Παπά Μεθόδιος Καρυώτης
Ήρθε στο Άγιον Όρος να μονάσει και κοινοβίασε στο Κουτλουμουσιανό Κελί των Αγίων Θεοδώρων. Τον Απρίλιο του 1932 έγινε η κουρά του και πήρε το όνομα Μεθόδιος. Για την καθαρότητα και την ευλάβειά του τον χειροτόνησαν ιερέα.
Τον έστειλε κάποτε ο Γέροντάς του στου Εσφιγμένου να δώσει το εργόχειρο με τη ρητή εντολή να επιστρέψει αυθημερόν.
Αφού εκτέλεσε την υπακοή του ο καιρός χάλασε και άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Οι πατέρες προσπάθησαν να τον εμποδίσουν να μη φύγει με τέτοιο καιρό.
Εκείνος έχοντας κατά νου την εντολή του Γέροντός του ξεκίνησε, προχώρησε και μετά δυσκολευόταν να συνεχίσει. Βρήκε τότε μια κουφάλα δένδρου, ζάρωσε μέσα και προσευχόταν. Τον πήρε ο ύπνος και όταν ξύπνησε είδε ένα φως κοντά του. Σκέφθηκε:
"Θα πάω να χτυπήσω εκεί για βοήθεια". Πήγε, χτύπησε και είδε ότι ήταν στο κελί του. Τα έχασε ο Γέροντάς του που τον περίμενε με αγωνία, και θαύμασε για την υπακοή του.
Αργότερα μετά την κοίμηση του Γέροντός του πήρε το Αγιοπαυλίτικο Κελί των Αγίων Θεοδώρων στις Καρυές και αγωνιζόταν με φιλότιμο και αυταπάρνηση.
Ο παπα-Μεθόδιος ήταν ενάρετος και αυτό το έδειχνε η απλότητά του, η ειρήνη του, η ταπεινοφροσύνη του, οι πολλές του αρετές και ο ανεπίληπτος βίος του.
Ήταν φιλακόλουθος και πολύ αγωνιστής. Δεν παρέλειπε την ακολουθία και τα πνευματικά του. Τον θυμούνται οι πατέρες ως τα γηρατειά του, που φορούσε ράσο και έκανε τον κανόνα του.
Ήταν άνθρωπος ταπεινός με πολλή αγάπη. Φιλοξενούσε κάποιον ευλαβή και ενάρετο λαϊκό ονόματι Κώστα. Όταν εκοιμήθη ο Κώστας, το σώμα του δεν πάγωσε. Είχε την ευκαμψία των κεκοιμημένων μοναχών. Μερικοί πίστευαν ότι ήταν κρυφός μοναχός.
Έμενε στο Κελί του και ένας Καβιώτης ο οποίος ήταν φιλοχρήματος. Τα χρήματα που μάζευε τα έκανε λίρες και τα έβαλε σ' έναν τενεκέ, τον οποίο έθαψε και πάνω έβαλε κοπριές από τα ζώα και κονσερβοκούτια, για να μη δώσει υποψία. Κάποτε ο παπα-Μεθόδιος είχε πάει στην πανήγυρη του Αγίου Γεωργίου του "Φανερωμένου" και την ίδια νύχτα πήρε φωτιά το κελί του. Ένα μέρος του σπιτιού κάηκε και το άλλο πρόλαβαν και το έσβησαν.
Αλλά δυστυχώς κάηκε μέσα και ο φιλάργυρος Καβιώτης. Έπειτα ο παπα-Μεθόδιος άρχισε να καθαρίζει το καμένο μέρος του σπιτιού και πετούσε έξω τα αποκαΐδια. Τελικά βρήκε και τον τενεκέ με τις λίρες. Στενοχωρέθηκε, του έδωσε μια κλωτσιά και γέμισε ο τόπος λίρες. "Πω, πω", έλεγε, "διάβολος. Γι' αυτό έκαψε το σπίτι. Όποιος θέλει ας πάρει. Εγώ δεν παίρνω τίποτε". Πήραν από αυτές τις λίρες δύο πατέρες οι οποίοι έπειτα αρρώστησαν και ταλαιπωρήθηκαν πολύ.
Κάποτε σε μια πανήγυρη του Αγίου Παύλου είχε θάλασσα και είχαν τραβήξει το ξυλοκάικο πάνω στον Αρσανά. Μετά την πανήγυρη 10-15 άτομα προσπαθούσαν να το ρίξουν στη θάλασσα και δεν μπορούσαν.
Τότε τους είπε ο παπα-Μεθόδιος να κάνουν λίγο στην άκρη. Το τράβηξε μόνος του, αλλά όχι με τη δύναμή του. Προσευχήθηκε και ο Θεός τον δυνάμωσε.
Διηγείτο και ένα συγκλονιστικό γεγονός που έγινε στη Ρουμανία: "Από ένα γειτονικό χωριό ένας καλόγερος έβγαλε τα ράσα και παντρεύτηκε.
Έκανε παιδιά, πέρασαν τα χρόνια και ήρθε η ώρα της κοιμήσεώς του. Τον ετοίμασαν και ειδοποίησαν τον Ιερέα να 'ρθει την τάδε ώρα για την κηδεία. Πήγε ο παπάς να τον σηκώσουν και βλέπει το σπίτι άδειο, δεν υπήρχε κανείς. Ανέβηκε πάνω και είδε μόνο το λείψανο. Απορούσε και αναρωτιόταν τι συνέβη.
Τότε άκουσε βαριά βήματα στη σκάλα. Ξαφνικά βλέπει μπροστά του μια μεγάλη αρκούδα η οποία του είπε: "Τι ήρθες εδώ, για να διαβάσεις αυτόν; Αυτός ήταν καλόγερος και απαρνήθηκε το Σχήμα του. Όσα διαβάσματα θέλεις κάνε, αυτός είναι δικός μου".
Και αμέσως πήρε το λείψανο η αρκούδα και εξαφανίστηκε. Και τότε άνοιξαν τα μάτια του και είδε τον κόσμο που έκλαιγαν το νεκρό. Σάστισε, ήταν σα χαμένος και όταν συνήλθε κάπως, ζήτησε να τον πάνε στο σπίτι του. Δεν παρέμεινε να διαβάσει τη νεκρώσιμη ακολουθία.
Αφού συνήλθε και διηγήθηκε όσα συνταρακτικά είδε στους δικούς του, ζήτησε άδεια από την παπαδιά του και ανεχώρησε για το Άγιον Όρος όπου έζησε με άσκηση και μετάνοια".
Ο παπα-Μεθόδιος γνώρισε αυτόν τον παπά, άκουσε από τον ίδιο το περιστατικό και αυτός το διηγείτο στους άλλους με έμφαση.
Τον ρωτούσαν γιατί δεν παίρνει υποτακτικό και απαντούσε: "Τώρα άρχισαν να έρχονται Ρουμάνοι στο Άγιον Όρος, αλλά αυτοί είναι παιδιά του κομμουνισμού. Εμείς αλλιώς μάθαμε".
Οι Αγιοπαυλίτες πατέρες αγαπούσαν τον παπα-Μεθόδιο και όταν ανέβαιναν στις Καρυές τους φιλοξενούσε στο Κελί του. Όταν πια γήρασε, τον παρακαλούσαν να τον πάρουν στο Μοναστήρι να τον γηροκομήσουν. Ήθελε μεν, αλλά φοβόταν μην τον κάνουν Πνευματικό, όπως έκαναν τον παπα-Μακάριο από τη Λάκκου Σκήτη, στον οποίον πήγαιναν πολλοί Ρουμάνοι απ' όλο το Άγιον Όρος και εξομολογούντο. Ο παπα-Μεθόδιος θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο, φοβόταν τις ευθύνες και έλεγε: "Εγώ δεν είμαι για τέτοια. Θα έχω ευθύνη μεγάλη. Που να βρω άκρη".
Ο παπα-Μεθόδιος αρρώστησε τη Σαρακοστή του έτους 1979. Όπως αναφέρει ο γέροντας Παΐσιος, της Σταυροπροσκυνήσεως κάλεσε τον Ρουμάνο παπα-Χριστόφορο και τον έστειλε να ειδοποιήσει τον πατριώτη τους παπα-Ιωακείμ, που εγηροκομείτο στη Μονή Κουτλουμουσίου, ότι αύριο την ίδια ώρα θα πεθάνουν μαζί. Του ζήτησε και συγχώρεση σε ό, τι του έσφαλε. Ο παπα-Ιωακείμ πίστεψε στα λόγια του παπα-Μεθόδιου, ετοιμάστηκε και περίμενε με χαρά την ώρα του θανάτου του προσευχόμενος στην Παναγία.
Την άλλη μέρα στις 5 με το Βυζαντινό εκοιμήθη ειρηνικά ο παπα-Ιωακείμ και την ίδια ώρα και ο παπα-Μεθόδιος, όπως το προγνώρισε και το προείπε. Ήταν 13 Μαρτίου 1979. Έφυγαν και οι δύο αγιασμένες ψυχές μαζί, γιατί ήταν παραδελφοί και είχαν πολλή αγάπη μεταξύ τους. Το ζήτησαν αυτό από το Θεό για να μην αποχωρισθούν ούτε σ' αυτή τη ζωή ούτε και στην άλλη.
Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.
Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορείτικη παράδοση
Εκδόσεις
Ιερόν Ησυχαστήριον
"Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος"
σελ. 132-137
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου