Ἀποστολικό
ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμ. κθ΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Ἑβρ. ζ΄ 1-6).
Εβρ. 7,1 Οὗτος γὰρ ὁ Μελχισεδέκ, βασιλεὺς Σαλήμ, ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου, ὁ συναντήσας Ἀβραὰμ ὑποστρέφοντι ἀπὸ τῆς κοπῆς τῶν βασιλέων καὶ εὐλογήσας αὐτόν,
Εβρ. 7,1 Πράγματι ο Μελχιζεδέκ προεικόνιζε τον Χριστόν, διότι αυτός ο Μελχισεδέκ ήτο βασιλεύς της πόλεως Σαλήμ, της Ιερουσαλήμ, του Θεού του Υψίστου ιερεύς, ο οποίος και είχε συναντήσει τον Αβραάμ, όταν επέστρεφεν ούτος από τον όλεθρον των βασιλέων, τους οποίους είχε κατανικήσει, και τον ευλόγησεν.
Εβρ. 7,2 ᾧ καὶ δεκάτην ἀπὸ πάντων ἐμέρισεν Ἀβραάμ, πρῶτον μὲν ἑρμηνευόμενος βασιλεὺς δικαιοσύνης, ἔπειτα δὲ καὶ βασιλεὺς Σαλήμ, ὅ ἐστι βασιλεὺς εἰρήνης,
Εβρ. 7,2 Εις αυτόν ο Αβραάμ εξεχώρισε και έδωσε το δέκατον από όλα τα λάφυρα. Ο Μελχισεδέκ δε αυτός έχει όνομά που ερμηνεύεται “βασιλεύς δικαιοσύνης” έπειτα δε είναι βασιλεύς της Σαλήμ, δηλαδή βασιλεύς ειρήνης, διότι το όνομα Σαλήμ σημαίνει ειρήνη.
Εβρ. 7,3 ἀπάτωρ, ἀμήτωρ, ἀγενεαλόγητος, μήτε ἀρχὴν ἡμερῶν μήτε ζωῆς τέλος ἔχων, ἀφωμοιωμένος δὲ τῷ υἱῷ τοῦ Θεοῦ, μένει ἱερεὺς εἰς τὸ διηνεκές.
Εβρ. 7,3 Επί πλέον δε η Αγία Γραφή παρουσιάζει τον Μελχισεδέκ αγενεαλόγητον, χωρίς να κάμνη λόγον περί του πατρός και της μητρός του, σαν να μη έχη ούτε αρχήν ημερών ούτε τέλος ζωής, όμοιον προς τον Υιόν του Θεού, που μένει διαρκώς ιερεύς. (Ετσι δε ο Μελχισεδέκ, επειδή λέγεται “βασιλεύς δικαιοσύνης” και είναι βασιλεύς ειρήνης και παρουσιάζεται χωρίς αρχήν και τέλος, έχει καταστή τύπος και σύμβολον του Χριστού, διότι ο Χριστός είναι βασιλεύς δικαιοσύνης, βασιλεύς ειρήνης, απάτωρ ως άνθρωπος, αμήτωρ ως Θεός, Αρχιερεύς δε αιώνιως και μοναδικός, χωρίς να έχη ούτε προηγούμενόν του ούτε διάδοχόν του ίσον προς αυτόν).
Εβρ. 7,4 Θεωρεῖτε δὲ πηλίκος οὗτος, ᾧ καὶ δεκάτην Ἀβραὰμ ἔδωκεν ἐκ τῶν ἀκροθινίων ὁ πατριάρχης.
Εβρ. 7,4 Βλέπετε, λοιπόν, πόσον μεγάλος υπήρξεν αυτός ο Μελχισεδέκ, αφού εις αυτόν προς ένδειξιν σεβασμού και εκτιμήσεως έδωσεν ο μεγάλος πατριάρχης Αβραάμ το ένα δέκατον από τα πολυτιμότερα λάφυρά του.
Εβρ. 7,5 καὶ οἱ μὲν ἐκ τῶν υἱῶν Λευΐ τὴν ἱερατείαν λαμβάνοντες ἐντολὴν ἔχουσιν ἀποδεκατοῦν τὸν λαὸν κατὰ τὸν νόμον, τοῦτ᾿ ἔστι τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῶν, καίπερ ἐξεληλυθότας ἐκ τῆς ὀσφύος Ἀβραάμ·
Εβρ. 7,5 Και όσοι μεν από την φυλήν Λευί δέχονται την ιερωσύνην, έχουν από τον Θεόν εντολήν να παίρνουν το ένα δέκατον από τα εισοδήματα του λαού, όπως ορίζει ο Νομος. Δηλαδή παίρνουν το δέκατον από τα εισοδήματα των αδελφών των, καίτοι και οι αδελφοί των αυτοί έχουν προέλθει, όπως και οι Λευΐται, από τα σπλάγχνα του Αβραάμ.
Εβρ. 7,6 ὁ δὲ μὴ γενεαλογούμενος ἐξ αὐτῶν δεδεκάτωκε τὸν Ἀβραάμ, καὶ τὸν ἔχοντα τὰς ἐπαγγελίας εὐλόγηκε.
Εβρ. 7,6 Ο Μελχισεδέκ όμως, ο οποίος δεν έχει την γενεαλογίαν του από αυτούς, έχει πάρει το δέκατον από τον Αβραάμ και ευλόγησε αυτόν, ο οποίος εν τούτοις είχε τας επαγγελίας του Θεού.
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Νηπίων, θ΄ ὣρας Χριστουγέννων (Μτθ. β΄ 13-23).
Ματθ. 2,13 Ἀναχωρησάντων δὲ αὐτῶν ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ᾿ ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι· μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό.
Ματθ. 2,13 Οταν δε αυτοί ανεχώρησαν, ιδού άγγελος Κυρίου εφάνηκε δι' ονείρου στον Ιωσήφ και του είπε· “σήκω αμέσως χωρίς αναβολήν και πάρε το παιδίον και την μητέρα του και φύγε εις την Αίγυπτον, και μένε εκεί, μέχρις ότου πάλιν εγώ σου είπω· διότι ο Ηρώδης θα αναζητήση το παιδίον, δια να το θανατώση”.
Ματθ. 2,14 Ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον,
Ματθ. 2,14 Και ο Ιωσήφ εσηκώθηκε αμέσως, παρέλαβε νύκτα το παιδίον και την μητέρα αυτού και έφυγεν εις την Αίγυπτον.
Ματθ. 2,15 καὶ ἦν ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς Ἡρῴδου, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου.
Ματθ. 2,15 Και έμενε εκεί, έως ότου απέθανε ο Ηρώδης και έτσι εξεπληρώθη και επραγματοποιήθη πλήρως εκείνο, που είχε λεχθή από τον Κυριον δια του προφήτου, ο οποίος είπε· “από την Αίγυπτον εκάλεσα τον υιόν μου”.
Ματθ. 2,16 Τότε Ἡρῴδης ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων.
Ματθ. 2,16 Τοτε ο Ηρώδης, όταν είδε ότι οι Μαγοι τον εξεγέλασαν, ωργίσθη παρά πολύ, και επάνω εις την φονικήν οργήν του έστειλε δημίους και έσφαξε όλα τα παιδιά, που ήσαν εις την Βηθλεέμ και εις τα περίχωρα αυτής από ηλικίας δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον χρόνον, τον οποίον είχε εξακριβώσει από τους μάγους.
Ματθ. 2,17 τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν ὑπὸ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος·
Ματθ. 2,17 Τοτε εξεπληρώθη εκείνο που είχε λεχθή από τον προφήτην Ιερεμίαν, ο οποίος είχε προφητεύσει·
Ματθ. 2,18 Φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ῥαχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν.
Ματθ. 2,18 “Κραυγή πόνου και σπαραγμού ηκούσθη εις την περιοχήν Ραμά· θρήνος μεγάλος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς· όλαι αι μητέρες της περιοχής, απόγονοι της συζύγου του Ιακώβ Ραχήλ (η οποία είχε ταφή εκεί) έκλαιαν και εκόπτοντο δια τα φονευθέντα τέκνα των και δεν ήθελαν με κανένα τρόπον να παρηγορηθούν, διότι τα αθώα αυτά πλάσματα δεν υπάρχουν πλέον”.
Ματθ. 2,19 Τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ
Ματθ. 2,19 Οταν δε απέθανε ο Ηρώδης, ιδού άγγελος πάλιν Κυρίου εφάνη δι' ονείρου στον Ιωσήφ, που έμενε εις την Αίγυπτον
Ματθ. 2,20 λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου.
Ματθ. 2,20 και του είπε· “σήκω, πάρε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πήγαινε, χωρίς φόβον, εις την χώραν των Ισραηλιτών. Διότι έχουν πλέον αποθάνει εκείνοι, που εζητούσαν να αφαιρέσουν την ζωήν του παιδίου”.
Ματθ. 2,21 ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ ἦλθεν εἰς γῆν Ἰσραήλ.
Ματθ. 2,21 Αυτός δε εσηκώθη, επήρε το παιδίον και την μητέρα του και επανήλθεν εις την Παλαιστίνην.
Ματθ. 2,22 ἀκούσας δὲ ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει ἐπὶ τῆς Ἰουδαίας ἀντὶ Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν· χρηματισθεὶς δὲ κατ᾿ ὄναρ ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας,
Ματθ. 2,22 Οταν όμως ήκουσε ότι εις την Ιουδαίαν βασιλεύει αντί του Ηρώδου του πατρός του ο Αρχέλαος (μοχθηρός επίσης ηγεμών) εφοβήθη να μεταβή εκεί. Λαβών δε οδηγίας από τον Θεόν στο όνειρόν του ανεχώρησε και επήγε εις τα μέρη της Γαλιλαίας (όπου ηγεμόνευεν ο Ηρώδης Αντίπας, ολιγώτερον σκληρός από τον αδελφόν του Αρχέλαον).
Ματθ. 2,23 καὶ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται.
Ματθ. 2,23 Και αφού ήλθεν εκεί, εγκατεστάθη εις την πόλιν ονομαζομένην Ναζαρέτ· και έτσι εξεπληρώθη αυτό που είχε προαναγγελθή από τους προφήτας, ότι δηλαδή ο Ιησούς “θα ονομασθή (περιφρονητικώς από τους εχθρούς του) Ναζωραίος”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου