Κατά τη διαρκεια του χειμώνα του 1785, κάποιοι κάτοικοι της Βολισσού – το χωριό της Αγίας Μαρκέλλας – ξεκίνησαν από την Χώρα της Χίου για να επιστρέψουν στον τόπο τους. Καθ’ οδόν όμως τους έπιασε μια τόσο μεγάλη χιονοθύελλα που μια γυναίκα απέκαμε και λιποθύμισε.
Η γυναίκα δεν μπορούσε πλέον να περπατήσει και να ακολουθήσει τους συγχωριανούς της και ήταν ετοιμοθάνατη. Για τον λόγο αυτό την έβαλαν στο κελλί μιας μικρής εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου που βρισκόταν εκεί, στην τοποθεσία Φλώρι.
Οι υπόλοιποι συνέχισαν τον δρόμο τους, και παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισαν κατάφεραν να φτάσουν στην Βολισσό.
Όταν έφτασαν εκεί, ανήγγειλαν στον σύζυγό της το τι ακριβώς συνέβη, και ποια ήταν η κατάσταση της. Αυτός, άρχισε αμέσως να δέεται θερμώς στην θαυματουργό αγία Μαρκέλλα, για να κάνει ακόμη ένα θαύμα και να σώσει τη γυναίκα του.
Η αγία Μαρκέλα υπάκουσε στην θερμή δέησή του και εμφανίστηκε στην ετοιμοθάνατη, την πήρε από το χέρι και την έβαλε σε μια γωνιά του κελιού και της έδωσε να πιει νερό από ένα δοχείο.
Η χιονοθύελλα, όμως, κράτησε για λίγες μέρες ακόμη, και γι αυτό ο σύζυγός της επειδή δεν μπορούσε να πάει επί τόπου, πίστευε πως είχε πεθάνει. Έτσι, όταν έφτασε εκεί με κάποιους άλλους την ένατη ημέρα, για να κάνουν την κηδεία της, την βρήκε υγιή και δυναμωμένη από το νερό που της έδωσε να πιει η αγία Μαρκέλλα.
Διασκευή από τον βίο της αγίας Μαρκέλλας όπως περιέχεται στον Μέγα Συναξαριστή της Εκκλησίας, τόμος Ζ’, μήνας Ιούλιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου