Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ
ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
ΚΑΙ
ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΘΕΟ
(ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ Ἱερομονάχου
Σάββα Ἁγιορείτη)
Ἀγάπη
πρός τόν Θεό, ἡ πρώτη, ἡ κορυφαία ἐντολή,
πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός: «Ἀγαπήσεις
Κύριον τόν Θεό σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς
σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί
ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί τόν πλησίον
σου ὡς σεαυτόν»1.
Αὐτή
ἡ ἀγάπη ὅταν γίνει κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου
τόν μεταποιεῖ, τόν κάνει ὡς φωτιά. Αὐτήν
τήν ἀγάπη καλλιέργησαν οἱ Ἅγιοι καί
αὐτήν τήν ἀγάπη πρέπει καί ἐμεῖς νά
καλλιεργήσουμε πάνω ἀπ’ ὅλα.
Πολλές
φορές λέμε, σκεφτόμαστε ἤ καί πιστεύουμε
βαθιά μέσα μας ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ
πιό μεγάλη ἀρετή, ἀλλά πάντα ὁ νοῦς
μας πάει στήν ἀγάπη πρός τούς ἄλλους.
Κάποτε
ἕνας Δεσπότης εἶχε πάει ἐπίσκεψη σ΄
ἕνα σχολεῖο καί ρώτησε τά παιδιά ποιά
εἶναι ἡ πρώτη, ἡ πιό σπουδαία, ἡ πιό
μεγάλη ἐντολή;
Ὅλα
τά παιδάκια τοῦ ἀπάντησαν ὅτι ἡ πιό
σπουδαία ἐντολή εἶναι τό νά ἀγαπᾶμε
τόν πλησίον μας...
Βέβαια
αὐτή ἡ ἀπάντηση εἶναι λανθασμένη. Ἡ
πρώτη ἐντολή δέν εἶναι νά ἀγαπᾶμε τόν
πλησίον μας. Ἡ πρώτη ἐντολή εἶναι νά
ἀγαπᾶμε τόν Θεό. Ἀφοῦ δέ, ἀγαπήσουμε
τόν Θεό, μετά ὡς καρπός αὐτῆς τῆς
ἀγάπης πρός τόν Θεόν, ἔρχεται τό νά
ἀγαπήσουμε τά παιδιά τοῦ Θεοῦ- τόν
κάθε συνάνθρωπό μας.
- Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό προϋπόθεση τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον καί πρός ὅλην τήν κτίση.
Ἄν
ἀγαπήσουμε τόν Θεό- τότε καί μόνον τότε-
θ’ ἀγαπήσουμε σωστά καί ὅλους τούς
ἀνθρώπους. Θ’ ἀγαπήσουμε δέ τότε καί
ὅλη τήν κτίση, ὅλη τήν Δημιουργία
τοῦ Θεοῦ. Τότε θά γίνει μία
καύση τῆς καρδίας - ὅπως λέγει ὁ Ἀββᾶς
Ἰσαάκ ὁ Σύρος- γιά τά πτηνά, γιά τά
ἑρπετά, ἀκόμη καί γιά τούς δαίμονες.
Καίγεται ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, πού
ἀγαπάει ἀληθινά τόν Θεό, ἀπό ἀγάπη
γιά ὅλα· ἀκόμη καί γιά τούς δαίμονες.
Τούς ἀγαπᾶ διότι καί οἱ δαίμονες εἶναι
ἄγγελοι ἐκπεσόντες, δημιουργήματα τοῦ
Θεοῦ, ταλαίπωρα καί αὐτά, πού ἔχουν
χάσει τό φῶς τους, τό φῶς δηλαδή τοῦ
Θεοῦ, μέ τό Ὁποῖο φωτίζονταν ὅσο ἦσαν
ὑπάκουοι στόν Θεό. Τώρα ἔχουν γίνει
σκοτεινοί καί ἀντί νά ἐργάζονται τήν
συνεχή δοξολογία τοῦ Θεοῦ καί τήν
βοήθεια στούς ἀνθρώπους, ὥστε νά τούς
ὁδηγοῦν στή σωτηρία,(ὅπως ἀκριβῶς
εἶναι τό ἔργο τους τό δοσμένο ἀπό τόν
Κύριο), αὐτοί ἐργάζονται τό κακό καί
κατεργάζονται τήν ἀπώλειά μας.
Ἀγάπη
λοιπόν πρός τόν Θεό... αὐτό θά εἶναι
ἀπόψε τό θέμα μας...
Ἐπειδή
ὅμως δέν θέλω νά λέω δικά μου λόγια,
σκέφτηκα νά σχολιάσουμε λίγα ἀπ’ αὐτά
πού λέει ὁ σύγχρονος Ἅγιος Γέροντας,
ὁ πατήρ Παΐσιος. Πάνω σ’ αὐτά νά
βασιστοῦμε καί μετά νά δοῦμε καί ἕναν
ἄλλον, ἐπίσης σύγχρονο γνωστό Ἅγιο,
τόν Ἅγιο Σιλουανό, τόν Ὁποῖο μάλιστα
γιορτάσαμε τήν προηγούμενη ἑβδομάδα.
Αὐτός ὁ δεύτερος μέ πολύ βιωματικό
τρόπο φανερώνει τήν ἀγάπη του στόν Θεό.
Ἀποκαλύπτει μέσα ἀπό τά γεμᾶτα Ἅγιο
Πνεῦμα κείμενά του, τό πῶς ὁ ἴδιος
ζοῦσε αὐτήν τήν πρός τόν Θεόν ἀγάπη.
- Ὁ π. Παΐσιος γιά τήν Ἀγάπη
Λέει
λοιπόν ὁ Πατήρ Παΐσιος ὅτι
«κατ’ ἐμέ ἡ ἀγάπη εἶναι τριῶν εἰδῶν:
ἡ σαρκική ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι
γεμάτη πνευματικά μικρόβια, ἡ κοσμική
ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι φαινομενική,
τυπική, ὑποκριτική, δίχως βάθος. Καί
ὑπάρχει καί ἡ πνευματική ἀγάπη, πού
εἶναι ἡ ἀληθινή, ἡ ἁγνή, ἡ ἀκριβή
ἀγάπη. Αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι ἀθάνατη»2.
Ὅταν ἀναφερόμαστε πνευματική ἀγάπη
ἐννοοῦμε τήν Ἁγιοπνευματική ἀγάπη.
Ὅπως καί ὅταν ὁμιλοῦμε γιά τήν
πνευματική ζωή ἐννοοῦμε τήν
Ἁγιοπνευματική ζωή. Δηλαδή ζωή μέ τό
Ἅγιο Πνεῦμα, μέσα στό Ἅγιο Πνεῦμα.
Αὐτός ἄλλωστε εἶναι πνευματικός
ἄνθρωπος, ὁ Ἁγιοπνευματικός· αὐτός
ὁ ὁποῖος ἔχει γεμίσει τήν ψυχή του,
τήν καρδιά του μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Πνευματικός ἄνθρωπος εἶναι αὐτός, πού
κατευθύνεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί
ὅλες του οἱ ἐνέργειες, ὅλα του τά
συναισθήματα, ὅλες του οἱ σκέψεις,
εἶναι ποτισμένες μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.
- Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Διδάσκει
λοιπόν ὁ Πατήρ Παΐσιος τό πῶς θά
ἐπιτύχουμε αὐτήν τήν πνευματική ἀγάπη
πρός τόν Θεό καί πρός τούς ἀνθρώπους:
«Νά ἔχετε» λέγει «τόν νοῦ
σας συνέχεια στόν Θεό»3.
Πράγματι
γιά νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό ὁ τρόπος
εἶναι ἡ προσευχή. Λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες-
ἀπό συμφώνου ὅλοι- ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος
σκέφτεται τόν Θεό, τότε καί Τόν ἀγάπει.
Ὅσο
περισσότερο σκέφτεσαι τόν Θεό, τόσο
περισσότερο Τόν ἀγαπᾶς. Ὅταν ἀδιάλειπτα
σκέπτεσαι τόν Θεό, τότε πράγματι ἀνάβεις
μιά πυρκαγιά μέσα στήν καρδιά σου.
Οἱ
Ἅγιοι Πατέρες μᾶς δίδαξαν τήν νοερά
προσευχή, ὡς ἕνα πολύ εὐκολο καί
ἀποτελεσματικό τρόπο γιά νά ἀγαπήσουμε
τόν Θεό. «Νά λέτε τήν εὐχή»
δίδασκε ὁ π. Παΐσιος,
«νά μιλᾶτε μέ τόν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος
κάνει αὐτήν τήν ἐργασία κατ’ ἀρχάς
νοιώθει λίγο τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καί
ἀργότερα ὅσο προχωράει τήν νοιώθει
ὅλο καί πιό πολύ»4.
- Ὅποιος προσεύχεται ἀρχίζει νά αἰσθάνεται πόσο τόν ἀγαπάει ὁ Θεός.
Μέ
τήν προσευχή πρός τόν Θεό, ὄχι μόνο ὁ
ἄνθρωπος ἀρχίζει ν’ ἀγαπᾶ τόν Θεό,
ἀλλά αἰσθάνεται ὅτι καί ὁ Θεός τόν
ἀγαπάει. Αὐτό εἶναι καί τό πιό σημαντικό.
Ἐκεῖνος πού πάντα κινεῖται πρῶτος
εἶναι ὁ Θεός. «Ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων
ἡμῶν...»5.
Ὁ Θεός μᾶς ἀγάπησε ἐνῷ εἴμαστε
ἁμαρτωλοί.
Δέν
περίμενε νά μετανοήσουμε, νά γίνουμε
καλοί, γιά νά ἔρθει στήν γῆ
καί νά πάρει τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἀντίθετα
ἐνῷ ἐμεῖς εἴμαστε ἄθλιοι
βρώμικοι, ἀποστάτες, ἐχθροί Του, Ἐκεῖνος
ἐνδιαφέρθηκε γιά μᾶς. «Βγῆκε» ἀπό τόν
ἑαυτό Του- ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι- πῆρε
τήν ἀνθρώπινη φύση, μᾶς συναναστράφηκε
καί μᾶς ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Φάνέρωσε
τήν ἀγάπη Του πρός ἐμᾶς μέ κορυφαία
πράξη τόν θάνατό Του ἐπάνω στό Σταυρό.
Ἐκεῖ ἐπάνω, ἐκρηκτικά ἀποκαλύφθηκε,
φανερώθηκε στόν ὑπέρτατο βαθμό, ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους.
«Νά
λέτε συνέχεια τήν εὐχή», λέει
ὁ Γέροντας. «Νά προσεύχεσθε
συνεχῶς καί θά ἀρχίσετε σιγά σιγά νά
αἰσθάνεσθε»6
πῶς καί πόσο σᾶς ἀγαπάει ὁ
Θεός.
Οἱ
ἄνθρωποι πού εἶναι κοσμικοί, πού εἶναι
τυφλοί πνευματικά μᾶς λένε: «Ποῦ τόν
εἴδατε τόν Θεό; Δέν ὑπάρχει Θεός, ἐγώ
δέν βλέπω τίποτα, οὔτε αἰσθάνομαι
τίποτα»...
-Γιατί
τά λένε αὐτά;
-Διότι
ἀκριβῶς δέν ἔχουν κάνει αὐτό τό βῆμα,
αὐτήν τήν κίνηση τῆς μετάνοιας, τῆς
ταπείνωσης, τῆς- ἔστω ὀλίγης-
προσευχῆς.
Ἄν
ἀρχίσει ὁ ἄνθρωπος νά ὁμιλεῖ στόν
Θεό, ἀμέσως θά αἰσθανθεῖ ὅτι ὁ Θεός
εἶναι δίπλα του.
- Ὁ Θεός εἶναι ὁ Μεγάλος Παρών μέσα στήν Κτίση
Πράγματι,
ὁ Θεός εἶναι ὁ μεγάλος Παρών
καί ὄχι ὁ μεγάλος ἀπών.
Σύμφωνα
μέ τήν Ὀρθοδοξία, πού εἶναι ἡ ἀληθινή
Πίστη, ὁ Θεός εἶναι παντοῦ. Ὄχι μόνο
μᾶς ἔφτιαξε καθώς καί ὅλο τό σύμπαν,
ἀλλά συνεχίζει νά προνοεῖ γιά μᾶς, νά
φροντίζει γιά ὅλα τά πλάσματά
Του, νά συντηρεῖ ὅλο τό σύμπαν. Μᾶς
λένε μάλιστα οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅτι τό
κάνει αὐτό μέσῳ τῶν Ἀκτίστων Ἐνεργειῶν
Του.
Ὁ
Θεός συνεχίζει καί σήμερα νά ἐνεργεῖ,
καί νά εἶναι μέσα στόν κόσμο.
Εἶναι παντοῦ καί συνέχει τά
πάντα. Ἄν δέν ὑπῆρχε κάποιος συνδετικός
κρίκος, πού νά συνδέει τά πάντα, τό
σύμπαν θά διαλυόταν ἀμέσως. Αὐτός
ὁ συνδετικός κρίκος εἶναι ὁ Χριστός.
Αὐτός εἶναι πού συγκεντρώνει τούς
λόγους ὅλων τῶν ὄντων. Ὁ Λόγος (μέ
κεφαλαίο Λ), ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ
εἶναι ὁ «συνέχων πᾶσαν τήν Κτίσιν».
Αὐτός εἶναι ἡ αἰτία γιά τήν Ὁποία
ὑπάρχουν τά πάντα καί πρός τήν Ὁποία
πορεύονται τά πάντα.
Ὁ
Χριστός εἶναι Αὐτός διά τοῦ Ὁποίου
τά πάντα ἔγιναν καί στόν Ὁποῖον τά
πάντα πηγαίνουν. Εἶναι τό Ἄλφα καί τό
Ὠμέγα, ὅπως γράφεται στήν Ἀποκάλυψη.
Ἄν δέν ὑπῆρχε Αὐτός, ὁ Δημιουργός καί
ὁ Συνδετικός Κρίκος δέν θά ὑπῆρχε οὔτε
τό σύμπαν, οὔτε τίποτα.
- Οἱ αἱρετικοί δέν ἔχουν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ.
Σύμφωνα
μέ τίς ἀντιλήψεις τῶν αἱρετικῶν (μή
ὀρθοδόξων Χριστιανῶν), ὁ Θεός- κατ’
αὐτούς- φαίνεται σάν νά μήν ἐνεργεῖ
πλέον μέσα στό σύμπαν, σάν νά εἶναι
κάπου μακριά. Τά πιστεύουν αὐτά καί
ζοῦν ἀναλόγως, διότι ἀκριβῶς οἱ
ἄνθρωποι αὐτοί ἔχουνε ἀλλοιώσει τά
βασικά δόγματα τῆς Πίστεως, ἔχουν πέσει
στήν αἵρεση, στήν πλάνη. Δέν πιστεύουν
σωστά γιά τόν Θεό, δέν ἔχουν τήν ὀρθή
δόξα γι’ Αὐτόν, ὁπότε καί δέν αἰσθάνονται
τήν παρουσία Του: οὔτε οἱ Παπικοί οὔτε
οἱ Προτεστάντες.
Παρόλο
πού λένε ὅτι πιστεύουν στόν ἴδιο Θεό
μέ μᾶς, στόν Χριστό, στήν πραγματικότητα
Τόν ἔχουνε ἀπωθήσει πολύ μακριά τους,
Τόν ἔχουνε διώξει ἀπό τήν ζωή τους.
Αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά χάσουν τήν
ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καί τήν κοινωνία
μαζί Του διότι στεροῦνται τῆς Θείας
Χάριτος.
- Οἱ τρεῖς κρουνοί-παροχεῖς τῆς Θείας Χάρης.
Ἡ
Ὀρθοδοξία ὅμως αἰσθάνεται τήν παρουσία
τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ὀρθόδοξοι αἰσθανόμαστε
τήν παρουσία Του στό μέτρο, πού ἀφήνουμε
τόν Θεό νά ἐνεργήσει μέσα
μας. Ἐπιτρέπουμε δέ στόν Θεό νά ἐνεργήσει
μέσα μας ὅταν:
α)μετέχουμε
στήν θεία λατρεία, στήν Θεία Λειτουργία,
ζοῦμε τήν Θεία Εὐχαριστία καί κοινωνοῦμε
ταχτικά μέ τήν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ
μας Πατρός,
β)προσευχόμαστε
καί μετανοοῦμε (νοερά προσευχή, τήρηση
τῶν ἐντολῶν καί συχνή Ἱερά Ἐξομολόγηση)
καί
γ)μελετοῦμε
τήν Ἁγία Γραφή καί τούς λόγους τῶν
Ἁγίων Πατέρων.
Αὐτά
τά τρία, εἶναι οἱ τρεῖς παροχεῖς τῆς
Χάρης τοῦ Θεοῦ. Εἶναι οἱ τρεῖς κρουνοί,
οἱ ὁποῖοι μᾶς ξεδιψοῦν καί μᾶς κάνουν
νά αἰσθανόμαστε-βιώνουμε τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ.
Ὅσο
κανείς πίνει ἀπό τό νερό τῶν τριῶν
αὐτῶν κρουνῶν, τόσο μεθάει μέ τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ. Αἰσθάνεται πόσο τόν ἀγαπάει
ὁ Θεός καί κατόπιν παρακινεῖται καί
αὐτος νά Τόν ἀγαπήσει περισσότερο.
- Ὅσο ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας στόν Θεό, τόσο Τόν ἀγαποῦμε.
Στά
ἀνθρώπινα πράγματα τί συμβαίνει; Ὅταν
ἔχεις κάποιον δίπλα σου, ὁ ὁποῖος
συνεχῶς σέ εὐεργετεῖ καί τό αἰσθάνεσαι
καί τό βλέπεις κάθε στιγμή, τότε
παρακινεῖσαι καί ἐσύ νά τόν ἀγαπήσεις.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν Θεό: ὅσο
κανείς ἀφήνεται καί παραδίδεται στά
χέρια τοῦ Θεοῦ- μέ τόν τρόπο πού εἴπαμε-
τόσο αἰσθάνεται ὅτι ὁ Θεός τόν ἀγαπάει
καί τότε θέλει καί αὐτός νά ἀνταποκριθεῖ
σ’ αὐτήν τήν ἄπειρη ἀγάπη.
«Ὁ
νοῦς του βρίσκεται μόνιμα πλέον στόν
Θεό καί δέν τόν συγκινεῖ τίποτε τό γήινο
καί τό μάταιο. Στήν καρδιά του φουντώνει
ἡ ἀγάπη γιά τόν Θεό, γεμίζει καί δέν
θέλει πιά νά σκέφτεται τίποτε ἄλλο,
ἐκτός ἀπό τόν Θεό. Ἀδιαφορεῖ γιά ὅλα
τά τοῦ κόσμου καί σκέφτεται συνέχεια
τόν Οὐράνιο Πατέρα. Βλέπεις ὅσοι
ἀσχολοῦνται μέ ἐφευρέσεις ἀπορροφοῦνται
ἀπό τήν ἐπιστήμη. Ποῦ εἶναι ὅμως ἡ
δική μας ἀπορρόφηση ἀπό τόν Χριστό;»7
- Ἡ ἀπορρόφησή μας ἀπό τόν Χριστό.
Αὐτή
ἡ ἀπορρόφηση ἀπό τόν Χριστό εἶναι
πολύ πιό ὑψηλό πρᾶγμα (σέ σχέση μέ τήν
ἀπορρόφηση ἀπό τήν ἐπιστήμη). Ὄντως
ὑπάρχουν ἐπαγγέλματα τά ὁποῖα
ἀπορροφοῦν τόν ἄνθρωπο, ὅπως εἶναι
λ.χ. τά καλλιτεχνικά ἐπαγγέλματα. Ὁ
ἄνθρωπος μάλιστα αὐτός, ἔχει καί μιά
σχετική καθαρότητα στόν νοῦ του. Αὐτό
συμβαίνει διότι ἀκριβῶς ὁ νοῦς του
συγκεντρώνεται στό συγκεκριμένο
ἀντικείμενο, γιά παράδειγμα στήν
ζωγραφική μέ τήν ὁποία ἀσχολεῖται.
Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό ἀρκετό γιά νά
ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στόν Θεό. Δέν
πραγματώνεται κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ὁ
σκοπός τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐκεῖνο
πού πραγματώνει τόν σκοπό τῆς ὕπαρξής
μας, δηλαδή τό «καθ’ ὁμοίωσιν»(τό νά
ὁμοιάσουμε στόν Θεό), εἶναι τό νά
συγκεντρώσουμε τόν νοῦ μας στόν Θεό
καί νά Τόν ἀγαπήσουμε.
Θά
πρέπει νά ἀγαπήσουμε τόν
Θεό. Τότε φανερώνουμε ὅτι Τόν ἀγαπᾶμε
ὅταν τηροῦμε ὅλες τίς ἐντολές. Ὅταν
ἀγαπᾶμε τόν Θεόν τότε τηροῦμε κατ’
ἐξοχήν τήν πρώτη ἐντολή («ἀγαπήσεις
Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς διανοίας
σου, ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης
τῆς ἰσχύος σου, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας
σου8»),
πού ἀπαιτεῖ τήν συγκέντρωση τοῦ νοῦ
μας σ’ Αὐτόν, ἀλλά καί τό δόσιμο τῆς
καρδιᾶς μας πάλι σ’ Αὐτόν.
Πολλές
φορές παραπονιόμαστε ἐπειδή δέν μποροῦμε
νά συγκεντρωθοῦμε στήν προσευχή. Ἡ
αἰτία εἶναι, τό ὅτι δέν ἔχουμε ἀγαπήσει
ἀρκετά τόν Θεό. Ὅταν ἀγαπᾶς κάποιον
καί τοῦ μιλᾶς, τό θεωρεῖς αὐτονόητο
τό νά τόν προσέχεις: Νά προσέχεις κατ’
ἀρχήν αὐτά πού ἐσύ τοῦ λές καί νά
προσέχεις ἐπίσης τό τί θά σοῦ πεῖ
αὐτός. Ἔτσι θά πρέπει νά συμβαίνει καί
κατά τήν συνομιλία μας μέ τόν Θεό.
- Ἡ θεϊκή φλόγα τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό.
«Ὅταν
ἀνάψει ἡ πνευματική ἀγάπη», παρατηρεῖ
ὁ Γέρων Παΐσιος, «φλογίζεται ὅλο τό
στῆθος. Ὅλο τό στῆθος γίνεται μιά
φλόγα. Καίγεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν
μεγάλη γλυκιά φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ
Θεοῦ. Πετάει, ἀγαπάει μέ ἀγάπη πραγματική,
μητρική»9.
Ἀγαπάει
δηλαδή σάν μιά μητέρα. Ἡ ἀγάπη τῆς
μητέρας, ὅπως ξέρουμε χρησιμοποιεῖται
ὡς πρότυπο ἀγάπης, διότι χαρακτηρίζεται
ἀπό τήν αὐτοθυσία, τήν ὑπομονή, τήν
ἀρχοντιά, τήν μεγαλωσύνη.
Ἐν
τούτοις καί αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι φυσική.
Ἡ μητρική ἀγάπη εἶναι μία χαρακτηριστικά
μεγάλη, φυσική ἀγάπη, πού μπορεῖ νά
φθάσει μέχρι αὐτοθυσίας. Δέν εἶναι
ὅμως αὐτή ἡ τέλεια ἀγάπη. Ἡ τέλεια
ἀγάπη εἶναι ἡ ὑπέρ φύσιν, αὐτή ἡ ὁποία
περιλαμβάνεται στόν καρπό τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, αὐτή στήν ὁποία εὐαρεστεῖται
ἀπόλυτα ὁ Θεός.
Γι’
αὐτό λέει ὁ Γέροντας ἐδῶ, ὅτι
τοὐλάχιστον μιά
τέτοια ἀγάπη, τήν ὁποία ἔχει ἡ μάνα
στό παιδί, πρέπει νά καλλιεργήσουμε
καί ἐμεῖς πρός τόν Θεό. Αὐτή ἄν
ἀγωνιστοῦμε θά μᾶς ὁδηγήσει στήν
τέλεια ἀγάπη, πού εἶναι στοιχεῖο τοῦ
καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν αὐτή
ἀνάψει στόν ἄνθρωπο, ἀγγίζει ὄχι
μόνο τήν ψυχή ἀλλά καί τό σῶμα. Φλογίζεται
τό στῆθος, ὅπως λέει ἐδῶ ὁ Γέροντας
καί ἀνάβει μιά φωτιά μέσα στόν ὅλο
ἄνθρωπο.
- Ἡ πορεία πρός Ἐμμαούς
Σήμερα
ὅσοι πήγατε νωρίς στήν ἐκκλησία τό
πρωί θά ἀκούσατε τό πέμπτο ἐωθινό
Εὐαγγέλιο, πού εἶναι ἡ πορεία πρός
Ἐμμαούς. Μόλις οἱ τρεῖς συνοδοιπόροι
ἔφθασαν καί πῆγαν στό τραπέζι, ὁ Κύριος
ἔκοψε τό ψωμί μέ τόν χαρακτηριστικό
Του γνώριμο τρόπο. Τότε ἦταν πού Τόν
ἀναγνώρισαν. Τότε ἀκριβῶς ὁ Κύριος
ἐξαφανίσθηκε ἀπό μπροστά τους . Οἱ δυό
Ἀπόστολοι, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς καί ὁ
Ἅγιος Κλεόπας μόλις κατάλαβαν ὅτι τόση
ὥρα εἶχαν τόν Κύριο μαζί τους ἔκαναν
μιά ἀναδρομή σ’ αὐτά πού μόλις λίγο
πρίν εἶχαν ζήσει.
«Δέν
θυμᾶσαι» ἔλεγαν ὁ ἕνας στόν ἄλλον
«πώς ἤτανε καιομένη ἡ καρδία μας ἐνῷ
βαδίζαμε μαζί Του στόν δρόμο;».
Εἶχε
ἀνάψει ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα αὐτή ἡ
φλόγα τῆς θεϊκῆς ἀγάπης στήν καρδιά
τους.
-Γιατί;
-Διότι
ὁ νοῦς τους ἦταν στόν Χριστό. Ὄχι μόνο
ὅταν συνομιλοῦσαν μαζί Του, χωρίς νά
Τόν ἔχουν ἀναγνωρίσει, ἀλλά καί πρίν.
Ἐνῶ βάδιζαν μόνοι τους καί ἦσαν
σκυθρωποί, ἐν τούτοις γιά τόν Χριστό
λέγανε. Ἦταν κατσούφηδες. Ὁμιλοῦσαν
ἀπογοητευμένοι, διότι εἶχαν (ὅπως καί
πολλοί ἄλλοι) μιά λάνθασμένη ἀντίληψη
γιά τόν Χριστό. Ἐλπίζανε ὅτι Αὐτός θά
λύτρωνε τόν Ἰσραήλ, θά τούς ἐλευθέρωνε
ἀπό τή Ρώμη, θά τούς ἔφτιαχνε ἕνα μεγάλο
κράτος. Παρ’ ὅλα αὐτά ὁ νοῦς τους ἦταν
στόν Χριστό.
Ἔρχεται
μετά ὁ Χριστός καί τούς ἑρμηνεύει τίς
Γραφές. Τούς ἀνοίγει τόν νοῦ γιά νά
καταλαβαίνουν τά Ἱερά Κείμενα τῆς Π.
Διαθήκης καί ἀρχίζει νά τούς ἐξηγεῖ
τίς Προφητεῖες. Τούς ἀποδεικνύει ὅτι
ἔπρεπε νά περάσει ἀπό ὅλα
αὐτά, πού πέρασε γιά νά φτάσει στήν
δόξα Του. Τούς ἐλέγχει: «Ω!
ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ» τούς
λέει καί τούς ἐξηγεῖ ὅ,τι σχετίζεται
μέ τό Πρόσωπό Του.
Ἐνῶ
τούς ὁμιλεῖ, τούς μεταδίδει αὐτήν τήν
θεϊκή ἀγάπη· ἀνάβει μές στήν καρδιά
τους αὐτήν τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Ἐκείνη τήν ὥρα δέν τό συνειδητοποίησαν,
διότι ἦταν ἀπορροφημένοι ἀπό τά
λόγια Του. Τό ἀντιλήφθηκαν ὅταν Ἐκεῖνος
ἔγινε ἄφαντος, ὁπότε ἔκαναν αὐτήν
τήν ἀναδρομή. Κατάλαβαν τότε τί τούς
συνέβη· ἦλθαν σέ μιά βαθύτερη αἴσθηση
τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ.
- Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο καί κάνει ὡς φλόγα.
Ἡ
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀλλάζει ὅλον τόν
ἄνθρωπο. Ὅταν γίνει πολύ μεγάλη ἀγγίζει
καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, καί τό ἀλλάζει.
Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων
Λειψάνων. Τί εἶναι τά Ἅγια Λείψανα;
Εἶναι ἀκριβῶς τό γεγονός τῆς ἀγάπης
τοῦ Θεοῦ φανερωμένο στό σῶμα τοῦ ἁγίου
ἀνθρώπου.
Ἡ
ἀγάπη πρός τόν Θεό στήν ἀρχή ἀγγίζει
τήν ψυχή μας, δονεῖ τό ἐσωτερικό μας
ἀλλά σιγά –σιγά φτάνει καί στό σῶμα
καί γίνεται ὅλος ὁ ἄνθρωπος, ὅλη ἡ
ψυχοσωματική μας ὕπαρξη μιά λαμπάδα,
πού καίει μπροστά στόν Θεό ἀπό ἀγάπη.
Αὐτό
λέει ἐδῷ ὁ Γέροντας Παΐσιος:
«Γίνεται ὅλος ὁ ἄνθρωπος
μία φλόγα» καί αὐτή ἡ ἐσωτερική
φλόγα, τήν ὁποία ἀνάβει ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός μέ τήν ἀγάπη Του θερμαίνει τό
σῶμα πολύ περισσότερο ἀπό τήν αἰσθητή
φωτιά. Καί ἔχει τήν δύναμη νά καίει
κάθε σκουπίδι, κάθε κακό
λογισμό καθώς καί κάθε κακή ἐπιθυμία
καί ἄσχημη εἰκόνα»10.
Στήν
Ὀρθοδοξία ἔχουμε τούς λεγόμενους
σπηλαιῶτες· αὐτούς δηλαδή οἱ ὁποῖοι
ζούσανε σέ σπηλιές χωρίς νά ἔχουν
θέρμανση.
Κάποτε
ρώτησα ἕνα Γέροντα: «Τί γίνεται δέν
κρυώνανε αὐτοί οἱ ἄνθρωποι;». Καί μοῦ
λέει: αὐτοί εἶχαν τήν ἐσωτερική φωτιά
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τό
Ἅγιο Πνεῦμα πού εἶχε ἀνάψει στήν
καρδιά τους τήν φωτιά τῆς ἀγάπης πρός
τόν Θεό, Αὐτό τούς ζέσταινε καί σωματικά.
Ἔχουμε πολλά περιστατικά μέ Γεροντάδες
πού ἐνῶ βρίσκονταν μέσα στό χιόνι δέν
αἰσθανόντουσαν κρύο. Ἐνῷ καθόντουσαν
μές στό χιόνι, ἔλιωνε τό χιόνι γύρω
τους. Ἡ θέρμη τῆς καρδιᾶς τους, πού
ὑπῆρχε λόγῳ τῆς καλλιέργειας τῆς
ἀδιάλειπτης εὐχῆς, τοῦ «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ ἐλεησόν με», τούς
ζέσταινε. Ἡ πολλή μεγάλη ἀγάπη πού
εἶχαν γιά τόν Θεό ἔκανε τήν καρδιά τους
νά καίει, ὅλο τό σῶμα νά ζεσταίνεται
καί ἔτσι νά μήν αἰσθάνονται τό ψύχος.
Καίγεται
μ’ αὐτήν τήν θερμή πρός Θεόν ἀγάπη
κάθε σκουπίδι πού μολύνει τήν ἀνθρώπινη
καρδιά, κάθε κακός λογισμός, κάθε κακή
ἐπιθυμία, κάθε ἄσχημη εἰκόνα.
- Ἡ Θεϊκή φλόγα καθαρίζει τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν γεμίζει μέ εὐφροσύνη.
Μέ
τήν Θεία Χάρη πραγματώνεται ἡ κάθαρση
τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι
ἡ κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου μόνο μία κένωση
(ἄδειασμα) τοῦ μυαλοῦ καί τῆς καρδιᾶς
μας, ἀλλά εἶναι συνάμα καί ἡ πλήρωση
(γέμισμα) ὅλου τοῦ ἐσωτερικοῦ του ἀπό
τό πῦρ τῆς Θεότητος, ἀπό τήν φωτιά τῆς
Θείας ἀγάπης. Τότε εἶναι πού καίγεται
κάθε ἄλλη κατώτερη ἀγάπη, κάθε μορφή
σαρκικῆς-κοσμικῆς ἀγάπης, κάθε τί
πού κλέβει μέρος ἀπ’ τήν καρδιά τοῦ
ἀνθρώπου.
Τότε
εἶναι πού ἡ ψυχή αἰσθάνεται τίς
Θεῖες ἡδονές, οἱ ὁποῖες δέν συγκρίνονται
μέ καμμιά ἄλλη ἡδονή. Ὅταν ἀνάψει αὐτή
ἡ θεϊκή φωτιά τότε ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται
πάρα πολύ μεγάλες πνευματικές
ἡδονές. Αὐτές δέν συγκρίνονται καθόλου
μέ τίς γήινες, μ΄ αὐτές τίς ἡδονές
πού ἐκτιμᾶ πάρα πολύ ὁ κόσμος: τό καλό
φαγητό, τήν σαρκική ἀγάπη, τίς σαρκικές
ἡδονές καί ὅλα αὐτά τά γύρω ἀπό τό
σῶμα, τό χρῆμα καί τήν μάταιη κοσμική
δόξα.
«Τί
μεγάλο σφάλμα» ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος
«κάνουμε οἱ ἄνθρωποι-οἱ περισσότεροι-
μέ τό νά μήν θέλουμε νά δώσουμε τήν ἀγάπη
μας στόν Χριστό, ἀλλά νά τήν χαραμίζουμε
σέ γήινα, φτηνά καί μάταια πράγματα»11.
Πῶς κλεβόμαστε ἀπό τόν
πονηρό καί τοῦ δίνουμε τήν ἀγάπη μας,
ἐνῶ θά ἔπρεπε νά τήν δώσουμε στόν Θεό!
Πῶς διαθέτουμε τήν ἀγαπητική μας δύναμη
σέ τόσο φτηνά πράγματα! Πῶς μοιράζουμε
τήν καρδιά μας καί τήν σκορπίζουμε
σέ χίλιες δυό ματαιότητες!
«Μιά
ζωή ἀκόμη καί χιλίων ἐτῶν ἄν εἶχε
κανείς καί πάλι δέν θά ἔφθανε γιά νά
τήν δώσει στόν Χριστό
Μας ὡς ἀνταπόδοση γιά τήν μεγάλη Του
ἀγάπη, γι’ αὐτήν Του τήν ἀγάπη, πού
μᾶς ἔδειξε καί πού μᾶς δείχνει συνέχεια.
Μᾶς συγχωρεῖ, μᾶς ἀνέχεται καί καθαρίζει
τίς βρώμικες ψυχές μας μέ τό θεϊκό Του
αἷμα»12.
Κανείς δέν μπορεῖ νά συλλάβει
πόσο ἀγαπάει ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο.
Ἡ ἀγάπη Του δέν συγκρίνεται μέ τίποτε.
Δέν ἔχει ὅρια εἶναι ἄπειρη.
- Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ «λιώνει» τόν ἄνθρωπο.
Ὅπως
ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος, ἔτσι καί ἡ
ἐνέργεια Του, ἡ Ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ
Θεοῦ, πού λέγεται ἀγάπη εἶναι καί αὐτή
ἄπειρη. Ἄν μπορέσει νά αἰσθανθεῖ ὁ
ἄνθρωπος κάτι λίγο ἀπό τήν ἀγάπη αὐτή,
τότε ἡ πήλινη καρδιά του τείνει νά
διαλυθεῖ. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά
Τήν ἀντέξει· διαλύεται διότι εἶναι
πηλός.
Κάποτε
τόσο πολύ ὁ Γέροντας Παΐσιος εἶχε
αἰσθανθεῖ αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
πού ἔπεσε κάτω. Δέν ἄντεχε καί παρακαλοῦσε
τόν Θεό νά μήν τοῦ δώσει περισσότερη
γιατί θά πεθάνει.
Ἡ
Θεία Ἀγάπη, ἡ ἐνέργεια αὐτή, πού εἶναι
ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, εἶναι ἀβάσταχτη
γιά τόν ἄνθρωπο. Μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά
ἀλλάξει τόν ἄνθρωπο καί
νά τόν κάνει ἱκανό νά Τήν
ἀντέξει. Μόνο ἔτσι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος
νά αἰσθανθεῖ λίγο ἀπό τήν Θεία αὐτή
Ἐνέργεια-ἀγάπη.
Στήν
Μεταμόρφωση οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἶδαν
τό Ἄκτιστο Φῶς καί ἔπεσαν κάτω.
-Γιατί
ἔπεσαν κάτω;
-Διότι
ἀκριβῶς δέν ἄντεχαν αὐτήν τήν ἄπειρη
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τούς παραχώρησε
νά «δοῦν» ὅσον «ἠδύναντο». Ἄν τούς
ἔδινε λίγο περισσότερο, μπορεῖ καί νά
πέθαιναν. Εἶναι ὁ Θεός «φοβερός»,
εἶναι «πῦρ καταναλίσκον»13.
Δέν ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος, ὁ χοϊκός νά
«δεῖ» τόν Θεό. Εἶναι χῶμα ὁ ἄνθρωπος.
Θά πρέπει αὐτό τό χῶμα, ὁ
Θεός νά τό ἀλλάξει, γιά νά
μπορέσει ν΄ ἀντέξει ὁ ἄνθρωπος, νά
αἰσθανθεῖ, ἔστω λίγο, τήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ πρός αὐτόν.
17.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό ἀγαπᾶ
καί ὅλην τήν κτίση (οἰκουμενικός
ἄνθρωπος)
«Ὅταν
δώσει κανείς τήν καρδιά του στόν Θεό
ὅλα τά ἀγαπάει. Ὄχι μόνο ὅλους τούς
ἀνθρώπους, ἀλλά καί τά πουλιά καί τά
δέντρα, ἀκόμα καί τά φίδια»14.
Ἀκόμα καί τούς δαίμονες
ἀγαπάει, ὅπως μᾶς τό ἀποκαλύπτει ὁ
Ἀββᾶς Ἰσαάκ.
Ὁ
ἄνθρωπος αὐτός εἶναι, θά λέγαμε, ἕνας
οἰκουμενικός ἄνθρωπος, ἕνας παγκόσμιος
ἄνθρωπος, μέ τήν πλήρη ἔννοια τῆς
λέξης.
Πρέπει
σήμερα - μᾶς λένε καί μᾶς φορτίζουν
συνέχεια τό μυαλό- νά εἴμαστε οἰκολογικοί,
νά εἴμαστε «πράσινοι», νά εἴμαστε
εὐγενικοί πρός τήν φύση κ.λ.π. Ἀλλά αὐτά
ὅλα δέν μπορεῖς νά τά κάνεις ἄν δέν
ἀγαπήσεις τόν Θεό.
Μιά
ἀγάπη πρός τήν κτίση, ἀπομονωμένη ἀπ’
τήν ἀγάπη στόν Θεό, δέν εἶναι ἀγάπη.
Ἀργά ἤ γρήγορα θά συλλάβεις τόν
ἑαυτό σου νά ληστεύει τήν
κτίση. Ἀπ’ τήν μιά θά ὑποκρίνεσαι ὅτι
εἶσαι οἰκολογος καί «πράσινος», ἐνῶ
ἀπ’ τήν ἄλλη θά διαπιστώσεις ὅτι,
ὅταν θίγεται ἡ προσωπική σου ἀπόλαυση,
ὅταν κινδυνεύουν τά συμφέροντά σου καί
δέν ἱκανοποιοῦνται τά προσωπικά σου
πάθη, τότε παραμερίζεις ὅλες τίς
οἰκολογικές σου εὐαισθησίες καί βάζεις
πάνω ἀπ’ ὅλα τό προσωπικό σου συμφέρον.
Τότε βλέπεις ὅτι δέν ὑποχωρεῖς οὔτε
στούς Οἰκολόγους, οὔτε στά οἰκολογικά
προτεινόμενα σχέδια- προϊόντα, οὔτε
στίς οἰκολογικές παροτρύνσεις κ.λ.π.
-Γιατί;
-Διότι
λείπει τό οὐσιαστικό, λείπει τό ὑγιές
κίνητρο. Αὐτό πού κινεῖ τήν ψυχή νά
ἀγαπήσει ἀληθινά τήν κτίση
εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Θεό. Ἡ ἀγάπη πρός
τόν Θεό εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ
Θεοῦ, ἡ ὁποία πλημυρίζει τόν ἄνθρωπο
ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται,
λειτουργιέται, μετανοεῖ καί μελετᾶ
τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος
ἀγαπᾶ ἀληθινά τόν Θεό τότε ἀγαπᾶ καί
ὅλα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, τά σέβεται καί
τά τιμᾶ.
18.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι μία οὐράνια
μέθη
«Ἄν
μεθύσει ὁ ἄνθρωπος πνευματικά μέ τό
Οὐράνιο κρασί»παρατηρεῖ ὁ π. Παΐσιος
« ἡ ζωή του ἐδῶ στήν γῆ γίνεται μαρτυρική
μέ τήν καλή ὅμως ἔννοια. Ἀχρηστεύεται
γιά τόν κόσμο, ἀδιαφορεῖ γιά καθετί
γήινο καί ὅλα τά «θεωρεῖ σκύβαλα»15...
Ἡ Οὐράνια μέθη εἶναι καλή, ἀλλά πρέπει
νά εἶναι κανείς συνέχεια ἐκεῖ στό
ἀτέλειωτο βαρέλι το οὐράνιο. Εὔχομαι
νά βρῆτε τήν παραδεισένια θεία κάνουλα
καί νά πίνετε καί νά μεθᾶτε συνέχεια
ἀπό τό παραδεισένιο κρασί»16.
Βλέπετε
πόσο ζωντανά καί βιωματικά, μέσα ἀπό
τήν καρδιά του ὁμιλεῖ ὁ Γέροντας;
Ἴσως
ὅμως θά πεῖτε:
-Αὐτά
εἶναι γιά μᾶς γιά τούς κοσμικούς; Μήπως
εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς;
-Ὄχι
δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς, γιά
ὅλους εἶναι. Αὐτή ἡ θεία μέθη, ἡ μέθη
τῆς ψυχῆς, ὅπως τήν ὀνομάζει καί ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος εἶναι γιά
ὅλους. Ὅλοι μποροῦμε νά τήν γευτοῦμε
διότι εἴμαστε ὅλοι εἰκόνες τοῦ Θεοῦ
καί ὅλοι ἔχουμε μέσα στό πνευματικό
DNA μας
τόν σχεδιασμό- προοπτική-προορισμό νά
γίνουμε καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ δηλ.
πρό πάντων νά γίνουμε Ἀγάπη (ἀφοῦ «ὁ
Θεός ἀγάπη ἐστί»17.
19.
Ὅταν ἀγαπήσουμε τόν Θεό τότε γινόμαστε
«παντοδύναμοι».
Ὅλοι
ἔχουμε τήν δυνατότητα καί τήν κλήση νά
μετάσχουμε σ’ αὐτήν τήν ἰδιότητα-ἐνέργεια
τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ ἀγάπη. «Ὁ Θεός
ἀγάπη ἐστι καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ
ἐν τῷ Θεῷ μένει»18
λέγει ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος. Ἐπειδή
ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, γι’ αὐτό ὅποιος
μένει στήν ἀγάπη γίνεται καί αὐτός
ἕνας- θά μπορούσαμε νά ποῦμε- μικρός
θεός. Μοιάζει στόν Θεό καί γίνεται καί
αὐτός ὅλος φωτιά-ὅπως ὁ Θεός εἶναι
Φωτιά (Πῦρ καταναλίσκον). Γίνεται ὅλος
φῶς- ὅπως ὁ Θεός εἶναι Φῶς. Ἀποκτᾶ
δηλαδή κι αὐτός, ὅσο εἶναι δυνατόν
στόν ἄνθρωπο, κατά χάριν, τίς ἰδιότητες
τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι ἦταν ὡς
μικροί θεοί: Ἄγγιζαν τούς δαιμονισμένους
καί ἔφευγαν τά δαιμόνια. Εὐλογοῦσαν
τούς ἀσθενεῖς καί θεραπεύονταν.
Προσεύχονταν καί ἄλλαζαν τά γεγονότα,
μετέβαλαν τόν ροῦ τῆς ἱστορίας μέ τίς
δεήσεις τους.
Μποροῦσαν
μέ τήν Θεία Χάρη νά κάνουν τά πάντα, ἦταν
«παντοδύναμοι». Αὐτό συνέβαινε
ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι Παντοδύναμος καί
ἐνεργοῦσε μέσα ἀπ’ αὐτούς.
Ἐνεργοῦσε
δέ ὁ Θεός δι’ αὐτῶν, διότι προηγήθηκε
μέσα τους ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη. Ἡ ἀγάπη
στόν Θεό, ἔκαψε ὅλα τά σκουπίδια, ὅλα
τά πάθη πού ὑπῆρχαν -καί δυστυχῶς
ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά τοῦ κάθε
ἀνθρώπου- ὁπότε ἔγιναν κατοικητήρια
τοῦ Θεοῦ.
20.
Ὁ Ἅγιος Σιλουανός καί ἡ ἀγάπη Του πρός
τόν Θεό.
Ἄς
ἀκούσουμε καί τόν Ἅγιο Σιλουανό πῶς
ὁμιλεῖ στόν Θεό καί πῶς φανερώνει τήν
δίψα τῆς καρδιᾶς του γιά τόν Θεό. Λέγει
αὐτός ὁ σύγχρονος Ρῶσσος Ἅγιος: «Ἡ
ψυχή μου διψάει τόν ζῶντα Θεό. Ἡ ψυχή
μου ζητάει νά γεμίσει πάλι
ἀπό τήν χάρη τοῦ Κυρίου. Πόσο ἀκατάληπτο
εἶναι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἔπλασε ἀπό
τό χῶμα τόν ἄνθρωπο καί τοῦ ἐμφύσησε
πνοή ζωῆς. Καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου
ἔγινε συγγενής μέ τόν Θεό»19.
21.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φανερώνεται στήν
Δημιουργία.
Στήν
δημουργία τοῦ ἀνθρώπου φανερώνεται
ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης καί
στήν δημιουργία ὅλης τῆς κτίσεως
φανερώνεται ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ
Αὑτοαγάπη. Ὁ Θεός δέν εἶχε ἀνάγκη,
οὔτε «ὑποχρέωση» νά δημιουργήσει
ὁ,τιδήποτε. Ἀπό ἀγάπη «βγῆκε»
ἀπό τόν ἑαυτό Του καί δημιούργησε
ὅλο αὐτό τό σύμπαν. Τέλος μέ μιά ξεχωριστή
πράξη ἀγάπης δημιούργησε τόν ἄνθρωπο
κατ’ εἰκόνα Του.
Ἀφοῦ
δημιούργησε πρῶτα τό παλάτι μετά
δημιουργεῖ καί τό πριγκιπόπουλο, τό
ὁποῖο καί εἰσάγει ὡς κάτοικο-κύριο
μέσα στό παλάτι. Τόν ἄνθρωπο τόν
δημιούργησε τελευταῖο, τήν ἕκτη ἡμέρα
τῆς Δημιουργίας. Τόν δημιούργησε ὄχι
μέ τόν λόγο Του, ὅπως δημιουργησε ὅλο
τό σύμπαν -«εἶπε καί ἐγεννήθησαν»20-
ἀλλά μέ μιά ἰδιαίτερη δημιουργική
πράξη. Τόν ἄνθρωπο τόν ἔπλασε μέ τά
χέρια Του, ὅπως λέγει ἡ Ἁγία Γραφή.
Βέβαια αὐτό εἶναι μιά ἀνθρωπομορφική
ἔκφραση, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν ἔχει χέρια.
Ὁ Θεός εἶναι Πνεῦμα.
Ἡ
Ἁγία Γραφή θέλει μ’ αὐτήν τήν ἔκφραση
νά μᾶς διδάξει ὅτι ὁ Θεός ἔκανε κάτι
πολύ ἰδιαίτερο γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν
προίκισε μέ ὅ,τι ἀνώτερο, μέ τήν εἰκόνα
Του. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του τήν εἰκόνα
τοῦ Θεοῦ. Τά ζῶα δέν ἔχουν τήν εἰκόνα
τοῦ Θεοῦ, οὔτε τά φυτά, οὔτε τά ἄψυχα,
οὔτε τά ἀστέρια ἤ οἱ πλανῆτες. Μόνο
ὁ ἄνθρωπος καί οἱ Ἄγγελοι ἔχουν τήν
εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τό «κατ’ εἰκόνα».
Στήν
δημιουργία φανερώνεται γενικά ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ. Στή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου
φανερώνεται ἡ ἰδιαίτερη ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ, ὁ ἔρωτας -ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι-
πού ἔχει ὁ Θεός γιά τόν ἄνθρωπο.
Ὁ
ἄνθρωπος ὅμως ἔπεσε, ἁμάρτησε. Ὁ
ἄνθρωπος ἔχασε τήν κοινωνία του μέ τόν
Θεό. Ἐν τούτοις ὁ Θεός δέν τόν ἐγκατέλειψε.
Τόν ἐπισκέφτηκε διά τοῦ Χριστοῦ καί
τόν ἔσωσε. Τόν ἀνέπλασε διά τοῦ
Πρωτοτόκου πάσης κτίσεως. Σ’ αὐτήν τήν
ἀνάπλαση, τήν ἀναδημιουργία τοῦ
ἀνθρώπου διά τοῦ Θεανθρώπου (Θεία
Οἰκονομία) φανερώθηκε κατ’ ἐξοχήν ἡ
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο.
22.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φανερώνεται στήν
Θεία Οἰκονομία.
Ὁ
Θεός μᾶς ἔπλασε, μᾶς ἔκανε παιδιά του,
μᾶς υἱοθέτησε, μᾶς ἔβαλε μέσα στήν
Ἄκτιστη Ἐκκλησία Του, πού εἶναι ἡ Ἁγία
Τριάδα, ἡ πρώτη Ἐκκλησία. Μᾶς ἔβαλε
στόν παράδεισο ὥστε νά συναπολαμβάνουμε,
νά συνδιαλεγόμαστε μαζί του. Ὅρισε νά
ὑποτάσσεται σέ μᾶς ὅλο τό σύμπαν:
τά ζῶα, τά φυτά καί γενικά ἡ Δημιουργία...
-Καί
ἐμεῖς τί κάναμε;
-Ἐπαναστατήσαμε
καί θελήσαμε νά φτάσουμε στόν προορισμό
μας, χωρίς τόν Θεό. Προχωρήσαμε ἐγωιστικά,
χωρίς τήν Θεία Χάρη, ἀπό μόνοι μας. Τοῦ
εἴπαμε: «Δέν Σέ θέλουμε...Ἄφησέ μας
μόνους...». Ὁ Θεός τό σεβάστηκε αὐτό
γιατί μᾶς ἀγαπᾶ. Ἐπίσης ἀπό ἀγάπη
μᾶς ἔβγαλε ἀπό τόν παράδεισο γιά νά
μήν γίνει ἀθάνατο τό κακό.
Παραχώρησε
νά μποῦμε στήν ταλαιπωρία τοῦ θανάτου
γιά νά μήν μείνουμε αἰώνια στήν
πτώση. Θά ἦταν ἀβάσταχτη μιά αἰώνια
ζωή, μέσα στήν πτώση, μέσα σ’ αὐτήν τήν
διεφθαρμένη κατάσταση, πού ἤρθαμε
λόγῳ τῆς ἁμαρτίας, λόγῳ
τῆς ἀνταρσίας. Μᾶς δίνει λοιπόν
τόν θάνατο, πάλι ἀπό ἀγάπη ὁ Θεός, σάν
ἕνα στόπ στήν κακία μας καί τήν διαφθορά
μας.
23.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα: ὁ συνδετικός κρίκος
τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό.
«Ἔπλασε
ἀπό τό χῶμα τόν ἄνθρωπο καί τοῦ φύσησε
πνοή ζωῆς. Τοῦ ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα
καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε συγγενής
μέ τόν Θεό»21.
Τό
Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο ἦταν ὁ συνδετικός
κρίκος τῶν Πρωτοπλάστων μέ τό Θεό, Αὐτό
χάθηκε μέ τήν πτώση, μέ τήν παρακοή τῶν
Πρωτοπλάστων. Ἔπαψε νά εἶναι συστατικό
τοῦ εἶναι τους. Ἐν τούτοις ὁ Θεός δέν
ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο στήν ἐρημιά
του. Ἔστειλε τόν Υἱό Του, ὁ Ὁποῖος μᾶς
ἔδωσε καί πάλι τήν δυνατότητα κοινωνίας
μέ τόν Θεό διά τῆς Θείας Χάρης (διά τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος). Ἐγκαθιδρύει τήν Ἁγία
Του Ἐκκλησία, ἡ Ὁποία μέ τό Ἅγιο
Βάπτισμα (τήν προσωπική μας Πεντηκοστή)
μᾶς ξαναδίνει τόν συνδετικό κρίκο μέ
τόν Θεό, τήν Θεία Χάρη πού εἶναι ἡ κοινή
ἐνέργεια τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μποροῦμε
λοιπόν τώρα, δόξα τῷ Θεῷ, ὅλοι ἐμεῖς
οἱ βαπτισμένοι, ἐάν θέλουμε, νά
ἐνεργοποιήσουμε αὐτόν τόν σύνδεσμο.
Νά συνδεθοῦμε μέ τόν Θεό. Αὐτή εἶναι
ἡ μεγάλη εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας καί
τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Ἐάν θέλει ὁ
ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μέ
τόν Θεό καί νά εἶναι σέ διαρκή κοινωνία
μαζί Του.
24.
Τό ἅγιο Πνεῦμα (ἡ Θεία Χάρη) μᾶς
ἀποκαλύπτει τόν Χριστό.
«Τόσο
ἀγάπησε ὁ Κύριος τό πλάσμα του, ὥστε
ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τό Ἅγιο Πνεῦμα καί
γνώρισε ὁ ἄνθρωπος τόν Κτίστη Του καί
ἀγαπᾶ τόν Κύριό Του. Τό Ἅγιο Πνεῦμα
εἶναι ἀγάπη καί γλυκύτητα τῆς
ψυχῆς, τοῦ νοῦ καί τοῦ σώματος»22.
Προσέξτε πόσο ὡραῖα τά
λέει ὁ Ἅγιος.
Τό
Ἅγιο Πνεῦμα ἀγγίζει ὄχι μόνο τήν ψυχή,
τό νοῦ ἀλλά καί τό σῶμα...καί τά γλυκαίνει
ὅλα αὐτά.
25.
Ἡ διατήρηση τῆς Θείας Χάρης.
«Ὅταν
ὅμως ἡ ψυχή χάσει τήν χάρη ἤ μειωθεῖ
ἡ χάρη, τότε ἡ ψυχή ἀναζητεῖ ξανά μέ
δάκρυα τό Ἅγιο Πνεῦμα καί λέει μέ
ἄσβηστο πόθο: «διψάει ἡ ψυχή μου τόν
Κύριο καί Τόν ἀναζητῶ μέ δάκρυα»23.
-Γιατί
μειώνεται ἡ χάρη;
-Διότι
ἀμελοῦμε, ξεχνιόμαστε, ραθυμοῦμε,
τεμπελιάζουμε πνευματικά. Αὐτό ἔχει
ὡς ἀποτέλεσμα νά ταπεινώνεται, νά
μειώνεται ἡ φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
πού ἅναψε κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα, ἐπειδή
δέν μπαίνουνε καινούργια πνευματικά
«ξύλα»24
στή ἀρχική Ἁγιοπνευματική
φωτιά. Ἄν δέν μετανοήσουμε καί συνεχίσουμε
νά ἀμελοῦμε, τότε μπορεῖ νά λιγοστέψει
τόσο πολύ, ἡ ἀρχική Ἁγιοπνευματική
φλόγα, ὥστε νά γίνει ὡς μιά σπίθα, νά
ἀπομείνει κάτι πολύ λίγο. Ὡστόσο
παραμένει καί δέν σβήνει τελείως... Ὅσο
ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ ἀμέλεια, αὐτή ἡ
φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παραμένει
ὡς μία σπίθα θαμμένη κάτω ἀπό τήν στάχτη
τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν.
Ἐάν
ὁ ἄνθρωπος ἔρθει σέ συναίσθηση καί
μετανοήσει τότε καταλαβαίνει τί ζημία
ἔχει πάθει καί λέει: «ποῦ ἤμουνα καί
πού εἶμαι τώρα;». Ἀρχίζει τότε νά διψάει
πάλι τό Θεό.
26.
Ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό
καί τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπο.
«Πῶς
νά μήν σέ ἀναζητῶ Κύριε;», ἐρωτᾶ
ὁ Ἅγιος Σιλουανός καί συνεχίζει:
« Πρῶτος Ἐσύ ὁ ἴδιος μέ ἀναζήτησες
καί μοῦ ἔδωσες νά ἐντρυφήσω στό Ἅγιο
Πνεῦμα Σου»25.
Τήν
πρώτη κίνηση τήν κάνει πάντα ὁ Θεός.
«Ἡ
καρδιά μου Σ΄ ἀγάπησε καί Σέ ἱκετεύω:
δῶσε μου νά μείνω μέχρι τέλους στήν
ἀγάπη Σου, δῶσε μου νά ὑπομείνω γιά
χάρη τῆς ἀγάπης Σου ὅλες τίς θλίψεις
καί τούς πόνους. Τρόμος καί δέος
κυριεύουν τήν ψυχή μου ὅταν θελήσω νά
γράψω γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι
φτωχή ἡ καρδιά μου καί δέν ἔχει τήν
δύναμη νά περιγράψει τήν
ἀγάπη τοῦ Κυρίου»26.
Ὄντως
ὁ Θεός εἶναι ἀπερίγραπτος καί οἱ
ἐνέργειές του εἶναι ἀπερίγραπτες.
Δέν μποροῦμε νά ποῦμε πολλά γι’ αὐτές.
Μᾶς «ὁμιλεῖ» ὁ Θεός δι’ αὐτῶν μέ
ἄρρητα ρήματα. Εἶναι ἀκατανόητα τά
ἔργα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκατάληπτος ὁ
Θεός καί ἀπερίγραπτος.
27.
Ὁ ἀκόρεστος Θεῖος ἔρως
«Ἡ
ψυχή φοβᾶται», ὁμολογεῖ
ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «ἀλλά
συγχρόνως παρασύρεται νά γράψει
ἔστω καί λίγες λέξεις γιά τήν
ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τό πνεῦμα μου
ἀδυνατεῖ νά βρεῖ λόγο,
ἀλλά ἡ ἀγάπη μέ προτρέπει. Ὤ! ἄνθρωπε
ἀνίσχυρο πλάσμα. Ὅταν ἡ Χάρη εἶναι
μέσα μας τό Πνεῦμα καίει καί ὁρμᾶ ἡμέρα
καί νύχτα πρός τόν Κύριο. Γιατί ἡ Χάρη
αἰχμαλωτίζει τήν ψυχή στήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ καί αὐτή δέν θέλει νά ἀποσπαστεῖ
ἀπό τόν Κύριο γιατί δέν μπορεῖ
νά χορτάσει τήν
γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»27.
Αὐτό ἀκριβῶς ἔλεγε καί
ὁ μακαριστός Πατήρ Πορφύριος: ὁ Θεός,
ἔλεγε, εἶναι ἕνας «ἔρως ἀκόρεστος».
Ἕνας ἔρωτας πού δέν κορέννυται ποτέ...
Δέν μπορεῖς νά χορτάσεις τήν Θεία Ἀγάπη.
Ἡ
ψυχή ὅταν κυριευθεῖ ἀπό τή Θεία Χάρη
ὁρμάει ἀκάθεκτη πρός τόν Θεό καί
προσπαθεῖ νά Τόν φθάσει. Ἐκεῖ πού
νομίζει ὅτι Τόν φθάνει, ἐκεῖ Τόν
χάνει... Πάλι προσπαθεῖ καί πάλι προχωράει
μέχρι νά εἰσέλθει στήν Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ. Ἐκεῖ πάλι θά συνεχίζει νά
προχωράει ἀπό ἔκπληξη σέ ἔκπληξη, ἀπό
μέθεξη σέ πληρέστερη μέθεξη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό θά συνεχίζεται στούς
αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ὁ Θεός εἶναι
ἄπειρος. Ἡ ζωή μας καί ἡ αἰώνια ζωή
εἶναι μία συνεχής ἀτελεύτητη πορεία
πρός τόν ἄπειρο Θεό, ἀλλά καί μία διαρκής
αἰώνια Θεία μέθεξη διαρκῶς αὐξανόμενη.
Ἡ
ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ἕνα συνεχές
ἄνοιγμα, μία συνεχής μετοχή, μία διαρκής
μέθεξη τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία δέν ἔχει
ποτέ τέλος.
Ἴσως
πεῖτε:
-Δέν
θά βαριόμαστε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
-Ὄχι,
διότι συνεχῶς ὅλο καί περισσότερο θά
μετέχουμε στόν ἄπειρο Θεό, χωρίς ποτέ
νά κορέννυται αὐτή μας ἡ ἐπιθυμία γιά
τόν Θεό.
28.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν «ἀντέχεται».
Καί
τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι τέλος.
Γνωρίζω κάποιον ἄνθρωπο πού ὁ ἐλεήμων
Κύριος τόν ἐπισκέφτηκε μέ τήν χάρη Του.
Καί ἄν τόν ρωτοῦσε ὁ Κύριος: «Θέλεις
νά σοῦ δώσω ἀκόμα περισσότερο; Να
σοῦ δώσω καί ἄλλη χάρη;», τότε ἡ ψυχή
λόγῳ τῆς ἀδυναμίας
τοῦ σώματος θά ἔλεγε : «Ἐσύ Κύριε
βλέπεις ὅτι ἄν μοῦ δώσεις περισσότερο
θά πεθάνω»28.
Δηλαδή
«θά χωριστεῖ ἡ ψυχή ἀπ’ το
σῶμα μου». Δέν ἀντέχει τό σῶμα τήν
μεγάλη Θεία Χάρη. Ἐνῷ μετά
θάνατον, ὅταν δέν θά ὑπάρχει αὐτό
τό χοϊκό σῶμα συνδεδεμένο μέ τήν ψυχή,
τότε θά εἶναι πολύ καλλίτερα τά πράγματα.
Θά εἶναι πολλή μεγαλύτερη ἡ χαρά καί
ἡ μετοχή μέσα στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Γιατί
ὁ ἄνθρωπος εἶναι περιορισμένος καί
δέν μπορεῖ νά ἀντέξει στό
πλήρωμα τῆς χάριτος. Ἔτσι καί οἱ μαθητές
τοῦ Χριστοῦ ἔπεσαν μέ τό πρόσωπο στή
γῆ στό Θαβώρ, ἔνεκα τῆς δόξης τοῦ
Κυρίου. Καί κανένας δέν μπορεῖ νά
συλλάβει πῶς δίνει ὁ
Κύριος τήν χάρη του στήν ψυχή29.
29.
Ὁ Θεός ἔρχεται ἀθόρυβα.
Εἶναι
ἀκατάληπτος καί ὁ τρόπος, τό πῶς ἔρχεται
ἡ Χάρις...
Μυστικά,
χωρίς θορύβο, ἀψοφητί- ὅπως λένε οἱ
ἅγιοι Πατέρες- χωρίς ψόφο, χωρίς κανένα
ἐντυπωσιασμό. Ἔτσι εἶναι ὁ Θεός...
ἀθόρυβος, γλυκός σάν μιά λεπτή αὔρα.
Δέν ξέρουμε πῶς καί πότε θά ἔλθει ἡ
Χάρις τοῦ Θεοῦ...
Ἐμεῖς
πρέπει νά εἴμαστε πάντα ἕτοιμοι... Ἡ
ἑτοιμότητα ἔγκειται σ’ αὐτήν τήν
προσευχή: Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ ἐλέησέ με...Ἡ
ἑτοιμότητα ἔγκειται στήν ἀδιάλειπτη
ἀναμονή τοῦ Θεοῦ, στήν προσμονή καί
ἀναζήτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
30.
Τό μεγάλο πανηγύρι: Ἡ ἔλευσις τῆς
Χάριτος.
Ὅταν
ἔρθει αὐτή ἡ Χάρις καί ἀνάψει αὐτή ἡ
φωτιά στήν καρδία μας, τότε πράγματι
συγκροτεῖται τό μεγάλο πανηγύρι.
Εἶσαι
ἀγαθός Κύριε. Εὐχαριστῶ τό ἐλεός Σου.
Μοῦ ἔστειλες πλούσιο τό Ἅγιο Πνεῦμα
Σου καί ἔδωσες νά γευθῶ ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός
τήν ἀγάπη Σου. Καί ἡ ψυχή ἑλκύεται πρός
Ἐσένα τό Φῶς τό ἀπρόσιτο30.
Ἄς
θαυμάσουμε τήν ταπείνωση τοῦ Ἁγίου!
Πόσο βαθειά συναισθάνεται τήν ἀρρώστεια
του!... Ὁμολογεῖ: «Εἶμαι Ὁ
ἁμαρτωλός. Κι ὅμως Ἐσύ καταδέχθηκες
νά ἔλθεις σέ μένα καί νά μοῦ φανερώσεις
τήν ἀγάπη Σου».
Ποιός
θά μποροῦσε νά Σέ γνωρίσει ἄν
Ἐσύ Ἐλεήμων δέν εὐδοκοῦσες νά
ἐμφανισθεῖς στήν ψυχή; Καί Σέ εἶδε καί
Σέ γνώρισε τόν Δημιουργό καί ἀγαθό Θεό
Της καί ἀκόρεστα Σέ ποθεῖ. Γιατί Ἐσύ
ἐλεήμων προσείλκυσες κοντά Σου τήν
ψυχή μέ τήν ἀγάπη πού γνώρισε ἡ ψυχή
μου. Βλέπεις Κύριε πόσο ἀσθενική καί
ἁμαρτωλή εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου,
ἀλλά Ἐσύ δίνεις Ἐλεήμων στήν ψυχή τήν
δύναμη νά Σ’ ἀγαπᾶ. Καί φοβᾶται
ἡ ψυχή μήπως χάσει τήν ταπείνωση τήν
ὁποία προσπαθοῦν νά τίς ἀφαιρέσουν
οἱ ἐχθροί. Γιατί χωρίς τήν ταπείνωση
ἡ Χάρη Σου ἐγκαταλείπει τήν ψυχή31.
31.
Ὅλοι ὀφείλουμε νά γίνουμε ἅγιοι,
προσηλώνοντας τόν νοῦ μας στόν Θεό.
Ὁμιλοῦμε
- θά λέγαμε- τώρα γιά ὑψηλές πνευματικές
καταστάσεις... Καί ἴσως πεῖτε:
-Γιατί
νά τά λέμε αὐτά; Ἀφοῦ δέν εἶναι γιά
μᾶς... Γιά μᾶς ἁρμόζει νά λεχθεῖ κάτι
πρακτικό, κάτι ἠθοπλαστικό...
-Ὄχι.
Ἀντίθετα, ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη εἶναι
τό πιό σημαντικό. Πρέπει νά τό καταλάβουμε
ὅτι ἡ πρώτη ἐπιδίωξή μας θά πρέπει νά
εἶναι τό ν’ ἀγαπήσουμε τόν Θεό, τό νά
μεταθέσουμε τόν νοῦ μας ἀπό τά γήϊνα
στά οὐράνια.
«Ξένον
τόκον ἰδόντες ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου
τόν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες», ὅπως
λέμε στούς Χαιρετισμούς. Θά πρέπει ὁ
νοῦς μας νά μετατεθεῖ στό
Θεό. Καί αὐτό δέν εἶναι γιά τούς
μορφωμένους-καλλιεργημένους διανοητικά,
(ὅπως ἴσως κάποιοι θά ἰσχυρίζονταν)-
εἶναι γιά ὅλους. Εἶναι καί γιά τούς
ἀμόρφωτους, καί γιά τούς ἁπλούς. Οἱ
πιό μεγάλοι σύγχρονοι Γεροντάδες ἦταν
σχεδόν ὅλοι τελείως ἀμόρφωτοι. Εἶχαν
ὅμως σέ μεγάλο βαθμό αὐτόν τόν Θεῖο
Ἔρωτα, αὐτήν τήν συνεχή μετάσταση τοῦ
νοῦ τους στόν Θεόν.
Ἡ
μετάθεση-μετάσταση-προσήλωση, τό συνεχές
τῆς παραμονῆς τοῦ νοῦ στόν Θεό: Αὐτό
ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ στόχος τῆς ὅλης
ἀσκητικῆς προσπάθειας τῶν μοναχῶν.
Ἔλεγε
ἕνας σύγχρονος Γέροντας: Ἐμεῖς
(οἱ μοναχοί) «νοῦν τηροῦμε»,
δηλ. προσέχουμε τόν νοῦ μας.
-Τί
προσέχουμε;
-Προσέχουμε
ὥστε ὁ νοῦς μας νά εἶναι στόν Θεό, ν’
ἀγαπάει τόν Θεό καί νά αἰσθάνεται τήν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή
ἡ παραμονή τοῦ νοῦ στόν Θεό εἶναι πού
ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο καί τόν βοηθάει
νά πραγματώσει τό «καθ’
ὁμοίωση».
32.
Ἡ ταπείνωση ἀπαραίτητη γιά τήν ἕλκυση
τῆς Θείας Χάρης.
Τί
νά Σοῦ ἀνταποδώσω Κύριέ μου! Ἐγώ εἶμαι
βδέλυγμα, τό ξέρει ὁ Κύριος, ἀλλά μοῦ
ἀρέσει νά ταπεινώνω τήν ψυχή μου καί
νά ἀγαπῶ τόν πλησίον μου, ἔστω καί ἄν
μέ πρόσβαλε σέ κάτι32.
Ὁ
Ἅγιος, ὡς ὥριμος πνευματικά, ἔχει
κατανοήσει πλέον, ὅτι τό κλειδί γιά νά
μήν χάσει ὁ πιστός τήν χάρη εἶναι ἡ
ταπείνωση. Τό κλειδί γιά νά ἑλκύσει
κάποιος τόν Θεό εἶναι πάλι ἡ ταπείνωση.
Καρπός
τῆς βιωματικῆς του ταπείνωσης εἶναι
ἡ ὁμολογία του: «Εἶμαι βδέλυγμα μπροστά
στόν Θεό, εἶμαι δηλαδή ἀηδία, μπροστά
Σου καί μπροστά σ’ ὅλη τήν κτίση».
Ὅπως
λένε τά τροπάρια τῆς Παρακλητικῆς:
«Εἶμαι τό μόλυσμα τῆς γῆς, εἶμαι αὐτός
πού μολύνω τόν ἀέρα καί ὅλο τό σύμπαν».
Αὐτή ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας
εἶναι πού ἕλκει τόν ταπεινό Θεό. Ὁ Θεός
εὐαρεστεῖται στούς ταπεινούς ἀνθρώπους,
ἐνῷ ὅταν φύγει ἡ ταπείνωση
τότε φεύγει καί ὁ Θεός, φεύγει ἡ Χάρις.
33.
Τί σημαίνει ἀγαπῶ τόν Θεό καί τόν
πλησίον.
«Πάντα
προσεύχομαι στόν Κύριο νά μοῦ χαρίσει
μέ τό ἔλεός Του νά ἀγαπῶ τούς
ἐχθρούς. Καί ἐγώ μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ
δοκίμασα ΤΙ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
καί ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον. Καί ζητῶ νύχτα
καί ἡμέρα τήν ἀγάπη ἀπό τόν Κύριο. Καί
Αὐτός μου χαρίζει δάκρυα καί κλαίω γιά
ὅλο τόν κόσμο»33.
-Βλέπετε
τί σημαίνει ἀγαπῶ τόν Θεό; Λέμε πολύ
εὔκολα ἀγαπάω· ἀγαπάω τόν Θεό, ἀγαπάω
τούς ἀνθρώπους... Τί σημαίνει ἀγαπάω;
-Εἶναι
κάτι πάρα πολύ μεγάλο, εἶναι ἕνα δῶρο
τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα κλάμα γιά ὅλο τόν
κόσμο. Ἄν ὅμως κατακρίνω ἤ βλέπω κάποιον
χωρίς συμπάθεια τότε τά δάκρυα σταματοῦν.
-Γιατί;
-Διότι
ἡ κατάκριση εἶναι ἐγωισμός, εἶναι
ὑπερηφάνεια, εἶναι μεγάλη ἁμαρτία.
Ὁπότε φεύγει ἡ χάρις, φεύγει καί τό
κατανυκτικό δάκρυ, τό ἀποτέλεσμα τῆς
Χάρης. Καί τότε ἡ ψυχή ἀθυμεῖ, πέφτει
σέ θλίψη, σέ μελαγχολία.
«Ἀρχίζω
ὅμως πάλι νά ζητῶ ἄφεσιν ἀπό τόν Κύριο
καί ὁ Ἐλεήμων Κύριος συγχωρεῖ ἐμένα
τόν ἁμαρτωλό»34.
34.
Ποτέ ἀπελπισία
Ξέρει
ὁ Ἅγιος νά πολεμάει. Δέν ἀπελπίζεται.
Λέει: «Πάλι ἔπεσα, ἀλλά καταφεύγω στόν
Θεό καί ζητάω τό ἔλεος, τή συγχώρηση.
Καί ὁ Θεός μέ συγχωρεῖ».
«Ἀδελφοί,
γράφω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ταπεινῶστε
τίς καρδιές σας καί θά δεῖτε τό ἔλεος
τοῦ Κυρίου ἤδη ἐπάνω στή γῆ»35.
35.
Ἡ ὑπερηφάνεια: τό μεγάλο ἐμπόδιο στή
Θεία Χάρη
-Τό
ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει, ἀλλά γιατί
δέν τό αἰσθανόμαστε;
-Διότι
ἔχουμε ὑπερηφάνεια.
«Ταπεινῶστε
ἀδελφοί τίς καρδιές σας», λέει
ὁ Ἅγιος, «καί θά αἰσθανθῆτε
τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού ἤδη ὑπάρχει καί
σᾶς προσφέρεται». Δέν
εἶναι σωστό νά νομίζουμε ὅτι καλοῦμε
τόν Θεό καί δέν ἔρχεται. Ὁ Θεός εἶναι
πολύ κοντά μας. Ὅμως δέν Τόν αἰσθανόμαστε
γιατί ἔχουμε χτίσει τείχη γύρω μας, μέ
τόν ἐγωισμό καί τήν ὑπερηφάνεια μας.
36.
Ἡ διαφορά τῆς Θεϊκῆς ἀπό τίς ἀνθρώπινες
ἀγάπες.
«Θά
δεῖτε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί θά γνωρίσετε
τόν οὐράνιο δημιουργό. Καί ἡ ψυχή σας
δέν θά γνωρίσει κορεσμό στήν ἀγάπη».
Οἱ
ἀνθρώπινες ἀγάπες καί οἱ ἔρωτες ἔχουνε
κορεσμό. Κάποια στιγμή ὅσοι εἶχαν
πιαστεῖ στά δίχτυα των ὁμολογοῦνε:
«βαρέθηκα». Ἐπίσης φοβοῦνται κάπως οἱ
ἄνθρωποι καί λένε: «Θά παντρευτῶ καί
θά περάσω τόσα χρόνια συνέχεια μέ τόν
ἴδιο ἄνθρωπο;(!) Δέν θά βαρεθῶ;».
Ὡς
ἐπακόλουθο αὐτοῦ λένε: «Νά παντρευτοῦμε
πιό μεγάλοι (σέ πιό προχωρημένη ἡλικία)
γιά νά μήν βαρεθοῦμε» καί...κάτι τέτοιες
θεωρίες. Ἀλλά αὐτά εἶναι, θά λέγαμε,
γελοῖα, ἀνόητα πράγματα.
-Γιατί;
-Διότι
οἱ ἄνθρωποι πού τά λένε αὐτά δέν
γνωρίζουν τόν σκοπό τοῦ γάμου. Δέν ἔχουν
καταλάβει ὅτι αὐτή ἡ ἀρχική σαρκική
ἀγάπη, ἤ ἀκόμη καί ἡ ψυχική ἀγάπη,
πού τούς ἕνωσε, (αὐτό, πού λέμε ἔρωτας),
πρέπει μέσα στό γάμο νά μεταστραφεῖ,
νά ὑπερβαθεῖ καί νά γίνει
πνευματική ἀγάπη. Ὁπότε μετά ἡ
ἕνωση εἶναι αἰώνια, εἶναι ἀδιάσπαστη,
διότι εἶναι Ἁγιοπνευματική ἕνωση-ἀγάπη.
Τότε
δέν βαριέσαι ποτέ πλέον τόν ἄλλον διότι
αἰσθάνεσαι ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι εἰκόνα
τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἕνα μαζί σου. Σέ
συνδέει μέ τόν ἄλλον ὄχι ἡ σάρκα, οὔτε
ἡ ψυχή, οὔτε τά κοινά σημεῖα τοῦ
χαρακτήρα. Σέ συνδέει τό Ἅγιο Πνεῦμα
καί ὁ σύνδεσμος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
εἶναι ἀδιάλυτος, ἀδιάλειπτος, ἀκατάλυτος
καί αἰώνιος.
Νά
λοιπόν τί πρέπει νά προσπαθοῦν οἱ
ἄνθρωποι, πού θέλουν νά συνδεθοῦν
μεταξύ τους: νά ἀποκτήσουν τό Ἅγιο
Πνεῦμα, τό Ὁποῖο θά τούς ἑνώσει γιά
πάντα. Ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγάπη πλέον
δέν κουράζει, οὔτε κορέννυται, οὔτε
τήν βαριέται κανείς. Ἐνῷ τίς
ἡδονές τίς σαρκικές ἔρχεται κάποια
στιγμή πού οἱ ἄνθρωποι τίς βαριοῦνται.
Γιά
αὐτό καί οἱ φιλήδονοι ἄνθρωποι, πού
εἶναι παραδομένοι στίς σαρκικές ἡδονές,
θέλουν συνεχῶς νά ἀλλάζουνε τρόπο
ἱκανοποίησης τοῦ πάθους τῆς φιληδονίας
τους. Προχωροῦν σέ διαστροφές, σέ πολύ
ἄσχημα πράγματα καί πάλι ποτέ δέν εἶναι
ἱκανοποιημένοι.
Αὐτό
εἶναι ἀκριβῶς τό στοιχεῖο τό διακριτικό,
τό χαρακτηριστικό τῆς σαρκικῆς
ἡδονῆς: φέρνει κόρο, τήν βαριέται ὁ
ἄνθρωπος καί συνάμα νιώθει ἄδειος.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἔνα ἄπειρο
βάθος, ἔχει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ . Γι’
αὐτό καί ἀναζητάει τό ἀπόλυτο, ἀναζητάει
τόν Θεό. Δέν μπορεῖ νά γεμίσει μέ
φτηνά, πρόσκαιρα, σαρκικά, γήινα πράγματα.
Γεμίζει μόνον μέ τόν ἄπειρο Θεό.
37.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει τί εἶναι
ἡ ἀγάπη
«Κανένας
δέν γνωρίζει ἀπό μόνος του ΤΙ εἶναι ἡ
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν τόν διδάξει τό
Ἅγιο Πνεῦμα»36.
Νά τώρα τόση ὥρα μιλᾶμε γιά
τόν Θεό, γιά τήν ἀγάπη πού μᾶς ἔχει ὁ
Θεός...Τήν καταλάβαμε; Δέν τήν καταλάβαμε.
Δέν μποροῦμε νά τήν καταλάβουμε
ἐγκεφαλικά.
Κάποια
στοιχεῖα λέμε... τήν περιγράφουμε κάπως,
ἀλλά γιά νά τήν καταλάβουμε, νά τήν
ζήσουμε, νά τήν νοιώσουμε, θά πρέπει
νά μᾶς τήν διδάξει τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Και τήν διδάσκει τό Ἅγιο Πνεῦμα
σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πού θέλουνε
νά ἀκούσουνε τήν διδαχή του. Σ’ αὐτούς
πού, ὅπως εἴπαμε, μετανοοῦνε, πού
προσεύχονται, πού μελετοῦν τόν Λόγο
τοῦ Θεοῦ, πού ἐκκλησιάζονται.
«Στήν
Ἐκκλησία μας ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
εἶναι γνωστή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’
αὐτό μιλᾶμε γιά αὐτήν»37.
Πιστεύω
ὅτι ὅλοι μας ἐδῷ, πού
προσπαθοῦμε κάπως νά ζήσουμε πνευματικά,
μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ μας
ὁδηγοῦ, ἔχουμε αἰσθανθεῖ κάποιες
φορές τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Εἴτε
σέ κάποια ὥρα τῆς Θείας λειτουργίας,
εἴτε σέ κάποια ὥρα, πού κάναμε καλή
προσευχή -σωστή προσευχή- εἴτε σέ κάποια
ὥρα πού μελετούσαμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ,
αἰσθανθήκαμε τήν πνοή τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Κάπως διαφορετικά ἄγγιξαν
τήν ψυχή μας αὐτά, πού διαβάσαμε ἤ
ἀκούσαμε ἐκείνη τήν στιγμή.
38.
Ὁ φόβος τοῦ θανάτου ὑπάρχει στήν ψυχή
πού δέν γνώρισε τόν Κύριο .
«Ἡ
ἁμαρτωλή ψυχή, πού δέν γνωρίζει τόν
Κύριο, φοβᾶται τόν θάνατο. Καί νομίζει
πώς ὁ Κύριος δέν θά τῆς συγχωρέσει τίς
ἁμαρτίες της»38.
Αὐτή
εἶναι ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Παρουσιάζει
τόν Θεό σάν ἕναν φοβερό, ἐκδικητικό,
θεό- ἀστυνομικό ὁ ὁποῖος εἶναι ἔτοιμος
νά μᾶς κόψει τό κεφάλι μέ
τήν ρομφαία του. Ὅμως δέν εἶναι ἔτσι.
Ὁ Θεός εἶναι ὅλος ἀγάπη καί συγχωρεῖ
ὅλες τίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου, πού
μετανοεῖ. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος
εἶναι ἀμετανόητος, δέν τό καταλαβαίνει
αὐτό, ἐνῶ ἀντίθετα ἀποδέχεται τίς
ὑποβολές τοῦ πονηροῦ (ὅτι ὁ Θεός εἶναι
κάτι σάν ἀστυνόμος πού ἐκδικεῖται).
«Γίνεται
αὐτό», παρατηρεῖ ὁ Ὅσιος
Σιλουανός, «ἐπειδή ἡ ψυχή
δέν γνωρίζει τόν Κύριο καί πόσο πολύ
μᾶς ἀγαπᾶ. Ἄν ὅμως τό γνώριζε αὐτό ὁ
κόσμος κανένας δέν θά ἀπελπιζόταν.
Γιατί ὁ Κύριος ὄχι μόνον συγχωρεῖ ἀλλά
καί χαίρεται πολύ γιά τήν ἐπιστροφή
τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ἀκόμη καί νά πλησίασε
ὁ θάνατος πίστευε ἀκράδαντα πώς, μόλις
παρακαλέσεις, θά λάβεις ἀμέσως τή
ἄφεση»39.
39.
Τί πρέπει νά κάνουμε ὅταν εἴμαστε
πεσμένοι;
Εἶναι
μιά μεγάλη ἀπάτη τοῦ διαβόλου αὐτή,
τό νά μᾶς ρίχνει σέ ἀπελπισία μόλις
ἁμαρτήσουμε.
-Ἔπεσες;...
Τέλος πάντων... Γιατί ὅμως μετά ἀπελπίζεσαι;
Γιατί καταθέτεις τά ὅπλα σάν νά χάθηκαν
τά πάντα; Αὐτό εἶναι ὑπακοή στήν ὑποβολή
τοῦ διαβόλου. Θά πρέπει νά πεῖς στό
Θεό:
«Θεέ
μου ναί! ἔπεσα. Μά καί τί ἄλλο μποροῦσα
νά κάνω; Τέτοιος πού εἶμαι ...Τί ἄλλο
μπορεῖς νά περιμένεις ἀπό μένα παρά
μόνο πτώσεις; Ἐσύ ὅμως εἶσαι εὔσπλαχνος,
εἶσαι ὅλος ἀγάπη καί κάνε σύμφωνα μέ
αὐτό τό ὁποῖο εἶσαι: δεῖξε μου τό
ἐλεός Σου».
Δέν
ὑπάρχει περίπτωση νά μήν δείξει ὁ
Θεός τό ἐλεός Του. Διότι ἀκριβῶς γι’
αὐτό σταυρώθηκε, γι’ αὐτό πέθανε.
Θά λάβεις λοιπόν ἀμέσως τήν ἄφεση καί
μήν ἀφήσεις τόν λογισμό σου νά πεῖ:
«Ἄραγε μέ συγχώρεσε ὁ Θεός τώρα;».
Σίγουρα σέ συγχώρεσε. Εἶναι βλασφημία
κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά πεῖς:
«Μήπως δέν μέ συγχώρεσε;». Δέν ὑπάρχει
περίπτωση νά πάει κάποιος στόν Θεό, νά
ζητήσει συγγνώμη και νά μήν
τόν συγχωρέσει ὁ Οἰκτίρμων καί Ἐλεήμων
Κύριος.
40.
Ἡ μεγάλη χαρά: Ὁ Κύριος μᾶς ἀγαπᾶ
πάντα.
«Ὁ
Κύριος δέν εἶναι ὅπως ἐμεῖς» διακηρύσσει
ὁ Ἅγιος Σιλουανός καί συνεχίζει:«Εἶναι
ἀπείρως πρᾶος καί σπλαχνικός καί
ἀγαθός. Καί ὅταν Τόν γνωρίσει ἡ ψυχή
καταλαμβάνεται ἀπό ἔκπληξη καί λέγει:
Ἄχ, ποιόν Κύριο ἔχομε! (Τί ἀγαθό Θεό
ἔχουμε!) Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἔδωσε στήν
Ἐκκλησία μας νά γνωρίσει πόσο
μεγάλη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ»40.
Αὐτή
εἶναι ἡ μεγάλη μας χαρά: τό ὅτι ὁ Θεός
μᾶς ἀγαπᾶ παρ’ ὅλη τήν ἁμαρτωλότητά
μας. Δέν εἶναι ἡ χαρά, ἡ ἐγωϊστική ὅτι
εἴμαστε ἀναμάρτητοι.
-Ποιός
εἶναι ἀναμάρτητος;
-Κανένας
παρά μόνον ὁ Θεός. Ἡ μεγάλη μας χαρά
εἶναι ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, εἶναι
εὔσπλαχνος καί γίνεται ἵλεως στίς
ἁμαρτίες μας. Χαιρόμαστε διότι ὁ Θεός
μᾶς συγχωράει ἀφοῦ εἶναι Πατέρας μας
Φιλάνθρωπος καί μᾶς δέχεται ὅπως τόν
ἄσωτο υἱό. Δέν μᾶς ἐπιπλήττει· ὅπως
ὁ Πατέρας (στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου
υἱοῦ) δέν ἐπέπληξε τόν ἄσωτο υἱό του.
Δέν τοῦ ἔκανε παρατηρήσεις, ἐνῶ θά
μποροῦσε νά τοῦ πεῖ: «Παλιόπαιδο πού
ἤσουνα τόσα χρόνια... γιατί μοῦ ἔφαγες
τήν περιουσία;» κ.λ.π. Οὔτε κἄν τοῦ
εἶπε: «Τέλος πάντων ἔκανες ὅ,τι ἔκανες,
ἀλλά τί νά σέ κάνω πού εἶσαι παιδί
μου..., σέ συγχωράω».
Δέν
τοῦ εἶπε τίποτα τέτοιο· μόνο τόν
ἀγκάλιασε μέ στοργή. Ἔτσι εἶναι ὁ
Θεός. Μᾶς δέχεται χωρίς νά μᾶς ἐπιπλήξει,
χωρίς νά μᾶς κάνει καμμιά παρατήρηση.
Καί μᾶς δίνει πάλι τήν στολή τήν πρώτη
(τοῦ Βαπτίσματος) ὅπως στόν ἄσωτο καί
μετανοημένο υἱό.
«Ὁ
Κύριος μᾶς ἀγαπᾶ καί μᾶς δέχεται μέ
πραότητα χωρίς ἐπιτίμηση. Ὅπως δέν
μάλωσε ὁ εὐαγγελικός Πατέρας τόν ἄσωτο
γυιό, ἀλλά διέταξε νά τοῦ δώσουν νέα
φορεσιά καί πολύτιμο δαχτυλίδι στό χέρι
καί παπούτσια στά πόδια καί πρόσταξε
νά σφάξουν τό σιτευτό μοσχάρι γιά νά
διασκεδάσουν γιά τήν ἀνευρεσή Του»41,
νά χαροῦν οἱ ἄγγελοι, νά
χαροῦν οἱ δίκαιοι καί οἱ ἅγιοι, νά
χαρεῖ ὅλο τό σύμπαν.
41.
Ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου καί ἡ δαιμονική
ντροπή πρίν τήν ἐξομολόγηση.
Γίνεται
χαρά σ’ ὅλο τό σύμπαν ὅταν ἕνας ἄδικος
ζητάει συγγνώμη ἀπ’ τόν Θεό. Καί εἶναι
βλασφημία νά ντρεπόμαστε νά πᾶμε νά
ποῦμε στόν Θεό «συγγνώμη», ἐπειδή
σκεπτόμαστε ὅτι δέν θά μᾶς συγχωρήσει.
Ὁ φόβος αὐτός καί ἡ ντροπή πηγάζει ἀπό
τήν βλάσφημη σκέψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι
ἕνας ἀφιλάνθρωπος δικαστής καί τιμωρός.
Ὁ λογισμός αὐτός εἶναι ὑποβολή τοῦ
πονηροῦ πνεύματος τό ὁποῖο μᾶς
σιγοψιθυρίζει:« Τί νά πεῖς τώρα στόν
Θεό; Μπορεῖς νά προσευχηθεῖς τώρα;
Ἔπειτα ἀπ’ αὐτό πού ἔκανες;».
Ἐπίτηδες
τά λέει αὐτά ὁ πονηρός, τάχα γιά νά
ὑπερασπιστεῖ τήν «ἀξιοπρέπεια τοῦ
Θεοῦ»... Ὁ σκοπός του ὅμως εἶναι νά μᾶς
στερήσει τήν ἄφεση, νά
ἀποτρέψει τήν συγχώρεση, πού μέ βεβαιότητα
θά λάβουμε ἄν τήν ζητήσουμε ἀπό τόν
Πανάγαθο Πατέρα καί Κύριο Μας.
42.
Θά συγχωρεθοῦμε ἀπό τόν Θεό ἄν συγχωροῦμε
τούς ἀδελφούς μας.
«Ὤ
μέ πόση πραότητα καί μακροθυμία ὀφείλουμε
καί μεῖς νά διορθώνωμε τόν ἀδελφό μας,
ὥστε νά γιορτάζει ἡ ψυχή
τήν ἐπιστροφή του»42.
Ὅπως
φέρεται σ’ ἐμᾶς ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει
νά φερόμαστε καί ἐμεῖς στούς ἀδελφούς
μας. Δέν πρέπει νά ἐπιπλήττουμε, νά
μαλώνουμε καί νά παρατηροῦμε, ὡς νά
εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄμεμπτοι καί οἱ
ἅγιοι. Ἀντίθετα θά πρέπει νά δεχόμαστε
ὅλους καί νά τούς συγχωροῦμε πάντα. Ἡ
συγχώρηση δέ καί ἡ ἀγάπη μας πρός
αὐτούς, πού μᾶς βλάπτουν μέ ὁποιονδήποτε
τρόπο, θά πρέπει νά ἔχει δοθεῖ ἀπό
ἐμᾶς, πρίν ἀκόμα μᾶς ζητήσουν
ἐκεῖνοι συγγνώμη.
«Τό
Ἅγιο Πνεῦμα διδάσκει ἀρρήτως τήν ψυχή
νά ἀγαπᾶ τούς ἀνθρώπους»43.
Ἄς
ἀποκτήσουμε ἀδελφοί μου τό
Ἅγιο Πνεῦμα καί μετά Ἐκεῖνο θά μᾶς
διδάξει τά πάντα. Θά μᾶς
διδάξει καί πῶς νά φερόμεθα
στούς ἀδελφούς μας.
43.
Προσευχή χωρίς φαντασία
«Ἀδελφοί
ἄς λησμονήσουμε τήν γῆ καί ὅλα τά
γήϊνα, γιατί μᾶς ἀποσποῦν ἀπό τήν θέα
τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ Ὁποία εἶναι
ἀκατάληπτη στό νοῦ, μά τήν Ὁποία βλέπουν
οἱ Ἅγιοι στόν οὐρανό μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἐμεῖς ἄς μένωμε στήν προσευχή χωρίς
καμιά φαντασία»44.
Θά
πρέπει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νά παραμένει
στήν καθαρή προσευχή, χωρίς φαντασίες,
χωρίς εἰκόνες, χωρίς λογισμούς.
«Καί
ἄς ζητήσωμε» συνεχίζει ὁ Ἅγιος
Σιλουανός, «ἀπό τόν Κύριο ταπεινό πνεῦμα
καί ὁ Κύριος θά μᾶς ἀγαπήσει καί
θά μᾶς δώσει ἐπί γῆς
ὅ,τι ὠφελεῖ τήν ψυχή καί τό σῶμα.
Ἐλεήμων
Κύριε, δῶσε τή χάρη Σου σ’ ὅλα τά ἔθνη
τῆς γῆς, γιά νά Σέ γνωρίσουν, γιατί
χωρίς τό Πνεῦμα Σου δέν μπορεῖ ὁ
ἄνθρωπος νά ἐννοήσει τήν
ἀγάπη Σου. Παιδιά γνωρίστε τόν Ποιητή
οὐρανοῦ καί γῆς.
Σέ
παρακαλῶ Κύριε, ἀπόστειλε τό ἔλεός
Σου στά παιδιά τῆς γῆς πού ἀγαπᾶς καί
δῶσε τους νά Σέ γνωρίσουν μέ τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Σέ ἱκετεύω, ἄκουσε τήν προσευχή
μου καί δῶσε σέ ὅλους νά γνωρίσουν τήν
δόξα Σου μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα»45.
44.
Ὁ ἅγιος εἶναι αὐτός πού ἀγαπᾶ τόν
Θεό καί ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Νά
ποιός εἶναι ὁ Ἅγιος; Εἶναι αὐτός πού
ἀγαπάει τόν Θεό ἀλλά καί ὅλον τόν
κόσμο. Καί αὐτό εἶναι ἕνα κριτήριο τῆς
ἀληθινῆς ἀγάπης. Δέν μπορεῖς νά
ἰσχυρίζεσαι ὅτι ἀγαπᾶς τόν Θεό, ἄν
δέν ἀγαπᾶς ταυτόχρονα καί ὅλους
τούς ἀνθρώπους. Ἔστω καί ἕναν ἄνθρωπο
ἄν δέν ἀγαπᾶς, τότε ψέμματα λές ὅτι
ἀγαπᾶς τόν Θεό. Ἡ ἀγάπη στόν Θεό, πού
εἶναι δῶρο τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, σέ παρακινεῖ ν’ ἀγαπήσεις
καί ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ὁ
Ἅγιος Σιλουανός θρηνεῖ γιά ὅλον τόν
κόσμο καί ἱκετεύει τόν Θεό νά δώσει
σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους τήν
ἐμπειρία, πού ἔδωσε σ’ αὐτόν, τήν
ἐμπειρία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Γι’
αὐτό καί λέγει: «Θεέ μου ὅπως ἐμένα μἐ
ἀξίωσες νά ζήσω τό πόσο μ’ ἀγαπᾶς,
ἔτσι κάνε αὐτό νά τό ζήσουν καί ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι». Θέλει νά μοιραστεῖ
αὐτήν τήν ἐμπειρία του μέ ὅλους,
νά χαροῦνε καί οἱ ἄλλοι, ὅπως χάρηκε
αὐτός καί ὅπως χαίρεται συνεχῶς.
45.
Γιά νά εἴμαστε μέ τόν Θεό θά πρέπει νά
Τοῦ ὁμοιάζουμε.
«Ἀπό
τά νεανικά μου χρόνια μοῦ ἄρεσε νά
σκέφτωμαι: Ὁ Κύριος ἀναλήφθηκε στούς
οὐρανούς καί μᾶς προσμένει. Γιά νά
εἴμαστε ὅμως μαζί μέ τόν Κύριο πρέπει
νά εἴμαστε ὅμοιοι μ’ Ἐκεῖνον ἤ
ὅμοιοι μέ τά παιδιά, ταπεινοί καί πρᾶοι
καί νά Τόν ὑπηρετοῦμε. Τότε ὅπως
λέγει ὁ Κύριος: «Ὅπου εἰμι ἐγώ, ἐκεῖ
καί ὁ διάκονος ὁ ἐμός ἔσται», θά εἴμαστε
κι ἐμεῖς μαζί Του στήν βασιλεία τῶν
οὐρανῶν»46.
Σκεφτόντανε
ἀπό μικρό παιδάκι πώς ὁ Κύριος πού
ἔφυγε στόν οὐρανό ἀναλήφθηκε καί μᾶς
περιμένει. «Ἀλλά», λέει, «γιά νά ‘μαστε
κοντά Του, γιά νά πᾶμε κοντά Του, πρέπει
νά ‘μαστε σάν κι Αὐτόν ἤ τουλάχιστον
νά γίνουμε σάν τά παιδάκια, ταπεινοί
καί πρᾶοι».
46.
Ὁ πόθος γιά τόν οὐρανό καί τόν Θεό.
«Τώρα
ὅμως ἡ ψυχή μου σκοτίστηκε καί ἀθύμησε
καί δέν μπορῶ νά ὑψώσω καθαρό νοῦ στόν
Θεό καί δέν ἔχω δάκρυα γιά νά θρηνήσω
τά ἄθλια ἔργα μου. Μαράθηκε ἡ ψυχή μου
καί ἀπόκαμε ἀπό τό σκοτάδι τῆς ζωῆς
αὐτῆς...
Ἄχ!
ποιός θά μποροῦσε νά μοῦ πεῖ τόν
ἀγαπημένο ὕμνο τῶν παιδικῶν μου χρόνων
γιά τό πῶς ἀναλήφθηκε ὁ Κύριος στούς
οὐρανούς καί μέ πόσο πόθο μᾶς περιμένει
κοντά Του. Θ’ ἄκουγα δακρυσμένος αὐτό
τόν ὕμνο, γιατί ἡ ψυχή μου πλήττει
στήν γῆ»47.
Πόσο
ποθεῖ ὁ Ἅγιος τόν οὐρανό! Ἔχει συνεχῶς
αὐτήν τήν γλυκειά ἀνάμνηση τῶν παιδικῶν
του χρόνων. Ὄντως ὁ Κύριος μέ τό σῶμα
Του εἶναι τώρα στούς οὐρανούς καί μᾶς
περιμένει. Ὅπως Τόν βλέπουμε στίς
εἰκόνες ἔτσι εἶναι ὁ Κύριος τώρα καί
ἔτσι θά εἶναι στήν αἰωνιότητα. Ὁ
Χριστός μας ἔχει καί τήν ἀνθρώπινη
φύση, δέν εἶναι μόνο Πνεῦμα, ὅπως εἶναι
ὁ Πατέρας καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀναλήφθηκε,
ἐνῶ εὐλογοῦσε τούς ἁγίους Του μαθητάς
καί Ἀποστόλους. Τώρα δέ, σέ στάση εὐλογίας
βρίσκεται στόν οὐρανό καί εὐλογώντας
ὅλον τόν κόσμο μᾶς περιμένει. Ἐμεῖς
πρέπει νά ἐργαστοῦμε ὥστε νά γίνουμε
δεκτικοί τῆς εὐλογίας τοῦ Κυρίου. Ἔτσι
μόνο θά ξεφύγουμε ἀπ’ τήν ἔλξη τῶν
γηΐνων καί θά πορευθοῦμε εἰς συνάντησίν
Του.
47.
Θρῆνος γιά ὅλη τήν πεσμένη ἀνθρώπινη
φύση.
«Τί
ἔπαθα; Πῶς ἔχασα τήν χαρά; Θα τήν ξαναβρῶ
ἄραγε ποτέ; Θρηνῆστε μαζί μου ὅλα τά
πουλιά καί τά θηρία. Θρηνῆστε μαζί μου
δάσος καί ἐρημιά. Θρήνησε μαζί μου,
ὁλόκληρη ἡ κτίση τοῦ Θεοῦ καί παρηγόρησέ
με στόν πόνο καί τή λύπη μου»48.
Βλέπετε
καί οἱ Ἅγιοι εἶναι πολύ ἀνθρώπινοι.
Δέν εἶναι ὄντα ἐξωκόσμια (σάν τά
θρυλούμενα UFO).
Ἔχουν κι αὐτοί τίς δυσκολίες τους,
τήν πάλη, τούς ἀγῶνες καί τίς πτώσεις
τους. Παρακινοῦν ὅλη τήν φύση νά θρηνήσει
μαζί τους, γιά τήν πτώση ὅλου
τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Θρηνοῦν οἱ
Ἅγιοι διότι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι «γίναμε
σάρκες», ἐπιρρεπεῖς στήν ἁμαρτία. Λίγο
ἄν ἀφήσουμε τό νοῦ μας ἀμέσως πηγαίνει
στό πονηρό, στό κακό. Τό ζοῦσαν πολύ
ἔντονα αὐτό οἱ Ἅγιοι καί δέν τό ἄντεχαν,
γιαυτό καί ἔλεγαν: «Ποτέ Κύριε θά
ἐλευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτά;».
48.
Ἡ λύπη τῆς Θεοτόκου
«Νά
τί συλλογιέται ἡ ψυχή μου:Ἄν ἐγώ ἀγαπῶ
τόσο λίγο τόν Θεό καί ἡ ψυχή μου νοσταλγεῖ
μέ τόσο πόθο τόν Κύριο,
τότε πόσο μεγάλη ἦταν ἡ λύπη τῆς
Θεομήτορος, ὅταν ἔμεινε στήν γῆ μετά
τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου;»49.
Πόση λύπη πράγματι θά εἶχε
ἡ Παναγία Μας ὅταν ἔμεινε μόνη Της.
Πόσο θά Τῆς κόστισε πού ἔφυγε ὁ Κύριος
στόν οὐρανό καί Τήν ἄφησε, Τήν παρέδωσε
στόν Ἅγιο Ἰωάννη!
«Δέν
διετύπωσε γραπτῶς τό πένθος της ψυχῆς
Της καί ξέρουμε λίγα γιά τόν ἐπίγειο
βίο Της. Πρέπει ὅμως νά σκεφτώμαστε πώς
δέν εἴμαστε σέ θέση νά ἐννοήσωμε τήν
πληρότητα τῆς ἀγάπης Της γιά τόν Υἱό
καί Θεό Της»50.
Τήν
μέγιστη ἀγάπη στόν Θεό τήν εἶχε ἡ
Παναγία καί τήν ἔχει περισσότερο ἀπό
κάθε ἄλλο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό καί πόνεσε
τόσο πολύ ὅταν ὁ Χριστός ἔφυγε.
49.
Ἡ ἀγάπη τῆς Θεοτόκου γιά ὅλον τόν
κόσμο.
«Ἡ
καρδιά της Θεομήτορος, ὅλες οἱ σκέψεις
Της, ὅλη ἡ ψυχή Της ἦταν στόν Κύριο.
Συνάμα ἀγαποῦσε τό λαό καί προσευχόταν
θερμά γιά τούς ἀνθρώπους, γιά τούς νέους
χριστιανούς νά τούς ἐνισχύση ὁ Κύριος
καί γιά ὅλο τόν κόσμο, ὥστε νά σωθοῦν
οἱ πάντες. Σ’ αὐτήν τήν προσευχή
βρισκόταν ἡ χαρά καί ἡ παρηγοριά Της
ἐπί γῆς»51.
Πράγματι,
διότι ὅπως εἴπαμε, ὅποιος ἀγαπάει τόν
Θεό, δέν εἶναι δυνατόν νά μήν ἀγαπήσει
καί τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Προσευχόταν
ἡ Παναγία Μας θερμά γιά τούς ἀνθρώπους,
γιά τούς νέους χριστιανούς· πού
τότε εἴχανε μόλις μπεῖ μέσα στήν
Ἐκκλησία ἀκούγοντας τό κήρυγμα τῶν
Ἁγίων Ἀποστόλων.
Προσευχόταν
ἡ Παναγία Μας νά τούς ἐνισχύσει ὁ
Κύριος καί νά τούς στερεώσει στήν νέα
τους ζωή. Προσευχόταν καί γιά ὅλο τό
κόσμο, ὥστε ὅλοι νά σωθοῦν. Στήν προσευχή
αὐτήν βρισκόταν ἡ χαρά καί ἡ παρηγοριά
Της πάνω στή γῆ.
50.
Ἡ προσευχή καί ἡ Θεία Λειτουργία: ἡ
παρηγορία μας.
Ἡ
προσευχή, ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι καί
ἡ δική μας παρηγοριά. Ὁ Κύριος «λείπει».
Στερούμαστε τήν σωματική Του παρουσία,
ἀλλά δέν λείπει· εἶναι μαζί μας μέ τό
Ἅγιο Του Πνεῦμα. Εἶναι μαζί μας
μυστηριακά στήν Θεία Λειτουργία, στήν
Ἁγία Μας ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Στερούμαστε
τήν ἀνθρώπινη-σωματική παρουσία Του,
ἀλλά ἔχουμε τούς ἀδελφούς μας καί ὅταν
προσευχόμαστε ὁ ἕνας γιά τόν ἅλλον,
αὐτή εἶναι ἡ παρηγοριά μας. Ἡ γεμάτη
ἀγάπη προσευχή μας γιά τούς ἀδελφούς,
εἶναι ἡ γλυκιά συντροφιά μας. Αὐτήν
τήν μεταξύ μας ἀδελφική ἀγάπη ἔδωσε
ὁ Θεός ὡς παρηγοριά στίς θλίψεις, πού
συναντοῦμε σ’ αὐτήν τήν κοιλάδα τοῦ
κλαυθμῶνος, πού λέγεται γῆ. Αὐτή ἡ
μεταξύ μας ἀγάπη λειτουργεῖ καί ὡς
στήριγμα γιά νά ἀνεβοῦμε στόν οὐρανό.
51.
Ἡ ἀγάπη καί τά ἀποτελέσματα της.
Τό
πλήρωμα τῆς ἀγάπης τῆς Θεομήτορος
εἶναι ἄφθαστο γιά μᾶς. Δέν
μποροῦμε νά φτάσουμε τήν ἀγάπη πού
εἶχε ἡ Παναγία γιά τόν Κύριο.
Ἀναγνωρίζουμε
ὅτι:
«Ὅσο
μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἀγάπη τόσο μεγαλύτερη
εἶναι καί ἡ ὀδύνη τῆς ψυχῆς.
Ὅσο
πληρέστερη ἡ ἀγάπη τόση πληρέστερη
καί ἡ γνώση»52.
Ὅσο
περισσότερο ἀγαπήσουμε τόν Θεό τόσο
πιό βαθειά θά Τόν γνωρίσουμε.
«Ὅσο
πιό φλογερή ἀγάπη τόσο πιό πύρινη ἡ
προσευχή. Ὅσο τελειότερη ἀγάπη
τόσο ἁγιότερος ὁ βίος. Κανένας ἀπό μᾶς
δέν φτάνει στήν τελειότητα τῆς ἀγάπης
τῆς Θεοτόκου καί ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη
ἀπό ἀδαμιαία μετάνοια. Μερικῶς ὅμως,
ὅπως μᾶς διδάσκει τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν
Ἐκκλησία, κατανοοῦμε κι ἐμεῖς αὐτή
τήν ἀγάπη»53.
Δέν
φτάνουμε τήν ἀγάπη τῆς Παναγίας, ἀλλά
ἕνα κομμάτι, ἕνα μέρος τῆς ἀγάπης
τό κατανοοῦμε καί ἐμεῖς γιατί μᾶς τό
φανερώνει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στήν
Ἐκκλησία.
52.
Τό σημεῖο ἀναγνώρισης τοῦ Δεσπότου:
Ἡ γλυκειά φλόγα τῆς καρδιᾶς.
«Οὐχί
ἡ καρδία ἡμῶν καιομένην ἦν ἐν
ἡμῖν;»(Λουκ. Κδ΄ 32) ἔλεγαν
οἱ Ἀπόστολοι ὅταν τούς πλησίασε ὁ
Χριστός. Ἔτσι ἀναγνωρίζει
ἡ ψυχή τόν Δεσπότη καί τόν ἀγαπᾶ καί
ἡ γλυκύτητα τῆς ἀγάπης Του εἶναι
φλογερή. Στούς οὐρανούς ἡ ἑνιαία ἀγάπη
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος περιβάλλει τούς
πάντες. Στή γῆ ὅμως ἄλλοι ἀγαποῦν τόν
Κύριο πολύ, ἄλλοι λίγο καί ἄλλοι καθόλου.
Ψυχή,
πού εἶναι γεμάτη ἀπ’ τήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ λησμονεῖ καί οὐρανό καί γῆ. Τό
πνεῦμα φλέγεται καί βλέπει ἀοράτως
τόν Ποθούμενον καί ἡ ψυχή χύνει
ἄφθονα γλυκά δάκρυα καί δέν μπορεῖ νά
ἀποσπασθεῖ οὔτε μιά
στιγμή ἀπό τόν Κύριο, γιατί ἡ χάρη τοῦ
Θεοῦ δίνει δύναμη νά ἀγαποῦμε τόν
Ἀγαπημένο»54.
Ἄς
μείνουμε σ’ αὐτά καί ἄς δοξάσουμε τόν
Θεό, πού μᾶς ἔδωσε τούς Ἁγίους μας,
ὥστε νά μᾶς φωτίζουν καί νά μᾶς λένε
αὐτά τά ὑπέροχα πράγματα, τά ὁποῖα
φαίνονται ἴσως μακρυνά γιά μᾶς, ἀλλά
δέν πρέπει νά εἶναι μακρυνά. Θά πρέπει
καί ἐμεῖς νά προσπαθήσουμε
νά ἀνάψουμε αὐτό τό πῦρ τῆς πρός τόν
Θεόν ἀγάπης ἐντός μας. Ὁ Κύριος εἶπε
ὅτι γι’ αὐτό τόν λόγο ἦρθα στή γῆ:
γιά ν’ ἀνάψω φωτιά, τήν φωτιά τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.
«Καί
τί θέλω περισσότερο ἀπό τό νά ἀνάψει
αὐτή ἡ φωτιά»55,
ἔστω σέ κάποιες καρδιές...Αὐτό εἶναι
πού ἀναπαύει τόν Θεό, τό ν’ ἀνάψει ἡ
φωτιά τοῦ Θείου ἔρωτα στίς καρδιές μας
καί νά καίγεται ἡ καρδιά μας ἀπό τήν
Θεία Ἀγάπη, ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Ἄν
συμβαίνει αὐτό, τότε θά καίγεται καί
ἀπό ἀγάπη γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Τότε καί ἡ ζωή μας θά εἶναι παραδεισένια
καί ἡ γῆ θά γίνει παράδεισος.
Βέβαια
αὐτό δέν θά γίνει ποτέ στόν
«παρόντα αἰῶνα», διότι δέν τό θέλουν
ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἐμεῖς ὅμως μποροῦμε
νά τό ἐπιδιώξουμε γιά τόν ἑαυτό μας,
γιά τήν ἐνορία μας, γιά τήν Ἐκκλησία
μας, γιά ἐκεῖ πού ὁ καθένας μας εἶναι
ταγμένος. Ἄς προσπαθήσουμε μέσα στό
μικρό ἤ στό μεγάλο ποίμνιο πού ἀνήκουμε
νά ἐμπνεύσουμε στό κάθε ἀδελφό μας καί
πρό πάντων στόν ἑαυτό μας, νά ζεῖ
αὐτή τή ἀγάπη μέ τούς ἐν
Χριστῷ ἀδελφούς. Ἄς
ἀγωνιστοῦμε ὥστε νά καίγεται ἡ καρδιά
μας ἀπ΄ αὐτήν τήν ἀγάπη γιά τούς
ἀδελφούς, ἀφοῦ καεῖ πρῶτα ἀπό τήν
ἀγάπη γιά τόν Θεό.
53.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό ἀνάβει μέ τήν
ἀδιάλειπτη προσήλωση τοῦ νοῦ στόν
Θεό.
Αὐτό
ἄν θέλετε κρατεῖστε ἀπό τήν ἀποψινή
ὁμιλία: ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό ἀνάβει
μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, μέ
τήν λειτουργική ζωή καί μέ τήν μελέτη
τήν πνευματική, τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί
τῶν Ἁγίων Πατέρων.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
54.
Τό ἀνθρώπινο στοιχεῖο τῆς ἀγάπης
Ἐρώτηση:...Ἡ
Παναγία Παρθένος λυπήθηκε εἴπατε γιά
τήν ἀναχώρηση τοῦ Κυρίου στόν οὐρανό.
Ὅμως γνώριζε ὅτι πήγαινε νά βρεῖ
τόν Πατέρα, ἐπίσης γνώριζε ὅτι
εἶχε τήν δυνατότητα ἀνά πᾶσα στιγμή
νά ἐπικοινωνεῖ μαζί Του,
ὅπως ἐπικοινώνησε καί μέ τούς Ἀποστόλους.
Γιατί ἔνοιωθε αὐτήν τήν μοναξιά ἤ δέν
ἦταν μοναξιά πραγματικά;
Ἀπάντηση:Ἤτανε
ὁ ἄνθρωπινος χωρισμός. Ἤτανε καί μάνα!
Σαρκική μάνα. Κράτησε μέσα στά σπλάχνα
Της τόν Κύριο ἐννιά μῆνες, Τόν μεγάλωσε,
Τόν ἔπλυνε, Τόν θήλασε. Ὅλες ἐσεῖς πού
εἶστε μάνες ξέρετε τί σημαίνει ἀγάπη
στό παιδί καί τί σημαίνει νά «φύγει»
τό παιδί. Βεβαίως ἤτανε ἄνθρωπος
ἡ Παναγία καί εἶναι ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό
καί πόνεσε.
Βεβαίως
εἶχε ὅλα αὐτά πού λέτε καί ἤξερε ὅτι
ὁ Υἱός Της πηγαίνει στόν Θεό Πατέρα
καί ὅτι θά μᾶς στείλει τό Πανάγιο
Πνεῦμα. Γνώριζε ὅτι ἔπρεπε νά φύγει
ὁ Υἱός γιά νά μᾶς στείλει τόν
ἄλλο Παράκλητο, τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό
Ὁποῖο παραμένει πάντα στήν Ἐκκλησία.
Παρ’ ὅλα αὐτά εἶναι καί ἄνθρωπος.
Καί οἱ Ἅγιοι ὅλοι εἴχανε τἠν ἀνθρώπινη
φύση καί τήν φανέρωναν μ’ ὅλες τίς
ἐκδηλώσεις της, χωρίς ἁμαρτίες.
Ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος λ.χ. τί λέει; «Σᾶς
ἀγαπῶ ἀλλά θέλω καί νά σᾶς δῶ. Νά σᾶς
συναντήσω καί σωματικά, νά δῶ τό προσωπό
σας γιά νά πάρω ἀπό τήν Χάρη σας». Εἴμαστε
ἄνθρωποι καί δέν καταργεῖται τό
ἀνθρώπινο στοιχεῖο μέσα στήν Ἐκκλησία
ἀλλά ἐξαγιάζεται. Ἀγαπιόμαστε ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι ἀλλά θέλουμε καί νά βλέπουμε
ὁ ἕνας τόν ἄλλον, νά ἔχουμε τήν χαρά
τῆς σωματικῆς παρουσίας καί συνάντησης.
55.
Ἡ ἀγάπη καρπός τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα
(ἄσκηση, μυστηριακή ζωή)
Ἐρώτηση:
-Ἀναφέρατε τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἄς
θυμηθοῦμε τί συνέβη στόν Ἀπόστολο
Παῦλο στήν Δαμασκό, τήν μεταστροφή του
καί τήν μετέπειτα πορεία του. Ἔφτασε
στό σημεῖο νά λέει: «ζῶ δέ
οὐκέτι ἐγώ, ζεῖ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»56.
-Μάλιστα...Αὐτή
ἡ πορεία τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου πού ἐνῷ
στήν ἀρχή ἔλεγε:«
ἔχω ἄλλο νόμο στά μέλη μου πού
ἀντιστρατεύεται στόν νόμο τοῦ νοός
μου»57,
στό τέλος ἔλεγε: «ζῶ
ὄχι ἐγώ, ἀλλά ζεῖ ὁ Χριστός μέσα μου».
Γιατί
ὅμως...Πῶς αὐτή ἡ μεγάλη ἀγάπη ἄναψε
στήν καρδιά τοῦ Ἀποστόλου;
Διότι
ἀγωνίστηκε πνευματικά ὁ Ἀπόστολος.
Δέν ἀγωνίστηκε μόνο γιά νά διαδώσει
τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά
ἀγωνίστηκε καί στόν ἑαυτό του. Ἦταν
πολύ μεγάλος ἀγωνιστής, πνευματικός
μαχητής, νηπτικός καί ἀσκητικός.
Ἐκοπίαζε
πολύ σωματικά, δουλαγωγοῦσε τό σῶμα
του, νήστευε καί γενικά ὑπέφερε πάρα
πολλές ταλαιπωρίες σωματικές καί ψυχικές
γιά χάρη τοῦ Κυρίου. Ὅλα αὐτά τόν
καθάρισαν καί ἄναψαν ἐντός του τό πῦρ
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό καί
αἰσθανότανε ὅτι μέσα του ἔμενε ὁ
Χριστός κι ἐκεῖνος μέσα στόν Χριστό.
Ἡ ζωή του ἦταν ὁ Χριστός καί δέν ζοῦσε
πλέον αὐτός ἀλλά ζοῦσε ὁ Χριστός
μέσα σ’ αὐτόν.
56.
Πῶς θά ἀγαπήσουμε αὐτούς πού μᾶς
ζηλεύουν.
Ἐρώτηση:
Ἐφόσον ...εἴπατε ὅτι ἡ ἀγάπη πρός
ὅλους, ἡ ἀγάπη ζεῖ πρός ὅλους......(ερώτηση
γιά τό πῶς θά ἀγαπήσουμε ὅλους).
Ἀπάντηση:
Πῶς θά ἀντιμετωπίσουμε ἕναν ποῦ μᾶς
ζηλεύει γιά παράδειγμα;
Ἡ
καρδιά μας δέν θά πρέπει νά
πάψει νά τόν ἀγαπάει. Ὅπως
ἀγαπᾶμε ὅλο τόν κόσμο πρέπει νά ἀγαπᾶμε
καί αὐτούς πού μᾶς ζηλεύουν. Τώρα τί
θά κάνουμε συγκεκριμένα γιά αὐτούς, θά
μᾶς τό πεῖ ὀ πνευματικός μας.
Μία
γενική συμβουλή πού δίνουν οἱ ἅγιοι
Πατέρες, ὅταν κάποιος μᾶς ζηλεύει εἶναι
νά τόν ἀποφεύγουμε. Νά μήν μᾶς βλέπει
ὅσο εἶναι δυνατόν καί κυρίως νά μήν
βλέπει τήν πρόοδό μας, τήν ὅποια πρόοδό
μας, ἡ ὁποία πιθανότατα μπορεῖ νά τόν
παρακινίσει ὥστε νά μᾶς ζηλέψει. Τό νά
τόν ἀποφεύγουμε αὐτό σ’ αὐτήν τήν
περίπτωση εἶναι ἀγάπη.
Δυστυχῶς
οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι παλαιότερα, ἀλλά
καί σήμερα θέλουν νά κάνουν ἐπίδειξη:
Νά πάρουν τό καλό τους αὐτοκίνητο, νά
τό κυκλοφορήσουνε, νά δείξουν τά
μπλουζάκια τους μέ τίς μάρκες κ.λ.π. Αὐτό
δέν εἶναι ἀγάπη, γιατί παρακινεῖ τόν
ἄλλον σέ φθόνο. Τό γνωρίζουν αὐτό οἱ
ἐπιδεικνύοντες τόν πλοῦτο τους καί τό
κάνουν ἐπίτηδες λέγοντας: «Θά τόν κάνω
νά σκάσει». Αὐτό δέν εἶναι ἀγάπη
φυσικά...
Τό
ἀντίθετο πρέπει νά κάνεις: Νά ξηλώσεις
τίς μάρκες, τό αὐτοκίνητο πού θά πάρεις
νά εἶναι ἕνα ταπεινό αὐτοκίνητο κ.λ.π.
Ὅλα αὐτά πρέπει νά τά κάνεις ἀπό ἀγάπη
στούς ἀδελφούς σου τούς ἀδύναμους, πού
πέφτουνε σ’ αὐτό τό ἁμάρτημα τῆς
ζήλειας καί τοῦ φθόνου.
57.
«Ἐπιθυμῶ ἀναλύσαι καί σύν Χριστῷ
εἶναι»58
Ἐρώτηση:
Πάτερ εἴπατε ὅτι ἀπό ἀγάπη ἔρχεται
ὁ ἄνθρωπος σέ μία κατάσταση .....Κηρύξατε
ὅτι ἄν μπεῖ στούς ἀνθρώπους ἡ φλόγα
τῆς ἀγάπης γιά τόν Θεόν οἱ ἄνθρωποι
δέν θέλουν πλέον νά παραμένουν σ’ αὐτή
τή ζωή;
Ἀπάντηση:
«Ἐπιθυμῶ ἀναλύσαι καί σύν Χριστῶ
εἶναι», ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
«Ἀλλά πάλι μένω», λέει «γιά χάρη σας,
ἐπειδή αἰσθάνομαι ὅτι μέ χρειάζεστε».
Ἔκανε θυσία...
Οἱ
Ἅγιοι ἀκριβῶς αὐτό θέλουνε, τό νᾶ
πᾶνε στόν Κύριο καί ὄχι νά ζοῦν ἐδῶ
στή γῆ. Ἔχουνε νικήσει τόν φόβο τοῦ
θανάτου, ἔχουν ξεπεράσει τήν προκόλληση
στά γήινα. Ἐμεῖς φοβόμαστε τόν θάνατο,
δέν θέλουμε νά πεθάνουμε... Γιατί;
Διότι
δέν ἔχουμε καεῖ (δέν ἔχουμε γίνει ὡς
φλόγα) ἀπό αὐτήν τήν ἀγάπη γιά τόν Θεό.
Δέν ἔχουμε αὐτό ἀκριβῶς πού ἐκφράζει
ὁ Ἅγιος μέ τό ἀγαπημένο του τραγούδι:
«Θέλω νά πάω νά βρῶ τόν Κύριο, τόν
Ἀναληφθέντα, νά Τόν βρῶ νά Τόν συναντήσω
στόν οὐρανό... μοῦ λείπει».
Αὐτό
πού λέμε ἐμεῖς μεταξύ μας: «Μοῦ
λείπεις-μοῦ ἔλειψες»....
Στούς
Ἁγίους ἐκεῖνος πού τούς λείπει εἶναι
ὁ Θεός. Τόν ἔχουνε βέβαια πάντα κοντά
Τους πνευματικά, ἀλλά θέλουνε νά εἶναι
κοντά τους καί σωματικά.
58.
Ὁ θάνατος εἶναι εὐλογία.
Ἐάν
ἦταν ἐδῶ πιό καλά (στή γῆ), θά ἄφηνε
καί τήν Παναγία, ὁ Χριστός
-πού
ἦταν καί μάνα Του- νά γίνει ἑκατόν
τριάντα χρόνων! Τήν πῆρε πολύ γρήγορα,
γιατί εἶναι πιό καλά ἐκεῖ (στόν
Παράδεισο). Καί ἐμεῖς θέλουμε νά
ζήσουμε ἑκατόν τριάντα χρόνια... Δυστυχῶς
κακῶς φωνάζουμε, κακῶς.
Βλέπετε
ἄν περάσουν πολύ τά χρόνια οἱ ἡλικιωμένοι
ἄνθρωποι βαριοῦνται ἐδῶ καί λένε:
«Μέ ξέχασε ὁ Θεός». Σκεφτεῖτε νά ἦταν
αἰώνια ἡ ζωή μας ἐδῶ πέρα... Θά ἤτανε
μεγάλο μαρτύριο. Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἔδωσε
τό στόπ, τόν θάνατο. Εἶναι εὐλογία ὁ
θάνατος.
Φανερώνεται
ἀκόμη καί στό γεγονός τοῦ θανάτου ἡ
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα λένε οἱ Ἅγιοι
κάτι πολύ συγκλονιστικό...Μᾶς διδάσκουν
μέ τό στόμα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου
ὅτι καί στήν κόλαση ἀκόμα οἱ
κολασμένοι δέν στεροῦνται τῆς ἀγάπης
τοῦ Θεοῦ. Καί ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ Θεός καί
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἀκριβῶς αὐτή
ἡ ἀγάπη ἐνεργεῖ σάν κόλαση γι’αὐτούς.
Γιατί;
Διότι
οἱ κολασμένοι, οἱ ἀμετανόητοι δέν Τήν
θέλουν τήν Θεία Ἀγάπη. Δέν θέλουν νά
ἀκούσουν γιά Θεό καί γιά τήν ἀγάπη Του.
Ἀκριβῶς αὐτό εἶναι καί ἡ κόλασή τους.
Δέν τούς τιμωρεῖ ὁ Θεός, μόνοι τους
τιμωροῦνται. Ὁ Θεός παντοῦ ἐκχέει τήν
ἀγάπη Του.
Γι΄
αὐτό ἄς φροντίσουμε ν΄ ἀγαπήσουμε
τήν ἀγάπη, ν’ ἀγαπήσουμε τόν Θεό πού
εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή Ἀγάπη.
59.
Γιατί χάνουμε τήν κατάνυξη (τήν αἴσθηση
τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ);
Δυστυχῶς
ὅμως δέν ἔχουμε αὐτήν τήν κατάνυξη,
πού δημιουργεῖ ἡ κοινωνία μετά τοῦ
Θεοῦ. Ὅταν ὑπάρχει αὐτή ἡ κατάνυξη
ἔστω καί σέ μικρό βαθμό, τότε δέν θέλουμε
τίποτε κοσμικό, τότε δέν θέλουμε τίποτα
ἄλλο.
Μακάρι
αὐτή νά κρατιέται γιά πάντα...
Ἀλλά
γιατί τήν χάνουμε τήν κατάνυξη;
Χάνουμε
τήν κατάνυξη διότι χάνουμε τήν
ταπείνωση...Μᾶς πιάνει ὑπερηφάνεια
ἀμέσως...Μόλις λιγο δακρύσουμε, ἄ!
λέμε πώ, πώ τώρα μέ ποιόν Ἅγιο μοιάζω;!!!
60.
Ὁ Θεός κάνει τά πάντα. Ἐμεῖς μόνο Τόν
πιστεύουμε ἔμπρακτα.
Ἐρώτηση:(Τελικά
ἡ ἀγάπη Του εἶναι πού κάνει τά πάντα
καί μᾶς χαρίζει τήν τελειότητα καί ὄχι
ἡ δική μας προσπάθεια).
Ἀπάντηση:
Ὁ Θεός μᾶς δίνει γεύσεις τῆς Θείας
Ἀγάπης ἀπό τήν ἀρχή τῆς μετανοίας μας
ὡς στήριγμα καί κίνητρο γιά βαθύτερη
μετάνοια.
Ὁ
Χριστός Μας τί εἶπε ὅταν ἄρχισε τό
κήρυγμα;
Δέν
εἶπε «ἀγαπῆστε Με», διότι εἶναι
κορυφαῖο πράγμα ἡ ἀγάπη...
Εἶπε:«μετανοῆστε».
Δηλαδή
τί;
Ἄς
τό ποῦμε ἁπλᾶ: ξεμπαζῶστε τήν ψυχή
σας, βγάλτε τά σκουπίδια σας, ἀλλάξτε,
γυρίστε ἀνάποδα (ἀπ’ ὅ,τι εἴσαστε),
ἀφῆστε τό κακό καί κάνετε τό καλό,
μετανοῆστε, ἀλλάξτε νοῦ καί δεῖτε
Ἐμένα.
Αὐτό
ὅμως εἶναι ἕνα πήδημα στό κενό, σοῦ
λέει ὁ ἀλλος, γιατί νά τό κάνω, γιατί
νά μετανοήσω; (λέει ὁ ὀλιγόπιστος καί
ὁ ἄπιστος).
Καί
ποιός εἶσαι ἐσύ πού θά μοῦ πεῖς ἐμένα
νά μετανοήσω; (λέει καί ὁ ἐγωιστής).
Ὄχι δέν ἀλλάζω.
61.
Τί σημαίνει πιστεύω στόν Θεό;
Ὁ
Θεός ἀπευθύνεται σ’ αὐτούς οἱ ὁποῖοι
Τόν πιστεύουν. Αὐτό εἶναι τό κλειδί: ἡ
πίστη.
Πιστεύεις
στόν Χριστό; Θά μετανοήσεις...
Τόν
ἐμπιστεύεσαι; (αὐτό σημαίνει πιστεύω).
Θά
ἀλλάξεις τρόπο ζωῆς.
Ὄχι
νά λές Τόν πιστεύω καί νά πιστεύεις ἁπλά
μόνο ὅτι ὑπάρχει μιά ἀνώτερη δύναμη.
Αὐτό καί οἱ ἄθεοι καί οἱ δαίμονες τό
πιστεύουν...Δέν μετανιώνουν ὅμως, δέν
ἀλλάζουν συμπεριφορά.
Τήν
διαφορά τήν κάνει ἡ ζωντανή, ἡ ἔμπρακτη
πίστη· ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶνε ὅλα. Πιστεύω
στόν Χριστό σημαίνει ὁπωσδήποτε ὅτι
πιστεύω στά λόγια Του. Ἑπομένως πιστεύω
καί στόν πρῶτο λόγο Του: «Μετανοεῖτε...»
62.
Ἀπό τήν Πίστη γεννιέται ἡ μετάνοια καί
ἀπό τήν μετάνοια ἡ ἀγάπη.
Ἀπό
τήν στιγμή πού θά ἀρχίσεις νά μετανοεῖς,
θά ἀρχίσεις καί νά ἀγαπᾶς· ἀμέσως
θά ἀρχίσεις ν’ ἀγαπᾶς. Αὐτό συμβαίνει
διότι ἡ μετάνοια εἶναι ταπείνωση καί
ἡ ταπείνωση ἕλκει τήν Χάρη καί τήν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἔρχεται τότε ὁ Θεός
καί σοῦ φανερώνει πόσο σ’ ἀγαπάει.
Ὅσο
σοῦ φανερώνεται τόσο καί ἐσύ Τόν ἀγαπᾶς
περισσότερο. Ὅσο Τόν ἀγαπᾶς τόσο
σοῦ φανερώνεται καί θές ἀκόμα πιό πολύ
νά Τόν ἀγαπήσεις. Γίνεται κάτι σάν
κι αὐτό πού στήν Ἰατρική λέγεται
feedback
(ἐπανατροφοδότηση)· τό ἕνα
τρέφει τό ἄλλο.
Ὅσο
σοῦ φανερώνεται τόσο σέ ἑλκύει τόσο
σέ ...λιώνει μέ τήν ἀγάπη Του... καί ἐσύ
τότε θές νά ἀνταποκριθεῖς... Ὁπότε
ἀνεβαίνεις καί πᾶς σκαλί- σκαλί, πρός
τά πάνω, πρός Αὐτόν πού ἀγαπᾶς...Αὐτή
εἶναι ἡ πνευματική ζωή.
Ἀλλά
χρειάζεται πίστη· χωρίς πίστη δέν
γίνεται τίποτα...Χωρίς πίστη δέν ἔχεις
ἀπό ποῦ νά ξεκινήσεις γιά νά
μετανοήσεις...Δέν ἔχεις καί λόγο, δέν
βρίσκεις τό γιατί νά
ἀλλάξεις, τό γιατί νά
μετανοήσεις.
Ἡ
πίστη εἶναι ἕνα πήδημα στό κενό...Τουλάχιστον
ἔτσι φαίνεται... Πράγματι εἶναι δικαίωμά
τοῦ ἀνθρώπου: Ἄν δέν θέλει νά πιστέψει,
μπορεῖ νά μήν πιστέψει... καί ὁ Θεός τήν
σέβεται αὐτήν τήν ἀπόφαση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀλλά ἄν πιστέψει, ἄν κάνει αὐτό τό
ἅλμα τῆς πίστεως θά δεῖ ὅτι δέν
πέφτει στό κενό ἀλλά πέφτει στήν ἀγκαλιά
τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τό πιό
ὡραῖο ἅλμα καί μακάρι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι
νά τό κάνουν...
Δυστυχῶς
στίς μέρες μας ἔχει πολύ λιγοστέψει ἡ
πίστη. Ἴσως εἴμαστε στίς ἡμέρες ἐκεῖνες
γιά τίς ὁποῖες ὁμίλησε ὁ Χριστός Μας
καί εἶπε: «Ἄραγε ὅταν θά ξανάρθω, θά
βρῶ τήν πίστη στή γῆ;»59
Ἔχει
πολύ μειωθεῖ ἡ πίστη μας γιά αὐτό καί
λέμε ὅτι εἴμαστε στίς ἔσχατες ἡμέρες.
Ἡ
πίστη ὅταν ὑπάρχει μᾶς παρακινεῖ σέ
ὅλα αὐτά πού εἴπατε: στό νά ἀγαπήσουμε
τόν Θεό καί στό νά μετανοήσουμε.
63. Ἡ
φαινομενική ἀπελπισία τῶν Ἁγίων
Ἐρώτηση:
Κάποιοι Ἅγιοι ἀναρωτιόντουσαν μέ
κάποια φαινομενική ἀπελπισία ἄν θά
σωθοῦν...
Ἀπάντηση:
Οἱ Ἅγιοι τά ἔλεγαν αὐτά, ἀπό πολλή
ταπεινοφροσύνη. Στό βάθος τῆς ψυχῆς
τους εἴχανε σταθερή πάντα τήν ἐλπίδα
τους στό Θεό. Τά λέγανε ἐξωτερικά γιά
νά ἔρθουνε σέ πιό μεγάλη συντριβή καί
μετάνοια:« Ἄραγε μᾶς συγχώρεσε ὁ
Θεός;»
Ἦταν
βέβαιο ὅτι τούς εἶχε συγχωρέσει ὁ
Θεός διότι εἶχαν δάκρυα, εἶχαν κατάνυξη,
εἴχαν ἐσωτερική πληροφορία. Ἀλλά
ἦταν πολύ ἀγωνιστές, πάρα πολύ ἀγωνιστές
καί καλλιεργοῦσαν αὐτό τό συνεχές
πένθος, τή συνεχή ταπείνωση καί πνευματική
συντριβή.
64. Τί εἶναι
ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ
Θεός εἶναι ἡ ἄπειρη Ἀγάπη καί δέν
ὑπάρχει περίπτωση νά μήν μᾶς
συγχωρέσει...Δέν ὑπάρχει ἁμαρτία
πού νά μήν συγχωρεῖται. Μία μόνο ἁμαρτία
λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὅτι δέν συγχωρεῖται:
Ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
-Ποιά εἶναι αὐτή ἡ βλασφημία;
-Εἶναι
ἡ ἀμετανοησία. Εἶναι τό νά ἀποδίδει
κάποιος τά ἔργα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
στόν διάβολο. Ὁπότε καί τό συγκλονιστικότερο
θαῦμα δέν τόν ὁδηγεῖ στήν πίστη καί
τήν μετάνοια. Ἡ βλασφημία κατά τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος εἶναι τό νά πεῖ ὁ
ἄνθρωπος ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἄσπλαχνος.
Νά πεῖ ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι ἀγάπη,
ὁπότε δέν βρίσκει λόγο νά πάει καί νά
Τοῦ ζητήσει συγχώρηση. «Τί νά πάω λέει
ἀφοῦ δέν θά μέ συγχωρέσει...». Ἀποδίδει
τά ἔργα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ (ὅπως
εἶναι οἱ ποικίλες θλίψεις, ἀσθένειες
καί δοκιμασίες ἀλλά καί τά θαύματα)
στόν διάβολο. Αὐτή εἶναι ἡ βλασφημία.
Ὁ
ἄνθρωπος πού σκέπτεται ἔτσι δέν πηγαίνει
νά ζητήσει συγγνώμη, ἄρα δέν παίρνει
συγχώρηση. Ἄν ὅμως πάει, δέν ὑπάρχει
περίπτωση νά μήν τόν συγχωρήσει ὁ Θεός
γιά ὅλες του τίς ἁμαρτίες, ὅσο βαριές
καί ἄν εἶναι, ὅσο πολλές φορές καί ἄν
τίς ἔχεις κάνει.
Ἄς
μείνουμε σ’ αὐτά καί ἄς κάνουμε
προσευχή.
Δόξα
Πατρί καί Υἱῷ καί Ἁγίῳ Πνεύματι
Καί
νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν
αἰώνων. Ἀμήν
Σῶσον
Κύριε τόν λάον σου καί εὐλόγησον τήν
κληρονομίαν Σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι
κατά βαρβάρων δωρούμενος, καί τό Σόν
φυλάττων διά τοῦ Σταυροῦ Σου πολίτευμα.
Δι’
εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε,
Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ἐλέησον
καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν
Ὁ
Θεός μαζί μας...
ΤΕΛΟΣ
ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
1.Ματθ.
22, 37.
2.Γέροντος
Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Ε΄, Πάθη
καί ἀρετές, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον
«Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»,
Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2007 Β΄ ἔκδοση,
(στό ἑξῆς Πάθη καί ἀρετές) σελ.
210.
3.Πάθη
καί ἀρετές σελ. 202.
4.Ὅ.π.
5.Ρωμ.
5, 8.
6.Πρβλ.
Πάθη καί ἀρετές σελ. 202.
7.Πάθη
καί ἀρετές σελ. 202.
8.Μρ.
12, 30: «καὶ ἀγαπήσῃς Κύριον τὸν Θεόν
σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ
ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς
διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος
σου. αὕτη πρώτη ἐντολή». Πρβλ. καί
Ματθ. 22, 37.
9.Πάθη
καί ἀρετές σελ. 204-5.
10.Πρβλ.
Πάθη καί ἀρετές σελ. 205.
11.Πρβλ.
Πάθη καί ἀρετές σελ. 203.
12.Ὅ.
π.
13.Ἑβρ.
12, 29
14.Πάθη
καί ἀρετές
σελ. 200.
15..Βλ.
Φιλιπ. 3, 8.
16.Γέροντος
Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Ε΄, Πάθη
καί ἀρετές, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον
«Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»,
Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2007 Β΄ ἔκδοση,
σελ. 208.
17.Α΄
Ἰωαν. 4, 8.
18.Α΄
Ἰωαν. 4, 16.
19.Ἀρχιμανδρίτου
Σωφρονίου, Ὁ Γέροντας Σιλουανός,
ἔκδ. Γ΄, Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου-
Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1985, (στό ἑξῆς: Ὁ
Γέροντας Σιλουανός) σελ. 399.
20.Ψαλμ.
32, 9.
21.Ὁ
Γέροντας Σιλουανός σελ. 399.
22.Ὅ.π.
23.Ὅ.π.
24.Πνευματικά
«ξύλα»: ἡ τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν
ἐντολῶν, πού κατορθώνεται διά τῆς
μυστηριακῆς καί ἀσκητικῆς ζωῆς.
25.Ὁ
Γέροντας Σιλουανός σελ. 399.
26.Ὅ.π.
27.Πρβλ.
ὅ. π. σελ. 399-400.
30.Ὅ.π.
31.Ὅ.π.
32.Ὅ.π.
σελ. 401.
33.Ὅ.π.
34.Ὅ.π.
35.Ὅ.π.
36.Ὅ.π.
37.Ὅ.π.
38.Ὅ.π.
39.Ὅ.π.
40.Ὅ.π.
41.Ὅ.π.
σελ. 402.
42.Ὅ.π.
43.Ὅ.π.
44.Ὅ.π.
45.Ὅ.π.
46.Ὅ.π.
σελ. 402-403.
47.Ὅ.π.
σελ. 403.
48.Ὅ.π.
49.Ὅ.π.
50.Ὅ.π.
51.Ὅ.π.
52.Ὅ.π.
σελ. 404.
53.Ὅ.π.
54.Ὅ.π.
55.Λκ.
12, 49.
56.Γαλ. 2, 20
57.Ρωμ. 7, 23
58.Φιλιπ. 1, 23.
59.Πρβλ. Λκ. 18, 8
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου