Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Ὄρθρου. (Ματθ. κβ΄ 15 - κγ΄ 39).
Ματθ. 22,15 Τότε πορευθέντες οἱ
Φαρισαῖοι συμβούλιον ἔλαβον ὅπως αὐτὸν
παγιδεύσωσιν ἐν λόγῳ.
Ματθ. 22,15 Τοτε έφυγαν οι Φαρισαίοι και έκαμαν συμβούλιον και
απεφάσισαν να παγιδεύσουν τον Ιησούν με συζήτησιν, που θα άνοιγαν μαζή του.
Ματθ. 22,16 καὶ ἀποστέλλουσιν
αὐτῷ τοὺς μαθητὰς αὐτῶν μετὰ τῶν
Ἡρῳδιανῶν λέγοντες· διδάσκαλε, οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς
εἶ καὶ τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ ἐν ἀληθείᾳ
διδάσκεις, καὶ οὐ μέλει σοι περὶ οὐδενός· οὐ
γὰρ βλέπεις εἰς πρόσωπον ἀνθρώπων·
Ματθ. 22,16 Και στέλνουν εις αυτόν τους μαθητάς των μαζή με τους
οπαδούς του Ηρώδου, που ήσαν φίλοι των κατακτητών Ρωμαίων, και του είπαν·
“διδάκαλε, γνωρίζομεν καλά ότι είσαι φιλαλήθης και ειλικρινής και ότι τον
δρόμον του Θεού με κάθεν αλήθειαν διδάσκεις και δεν σε μέλει για τίποτε, διότι
δεν αποβλέπεις, πως να φανής ευχάριστος στους ανθρώπους·
Ματθ. 22,17 εἰπὲ οὖν
ἡμῖν, τί σοι δοκεῖ; ἔξεστι δοῦναι κῆνσον
Καίσαρι ἢ οὔ;
Ματθ. 22,17 Πες μας λοιπόν, τι γνώμην έχεις; Επιτρέπεται να
πληρώνωμεν φόρον στον Καίσαρα η όχι;” (Η ερώτησις ήτο δολία και πανούργος,
διότι εάν έλεγε “ναι” ο Κυριος, θα τον κατήγγελλαν στον λαόν ότι ευνοεί την
τυραννικήν κατοχήν των Ρωμαίων· εάν έλεγε “όχι”, θα τον κατήγγελλαν στους
Ρωμαίους ως επαναστάτην και εχθρόν του Καίσαρος).
Ματθ. 22,18 γνοὺς δὲ ὁ
Ἰησοῦς τὴν πονηρίαν αὐτῶν εἶπε· τί με
πειράζετε, ὑποκριταί;
Ματθ. 22,18 Αλλ' ο Ιησούς κατενόησεν αμέσως την πονηρία των και
είπε· “διατί με πειράζετε υποκριταί;
Ματθ. 22,19 ἐπιδείξατέ μοι τὸ
νόμισμα τοῦ κήνσου. οἱ δὲ προσήνεγκαν αὐτῷ
δηνάριον.
Ματθ. 22,19 Δείξτε μου το νόμισμα που πληρώνετε ως φόρον”. Εκείνοι
δε του έφεραν ένα δηνάριον.
Ματθ. 22,20 καὶ λέγει αὐτοῖς·
τίνος ἡ εἰκὼν αὕτη καὶ ἡ ἐπιγραφή;
Ματθ. 22,20 Και λέγει εις αυτούς· “Τινος είναι η εικών αυτή και η
επιγραφή;”
Ματθ. 22,21 λέγουσιν αὐτῷ·
Καίσαρος· τότε λέει αὐτοῖς· ἀπόδοτε οὖν τὰ
Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ.
Ματθ. 22,21 Απήντησαν εις αυτόν· “του Καίσαρος”. Τοτε τους λέγεις·
“δώστε, λοιπόν, πίσω στον Καίσαρα, αυτά που ανήκουν στον Καίσαρα, και στον
Θεόν, αυτά που ανήκουν στον Θεόν”
Ματθ. 22,22 καὶ ἀκούσαντες
ἐθαύμασαν, καὶ ἀφέντες αὐτὸν ἀπῆλθον.
Ματθ. 22,22 Και ακούσαντες έμειναν κατάπληκτοι· άφησαν αυτόν και
απήλθαν, χωρίς να τολμήσουν να συνεχίσουν την ζυζήτησιν.
Ματθ. 22,23 Ἐν ἐκείνῃ
τῇ ἡμέρᾳ προσῆλθον αὐτῷ Σαδδουκαῖοι,
οἱ λέγοντες μὴ εἶναι ἀνάστασιν. καὶ ἐπηρώτησαν
αὐτὸν
Ματθ. 22,23 Την ιδίαν ημέραν προσήλθαν εις αυτόν οι Σαδδουκαίοι,
αυτοί οι οποίοι έλεγαν ότι δεν υπάρχει ανάστασις νεκρών και τον ηρώτησαν
Ματθ. 22,24 λέγοντες· διδάσκαλε,
Μωσῆς εἶπεν, ἐάν τις ἀποθάνῃ μὴ ἔχων
τέκνα, ἐπιγαμβρεύσει ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν
γυναῖκα αὐτοῦ καὶ ἀναστήσει σπέρμα τῷ ἀδελφῷ
αὐτοῦ.
Ματθ. 22,24 λέγοντες· “διδάσκαλε ο Μωϋσής είπε, εάν κάποιος πεθάνη,
χωρίς να αποκτήση τέκνα, πρέπει ο αδελφός του να νυμφευθή την χήραν εκείνου,
δια να φέρη υιόν, ο οποίος κατά τον νόμον θα εθεωρείτο παιδί του αδελφού του.
Ματθ. 22,25 ἦσαν δὲ παρ᾿
ἡμῖν ἑπτὰ ἀδελφοί· καὶ ὁ πρῶτος
γαμήσας ἐτελεύτησε, καὶ μὴ ἔχων σπέρμα ἀφῆκε
τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ·
Ματθ. 22,25 Ησαν, λοιπόν, μεταξύ μας επτά αδελφοί· και ο πρώτος αφού
ενυμφεύθη απέθανε και επειδή δεν απέκτησε τέκνα, αφήκε την γυναίκα του στον
αδελφόν του.
Ματθ. 22,26 ὁμοίως καὶ ὁ
δεύτερος καὶ ὁ τρίτος, ἕως τῶν ἑπτά.
Ματθ. 22,26 Ομοίως και ο δεύτερος και ο τρίτος έως και τον έβδομον,
όλοι ενυμφεύθησαν την γυναίκα.
Ματθ. 22,27 ὕστερον δὲ
πάντων ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή.
Ματθ. 22,27 Υστερα δε από όλους επέθανε και η γυναίκα.
Ματθ. 22,28 ἐν τῇ οὖν
ἀναστάσει τίνος τῶν ἑπτὰ ἔσται ἡ γυνή;
πάντες γὰρ ἔσχον αὐτήν.
Ματθ. 22,28 Κατά την ανάστασιν λοιπόν των νεκρών εις ποίον από τους
επτά θα ανήκη η γυναίκα; Διότι όλοι είχαν αυτήν ως νόμιμον σύζυγον”.
Ματθ. 22,29 ἀποκριθεὶς δὲ
ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πλανᾶσθε
μὴ εἰδότες τὰς γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ
Θεοῦ.
Ματθ. 22,29 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπε εις αυτούς· “πλανάσθε,
διότι δεν γνωρίζετε τας Γραφάς ούτε την δύναμιν του Θεού.
Ματθ. 22,30 ἐν γὰρ τῇ
ἀναστάσει οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ᾿
ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι.
Ματθ. 22,30 Διότι εις την ανάστασιν ούτε οι άνδρες νυμφεύονται, ούτε
οι γυναίκες υπανδρεύονται, αλλά είναι όλοι σαν άγγελοι του Θεού στον ουρανόν.
Ματθ. 22,31 περὶ δὲ τῆς
ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν οὐκ ἀνέγνωτε τὸ ῥηθὲν
ὑμῖν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ λέγοντος,
Ματθ. 22,31 Ως προς δε την ανάστασιν των νεκρών δεν εδιαβάσατε αυτό
που σας έχει λεχθή από τον Θεόν, ο οποίος είπε δια τους τρεις πατριάρχας, που
είχαν πλέον αποθάνει·
Ματθ. 22,32 ἐγώ εἰμι ὁ
Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ
ὁ Θεὸς Ἰακώβ; οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς Θεὸς
νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων.
Ματθ. 22,32 Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο
Θεός του Ιακώβ; Δεν είναι ο Θεός, Θεός νεκρών, που έπαυσαν πλέον να υπάρχουν,
αλλά Θεός ζωντανών, όπως είναι και οι πατριάρχαι, οι οποίοι, μολονότι απέθαναν,
εξακολουθούν εν τούτοις να ζουν και θα ζουν αιωνίως”.(Και τα είπε αυτά, δια να
καταδείξη την χονδροειδή άγνοιαν των Σαδδουκαίων και να καταδικάση την μωράν
απιστίαν των).
Ματθ. 22,33 καὶ ἀκούσαντες
οἱ ὄχλοι ἐξεπλήσσοντο ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ.
Ματθ. 22,33 Και όταν ήκουσαν τα πλήθη του λαού αυτά, κατελήφθησαν από
βαθύν θαυμασμόν δια την διδασκαλίαν του.
Ματθ. 22,34 Οἱ δὲ Φαρισαῖοι
ἀκούσαντες ὅτι ἐφίμωσε τοὺς Σαδδουκαίους, συνήχθησαν ἐπὶ
τὸ αὐτό,
Ματθ. 22,34 Οι δε Φαρισαίοι, όταν ήκουσαν ότι απεστόμωσε τους
Σαδδουκαίους, εμαζεύτηκαν στο ίδιο μέρος, όπου ήτο ο Ιησούς,
Ματθ. 22,35 καὶ ἐπηρώτησεν
εἷς ἐξ αὐτῶν, νομικός, πειράζων αὐτὸν καὶ
λέγων·
Ματθ. 22,35 και ένας από αυτούς νομοδιδάσκαλος, τον ηρώτησε, με την
πονηράν διάθεσιν να τον φέρη εις δύσκολον θέσιν, λέγων·
Ματθ. 22,36 διδάσκαλε, ποία ἐντολὴ
μεγάλη ἐν τῷ νόμῳ;
Ματθ. 22,36 “Διδάσκαλε, ποία είναι η μεγαλυτέρα εντολή μέσα στον
νόμον;”
Ματθ. 22,37 ὁ δὲ Ἰησοῦς
ἔφη αὐτῷ· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν
ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ
ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου.
Ματθ. 22,37 Ο δε Ιησούς απήντησεν εις αυτόν· “να αγαπάς Κυριον τον
Θεόν σου με όλην την καρδιάν σου και με όλην την ψυχήν σου και με όλην την
δοιάνοιάν σου.
Ματθ. 22,38 αὕτη ἐστὶ
πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή.
Ματθ. 22,38 Αυτή είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή.
Ματθ. 22,39 δευτέρα δὲ ὁμοία
αὐτῇ· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.
Ματθ. 22,39 Δευτέρα δε εντολή ομοία με αυτήν· να αγαπάς τον πλησίον
σου σαν τον εαυτόν σου.
Ματθ. 22,40 ἐν ταύταις ταῖς
δυσὶν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ
προφῆται κρέμανται.
Ματθ. 22,40 Επάνω εις τας δύο αυτάς εντολάς όλος ο νόμος και οι
προφήται στηρίζονται”. (Και εις την πονηράν εκείνην ερώτησιν έδωσε την θείαν
απάντησίν του”.
Ματθ. 22,41 Συνηγμένων δὲ τῶν
Φαρισαίων ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς
Ματθ. 22,41 Ενώ δε ήσαν συγκεντρωμένοι οι Φαρισαίοι, τους ηρώτησεν ο
Ιησούς
Ματθ. 22,42 λέγων· τί ὑμῖν
δοκεῖ περὶ τοῦ Χριστοῦ; τίνος υἱός ἐστι;
λέγουσιν αὐτῷ· τοῦ Δαυΐδ.
Ματθ. 22,42 λέγων· “ποίαν γνώμην έχετε περί του Χριστού; Τινος είναι
απόγονος;” Λεγουν εις αυτόν· “είναι απόγονος του Δαυΐδ”.
Ματθ. 22,43 λέγει αὐτοῖς·
πῶς οὖν Δαυΐδ ἐν Πνεύματι Κύριον αὐτὸν καλεῖ
λέγων,
Ματθ. 22,43 Λεγει εις αυτούς· “Εάν είναι ένας απλούς και μόνον
απόγονος του Δαυΐδ, πως τότε ο Δαυΐδ, εμπνεόμενος από το Αγιον Πνεύμα, ονομάζει
αυτόν Κυριον και Θεόν λέγων,
Ματθ. 22,44 εἶπεν ὁ Κύριος
τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ
τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;
Ματθ. 22,44 είπεν ο Κυριος και Θεός στον Κυριον μου και Θεόν, τον
Χριστόν, κάθισε εις τα δεξιά μου επί του θρόνου, μέχρις ότου θέσω τους εχθρούς
σου υποπόδιον, επάνω στο οποίον θα πατούν τα πόδια σου;
Ματθ. 22,45 εἰ οὖν Δαυΐδ
καλεῖ αὐτὸν Κύριον, πῶς υἱός αὐτοῦ ἐστι;
Ματθ. 22,45 Εάν λοιπόν ο Δαυίδ ονομάζει αυτόν Κυριον και Θεόν, πως
είναι απλούς απόγονός του, όπως σεις νομίζετε; (Ο Δαυίδ λοιπόν, σύμφωνα με
αποκάλυψιν εκ μέρους του Θεού, επίστευσε και προεκήρυξε τον Μεσσίαν, τον κατά
σάρκα απόγονόν του, ως Κυριον του και Θεόν).
Ματθ. 22,46 καὶ οὐδεὶς
ἐδύνατο αὐτῷ ἀποκριθῆναι λόγον, οὐδὲ ἐτόλμησέ
τις ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἐπερωτῆσαι
αὐτὸν οὐκέτι.
Ματθ. 22,46 Και κανείς δεν ημπόρεσε ούτε λέξιν να απαντήση ούτε
ετόλμησε κανείς από εκείνην την ημέραν να ερωτήση πλέον αυτόν.
Ματθ. 23,1 Τότε ὁ Ἰησοῦς
ἐλάλησε τοῖς ὄχλοις καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ
Ματθ. 23,1 Τοτε ο Ιησούς κατά ένα τρόπον επίσημον και έντονον
ελάλησε προς τα πλήθη του λαού και τους μαθητάς του
Ματθ. 23,2 λέγων· ἐπὶ
τῆς Μωσέως καθέδρας ἐκάθισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ
Φαρισαῖοι.
Ματθ. 23,2 λέγων· “εις την διδασκαλικήν έδραν του Μωϋσέως
εκάθησαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι.
Ματθ. 23,3 πάντα οὖν ὅσα ἐὰν
εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε,
κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε·
λέγουσι γάρ, καὶ οὐ ποιοῦσι.
Ματθ. 23,3 Οσα λοιπόν αν σας διδάσκουν να τηρήτε, τηρείτετα και
πράττετέ τα. Μη πράττετε όμως κατά τα έργα αυτών, διότι λέγουν άλλα δεν
εφαρμόζουν όσα λέγουν.
Ματθ. 23,4 δεσμεύουσι γὰρ
φορτία βαρέα καὶ δυσβάστακτα καὶ ἐπιτιθέασιν ἐπὶ
τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, τῷ δὲ δακτύλῳ
αὐτῶν οὐ θέλουσι κινῆσαι αὐτά.
Ματθ. 23,4 Διότι δένουν φορτία βαρειά και δυσβάστακτα και
επιβάλλουν αυτά στους ώμους των ανθρώπων, ενώ οι ίδιοι ούτε με τον δάκτυλον δεν
θέλουν να τα κινήσουν.
Ματθ. 23,5 πάντα δὲ τὰ ἔργα
αὐτῶν ποιοῦσι πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις.
πλατύνουσι γὰρ τὰ φυλακτήρια αὐτῶν καὶ
μεγαλύνουσι τὰ κράσπεδα τῶν ἱματίων αὐτῶν,
Ματθ. 23,5 Ολα δε τα έργα των τα πράττουν, δια να επιδεικνύωνται
και δοξάζωνται από τους ανθρώπους. Διότι δένουν και κρεμούν από τα χέρια των
πλατειές λωρίδες με ρητά εκ του Νομου και κατασκευάζουν μεγαλύτερα τα κρόσσια
γύρω από τα ιμάτιά των, δια να φανούν έτσι, ότι είναι ευσεβείς και δια να
κάμουν εντύπωσιν στους ανθρώπους.
Ματθ. 23,6 φιλοῦσι δὲ τὴν
πρωτοκλισίαν ἐν τοῖς δείπνοις καὶ τὰς πρωτοκαθεδρίας ἐν
ταῖς συναγωγαῖς
Ματθ. 23,6 Αγαπούν δε να καταλαμβάνουν τας πρώτας θέσεις εις τα
δείπνα και τα πρώτα καθίσματα εις τας συναγωγάς
Ματθ. 23,7 καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς
ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ καλεῖσθαι ὑπὸ
τῶν ἀνθρώπων ῥαββὶ ῥαββί.
Ματθ. 23,7 και να τους χαιρετούν οι άνθρωποι με βαθείας
υποκλίσεις και εκδηλώσεις σεβασμού και να προσφωνούνται από τους ανθρώπους·
Διδάσκαλε, διδάσκαλε.
Ματθ. 23,8 ὑμεῖς δὲ
μὴ κληθῆτε ῥαββί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν
ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί
ἐστε.
Ματθ. 23,8 Αλλά σεις μη επιδιώκετε να καλήσθε διδάσκαλοι· διότι
ένας είναι ο διδάσκαλος σας, ο Χριστός, όλοι δε σεις είσθε αδελφοί και άρα ίσοι
μεταξύ σας.
Ματθ. 23,9 καὶ πατέρα μὴ
καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς
γάρ ἐστιν ὁ πατήρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
Ματθ. 23,9 Και πατέρα, είτε σαρκικόν είτε πνευματικόν, με την
έννοιαν ότι αυτός έχει απόλυτον κύρος απέναντί σας και απεριόριστον εξουσίαν,
μη καλέσετε κανένα εδώ εις την γην, διότι ένας είναι ο πατήρ σας, ο εν τοις ουρανοίς.
Ματθ. 23,10 μηδὲ κληθῆτε
καθηγηταί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ
καθηγητής, ὁ Χριστός.
Ματθ. 23,10 Ούτε να ονομασθήτε καθηγηταί, διότι ένας είναι ο
μοναδικός και τέλειος καθηγητής σας, ο Χριστός, (ο οποίος και μόνος διδάσκει
ανόθευτον την αλήθεια και καθοδηγεί με ασφάλειαν τους ανθρώπους στον δύσκολον
δρόμον της σωτηρίας).
Ματθ. 23,11 ὁ δὲ μείζων ὑμῶν
ἔσται ὑμῶν διάκονος.
Ματθ. 23,11 Και εκείνος, που είναι μεγαλύτερος μεταξύ σας ως προς
την γνώσιν και το αξίωμα πρέπει με ταπείνωσιν και καλωσύνην να υπηρετή τους
άλλους.
Ματθ. 23,12 ὅστις δὲ ὑψώσει
ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, καὶ ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν
ὑψωθήσεται.
Ματθ. 23,12 Οποιος δε υπερηφανευθή και υψώσει τον ευατόν του
απέναντι των άλλων θα ταπεινωθή και όποιος με χριστιανικήν αγάπην και
συναίσθησιν ταπεινώσει τον ευατόν του και γίνη υπηρέτης των άλλων, θα εξυψωθή
και δοξασθή από τον Θεόν.
Ματθ. 23,13 Οὐαὶ δὲ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι
κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ
προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρῖμα.
Ματθ. 23,13 Αλλοίμονον δε εις σας, γραμματείς και Φαρισαίοι
υποκριταί, διότι, άπληστοι και πλεονέκται καθώς είσθε, κατατρώγετε τας οικίας
των χηρών και συγχρόνως με το πρόσχημα της ευλαβείας κάνετε μακράς προσευχάς·
δια τούτο και θα τιμωρηθήτε από την θείαν δικαιοσύνην πολύ περισσότερο, παρ'
όσον οι άλλοι άρπαγες και κλέπται.
Ματθ. 23,14 Οὐαὶ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν
βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων·
ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς
εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν.
Ματθ. 23,14 Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι
με την διεστραμμένην διδασκαλίαν σας, που την παρουσιάζετε ως διδασκαλίαν τάχα
του Θεού, κλείετε την βασιλείαν του Θεού εμπρός από τους ανθρώπους. Ετσι, και
σεις δεν εισέρχεσθε, αλλά και εκείνους που θέλουν να εισέλθουν δεν τους αφήνετε
Ματθ. 23,15 Οὐαὶ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε
τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα
προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν
γεέννης διπλότερον ὑμῶν.
Ματθ. 23,15 Αλλοίμονόν σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί,
διότι γυρίζετε εις όλα τα μέρη, περιέρχεσθε την θάλασσαν και την ξηράν, δια να
κάμετε ένα ειδωλολάτρην προσήλυτον Ιουδαίον. Και όταν γίνη, τον εξωθείτε εις
την κακίαν και την πώρωσιν και τον κάνετε γέννημα της κολάσεως δυό φορές
χειρότερον από σας.
Ματθ. 23,16 Οὐαὶ ὑμῖν,
ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ λέγοντες ὃς ἂν ὀμόσῃ
ἐν τῷ ναῷ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ᾿ ἂν
ὀμόσῃ ἐν τῷ χρυσῷ τοῦ ναοῦ, ὀφείλει.
Ματθ. 23,16 Αλλοίμονό σας, οδηγοί τυφλοί, που λέγετε· Αν τυχόν
ορκισθή κανείς στον ναόν, δεν είναι τίποτε, όποιος όμως ορκισθή στο χρυσάφι του
ναού, οφείλει να τηρήση τον όρκον του.
Ματθ. 23,17 μωροὶ καὶ
τυφλοί! τίς γὰρ μείζων ἐστίν, ὁ χρυσός ἢ ὁ ναὸς
ὁ ἁγιάζων τὸν χρυσόν;
Ματθ. 23,17 Είσθε μωροί και τυφλοί! Διότι ποιός είναι μεγαλυτέρας
τιμής άξιος και σεβασμού ο χρυσός η ο ναός που αγιάζει τον χρυσόν;
Ματθ. 23,18 καί· ὃς ἂν
ὀμόσῃ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ, οὐδέν ἐστιν,
ὃς δ᾿ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ δώρῳ τῷ
ἐπάνω αὐτοῦ, ὀφείλει.
Ματθ. 23,18 Και πάλιν λέγετε· όποιος τυχόν ορκισθή στο θυσιαστήριον,
είναι σαν να μη έχη κάμει όρκον, όποιος όμως ορκισθή στο δώρον, που έχει
προσφερθή επάνω στο θυσιαστήριον, οφείλει να τηρήση τον όρκον του,
Ματθ. 23,19 μωροὶ καὶ
τυφλοί! τί γὰρ μεῖζον, τὸ δῶρον ἢ τὸ
θυσιαστήριον τὸ ἁγιάζον τὸ δῶρον;
Ματθ. 23,19 Μωροί και τυφλοί! Τι είναι ανώτερον και ιερώτερον, το
δώρον η το θυσιαστήριον που αγιάζει το δώρον;
Ματθ. 23,20 ὁ οὖν ὀμόσας
ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ
ἐν πᾶσι τοῖς ἐπάνω αὐτοῦ·
Ματθ. 23,20 Μαθετε λοιπόν, ότι εκείνος που ορκίζεται στο θυσιαστήριον,
ορκίζεται εις αυτό και εις όλα όσα υπάρχουν επάνω εις αυτό.
Ματθ. 23,21 καὶ ὁ ὀμόσας
ἐν τῷ ναῷ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν
τῷ κατοικήσαντι αὐτόν·
Ματθ. 23,21 Και εκείνος που ορκίζεται στον ναόν, ορκίζεται όχι μόνον
εις αυτόν, αλλά και στον Θεόν που τον έχει κάμει κατοικίαν του.
Ματθ. 23,22 καὶ ὁ ὀμόσας
ἐν τῷ οὐρανῷ ὀμνύει ἐν τῷ θρόνῳ
τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῷ καθημένῳ ἐπάνω αὐτοῦ.
Ματθ. 23,22 Και εκείνος που ορκίζεται στον ουρανόν, ορκίζεται
συγχρόνως στον θρόνον του Θεού και στον Θεόν, που κάθεται επάνω εις αυτόν.
Ματθ. 23,23 Οὐαὶ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε
τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ
κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν
κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα
δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι.
Ματθ. 23,23 Αλλοίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί,
διότι δίδετε στον ναόν δια τους ιερείς το δέκατον από τον δύοσμον και τον
άνηθον και το κύμινον, τηρείτε δηλαδή τας επουσιώδεις διατάξστου Νομου, και
αφήσατε τα βαρύτερα και σπουδαιότερα, δηλαδή την δικαίαν κρίσιν και την
ευσπλαγχνίαν και την αληθινήν πίστιν· και αυτά έπρεπε να εφαρμόσετε και εκείνα
δεν έπρεπε να αφίνετε.
Ματθ. 23,24 ὁδηγοὶ τυφλοί,
οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες!
Ματθ. 23,24 Οδηγοί τυφλοί, που περνάτε από λεπτό σουρωτήρι το κρασί
και το νερό, μήπως καταπιήτε κανένα κουνούπι, ενώ καταπίνετε ολόκληρη γκαμήλα.
(Τηρείτε τα μικρά και ασήμαντα και αδιαφορείτε δια τα μεγάλα και σπουδαία).
Ματθ. 23,25 Οὐαὶ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι
καθαρίζετε τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς
παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ
ἀδικίας.
Ματθ. 23,25 Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι
καθαρίζετε το έξω από το ποτήρι και το πιάτο, μέσα δε αυτά είναι γεμάτα από
τροφάς, που προέρχονται από αρπαγές και αδικίες.
Ματθ. 23,26 Φαρισαῖε τυφλέ,
καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ
τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν
καθαρόν.
Ματθ. 23,26 Φαρισαίε τυφλέ, καθάρισε πρώτα αυτό που υπάρχει μέσα στο
ποτήρι και το πιάτο, ώστε να μη προέρχεται από αδικίαν, αλλά από την τιμίαν
εργασίαν σου, δια να γίνη και το απ' έξω καθαρόν. (Μη προσπαθείτε, δηλαδή,
εξωτερικώς μόνον να φαίνεσθε ευσεβείς, αλλά προσπαθείτε να αποκτήσετε και την
εσωτερικήν καθαρότητα και αγιότητα).
Ματθ. 23,27 Οὐαὶ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι
παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν
φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν
καὶ πάσης ἀκαθαρσίας.
Ματθ. 23,27 Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι
ομοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οι οποίοι εξωτερικώς μεν φαίνονται ωραίοι,
ενώ από μέσα είναι γεμάτοι με κόκκαλα πεθαμένων και με κάθε ακαθαρσίαν.
Ματθ. 23,28 οὕτω καὶ ὑμεῖς
ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν
δὲ μεστοί ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας.
Ματθ. 23,28 Ετσι και σεις, εξωτερικώς μεν φαίνεσθε στους ανθρώπους
δίκαιοι, ενώ από μέσα είσθε γεμάτοι από υποκρισίαν και κάθε παρανομίαν.
Ματθ. 23,29 Οὐαὶ ὑμῖν,
γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε
τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ
μνημεῖα τῶν δικαίων,
Ματθ. 23,29 Αλλοίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί,
διότι οικοδομείτε τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνημεία των δικαίων
Ματθ. 23,30 καὶ λέγετε· εἰ
ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν,
οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ
αἵματι τῶν προφητῶν.
Ματθ. 23,30 και λέτε, εάν εζούσαμε εις τας ημέρας των προγόνων μας,
δεν θα συμμετείχαμε εις την αιματοχυσίαν και τον άδικον θάνατον των προφητών.
Ματθ. 23,31 ὥστε μαρτυρεῖτε
ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς
προφήτας.
Ματθ. 23,31 Ωστε σεις οι ίδιοι βεβαιώνετε ότι είσθε γνήσιοι και
αντάξιοι απόγονοι εκείνων, που εφόνευσαν τους προφήτας.
Ματθ. 23,32 καὶ ὑμεῖς
πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν.
Ματθ. 23,32 Λοιπόν ολοκληρώστε και εσείς το έργον των πατέρων σας,
κάμετε όσα εκείνοι δεν έκαμαν, φονεύσατε τον Μεσσίαν, δια να φθάσετε έτσι στο
έσχατον όριον της κακίας.
Ματθ. 23,33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν!
πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;
Ματθ. 23,33 Φιδια, οχιές, πως είνα δυνατόν να αποφύγετε την δικαίαν
και τρομεράν καταδίκην της γέεννης;
Ματθ. 23,34 διὰ τοῦτο ἰδοὺ
ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ
σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε
καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν
ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ
πόλεως εἰς πόλιν,
Ματθ. 23,34 Δια να σας δώσω την τελευταίαν πολύτιμον ευκαιρίαν να
σωθήτε, ιδού εγώ στέλνω εις σας προφήτας και σοφούς και δαδασκάλους του νόμου
μου, τους Αποστόλους μου. Σεις όμως άλλους από αυτούς θα φονεύσετε και θα
σταυρώσετε και άλλους θα τους μαστιγώσετε εις τας συναγωγάς σας και θα τους
διώξετε από πόλιν εις πόλιν.
Ματθ. 23,35 ὅπως ἔλθῃ
ἐφ᾿ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον
ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ
τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ
Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ
τοῦ θυσιαστηρίου.
Ματθ. 23,35 Δια να πέση έτσι επάνω σας το αθώον αίμα που εχύθη άδικα
εις την γην, από το αίμα του δικαίου Αβελ έως το αίμα του Ζαχαρίου, του υιού
Βαραχίου, τον οποίον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιστηρίου, χωρίς να
φοβηθήτε ούτε του τόπου τούτου την ιερότητα.
Ματθ. 23,36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν
ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν
ταύτην.
Ματθ. 23,36 Σας διαβεβαιώνω ότι όλα αυτά θα ξεσπάσουν εις την γενεάν
αυτήν.
Ματθ. 23,37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ,
ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς
ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν
τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία
ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε.
Ματθ. 23,37 Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, συ που φονεύστους προφήτας και
λιθοβολείς εκείνους που ο Θεός σου έχει στείλει! Ποσες και πόσες φορές ηθέλησα
να περιμαζεύσω τα παιδιά σου, όπως η κλώσσα συγκετρώνει τα μικρά πουλιά της
κάτω από τις φτερούγες της, και δεν ηθελήσατε.
Ματθ. 23,38 ἰδοὺ ἀφίεται
ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος.
Ματθ. 23,38 Ιδού, προς τιμωρίαν της κακίας σας και καταστροφήν σας
αφίνεται έρημος και απροσταύτετος από τον Θεόν η πόλις σας και ο ναός.
Ματθ. 23,39 λέγω γὰρ ὑμῖν,
οὐ μή με ἴδητε ἀπ᾿ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Ματθ. 23,39 Διότι σας λέγω ότι δεν θα με δήτε πλέον, έως ότου μετανοημένοι
πήτε· Ευλογημένος είναι αυτός, που έρχεται εν ονόματι του Κυρίου”.
Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα Τριθέκτης. (Ἰεζεκιήλ Α΄ 21-28).
Ιεζ. 1,21 ἐν τῷ
πορεύεσθαι αὐτὰ ἐπορεύοντο, καὶ ἐν τῷ ἑστάναι
αὐτὰ εἱστήκεισαν καὶ ἐν τῷ ἐξαίρειν αὐτὰ
ἀπὸ τῆς γῆς ἐξῄροντο σὺν αὐτοῖς,
ὅτι πνεῦμα ζωῆς ἦν ἐν τοῖς τροχοῖς.
Ιεζ. 1,21 Οταν τα υπερφυσικά αυτά όντα επορεύοντο εις την
γην, μαζή των επορεύοντο και οι τροχοί. Οταν αυτά ίσταντο, εσταματούσαν και
εκείνοι. Οταν αυτά επετούσαν και ανέβαιναν επάνω από την γην, ανέβαιναν μαζή με
αυτά και οι τροχοί, διότι υπήρχε πνεύμα ζωής στους τροχούς.
Ιεζ. 1,22 καὶ ὁμοίωμα
ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτοῖς τῶν ζῴων ὡσεὶ
στερέωμα ὡς ὅρασις κρυστάλλου ἐκτεταμένον ἐπὶ τῶν
πτερύγων αὐτῶν ἐπάνωθεν·
Ιεζ. 1,22 Επάνω δε από την κεφαλήν των υπερφυσικών και
παραδόξων αυτών ζώντων όντων, υπήρχε κάτι, που ωμοίαζε με το στερέωμα του
ουρανού. Κατι διαφανές και λάμπον ωσάν κρύσταλλον, το οποίον ηπλώνετο επάνω από
τας πτέρυγάς των.
Ιεζ. 1,23 καὶ ὑποκάτωθεν
τοῦ στερεώματος αἱ πτέρυγες αὐτῶν ἐκτεταμέναι,
πτερυσσόμεναι ἑτέρα τῇ ἑτέρᾳ, ἑκάστῳ δύο
συνεζευγμέναι ἐπικαλύπτουσαι τὰ σώματα αὐτῶν.
Ιεζ. 1,23 Ετσι δε κάτω από το ουράνιον αυτό στερέωμα
υπήρχον απλωμέναι αι δύο πτέρυγες των ζώντων αυτών όντων, αι οποίαι ήγγιζον η
μία την άλλην. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες ήσαν αναδιπλωμέναι και εκάλυπτον τα
σώματα αυτών.
Ιεζ. 1,24 καὶ ἤκουον
τὴν φωνὴν τῶν πτερύγων αὐτῶν ἐν τῷ
πορεύεσθαι αὐτὰ ὡς φωνὴν ὕδατος πολλοῦ·
καὶ ἐν τῷ ἑστάναι αὐτὰ κατέπαυον αἱ
πτέρυγες αὐτῶν.
Ιεζ. 1,24 Καθώς δε εκείνα επορεύοντο, ήκουα την βοήν των
πτερύγων των ωσάν ύδατα καταρράκτου, που πίπτουν μετά πατάγου. Οταν τα
υπερφυσικά αυτά όντα εσταματούσαν, έπαυε και η βοή των πτερύγων των.
Ιεζ. 1,25 καὶ ἰδοὺ
φωνὴ ὑπεράνωθεν τοῦ στερεώματος τοῦ ὄντος ὑπὲρ
κεφαλῆς αὐτῶν.
Ιεζ. 1,25 Και ιδού, ηκούσθη φωνή, που προήρχετο από το
στερέωμα, το επάνω από τας κεφαλάς των.
Ιεζ. 1,26 ὡς ὅρασις
λίθου σαπφείρου ὁμοίωμα θρόνου ἐπ᾿ αὐτοῦ, καὶ
ἐπὶ τοῦ ὁμοιώματος τοῦ θρόνου ὁμοίωμα ὡς
εἶδος ἀνθρώπου ἄνωθεν.
Ιεζ. 1,26 Και επάνω στο ωσάν ουρανόν αυτό στερέωμα υπήρχε
κάποιο πράγμα λαμπρόν, όπως ο σάπφειρος, εις σχήμα θρόνου και επάνω στο ομοίωμα
αυτό του λαμπρού θρόνου εκάθητο κάποιος, που είχε μορφήν ανθρώπου.
Ιεζ. 1,27 καὶ εἶδον
ὡς ὄψιν ἠλέκτρου ἀπὸ ὁράσεως ὀσφύος
καὶ ἐπάνω, καὶ ἀπὸ ὁράσεως ὀσφύος καὶ
ἕως κάτω εἶδον ὡς ὅρασιν πυρὸς καὶ τὸ
φέγγος αὐτοῦ κύκλῳ.
Ιεζ. 1,27 Και είδον και ιδού, η όψις αυτού, που εκάθητο
επάνω στον θρόνον, από την μέσην και επάνω έλαμπεν ωσάν το ήλεκτρον και από την
μέσην έως κάτω είχε την εμφάνισιν πυρός, που ακτινοβολούσε ολόγυρα.
Ιεζ. 1,28 ὡς ὅρασις
τόξου, ὅταν ᾖ ἐν τῇ νεφέλῃ ἐν ἡμέραις
ὑετοῦ, οὕτως ἡ στάσις τοῦ φέγγους κυκλόθεν. αὕτη
ἡ ὅρασις ὁμοιώματος δόξης Κυρίου· καὶ εἶδον
καὶ πίπτω ἐπὶ πρόσωπόν μου καὶ ἤκουσα φωνὴν
λαλοῦντος.
Ιεζ. 1,28 Οπως δε φαίνεται το ουράνιον τόξον εις τα νέφη
κατά τας βροχεράς ημέρας, έτσι ήτο και η εμφάνισίς του φωτός, που ακτινοβολούσε
ολόγυρα. Αυτή ήτο η εμφάνισις του ομοιώματος της δόξης του Κυρίου. Είδα εγώ
αυτά και κατεπλάγην, έπεσα κάτω με το πρόσωπον στο έδαφος και ήκουσα μίαν
φωνήν, την φωνήν του Κυρίου, ο οποίος μου ωμιλούσε.
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ.
Τῆς Ἐξόδου τό Ἀνάγνωσμα (Κεφ. B΄ 5-10).
Εξ. 2,5 κατέβη δὲ ἡ
θυγάτηρ Φαραὼ λούσασθαι ἐπὶ τὸν ποταμόν, καὶ αἱ
ἅβραι αὐτῆς παρεπορεύοντο παρὰ τὸν ποταμόν. καὶ
ἰδοῦσα τὴν θῖβιν ἐν τῷ ἕλει, ἀποστείλασα
τὴν ἅβραν ἀνείλατο αὐτήν.
Εξ. 2,5 Κατά την ώραν εκείνην κατέβη από τα ανάκτορά
της η θυγάτηρ του Φαραώ, δια να λουσθή στον ποταμόν. Οταν μαζή με τας
θεραπαινίδας της, που την ακολουθούσαν, έφθασαν στον ποταμόν, εβάδιζαν παρά την
όχθην του. Η θυγάτηρ του Φαραώ είδε το καλάθι στο έλος, απέστειλε μίαν υπηρέτριάν
της και το επήρε.
Εξ. 2,6 ἀνοίξασα δὲ
ὁρᾷ παιδίον κλαῖον ἐν τῇ θίβει, καὶ ἐφείσατο
αὐτοῦ ἡ θυγάτηρ Φαραὼ καὶ ἔφη· ἀπὸ
τῶν παιδίων τῶν Ἑβραίων τοῦτο.
Εξ. 2,6 Οταν το άνοιξε, είδε μέσα στο καλάθι ένα παιδί
να κλαίη. Το ελυπήθη η θυγάτηρ του Φαραώ και είπε· “αυτό ασφαλώς είναι από τα
παιδιά των Εβραίων”.
Εξ. 2,7 καὶ εἶπεν
ἡ ἀδελφὴ αὐτοῦ τῇ θυγατρὶ Φαραώ·
θέλεις καλέσω σοι γυναῖκα τροφεύουσαν ἐκ τῶν Ἑβραίων καὶ
θηλάσει σοι τὸ παιδίον;
Εξ. 2,7 Η κρυμμένη αδελφή του βρέφους παρουσιάσθη τότε
εις την θυγατέρα του Φαραώ και την ηρώτησε· “θέλεις να σου φωνάξω μια γυναίκα
από τας Εβραίας, τροφόν δια να θηλάση προς λογαριασμόν σου το παιδί αυτό;”
Εξ. 2,8 ἡ δὲ εἶπεν
ἡ θυγάτηρ Φαραώ· πορεύου. ἐλθοῦσα δὲ ἡ νεᾶνις
ἐκάλεσε τὴν μητέρα τοῦ παιδίου.
Εξ. 2,8 Η θυγάτηρ του Φαραώ απήντησε· “ναι πήγαινε
κάλεσέ την”. Ηλθεν η νεάνις και εκάλεσε την μητέρα του παιδιού.
Εξ. 2,9 εἶπε δὲ
πρὸς αὐτὴν ἡ θυγάτηρ Φαραώ· διατήρησόν μοι τὸ
παιδίον τοῦτο καὶ θήλασόν μοι αὐτό, ἐγὼ δὲ
δώσω σοι τὸν μισθόν. ἔλαβε δὲ ἡ γυνὴ τὸ
παιδίον καὶ ἐθήλαζεν αὐτό.
Εξ. 2,9 Η θυγάτηρ του Φαραώ είπε· “ανάλαβε την
συντήρησιν αυτού του παιδιού, θήλασέ μου το και εγώ θα σου δώσω την αμοιβήν
σου”. Επήρε η γυναίκα το παιδί και το εθήλαζε.
Εξ. 2,10 ἀδρυνθέντος δὲ
τοῦ παιδίου, εἰσήγαγεν αὐτὸ πρὸς τὴν
θυγατέρα Φαραώ, καὶ ἐγενήθη αὐτῇ εἰς υἱόν·
ἐπωνόμασε δὲ τὸ ὄνομα αὐτοῦ Μωυσῆν
λέγουσα· ἐκ τοῦ ὕδατος αὐτὸν ἀνειλόμην.
Εξ. 2,10 Οταν το παιδί εμεγάλωσε, το ωδήγησεν η μητέρα
του προς την θυγατέρα του Φαραώ. Εκείνη δε το επήρε ως υιόν της, το υιοθέτησε
και το ωνόμασε Μωϋσήν, λέγουσα ότι “του δίνω αυτό το όνομα, διότι το έβγαλα από
το νερό· είναι υδατόσωστος”.
Ιωβ.
1,13 Καὶ ἦν ὡς
ἡ ἡμέρα αὕτη, οἱ υἱοὶ Ἰὼβ καὶ
αἱ θυγατέρες αὐτοῦ ἔπινον οἶνον ἐν τῇ
οἰκίᾳ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτῶν τοῦ
πρεσβυτέρου.
Ιωβ. 1,13 Μιαν, λοιπόν, ημέραν τα παιδιά και αι θυγατέρες
του Ιώβ έτρωγαν εις κοινόν συμπόσιον εν τη οικία του μεγαλυτέρου αδελφού των.
Ιωβ.
1,14 καὶ ἰδοὺ ἄγγελος
ἦλθε πρὸς Ἰὼβ καὶ εἶπεν αὐτῷ·
τὰ ζεύγη τῶν βοῶν ἠροτρία, καὶ αἱ θήλειαι ὄνοι
ἐβόσκοντο ἐχόμεναι αὐτῶν,
Ιωβ. 1,14 Τοτε ένας αγγελιαφόρος ήλθεν στον Ιώβ και του
είπε· “τα ζευγάρια των βοϊδιών σου αροτριούσαν και αι θήλειαι όνοι έβοσκαν
αμέρινοι εκεί πλησίον των.
Ιωβ.
1,15 καὶ ἐλθόντες οἱ
αἰχμαλωτεύοντες ᾐχμαλώτευσαν αὐτὰς καὶ τοὺς
παῖδας ἀπέκτειναν ἐν μαχαίραις· σωθεὶς δὲ ἐγὼ
μόνος ἦλθον τοῦ ἀπαγγεῖλαί σοι.
Ιωβ. 1,15 Αίφνης επήλθον εναντίον αυτών λησταί και ήρπασαν
τα βόϊδια και τας θηλυκάς όνους, αφού προηγουμένως έσφαξαν με τας μαχαίρας των
τους δούλους σου. Εγώ μόνος διέφυγα την σφαγήν και σωθείς ήλθον εδώ, δια να σου
αναγγείλω το θλιβερόν γεγονός”.
Ιωβ.
1,16 ἔτι τούτου λαλοῦντος,
ἦλθεν ἕτερος ἄγγελος καὶ εἶπε πρὸς Ἰώβ·
πῦρ ἔπεσεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ
κατέκαυσε τὰ πρόβατα καὶ τοὺς ποιμένας κατέφαγεν ὁμοίως·
σωθεὶς δὲ ἐγὼ μόνος ἦλθον τοῦ ἀπαγγεῖλαί
σοι.
Ιωβ. 1,16 Ενώ ακόμη αυτός ωμιλούσε, ήλθεν άλλος αγγελιαφόρος
και είπε προς τον Ιώβ· “φωτιά έπεσεν από τον ουρανόν και έκαυσεν εξ ολοκλήρου
τα πρόβατα, κατέφαγε δε και τους βοσκούς η φωτιά αυτή. Εγώ μόνος διεσώθην από
την καταστροφήν και ήλθα να σου αναγγείλω το θλιβερόν γεγονός”.
Ιωβ.
1,17 ἔτι τούτου λαλοῦντος
ἦλθεν ἕτερος ἄγγελος καὶ εἶπε πρὸς Ἰώβ·
οἱ ἱππεῖς ἐποίησαν ἡμῖν κεφαλὰς τρεῖς
καὶ ἐκύκλωσαν τὰς καμήλους καὶ ᾐχμαλώτευσαν αὐτὰς
καὶ τοὺς παῖδας ἀπέκτειναν ἐν μαχαίραις· ἐσώθην
δὲ ἐγὼ μόνος καὶ ἦλθον τοῦ ἀπαγγεῖλαί
σοι.
Ιωβ. 1,17 Ενῷ ακόμη αυτός ωμιλούσε,
και παρείχε τας θλιβεράς πληροφορίας, ήλθεν άλλος αγγελιοφόρος και είπε προς
τον Ιώβ· “έφιπποι λησταί χωρισμένοι εις τρία τμήματα, ήλθαν εναντίον μας και
περικύκλωσαν τας καμήλους και τας ήρπασαν. Τους δούλους σου, που εφύλασσαν
αυτάς, εφόνευσάν με τας μαχαίρας των. Εγώ μόνος διέφυγα την σφαγήν και σωθείς
ήλθα να σου αναγγείλω το θλιβερόν γεγονός”.
Ιωβ.
1,18 ἔτι τούτου λαλοῦντος
ἄλλος ἄγγελος ἔρχεται λέγων τῷ Ἰώβ· τῶν
υἱῶν σου καὶ τῶν θυγατέρων σου ἐσθιόντων καὶ
πινόντων παρὰ τῷ ἀδελφῷ αὐτῶν τῷ
πρεσβυτέρῳ,
Ιωβ. 1,18 Ενῷ και αυτός ακόμη
ωμιλούσε, έρχεται άλλος αγγελιαφόρος αναγγέλλων προς τον Ιώβ· “καθ' ον χρόνον
οι υιοί σου και αι θυγατέρες σου έτρωγαν και έπιναν εις την οικίαν του
μεγαλυτέρου αυτών αδελφού,
Ιωβ.
1,19 ἐξαίφνης πνεῦμα
μέγα ἐπῆλθεν ἐκ τῆς ἐρήμου καὶ ἥψατο
τῶν τεσσάρων γωνιῶν τῆς οἰκίας, καὶ ἔπεσεν ἡ
οἰκία ἐπὶ τὰ παιδία σου, καὶ ἐτελεύτησαν·
ἐσώθην δὲ ἐγὼ μόνος καὶ ἦλθον τοῦ ἀπαγγεῖλαί
σοι.
Ιωβ. 1,19 αιφνιδίως ήλθε μέγας βίαιος άνεμος από την έρημον
επέπεσεν ορμητικός εις τας τέσσαρας γωνίας της οικίας, η δε οικία εκρημνίσθη
επάνω εις τα παιδιά σου και εκείνα ετάφησαν κάτω από τα ερείπια. Εγώ δε μόνος
από τους υπηρέτας εσώθην και ήλθα να σου αναγγείλω το θλιβερόν γεγονός”.
Ιωβ.
1,20 Οὕτως ἀναστὰς
Ἰὼβ ἔῤῥηξε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ
καὶ ἐκείρατο τὴν κώμην τῆς κεφαλῆς καὶ πεσὼν
χαμαὶ προσεκύνησε τῷ Κυρίῳ καὶ εἶπεν·
Ιωβ. 1,20 Τοτε ηγέρθη ο Ιώβ, έσχισε τα ενδύματα του, εκούρεψε
τα μαλλιά της κεφαλής του, έπεσε κάτω στο έδαφος, προσεκύνησε τον Κυριον και
είπε·
Ιωβ.
1,21 αὐτὸς γυμνὸς
ἐξῆλθον ἐκ κοιλίας μητρός μου, γυμνὸς καὶ ἀπελεύσομαι
ἐκεῖ· ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο·
ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καὶ ἐγένετο·
εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας.
Ιωβ. 1,21 “Εγώ γυμνός εβγήκα από την κοιλίαν της μητρός μου,
γυμνός θα απέλθω από τον κόσμον αυτόν στον τάφον. Ο Κυριος έδωκε τα δώρα του, ο
Κυριος τα αφήήρεσεν. Οπως στον Κυριον εφάνη αρεστόν, έτσι και έγινεν. Ας είναι
δοξασμένον το όνομα του Κυρίου στους αιώνας των αιώνων”.
Ιωβ.
1,22 Ἐν τούτοις πᾶσι
τοῖς συμβεβηκόσιν αὐτῷ οὐδὲν ἥμαρτεν Ἰὼβ
ἐναντίον τοῦ Κυρίου καὶ οὐκ ἔδωκεν ἀφροσύνην
τῷ Θεῷ.
Ιωβ. 1,22 Εις όλας αυτάς τας συμφοράς, που επήλθον εναντίον
του Ιωβ, αυτός καθόλου δεν ημάρτησεν ενώπιον του Κυρίου. Δεν περιέπεσεν εις
καμμίαν απερισκεψίαν εναντίον του Θεού.
http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/01.%20Math.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου