ΠΕΝΘΟΣ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΥΡΓΕΤΗ
Ο ιεροδιάκονος Πάμπο (1852-1883) έζησε στο νησί Βαλαάμ, όπου υπηρετούσε στην
γραμματεία του εκεί εγκατεστημένου Μοναστηριού. Αγαπούσε πολύ την φύση και
πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του παρατηρώντας τα φυσικά φαινόμενα της περιοχής και
ιδιαίτερα της λίμνης Λατόγκα. Ο Πατήρ Πάμπο είχε μεγάλη αγάπη στους κόρακες,
τους οποίους έτρεφε καθημερινά από το δικό του φαγητό. Στις 27 Νοεμβρίου τού
1883 άνεπαύθη εν Κυρίω μετά από σύντομη ασθένεια. Την ημέρα της κηδείας του όλοι
οι κόρακες της περιοχής πήγαν και στάθηκαν στην στέγη τού ναού των Αγίων Πέτρου
και Παύλου, όπου ψαλλόταν η εξόδιος Ακολουθία, σκίζοντας τον αέρα με τα
κρωξίματά τους, λες και πενθούσαν κι αυτά την απώλεια του ευεργέτη τους. Την
ώρα που το σκήνωμά του μεταφερόταν από το καθολικό στον τόπο της ταφής του, όλο
το σμήνος των πουλιών ακολούθησε την πομπή, συνεχίζοντας να κρώζει θλιμμένα.
Μάλιστα, όταν η πομπή έφθασε στην δυτική πύλη του Μοναστηριού, όπου εψάλη ένα Τρισάγιο, οι κόρακες στάθηκαν στα γύρω δένδρα, περιμένοντας να τελειώση, και μετά ακολούθησαν την πομπή μέχρι το κοιμητήριο. Εκεί στάθηκαν και πάλι πάνω στα δένδρα, γεμίζοντας τον αέρα με τις θλιμμένες φωνές τους. Οι Πατέρες έψαλαν το «Αιωνία η μνήμη» και μετά αναχώρησαν. Οι κόρακες όμως, πιστοί στον ευεργέτη τους, έμειναν εκεί, πετώντας πάνω από τον τάφο του Πατέρα Πάμπο. Τα κρωξίματά τους ακούγονταν όλη τη νύχτα μέχρι πέρα μακριά.
Μάλιστα, όταν η πομπή έφθασε στην δυτική πύλη του Μοναστηριού, όπου εψάλη ένα Τρισάγιο, οι κόρακες στάθηκαν στα γύρω δένδρα, περιμένοντας να τελειώση, και μετά ακολούθησαν την πομπή μέχρι το κοιμητήριο. Εκεί στάθηκαν και πάλι πάνω στα δένδρα, γεμίζοντας τον αέρα με τις θλιμμένες φωνές τους. Οι Πατέρες έψαλαν το «Αιωνία η μνήμη» και μετά αναχώρησαν. Οι κόρακες όμως, πιστοί στον ευεργέτη τους, έμειναν εκεί, πετώντας πάνω από τον τάφο του Πατέρα Πάμπο. Τα κρωξίματά τους ακούγονταν όλη τη νύχτα μέχρι πέρα μακριά.
ΕΝΑ
ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΠΛΗΡΕΣ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ.
Η αγάπη του Παπά-Φιλαρέτου, του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Κωνσταμονίτου στο Άγιον
Όρος, δεν περιοριζόταν μόνο στους ανθρώπους. Απλωνόταν πιο πέρα, στα άψυχα, στα
ζώα, στην φύση. Μία ημέρα, έξω από το κελί τού Γέροντα, γινόταν μεγάλος
θόρυβος. Δύο χελιδόνια είχαν αρχίσει μεταξύ τους σφοδρή μονομαχία! Ο Γέροντας
βγήκε έξω και αντίκρισε με λύπη το πιο μεγαλόσωμο χελιδόνι να χτυπά με το
ράμφος του το άλλο και να το έχει μαδήσει στην κυριολεξία. Χωρίς να χάση καιρό,
το έδιωξε και πήρε στοργικά το πληγωμένο χελιδόνι στα χέρια του. Το
περιποιήθηκε και τελικά το χελιδόνι έζησε. Από τότε αυτό ακολουθούσε παντού τον
Παπά-Φιλάρετο, δείχνοντας την ευγνωμοσύνη του και την αφοσίωσή του. Πετούσε
μπροστά του, έκανε τα φτερουγίσματά του, τα παιχνίδια του, τιτίβιζε.
Λίγες ημέρες αργότερα ο Γέροντας βγήκε από το Μοναστήρι και περπατούσε προσευχόμενος.
Το χελιδόνι, ως πιστός φίλος και σύντροφος του, πετούσε χαρούμενα κοντά του.
Κάποια στιγμή ο Παπά-Φιλάρετος κάθισε λίγο να ξεκουραστή και, χωρίς να το καταλάβει,
αποκοιμήθηκε. Ξαφνικά το χελιδόνι άρχισε να πετά ανήσυχο επάνω από το κεφάλι
του τιτιβίζοντας δυνατά, σαν να ήθελε να τον ξυπνήσει και να τον προειδοποιήση για
κάποιον κίνδυνο.
Ο Γέροντας πράγματι ξύπνησε και τι να δη; Λίγο πιο πέρα ένα μεγάλο φίδι
ετοιμαζόταν να του επιτεθεί. Το χελιδόνι είχε κάνει με την σειρά του το δικό
του έλεος στον ελεήμονα Γέροντα.
Αποσπάσματα
από το ομώνυμο βιβλίο Εκδόσεις ΆΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ"
http://apantaortodoxias.blogspot.com/2012/03/blog-post_31.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου