Ἕνα
πρωινὸ Κυριακῆς ὁ γέροντας κατηφόριζε, μαζὶ μ' ἕνα γνωστό του
ἡλικιωμένο χωρικὸ πρὸς τὴν ἐκκλησία ἑνὸς χωριοῦ. Στὸ δρόμο συνάντησαν
μία παρέα ἔξι-ἑπτὰ νεαρῶν ποὺ βάδιζαν πρὸς τὴν ἀντίθετη κατεύθυνση. Ὁ
χωρικὸς ρώτησε τοὺς νεαρούς: "Ποῦ πάτε παιδιά;" Ἐκεῖνοι ἀπάντησαν: "Στὸ
καφενεῖο". Τότε ὁ χωρικὸς (ποῦ ἦταν πολὺ αὐστηρός) τους εἶπε: "Δὲ
ντρέπεστε, Κυριακὴ πρωὶ σήμερα, ἀντὶ νὰ βρίσκεστε στὴν ἐκκλησία,
πηγαίνετε στὸ καφενεῖο; Χριστιανοὶ εἶστε σεῖς;" Καὶ τοὺς ἐξαπέλυσε ἕνα
ὑπαίθριο ζηλωτικὸ κήρυγμα. Οἱ νεαροί του μίλησαν ὑβριστικὰ καὶ συνέχισαν
τὸ δρόμο τους. Ὁ Γέροντας σιωποῦσε.
Ὁ χωρικός, γεμάτος ἔξαψη καὶ αὐταρέσκεια, εἶπε στὸ Γέροντα: "Καλὰ τὰ εἶπα στὰ παλιόπαιδα;" Κι ὁ γέροντας: "Δὲν τὰ εἶπες καλά". Ὁ χωρικός, ποὺ περίμενε συγχαρητήρια, πικράθηκε ἀπ'τὴν ἀπάντηση τοῦ γέροντα. Ἔφτασαν στὴν ἐκκλησία. Ὁ γέροντας μπῆκε στὸ ἱερὸ καὶ ὁ χωρικὸς ἔπιασε ἕνα στασίδι. Δὲ πέρασε μισὴ ὥρα καὶ νὰ'σοὺ ὅλοι οἱ νεαροί της παρέας καὶ μπαίνουν στὴν ἐκκλησία. Ὁ χωρικὸς ἔτριβε τὰ χέρια του ἀπὸ ἱκανοποίηση. Μόλις τελείωσε ἡ Θεία Λειτουργία καὶ βγῆκε ὁ γέροντας ἀπ'τὸ ἱερό, ὁ χωρικὸς ἔσπευσε νὰ....
τὸν συναντήσει καὶ τοῦ' δεῖξε τὰ παιδιὰ λέγοντας: "Εἶδες ποῦ μου εἶπες ὅτι δὲν τοὺς τὰ εἶπα καλά; Σκέφτηκαν τὰ λόγιά μου καὶ ἦρθαν στὴν ἐκκλησία". Κι ὁ γέροντας χαμογελώντας τοῦ ἐξήγησε ὅτι ἦρθαν ἐπειδὴ προσευχόταν σιωπηλὰ γι'αὐτὰ καὶ ὄχι διότι ἐπηρεάστηκαν ἀπὸ τὸν τρόπο του.
Ὁ χωρικός, γεμάτος ἔξαψη καὶ αὐταρέσκεια, εἶπε στὸ Γέροντα: "Καλὰ τὰ εἶπα στὰ παλιόπαιδα;" Κι ὁ γέροντας: "Δὲν τὰ εἶπες καλά". Ὁ χωρικός, ποὺ περίμενε συγχαρητήρια, πικράθηκε ἀπ'τὴν ἀπάντηση τοῦ γέροντα. Ἔφτασαν στὴν ἐκκλησία. Ὁ γέροντας μπῆκε στὸ ἱερὸ καὶ ὁ χωρικὸς ἔπιασε ἕνα στασίδι. Δὲ πέρασε μισὴ ὥρα καὶ νὰ'σοὺ ὅλοι οἱ νεαροί της παρέας καὶ μπαίνουν στὴν ἐκκλησία. Ὁ χωρικὸς ἔτριβε τὰ χέρια του ἀπὸ ἱκανοποίηση. Μόλις τελείωσε ἡ Θεία Λειτουργία καὶ βγῆκε ὁ γέροντας ἀπ'τὸ ἱερό, ὁ χωρικὸς ἔσπευσε νὰ....
τὸν συναντήσει καὶ τοῦ' δεῖξε τὰ παιδιὰ λέγοντας: "Εἶδες ποῦ μου εἶπες ὅτι δὲν τοὺς τὰ εἶπα καλά; Σκέφτηκαν τὰ λόγιά μου καὶ ἦρθαν στὴν ἐκκλησία". Κι ὁ γέροντας χαμογελώντας τοῦ ἐξήγησε ὅτι ἦρθαν ἐπειδὴ προσευχόταν σιωπηλὰ γι'αὐτὰ καὶ ὄχι διότι ἐπηρεάστηκαν ἀπὸ τὸν τρόπο του.
ἀπόσπασμα ἀπ'τὸ βιβλίο Ἀνθολόγιο συμβουλῶν τοῦ γέροντα Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, ἔκδ. Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι Ἀττικῆς
Ἀόρατη Γωνιὰhttp://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2012/06/blog-post_1573.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου