτούς, ὁ ὁποῖος δὲν γκρεμιζόταν μὲ τίποτα, ἔριξε ἁγιασμένο νερὸ καὶ ἀμέσως ὁ ναὸς αὐτός, ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Δία, πῆρε φωτιὰ καὶ ἐξαφανίστηκε. Μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴν κάμινο. Μ’ αὐτὸν λοιπὸν τὸν τρόπο ὁ Ἅγιος Μάρκελλος παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.
Ἀνακομιδὴ Τιμίου Σταυροῦ στὸ Παλάτι
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀπετίθετο καὶ πάλι ὁ Τίμιος Σταυρὸς στὰ ἀνάκτορα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκτεθειμένος ἀπὸ τοῦ τέλους Ἰουλίου ἢ τὶς ἀρχὲς Αὐγούστου προκειμένου νὰ τὸν προσκυνήσουν οἱ πιστοί.
Ὁ Ἅγιος Οὐρσίκιος ὁ Μάρτυρας
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (286 – 305) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σιβεντοῦ τῆς Ἄνω Ἰλλυρίας. Ἦταν στρατιωτικὸς καὶ εἶχε φτάσει μέχρι καὶ τὸ βαθμὸ τοῦ τριβούνου. Καταγγέλθηκε στὸν Μαξιμιανὸ ἀπὸ κάποιον Οὐάλεντα ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ παραπέμφθηκε στὸν ἔπαρχο Ἀριστείδη γιὰ ἀνάκριση. Ἀλλὰ ὁ Οὐρσίκιος ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὴν χριστιανική του πίστη καὶ βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ποικιλοτρόπως. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμενε νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε ἔνδοξα τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ Μάρτυρας ὁ στρατιώτης
Μαρτύρησε διὰ πυρός.
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Τραπεζούντιος, ὁ χρυσοχόος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα, ἀλλὰ ζοῦσε καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ χρυσοχόου στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάποτε λοιπὸν βρέθηκε σὲ μία συμπλοκή, μεταξὺ χριστιανῶν καὶ τουρκοεβραίων, καὶ συκοφαντήθηκε ὅτι δῆθεν μαχαίρωσε ἕνα τουρκοεβραῖο. Ὁπότε συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή, ὅπου παρέμεινε γιὰ 40 ἡμέρες. Μόλις βελτιώθηκε ἡ ὑγεία τοῦ τραυματισμένου τουρκοεβραίου, ὑποχρεώθηκε ὁ Συμεὼν νὰ καταβάλει στὸν παθόντα γιὰ νοσήλια 280 γρόσια.
Μετὰ 10 ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἀποφυλάκιση τοῦ Συμεών, ὁ τουρκοεβραῖος, παρὰ τὴ βελτίωση τῆς ὑγείας του, ὑπέκυψε στὰ τραύματά του. Τότε ὁ Συμεὼν συνελήφθη καὶ πάλι, καὶ ὁ κριτὴς τὸν πίεζε νὰ γίνει μωαμεθανὸς προκειμένου ν’ ἀποφύγει τὴν θανατικὴ καταδίκη.
Ἀλλὰ ὁ μάρτυρας θαρραλέα ἀπάντησε, «Ἂν καὶ μύριους θανάτους μοῦ δώσετε, ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν Κύριό μου καὶ Θεό μου δὲν χωρίζω». Τότε στὶς 14 Αὐγούστου 1653 τὸν κρέμασαν κάτω ἀπὸ ἕναν πλάτανο στὴν Κωνσταντινούπολη. Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ νεομάρτυρα, συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης.
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Θεοδοσίου ἡγουμένου τοῦ Σπηλαίου (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος, ποὺ σὲ νεαρὴ ἡλικία μαρτύρησε στὴν Ρώμη τὸν καιρὸ ποὺ ἦταν αὐτοκράτορες ὁ Οὐαλεριανὸς καὶ ὁ Γαλιηνός, ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου ἱερομάρτυρος Στεφάνου. Ἀπὸ μικρὸς βρισκόταν κοντὰ στὴ Θεία Λατρεία καὶ βοηθοῦσε τοὺς ἱερεῖς στὸ ἔργο τους. Κάποτε, ποὺ εἶχε ξεσπάσει μεγάλος διωγμὸς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ἐμπιστεύθηκαν στὸν μικρὸ Ταρσίζιο τὰ Τίμια Δῶρα νὰ τὰ μεταφέρει στοὺς συλληφθέντες, μελλοθανάτους χριστιανούς.
Στὸν δρόμο τὸν περικύκλωσαν εἰδωλολάτρες καὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ τοὺς παραδώσει αὐτὰ ποὺ ἔκρυβε στὸ στῆθος του. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε σθεναρὰ καὶ αὐτοὶ τὸν ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου.
Σὲ κάποια στιγμὴ σκύβοντας γιὰ νὰ πάρουν αὐτὰ ποὺ ἔκρυβε, διαπίστωσαν ὅτι τὰ τίμια Δῶρα εἶχαν ἐξαφανιστεῖ θαυματουργικὰ καὶ στὰ χέρια τοῦ Ἁγίου εἶχε μείνει μόνο τὸ μαντήλι ποὺ τὰ εἶχε τυλίξει. Οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ λείψανό του καὶ τὸ τοποθέτησαν στὴν κατακόμβη τοῦ Ἁγίου Καλίστου.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω ἔρωτι ἐμπεπλησμένος, Δῶρα τίμια ἐν κόλποις φέρων, τὸ θανεὶν ὑπὲρ τούτων αἰρούμενος, καὶ ἀνόμοις μὴ προδώσας τὸν Κύριον, ἀνεδείχθης μαρτύρων τὸ καύχημα, ὦ Ταρσίζιε, τῆς Ρώμης τὸ βλάστημα, καὶ νέων παίδων χριστιανῶν ἀγαλλίαμα, ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)
anavaseis.blogspot.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῇ ἐνδόξῳ μνήμῃ σου ἡ οἰκουμένη, προσκιρτῶσα σήμερον, μετ’ εὐφροσύνης μυστικῶς, Θεοκυῆτορ κραυγάζει σοι· χαῖρε Παρθένε Χριστιανῶν τὸ καύχημα.
Μεγαλυνάριον.
Ἄνωθεν χορεῖαι Ἀγγελικαί, καὶ ἀπὸ περάτων, Ἀποστόλων θεία πληθύς, σπεύσατε προθύμως Γεθσημανῇ χωρίῳ, κηδεῦσαι ἐπαξίως, τὴν Θεομήτορα.
Ὁ Προφήτης Μιχαίας
Ὁ προφήτης Μιχαίας ἔζησε στὴν Ἱερουσαλὴμ τὸ 748 – 696 π.Χ., ἐπὶ τῶν βασιλέων Ἰωάθαμ, Ἄχαζ καὶ Ἐζεκίου. Ἀνῆκε στὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ γεννήθηκε στὴ Μορασθῆ, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε καὶ Μορασθίτης. Ὁ Μιχαίας, σχεδὸν σύγχρονος μὲ τὸν προφήτη Ἠσαΐα,εἶναι ἕκτος ἀπὸ τοὺς μικροὺς λεγόμενους προφῆτες.
Ἡ προφητεία του ἀποτελεῖται ἀπὸ ἑπτὰ κεφάλαια. Στὰ πρῶτα τρία, προαναγγέλλει τὴν καταστροφὴ τῆς Σαμάρειας. Στὰ ἑπόμενα δυὸ μιλάει γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία καὶ στὰ δυὸ τελευταῖα ἐλέγχει τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ζητᾶ νὰ κάνει διάφορες θυσίες στὸν Θεό, ἐνῷ ὁ Μιχαίας τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ πραγματικὸ καθῆκον ποὺ ἔχει στὸ Θεό, μὲ τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Τί Κύριος ἐκζητεῖ παρά σοῦ ἀλλὰ ἡ τοῦ ποιεὶν κρῖμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου Θεοῦ σου;».
Δηλαδή, τί ζητάει ἀπὸ σένα ὁ Θεός, παρὰ μόνο νὰ εἶσαι δίκαιος, εὐσπλαγχνικὸς καὶ πρόθυμος νὰ πορεύεσαι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου; Μιὰ διαχρονικὴ ὑπενθύμιση, ποὺ ἀνταποκρίνεται φυσικὰ καὶ στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας.
Γενικά, τὸ βιβλίο τοῦ Μιχαία, ποὺ γράφηκε στὴν ἑβραϊκή, διακρίνεται γιὰ τὴ γλαφυρότητα καὶ τὴ σαφήνεια τῶν φράσεών του. Νὰ ἀναφέρουμε ἐπίσης, ὅτι ὁ Μιχαίας, λόγω τοῦ ὅτι ἦταν σφοδρὸς ἐλεγκτὴς τῶν παρανομιῶν τοῦ Ἀχαάθ, βασιλιὰ τοῦ Ἰούδα, καταδιώκετο ἀπ’ αὐτὸν καὶ σῳζόταν φεύγοντας στὰ ὄρη. Ἀλλὰ ὅταν βασίλευσε ὁ γιὸς τοῦ Ἀχαὰβ, Ἰωράμ, συνελήφθη ἀπ’ αὐτόν, μὴ ἀνεχόμενος τοὺς ἐλέγχους του, κρεμάστηκε καὶ ἔτσι θανατώθηκε. Τὸ δὲ σῶμά του περισυνέλεξαν οἱ συγγενεῖς του καὶ τὸ ἔθαψαν στὴ Μορασθῆ, κοντὰ στὸ πολυανδρίο Ἐνακείμ.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ὄρος περίοπτον, καὶ ἐμφανὲς ἀληθῶς, προεῖδες ἐν Πνεύματι, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, Μιχαία θεόπνευστε· ὅθεν οἱ εὑρηκότες, ἐν αὐτῇ σωτηρίαν, βαίνουσιν ὡς προέφης, ἐν ταῖς τρίβοις Κυρίου, γεραίροντες ὦ Προφῆτα, τὴν πάνσεπτον μνήμην σου.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ταῖς λαμπηδόσι, φωτισθεὶς προέγραψας, τὴν συγκατάβασιν Χριστοῦ, δι’ ἧς φθορᾶς ἐλυτρώθημεν, οἱ σὲ τιμῶντες, Μιχαία θεόπνευστε.
Μεγαλυνάριον.
Γλῶσσαν πνευματέμφορον ἐσχηκώς, ὤφθης τῶν μελλόντων, προσημάντωρ ὑφηγητής· ὅθεν ἐδοξάσθης, Μιχαία θεηγόρε, ἀθλητικῶς σφραγίσας, τὴν πολιτείαν σου.
Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀπαμείας
Ὁ Ἱερομάρτυς Μάρκελλος, ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Α’ τοῦ Μεγάλου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο, στὴν ὁποία καὶ ἔλαβε κοσμικὸ ἀξίωμα, ἀναθέτοντάς του τὴν διοίκηση τοῦ νησιοῦ. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν κοσμικῶν του καθηκόντων, προσπάθησε νὰ εἶναι πάντα δίκαιος, κάτι ποὺ ἐξέπληξε τοὺς πάντες στὸ νησί. Ἀργότερα ἔγινε ἱερέας καὶ ἔπειτα Ἐπίσκοπος Ἀπαμείας τῆς Συρίας.
Ὡς Ποιμενάρχης, ἦταν σωστὸς καὶ δίκαιος καὶ προσπαθοῦσε νὰ βρίσκεται συνέχεια κοντὰ στὰ προβλήματα τοῦ ποιμνίου του. Ἀναδείχτηκε δὲ θερμὸς ζηλωτὴς τῆς πίστεως, στὸν Χριστιανισμό, ἀνεγείροντας πολλὲς ἐκκλησίες καὶ γκρεμίζοντας συγχρόνως πολλοὺς εἰδωλολατρικοὺς ναούς. Σ’ ἕνα μάλιστα ἀπὸ αὐτούς, ὁ ὁποῖος δὲν γκρεμιζόταν μὲ τίποτα, ἔριξε ἁγιασμένο νερὸ καὶ ἀμέσως ὁ ναὸς αὐτός, ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Δία, πῆρε φωτιὰ καὶ ἐξαφανίστηκε. Μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴν κάμινο. Μ’ αὐτὸν λοιπὸν τὸν τρόπο ὁ Ἅγιος Μάρκελλος παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.
Ἀνακομιδὴ Τιμίου Σταυροῦ στὸ Παλάτι
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀπετίθετο καὶ πάλι ὁ Τίμιος Σταυρὸς στὰ ἀνάκτορα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκτεθειμένος ἀπὸ τοῦ τέλους Ἰουλίου ἢ τὶς ἀρχὲς Αὐγούστου προκειμένου νὰ τὸν προσκυνήσουν οἱ πιστοί.
Ὁ Ἅγιος Οὐρσίκιος ὁ Μάρτυρας
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (286 – 305) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σιβεντοῦ τῆς Ἄνω Ἰλλυρίας. Ἦταν στρατιωτικὸς καὶ εἶχε φτάσει μέχρι καὶ τὸ βαθμὸ τοῦ τριβούνου. Καταγγέλθηκε στὸν Μαξιμιανὸ ἀπὸ κάποιον Οὐάλεντα ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ παραπέμφθηκε στὸν ἔπαρχο Ἀριστείδη γιὰ ἀνάκριση. Ἀλλὰ ὁ Οὐρσίκιος ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὴν χριστιανική του πίστη καὶ βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ποικιλοτρόπως. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμενε νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε ἔνδοξα τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ Μάρτυρας ὁ στρατιώτης
Μαρτύρησε διὰ πυρός.
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Τραπεζούντιος, ὁ χρυσοχόος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα, ἀλλὰ ζοῦσε καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ χρυσοχόου στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάποτε λοιπὸν βρέθηκε σὲ μία συμπλοκή, μεταξὺ χριστιανῶν καὶ τουρκοεβραίων, καὶ συκοφαντήθηκε ὅτι δῆθεν μαχαίρωσε ἕνα τουρκοεβραῖο. Ὁπότε συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή, ὅπου παρέμεινε γιὰ 40 ἡμέρες. Μόλις βελτιώθηκε ἡ ὑγεία τοῦ τραυματισμένου τουρκοεβραίου, ὑποχρεώθηκε ὁ Συμεὼν νὰ καταβάλει στὸν παθόντα γιὰ νοσήλια 280 γρόσια.
Μετὰ 10 ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἀποφυλάκιση τοῦ Συμεών, ὁ τουρκοεβραῖος, παρὰ τὴ βελτίωση τῆς ὑγείας του, ὑπέκυψε στὰ τραύματά του. Τότε ὁ Συμεὼν συνελήφθη καὶ πάλι, καὶ ὁ κριτὴς τὸν πίεζε νὰ γίνει μωαμεθανὸς προκειμένου ν’ ἀποφύγει τὴν θανατικὴ καταδίκη.
Ἀλλὰ ὁ μάρτυρας θαρραλέα ἀπάντησε, «Ἂν καὶ μύριους θανάτους μοῦ δώσετε, ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν Κύριό μου καὶ Θεό μου δὲν χωρίζω». Τότε στὶς 14 Αὐγούστου 1653 τὸν κρέμασαν κάτω ἀπὸ ἕναν πλάτανο στὴν Κωνσταντινούπολη. Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ νεομάρτυρα, συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης.
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Θεοδοσίου ἡγουμένου τοῦ Σπηλαίου (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος, ποὺ σὲ νεαρὴ ἡλικία μαρτύρησε στὴν Ρώμη τὸν καιρὸ ποὺ ἦταν αὐτοκράτορες ὁ Οὐαλεριανὸς καὶ ὁ Γαλιηνός, ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου ἱερομάρτυρος Στεφάνου. Ἀπὸ μικρὸς βρισκόταν κοντὰ στὴ Θεία Λατρεία καὶ βοηθοῦσε τοὺς ἱερεῖς στὸ ἔργο τους. Κάποτε, ποὺ εἶχε ξεσπάσει μεγάλος διωγμὸς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ἐμπιστεύθηκαν στὸν μικρὸ Ταρσίζιο τὰ Τίμια Δῶρα νὰ τὰ μεταφέρει στοὺς συλληφθέντες, μελλοθανάτους χριστιανούς.
Στὸν δρόμο τὸν περικύκλωσαν εἰδωλολάτρες καὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ τοὺς παραδώσει αὐτὰ ποὺ ἔκρυβε στὸ στῆθος του. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε σθεναρὰ καὶ αὐτοὶ τὸν ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου.
Σὲ κάποια στιγμὴ σκύβοντας γιὰ νὰ πάρουν αὐτὰ ποὺ ἔκρυβε, διαπίστωσαν ὅτι τὰ τίμια Δῶρα εἶχαν ἐξαφανιστεῖ θαυματουργικὰ καὶ στὰ χέρια τοῦ Ἁγίου εἶχε μείνει μόνο τὸ μαντήλι ποὺ τὰ εἶχε τυλίξει. Οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ λείψανό του καὶ τὸ τοποθέτησαν στὴν κατακόμβη τοῦ Ἁγίου Καλίστου.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω ἔρωτι ἐμπεπλησμένος, Δῶρα τίμια ἐν κόλποις φέρων, τὸ θανεὶν ὑπὲρ τούτων αἰρούμενος, καὶ ἀνόμοις μὴ προδώσας τὸν Κύριον, ἀνεδείχθης μαρτύρων τὸ καύχημα, ὦ Ταρσίζιε, τῆς Ρώμης τὸ βλάστημα, καὶ νέων παίδων χριστιανῶν ἀγαλλίαμα, ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)
anavaseis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου