Ἁγίου
Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ
(Ε΄
ἑκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων)
93.
Ὁ
Κύριος
μᾶς
διδάσκει
νά
προσευχόμαστε
νά
ἀποφύγουμε
τούς
θεληματικούς
πειρασμούς,
γιατί
προκαλοῦν
ἡδονή
στή
σάρκα
καί
ὀδύνη
στήν
ψυχή.
Ὁ
μέγας
Ἰάκωβος
μᾶς
συμβουλεύει
νά
χαιρόμαστε
στούς
ἀθέλητους
πειρασμούς,
γιατί
ἀφαιροῦν
τήν
ἡδονή
τῆς
σάρκας
καί
τήν
ὀδύνη
τῆς
ψυχῆς.
94.
Τέλειος
εἶναι
ἐκεῖνος
πού
πολεμᾶ
μέ
τήν
ἐγκράτεια
τούς
θεληματικούς
πειρασμούς
καί
ἐγκαρτερεῖ
μέ
ὑπομονή
στούς
ἀθέλητους.
Ὁλοκληρωμένος
εἶναι
ἐκεῖνος
πού
καί
τήν
πράξη
κατορθώνει
μέ
γνώση,
ἀλλά
καί
τή
θεωρία
ὄχι
ἀποκομμένη
ἀπό
τήν
πράξη.
Ἀφοῦ
ἡ
λύπη
καί
ἡ
ἡδονή
μοιράζονται
στήν
ψυχή
καί
στήν
αἴσθηση,
ἐκεῖνος
πού
φροντίζει
γιά
τήν
ἡδονή
τῆς
ψυχῆς
καί
ὑποφέρει
μέ
ὑπομονή
τή
λύπη
τῆς
αἰσθήσεως,
γίνεται
δόκιμος
καί
τέλειος
καί
ὁλοκληρωμένος.
Δόκιμος,
γιατί
ἀπόκτησε
τήν
πείρα
ἐκείνων
πού
εἶναι
ἀντίθετα
κατά
τήν
αἴσθηση.
Τέλειος,
γιατί
πολεμᾶ
ἀνυποχώρητα
ἐναντίον
τῆς
λύπης
καί
τῆς
ἡδονῆς
τῆς
αἰσθήσεως
μέ
τήν
ἐγκράτεια
καί
τήν
ὑπομονή.
Ὁλοκληρωμένος,
γιατί
φυλάει
ἀλώβητες
μέσα
στή
σταθερότητα
τῆς
λογικῆς
ταυτότητάς
τους
τίς
ἕξεις
πού
πολεμοῦν
τίς
ἀλληλομαχόμενες
διαθέσεις
τῆς
αἰσθήσεως.
Ἕξεις
ἐννοῶ
τήν
πράξη
καί
τή
θεωρία,
τίς
ὁποῖες
κρατᾶ
δεμένες
μαζί
κι
ἀχώριστες
τή
μία
ἀπό
τήν
ἄλλη·
ἡ
πράξη
νά
προβάλλει
μέ
τά
ἔργα
τή
γνώση
τῆς
θεωρίας,
καί
ἡ
θεωρία
νά
εἶναι
θωρακισμένη
μέ
τήν
ἀρετή
ὄχι
λιγώτερο
ἀπό
τό
λόγο.
96.
Ἐκεῖνος
πού
ἔλαβε
πείρα
τῆς
λύπης
καί
τῆς
ἡδονῆς
τοῦ
σώματος,
θά
μποροῦσε
νά
ὀνομαστεῖ
δοκιμασμένος,
γιατί
ἔλαβε
πείρα
τῶν
εὐχάριστων
καί
δυσάρεστων
καταστάσεων
πού
ἀναφέρονται
στή
σάρκα.
Τέλειος
εἶναι
ἐκεῖνος
πού
κατανίκησε
τήν
ἡδονή
καί
τήν
ὀδύνη
τῆς
σάρκας
μέ
τή
δύναμη
τοῦ
λογικοῦ.
Καί
ὁλοκληρωμένος
εἶναι
ἐκεῖνος
πού
διατήρησε
ἀμετάβλητες
μέ
τή
σφοδρότητα
τοῦ
θείου
πόθου
τίς
ἕξεις
τῆς
πράξεως
καί
τῆς
θεωρίας.
97.
Ἡ
ψυχική
λύπη
εἶναι
δύο
εἰδῶν.
Ἡ
μία
εἶναι
γιά
τά
δικά
μας
ἁμαρτήματα,
ἡ
ἄλλη
γιά
τά
ἁμαρτήματα
τῶν
ἄλλων.
Αἰτία
τῆς
λύπης
αὐτῆς
εἶναι
σαφῶς
ἡ
ἡδονή
τῆς
αἰσθήσεως
εἴτε
αὐτοῦ
πού
λυπᾶται,
εἴτε
ἐκείνων
γιά
τούς
ὁποίους
λυπᾶται.
Γιά
νά
ἀκριβολογήσομε,
δέν
ὑπάρχει
σχεδόν
καμία
ἁμαρτία
στούς
ἀνθρώπους
πού
δέν
ἔχει
ὡς
ἀρχή
τῆς
δημιουργίας
της
μιά
ἀλόγιστη
σχέση
τῆς
ψυχῆς
μέ
τήν
αἴσθηση
γιά
χάρη
τῆς
ἡδονῆς.
Αἰτία
τῆς
ψυχικῆς
ἡδονῆς
εἶναι
φανερά
ἡ
λύπη
κατά
τήν
αἴσθηση
ἐκείνου
πού
εὐχαριστεῖται
καί
χαίρεται
γιά
τίς
δικές
του
ἤ
τίς
ξένες
ἀρετές.
Γιά
τήν
ἀκρίβεια,
δέν
ὑπάρχει
σχεδόν
ἀρετή
στούς
ἀνθρώπους
πού
δέν
ἔχει
ὡς
ἀρχή
τῆς
δημιουργίας
της
μιά
λογική
ἀποστροφή
τῆς
ψυχῆς
πρός
τήν
αἴσθηση.
98.
Χωρίς
τήν
ἐμπαθή
σχέση
τῆς
ψυχῆς
μέ
τήν
αἴσθηση,
δέν
ὑπάρχει
στούς
ἀνθρώπους
διόλου
ἁμαρτία.
Καί
σέ
κάθε
ψυχική
λύπη,
προηγεῖται
σαρκική
ἡδονή.
99.
Ἀληθινή
γένεση
ἀρετῆς
εἶναι
ἡ
ἑκούσια
ἀποξένωση
τῆς
ψυχῆς
ἀπό
τή
σάρκα.
Εὐφραίνει
πνευματικά
τήν
ψυχή
ἐκεῖνος
πού
δαμάζει
τή
σάρκα
του
μέ
τούς
θεληματικούς
κόπους.
100.
Ὅταν
ἡ
ψυχή
ἀποκτήσει
γιά
χάρη
τῆς
ἀρετῆς
ἀποστροφή
πρός
τήν
αἴσθηση,
τότε
ἡ
αἴσθηση
θά
βρεθεῖ
κατ᾿
ἀνάγκην
μέσα
σέ
πόνους,
γιατί
δέν
ἔχει
πιά
δεμένη
μαζί
της
μέ
ἑκούσια
σχέση
τήν
ψυχική
δύναμη
πού
νοεῖ
τίς
ἡδονές.
Ἀντιθέτως,
ἀποκρούει
μέ
ἀνδρεία
τήν
ἐξέγερση
τῶν
ἡδονῶν
μέ
τήν
ἐγκράτεια,
μέ
τήν
ὑπομονή
μένει
τελείως
ἄκαμπτη
στήν
ἐπίθεση
τῶν
παρά
φύση
καί
ἀθέλητων
πόνων,
δέν
ἀπομακρύνεται
διόλου
ἀπό
τή
θεοπρεπή
ἀξία
καί
δόξα
τῆς
ἀρετῆς
γιά
χάρη
ἀνυπόστατης
ἡδονῆς,
καί
δέν
πέφτει
διόλου
ἀπό
τό
ὕψος
τῶν
ἀρετῶν
ἀπό
φροντίδα
γιά
τή
σάρκα,
γιά
νά
τή
ἀνακουφίσει
ἀπό
τούς
πόνους
ἐξαιτίας
τῆς
αἰσθήσεως
πού
ὑποφέρει.
Αἰτία
τῆς
λύπης
τῆς
αἰσθήσεως
εἶναι
ἡ
ἀποκλειστική
ἀσχολία
τῆς
ψυχῆς
μέ
ὅσα
εἶναι
σύμφωνα
μέ
τή
φύση
της.
Τήν
ἡδονή
τῆς
αἰσθήσεως
τή
θεμελιώνει
φανερά
ἡ
παρά
φύση
ἐνέργεια
τῆς
ψυχῆς,
καί
δέν
μπορεῖ
νά
ἔχει
ἄλλη
ἀρχή
ὑπάρξεως,
παρά
τήν
ἀποβολή
ὅσων
εἶναι
σύμφωνα
μέ
τή
φύση
τῆς
ψυχῆς.
Τέλος
καί
τῇ
Τρισηλίῳ
Θεότητι
κράτος,
αἶνος
καί
δόξα
εἰς
τούς
αἰῶνας
τῶν
αἰώνων.
Ἀμήν.
Τόμος β΄ (σελ. 206)
Ἐκδόσεις: τό Περιβόλι τῆς Παναγίας"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου