Ὁσίου
Ἀμβροσίου
«ὁμοία
ἐστι κόκκω σινάπεως,
ὅν
λαβών ἄνθρωπος ἔβαλεν εἰς κῆπον
ἑαυτοῦ·
καί
ηὔξησε καί ἐγένετο εἰς δένδρον μέγα,
καί
τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατεσκήνωσεν
ἐν
τοῖς κλάδοις αὐτοῦ.»
Λουκ.
Ιγ΄: 19
Κεφ.
6ο :
(μέρος β΄)
Στό
Εὐαγγέλιο γίνεται
λόγος γιά
κάποιο μεγάλο
δένδρο πού
στά κλαδιά
του κατεσκήνωσαν
τά πετεινά
τοῦ οὐρανοῦ
(Λουκ. Ιγ΄:
19). Δέν
θά ἦταν
ἄστοχο νά
παρωμοιάζαμε
ἔτσι τόν
στάρετς Μακάριο.
Ὑπῆρξε πράγματι
«τῶν οὐρανίων
πτηνῶν ἐπιτερπές σκήνωμα»
(Ἁγιος Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς). Στά
κλωνάρια
τῆς
ψυχῆς
του
ἐφώλιαζαν
οὐρανόσταλτες
σκέψεις
καί
ἔννοιες
καί
ἀγγελοειδῆ
αἰσθήματα.
Ὅποιος
θά
πλησίαζε
στήν
σκιά
αὐτοῦ
τοῦ
δένδρου,
ὄχι
μόνο
τήν
δροσιά
του
θά
ἀπελάμβανε,
ἀλλά
καί
μέ
τά
κελαδήματα
τῶν
πουλιῶν
θά
εὐφραινόταν.
Πολλές
ψυχές
γεύθηκαν
τήν
χάρι
τοῦ
οὐρανοῦ
κοντά
στόν
ἁγιασμένο
αὐτόν
ἄνθρωπο.
Ἐκεῖνος
ὅμως
πού
τήν
κατετρύφησε
κυριολεκτικά
ὑπῆρξε
ὁ
π.
Ἀμβρόσιος.
Ὁ νοῦς τοῦ
στάρετς Μακαρίου ἐκινεῖτο σέ εὐρύ
ὀπτικό πεδίο. Ἡ σκέψις του διέθετε
μεγάλο βεληνεκές. Ἤξερε πώς κάποτε τό
ἕνα δένδρο θά ἐγήραζε καί στήν θέσι
του ἔπρεπε νά ἀναβλαστήση τό ἄλλο. Τό
ἄλλο, ὅπως προέβλεπε, θά ἦταν ὁ π.
Ἀμβρόσιος. Αὐτό τόν ἔκανε νά ἐπιμελῆται
ἰδιαίτερα τήν ψυχική του καλλιέργεια.
Ὁ σημερινός ποιμήν ὤφειλε νά προπαρασκευάση
τόν αὐριανό. Ὤφειλε νά τόν καταστήση
ἱκανό, σοφό, δυνατό, ὥστε ἐπάξια νά
σηκώση στούς ὤμους του τίς ποιμαντικές
εὐθῦνες.
Πολλά θά
μποροῦσαν νά ἀναφερθοῦν γιά τίς
ἀντιμετωπίσεις πού ἔκανε ὁ στάρετς
στόν π. Ἀμβρόσιο. Θά μᾶς δοθῆ σχετική
εὐκαιρία στά ἑπόμενα κεφάλαια. Ἐδῶ
θά σημειώσουμε μόνο περιπτώσεις στίς
ὁποῖες ὁ στάρετς ἔκανε τό ἔργο τοῦ
γλύπτου. Πῶς ἐνεργεῖ ὁ γλύπτης; Μόλις
παρατηρήση στό ἄγαλμα πού κατασκευάζει
κάποιο ἐξόγκωμα, κτυπᾶ μέ τήν σμίλη
καί τό ἀφαιρεῖ. Ὁ ἀμπελουργός σέ
ἀντίστοιχη περίπτωσι παίρνει τό ψαλίδι
καί κλαδεύει. Τό σμίλευμα καί τό κλάδευμα
στήν μοναχική ζωή ὀνομάζεται αὐστηρότης
καί σκληρότης – φαινομενική σκληρότης
– τοῦ Γέροντος πρός τόν ὑποτακτικό.
Τό κελλί τοῦ
στάρετς Μακαρίου τό ἐπισκέπτονταν
πολλοί, μοναχοί καί κοσμικοί, «Αἰγύπτιοι
καί Ἱεροσολυμῖται» ὅπως θά ἔλεγε ὁ
Μ. Ἀντώνιος. Τό ἐπισκεπτόταν καί μιά
γυναίκα πού ἀνῆκε στούς Αἰγυπτίους,
δηλαδή στά πρόσωπα πού δέν εἶχαν
πνευματικά ἐνδιαφέροντα, παρά μόνο
περιέργεια ἤ καί διάθεσι νά πειράξουν
καί νά ἐνοχλήσουν τόν στάρετς. Μόλις
ἔβλεπε τήν γυναῖκα αὐτή ὁ π. Μακάριος
τήν ἔδιωχνε. Ἤξερε πώς ἦταν γῆ σκληρή,
πέτρινη ἡ ψυχή της, καί ὁ σπόρος τῆς
πνευματικῆς διδασκαλίας δέν ἐπρόκειτο
νά βλαστήση στό ἐλάχιστο.
Κάποια φορά
πού ἐρχόταν πάλι πρός τό κελλί τοῦ
στάρετς αὐτή ἡ κυρία, βρέθηκε μπροστά
στόν π. Ἀμβρόσιο. Ἐκεῖνος μιμούμενος
τόν διδάσκαλό του, τήν ἀνάγκασε νά
ἀπομακρυνθῆ· τήν ἔδιωξε. Τό μαθαίνει
αὐτό ὁ π. Μακάριος, καλεῖ τόν ὑποτακτικό
του καί τοῦ βάζει κάτι φωνές πού ἄλλη
φορά δέν τίς εἶχε ἀκούσει. Στό τέλος
τόν ἔδιωξε, καί γιά ἀρκετό χρονικό
διάστημα δέν τόν δεχόταν στό κελλί του.
Καθένας
μπορεῖ
νά
τό
καταλάβει:
Ὁ
στάρετς
ἀφορμή
ζητοῦσε
γιά
νά
σμιλεύση
μέ
τήν
αὐστηρότητά
του
τόν
χαρακτῆρα
τοῦ
π.
Ἀμβροσίου.
Ὄχι
ὅτι
ἐνήργησε
κακῶς
ὁ
π.
Ἀμβρόσιος.
Ἁπλῶς
εὐκαιρία
δόθηκε
γιά
νά
τόν
ἐπιτιμήση.
Ἄλλωστε
τί
γράφει
ὁ
Ἀπόστολος;
«Ἐπίστηθι
εὐκαίρως
ἀκαίρως,
ἔλεγξον,
ἐπιτίμησον»
(Β΄
Τιμ.
Δ΄:
2).
Κάποια
περίοδο ταλαιπωρημένος μέ τίς ἀρρώστιες
του ὁ π. Ἀμβρόσιος δέν μποροῦσε νά
ἀσχοληθῆ μέ καμμιά ἐργασία. Τόν βλέπει
λοιπόν μία ἡμέρα ἔτσι ἄπρακτο ὁ στάρετς
καί μέ αὐστηρές φωνές τόν παρατηρεῖ:
- Ἀμβρόσιε! Ἀμβρόσιε! Γιατί δέν ἐργάζεσαι; Γιατί δέν ἐργάζεσαι;
- Μπάτουσκα, τί δουλειές νά κάνη; Ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος.
Καί
ἐκεῖνος τοῦ ἀποκρίνεται:
- Μήπως ἐγώ δέν τό ξέρω ὄτι εἶναι ἄρρωστος; Οἱ ἐπιπλήξεις ὅμως γιά τόν μοναχό εἶναι βοῦρτσες πού καθαρίζουν τήν ψυχή του ἀπό τήν σκόνη καί τήν σκουριά τῶν παθῶν.
Μιά
φορά ἀντελήφθη πώς ὁ ὑποτακτικός του
πάνω στόν πνευματικό ἀγῶνα εἶχε
ταλαιπωρηθῆ πολύ ἀπό τίς ἄγριες
ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ. Βαδίζοντας σ᾿
ἕνα δρόμο τῆς Σήτης τόν βλέπει νά
ἔρχεται ἀπό τήν ἀπέναντι κατεύθυνσι.
Μόλις συναντήθηκαν βγάζει ἀπό τήν τσέπη
του ἕνα μικρό μπουκαλάκι μέ γλυκό, τοῦ
τό προσφέρει καί μέ τρόπο χαριτωμένο
τοῦ λέει:
-
Πάρτο. Πάρτο. Γιά νά γλυκάνης τό στόμα
σου ἀπό τίς τόσες πίκρες πού σέ πότισε
ὁ ἐχθρός.
Τῷ
Θεῷ
δόξα!
Ἀμήν!
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Ο
ΟΣΙΟΣ
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
ΤΗΣ
ΟΠΤΙΝΑ”
ΙΕΡΑ
ΜΟΝΗ
ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ
ΑΤΤΙΚΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου