Ἔγινες πλούσιος σὲ χρήματα; Καὶ τί σχέση ἔχει αὐτὸ μὲ τὴν ψυχή; Εἶσαι πλουσιότερος σὲ χρήματα καὶ φτωχότερος στὴν ψυχή· εἶσαι γεμάτος φύλλα, καὶ στερεῖσαι ἀπὸ καρπό. Πές μου, τί τὸ ὄφελος; Πῆρες χρήματα, τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ ἐγκαταλείψεις ἐδῶ· ἀνέλαβες ἐξουσία ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιέται ἡ ἔχθρα.
Ἔλα ἀπόλαυσε λόγια φιλοσόφων · ξόδεψε τὰ ἁμαρτήματά σου, κατανάλωσε τὰ ἀνομήματά σου, καθάρισε τὴν συνείδησή σου, κάνε τὸν λογισμό σου νὰ ἀνυψωθεῖ· γίνε Ἄγγελος καὶ ἄνθρωπος.
Ἐγκατάλειψε τὴν φύση τῆς σάρκας καὶ πᾶρε τὰ ἐλαφριὰ φτερὰ τῆς ζωῆς, ἀπάλλαξε τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὰ ὁρατὰ καὶ κρέμασε τὸν ἑαυτό σου στὰ ἀόρατα.
Ἀνέβα στοὺς οὐρανούς, ψᾶλε μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους, στάσου δίπλα στὸ οὐράνιο βῆμα, τὸ ψηλό· ἐγκατέλειψε τὸν καπνὸ καὶ τὴ σκιὰ καὶ τὸ χορτάρι καὶ τὴν ἀράχνη· γιατί δὲν γνωρίζω ποιό ὄνομα νὰ δώσω σὲ αὐτὰ τὰ εὐτελῆ πράγματα.
Αὐτὰ τὰ λέγω καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ τὰ λέγω. Ἔλα καὶ γίνε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μὴ σὲ ξεγελᾶ ἡ ὀνομασία τῆς φύσεως. Ἄραγε καταλάβατε αὐτὸ ποῦ σας λέχθηκε; Εἶναι ἄνθρωπος, λέγει, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς εἶναι ἄνθρωπος ὡς πρὸς τὸ ὄνομα, ὄχι ὅμως ἄνθρωπος καὶ στὸ φρόνημα. Γιατί ὅταν σὲ βλέπω νὰ ζεῖς ἄλογα, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω; Ἄνθρωπο ἢ βόδι; Ὅταν σὲ βλέπω νὰ ἁρπάζεις, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι λύκο;
Ὅταν σὲ βλέπω νὰ πορνεύεις, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι γουρούνι; Ὅταν σὲ βλέπω δόλιο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι φίδι; Ὅταν σὲ βλέπω νὰ ἔχεις δηλητήριο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι ἀσπίδα; Ὅταν σὲ βλέπω ἀνόητο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι γάϊδαρο; Ὅταν σὲ βλέπω νὰ μοιχεύεις, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι ἵππο θηλυμανῆ;
Ὅταν σὲ βλέπω ἀπείθαρχο καὶ ἄμυαλο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι πέτρα; Ἔλαβες εὐγένεια ἀπὸ τὸ Θεό, γιατί προδίδεις τὴν ἀρετὴ τῆς φύσεώς σου; Τί κάνεις; Πές μου. Ἄλλοι ἄνθρωποι ἔχουν τὸν τρόπο νὰ μεταθέτουν ὅσον εἶναι δυνατό, τὰ ἄλογα στὴν εὐγένεια τῶν ἀνθρώπων, ἐκπαιδεύουν τοὺς παπαγάλους νὰ μιλοῦν μὲ ἀνθρώπινη φωνὴ καὶ μὲ τὴν τέχνη τους παραβιάζουν τὴν φύση· ἐξημερώνουν τὰ λιοντάρια καὶ τὰ σέρνουν μέσα στὴν ἀγορά. Ἐξημερώνεις τὸ λιοντάρι ποὺ εἶναι ζῶο ἀνυπότακτο, καὶ κάνεις τὸν ἑαυτό σου πιὸ ἄγριο καὶ ἀπὸ λύκο; …
* * *
Πῶς θὰ σὲ ἀποκαλῶ ἄνθρωπον, ὅταν ἔχεις περισσότερα ἐλαττώματα ἀπὸ τὰ θηρία;
Ἀπὸ τί, ἀπάντησέ μου, θὰ ἠμπορέσω νὰ ἀναγνωρίσω ἐσένα τὸν πιστόν, ἀφοῦ ὅλα τὰ παραπάνω βεβαιώνουν τὸ ἀντίθετον; Ἀλλὰ διατὶ ὁμιλῶ περὶ πιστοῦ; Ἀφοῦ δὲν ἠμπορῶ νὰ ἐννοήσω μετὰ βεβαιότητος ἂν εἶσαι ἄνθρωπος.
Ὅταν λακτίζῃς ὡσὰν ὄνος καὶ πηδᾶς ὅπως ὁ ταῦρος καὶ χρεμετίζῃς διὰ τὰς γυναῖκας ὅπως ὁ ἵππος καὶ εἶσαι λαίμαργος ὅπως ἡ ἄρκτος καὶ παχύνῃς τὸ σῶμα σου ὡσὰν ἡμίονος καὶ μνησικακῇς ὡσάν καμήλα καὶ ἁρπάζης ὅπως ὁ λύκος, ὀργίζεσαι ὅπως ὁ ὄφις, δαγκώνῃς ὅπως ὁ σκορπιός, εἶσαι ὕπουλος ὅπως ἡ ἀλεποῦ, ἔχεις μέσα εἰς τὴν ψυχήν σου δηλητήριον ὅπως ἡ κόμπρα καὶ ἡ ἔχιδνα καὶ διεξάγῃς πόλεμον κατὰ τῶν ἀδελφῶν σου ὅπως ὁ πονηρὸς ἐκεῖνος διάβολος, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ σὲ ὑπολογίζω μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ βλέπω νὰ ἔχῃς αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ χαρακτηριστικά;
Ἐνῶ ἀναζητῶ τὴν διαφορὰν μεταξὺ πιστοῦ καὶ κατηχουμένου, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ μὴ εὕρω διαφορὰν μεταξὺ ἀνθρώπου καὶ θηρίου.
Τί νὰ σὲ ὀνομάσω λοιπόν; Θηρίον; Τὰ θηρία ὅμως ἔχουν ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἐλαττώματα. Ἐσὺ ἀντιθέτως, ἀφοῦ τὰ συγκέντρωσες ὅλα μαζὶ προχωρεῖς πέραν ἀπὸ τὴν ζωώδη κατάστασιν ἐκείνων. Νὰ σὲ ἀποκαλέσω σατανᾶν; Ἀλλὰ ὁ σατανᾶς οὔτε κοιλιόδουλος εἶναι οὔτε εἶναι ἐρωτευμένος μὲ τὰ χρήματα. Ἀπάντησέ μου λοιπόν.
Πῶς θὰ σὲ ἀποκαλῶ ἄνθρωπον, ὅταν ἔχεις περισσότερα ἐλαττώματα ἀπὸ τὰ θηρία καὶ ἀπὸ τὸν σατανᾶν; Καὶ ἂν δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σὲ λέγω ἄνθρωπον πῶς θὰ σὲ ἀποκαλέσω πιστόν; Καὶ τὸ χειρότερον εἶναι βεβαίως ὅτι, ἐπειδή ἔχομεν τόσην κακίαν, δέν ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἡ ψυχή μας ἔχασε τὴν ὀμορφιά της, οὔτε κατανοοῦμεν τὴν ἀσχήμιαν της.
Ἀλλὰ ὅταν εὑρίσκεσαι εἰς τὸ κουρεῖον καὶ περιποιεῖσαι τὴν κόμην σου, παίρνεις τὸν καθρέπτην καὶ ἐξετάζεις μὲ μεγάλην προσοχὴν τὴν γενικὴ εἰκόνα τῶν μαλλιῶν σου καὶ ἐρωτᾶς τοὺς παρευρισκομένους καὶ τὸν κουρέα τὸν ἴδιον ἐὰν ἐτακτοποίησεν ὡραῖα τὸ ἐμπρόσθιον τμῆμα της. Καὶ ἂν εἶσαι γέρος δὲν ἐντρέπεσαι νὰ ἐπιδιώκῃς συχνὰ νεανικὴ ἐμφάνισιν. Καὶ δὲν ἀντιλαμβανόμεθα καθόλου ὅτι ἡ ψυχή μας δὲν ἔχασεν ἁπλῶς τὴν ὀμορφιάν της, ἀλλὰ ἔγινε θηριόμορφος, ἔγινε κατὰ τὸν εἰδωλολατρικὸν μῦθον, Σκύλλα ἢ Χίμαιρα…
* * *
Ἀπὸ τὸ βιβλίο :
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ».
Ἐκδόσεις: Ὀρθόδοξος Κυψέλη, 2000 μ.Χ.
arnion.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου