IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
Δημητσάνα, Μ. Δευτέρα 6 Ἀπριλίου
2015
ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ
ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ
Ἡ ἐργασία αὐτή
προσφέρεται στούς ἀναγνῶστες σέ συνέχειες ἑκάστη Δευτέρα καί Παρασκευή διά ἐξεύρεση
λαθῶν καί ἐνημέρωσή μας πρός διόρθωσή των, πρίν ἀπό τήν τελική δημοσίευση τοῦ ἔργου.
Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ (6,5-9,17)
Ἡ διαφθορά τῆς ἀνθρωπότητας
(6,5-12)
(Προλογικό σημείωμα)
Καί ἡ περικοπή μας αὐτή
ὁμιλεῖ γιά τήν αὔξηση τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων (στίχ. 11.12) καί ὅτι λοιπόν εἶναι
δικαιολογημένος ὁ κατακλυσμός. Ἐνῶ ἡ προηγούμενη περικοπή ὡς προκατακλυσμιαία ἁμαρτία
παρουσίασε τήν σαρκικότητα (βλ. ἰδιαίτερα, στίχ. 3 «διά τό εἶναι αὐτούς σάρκας»), ἡ παροῦσα περικοπή προχωρεῖ ἀκόμη
περισσότερο καί ὡς ἁμαρτία παρουσιάζει τήν διαφθορά τῆς καρδιᾶς τῶν ἀνθρώπων
(στίχ. 5: «Πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτοῦ ἐπιμελῶς ἐπί τά πονηρά πάσας τάς ἡμέρας»). Γι᾽ αὐτό καί ὁ Θεός, μή ἀνεχόμενος
πλέον, ὡς ἅγιος, τήν ἁμαρτία τους (στίχ. 6), ἀποφασίζει τήν ἐξάλειψή τους ἀπό
τήν γῆ μέ κατακλυσμό (στίχ. 7). Ὅμως σ᾽ αὐτή τήν διεφθαρμένη γενεά ἕνας δίκαιος
ἄνθρωπος, ὁ Νῶε, εὐαρέστησε τόν Θεό (στίχ. 9). Καί ἀσφαλῶς αὐτός θά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τόν κατακλυσμό.
(Μετάφραση τοῦ
κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
6,5Βλέποντας ὁ
Κύριος ὁ Θεός ὅτι πληθύνθηκαν οἱ κακίες τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ καί ὅλοι τους κάθε
μέρα μηχανεύονται μέ ἐπιμέλεια τά πονηρά, 6«μετανόησε» ὁ Θεός γιατί ἔκανε τόν ἄνθρωπο
στήν γῆ καί «θύμωσε» (ἐναντίον του). 7Τότε εἶπε ὁ Θεός: «Θά ἐξαλείψω τόν ἄνθρωπο,
πού δημιούργησα, ἀπό τήν γῆ· τόν ἄνθρωπο καί τά κτήνη· τά ἑρπετά καί τά πτηνά
τοῦ οὐρανοῦ, γιατί “μετανόησα” πού τά ἔπλασα». 8Ὁ Νῶε ὅμως βρῆκε χάρη ἐνώπιον
τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ.
9Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία
τοῦ Νῶε.
Ὁ Νῶε ἦταν ἕνας ἄνθρωπος δίκαιος, τέλειος
στήν γενεά του. Καί εὐαρέστησε ὁ Νῶε στόν Θεό.α 10Γέννησε δέ ὁ Νῶε τρεῖς υἱούς:
τόν Σήμ, τόν Χάμ καί τόν Ἰάφεθ. 11Ἀλλά ἡ γῆ διεφθάρη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί
γέμισε ἀπό ἀδικίες. 12Καί εἶδε ὁ Κύριος ὁ Θεός τήν γῆ ὅτι εἶναι διεφθαρμένη,
γιατί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶχαν διαφθείρει τήν ζωή τους στήν γῆ.
α. «Καί περπάτησε μέ τόν Θεό», λέει τό Ἑβρ.
(Ἑρμηνευτικά σχόλια περικοπῆς)
6,5-9,17: Τό τεμάχιο αὐτό συνδυάζει δύο παραλλήλους
διηγήσεις: Τήν μία γιαχβική, γεμάτη χρῶμα καί ζωή (6,5-8. 7,1-5.7-10·
12.16β.17.22-23. 8,2β-3α.6-12.13β.20-22) καί τήν ἄλλη ἱερατική διήγηση,
περισσότερο ἀκριβή καί στοχαστική, ἀλλά καί περισσότερο ξηρή (6,9-22.
7,6.11.13-16β.18-21.24. 8,1-2α.3β-5.13α.14-19. 9,1-17). Ὁ τελικός συντάκτης
σεβάστηκε αὐτές τίς δύο παραδόσεις καί δέν προσπάθησε νά καταργήσει τίς
διαφωνίες στίς λεπτομέρειες. Ἔχομε πολλές βαβυλωνιακές διηγήσεις γιά τόν
κατακλυσμό, οἱ ὁποῖες παρουσιάζουν ἀξιόλογες ὁμοιότητες μέ τήν βιβλική διήγηση,
ἀλλά ἡ βιβλική περιγραφή τίς ὑπερβαίνει κατά πολύ στό θρησκευτικό καί ἠθικό της
πνεῦμα. Ἡ Βίβλος δέν ἐξαρτᾶται κατ᾿ εὐθεῖαν ἀπό καμμία τῶν βαβυλωνιακῶν
διηγήσεων, ἀλλά μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἀντλεῖ ἀπό τήν ἴδια πηγή μέ αὐτές, μιά
πηγή ἡ ὁποία ὁμιλεῖ γιά ἀνάμνηση μιᾶς ἤ καί πολλῶν καταστροφικῶν πλημμυρῶν τῆς
κοιλάδος τοῦ Τίγρητος καί τοῦ Εὐφράτου, τίς ὁποῖες ἡ παράδοση εἶχε ἐξογκώσει σέ
ἕνα παγκόσμιο κατακλυσμό. Μόνον – καί αὐτό εἶναι τό οὐσιῶδες – ὁ ἱερός
συγγραφεύς ἐνδυνάμωσε αὐτή τήν ἀνάμνηση μέ μία αἰωνίου κύρους διδασκαλία γιά
τήν δικαιοσύνη καί εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, γιά τήν κακία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν
σωτηρία τοῦ δικαίου (βλ. Ἑβρ. 11,7). Ὁ κατακλυσμός εἶναι μία κρίση τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία
προεικονίζει τήν κρίση τῶν τελευταίων καιρῶν (βλ. Λουκ. 17,26 ἑξ. Ματθ. 24,37 ἑξ.),
ὅπως ἡ σωτηρία τοῦ Νῶε εἰκονίζει τήν σωτηρία μέ τά ὕδατα τοῦ βαπτίσματος (βλ.
Α΄ Πέτρ. 3,2-21), τυπολογία, ἡ ὁποία θά ἑρμηνευθῇ εὐρέως ἀπό τούς Πατέρες. 6,6. Αὐτή ἡ μεταμέλεια τοῦ Θεοῦ ἐκφράζει
κατά ἕνα ἀνθρώπινο τρόπο τήν ἀπαίτηση τῆς ἁγιότητός του νά μήν μπορεῖ νά ὑποφέρει
τήν ἁμαρτία. Ἰδία ἔκφρασις καί εἰς Α΄ Βασ. 15,11. Τό Α΄ Βασ. 15,29 ἀπορρίπτει
μία κατά γράμμα ἑρμηνεία. Συχνῶς ἡ μεταμέλεια τοῦ Θεοῦ σημαίνει τήν καταπράϋνση
τοῦ «θυμοῦ» Του καί τήν ἀνάκληση τῆς ἀπειλῆς Του, βλ. Ἰερ. 33 (Ἑβρ. 26),3 σχόλ.
Προετοιμασίες γιά τόν κατακλυσμό (6,13-7,16)
(Προλογικό σημείωμα)
Ἡ ἀπαλλαγή τοῦ Νῶε ἀπό
τόν κατακλυσμό θά γίνει διά μιᾶς πελωρίας κιβωτοῦ (6,15). Αὐτή ἦταν σάν ἕνα ὑπερωκεάνειο
πλοῖο, ὄχι ὅμως γιά νά ταξιδεύει, ἀλλά νά στέκεται, ὡς ἕνα σπίτι. Γιά τήν στερεότητά
της ἡ κιβωτός κατασκευάστηκε ἀπό τετράγωνα ξύλα καί ἡ μοναδική πόρτα τῆς εἰσόδου
της ἦταν πρός τά πλάγια καί ὑψηλότερα γιά νά μήν εἰσέρχεται νερό σ᾽ αὐτή
(6,16). Γιά τήν στερεότητά της πάλι ἡ κιβωτός ἦταν ἀλειμμένη μέ πίσσα ἀπό μέσα
καί ἀπό ἔξω (6,14). Στήν κιβωτό εἰσῆλθε ὁ Νῶε, ἀλλά χάριν τῆς ἀρετῆς του εἰσῆλθαν
καί τά ἄλλα μέλη τῆς οἰκογενείας του, ἡ γυναίκα του καί οἱ τρεῖς υἱοί του
(7,1). Δέν ἔπρεπε νά καταστραφεῖ ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, γιατί ὁ Θεός εἶχε ὑποσχεθεῖ
τήν νίκη κατά τοῦ ὄφεως μέ τό Σπέρμα τῆς γυναικός. Στόν Νῶε λοιπόν καί στήν οἰκογένειά
του ἐπικυρώθηκε αὐτή ἡ διαθήκη (6,18) καί σ᾽ αὐτόν θά διατηρηθεῖ τό σπέρμα τῆς ἀνθρωπότητος.
Στήν κιβωτό ἐπίσης ὁ Νῶε ἔπρεπε νά πάρει ἀπό ὅλα τά ζῶα, γιά νά διατηρήσει τό εἶδος
τους (6,19-20. 7,2-3.8-9). Ἀφοῦ τελείωσαν οἱ προετοιμασίες ἄρχισε ὁ κατακλυσμός
(7,10 ἑξ.). Ἄνοιξαν οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ καί ἔπεφτε χειμαρρώδης βροχή γιά
σαράντα μέρες καί σαράντα νύχτες (7,11.12), ἀλλά καί οἱ πηγές τῶν ὑπογείων ὑδάτων
ἔσπασαν καί ἔδιναν καί αὐτές ἄφθονο νερό γιά τόν κατακλυσμό (7,11β).
(Μετάφραση τοῦ
κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση
χώρου)
6,13Καί εἶπε ὁ
Κύριος ὁ Θεός στόν Νῶε: «Τό τέλος τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἔφθασε ἐνώπιόν μου, γιατί
γέμισε ἡ γῆ ἀπό τίς ἀδικίες τους καί ἰδού ἐγώ θά καταστρέψω αὐτούς καί τήν γῆ.
14Κάνε λοιπόν γιά τόν ἑαυτό σου κιβωτό ἀπό τετράγωνα ξύλα·α νά τήν κάνεις μέ
μικρά δωμάτια καί νά τήν ἀλείψεις μέ πίσσα μέσα καί ἔξω. 15Ἔτσι νά κάνεις τήν
κιβωτό: Τό μῆκος της νά εἶναι τριακόσιοι πήχεις, τό πλάτος της πενήντα καί τό ὕψος
της τριάντα πήχεις. 16Θά βάλεις στέγη στήν κιβωτό καί θά τήν τελειώσεις σέ ἕνα
πῆχυ ἐπάνω· τήν δέ εἴσοδο τῆς κιβωτοῦ θά τήν κάνεις στά πλάγια· θά τήν
διαιρέσεις σέ ἰσόγειο, πρῶτο καί δεύτερο ὄροφο.
17Ἐγώ δέ ἰδού θά
κάνω κατακλυσμό ὑδάτων στήν γῆ, γιά νά καταστρέψω κάθε πλάσμα πού εἶναι κάτω ἀπό
τόν οὐρανό καί ἔχει μέσα του πνοή ζωῆς· ὁ,τιδήποτε βρίσκεται στήν γῆ θά
πεθάνει. 18Θά συνάψω ὅμως τήν διαθήκη μου μέ σένα· στήν κιβωτό θά μπεῖς ἐσύ καί
οἱ υἱοί σου, ἡ γυναίκα σου καί οἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν σου μαζί σου. 19Ἀκόμα θά
βάλεις στήν κιβωτό ἀνά δύο ἀπό κάθε εἶδος ζώου· ἀπό ὅλα τά ἑρπετά καί τά θηρία
καί γενικά ἀπό κάθε ζῶο καί θά τά τρέφεις μαζί σου· τό κάθε ζευγάρι θά ἀποτελεῖται
ἀπό ἕνα ἀρσενικό καί ἀπό ἕνα θηλυκό. 20Ἀπό ὅλα τά εἴδη τῶν πτηνῶν καί ἀπό ὅλα
τά εἴδη τῶν κτηνῶν καί ἀπό ὅλα τά εἴδη τῶν ἑρπετῶν τῆς γῆς ἀνά δύο, ἀρσενικό
καί θηλυκό, ἀπό ὅλα, θά ’ρθοῦν σέ σένα, γιά νά τρέφονται μαζί σου. 21Πάρε ἐπίσης
μαζί σου ἀπό κάθε τροφή πού τρῶτε καί συγκέντρωσέ τις κοντά σου, γιά νά
χρησιμεύσουν ὡς τροφή καί γι’ αὐτά». 22Καί ἔκανε ὁ Νῶε ὅλα ὅσα τόν διέταξε
Κύριος ὁ Θεός. Ἔτσι ἔκανε!
7,1Καί εἶπε ὁ Κύριος
ὁ Θεός στόν Νῶε:«Μπές ἐσύ καί ὅλη ἡ οἰκογένειά σου στήν κιβωτό, γιατί σέ εἶδα
δίκαιο ἐνώπιόν μου σ’ αὐτή τήν γενεά. 2Ἀπό τά καθαρά κτήνη πάρε μαζί σου ἀνά ἑπτά
ζεύγη, ἀπό ἕνα ἀρσενικό καί ἕνα θηλυκό τό κάθε ζεῦγος· ἀπό τά κτήνη ὅμως τά μή
καθαρά νά πάρεις δύο ζεύγη, ἕνα ἀρσενικό καί ἕνα θηλυκό τό κάθε ζεῦγος. 3Καί ἀπό
τά πτηνά τοῦ οὐρανοῦ τά καθαρά ἀνά ἑπτά ζεύγη, ἀπό ἕνα ἀρσενικό καί ἕνα θηλυκό
τό κάθε ζεῦγος. Ἀπό τά πτηνά ὅμως τά μή καθαρά νά πάρεις δύο ζεύγη, ἕνα ἀρσενικό
καί ἕνα θηλυκό τό κάθε ζεῦγος. Ἔτσι θά διατηρήσεις τό σπέρμα τους σ’ ὅλη τήν γῆ.β
4Γιατί ὕστερα ἀπό ἑπτά ἡμέρες πρόκειται νά ρίξω βροχή στήν γῆ γιά σαράντα ἡμέρες
καί σαράντα νύχτες· καί θά ἀφανίσω ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς ὁ,τιδήποτε ὑπάρχει,
τό ὁποῖο δημιούργησα». 5Καί ἔκανε ὁ Νῶε ὅλα ὅσα τόν διέταξε ὁ Κύριος ὁ Θεός.
6Ὅταν ἔγινε ὁ
κατακλυσμός τῶν ὑδάτων στήν γῆ, ὁ Νῶε ἦταν ἑξακοσίων ἐτῶν.
7Μπῆκε δέ ὁ Νῶε καί
οἱ υἱοί του, ἡ γυναίκα του καί οἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν του μαζί του στήν κιβωτό,
λόγω τοῦ κατακλυσμοῦ τῶν ὑδάτων (πού θά γινόταν). 8Καί ἀπό τά καθαρά πτηνά καί ἀπό
τά πτηνά τά μή καθαρά καί ἀπό τά καθαρά κτήνη καί ἀπό τά κτήνη τά μή καθαρά καί
ἀπό ὅλα τά ἑρπετά τῆς γῆς 9ἦρθαν στόν Νῶε μέσα στήν κιβωτό ἀνά δύο, ἕνα ἀρσενικό
καί ἕνα θηλυκό, ὅπως εἶπε ὁ Θεός στόν Νῶε. 10Ὕστερα ἀπό ἑπτά ἡμέρες ἄρχισαν τά
νερά τοῦ κατακλυσμοῦ νά πέφτουν ἐπάνω στήν γῆ.
11Στόν ἑξακοσιοστό
χρόνο τῆς ζωῆς τοῦ Νῶε, τόν δεύτερο μήνα, στίς 27 τοῦ μηνός, αὐτή τήν ἡμέρα, ἔσπασαν
ὅλες οἱ πηγές τῆς ἀβύσσου καί ἄνοιξαν οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ·12καί ἔπεφτε
βροχή στήν γῆ γιά σαράντα μέρες καί σαράντα νύχτες.
13Αὐτή τήν ἡμέρα μπῆκε
ὁ Νῶε στήν κιβωτό καί μαζί του οἱ υἱοί του, ὁ Σήμ, ὁ Χάμ καί ὁ Ἰάφεθ, ἡ γυναίκα
του καί οἱ τρεῖς γυναῖκες τῶν υἱῶν του·14καί ὅλα τά θηρία χωριστά κατά τό γένος
τους, καί ὅλα τά κτήνη κατά τό γένος τους
καί ὅλα τά ἑρπετά πού κινοῦνται στήν γῆ κατά τό γένος τους καί ὅλα τά εἴδη
τῶν πτηνῶν κατά τό γένος τους, 15εἰσῆλθαν μαζί μέ τόν Νῶε στήν κιβωτό, ἀνά δύο,
ἀρσενικό καί θηλυκό, ἀπό ὅλα τά ζῶα, πού μέσα τους ἔχουν πνοή ζωῆς. 16Καί τά εἰσερχόμενα,
ἀρσενικά καί θηλυκά, ἀπό ὅλα τά εἴδη, εἰσῆλθαν (στήν κιβωτό), ὅπως διέταξε ὁ
Θεός τόν Νῶε.
Καί ἔκλεισε Κύριος ὁ
Θεός ἀπ’ ἔξω
τήν κιβωτό.
α. «Ἀπό ξύλα γόφερ», λέει τό Ἑβρ.
β. Τό Ἑβρ. λέει στόν
στίχ. 3: «Καί ἀπό τῶν πτηνῶν τοῦ οὐρανοῦ ἑπτά
ἑπτά, ἄρσεν καί θῆλυ· γιά νά διατηρήσεις σπέρμα ἐπάνω σέ ὅλη τήν γῆ».
(Ἑρμηνευτικά σχόλια περικοπῆς)
6,14. Κιβωτόν. Ἑβρ. «Τεβά». Ἡ λ. εἶναι πολύ ἀρχαϊκή, τόσο ὥστε ἑρμηνευτές
δέν γνωρίζουν τήν ρίζα της, οὔτε ἀκόμη καί τήν γλώσσα στήν ὁποία ἀνήκει. Μᾶλλον
εἶναι αἰγυπτιακῆς προελεύσεως. Εἶναι βέβαιο ὅμως ὅτι μέ τήν λέξη αὐτή δηλώνεται
ἕνα ἐπίμηκες κιβώτιο, τό ὁποῖο ἔγινε γιά νά ἐπιπλέει καί ὄχι γιά νά ταξιδεύει. Μερικοί
μεταφράζουν τήν λ. «Τεβά» «ἐπιπλέων». Βλ. καί Ἐξ.
2,3. 6,16. Εἰς πῆχυν συντελέσεις αὐτήν ἄνωθεν.
Δύσκολη φράση στήν ἑρμηνεία της. Ἡ κιβωτός θά εἶχε μόνο μία θύρα
τοποθετημένη στά πλάγια, ἡ ὁποία ὅμως θά ἐξετείνετο σέ ὅλους τούς ὀρόφους. Οἱ ὄροφοι
θά ἦταν τρεῖς. Ἡ στέγη θά εἶχε μία κλίση ἑνός πήχεως γιά τήν ροή τῶν ὑδάτων τοῦ
οὐρανοῦ (7,11). 6,17. Πνεῦμα ζωῆς. Ἑβρ.
«ρούαχ». Ἡ λέξη αὐτή σημαίνει τόν ἀέρα
ἐν κινήσει, εἴτε τό φύσημα τοῦ ἀνέμου (Ἐξ. 10,13. Ἰώβ 21,18), εἴτε αὐτό πού ἐξέρχεται
ἀπό τούς ῥώθωνες (7,15.22 κ.ἄ). «Ρούαχ», λοιπόν, σημαίνει τήν
ζωτική δύναμη καί τίς σκέψεις, τά συναισθήματα ἤ τά πάθη, ὅλα αὐτά στά ὁποῖα ἐκφράζεται
αὐτή (41,8. 45,27. Α΄ Βασ. 1,15. Γ΄ Βασ. 21,5 κ.ἄ.). Στόν ἄνθρωπο εἶναι ἕνα δῶρο
τοῦ Θεοῦ (6,3. Ἀριθμ. 16,22. Ἰώβ 27,3. Ψαλμ. 103,29. Ἐκκλ. 12,7). Εἶναι ἐπίσης ἡ
δύναμη μέ τήν ὁποία ὁ Θεός δρᾶ στήν δημιουργία (1,2. Ἰώβ 33,4. Ψαλμ. 103,29-30)
καθώς ἐπίσης καί στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων (Ἐξ. 31,3), ἰδιαίτερα διά τῶν προφητῶν
(βλ. σχόλ. εἰς Κριτ. 3,10 καί Ἰεζ. 36,28) καί τοῦ Μεσσίου (βλ. σχόλ. εἰς Ἠσ.11,2
καί Ρωμ. 1,9). 6,18. Στήσω τήν διαθήκην
μου μετά σοῦ. Ὄχι μία δίπλευρη διαθήκη, ἀλλά μία διαθήκη πού προέρχεται
καθαρά ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός ἐκείνους τούς ὁποίους ἐκλέγει. Τήν διαθήκη αὐτή
θά ἀκολουθήσουν ἄλλες διαθῆκες: Μέ τόν Ἀβραάμ (Γεν. κεφ. 15 καί 17) καί μέ ὅλο
τόν λαό (Ἐξ. 19,1 σχόλ.), μέχρις ὅτου γίνει ἡ τελευταία καί τέλεια διαθήκη, ἡ
«Καινή Διαθήκη», ἡ ὁποία συνήφθη ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου διά τοῦ Υἱοῦ
τοῦ Θεοῦ μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους (βλ. σχόλ. εἰς Ματθ. 26,28 καί Ἑβρ. 9,15). 6,19-22. Ἀπό κάθε εἴδους ζῶο πρέπει νά
ληφθεῖ ἕνα ζεῦγος γιά διατήρηση ὄχι γιά τροφή (βλ. 1,19 καί 6,21). 6,20. Στίς δύο διηγήσεις (βλ. 7,3) τά
μή λογικά ὄντα συνδέονται μέ τήν τύχη τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ κακία του χάλασε ὅλη τήν
δημιουργία (6,13), πού ἦταν καλή (1,31), καί ἡ τιμωρία θά εἶναι γενική. Ὁ Θεός ὅμως
παραμένει πιστός στό πρῶτο σχέδιό Του καί ὁ ζωικός κόσμος θά διατηρηθεῖ μέ τόν ἄνθρωπο·
εἴμαστε ἤδη πλησίον τοῦ ἀποστόλου Παύλου, βλ. Ρωμ. 8,19-22. 7,2. Ἀπό δέ τῶν πετεινῶν τῶν καθαρῶν. Τά
καθαρά ζῶα εἶναι ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὁ θρησκευτικός νόμος ἐπιτρέπει νά φαγωθοῦν ἤ
νά προσφερθοῦν γιά θυσία. Κατά τήν γιαχβική διήγηση τά ζῶα αὐτά διακρίνονται ἀπό
τήν ἀρχή καί διασώζονται σέ μεγαλύτερο ἀριθμόν, γιά νά χρησιμεύσουν σ᾿ αὐτό τό ὁποῖο
λέγεται εἰς 8,20. Ἡ ἱερατική πηγή ἀναφέρει μόνον δι᾿ ἕν ζεῦγος ἀπό ὅλα τά εἴδη
(6,19), διότι αὐτή ἀναβάλλει μέχρι τοῦ Μωυσέως τήν διάκριση μεταξύ τῶν καθαρῶν
καί ἀκαθάρτων ζώων (Λευιτ. κεφ. 11) καί τόν νόμο γιά τίς θυσίες (Λευιτ. κεφ. 1 ἑξ.).
Ἡ τελετουργική διάκριση μεταξύ καθαρῶν καί ἀκαθάρτων ζώων ἦταν ἤδη ἕνα
χαρακτηριστικό τῆς ἰσραηλιτικῆς θρησκείας κατά τούς χρόνους κατά τούς ὁποίους ἐγράφη
ἡ ἱερατική παράδοση. Ὅπως καί σέ ἄλλες
περιπτώσεις (βλ. διά παράδειγμα 4,2-4), ὁ γιαχβιστής εἰσάγει καί ἐδῶ ἕνα ἀναχρονισμό
τοποθετῶν τήν διάκριση στό παρελθόν (στίχ. 2-3). Ἡ ἱερατική παράδοση εἶναι
περρισσότερο προσεκτική σ᾽ αὐτή τήν ἄποψη (βλ. 6,19-20). 7,8.9. Συνήθως οἱ στίχοι αὐτοί κλίνονται σέ παρένθεση καί θεωροῦνται
ὡς μία προσθήκη, ἡ ὁποία συνδυάζει τήν διάκριση μεταξύ καθαρῶν καί ἀκαθάρτων
ζώων τοῦ γιαχβιστοῦ καί τόν ἀριθμό τῶν ζώων τοῦ ἱερατικοῦ ἐγγράφου· ὑπολογίζουν,
δηλαδή, οἱ στίχοι, κατά τήν ἱερατική διήγηση, ἕνα ζεῦγος ἀπό ἕκαστο εἶδος
(6,19-20 καί 7,2-3). 7,11. Ἐρράγησαν πᾶσαι
αἱ πηγαί... Τά ὕδατα, τά ὁποῖα ἦταν κάτω, καί τά ὕδατα, τά ὁποῖα ἦταν ἐπάνω,
ἔσπασαν τά ἐμπόδια, τά ὁποῖα εἶχε θέσει ὁ Θεός (βλ. 1,7)· αὐτό εἶναι ἐπιστροφή
στό χάος. Κατά τήν γιαχβική διήγηση ὁ κατακλυσμός προξενήθηκε ἀπό μία χειμαρρώδη βροχή (7,4.12).
Ἡ πλημμύρα τοῦ
κατακλυσμοῦ (7,17-24)
(Προλογικό σημείωμα)
Στήν περικοπή μας
περιγράφεται μέ παραστατικότητα ἡ πρόοδος τοῦ κατακλυσμοῦ καί πρέπει ἡ
περιγραφή αὐτή νά ἔγινε ἀπό αὐτόπτη μάρτυρα. Ἀποτέλεσμα τοῦ κατακλυσμοῦ ἦταν ὅτι
καταστράφηκε ἡ γῆ (στίχ. 19). Τά νερά σκέπασαν ὅλα τά ψηλά βουνά (στίχ. 20) καί
πέθαναν ὅλες οἱ ζωντανές ὑπάρξεις τῆς γῆς, πού ἦταν ἐκτός τῆς κιβωτοῦ (στίχ.
21-23). «Ὁ τότε κόσμος καταστράφηκε στόν
κατακλυσμό» (Β´ Πέτρ. 3,6), γιατί ὁ Θεός εἶδε ὅτι ἦταν καλύτερα γιά τούς ἀνθρώπους
νά πεθάνουν παρά νά ζοῦν στήν ἁμαρτία! Παρόμοια καταστροφή θά γίνει καί κατά τό
τέλος τοῦ κόσμου αὐτοῦ (βλ. Ματθ. 24,37-39). –Τό γεγονός τοῦ κατακλυσμοῦ
βεβαιώνεται καί ἀπό τίς παραδόσεις πολλῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν. Πρόκειται μᾶλλον
περί παγκοσμίου κατακλυσμοῦ. – Ὅπως ἡ κιβωτός ἦταν τό μόνο μέσο σωτηρίας ἀπό
τόν κατακλυσμό, ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό μόνο μέσο σωτηρίας τοῦ
ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁμαρτία. Εἶναι ἡ «κιβωτός τῆς σωτηρίας μας».
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο
παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
7,17Ἔγινε ὁ
κατακλυσμός στήν γῆ γιά σαράντα μέρες καί σαράντα νύχτες·α τά νερά αὐξήθηκαν
πολύ καί σήκωσαν τήν κιβωτό καί τήν ὕψωσαν ἀπό τήν γῆ. 18Καί τά νερά ὑψώνονταν
καί αὐξάνονταν πολύ στήν γῆ· καί ἡ κιβωτός ἐπέπλεε ἐπάνω στά νερά. 19Τά νερά ὅλο
καί ὑψώνονταν στήν γῆ καί σκέπασαν ὅλα τά ψηλά βουνά, πού εἶναι κάτω ἀπό τόν οὐρανό.
20Σέ δεκαπέντε πήχεις ὑψώθηκαν τά νερά καί σκέπασαν ὅλα τά ψηλά βουνά.
21Καί πέθαναν ὅλες οἱ
κινούμενες ὑπάρξεις τῆς γῆς: Τά πτηνά, τά κατοικίδια καί τά ἄγρια ζῶα, ὅλα τά ἑρπετά
τῆς γῆς καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι· 22ὅλα ὅσα εἶχαν πνοή ζωῆς, ὅσα ὑπῆρχαν στήν ξηρά,
ὅλα πέθαναν. 23Καί καταστράφηκε κάθε τι πού εἶναι ζωντανό ἐπάνω στήν γῆ· ἀπό
τόν ἄνθρωπο μέχρι τά κτήνη καί τά ἑρπετά καί τά πτηνά τοῦ οὐρανοῦ, ὅλα ἐξαφανίστηκαν
ἀπό τήν γῆ. Μόνον ὁ Νῶε ἀπέμεινε μέσα στήν κιβωτό καί ὅσα ἦταν μαζί του. 24Τά
νερά ὑψώνονταν στήν γῆ γιά ἑκατόν πενήντα μέρες.
α. Τό «σαράντα νύχτες» λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
(Ἑρμηνευτικά σχόλια περικοπῆς)
7,18-20. Τό ὕδωρ... ἐκάλυψε πάντα τά ὄρη... Ἀρχαιολογικές μαρτυρίες πράγματι ὑποδηλώνουν ὅτι
οἱ παραδόσεις γιά ἕνα προϊστορικό κατακλυσμό, ὁ ὁποῖος ἐκάλυψε ὅλη τήν γῆ, ἔχουν
περισσότερο ἰσχύ ἀπό τήν ἐκδοχή γιά ἕνα τοπικό κατακλυσμό, γύρω ἀπό τήν λεκάνη
τοῦ Τίγρητος καί τοῦ Εὐφράτου. 7,24.
Ἐδῶ ἔχουμε ἱερατική διήγηση καί ἡ χρονολογία εἶναι ἀκριβής καί σύμφωνη μέ τά
χωρία 7,11 καί 8,4. Ὁ κατακλυσμός διαρκεῖ 5 μήνας ἤ 150 ἡμέρας (βλ. 8,3β).
Ἔξοδος ἀπό τήν κιβωτό (8,15-22)
(Προλογικό σημείωμα)
Ὁ Νῶε μέ διαταγή τοῦ
Θεοῦ ἐξέρχεται ἀπό τήν κιβωτό (8,16.18). Εἶναι ὁ νέος γενάρχης τῆς ἀνθρωπότητος,
γι᾽ αὐτό καί δίνεται τώρα σ᾽ αὐτόν ἡ ἐντολή «αὐξάνεσθε
καί πληθύνεσθε» (στίχ. στίχ. 17), ὅπως ἡ ἰδία ἐντολή εἶχε δοθεῖ παλαιά στόν
Ἀδάμ (1,28). Ἡ πρώτη πράξη τοῦ Νῶε μετά τήν ἔξοδό του ἀπό τήν κιβωτό ἦταν νά
προσφέρει μία εὐχαριστήριο θυσία στόν Θεό ἀπό τά καθαρά βέβαια ζῶα (στίχ. 20). Ὁ
Θεός ἔκανε δεκτή τήν θυσία αὐτή τοῦ Νῶε (στίχ. 21α) καί τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι ἕως ὅτου
ὑπάρχει κόσμος («πάσας τάς ἡμέρας τῆς γῆς»,
στίχ. 22), θά ὑπάρχει ἡ κανονική ἐναλλαγή τῶν ἐποχῶν (στίχ. 22) καί ὅτι δέν θά ἐτιμωρεῖτο
πιά ὁ κόσμος μέ ἕνα παρόμοιο κατακλυσμό, γιατί ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου «ἔγκειται ἐπί τά πονηρά ἐκ νεότητος αὐτοῦ»
(στίχ. 21β). Εἶναι ἄξιος ἐλέους καί εὐσπλαγχνίας, ἐπειδή ἡ ἁμαρτία του
προέρχεται ἀπό ἀδυναμία.
(Μετάφραση τοῦ κειμένου
τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση
χώρου)
8,15Καί εἶπε ὁ
Κύριος ὁ Θεός στόν Νῶε: 16«Ἔβγα ἀπό τήν κιβωτό ἐσύ καί ἡ γυναίκα σου καί οἱ υἱοί
σου καί οἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν σου, πού εἶναι μαζί σου· 17καί ὅλα τά θηρία, πού εἶναι
μαζί σου, καί ὅλα τά ζῶα, πετεινά καί κτήνη καί κάθε ἑρπετό, πού ἕρπει στήν γῆ,
βγάλε μαζί σου. Καί αὐξηθεῖτε καί πληθυνθεῖτε στήν γῆ». 18Ἔτσι βγῆκε ὁ Νῶε ἀπό
τήν κιβωτό καί μαζί του ἡ γυναίκα του, οἱ υἱοί του καί οἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν
του· 19καί ὅλα τά θηρία καί τά κτήνη καί τά πετεινά καί κάθε ἑρπετό, πού ἕρπει
στήν γῆ, χωριστά κατά τό εἶδος τους βγῆκαν
ἀπό τήν κιβωτό.
20Ὁ Νῶε ἔφτιαξε ἕνα
θυσιαστήριο στόν Κύριο καί πῆρε ἀπό ὅλα τά καθαρά κτήνη καί ἀπό ὅλα τά καθαρά
πτηνά καί τά πρόσφερε ὡς ὁλοκαύτωμα στό θυσιαστήριο. 21Καί ὁ Κύριος ὁ Θεός ὠσφράνθηκε
ὀσμήν εὐωδίας (ἀπό τήν θυσία) καί εἶπε
Κύριος ὁ Θεός στήν καρδιά του: «Δέν θά καταραστῶ πιά τήν γῆ ἐξ αἰτίας τοῦ
ἀνθρώπου, γιατί ὁ λογισμός του εἶναι συνέχεια κακός ἀπό τήν νηπιότητά του· δέν
θά καταστρέψω πιά ὅλες τίς ζωντανές ὑπάρξεις, ὅπως ἔκανα.
22Ἐφ’ ὅσον θά παραμένει ἡ γῆ
σπορά καί θερισμός,
κρύο καί ζέστη,
θέρος καί ἄνοιξη,α
ἡμέρα καί νύχτα
δέν θά πάψουν ποτέ».
α. «Χειμώνας», λέει τό Ἑβρ.
(Ἑρμηνευτικά σχόλια περικοπῆς)
8,21. Ὀσμή εὐωδίας. Κατά λέξιν «ὀσμή κατευναστική». Ἡ ἔκφραση αὐτή, τόσον δυνατή ἀνθρωπομορφικῶς,
θά περάσει στή τεχνική γλώσσα τοῦ ἰσραηλιτικοῦ τυπικοῦ (Ἐξ. 29,18.25.41. Λευιτ.
1,9.13. Ἀριθμ. 28,1 κ.ἄ.). – Ὅτι ἔγκειται
ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπί τά πονηρά... Ἡ καρδία εἶναι τό ἐσωτερικό
τοῦ ἀνθρώπου, τό ὁποῖο διακρίνεται ἀπό αὐτό πού φαίνεται καί πρό παντός ἀπό τήν
«σάρκα», βλ. σχόλιο εἰς 2,21. Εἶναι ἡ ἕδρα τῶν ψυχικῶν δυνάμεων καί τῆς
προσωπικότητος, ἀπ᾿ ὅπου ἀναπηδοῦν σκέψεις καί συναισθήματα, λόγοι, ἀποφάσεις
καί πράξεις. Ὁ Θεός γνωρίζει εἰς βάθος τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου καί ὅλες τίς ἐκφάνσεις
της (Α΄ Βασ. 16,7. Ψαλμ. 16,3. 43,12. Ἰερ. 11,20 σχόλ.). Ἡ καρδία εἶναι τό
κέντρο τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί τῆς ἠθικῆς ζωῆς (Ψαλμ. 50,12.19. Ἰεζ.
36,26 καί Ἰερ. 4,4 σχόλ. 31-33 σχόλ.). Εἶναι ἀπό τήν καρδία πού ὁ ἄνθρωπος ἀναζητᾶ
τόν Θεό (Δευτ. 4,29. Ψαλμ. 104,3. 118, 2.10), πού τόν ἀκούει (Γ΄ Βασ. 3,9. Σοφ.
Σειρ. 3,29. Ὠσ. 2,16· βλ. καί Δευτ. 30,14), πού τόν ὑπηρετεῖ (Α΄ Βασ. 12,20),
πού τόν δοξάζει (Ψαλμ. 110,1) καί τόν ἀγαπᾶ (Δευτ. 6,5). Ἁπλῆ καρδία, εὐθεῖα
καί καθαρή εἶναι ἐκείνη πού φέρεται χωρίς ἐπιφύλαξη ἤ ὑστεροβουλία, χωρίς
καμμία ὑποκρισία πρός τόν Θεό καί πρός τούς ἀνθρώπους. Βλ. σχόλ. εἰς Ἐφ. 1,18. Ἀπό
τά παραπάνω φαίνεται, πράγματικά, ὅτι ἡ «καρδία» σημαίνει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου,
ἡ ὁποία λέγεται διαφορετικῶς «νοῦς», αὐτό πού ὁ στίχος μας λέγει «διάνοια». 8,22. Οἱ νόμοι τῆς φύσεως θά ἰσχύουν
γιά πάντα. Ὁ Θεός γνωρίζει ὅτι ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται ἐπί τά πονηρά, ἀλλά
αὐτός σώζει τήν δημιουργία του καί, παρά τήν διαγωγή τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁδηγεῖ ὅπου
Αὐτός
θέλει.
Ἡ νέα τάξη τοῦ κόσμου (9,1-17)
(Προλογικό σημείωμα)
Ὁ Νῶε, ὁ νέος
γενάρχης τῆς ἀνθρωπότητος, εὐλογήθηκε ἀπό τόν Θεό, ὅπως καί ὁ πρώην γενάρχης ὁ Ἀδάμ
(βλ. 1,28-30). Ὅπως ἡ εὐλογία στόν Ἀδάμ, ἔτσι καί ἡ ἐδῶ θεία εὐλογία στόν Νῶε ἀφοροῦσε
σέ τρία σημεῖα: (α) Στήν αὔξηση τοῦ ἀνθρώπου (στίχ. 1), (β) στήν κυριαρχία του ἐπί
τῶν ζώων (στίχ. 2) καί (γ) στήν τροφή του (στίχ. 3). Μέχρι τότε οἱ ἄνθρωποι ἐτρέφοντο
μέ χόρτα (βλ. 1,29). Στό ἑξῆς θά τρέφονται καί μέ τό κρέας τῶν ζώων. Ὅμως, ὅπως
πρῶτα στόν Ἀδάμ δόθηκε ἡ ἀπαγόρευση σχετικά μέ τήν τροφή, νά μήν φάγει ἀπό τό
δέντρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ (2,16.17), ἔτσι καί τώρα στόν Νῶε
δίνεται ἡ ἐντολή νά μήν τρώγουν τό κρέας μέ αἷμα (στίχ. 4). Τί νόημα ἔχει ἡ ἐντολή
αὐτή; Γιά τήν ἐπιτυχία τῆς ἀθανασίας τοῦ ἀνθρώπου ὁ Θεός ἔδωσε τό δένδρο τῆς ζωῆς
(3,22), πού συμβολίζει τήν Κοινωνία τοῦ Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Οἱ εἰδωλολάτρες
ὅμως γιά τήν ἐπιτυχία τῆς ἀθανασίας ἔπιναν τό αἷμα ζώων, ἀκόμη καί ἀνθρώπων, γιατί
πίστευαν, ὅπως καί ἔτσι εἶναι, ὅτι στό αἷμα ἑδράζεται ἡ ζωή. Ὁ Θεός τώρα ἀπαγορεύει
στόν Νῶε καί τούς ἀπογόνους του νά πίνουν αἷμα, ἐπειδή δέν ἤθελε ὁ λαός του νά ἔχει
ὑποκατάσταστο τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς, πού τό στερήθηκε μέ τήν παρακοή, ἀλλά νά
ζητήσει καί νά ἀπολαύσει τήν ἀθανασία του στό Χριστό, πίνοντας τό Αἷμά Του μέ
τήν θεία Κοινωνία εἰς ζωήν αἰώνιον καί ἀθάνατον. – Τό αἷμα τοῦ ζώου, κατά τήν
παραπάνω ἐντολή, ἐπιτρέπεται καί ἐπιβάλλεται νά χύνεται, ὄχι ὅμως καί τό αἷμα τῶν
ἀνθρώπων (στίχ. 5 ἑξ.). Οἱ πόλεμοι καί οἱ ἀνθρωποκτονίες εἶναι ἀφύσικα κακά. Τό
αἷμα ζητάει ἀνταπόδοση πάλι τό αἷμα (στίχ. 6· βλ. καί 4,14), εἴτε ἄνθρωπος εἴτε
ζῶο καί ἄν εἶναι ὁ φονιᾶς (στίχ. 5). – Στήν περικοπή μας ἀνανεώνεται ἡ διαθήκη
τήν ὁποία εἶχε συνάψει ὁ Θεός μέ τόν Νῶε πρίν ἀπό τόν κατακλυσμό. Ἡ διαθήκη ὅμως
αὐτή τώρα (στίχ. 8-11) δέν εἶναι προσωπική, ὅπως πρῶτα (βλ. 6,18 «μετά σοῦ»), ἀλλά γενική. Περιλαμβάνει
τήν οἰκογένεια τοῦ Νῶε («ὑμῖν», στίχ.
9), τούς ἀπογόνους του («καί τῷ σπέρματι ὑμῶν
μεθ᾽ ὑμᾶς», στίχ. 9), ἀκόμη δέ καί τά ζῶα (στίχ. 10). Στήν διαθήκη αὐτή πού
κάνει τώρα ὁ Θεός μέ τόν Νῶε ἐπικυρώνει τήν ὑπόσχεση, τήν ὁποία εἶχε ἤδη δώσει
(βλ. 8,21-22), ὅτι δέν θά καταστρέψει πλέον τόν κόσμο μέ κατακλυσμό (στίχ. 11).
Καί σφαγίζει τόν ἀκλόνητο χαρακτῆρα τῆς ὑποσχέσεώς Του αὐτῆς μέ φυσικό σημεῖο,
μέ τό οὐράνιο
τόξο (στίχ. 12-17).
(Μετάφραση τοῦ
κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση
χώρου)
9,1Ὁ Θεός εὐλόγησε
τόν Νῶε καί τούς υἱούς του καί τούς εἶπε: «Αὐξηθεῖτε καί πληθυνθεῖτε, γεμίστε
τήν γῆ καί γίνετε κυρίαρχοι αὐτῆςα 2ὁ τρόμος σας καί ὁ φόβος σας νά εἶναι σέ ὅλα
τά θηρία τῆς γῆς καί σέ ὅλα τά πτηνά τοῦ οὐρανοῦ· στά ἑρπετά τῆς γῆς καί σέ ὅλους
τούς ἰχθύες τῆς θάλασσας. Σᾶς τά ἔδωσα στήν ἐξουσία σας. 3Κάθε τι πού ζεῖ καί
κινεῖται στήν γῆ θά εἶναι γιά τροφή σας. Σᾶς τά ἔδωσα ὅλα γιά διατροφή σας, ὅπως
(ἄλλοτε σᾶς ἔδωσα) τό χλωρό χόρτο. 4Κρέας ὅμως μέ τήν ζωή του, πού εἶναι τό αἷμα
του, δέν θά φᾶτε. 5Καί ἐξάπαντος τό αἷμα σας, τήν ζωή σας, θά ζητήσω ἀπό κάθε ζῶο
καί ἄνθρωπο. Θά ζητήσω τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό κάθε ἀδελφό.
6Ὅποιος χύσει αἷμα ἀνθρώπου
θά τοῦ χυθεῖ τό αἷμα·β
γιατί κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ
ἐποίησα τόν ἄνθρωπο.
7Ἐσεῖς δέ αὐξηθεῖτε
καί πληθυνθεῖτε, γεμίστε καί κυριέψτε τήν γῆ».
8Καί εἶπε ὁ Θεός
στόν Νῶε καί στούς υἱούς του, πού ἦταν μαζί του:
9«Ἰδού ἐγώ συνάπτω τήν διαθήκη μου μέ σᾶς
καί μέ τούς μελλοντικούς ἀπογόνους σας· 10καί μέ ὅλες τίς ζωντανές ὑπάρξεις πού
εἶναι μαζί σας: Μέ τά πτηνά, τά κτήνη καί μέ ὅλα τά ζῶα τῆς γῆς, πού εἶναι μαζί
σας· μέ ὅλα ὅσα βγῆκαν ἀπό τήν κιβωτό. 11Θά συνάψω τήν διαθήκη μου μέ σᾶς· δέν
θά καταστραφοῦν πιά ὅλα τά πλάσματα ἀπό κατακλυσμό· δέν θά ξανασυμβεῖ πιά
κατακλυσμός νεροῦ, γιά νά καταστρέψει ὅλη τήν γῆ».
12Καί ἀκόμα εἶπε ὁ
Κύριος ὁ Θεός στόν Νῶε: «Αὐτό θά εἶναι τό σημεῖο τῆς διαθήκης στίς γενεές ὅλων
τῶν αἰώνων, τό ὁποῖο δίνω ἀνάμεσα σέ Μένα καί σέ σᾶς καί σέ ὅλες τίς ζωντανές ὑπάρξεις,
πού εἶναι μαζί σας: 13Θέτω τό τόξο μου στήν νεφέλη! Αὐτό θά εἶναι σημεῖο
διαθήκης μεταξύ Ἐμοῦ καί τῆς γῆς. 14Ὅταν συνάζω νέφη στήν γῆ, θά φαίνεται τό (οὐράνιο)
τόξο στά νέφη· 15καί τότε θά θυμᾶμαι τήν διαθήκη μου πού ἔχω μέ σᾶς καί μέ ὅλες
τίς ζωντανές ὑπάρξεις. Τά νερά δέν θά κάνουν πιά κατακλυσμό, γιά νά
καταστρέψουν ὅλες τίς ὑπάρξεις. 16Τό τόξο μου θά βρίσκεται στήν νεφέλη· θά τό
βλέπω, γιά νά θυμᾶμαι τήν αἰώνια διαθήκη πού ἔχω μέ τήν γῆ, μέ ὅλες τίς
ζωντανές ὑπάρξεις τῆς γῆς ὅλων τῶν εἰδῶν.
17Αὐτό εἶναι τό σημεῖο
τῆς διαθήκης, πού ἔκανα μέ κάθε ὕπαρξη πού βρίσκεται στήν γῆ», εἶπε ὁ Θεός στόν
Νῶε.
α. Τό «κατακυριεύσατε» λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
β. «Ὑπό ἀνθρώπου θά τοῦ χυθεῖ τό αἷμα»,
λέει τό Ἑβρ.
(Ἑρμηνευτικά σχόλια περικοπῆς)
9,2. Ἐδῶ καί εἰς τόν στίχ. 7 ὁ ἄνθρωπος εὐλογεῖται
ἐκ νέου καί καθιερώνεται βασιλεύς τῆς δημιουργίας, ὅπως πρῶτα, ἀλλά δέν εἶναι
πλέον ἕνας εἰρηνικός βασιλεύς. Ἡ νέα γενεά θά ἰδεῖ τόν ἀγώνα τῶν ζώων κατά τοῦ ἀνθρώπου
καί τῶν ἀνθρώπων μεταξύ των. Ἡ παραδείσια εἰρήνη δέν θά ἐπανέλθει παρά μόνο
στήν ἐσχατολογική ἐποχή (βλ. σχόλ. εἰς Ἡσ. 11,6). 9,6. Κάθε αἷμα ἀνήκει στόν Θεό (βλ. σχόλ. εἰς Λευιτ. 1,5), ἀλλά κατ᾿
ἐξοχήν τό αἷμα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔγινε κατ᾿ εἰκόνα Του (1,26). Γι᾿ αὐτό ὁ
Θεός θά ἐκδικηθεῖ τό χυνόμενο αἷμα (βλ. ἤδη 4,10) καί ἐξουσιοδοτεῖ γι᾿ αὐτόν
τόν σκοπό τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο: Τήν δικαιοσύνη τοῦ κράτους καί ἐπίσης τούς «ἐκδικητές
τοῦ αἵματος» (βλ. σχόλ. εἰς Ἀριθμ. 35,19). 9,9.
Ἡ διαθήκη μέ τόν Νῶε, τῆς ὁποίας σημεῖο εἶναι τό τόξο στήν νεφέλη, ἐκτείνεται
σέ ὅλη τήν δημιουργία· ἡ διαθήκη μέ τόν Ἀβραάμ, τῆς ὁποίας σημεῖο θά εἶναι ἡ
περιτομή, συνάπτεται μόνο μέ τούς ἀπογόνους τοῦ πατριάρχου, Γεν. κεφ. 17· ἡ
διαθήκη ὑπό τόν Μωυσῆ θά περιορισθεῖ μόνο στό Ἰσραήλ μέ τόν ὅρο τῆς ὑπακοῆς
στόν Νόμο, Ἐξ. 19,5. 24,7-8 καί ἰδιαίτερα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου, Ἐξ. 31,16-17.
Ὁ Νῶε καί οἱ υἱοί
του (9,18-29)
(Προλογικό σημείωμα)
Ἄν καί ἡ ἀνθρώπινη ζωή
ἄρχισε καλά μέ τόν Νῶε, ὅμως ἡ ἁμαρτία ἐμφανίστηκε πάλι ἐκ νέου. Τρία ἦταν τά
παιδιά τοῦ Νῶε, ὁ Σήμ, ὁ Χάμ καί ὁ Ἰάφεθ (στίχ. 18). Οἱ Χαναναῖοι, οἱ ἀπόγονοι
τοῦ Χάμ, ἔλαβαν τήν θέση τῶν παλαιῶν Καϊνιτῶν. Στήν περικοπή μας ἀναφέρεται ἕνα
ἐπεισόδιο, τό ὁποῖο ἔδωκε ἄμεσο ἀφορμή γιά μία προφητεία τοῦ Νῶε, ἡ ὁποία
προφητεύει τό μέλλον τῶν λαῶν. Χωρίς ὁ Νῶε νά γνωρίζει τήν μεθυστική ἐπίδραση
τοῦ οἴνου, ἔπιε οἶνο ἀπό τόν ἀμπελῶνα του καί μέθυσε καί γυμνώθηκε ἐντός τοῦ οἴκου
του (στίχ. 21). Τήν γύμνωση τοῦ πατέρα εἶδε ὁ υἱός του ὁ Χάμ καί τήν ἀνήγγειλε
στούς δύο ἄλλους ἀδελφούς του (στίχ. 22), γιά νά τόν περιπαίξει. Ἀντίθετα ὅμως
πρός τόν Χάμ οἱ δύο ἄλλοι ἀδελφοί, ὁ Σήμ καί ὁ Ἰάφεθ, κάλυψαν τήν γύμνωση τοῦ
πατέρα τους (στίχ. 23). Ὅταν ἐξύπνησε ὁ Νῶε, λαβών ὑπ᾽ ὄψιν του τήν συμπεριφορά
τῶν τριῶν υἱῶν του καί ἐμπνευσθείς ἀπό τόν Θεό, προεῖπε τό μέλλον ὅλων τῶν λαῶν,
πού γενάρχες τους θά ἦταν οἱ τρεῖς υἱοί του (στίχ. 24 ἑξ.): (α) Οἱ ἀπόγονοι τοῦ
Χάμ, οἱ Χαναναῖοι, ἔλαβαν τήν κατάρα τοῦ Νῶε καί προφήτευσε γι᾽ αὐτούς ὅτι θά
γίνουν δοῦλοι, μάλιστα οἱ τελευταῖοι δοῦλοι («παῖς οἰκέτης», στίχ. 25) τῶν ἀδελφῶν τους. (β) Τό μέλλον τοῦ Σήμ, ἀντίθετα,
θά εἶναι λαμπρό (στίχ. 26). Ἡ φράση τοῦ Νῶε πρός αὐτόν «Εὐλογητός Κύριος ὁ Θεός τοῦ Σήμ» ὑποδηλώνει ὅτι ἀπό τήν γενεά τοῦ
Σήμ θά προέλθει τό εὐλογημένο «Σπέρμα τῆς Γυναικός», τό ὑποσχεθέν μετά τήν
πτώση (βλ. 3,15). Ἀπό τήν γενεά αὐτή δηλαδή θά γεννηθεῖ ὁ Μεσσίας, διά τοῦ ὁποίου
θά εὐλογηθοῦν ὅλα τά ἔθνη. Στούς ἀπογόνους τοῦ Σήμ ἀνήκουν οἱ Ἰουδαῖοι. (γ) Καί
γιά τόν Ἰάφεθ ὁμοίως προφητεύεται ἕνα λαμπρό μέλλον (στίχ. 27). Κατά πρῶτον
δίνεται ἡ εὐχή «νά πλατύνει ὁ Θεός τόν Ἰάφεθ», νά ξαπλωθοῦν δηλαδή οἱ ἀπόγονοί
του σ᾽ ὅλη τήν γῆ. Πραγματικά αὐτοί κατοίκησαν στό μεγαλύτερο μέρος τῆς Ἀσίας
καί τῆς Εὐρώπης. Ἀλλά ὁ Νῶε εἶπε καί ἄλλη προφητεία γιά τόν Ἰάφεθ: «Κατοικησάτω ἐν τοῖς οἴκοις τοῦ Σήμ». Ἔτσι
καί ἔγινε: Οἱ υἱοί τοῦ Ἰάφεθ, οἱ Ἕλληνες πρῶτα καί οἱ Ρωμαῖοι ἔπειτα,
κατέκτησαν τήν Ἰουδαία καί ἔτσι κατοίκησαν στούς οἴκους τοῦ Σήμ. Πρόκειται γιά
προφητεία τῆς προσελεύσεως τῶν Ἐθνικῶν στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. – Τί σημαίνει
ἡ ἁμαρτία τοῦ Χάμ ὅτι «εἶδε τήν γύμνωσιν
τοῦ πατρός αὐτοῦ» (στίχ. 22); Ἡ φράση αὐτή πρέπει νά κατανοηθεῖ στό φῶς τοῦ
κεφ. 18 τοῦ Λευιτικοῦ. Ἐκεῖ λέγεται ὅτι εἶναι μίασμα γιά τόν ἄνθρωπο νά ἀποκαλύψει
τήν γυμνότητα τοῦ πατέρα του, τῆς μητέρας του, τῆς ἀδελφῆς του, τῶν παιδιῶν
του. Μέ τήν ἀπαγόρευση αὐτή καταδικάζεται κάθε εἴδους αἱμομιξίας. Τό ἁμάρτημα
λοιπόν τοῦ Χάμ πρέπει νά εἶναι μιά κάποια μορφή αἱμομιξίας καί ἀθέμιτης σχέσης
αὐτοῦ πρός
τόν πατέρα του.
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση
χώρου)
9,18Οἱ υἱοί τοῦ Νῶε
πού βγῆκαν ἀπό τήν κιβωτό ἦταν ὁ Σήμ, ὁ Χάμ καί ὁ Ἰάφεθ. Ὁ δέ Χάμ ἦταν πατέρας
τοῦ Χαναάν. 19Αὐτοί οἱ τρεῖς ἦταν οἱ υἱοί τοῦ Νῶε καί ἀπ’ αὐτούς προῆλθε ὁ πληθυσμός
ὅλης τῆς γῆς.
20Ὁ Νῶε ἄρχισε νά
γίνεται γεωργός καί φύτεψε ἀμπέλι· 21καί ἤπιε κρασί καί μέθυσε καί γυμνώθηκε
στόν οἶκο του.α 22Ὁ Χάμ, ὁ πατέρας τοῦ
Χαναάν, εἶδε τήν γύμνωση τοῦ πατέρα του καί τό εἶπε ἔξω στούς δύο ἀδελφούς του.
23Τότε ὁ Σήμ καί ὁ Ἰάφεθ πῆραν τό ἔνδυμα (τοῦ πατέρα τους), τό ἔβαλαν στούς ὤμους
τους καί βαδίζοντας πρός τά πίσω σκέπασαν τήν γύμνωση τοῦ πατέρα τους· τά
πρόσωπά τους ἦταν στραμμένα πρός τά πίσω καί ἔτσι δέν εἶδαν τήν γύμνωση τοῦ
πατέρα τους. 24Ὅταν ὁ Νῶε συνῆλθε ἀπό τήν μέθη, ἔμαθε ὅσα τοῦ ἔκανε ὁ νεώτερος
υἱός του· 25καί εἶπε:
«Καταραμένος νά εἶναι
ὁ Χαναάν· νά γίνει δοῦλοςβ τῶν ἀδελφῶν του».
26Καί εἶπε ἀκόμα: «Ἄς εἶναι εὐλογημένος ὁ
Κύριος ὁ Θεός τοῦ Σήμ· ὁ Χαναάν νά γίνει δοῦλος σ’ αὐτόν.
27Ἄς αὐξήσει ὁ Θεός τόν Ἰάφεθ καί νά
κατοικήσει στίς σκηνές τοῦ Σήμ. Ὁ δέ Χαναάν νά γίνει δοῦλος του».
28Ὁ Νῶε ἔζησε
τριακόσια πενήντα χρόνια μετά τόν κατακλυσμό.
29Συνολικά ὅλες οἱ ἡμέρες τοῦ Νῶε ἦταν ἐννιακόσια
πενήντα ἔτη.
Μετά πέθανε.
α. «Στήν σκηνή του», λέει τό Ἑβρ.
β. Τό Ἑβρ. ἀκριβέστερα
λέει: «δοῦλος τῶν δούλων».
(Ἑρμηνευτικά σχόλια
περικοπῆς)
9,18-19. Οἱ δύο πρῶτοι αὐτοί στίχ. εἶναι ἡ γιαχβική εἰσαγωγή
στόν πίνακα τῶν λαῶν τοῦ κεφ. 10, κατά τήν ἴδια πηγή. Τά ὀνόματα καί ἡ τάξη τῶν
υἱῶν τοῦ Νῶε, Σήμ, Χάμ καί Ἰάφεθ, εἶναι παγιωμένα στήν παράδοση, βλ. 5,32.
6,10. 7,13. 10,1. Ἡ παρενθετική φράση τοῦ στίχ. 18, «Χάμ ἦν πατήρ Χαναάν», προετοιμάζει τήν διήγηση τῶν στίχ. 20-27. 9,22. Χάμ, ὁ πατήρ Χαναάν. Ὁ Χάμ δέν θά
ἀναφερθεῖ πλέον καί ὑποκείμενο τῆς κατάρας στούς στίχ. 25-27 θά εἶναι ὁ Χαναάν·
αὐτός, λοιπόν, πρέπει νά εἶναι ὁ ἔνοχος. Τό ὄνομά του ἀναφέρεται μόνον στήν ἀρχέγονο
διήγηση τήν συντεθεῖσα ἀπό τόν γιαχβιστή καί σ᾽ αὐτή φέρεται ὡς ὁ νεώτερος ἀπό
τούς τρεῖς υἱούς τοῦ Νῶε (στίχ. 24)· ἡ τάξις, ἑπομένως, τῶν υἱῶν, κατ᾿ αὐτή τήν
παράδοση, εἶναι: Σήμ, Ἰάφεθ καί Χαναάν. 9,22.
Σέ τί συνίσταται ἡ ἁμαρτία τοῦ Χάμ; Κατά τόν στίχ. μας ἡ ἁμαρτία τοῦ Χάμ
συνίσταται στό ὅτι «εἶδε Χάμ τήν γύμνωσιν
τοῦ πατρός αὐτοῦ». Ἡ φράση αὐτή πρέπει νά κατανοηθεῖ στό φῶς τοῦ κεφ. 18 τοῦ
Λευιτικοῦ. Ἐκεῖ λέγεται ὅτι εἶναι μίασμα γιά τόν ἄνθρωπο νά ἀποκαλύψει τήν
γυμνότητα τοῦ πατέρα του, τῆς μητέρας του, τῆς ἀδελφῆς του, τῶν παιδιῶν του. Μέ
τήν ἀπαγόρευση αὐτή καταδικάζεται κάθε εἴδους αἱμομιξίας. Τό ἁμάρτημα λοιπόν τοῦ
Χάμ πρέπει νά εἶναι μιά κάποια μορφή αἱμομιξίας καί ἀθέμιτης σχέσης αὐτοῦ πρός
τόν πατέρα του. 9,25. Οἱ εὐλογίες
καί οἱ κατάρες τῶν Πατριαρχῶν, βλ. κεφ. 27 καί 49, εἶναι λόγοι ἀποτελεσματικοί·
ἐγγίζουν ἕνα ἀρχηγό τῆς γενεᾶς καί πραγματοποιοῦνται στούς ἀπογόνους τους: Ἡ
φυλή τοῦ Χαναάν θά ὑποταχθεῖ στόν Σήμ, πρόγονο τοῦ Ἀβραάμ καί τῶν Ἰσραηλιτῶν, οἱ
ὁποῖοι ἐτέθησαν ὑπό τήν εἰδική προστασία τοῦ Γιαχβέ· θά ὑποταχθεῖ ἐπίσης στόν Ἰάφεθ,
οἱ ἀπόγονοι τοῦ ὁποίου, εὐρέως ἐξαπλωμένοι, θά εἶναι οἰκοδεσπότες τοῦ Σήμ. Ἡ ἱστορική
κατάσταση φαίνεται νά εἶναι τῆς ἀρχῆς τῆς
βασιλείας τοῦ Σαούλ καί τῆς ἀρχῆς τῆς βασιλείας τοῦ Δαυΐδ, ὅταν οἱ Ἰσραηλῖτες
καί οἱ Φιλισταῖοι κυριάρχησαν στήν Χαναάν καί ὅπου οἱ Φιλισταῖοι εἰσέβαλαν σέ ἕνα
μέρος τῆς περιοχῆς τοῦ Ἰσραήλ. Πολλοί ἀπό τούς Πατέρες (σέ συνέχεια τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου)
θά δοῦν ἐδῶ τήν ἀγγελία τῆς εἰσόδου τῶν Ἐθνικῶν (Ἰάφεθ) στήν χριστιανική
κοινότητα τήν προερχομένη ἀπό τούς Ἑβραίους. – Ἐπικατάρατος Χαναάν. Γιατί ὁ Νῶε καταράστηκε τόν Χαναάν (στίχ.
25), τόν υἱό τοῦ ἁμαρτήσαντος Χάμ, καί ὄχι τόν ἴδιο τόν ἁμαρτήσαντα; Σ᾽ αὐτό
λέγουμε ἁπλᾶ ὅτι ἡ κατάρα πρός τόν υἱό Χαναάν εἶναι ἡ μεγαλύτερη τιμωρία πρός
τόν πατέρα Χάμ. Ἡ κατάρα ἀναφέρεται πρός τό νεώτερο μέλος τῆς οἰκογενείας τοῦ
Χάμ. Ἤ, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ μικρός Χαναάν εἶδε πρῶτον τήν γύμνωση τοῦ
πάππου του Νῶε καί τήν ἀνήγγειλε στόν πατέρα του Χάμ. Ἤ, ὁ Νῶε καταράστηκε τόν
Χαναάν ἐπειδή ὁ Χάμ εἶχε λάβει ἤδη τήν εὐλογία εἰς 9,1 καί δέν ἅρμοζε λοιπόν ὁ ἴδιος
τώρα νά λάβει ἀνάθεμα. 9,27. Ἰάφεθ. Τό
Ἑβρ. παίζει στίς λέξεις Yapet καί ypt, «ἄς πλατύνει!». 9,28.
Ἐπανέρχεται ἡ ἱερατική πηγή.
(Προλογικό σημείωμα)
Ὁ ἐδῶ κατάλογος εἶναι
πολύτιμος γιά τήν καταγωγή τῶν λαῶν καί ἡ ἀλήθειά του βεβαιώνεται ἐπιστημονικά.
Ἔχει τριπλό σκοπό: (α) Νά καταδείξει τήν ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. (β) Νά
δηλώσει τήν συγγένεια τοῦ Ἰσραήλ μέ τά ἄλλα ἔθνη καί (γ) νά δηλώσει μέ ἕνα
γενικό καί μυστικό τρόπο τό παγκόσμιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἑτοιμάζει γιά
τήν σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ συγγραφεύς ἀναφέρει τά ἔθνη ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἦταν
γνωστά στούς Ἑβραίους καί κοντινά σ᾽ αὐτούς. Τά καταχωρούμενα στόν παρόντα
πίνακα ὀνόματα εἶναι ἄλλα μέν ὀνόματα προσώπων, ἄλλα δέ εἶναι ἐθνολογικές ὀνομασίες
(στίχ. 13-14. 16-18 κ.ἄ.), ληφθεῖσες ἀπό τόν ἱδρυτή ἑκάστης φυλῆς. – Τό
κεφάλαιό μας ἀναφέρει πολύ ὀλίγα ἔθνη τοῦ Ἰάφεθ, ἀλλά ἀναφέρει πολλά ἔθνη πού
κατάγονται ἀπό τόν Σήμ καί τόν Χάμ. Αὐτό συμβαίνει γιατί στά ἔθνη τοῦ Σήμ ὑπάγονται
καί οἱ Ἰσραηλῖτες καί τά χαμιτικά ἔθνη ἦταν μεταξύ τῶν Σημιτῶν. Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες
ἀνήκουμε στά ἰαφεθιτικά ἔθνη (τά ἰνδο-εὐρωπαϊκά) καί ὀνομαζόμαστε στό κεφάλαιο ἐδῶ
μέ τό ὄνομα «Ἰωύαν» (στίχ. 4). Ἔτσι ὀνομαζόμαστε οἱ Ἕλληνες στά χρόνια τοῦ Μωυσῆ,
ἐνῶ στά χρόνια τοῦ Ἠσαΐα ὀνομαζόμαστε «Δαναοί» καί στά χρόνια τοῦ Δανιήλ «Ἕλληνες».
Στόν κατάλογό μας ἐδῶ ἀναφέρεται καί ὁ πρῶτος γίγας μετά τόν κατακλυσμό, ὁ
Νεβρώδ (στίχ. 8), ἀπό τήν γενεά τοῦ Χάμ. Γίγαντες εἴχαμε δεῖ καί πρό τοῦ
κατακλυσμοῦ (βλ. 6,4) ἀνήκοντες στούς Καϊνῖτες, στήν κακή γενεά τῶν ἀνθρώπων.
Καί τώρα, μετά τόν κατακλυσμό, πάλι οἱ γίγαντες. Πάλι δηλαδή διεφθάρη ἡ ἀνθρώπινη
φυλή. «Γίγαντας» σημαίνει δυνατός, ἔνοπλος ἄνθρωπος, πού ἐπιβάλλεται στούς ἄλλους
(ἀνθρώπους καί ζῶα, γι᾽ αὐτό καί λέγεται «γίγας
κυνηγός», στίχ. 9) μέ τήν δύναμη τῶν ὅπλων. Τέτοιος ἦταν ὁ Νεβρώδ μετά τόν
κατακλυσμό καί ἵδρυσε τό πρῶτο ἔνοπλο κράτος μέ μεγάλο κέντρο τήν Βαβυλώνα
(στίχ. 8-10). Εἶναι ἡ πρώτη πρωτεύουσα πολιτικοῦ καί στρατιωτικοῦ κράτους. Ἀπό
τήν χώρα τῆς Βαβυλῶνος βγῆκε καί ὁ Σημίτης Ἀσσούρ, ὁ γενάρχης τοῦ πρώτου
μεγάλου ἔθνους τῆς γῆς, πού ἵδρυσε τίς πόλεις Νινευΐ, Ροωβώθ, Χαλάλ καί Δασή
(στίχ. 11.12). Ἔτσι ἐμφανίζεται καί τό δεύτερο κράτος. Ἡ κρατική ἐξουσία κατά
τήν Ἁγία Γραφή θεωρεῖται καρπός ἁμαρτίας· ὁ Θεός ἤθελε τούς ἀνθρώπους ἀδέλφια
καί πατέρες, ὄχι κυβερνῆτες καί ὑπηκόους!
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση
χώρου)
10,1Αὐτή εἶναι ἡ
γενεαλογία τῶν υἱῶν τοῦ Νῶε, τοῦ Σήμ, τοῦ Χάμ καί τοῦ Ἰάφεθ, οἱ ὁποῖοι ἀπέκτησαν
υἱούς μετά τόν κατακλυσμό.
2Υἱοί τοῦ Ἰάφεθ ἦταν: Ὁ Γαμέρ, ὁ Μαγώγ, οἱ
Μαδοί, ὁ Ἰωύαν, ὁ Ἐλισά,α ὁ Θοβέλ, ὁ Μοσόχ καί ὁ Θείρας. 3Υἱοί τοῦ Γαμέρ ἦταν: Ὁ
Ἀσχανάζ, ὁ Ριφάθ καί ὁ Θοργαμά. 4Υἱοί τοῦ Ἰωύαν ἦταν: Ὁ Ἐλισά, οἱ Θάρσεις, οἱ
Κίτιοι καί οἱ Ρόδιοι.β 5Μεταξύ αὐτῶν μοιράστηκαν οἱ νῆσοι τῶν ἐθνῶν κατά χῶρες.
Καθένας κατά τήν γλώσσα του στά ἔθνη τους καί τίς φυλές τους.
6Υἱοί τοῦ Χάμ ἦταν: Ὁ
Χούς, ὁ Μεσραΐν, ὁ Φούδγ καί ὁ Χαναάν. 7Υἱοί τοῦ Χούς ἦταν: Ὁ Σαβά, ὁ Εὐϊλά, ὁ
Σαβαθά, ὁ Ρεγμά καί ὁ Σαβαθακά. Υἱοί δέ τοῦ Ρεγμά ἦταν: Ὁ Σαβά καί ὁ Δαδάν.
8Ὁ Χούς γέννησε τόν
Νεβρώδ.δ Αὐτός ἦταν ὁ πρῶτος ἰσχυρός στήν γῆ· 9αὐτός ἦταν πολεμιστής κυνηγός ἐνώπιον
Κυρίου τοῦ Θεοῦ· γι’ αὐτό λέγουν (γιά κάποιον δυνατό τήν παροιμία: Εἶναι)
«πολεμιστής κυνηγός σάν τόν Νεβρώδ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου». 10Βάση τῆς βασιλείας
του ἦταν ἡ Βαβυλών, ἡ Ὀρέχ, ἡ Ἀρχάδ καί ἡ Χαλάννη στήν γῆ Σεναάρ.
11Ἀπό τήν περιοχή ἐκείνη βγῆκε ὁ Ἀσσούρ καί ἔκτισε
τήν Νινευΐ καί τήν πόλη Ροωβώθ καί τήν Χαλάχ 12καί τήν Δασή,ε τήν μεγάλη πόλη,
μεταξύ τῆς Νινευΐ καί τῆς Χαλάχ.
13Ὁ Μεσραΐν γέννησε
τούς Λουδιείμ, τούς Ἐνεμετιείμ,ς τούς Λαβιείμ, τούς Νεφθαλιείμ,ζ τούς
Πατροσωνιείμη 14καί τούς Χασλωνιείμ, ἀπό τούς ὁποίους προῆλθαν οἱ Φιλισταῖοι
καί οἱ Καφθοριείμ.
15Ὁ Χαναάν γέννησε
τόν Σιδώνα, τόν πρωτότοκο υἱό του, 16καί τόν Χετταῖο, τόν Ἰεβουσαῖο, τόν Ἀμορραῖο,
τόν Γεργεσαῖο, τόν Εὐαῖο, τόν Ἀρουκαῖο, 17τόν Ἀσενναῖο, τόν Ἀράδιο, τόν Σαμαραῖο
καί τόν Ἀμαθί. 18Ἀργότερα διεσπάρησαν οἱ φυλές τῶν Χαναναίων.
19Καί ἦταν τά ὅρια τῶν Χαναναίων ἀπό τήν
Σιδώνα μέχρι τήν Γεραρά καί τήν Γαζά καί μέχρι Σοδόμων καί Γομόρρας, Ἀδαμά καί
Σεβωίμ καί μέχρι τήν Δασά.θ
20Αὐτοί ἦταν οἱ υἱοί
τοῦ Χάμ κατά τίς φυλές τους, τίς γλῶσσες τους, τίς χῶρες τους καί τά ἔθνη τους.
21Ὁ Σήμ, ὁ πρόγονος ὅλων
τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἕβερ, ὁ ἀδελφός τοῦ Ἰάφεθ, τοῦ μεγαλύτερου υἱοῦ, ἀπέκτησε καί
αὐτός τέκνα.
22Υἱοί τοῦ Σήμ ἦταν:
Ὁ Ἐλάμ, ὁ Ἀσσούρ, ὁ Ἀρφαξάδ, ὁ Λούδ, ὁ Ἀράμ καί ὁ Καϊνᾶν.ι 23Υἱοί τοῦ Ἀράμ ἦταν:
Ὁ Οὔζ, ὁ Οὔλ, ὁ Γατέρ καί ὁ Μοσόχ.ια
24Ὁ Ἀρφαξάδ ἐγέννησε
τόν Καϊνᾶν· ὁ Καϊνᾶνιβ ἐγέννησε τόν Σαλά· ὁ Σαλά γέννησε τόν Ἕβερ. 25Ὁ Ἕβερ
γέννησε δύο υἱούς· τό ὄνομα τοῦ ἑνός ἦταν Φαλέγ – γιατί στήν ἐποχή του
διαμοιράστηκε ἡ γῆ – καί τό ὄνομα τοῦ ἀδελφοῦ του Ἰεκτάν. 26Ὁ Ἰεκτάν ἐγέννησε
τόν Ἐλμωδάδ, τόν Σαλέθ, τόν Σαρμώθ, τόν Ἰαράχ, τόν Ὁδορρά, τόν Αἰβήλ,ιγ τόν
Δεκλά, 27τόν Εὐάλ, τόν Ἀβιμαέλ, τόν Σαβά, 28τόν Οὐφείρ, τόν Εὐειλά καί τόν Ἰωβάβ.
29Ὅλοι αὐτοί ἦταν υἱοί τοῦ Ἰεκτάν. 30Ἡ περιοχή δέ πού κατοίκησαν ἦταν ἀπό τήν
Μασσῆ μέχρι τήν Σαφηρά, τό ὄρος τῆς Ἀνατολῆς.
31Αὐτοί εἶναι οἱ υἱοί
τοῦ Σήμ κατά τίς φυλές τους, κατά τίς γλῶσσες τους, στίς χῶρες τους καί τά ἔθνη
τους.
32Αὐτές εἶναι οἱ
φυλές τῶν υἱῶν τοῦ Νῶε κατά τίς γενεαλογίες τους καί τά ἔθνη τους· ἀπό αὐτούς
διασκορπίστηκαν τά ἔθνη στήν γῆ μετά τόν κατακλυσμό.
α. Ὁ Ἐλισά ἐδῶ λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
β. «Δωδανίμ», λέει τό Ἑβρ.
γ. «Φούτ», κατά τό Ἑβρ.
δ. «Νιμρώδ», κατά τό Ἑβρ.
ε. «Ρεσέν», κατά τό Ἑβρ.
ς. «Ἀναμίμ», κατά τό Ἑβρ.
ζ. «Ναφθουχίμ», κατά τό Ἑβρ.
η. «Πατρουσίμ», κατά τό Ἑβρ.
θ. «Λασά», κατά τό Ἑβρ.
ι. Ὁ Καϊνᾶν λείπει ἀπό
τό Ἑβρ.
ια. «Μάς», λέει τό Ἑβρ.
ιβ. Στό Ἑβρ. λείπει ἡ
ἀναφορά στόν Καϊνᾶν.
ιγ. «Οὐζάλ», λέει τό Ἑβρ.
(Ἑρμηνευτικά σχόλια περικοπῆς)
10,1-32. Μέ τήν μορφή ἑνός γενεαλογικοῦ πίνακα τό παρόν κεφάλαιο δίδει ἕνα πίνακα τῶν λαῶν τακτοποιημένων σέ ὁμάδες, ὄχι τόσον κατά τίς ἐθνικές των συγγένειες, ὅσον κατά τίς ἱστορικές καί γεωγραφικές τους σχέσεις: Οἱ υἱοί τοῦ Ἰάφεθ ἐξαπλώθηκαν στήν Μικρά Ἀσία καί τά νησιά τῆς Μεσογείου θαλάσσης· οἱ υἱοί τοῦ Χάμ στίς χῶρες τοῦ Νότου: Τήν Αἴγυπτο, τήν Αἰθιοπία, τήν Ἀραβία καί ὁ Χαναάν, γιά ἀνάμνηση τῆς αἰγυπτιακῆς κυριαρχίας, συνδέθηκε μέ αὐτή τήν χώρα· μεταξύ τῶν δύο ὁμάδων εἶναι οἱ υἱοί τοῦ Σήμ: Ἐλαμῖτες, Ἀσσύριοι, Ἀραμαῖοι καί οἱ πρόγονοι τῶν Ἑβραίων. Ὁ Βέλλας λέγει: «Σημίτας καλοῦμεν τούς λαούς, οἵτινες τό πάλαι κατῴκουν τήν Βαβυλώνα, Ἀσσυρίαν, Συρίαν, Φοινίκην, Παλαιστίνην, Σιναϊτικήν χερσόνησον, Ἀραβίαν, Αἰθιοπίαν καί πολλά παράλια τῆς Ἀφρικῆς. Καλοῦνται δέ οἱ λαοί οὗτοι Σημῖται, διότι κατά τόν γενεαλογικόν πίνακα Γεν. 10 οὗτοι κατάγονται ἐκ τοῦ Σήμ, υἱοῦ τοῦ Νῶε. Κατά πᾶσαν δέ πιθανότητα οἱ λαοί οὗτοι, οἵτινες δεικνύουν συγγένειαν καί εἰς τήν γλῶσσαν καί εἰς τήν θρησκείαν καί εἰς τήν ἐν γένει ζωήν, ἐκκινοῦν κατά κύματα ἐκ τῆς Ἀραβίας καί καταλαμβάνουν τόν ἀνωτέρω καθορισθέντα γεωγραφικόν χῶρον» (Θρησκευτικαί Προσωπικότητες Α΄ σελ. 16). Οἱ παρατηρούμενες εἴς τινα σημεῖα ἀντιθέσεις δεικνύουν αὐτό τό ὁποῖο εἴπαμε, ὅτι, δηλαδή, τοιαῦτες γενεαλογίες δεικνύουν ὄχι αὐστηρῶς ἐθνικές, ἀλλ᾿ ἱστορικές καί γεωγραφικές σχέσεις, οἱ ὁποῖες ἠδύναντο νά ποικίλλουν. Ὁ πίνακας εἶναι ἱερατικός, πλήν τῶν γιαχβικῶν στοιχείων (στίχ. 8-19.21.24-30), τά ὁποῖα ἐπιφέρουν ἐδῶ κάποιες τροποποιήσεις. Συνοψίζοντας τίς γνώσεις γιά τόν κατοικημένο κόσμο, τίς ὁποῖες δύναται νά ἔχει κάποιος στό Ἰσραήλ τόν 8ο-7ο αἰώνα π.Χ., ὁ πίνακας βεβαιώνει τήν ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, διῃρημένου σέ ὁμάδες ἀπό μία κοινή γενεά. Αὐτή ἡ διασπορά φαίνεται (10,32) ὡς πραγματοποίηση τῆς εὐλογίας τοῦ 9,1. Ἡ γιαχβική ὅμως διήγηση τοῦ Πύργου τῆς Βαβέλ 11,1-9 δέν θά τήν ἀποδώσει ἔτσι ὡς εὐλογία· ἀλλά γενικῶς ἔτσι ἐκφράζονται οἱ συμπληρωματικές ἀπόψεις μιᾶς ἱστορίας τοῦ κόσμου, στήν ὁποία συντρέχουν ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων. .10,5. Νῆσοι τῶν ἐθνῶν. Οἱ νῆσοι καί τά παράλια τῆς Μεσογείου. 10,8. Νεβρώδ. Λαϊκή μορφή (ὁ στίχ. 9 θεωρεῖται ὡς μία παροιμία) ὀπίσω ἀπό τήν ὁποία κρύπτεται ἕνας ἥρωας τῆς Μεσσοποταμίας, τοῦ ὁποίου ἡ ταυτότητα εἶναι ἀβέβαιη. 10,10. Ἀρχάδ. Akkad, πόλη κειμένη πλησίον τῆς περιοχῆς τῆς Βαβυλώνας· τό ὄνομά της μᾶς βοηθεῖ νά καθορίσομε τό βόρειο μέρος τῆς Κάτω Μεσοποταμίας κατ᾿ ἀντίθεση πρός τήν χώρα τοῦ Sumer νοτιώτερα· καί γενικώτερα, πάντοτε κατ᾿ ἀντίθεση πρός τούς Σουμερίους, τό ὄνομά της μᾶς βοηθεῖ νά καθορίσομε τήν γλώσσα καί τούς σημιτικούς λαούς αὐτῆς τῆς περιοχῆς. – Χαλάννη. Ἄγνωστη πόλη. 10,12. Αὕτη ἡ πόλις ἡ μεγάλη. Τό BJ ἔχει τήν φράση αὐτή σέ παρένθεση καί λέγει: Ἄν αὐτό τό σχόλιο ἀναφέρεται στήν Χαλάχ (Kalah), πρέπει νά χρονολογηθεῖ ἀπό τόν 9ο αἰ. π.Χ. καί ἑξῆς, ὅπου ἡ Χαλάχ, ἡ σημερινή Nimrud, ἔγινε πρωτεύουσα τῆς Ἀσσυρίας· ἄν ὅμως ἀναφέρεται στήν Νινευή, τότε τό σχόλιο εἶναι μεταγενέστερο, ἀνήκει στήν ἐποχή τοῦ Σεναχειρίμ, ὁ ὁποῖος κατέστησε αὐτή πρωτεύουσά της. 10,14. Τό κείμενο ἔχει τήν ἔκφραση «Καφθοριείμ» μετά τήν ἔκφραση «Φυλιστιείμ», ἀλλά οἱ Φιλισταῖοι προῆλθαν ἀπό τήν Κιαφθώρ (τήν Κρήτη), βλ. σχόλ. εἰς Ἰησ. Ν. 13,2.
http://aktines.blogspot.gr/2015/04/blog-post_62.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου