Ως
διέγραψαν τας του Μεσσίου αρετάς αι προφητείαι, ούτω και τα πάθη και
τον θάνατον αυτού· έμελλεν ίνα αυξήση ως τρυφερόν βλαστάριον εν γη ανύδρω, εισελάση εις Ιερουσαλήμ εν μετριόφρονι θριάμβω οχούμενος επί
πώλου όνου, προδοθή και πραθή επί τριάκοντα αργυρίοις· να μαστιγωθή,
κολαφισθή, εμπτυσθή και χλευασθή-τρηθή τας χείρας και τους πόδας, αλλά
μη κατεαγή τα οστά· λογχευθή την πλευράν, ποτισθή όξος μετά χολής· έμελλον να διανεμηθώσι τα ιμάτια αυτού και κληρώσωνται την
περιβολήν αυτού· έμελλε να αποθάνη και ταφή, αλλά μη εγκαταλειφθή η ψυχή
αυτού εν διαφθορά.
Ταύτα πάντα προέλεχθησαν και απήντησαν πληρωθέντα επί λέξεως, καθ' α επροφητεύθη.
«Κύριε, τις επίστευσε τη ακοή ημών; και ο βραχίων Κυρίου επί τίνι απεκαλύφθη; Ανηγγείλαμεν εναντίον αυτού ως παιδίον, ως ρίζα εν γη διψώση, ουκ εστίν αύτο είδος, ουδέ δόξα· και είδομεν αυτόν καί ουκ είχεν είδος, ουδέ κάλλος, αλλά το είδος αυτού άτιμον παρά πάνταςανθρώπους». (Ήσ. νγ'. 1,2,3).«Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών, κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ. Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται σου δίκαιος, και σώζων αυτός πραύς καί επιβεβηκώς επί υποζύγιον και πώλον νέον». (Ζαχαρ. θ'. 9).«Και έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργυρούς... Και έλαβον τους τριάκοντα αργύρους καί ενέβαλον αυτούς εις οίκον Κυρίου εις το χωνευτήριον». (Ζαχαρ. ια'. 12,13).«Εγώ δε ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος,όνειδος ανθρώπων καί εξουθένημα λαού.Πάντες οι θεωρούντες με εξεμυκτήρισάν με, ελάλησαν εν χείλεσιν, εκίνησαν κεφαλήν ήλπισεν επί Κύριον, ρυσάσθω αυτόν, ότι θέλει αυτόν».«Εγενήθη η καρδία μου ωσεί κηρός τηκόμενος εν μέσω της κοιλίας.Εξηράνθη ως όστρακον η ισχύς μου, και η γλώσσα μου κεκόλληται τω λαρύγγι μου και εις χουν θανάτου κατήγαγές με... ωρυξανχείρας μου καί πόδας μου, εξηρίθμησαν πάντα τα οστά μου- αυτοί δε κατενόησαν και επείδον με». (Ψαλμ. κα'. 16).«Διεμερίσαντο τα Ιμάτιά μου εαυτοίς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον». (Ψαλμ. κα'. 18).«"Ἐνεκα σου υπήνεγκα ονειδισμόν, εκάλυψεν εντροπή το πρόσωπόν μου· απηλλοτριωμένος εγενήθην τοις αδελφοίς μου και ξένος τοις υιοίς της μητρός μου.Οτι ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με και οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ' εμέ. Καί συνεκάλυψα εν νηστεία την ψυχήν μου, και εγενήθη εις ονειδισμούς εμοί· και εθέμην το ένδυμά μου σάκκον, και εγενόμην αυτοίς εις παραβολήν. Κατ' εμού ηδολέσχουν οι καθήμενοι εν πύλη και εις εμέ έψαλλον οι πίνοντες οίνον... Συ γινώσκεις τον ονειδισμόν μου και την αισχύνην μου και την εντροπήν μου- εναντίον σου πάντες οι θλίβοντές με... Και έδωκαν εις το βρωμά μου χολήν, καί εις την δίψαν μου επότισάν με οξος... Πτωχός και άλγων ειμί εγώ». (Ψαλμ. ξη'. 8-13,20-22, 30).«Που σου θάνατε το κέντρον, που σου Άδη το νίκος;» (Κορινθ. Α'. ιέ. 55. Ώαηέ. ιγ'. 14).«Ιδού συνήσει ο παις μου και υψωθήσεται και δοξασθήσεται και μετεωρισθήσεται σφόδρα. Ον τρόπον εκστήσονται επί σε πολλοί, ούτως αδοξήσει από των ανθρώπων το είδος σου και η δόξα σου από υιών ανθρώπων (Ήσ. νβ'. 13,14)».«"Άνθρωπος εν πληγή ων και ειδώς φέρειν μαλακίαν, ότι απέστραπται το πρόσωπον αυτού, ητιμάσθη και ουκ ελογίσθη. Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται, και ημείς ελογισάμεθα αυτόν είναι εν πόνω και εν πληγή υπό Θεού και εν κακώσει. Αυτός δε ετραυματίσθη δια τας αμαρτίας ημών και εμαλακίσθη δια τας ανομίας ημών, παιδεία ειρήνης ημών επ' αυτόν, τω μώλωπι αυτού ημείς ιάθημεν. Πάντες ως πρόβατα επλανήθημεν άνθρωπος τη οδώ αυτού επλανήθη, καί Κύριος παρέδωκεν αυτόν ταις αμαρτίαις ημών. Και αυτός δια το κεκακώσθαι ουκ ανοίγει το στόμα αυτού· ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη, και ως αμνός εναντίον του κείραντος αυτόν άφωνος, ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού. Εν τη ταπεινώσει αυτού η κρίσις αυτού ήρθη· την δε γενεάν αυτού τις διηγήσεται; ότι αίρεται από της γης η ζωή αυτού, από των ανομιών του λαού μου ήχθη εις θάνατον... ότι ανομίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού... Δια τούτο αυτός κληρονομήσει πολλούς καί μετά των ισχυρών μεριεί σκύλα· ανθ'ων παρεδόθη εις θάνατον η ψυχή αυτού, και εν τοις ανόμοις ελογίσθη και αυτός αμαρτίας πολλών ανήνεγκε, και δια τας ανομίας αυτών παρεδόθη». (Ήσ. νγ'. 3-9, 12).«Δια τούτο ηυφράνθη η καρδία μου και ηγαλλιάσατο η γλώσσα μου- έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ' ελπίδι· ότι ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις άδου, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν».(Ψαλμ. ιέ . 6,10).
Ταύτα
τα μεν υπέρ τα χίλια, τα δε υπέρ τα επτακόσια έτη προ της
χριστιανικής εποχής γεγραμμένα, έκτοτε μέχρι δεύρο τας Ιουδαϊκάς και
Χριστιανικάς Ιεράς Γραφάς απαρτίζοντα, εισί προφητείαι διαγράφουσαι, ωσεί ήσαν αυτόχρημα ιστορία των γεγονότων προ ποδών του Σταυρού
γραφείσαι, τα πάθη και τον θάνατον του Χριστού, το ταπεινόφρον, το
πράον. την θλίψιν και αγωνίαν Αυτού· ότι απεδοκιμάσθη και απερρίφθη υπό
των Ιουδαίων ότι ουδένα έπειθε λέγων ότι καταπέπτωκεν υπό αλγεινής
λύπης· ότι ήτο άτιμον και άδοξον το πρόσωπον Αυτού παρά πάντας τους
υιούς των ανθρώπων, και ότι ταύτα πάντα υπέστη σιγών, και μόνον υπέρ
των παρανόμων αράς φωνήν, «πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι
ποιούσι». (Λουκ. κγ' 34)· εισίν επί λέξεως προλεχθέντα, αλλ' επίσης και
γεγονότα. Και μόνη δε η των εν ταις Ιουδαϊκαίς Γραφαίς προφητειών
τούτων περί της ταπεινότητας των παθών και της εκκοπής έκβασις
δείκνυσιν, ότι ούτος ην ο προσδοκώμενος Μεσσίας- αυτό δε το του Σταυρού
σκάνδαλον πανδήμως μαρτυρεί περί του Ιησού· «Οτι ούτω γέγραπται και
ούτως έδει παθείν τον Χριστόν», όστις την υπέρ ημών πληρώσας οικονομίαν,
έργω εξεπλήρωσεν, όσα πάλαι ο Θεός δια τωνπροφητών προανήγγειλε τοις ανθρώποις.Οι Ιουδαίοι, οι
άγρυπνοι φύλακες των Γραφών, έσονται οι αιώνιοι μάρτυρες
της αποκαλύψεως του Θεού καί της αληθείας των περί Μεσσίου προφητειών,
καίτοι ήκιστα πιστοί καί εχθροί άσπονδοι του Μεσσίου.
του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως του εν Αιγίνη
Ταύτα πάντα προέλεχθησαν και απήντησαν πληρωθέντα επί λέξεως, καθ' α επροφητεύθη.
«Κύριε, τις επίστευσε τη ακοή ημών; και ο βραχίων Κυρίου επί τίνι απεκαλύφθη; Ανηγγείλαμεν εναντίον αυτού ως παιδίον, ως ρίζα εν γη διψώση, ουκ εστίν αύτο είδος, ουδέ δόξα· και είδομεν αυτόν καί ουκ είχεν είδος, ουδέ κάλλος, αλλά το είδος αυτού άτιμον παρά πάνταςανθρώπους». (Ήσ. νγ'. 1,2,3).«Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών, κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ. Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται σου δίκαιος, και σώζων αυτός πραύς καί επιβεβηκώς επί υποζύγιον και πώλον νέον». (Ζαχαρ. θ'. 9).«Και έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργυρούς... Και έλαβον τους τριάκοντα αργύρους καί ενέβαλον αυτούς εις οίκον Κυρίου εις το χωνευτήριον». (Ζαχαρ. ια'. 12,13).«Εγώ δε ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος,όνειδος ανθρώπων καί εξουθένημα λαού.Πάντες οι θεωρούντες με εξεμυκτήρισάν με, ελάλησαν εν χείλεσιν, εκίνησαν κεφαλήν ήλπισεν επί Κύριον, ρυσάσθω αυτόν, ότι θέλει αυτόν».«Εγενήθη η καρδία μου ωσεί κηρός τηκόμενος εν μέσω της κοιλίας.Εξηράνθη ως όστρακον η ισχύς μου, και η γλώσσα μου κεκόλληται τω λαρύγγι μου και εις χουν θανάτου κατήγαγές με... ωρυξανχείρας μου καί πόδας μου, εξηρίθμησαν πάντα τα οστά μου- αυτοί δε κατενόησαν και επείδον με». (Ψαλμ. κα'. 16).«Διεμερίσαντο τα Ιμάτιά μου εαυτοίς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον». (Ψαλμ. κα'. 18).«"Ἐνεκα σου υπήνεγκα ονειδισμόν, εκάλυψεν εντροπή το πρόσωπόν μου· απηλλοτριωμένος εγενήθην τοις αδελφοίς μου και ξένος τοις υιοίς της μητρός μου.Οτι ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με και οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ' εμέ. Καί συνεκάλυψα εν νηστεία την ψυχήν μου, και εγενήθη εις ονειδισμούς εμοί· και εθέμην το ένδυμά μου σάκκον, και εγενόμην αυτοίς εις παραβολήν. Κατ' εμού ηδολέσχουν οι καθήμενοι εν πύλη και εις εμέ έψαλλον οι πίνοντες οίνον... Συ γινώσκεις τον ονειδισμόν μου και την αισχύνην μου και την εντροπήν μου- εναντίον σου πάντες οι θλίβοντές με... Και έδωκαν εις το βρωμά μου χολήν, καί εις την δίψαν μου επότισάν με οξος... Πτωχός και άλγων ειμί εγώ». (Ψαλμ. ξη'. 8-13,20-22, 30).«Που σου θάνατε το κέντρον, που σου Άδη το νίκος;» (Κορινθ. Α'. ιέ. 55. Ώαηέ. ιγ'. 14).«Ιδού συνήσει ο παις μου και υψωθήσεται και δοξασθήσεται και μετεωρισθήσεται σφόδρα. Ον τρόπον εκστήσονται επί σε πολλοί, ούτως αδοξήσει από των ανθρώπων το είδος σου και η δόξα σου από υιών ανθρώπων (Ήσ. νβ'. 13,14)».«"Άνθρωπος εν πληγή ων και ειδώς φέρειν μαλακίαν, ότι απέστραπται το πρόσωπον αυτού, ητιμάσθη και ουκ ελογίσθη. Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται, και ημείς ελογισάμεθα αυτόν είναι εν πόνω και εν πληγή υπό Θεού και εν κακώσει. Αυτός δε ετραυματίσθη δια τας αμαρτίας ημών και εμαλακίσθη δια τας ανομίας ημών, παιδεία ειρήνης ημών επ' αυτόν, τω μώλωπι αυτού ημείς ιάθημεν. Πάντες ως πρόβατα επλανήθημεν άνθρωπος τη οδώ αυτού επλανήθη, καί Κύριος παρέδωκεν αυτόν ταις αμαρτίαις ημών. Και αυτός δια το κεκακώσθαι ουκ ανοίγει το στόμα αυτού· ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη, και ως αμνός εναντίον του κείραντος αυτόν άφωνος, ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού. Εν τη ταπεινώσει αυτού η κρίσις αυτού ήρθη· την δε γενεάν αυτού τις διηγήσεται; ότι αίρεται από της γης η ζωή αυτού, από των ανομιών του λαού μου ήχθη εις θάνατον... ότι ανομίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού... Δια τούτο αυτός κληρονομήσει πολλούς καί μετά των ισχυρών μεριεί σκύλα· ανθ'ων παρεδόθη εις θάνατον η ψυχή αυτού, και εν τοις ανόμοις ελογίσθη και αυτός αμαρτίας πολλών ανήνεγκε, και δια τας ανομίας αυτών παρεδόθη». (Ήσ. νγ'. 3-9, 12).«Δια τούτο ηυφράνθη η καρδία μου και ηγαλλιάσατο η γλώσσα μου- έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ' ελπίδι· ότι ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις άδου, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν».(Ψαλμ. ιέ . 6,10).
του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως του εν Αιγίνη
http://proskynitis.blogspot.com/2012/04/blog-post_4819.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου