ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ - Ἡμέρας. Παρ. κ΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Φιλιπ. γ΄ 8-19).
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. Ἡμέρας. Παρ. δ΄ ἑβδ. Λουκᾶ. (Λκ. θ΄ 12-18).
Φιλιπ. 3,8 ἀλλὰ μενοῦνγε
καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον
τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι᾿
ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα
εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω
Φιλιπ. 3,8 Αλλά βεβαίως και τώρα ακόμη περισσότερον θεωρώ όλα
γενικώς όσα είναι ξένα προς τον Χριστόν ζημίαν, εν συγκρίσει προς την υπεροχήν
και το μεγαλείον της γνώσεως του Κυρίου μου Ιησού Χριστού, δια τον οποίον τα
πάντα θεληματικώς απέρριψα και επεριφρόνησα. Και τα θεωρώ όλα σκύβαλα και
ανάξια λόγου, δια να κερδήσω τον Χριστόν,
Φιλιπ. 3,9 καὶ εὑρεθῶ
ἐν αὐτῷ μὴ ἔχων ἐμὴν δικαιοσύνην τὴν
ἐκ νόμου, ἀλλὰ τὴν διὰ πίστεως Χριστοῦ, τὴν
ἐκ Θεοῦ δικαιοσύνην ἐπὶ τῇ πίστει,
Φιλιπ. 3,9 και δια να ευρεθώ κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν
της κρίσεως ενώπιόν του, όχι με την δικαιοσύνην μου, την οποίαν δίδει ο
μωσαϊκός Νομος, αλλά με την δικαίωσιν που αποκτάται δια της πίστεως στον Ιησούν
Χριστόν, που πηγάζει από τον Θεόν και θεμελειώνεται επάνω εις την πίστιν.
Φιλιπ. 3,10 τοῦ γνῶναι αὐτὸν
καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ καὶ
τὴν κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος τῷ
θανάτῳ αὐτοῦ,
Φιλιπ. 3,10 Επιδιώκω δε αυτήν την αληθινήν και μόνην δικαίωσιν,
δια να γνμωρίσω έτσι προσωπικώς και εκ πείρας τον Χριστόν και την σωτήριον
δύναμιν, που προέρχεται από την Ανάστασίν του και την συμμετοχήν μου εις τα
παθήματά του, διωκόμενος και εγώ, ταλαιπωρούμενος και θλιβόμενος, πρόθυμος να
υπομείνω θλίψεις και παθήματα όμοια με όσα Εκείνος έπαθε και αυτόν ακόμη τον
θάνατον καθ' ομοίωσιν Εκείνου.
Φιλιπ. 3,11 εἴ πως καταντήσω εἰς
τὴν ἐξανάστασιν τῶν νεκρῶν.
Φιλιπ. 3,11 Μηπως ημπορέσω και εγώ να φθάσω εις την ένδοξον εκ
νεκρών ανάστασιν.
Φιλιπ. 3,12 οὐχ ὅτι ἤδη
ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι, διώκω δὲ εἰ καὶ
καταλάβω, ἐφ᾿ ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ
Χριστοῦ Ἰησοῦ.
Φιλιπ. 3,12 Δεν φρονώ βέβαια και δεν λέγω, ότι έχω πλέον λάβει το
βραβείον της νίκης η ότι έχω φθάσει εις την ηθικήν μου τελείωσιν. Αλλά επιδιώκω
και αγωνίζομαι συνεχώς, μήπως κατορθώσω να πιάσω και κρατήσω στερεά εκείνο δια
το οποίον με έχει πιάσει και ελκύσει εις την πίστιν ο Ιησούς Χριστός. Αυτό δε
εις τελευταίαν λέξιν θα είναι η εν ουρανοίς σωτηρία μου.
Φιλιπ. 3,13 ἀδελφοί, ἐγὼ
ἐμαυτὸν οὔπω λογίζομαι κατειληφέναι·
Φιλιπ. 3,13 Αδελφοί, εγώ δεν νομίζω, ότι έχω επιτύχει τον σκοπόν,
δια τον οποίον με εκάλεσε και με έστειλε ο Κυριος.
Φιλιπ. 3,14 ἑν δέ, τὰ μὲν
ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος
κατὰ σκοπὸν διώκω ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς
ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Φιλιπ. 3,14 Αλλά ένα πράγμα σκέπτομαι πάντοτε και δι' ένα πράγμα
φροντίζω· λησμονώ μεν όσα με την δύναμιν του Θεού έγιναν στο παρελθόν,
απλώνομαι δε συνεχώς προς εκείνα, που είναι εμπρός μου και πρέπει να
εκτελεσθούν. Και επιδιώκω έτσι με σταθερότητα και ζήλον να πραγματοποιήσω τον
σκοπόν της κλήσεώς μου, δια να λάβω το βραβείον, που μας έχει ετοιμάσει ο Θεός,
ο οποίος και μας εκάλεσε δια του Ιησού Χριστού επάνω στον ουρανόν.
Φιλιπ. 3,15 ὅσοι οὖν
τέλειοι, τοῦτο φρονῶμεν· καὶ εἴ τι ἑτέρως
φρονεῖτε, καὶ τοῦτο ὁ Θεὸς ὑμῖν ἀποκαλύψει.
Φιλιπ. 3,15 Οσοι, λοιπόν, ποθούμεν να γίνωμεν τέλειοι, αυτό ας
φρονούμεν· ότι δεν εγίναμε τέλειοι, αλλά δια να γίνωμεν, πρέπει να αγωνιζώμεθα
συνεχώς και μέχρι τέλους. Και εάν κάτι διαφορετικόν από αυτό που σας λέγω
φρονήτε και που δεν είναι ορθόν, και αυτό ο Θεός θα το φανερώση.
Φιλιπ. 3,16 πλὴν εἰς ὃ
ἐφθάσαμεν, τῷ αὐτῷ στοιχεῖν κανόνι, τὸ αὐτὸ
φρονεῖν.
Φιλιπ. 3,16 Αλλ' έως εδώ πλέον που έχομεν φθάσει, εις την
πνευματικήν κατάστασίν που ευρισκόμεθα σήμερον, δεν πρέπει να έχωμεν
διαφορετικά μεταξύ μας φρονήματα, αλλά να ακολουθώμεν τον ίδιον κανόνα πίστεως
και ζωής, να έχωμεν το αυτό αληθινόν φρόνημα.
Φιλιπ. 3,17 Συμμιμηταί μου γίνεσθε, ἀδελφοί,
καὶ σκοπεῖτε τοὺς οὕτω περιπατοῦντας, καθὼς
ἔχετε τύπον ἡμᾶς.
Φιλιπ. 3,17 Αδελφοί, γίνεσθε όλοι μαζή μιμηταί ιδικοί μου· και
προσέχετε εκείνους, οι οποίοι πορεύονται και συμπεριφέρονται κατά τρόπον
υποδειγματικόν, σύμφωνα με τον τύπον και το παράδειγμα που σας έχομεν δώσει
ημείς. Αυτούς να τους μιμήσθε.
Φιλιπ. 3,18 πολλοὶ γὰρ
περιπατοῦσιν, -οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν
δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ
τοῦ Χριστοῦ,
Φιλιπ. 3,18 Διότι πολλοί βαδίζουν ένα δρόμον όχι-καλόν και
γίνονται σκάνδαλον. Δι' αυτούς πολλές φορές σας έλεγα, όταν ευρισκόμην μαζή σας
στους Φιλίππους, και τώρα κλαίων σας λέγω. Εννοώ τους εχθρούς του σταυρού του
Χριστού, αυτούς δηλαδή, που εις την αρχήν επίστευσαν και υπήκουσαν στον
Χριστόν, κατόπιν όμως έζησαν και ζουν αμαρτωλήν ζωήν και σκανδαλίζουν έτσι τους
πιστούς, υπονομεύουν την Εκκλησίαν και πολεμούν τον Χριστόν.
Φιλιπ. 3,19 ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια,
ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ
αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες!
Φιλιπ. 3,19 Αυτών το κατάντημα θα είναι η απώλεια, η οριστική
καταδίκη εις την αιωνίαν κόλασιν. Αυτοί, κοιλιόδουλοι και ιδιοτελείς καθώς
είναι, έχουν ως Θεόν και λατρεύουν την κοιλίαν των και επιζητούν την δόξαν εις
πράξεις και καταστάσεις, που φέρουν εντροπήν, έχουν δε γήϊνα και σαρκικά
φρονήματα.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. Ἡμέρας. Παρ. δ΄ ἑβδ. Λουκᾶ. (Λκ. θ΄ 12-18).
Λουκ.
9,12 Ἡ δὲ ἡμέρα ἤρξατο
κλίνειν· προσελθόντες δὲ οἱ δώδεκα εἶπον αὐτῷ·
ἀπόλυσον τὸν ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς
κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς καταλύσωσι καὶ
εὕρωσιν ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ
τόπῳ ἐσμέν.
Λουκ. 9,12 Αλλ' η ημέρα ήρχισε να κλίνη προς την δύσιν. Τον
επλησίασαν τότε οι δώδεκα και του είπαν· διάλυσε τα πλήθη του λαού, δια να πάνε
εις τα γύρω χωριά και τις αγροτικές κατοικίες να καταλύσουν και να εύρουν
τροφάς, δια να φάγουν, διότι εδώ ευρισκόμεθα εις έρημον τόπον”.
Λουκ.
9,13 εἶπε δὲ πρὸς
αὐτούς· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ
δὲ εἶπον· οὐκ εἰσὶν ἡμῖν πλεῖον
ἢ πέντε ἄρτοι καὶ ἰχθύες δύο, εἰ μήτι πορευθέντες
ἡμεῖς ἀγοράσωμεν εἰς πάντα τὸν λαὸν τοῦτον
βρώματα·
Λουκ. 9,13 Είπε δε προς αυτούς ο Ιησούς· “δώστε τους σεις να
φάγουν”. Αυτοί δε είπαν· “δεν μας βρίσκονται παρά πάνω από πέντε ψωμιά και δύο
ψάρια, εκτός εάν πάμε ημείς και κυττάξωμεν να αγοράσωμε δι' όλον αυτόν τον λαόν
τροφάς”.
Λουκ.
9,14 ἦσαν γὰρ ὡσεὶ
ἄνδρες πεντακισχίλιοι. εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητὰς
αὐτοῦ· κατακλίνατε αὐτοὺς κλισίας ἀνὰ
πεντήκοντα.
Λουκ. 9,14 Διότι οι άνδρες μόνον ήσαν περίπου πέντε χιλιάδες.
Είπε δε προς τους μαθητάς του ο Κυριος· “βάλτε τους να καθίσουν καθ' ομάδας από
πενήντα, πενήντα”.
Λουκ.
9,15 καὶ ἐποίησαν οὕτω
καὶ ἀνέκλιναν ἅπαντας.
Λουκ. 9,15 Και έκαμαν έτσι οι μαθηταί και έβαλαν όλους να
καθίσουν.
Λουκ.
9,16 λαβὼν δὲ τοὺς
πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς
τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ
κατέκλασε, καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς παραθεῖναι τῷ
ὄχλῳ.
Λουκ. 9,16 Επήρε τότε ο Ιησούς τους πέντε άρτους και τα δύο
ψάρια, ύψωσε τα μάτια στον ουρανόν, δια να ευχαριστήση τον Πατέρα, και ευλόγησε
τους άρτους. Επειτα τους έκοψε κομμάτια και έδιδε συνεχώς στους μαθητάς, δια να
παραθέσουν στον λαόν να φάγη.
Λουκ.
9,17 καὶ ἔφαγον καὶ
ἐχορτάσθησαν πάντες, καὶ ἤρθη τὸ περισσεῦσαν αὐτοῖς
κλασμάτων κόφινοι δώδεκα.
Λουκ. 9,17 Και έφαγαν και εχόρτασαν όλοι και εσήκωσαν έπειτα,
από ο,τι τους είχε περισσεύσει, δώδεκα κοφίνια γεμάτα.
Λουκ.
9,18 Καὶ ἐγένετο ἐν
τῷ εἶναι αὐτὸν προσευχόμενον καταμόνας, συνῆσαν αὐτῷ
οἱ μαθηταί, καὶ ἐπηρώτησεν αὐτοὺς λέγων·
τίνα με λέγουσιν οἱ ὄχλοι εἶναι;
Λουκ. 9,18 Και ενώ προσηύχετο απομονωμένος από το πλήθος, ήσαν
μαζή του οι μαθηταί και τους ηρώτησε, λέγων· “ποίος λένε τα πλήθη ότι είμαι;”
http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου