“ΠΑΤΕΡΑ,
ΥΙΟΝ
ΚΑΙ
ΑΓΙΟΝ
ΠΝΕΥΜΑ,
ΤΡΙΑΔΑ
ΟΜΟΟΥΣΙΟΝ ΚΑΙ ΑΧΩΡΙΣΤΟΝ”
Αὐτή
ἡ
πιό
σύντομη
καί
ἐπιγραμματική
ὁμολογία
τῆς
χριστιανικῆς
πίστεως.
Ὅταν
ὅμως
γίνεται
συλλείτουργο
καί
μάλιστα
ὅταν
λειτουργεῖ
ἐπίσκοπος,
τότε
ὁ
χορός
τῶν
ψαλτῶν
ἀποκρίνεται
στό
“ἀγαπήσωμεν
ἀλλήλους”
μέ
τό:
“Ἀγαπήσω
σε,
Κύριε,
ἡ
ἰσχύς
μου.
Κύριος
στερέωμά μου καί καταφυγή μου καί ῥύστης
μου”.
Ἡ
μιά
ἀπόκρισις
τῶν
ψαλμῶν
– “Πατέρα,
Υἱὀν
καί
Ἅγιον
Πνεῦμα...”
– εἶναι
ὁμολογία
πίστεως,
καί
ἡ ἄλλη
– Ἀγαπήσω
σε,
Κύριε,
ἡ
ἰσχύς
μου...”
– εἶναι
ὁμολογία
ἀγάπης.
Πρίν
ἀπό
τή
μυστική
καί
ἀναίμακτη
Θυσία
στή
Θεία
Λειτουργία
ἀκούγεται
ἡ
προτροπή
γιά
ἀγάπη
καί
γιά
ὁμολογία
τῆς
πίστεως.
Δέν
πρόκειται
γιά
ἕνα
ἀνθρώπινο
συναίσθημα
ἀγάπης,
γιά
μία
φυσική
σχέσι
μεταξύ
τῶν
ἀνθρώπων,
ἀλλά
γιά
τήν
ἀγάπη,
πού
εἶναι
θεία
δύναμις
καί
καρπός
τοῦ
Ἁγίου
Πνεύματος.
Χύνεται
καί
πλημμυρίζει
τίς
καρδιές
μας·
“ἐκκέχυται
ἐν
ταῖς
καρδίαις
ἡμῶν”1.
Αὐτή
ἡ ἀγάπη ὡς θεία πραγματικότης εἶναι
δυνατή μόνο “ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ”,
μέσα στήν πίστι καί τή Χάρι τοῦ Χριστοῦ,
πού Τόν ἀνακαλύπτουμε καί Τόν βλέπουμε
στό πρόσωπο τοῦ κάθε ἀδελφοῦ. Τή ζωντανή
αὐτή πραγματικότητα τή βλέπουμε στά
φρικτά μαρτύρια καί στίς ὁμολογίες τῶν
ἁγίων Μαρτύρων.
Κατά
τή
διάρκεια
τοῦ
ἀσπασμοῦ
τῶν
συλλειτουργῶν
ἱερέων
ψάλλεται
τό
“ Πατέρα,
Υἱόν
καί
Ἅγιον
Πνεῦμα,
Τριάδα
ὁμοούσιον
καί
ἀχώριστον”.
Κατόπιν
πρέπει
νά
τηρῆται
ἄκρα
σιγή,
μέχρι
πού
νά
τελειώση
καί
ὁ
τελευταῖος
τῶν
συλλειτουργούντων
ἱερέων
ἀσπασμός
(ὅπως
γινόταν
κατά
τήν
ἀρχαία
τάξι).
Ἡ
γῆ αὐτή τή στιγμή, μέσα ἀπό τή Θεία
Λατρεία καί τόν ἀσπασμό τῆς ἀγάπης,
ἑνώνεται μέ τόν οὐρανό. Οἱ Ἄγγελοι
καί οἱ Ἀρχάγγελοι συναλλάσσονται καί
συνευφραίνονται μετά τῶν πιστῶν
ἐκκλησιαζομένων χριστιανῶν καί τῶν
Λειτουργῶν Ἱερέων. Ἡ Ἐκκλησία, ἡ
Στρατευομένη μαζί μέ τήν Θριαμβεύουσα,
καθίσταται ἡ Μία Ποίμνη μέ τόν Ἕναν
Ποιμένα, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό!
Δυστυχῶς,
μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου καί περισσότερο
στίς ἡμέρες μας παρατηρεῖται μία
χαλάρωσις πολύ – πολύ θλιβερή. Ὁ ἀσπασμός
αὐτός τῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν Λειτουργῶν
Ἱερέων κατήντησε συστυχῶς ἕνας ξηρός
τύπος, μιά ἁπλῆ τελετουργική προτροπή.
Εἶναι πολύ λυπηρό ὅτι καί μέσα στήν
Ἐκκλησία δέν ξεχνοῦμε τίς διαφορές
μας. Δέν ἀνοίγουμε τήν καρδιά μας στόν
ξένο, στόν μακρινό, στόν ἄγνωστο καί
πολύ περισσότερο δέν βάζουμε μέσα στήν
καρδιά μας αὐτόν πού μᾶς ἔβλαψε, πού
μᾶς ἀδίκησε καί πού μᾶς μισεῖ, πού
μπορεῖ νά εἶναι συνεκκλησιαζόμενος
μαζί μέ μᾶς, πιθανόν δέ καί συλλειτουργός.
Κι
ὅμως ἡ προτροπή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ
Χριστοῦ εἶναι: “ Ἀγαπήσωμεν
ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονίᾳ ὁμολογήσωμεν”.
Δέν
μποροῦμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι πιστεύουμε
Χριστόν καί τοῦτον Ἐσταυρωμένον, ἄν
μέσα μας διατηροῦμε μιά σπίθα διαφορᾶς
μέ τόν συνάνθρωπό μας. Δέν μποροῦμε νά
ποῦμε “πιστεύω
εἰς τόν Θεόν!!!”
Ὄχι, δέν μποροῦμε νά τό ποῦμε! Λέμε
ψέματα! Μᾶς τό ἐπιβεβαιώνει ὁ
Ἱερός Χρυσόστομος:
“δέν
ὑπολογίζει”, λέγει,
“ὁ
Κύριος τήν τιμή πού ὀφείλουμε στόν
ἴδιο, προκειμένου νά ὑπάρχη μεταξύ τῶν
πιστῶν ἡ ἀγάπη. Διότι καί ἡ συνδιαλλαγή
μέ τόν ἀδελφό μας εἶναι θυσία.”2
Πράγματι,
αἰσθανόμεθα μεγάλη δυσκολία, γιά νά
μπορέσουμε νά ποῦμε στό διπλανό μας,
στόν ἄνθρωπο τοῦ σπιτιοῦ μας, ἀκόμη
καί στόν σύντροφό μας “συγχώρεσέ με...
σοῦ ζητῶ συγγνώμη” ἤ νά συγχωρήσουμε
αὐτόν πού μᾶς “τρώει” ἕνα μέτρο γῆς,
αὐτόν πού μᾶς ἀπατᾶ. Ἡ καρδιά μας
γίνεται κουβάρι. Στριφογυρίζουμε μέρα
– νύχτα, πότε ἀπό δῶ καί πότε ἀπό ἐκεῖ,
μέχρι νά τό ξεπεράσουμε,, νά συγχωρήσουμε
ἤ νά ζητήσουμε πρῶτοι ἐμεῖς συγγνώμη
ἀπό τόν πλησίον, πού λυπήσαμε.
Γι᾿
αὐτό πολύ τιμᾶ ὁ Κύριος τήν ματωμένη
ἀγάπη! Γιατί θεωρεῖ τήν σταυρωμένη
ἀγάπη στήν πρᾶξι της ὡς τήν μεγαλύτερη
θυσία! Θυσία ἀνώτερη ἀπ᾿ ὅλες τίς
θυσίες! Ἄν δέν ὑπάρχη ἀγάπη, δέν δέχεται
καμμιά θυσία καί πολύ περισσότερο τή
θυσία στή Θεία Λατρεία.
Ἡ
ὁμολογία τῆς πίστεως πρέπει νά γίνεται
“ἐν ὁμονοίᾳ”, μέ καρδιά ὄχι μόνο
καθαρή, ἀλλά καί ταυτισμένη μέ τήν
καρδιά τοῦ πλησίον μας. Ἄν ἡ ψυχή μας
εἶναι ψυχρή, πέτρινη καί ταραγμένη,
τότε, πῶς θά προσέλθουμε στό Μυστήριο
τῆς Ἀγάπης;
Χριστιανοί
μου, “Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους”. “Τήν
φιλαδελφίαν ἀγαπήσωμεν”.
Κάποτε,
μιά ψυχή, προσευχομένη μέ τό κομποσχοινάκι
της στή Θεία Λειτουργία – τό κομποσχοινάκι
ἦταν μικρό, σάν δακτυλίδι, καί δέν
ἐφαίνετο ἀπό τούς ἄλλους ἐκκλησιαζομένους
– ἔνιωσε σέ μιά στιγμή ὅτι παρευρίσκετο
ταυτόχρονα σέ ἕνα οὐράνιο καί ἕνα
ἐπίγειο Ναό. Κι ὅμως, ἄκουγε καί ἔβλεπε
τά τελούμενα.
Σέ
λίγο ἀκούει τόν ἱερέα νά ἐκφωνῆ
“ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους” καί μέ τά μάτια
τῆς ψυχῆς της εἶδε Ἀγγέλους καί
Ἀρχαγγέλους ὁλόλαμπρους καί φωτεινούς
νά ἀλληλοασπάζωνται νοερά καί συγχρόνως
νά τούς μιμῆται πλῆθος ἀπό λευκοφορεμένους
Ἱερεῖς ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ἐνῶ
ὁ Λειτουργός Ἱερεύς ἦταν ἕνας καί
μόνος.
Καθῶς
προχωροῦσε μέ τάξι ἡ Θεία Λειτουργία,
μέ δέος καί ἄπειρη γλυκύτητα, εἶδε πάνω
στήν Ἁγία τράπεζα, ἀντί τῶν ἁγιασθέντων
Τιμίων Δώρων, μία μεγάλη Καρδιά, πού τήν
τρυποῦσε μιά τεράστια λόγχη... κι ἐκείνη
ἄρχισε νά βγάζη Αἷμα! Αἷμα πολύ! ἄλικο
καί Πανάγιο!... Τό ἴδιο συνέβη ὅμως καί
σέ ἄλλες ἕτοιμες ψυχές μέσα στό Ναό.
Τό πανακήρατο αὐτό Αἷμα ἁπλώθηκε σ᾿
ὅλα τά μέλη τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος,
στήν καρδιά, στό νοῦ, στίς αἰσθήσεις,
σωματικές καί πνευματικές. Ὁλόκληρη
διαποτίστηκε ἀπ᾿ Αὐτό. Τό πῶς, δέν τό
γνωρίζω!!! Ἡ καρδιά θερμάνθηκε καί
πυρπολήθηκε ἀπό θεῖο ἔρωτα. Ὁ νοῦς
γεμάτος φῶς οἱ λογισμοί ἐν στάσει καί
ὁλόλαμπροι, οἱ αἰσθήσεις ἐν ἀγαλλιάσει,
τά δέ σωματικά μέλη σέ ὁλοκληρωμένη
πνευματική εὐφροσύνη. Παντοῦ βασίλευε
εἰρήνη, καί μέσα της καί πάνω της καί
γύρω της.
Καί
νά, πού σέ λίγο ὁ Λειτουργός Ἱερεύς τήν
κάλεσε κι αὐτήν καί τούς ἄλλους, νά
κοινωνήσουν τῶν ἀχράντων Μυστηρίων:
- “Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε”!
καί
τό Πανάγιο Αἷμα τοῦ ἁγίου Ποτηρίου
ἑνώθηκε μ᾿ Αὐτό πού πρίν – ἀπό πόση
ὥρα δέν ἐγνώριζε – ἔλαβε πνευματικά...
καί ἔγινε ἕνα καί τό αὐτό... Ἤ μήπως
ἦταν τό ἴδιο;... Ποιός ξέρει!
Ἡ
θεία εὐφροσύνη, Ὡς αἴσθησις ψυχῆς καί
σώματος, συνεχίσθηκε γιά πολλές ἡμέρες.
Δάκρυα, δάκρυα, δάκρυα πολλά...
Ὦ
Θεέ μου.. Δόξα στό Ὄνομά Σου!...3
Τῷ
Θεῷ
δόξα.
Ἀμήν!
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ
ΚΑΤΑ
ΤΗΝ
ΘΕΙΑ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ”
Πρωτ.
π. Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου
2Γρηγορίου Ἱερομ. “Ἡ Θεία Λειτουργία...”, ὅ. π., σελ. 248.
3Ἀπό τίς προσωπικές μου σημειώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου