Ο
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ
Σήμερα,
κυριώνυμος ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ
προστάτου τῆς Μονῆς μας, Ἁγίου Νικολάου,
ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, ἄς ἀναφέρωμε
εἰς τήν ἀγάπη σας ἕνα μόνο περιστατικό,
χαρακτηριστικό, πού ἀναφέρεται εἰς
τόν πολυδιάστατο καί θαυμαστό βίο τοῦ
Ἁγίου μας.
Ὡς
γνωστόν, τό 325 στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας
εἶχε λάβει χώρα ἡ Α´ Οἰκουμενική
Σύνοδος κατά τοῦ Ἀρείου. Ὁ Ἄρειος
ὑπεστήριζε, ἐν ὀλίγοις, ὅτι ὁ Χριστός
δέν εἶναι Θεός, ἀλλά ὅτι εἶναι δῆθεν
τό τελειότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ.
Κάτι ἀνάλογο δηλ. μέ αὐτό πού λένε
πολλοί σήμερα, ὅτι ''ναί μέν ὁ Χριστός
ἦτο μεγάλος εἰρηνοποιός, φοβερός
ἐπαναστάτης, φιλόσοφος, πρωτότυπος
κοινωνιολόγος'' καί ὅ,τι ἄλλο θές ἀκοῦς,
κλπ., ἐκτός ἀπό τό ὅτι ἦτο ὁ σαρκωμένος
Θεός. ''Ἔ, ὄχι ὅμως ὅτι ἦτο καί Θεός'',
λένε.
Ἔτσι,
λοιπόν, γιά νά ἀντιμετωπισθοῦν τότε
καί γιά νά καταδικασθοῦν αὐτές οἱ
βλάσφημες περί Χριστοῦ δοξασίες,
συνεκεντρώθησαν οἱ 318 θεοφόροι Πατέρες
εἰς τήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς
Ἀσίας. Πρόεδρος τότε τῆς Συνόδου ἦτο
ὁ βασιλεύς Κωνσταντῖνος. Ἐκεῖ, ἕνας
ἀπό τούς ἀρχιερεῖς πού ἔλαβαν μέρος
εἰς τήν Σύνοδο αὐτή, ἦτο καί ὁ σήμερα
τιμώμενος Ἅγιός μας Νικόλαος.
Σέ
κάποια δέ φάσι τῆς Συνόδου, κατά τήν
στιγμή πού ὁ Ἄρειος προσπαθοῦσε νά
ἀναπτύξη τήν δαιμονική διδασκαλία του,
πού ἔθιγε τόν Χριστό, πού ἔθιγε τήν
σωτηρία μας, τότε ἀκριβῶς, ζήλῳ οὐρανίῳ
πυρποληθείς ὁ Ἅγιος Νικόλαος, τοῦ
ἔδωσε ἕνα δυνατό ράπισμα, ἕνα δυνατό
χαστούκι δηλ., πού ἄστραψαν - ἄς τό ποῦμε
λαϊκά - τά οὐράνια!
Ὡς
ἐκ τούτου, ὅπως εἶναι φυσικό,
διαμαρτυρήθηκε ὁ Ἄρειος ἐνώπιον πάντων
καί ἐνώπιον φυσικά, τοῦ βασιλέως. Καί
μάλιστα, στηριζόμενος εἰς τόν τότε
ἰσχύοντα νόμο,
ὁ ὁποῖος ἔλεγε, ὅτι μπροστά εἰς τόν
βασιληᾶ ἀπαγορεύεται ρητῶς καί
κατηγορηματικῶς τό χαστούκισμα
ὁποιουδήποτε ἀπό ὁποιονδήποτε. Κανείς
καί σέ κανέναν δηλ. δέν ἔπρεπε νά τό
κάνη. Μάλιστα, ἦτο τόσο αὐστηρός ὁ
νόμος, πού προέβλεπε παρακαλῶ, νά κόβεται
τό χέρι ἐκείνου
πού θά ἔδινε χαστούκι
σέ κάποιον ἄλλον, μπροστά στόν βασιληᾶ.
Ἦτο ἀσέβεια
δηλ. πρός τόν βασιληᾶ, ἐκτός τῶν ἄλλων.
Ἔτσι
λοιπόν, δεσμευόμενοι τρόπον τινά, ἀπό
τόν τότε ἰσχύοντα αὐστηρό
αὐτόν νόμο, καί λίαν ἐπιεικῶς, μποροῦμε
νά ποῦμε, φερόμενοι, σέ πρώτη φάσι
βέβαια, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ἀλλά καί
κάποιοι ἀρχιερεῖς τῆς Συνόδου,
συνεφώνησαν καί ἀπέβαλαν τόν Ἅγιο
Νικόλαο ἀπό τήν Σύνοδο καί, πρός καιρόν,
τόν ἐφυλάκισαν, μετά τό πέρας τῆς
Συνόδου, σέ κάποια ἐκεῖ φυλακή. Ἐν
συνεχείᾳ θά ἐσκέφτοντο καί θά ἀπεφάσιζαν
γιά τό τί ἔμελλε γενέσθαι περαιτέρω,
γιά τό τί θά ἔκαναν μετά περί αὐτοῦ,
γιά τόν Ἅγιο Νικόλαο. Τί ἀποφάσεις θά
ἐλάμβαναν.
Βλέπετε,
ὁ νόμος περί χαστουκίσματος ἐνώπιον
τοῦ βασιλέως, ἀγαπητοί μου προσκυνηταί,
ὅταν ἐθεσμοθετήθη, δέν προέβλεπε
ἀσφαλῶς τήν περίπτωσι ἐάν ὁ χαστουκίζων
θά ἦτο
ἐνάρετος ἤ θά ἦτο
χαρισματοῦχος ἅγιος μέ
ἕνα σωρό ἐν ζωῇ θαύματα, ὅπως ἦτο ἐν
προκειμένῳ ὁ Ἅγιος Νικόλαος.
Ἐξ
αἰτίας λοιπόν ὅλων αὐτῶν, ὁ Ἅγιος
Νικόλαος, ἀφοῦ ἀπεβλήθη ἀπό τήν
Σύνοδον, ἔμενε στήν φυλακή μέσα ὑπομένων,
θλιβόμενος, ἀναγκαζόμενος καί πιεζόμενος
ἀπό τούς ἀνθρωπίνους βέβαια νόμους
πού ἴσχυαν τότε.
Μέσα
ὅμως εἰς τήν φυλακή - ὦ τοῦ παραδόξου
θαύματος, ὦ τῶν θαυμασίων σου Χριστέ
Βασιλεῦ -, ἐνεφανίσθησαν ὁ Δεσπότης
Χριστός καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί
τοῦ εἶπαν: «Νικόλαε, γιατί εἶσαι
φυλακισμένος;» Καί ὁ Ἅγιος ἀπεκρίθη:
«Γιά τήν ἀγάπη τήν δική Σας». Τί ὡραῖα
λόγια! Ὁπότε, μετά ἀπό τήν ἀπάντησι
αὐτή, ὁ Χριστός τοῦ ἔδωσε ἕνα Εὐαγγέλιο,
παρακαλῶ, καί ἡ Παναγία Μητέρα μας τοῦ
ἐχάρισε ἕνα ἀρχιερατικό ὠμοφόριο,
ἐννοεῖται ὡς εὐλογία.
Τώρα,
τήν ἑπομένη ἡμέρα, κάποιοι γνωστοί τοῦ
Ἁγίου, ὅταν ἦλθαν εἰς τήν φυλακή καί
τόν εἶδαν νά εἶναι θαυματουργικῶς
λελυμένος ἀπό τά σιδερένια δεσμά καί
ἐπί πλέον νά διαβάζη τό Εὐαγγέλιο φορῶν
μάλιστα καί τό ὠμοφόριο, πού τοῦ εἶχε
δώσει ἡ Παναγία - αὐτοί δέν ἤξεραν
φυσικά τίποτε -, τά ἔχασαν καί ἔντρομοι
καί μέ δέος ζητοῦσαν ἐξηγήσεις, πῶς
δηλ. ἔγιναν ὅλα αὐτά. Καί φυσικά, ὁ
Ἅγιος τούς εἶπε ὅλην τήν ἀλήθεια,
ἀναλυτικά, ὅτι δηλ. τοῦ ἐνεφανίσθησαν
ὁ Χριστός καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τόν
ἔλυσαν ἀπό τά δεσμά καί τοῦ ἔδωσαν
αὐτές τίς δύο εὐλογίες, τό Εὐαγγέλιο
καί τό ὠμοφόριο.
Ὅπως
καταλαβαίνετε, τό θαῦμα αὐτό διεδόθη
ὡς ἀστραπή καί τό ἔμαθαν αὐτός οὗτος
ὁ βασιλεύς Κωνσταντῖνος καί οἱ λοιποί
φυσικά ἀρχιερεῖς, τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς
Συνόδου. Τότε, ὅλοι τοῦ ἐζήτησαν
συγγνώμη ἐκ βάθους καρδίας καί ἐννοεῖται
ὅτι τόν ἀπελευθέρωσαν ἀμέσως.
Ἔτσι
λοιπόν, τί βλέπομε ἀγαπητοί μου ἀδελφοί;
Ὅτι ὁ Χριστός, ὁ δίκαιος Κριτής, εἰς
τήν περίπτωσι αὐτή, ἐπιβραβεύει ἕναν
Ἅγιο, πού, ἀπό ἀγάπη στόν Χριστό -
σημασία ἔχει τό κίνητρο - ''παραβαίνει''
ἕναν ἀνθρώπινο νόμο, πού σάν ἀνθρώπινος
πού εἶναι, ἔχει καί τήν ἀνθρώπινη
σχετικότητα. Μία ''παράβασις'' ὅμως, πού
ἀπό τήν τελική ἔκβασι τῶν πραγμάτων
ἀπεδείχθη ὑπερτέρα πάσης νομιμότητος.
Δύσκολο
βέβαια, τό θέμα. Ἀσφαλῶς δέν πρέπει νά
τό γενικεύωμε καί ἐκτός αὐτοῦ τώρα
δέν ἔχομε τήν δυνατότητα νά τό καλύψωμε
πλήρως. Ἄλλωστε, καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριός
μας εἶπε σέ ἄλλη συνάφεια, τό γνωστό
μας «ἀπόδοτε τοίνυν τά τοῦ Καίσαρος
Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Λουκ.
Κ´25). Ἐκεῖνο
ὅμως πού μποροῦμε σήμερα
νά κρατήσωμε καί νά διδαχθοῦμε, ἀγαπητοί
μου προσκυνηταί, ἀναμφισβήτητα εἶναι
τό ἑξῆς:
Γιά
νά καταλάβωμε τούς Ἁγίους μας, τό πῶς
ἐνεργοῦν, τό πῶς σκέφτονται τήν κάθε
φορά, στήν κάθε περίστασι, στό κάθε
γεγονός, πρέπει ἀπαραιτήτως, μά
ἀπαραιτήτως, νά εἴμαστε στά δικά των
πνευματικά μέτρα, νά εἴμαστε στά ἴδια
μέτρα μέ τούς Ἁγίους. Ἀλλά, ἐπειδή ἐκ
τῶν πραγμάτων δέν εἴμαστε, κι ὄχι μόνον
δέν εἴμαστε, ἀλλά ἀπέχομε καί παρασάγγας,
εἴμαστε χιλιόμετρα
πιό κάτω, ἔ, τότε, καλά θά κάνωμε νά μή
κρίνωμε, οὔτε ἔξω μας, οὔτε μέσα μας,
τίς διάφορες ἐνέργειες τῶν Ἁγίων. Καί
ὄχι μόνον νά μή τίς κρίνωμε, ἀλλά νά
τίς δεχώμαστε μέ κάθε εὐλάβεια, μέ κάθε
σεβασμό καί ἐμπιστοσύνη πέρα γιά πέρα,
100%. Μέ ἀκράδαντη δηλ. ἐμπιστοσύνη.
Διότι, οἱ Ἅγιοι, (ὁ βίος καί ἡ διδασκαλία
τους), ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, κρίνουν
τούς πάντες. Τούς Ἁγίους ἐπιβραβεύει
ὁ Χριστός. Ἄρα, κάνουν σωστά. Καί, ἐν
ἡμέρᾳ Κρίσεως, ἐν ἡμέρᾳ Δευτέρας
Παρουσίας, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι βάσει
τῶν Ἁγίων θά κριθοῦμε κατά κατηγορίες,
τρόπον τινά. Καταλαβαίνετε, τί ἐννοοῦμε
δηλ. βάσει τῶν Ἁγίων ἐπισκόπων θά
κριθοῦν οἱ ἐπίσκοποι, βάσει τῶν Ἁγίων
μοναχῶν οἱ μοναχοί κλπ.
Ἔτσι
λοιπόν, οἱ Ἅγιοι κρίνουν τούς πάντες,
οἱ ἴδιοι δέν
κρίνονται ὅμως ἀπό κανέναν, καί μάλιστα
ἰδιαιτέρως ὅταν οἱ ἐνέργειές τους
ἔχουν τήν σφραγίδα οὐρανόθεν. Αὐτό
παρακαλῶ, νά κρατήσωμε μέσα μας, γιατί
ἐμεῖς οὔτε κατά διάνοιαν δέν μποροῦμε
νά ξέρωμε τίς βαθύτερες αἰτίες πού στό
διάβα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας
ἀνάγκαζαν τούς Ἁγίους νά φερθοῦν μέ
τόν α´ ἤ β´ τρόπο, πού πολλές φορές στά
κοινά ἀνθρώπινα μάτια ἐφαίνετο ὁ
τρόπος ἄδικος, ἀπότομος, ἀκραῖος,
ἀδιάκριτος, αὐστηρός, δειλός καί ὄχι
γιά τό καλό τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφαίνετο
ὄχι σωστός ὁ τρόπος, ὅτι δηλ. δέν ἦτο
ἁρμοστό γι᾽ αὐτούς νά σκεφθοῦν
ἤ νά ἐνεργήσουν, ἤ νά
πράξουν μέ τόν τρόπο πού ἔπραξαν.
Ἐπί
παραδείγματι, γιατί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος
ὁ Θεολόγος νά παραιτηθῆ ἀπό τόν θρόνο
τῆς Κωνσταντινουπολεως; Ἤ, γιατί νά
κάνη τό
ἴδιο καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, πού
ἔμεινε μόνο μία ἡμέρα
ἐπίσκοπος στήν Νινευί καί ἀμέσως
παρητήθη; Ἤ, γιατί ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος,
ὅταν τόν κατεδίωκον οἱ αἱρετικοί, οἱ
Ἀρειανοί, νά τόν πιάσουν, τούς κοροΐδεψε;
Δέν τούς εἶπε ὅτι ἦτο ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος
Ἀθανάσιος. Δέν εἶχαν τότε φυσικά
φωτογραφίες τοῦ Ἁγίου. Δέν τόν ἤξεραν
ὅλοι εἰς τήν ὄψι. Ὑποθέτω, τό ξέρετε
τό περιστατικό. Ἄς μή μακρύνωμε τόν
λόγο.
Φυσικά,
δέν τό ἔκανε ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπό
φόβο, ἀλλά τό ἔκανε γιατί ἔκρινε - ἴσως
καί μέ μετά ἀπό
κάποια
θεϊκή πληροφορία ἤ φώτισι ἀπό τόν Θεό
- ὅτι ἦτο ἀπαραίτητος νά ὑπάρχη στήν
ζωή. Δέν τό ἔκανε ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος
γιά νά μή χάση τήν ζωή του, ἀλλά γιά νά
δώση ἀκόμη περισσότερο τήν ζωή του ὑπέρ
τῆς ἀληθείας. Καί γενικῶς, οἱ Ἅγιοι
δέν ἀγωνίσθησαν γιά δόξες, γιά καρέκλες,
γιά ἐγκόσμιες τιμές, γιά προσωπικές
δόξες καί ὠφέλη προσωπικά, ἀλλά
ἠγωνίσθησαν μέχρις αἵματος, μετά
διακρίσεως ὅμως, γιά τήν ὀρθή πίστι,
γιά τήν δόξα, ὄχι τήν ἰδική των, ἀλλά
γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Καί, γι᾽ αὐτό
ἀσφαλῶς καί ὁ Θεός τούς ἀντιδόξασε,
ἀξίως καί δικαίως.
Θά
μπορούσαμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νά
ἀναφέρωμε πάρα πολλές περιπτώσεις ἀπό
πλῆθος ἀμέτρητο Ἁγίων γιά νά ἀποδείξωμε
καί γιά νά κατοχυρώσωμε ἀκόμη καλύτερα,
ἀκόμη πιό παραστατικά, αὐτά τά ὁποῖα
ἀνεφέραμε εἰς τήν ἀγάπη σας.
Ἀλλά,
τί λέγω; Ἀρκεῖ νά σκεφθοῦμε λίγο πῶς
ὁ ἴδιος ὁ Χριστός δροῦσε καί πῶς
ἐνεργοῦσε ἐπί τῆς γῆς. Τούς μέν
ἁμαρτωλούς τούς συγχωροῦσε, ὅταν
μετανοοῦσαν. Τούς Φαρισαίους, ὅμως,
τούς κατακεραύνωνε. Τόν Ἰούδα τόν
ἀνεχόταν, ἄν καί ἦτο ὑποκριτής καί
ἀμετανόητος. Ἐνῶ, ἀντίστροφα, τούς
ἐμπόρους τοῦ Ναοῦ διέλυσε ὁ Κύριός
μας αὐτοστιγμεί διά τῆς βίας. Ἀναποδογύρισε
τά τραπέζια τους. Φαντασθεῖτε, παρακαλῶ
πολύ, τήν σκηνή. Καί, ταυτόχρονα, τούς
σταυρωτές Του τούς συγχωροῦσε. «Δόξα
τῇ μακροθυμίᾳ Σου, Κύριε», λέμε συνεχῶς
τήν Μεγάλη Πέμπτη τό βράδυ, μετά τό τέλος
τῶν Εὐαγγελίων.
Ὁ ἴδιος λοιπόν ὁ Χριστός, ὁ εἷς
καί ὁ αὐτός καί μόνος
ἀναμάρτητος, γιατί
ἀλλοίμονο, ἄν ὁ Χριστός θύμωσε ὅπως
θυμώνωμε ἐμεῖς καί ἀναποδογύρισε τά
τραπέζια! Εἶχε τόν ''ἔλλογο θυμό'' ὁ
Κύριος καί ὄχι τόν ἄλογο θυμό. Καί ὁ
ἔλλογος θυμός πρέπει νά ὑπάρχη εἰς
τόν ἄνθρωπο, ἀλλά αὐτό θέλει ἰδιαίτερη
ὁμιλία. Τί θά πῆ ''ἔλλογος θυμός'', μέ
δύο μόνο λόγια, εἶναι τό νεῦρο τῆς
ψυχῆς ἐπί παντός ἀγαθοῦ. Ἐνῶ, ὁ ἄλογος
θυμός εἶναι τά γνωστά μας νεῦρα. Ὁ
ἴδιος λοιπόν ὁ Χριστός πόσο διαφορετικά
ἐνεργοῦσε ἀνάλογα μέ τήν περίπτωσι.
Ἔτσι,
ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί ὁ σήμερα
τιμώμενος Ἅγιος Νικόλαος, πού δικαίως
ὠνομάσθη ''εἰκόνα πραότητος'', τύπος
δηλ. ἠρεμίας, γαλήνης καί εἰρήνης, τῆς
ὑπέρ νοῦν εἰρήνης, ὑπομονῆς καί
μακροθυμίας, ὅμως, ὅταν ὁ ἴδιος,
φωτισθείς ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό
ἔκρινε εὔλογο, ἔδωσε ἕνα δυνατώτατο,
κεραυνοβόλο ράπισμα στόν Ἄρειο. Ἕνα
ράπισμα, πού τό ἐπιβράβευσαν ὁ ἴδιος
ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία καί, ἐννοεῖται,
καί ὅλα τά οὐράνια. Τό ἐπιβράβευσε ὁ
Χριστός! Ἔχει ὑψίστη σημασία, ἄν καί
παρά τό ὅτι ἦτο ἀντίθετο μέ τούς νόμους
ἑνός κράτους, εἰς τό ὁποῖο κράτος
πλέον κυριαρχοῦσε
ἡ εὐσέβεια, παρακαλῶ. Καταλαβαίνετε,
τί ἐννοοῦμε.
Ἄς
σταματήσωμε, ὅμως ἐδῶ. Ἄς μή σᾶς
κουράζω ἄλλο. Εὐχόμενος, ἀγαπητοί μου
ἀδελφοί, νά γίνωμε ἐν ταπεινώσει μαθηταί
τῶν Ἁγίων ἔχοντες τήν βαθειά συναίσθησι
ὅτι πάντα ἡ βαθύτερη ζωή τῶν Ἁγίων,
μέ τίς ἐμπειρίες τους, τίς πληροφορίες
τους, τά κίνητρά τους, κλπ., ἀμέτρητα
κλπ., θά παραμένουν ἐντελῶς ἄγνωστα
σέ μᾶς, ἐφ᾽ ὅσον ἄλλωστε, τό ἀσυγκρίτως
μεγαλύτερο μέρος τῆς πολυδιάστατης
καί ἀπύθμενης ζωῆς τῶν Ἁγίων μένει
ἄγνωστο, τελικά.
Ἐμεῖς,
τί πρέπει νά κάνωμε; Πρέπει ὅλα τά τῶν
Ἁγίων νά τά δεχώμαστε ἐν σιωπῇ καί
ταπεινώσει. Ὧδε ἐστίν ἡ σοφία.
Λοιπόν,
ἄς ξαναευχηθῶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοι,
ταπεινά καί καρδιακά, ὁ Ἅγιος νά πρεσβεύη
γιά ὅλους μας καί νά μᾶς ἐνισχύη εἰς
τόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Παρακαλῶ δέ
ὅλους σας, νά προσεύχεσθε εἰς τόν Ἅγιο
Νικόλαο νά προστατεύη τήν ταπεινή Μονή
μας κι ἐμένα προσωπικά, οὕτως ὥστε νά
μή κάνωμε τό θέλημα τό δικό μας ἤ τῶν
ἀνθρώπων, ἀλλά τό θέλημα τοῦ Ἁγίου,
πού, ὅπως καταλαβαίνετε, ταυτίζεται
ἀναμφισβήτητα μέ τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἀμήν.
Γένοιτο!
Ἀρχιμανδρίτης
Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος
Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ἡ
ὁμιλία πραγματοποιήθηκε κατά τήν Θ.
Λειτουργεία στήν Ἱ. Μονή Ἁγίου Νικολάου
Δίβρης Φθιώτιδος στίς 06-12- 2009)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου