«Κλίμαξ»
29. Μοῦ ἔθεσαν μερικοὶ κάποιο πολὺ δύσκολο θεωρητικὸ πρόβλημα, ἀνώτερο ἀπὸ τὶς δυνάμεις ἐκείνων ποὺ εὑρίσκονται στὰ ἰδικά μου μέτρα, καὶ τὸ ὁποῖο δὲν περιείχετο σὲ κανένα ἀπὸ τὰ βιβλία ποὺ ἦλθαν στὰ χέρια μου. Μοῦ ἔλεγαν δηλαδή: «Ποιὰ εἶναι τὰ ἰδιαίτερα τέκνα καθενός ἐκ τῶν ὀκτὼ πονηρῶν λογισμῶν; Καὶ ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς πρώτους εἶναι γεννήτωρ τῶν ὑπολοίπων πέντε»; Ἐγώ τότε, προβάλλοντας στὴν ἀπορία ἀξιέπαινη ἄγνοια, ἔμαθα ἀπὸ τους ὁσιωτάτους ἄνδρας τὰ ἑξῆς:
Μητέρα τῆς πορνείας εἶναι ἡ γαστριμαργία, τῆς ἀκηδίας ἡ κενοδοξία. Ἡ λύπη εἶναι τέκνο καὶ τῶν τριῶν καθώς καὶ ἡ ὀργή. Μητέρα τῆς ὑπερηφανείας εἶναι πάλι ἡ κενοδοξία.
Ἐγὼ τότε, λαμβάνοντας τὸν λόγο, ἔλεγα πρὸς τοὺς ἀειμνήστους ἐκείνους: «Σᾶς ἱκετεύω νὰ μοῦ μάθετε ἐν συνεχείᾳ καὶ τῶν ὀκτὼ πονηρῶν λογισμῶν τὰ τέκνα, καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ ποῦ γεννᾶται τὸ καθένα».
Καὶ μὲ ἐδίδασκαν μὲ πολλὴ καλωσύνη οἱ ἀπαθεῖς ἐκεῖνοι, λέγοντάς μου ὅτι δὲν εὑρίσκεται τάξις καὶ σύνεσις στοὺς ἀσυνέτους, ἀλλὰ μᾶλλον ἀταξία καὶ ἀκαταστασία. Μὲ ἔπειθαν δὲ οἱ μακάριοι μὲ πειστικὰ παραδείγματα, φέροντας πάρα πολλὰ ἐπιχειρήματα, ἐκ τῶν ὁποίων μερικὰ τὰ συμπεριλαμβάνομε στὸν παρόντα λόγο, ὢστε ἀπὸ αὐτὰ νὰ διαφωτισθοῦμε καὶ γιὰ τὰ ὑπόλοιπα.
Ἐπὶ παραδείγματι: Ὁ ἄκαιρος γέλως ἄλλοτε γεννᾶται ἀπὸ τὴν πορνεία, ἄλλοτε ἀπὸ τὴν κενοδοξία -ὅταν κανεὶς καυχᾶται μέσα του ἄτακτα-, καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὴν τρυφή.
Ὁ πολὺς ὕπνος ἄλλοτε γεννᾶται ἀπὸ τὴν τρυφή, ἄλλοτε καὶ ἀπὸ τὴν νηστεία -ὅταν οἱ νηστεύοντες ὑπερηφανεύονται-, ἄλλοτε ἀπὸ τὴν ἀκηδία καὶ ἄλλοτε ἀπὸ φυσικὴ ἀνάγκη.
Ἡ πολυλογία ἄλλοτε γεννᾶται ἀπὸ τὴν γαστριμαργία καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὴν κενοδοξία.
Ἡ ἀκηδία ἄλλοτε γεννᾶται ἀπὸ τὴν τρυφή καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὴν ἀφοβία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ βλασφημία εἶναι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον γέννημα τῆς ὑπερηφανείας. Πολλὲς φορὲς ὅμως καὶ τῆς ἐσωτερικῆς κατακρίσεως ἢ καὶ τοῦ ἀκαίρου φθόνου τῶν δαιμόνων. Ἡ σκληροκαρδία προέρχεται ἐνίοτε ἀπὸ τὸν χορτασμό, συχνότερα ὅμως ἀπὸ τὴν ἀναισθησία καὶ τὴν προσπάθεια*.
Ἡ προσπάθεια πάλι προέρχεται ἀπὸ τὴν πορνεία ἢ τὴν φιλαργυρία ἢ τὴν κενοδοξία καὶ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα.
Ἡ πονηρία πάλι ἀπὸ τὴν οἴηση καὶ τὴν ὀργή.
Ἡ ὑποκρισία ἀπὸ τὴν αὐταρέσκεια καὶ τὴν ἰδιορρυθμία.
Τὰ δὲ ἀντίθετά τους ἀπὸ τοὺς ἀντιθέτους γονεῖς. Καὶ γιὰ νὰ μὴν πολυλογῶ -διότι δὲν θὰ μοῦ ἐπαρκέσει ὁ χρόνος, ἂν θελήσω νὰ ἐξετάσω τὸ καθένα χωριστά-, ὅλων αὐτῶν τῶν παθῶν κατὰ κύριον λόγον εἶναι φονεύτρια ἡ ταπείνωσις. Ὅσοι τὴν ἀπέκτησαν τὰ ἐνίκησαν ὅλα.
* ἡ μετὰ πάθους προσκόλλησις, ἡ δέσμευσις τοῦ συναισθήματος σὲ κάτι (ἀντίθετο: «ἀπροσπάθεια»).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου