ΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΟΝΟΜΑΣΤΗΡΙΑ
Νικόδημος Μοναχός
Λίγες, απλές και πτωχές, λίγες Αγιολογικές
και Υμνολογικές σκέψεις, επί της εορτής του Μεγάλου Αγίου Πατρός ημών Νικοδήμου
του Αγιορείτου, του οποίου αναξίως όντως το όνομα φέρω, προσφέρω σαν ελάχιστον
πνευματικό κέρασμα στην αγάπη σας.
Πρωτίστως, θα έπρεπε πράγματι, “ή να
αλλάξω διαγωγή (και να αγιάσω ο ίδιος), ή να αλλάξω όνομα”, σύμφωνα με την
φωτισμένη εντολή του Μεγάλου Αλεξάνδρου προς κάποιον υποτακτικό του στρατιώτη
που έφερε και αυτός το ίδιο όνομά του.
Το όνομα που φέρουμε, λοιπόν,
αποτελεί μέρος της ταυτότητάς μας, όχι μόνο της πολιτικής, μα κυρίως, της
Χριστιανικής Ορθόδοξης ταυτότητας, διότι είναι (και πρέπει μόνο να είναι) όνομα
Ορθοδόξου Αγίου.
Τα Ορθόδοξα
Ονομαστήρια συνδέονται άμεσα, όχι μόνον με τον Άγιο τού οποίου το όνομα
φέρουμε, αλλά με το Ίδιο το Άγιο Πνεύμα, με την ίδια την Βάπτισή μας, κατά την
οποία λάβαμε αυτό το όνομά μας, όπου «ντυθήκαμε τον Χριστό, λάβαμε Πνεύμα Άγιο,
φωτιστήκαμε, μυρωθήκαμε και αγιαστήκαμε».
Η Αγία μας
Εκκλησία απαγορεύει να δίδονται κατά την Βάπτιση μη Ορθόδοξα ονόματα, γι’ αυτό
και καλούνται οι Ιερείς να επιμένουν και να πολεμούν νικώντες σε τέτοιες
περιπτώσεις, ασχέτως πιέσεων, απειλών και των γνωστών επακόλουθων που κάποτε
αμαυρίζουν το Μυστήριο.
Έχουμε λοιπόν λάβει όνομα Αγίου ή όνομα από γεγονός της ζωής του Χριστού, όπως την Ανάσταση, την Μεταμόρφωση κ.λπ. Την συγκεκριμένη ημέρα που γιορτάζει ο Άγιός μας, τελούμε την μνήμη της ημέρας της κοιμήσεως (του θανάτου) αυτού του Αγίου, όχι των γενεθλίων του.
Εφ’ όσον φέρουμε κάποιο όνομα Αγίου, γιορτάζουμε μόνο
την ονομαστική μας εορτή και όχι τα γενέθλιά μας, τα οποία είναι καθαρώς
ειδωλολατρική γιορτή και κατά την διάρκεια τέτοιας αμαρτωλής γιορτής και
αμαρτωλού χορού αποκεφαλίστηκε ο ίδιος ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Έκτοτε η
Ορθόδοξη Εκκλησία μας απαγόρευσε αυστηρώς τους πανηγυρισμούς, τους χορούς και
τις διασκεδάσεις εν ονόματι των γενεθλίων μας, χωρίς όμως να αποτελεί αμαρτία μια
κάποια απόδοση απλής ευχής ή επίδοση προσευχής εκείνη την ημέρα για τα αγαπητά
μας πρόσωπα.
Πρώτον, γιορτάζει ο Άγιός μας και έπειτα μαζί του, τελευταίοι και εμείς. Κοντά στον βασιλικό, ποτίζονται και οι γλάστρες. Και όντως χωματένιες, πήλινες γλάστρες είμαστε, που φέρουμε το μυρίπνοο άνθος του Αγίου, από τον Κήπο του Παραδείσου της Εκκλησίας μας, από το μέγα νέφος μαρτύρων, αγίων, πατέρων, οσίων και ομολογητών της Αγίας μας Πίστεως. Για αυτόν λοιπόν τον λόγο, ο ορθός, Ορθόδοξος τρόπος που θα γιορτάσουμε τον Άγιό μας, θα είναι ως εξής:
Θα προσπαθήσουμε πάση θυσία, εφ’ όρου ζωής και
αδιαλείπτου αγώνα να τον μιμηθούμε. «Εορτή Αγίου, μίμησης Αγίου», τρανώτατα ομολογούν οι ίδιοι οι Άγιοι
Πατέρες μας.
Η ονομαστική μας Εορτή θα είναι διττή, διπλή και δίμορφη:
α. Θεολογική, και
β. Κοινωνική.
Α. Θεολογική, σημαίνει, να ξεκινήσουμε πάντοτε με τον Θεό. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού». Θα πάμε λοιπόν πρωτίστως να δοξάσουμε τον Θεό στην Εκκλησία Του και να Τον δοξολογήσουμε “δι’ ευχών των Αγίων Του”.
Θα τον ευχαριστήσουμε που μας χάρισε
Αγίους και θα τον παρακαλέσουμε να συνεχίζει να μας χαρίζει Αγίους, μέχρι της
Δευτέρας Του Παρουσίας, διότι τους έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη. Όχι μόνο για τις
σημαντικότατες, ατελεύτητες πρεσβείες τους, αλλά διότι αυτοί θα προδρομίσουν
τον Χριστό, θα τον δείξουν, θα Τον αποκαλύψουν σε μας και θα μας
προειδοποιήσουν για τα αναπόφευκτα σημεία των καιρών. Αυτοί επεκτείνουν τον
Χριστό, όπως λέγει ο Άγιος Αυγουστίνος, «οι Άγιοι είναι Χριστός παρατεινόμενος
εις τους αιώνας».
Κάθε λοιπόν αιώνας θα έχει και έναν
τουλάχιστον (αν όχι και περισσότερους) πολύ μεγάλο Άγιο ή Μεγαλομάρτυρα ή χαρισματούχο
Γέροντα, μεγάλο Ασκητή.
Υμνολογώντας
τον Άγιο, τιμώντας τον Άγιο, τιμούμε τον Χριστό τον Ίδιο, την Πηγή κάθε
αγιότητας. Όλοι απολύτως οι Άγιοι –ακόμη και η ‘Παναγία’– αντλούν την Αγιοσύνη τους
από τον Χριστό, «το Φως το Αληθινό, που φωτίζει και αγιάζει πάντας ανθρώπους».
Οι Άγιοι είναι καθρέπτες της αγιότητας, αστέρια, φώτα ετερόφωτα, ενώ ο Χριστός
είναι Φως, αυτόφωτος Ήλιος, ‘αυτόματο’, αυτοαίτιο Φως και Πηγή Αγιότητος.
Χωρίς τον Πατέρα, τον Χριστό και το Άγιο
Πνεύμα, δεν υπάρχει Άγιος, και χωρίς την Αγία, Ορθόδοξη Εκκλησία τού Χριστού,
δεν υπάρχει, και ούτε πρόκειται να υπάρξει, καμία ‘ανεξάρτητη’ Αγιοσύνη. Ως
προς την Ορθόδοξη Υμνολογία, όλοι οι Άγιοι και όλες οι Γιορτές ανεξαιρέτως
έχουν συγκεκριμένο «Απολυτίκιο», το
οποίο καλύπτει συνοπτικά, πτυχές, γεγονότα και κύρια σημεία του Βίου του Αγίου ή
της Εορτής καθ’ εαυτήν. Είναι μεγάλη ασέβεια και ντροπή προς τον Άγιό μας,
όντως, να μην γνωρίζουμε καν το Απολυτίκιό του, εάν όχι μάλιστα από έξω,
τουλάχιστον διαβαστά, σε κάθε περίσταση, να το λέμε.
Πηγαίνουμε λοιπόν στην Εκκλησία, από τον Εσπερινό
ακόμη, που είναι σημαντικότατο μέρος της Θείας Λειτουργίας και που τελείται
προς ιδιαίτερη τιμή του Αγίου. Εκκλησιαστικώς, η κάθε επερχόμενη
ημέρα ξεκινά από το προηγούμενο απόγευμα της απερχόμενης ημέρας. Μετά από την τέλεση του Πανηγυρικού Εσπερινού, θα τελέσουμε
και εμείς “θυσίαν εσπερινήν” και θα θυσιάσουμε από τον χρόνο μας, τον
οικογενειακό η τον εργασιακό ή τον προσωπικό, και θα διαβάσουμε τον
βαρυσήμαντο Βίο του συγκεκριμένου εορταζομένου Αγίου ή της Εορτής με κάθε
προσοχή και αφοσίωση. Θα αποκομίσουμε πολλά διδάγματα και θα
καταστρώσουμε ιερό και μυστικό σχέδιο εφαρμογής της κατά πάντα βιώσιμης Αγιοσύνης,
του καθ’ όλα καθαρμού μας και αγιασμού μας.
Όλα αυτά όμως χωρίς καμία επίδειξη,
αυτοπροβολή και διαφημισμό μας.
Δεν θα θεατρίζουμε προς δημιουργία εντυπώσεων και εφάμαρτη αποκόμιση
συγχαρητηρίων και επαίνων. Την ίδια ημέρα, ανήμερα της Εορτής, θα πάμε
πάση θυσία, (εκτός εάν υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος υγείας η άλλος έγκυρος λόγος,
μια πράγματι “εύλογη αιτία”) στην ειδική αυτήν Θεία Λειτουργία. Εάν
πάλι δεν γίνεται αυτό, τουλάχιστον θα περάσουμε να ανάψουμε ένα κερί και ένα
συγνώμη να αναπέμψουμε στον Θεό για το αναγκαίο, επιβεβλημένο παράπτωμα αυτό.
Μπορούμε πάλι να ψάξουμε και να βρούμε
την σχετική Ακολουθία του Αγίου μας και να την διαβάσουμε έπειτα κατ’
ιδίαν, συγκαταβατικώς βέβαια.
Εκεί λοιπόν στην Θεία Λειτουργία, εάν μπορούμε, μόνο κατόπιν ευλογίας του
Πνευματικού μας, έπειτα από το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, θα
κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων, του Αγίου Σώματος και του Αγίου Αίματος
του Χριστού. Έτσι, θα αφιερώσουμε την ημέρα μας για την δόξα του Χριστού και
την τιμή του Αγίου.
Β. Κοινωνική σημαίνει κυρίως, οικογενειακή, στην “Κατ’ οίκον εκκλησία”. Η ίδια η πιστή κοινωνία αποτελεί μέρος της ευρύτερης οικογενείας και συγγενείας μας. Στην οικία μας, εκτός από την Εικόνα του Χριστού και της Παναγίας μας, οπωσδήποτε θα υπάρχει και η Εικόνα του Αγίου μας, αλλά όχι περιφρονητικά, σε μιαν απόμακρη, απλησίαστη και σκοτεινή γωνιά, αλλά χωρίς ντροπή, σε ξέχωρο, ειδικά αφιερωμένο μέρος.
Επίσης, εάν μπορούμε, θα
παραθέσουμε χαρμόσυνη τράπεζα για τα αγαπητά μας πρόσωπα και θα κάνουμε ότι
μπορούμε, ει δυνατόν, να προσκαλέσουμε και κάποιον πτωχό, άστεγο, θλιμμένο η
πονεμένο, να ευλογήσει με την παρουσία του, την τράπεζά μας. Εκεί θα
είναι και ο Χριστός, μυστικώς ανάμεσά μας. Τράπεζα
βέβαια απλή και ταπεινή. “Ουκ εν τω πολλώ το ευ”. Εκεί θα ψάλλουμε αρχικά, με ιδιαίτερη λαμπρότητα και άγια χαρά, το
καθορισμένο, προσφιλές Απολυτίκιο.
Οπωσδήποτε όμως, δεν θα καταλύσουμε
κάποια νηστεία, χάριν της ονομαστικής μας Εορτής, έστω και εάν είμαστε Επίσκοποι.
Τα διάφορα ύπουλα και πονηρά «δεν
πειράζει, γιορτάζει η ενορία» ή «το Μοναστήρι να ‘νε καλά» ή έστω «η αμαρτία
πάνω μου» δεν πρέπει ούτε καν να ακούγονται ούτε να λέγονται για αστείο.
Επίσης, δεν θα θυσιάσουμε ποτέ την Θεολογική πλευρά της Εορτής χάριν
της κοινωνικής πλευράς της. Δηλαδή, δεν θα πούμε, «α, κοίτα, δεν θα πάω
Εκκλησία, γιατί θα έχω κόσμο» ή «πρέπει να προετοιμάσω», διότι αυτό είναι πρόφαση
και αστήρικτη δικαιολογία.
Αυτά όλα μπορούν να γίνουν ‘από
βραδίς’, ενώ εμείς “την αγαθή μερίδα” πρέπει πάντα να διαλέγουμε. Το καλό και
θεάρεστο είναι να βάζουμε μία ιεραρχική αξία και σειρά στα πράγματα, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στο πρωτεύον και μετά
στο δευτερεύον. Επίσης, θα κάνουμε ότι μπορούμε, έστω και από το υστέρημά
μας, να κάνουμε μια κάποια κρυφή ελεημοσύνη, είτε χρηματική, είτε με άλλον
τρόπο· ο Θεός και ο εορταζόμενος Άγιος θα μας φωτίσει να βρούμε κάτι.
Ό,τι πάντως κάνουμε θα το κάνουμε αποκλειστικά και
μόνον προς δόξαν Θεού, ποτέ για “ανθρωπιστικούς λόγους”, διότι
αυτό είναι ‘της μόδας’ και είναι ειδωλολατρεία. Η αγάπη μας και η κοινωνική μας
μέριμνα, η πρόνοια και η ανθρώπινη αλληλεγγύη πρέπει να είναι πάντοτε Χριστοκεντρική, ποτέ όμως
Ανθρωποκεντρική. Δεν είναι κακό να λέμε ταπεινά πως ότι κάνουμε για την αγάπη του Θεού το κάνουμε,
επειδή μας το ζητά ο Επουράνιος Πατέρας μας, το κάνουμε, για να μην Τον
λυπήσουμε.
Τέλος, δεν
θα τελέσουμε ποτέ Ονομαστήρια με χορούς, διασκεδάσεις και μεθύσια, με
μπουζούκια και πιοτά, με τα παρεμφερή και τα παρακατιανά… Βλέπεις
μερικούς, το δηλώνουν «σκεπτικιστές» ή ακόμη και «άθεοι», αλλά όταν έρχεται η
ονομαστική τους γιορτή γίνεται τότε “ξεφάντωμα τρελλό” άντε και “τα ρίχνουν στο
ποτό και τα καίνε όλα” και μετά σου λέει «πιστεύω με τον τρόπο μου». Δεν
υπάρχει στην Ορθοδοξία αυτό, ούτε στέκει λογικά κάτι τέτοιο. Δεν είναι ο δικός μου ή ο δικός σου τρόπος,
αλλ’ ο τρόπος τού Θεού, ο τρόπος της Αποκλειστικής, Αληθινής Εκκλησίας τού
Χριστού, ο Ορθόδοξος Τρόπος. Ή δ’ άλλως, «ο τρόπος μας δολιότητος γέμει»,
παράνομε, κοσμικοποιημένε “χριστιανέ” μου. Άκουε, άνθρωπέ μου, τον Λόγο του
Θεού: «Τας εορτάς και τας νουμηνίας,
εμίσησεν η ψυχή μου». (Αμώς 5, 21) Φοβερός ο λόγος…
Κλείνοντας, θα προσθέσουμε και μίαν
αναγκαία επεξήγηση. Δεν θα κολλάμε σε ένα στείρο, σκέτο, άχαρο και συνηθισμένο “Χρόνια πολλά”· η ουσία δεν είναι εκεί.
Καλύτερα να είναι λίγα και καλά, με
μετάνοια αληθινή, παρά να είναι πολλά, στην αμαρτία βουτηγμένα και απ’ τον Θεό
μακρυά.
Και εάν θέλουμε να ξέρουμε κάτι,
(διότι έχει ακουστεί και αυτό σαν πρόχειρο και επιπόλαιο επιχείρημα), όταν η
Αγία μας Εκκλησία λέγει και εύχεται στον κάθε “Δεσπότη και Αρχιερέα ημών”, και
στα Μοναστήρια ακόμη, στις Ιερές Ακολουθίες και τα Πατριαρχικά Τυπικά, αυτό το “Εις έτη πολλά” και “εις πολλά έτη Δέσποτα”,
δεν το λέμε με κοσμική, μάταιη και επιπόλαιη έννοια, αλλά “φύλαγέ τον πάντα,
Θεέ μου, για όσα χρόνια θα ζήσει, να ποιμάνει σωστά την Εκκλησία Σου, φύλαγε το
Ποίμνιό του από την πλάνη και την αίρεση!”
Και όπως πολύ σωστά ερμηνεύει και
υπογραμμίζει ο Άγιος Γέροντας Παΐσιος, αυτό εννοεί: “εις πολλά ακόμα χρόνια μετανοίας, διότι ακόμη και οι Αρχιερείς μας δεν
αποκλείονται της μετανοίας· γι’ αυτό να εύχεστε να τους δίνει ο Θεός μετάνοια
και να λέτε «να παίρνει ο Θεός χρόνια από μένα και να δίνει σε αυτόν η σε
κείνον».
Όχι πως ο Θεός θα το κάνει και θα μας
σμικραίνει την ζωή, αλλά, εάν το λέμε με πίστη, τότε θα προσθέτει και άλλα
ακόμη έτη, και σ’ αυτόν που το λέει και σε αυτόν που το δέχεται…”
Λοιπόν, να με συχγωράτε, και να παρακαλάτε, να μου δίνει ο Θεός χρόνια πολλά ακόμη, για την μετάνοια μου. Σας εύχομαι εκ βάθους, χρόνια άγια, πνευματικά, χρόνια πολλά με Χριστό, χρόνια Εκκλησιαστικά, χρόνια μετανιωμένα, χρόνια πραγματικά αξέχαστα, χρόνια αγιασμένα. Χρόνια, όχι αναγκαστικά με υγεία, αλλά χρόνια εν Κυρίω ευπρόσδεκτα, χρόνια σωτηρίας! (Β’ Κορινθ. 6, 2)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου