Ένας ὅσιος γέροντας, Λουκᾶς τό ὄνομα, ἀναφέρει ὅτι εἶχε κάποιον ἀδελφό πού ἔγινε μοναχός, ἀλλά ἀδιαφοροῦσε γιά τήν ψυχή του καί πέθανε χωρίς νά προετοιμαστεῖ γιά τό θάνατό του. Ὁ ἅγιος γέροντας ἐπιθυμοῦσε νά μάθει ποῦ βρίσκεται ἡ ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ του. Μιά ἡμέρα κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς του βλέπει τήν ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ του στά χέρια τῶν δαιμόνων. Ἐν τῷ μεταξύ στό κελλί τοῦ πεθαμένου ἀδελφοῦ του βρῆκε πολλά χρήματα καί πολύτιμα πράγματα καί ὁ γέροντας κατάλαβε ὅτι ἡ ψυχή του ὑποφέρει καί γιά ἄλλα ἁμαρτήματά του, ἀλλά κυρίως γιατί παραμελοῦσε τήν ἐλεημοσύνη στούς πτωχούς. Τότε πῆρε ὅλα τά χρήματα πού βρῆκε στό κελλί τοῦ ἀδελφοῦ του καί τά ἔδωσε στούς πτωχούς γιά νά συγχωρεθεῖ ἡ ψυχή του. Ὕστερα ἀπό αὐτό κάποια μέρα στήν προσευχή του βλέπει τό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί τούς φωτεινούς ἀγγέλους νά ἀγωνίζονται νά ἀποσπάσουν ἀπό τούς δαίμονες τήν ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ του. Οἱ δαίμονες φώναζαν στό Θεό: «Εἶσαι δίκαιος. Κρίνε λοιπόν. Αὐτή ἡ ψυχή ἀνήκει σέ μᾶς, γιατί ἔπραξε τά δικά μας ἔργα». Οἱ ἄγγελοι ὅμως εἶπαν στούς δαίμονες ὅτι αὐτή ἡ ψυχή ἐλευθερώθηκε ἀπό τίς ἐλεημοσύνες πού δόθηκαν γι’ αὐτήν. Καί οἱ δαίμονες πού ἤθελαν τήν ψυχή μέ τό μέρος τους, εἶπαν: «Τά ἔκανε ὁ ἴδιος τά χρήματα ἐλεημοσύνη ἤ ὁ ἀδελφός του;». Ὁ γέροντας ἀκούοντας αὐτά τά λόγια τῶν δαιμόνων εἶπε: «Ἐγώ τά ἔκανα ἐλεημοσύνη τά χρήματα, ὄχι ὅμως γιά τόν ἑαυτό μου ἀλλά γιά τή δική του ψυχή». Ἀκούοντας αὐτά τά λόγια οἱ δαίμονες ἐξαφανίστηκαν καί ὁ ἅγιος γέροντας κατάλαβε ἀπό τό ὅραμα αὐτό ὅτι ἐλεήθηκε ἡ ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ του.
*Ἡ ἁγία ἡγουμένη Ἀθανασία τῆς Αἰγίνης (ἑορτάζει στίς 12 Ἀπριλίου) ἔγραψε στή διαθήκη της οἱ μοναχές τοῦ μοναστηριοῦ νά παραθέτουν φαγητό στούς φτωχούς ἐπί σαράντα ἡμέρες μετά τό θάνατό της. Οἱ μοναχές ὅμως ἔκαναν αὐτή τήν ἐντολή μόνον μέχρι τήν ἐνάτη ἡμέρα καί μετά σταμάτησαν. Τότε ἡ ἁγία παρουσιάστηκε σ’ αὐτές μέ δύο ἀγγέλους καί εἶπε: «Γιατί ξεχάσατε τήν ἐντολή μου; Δέν ξέρετε ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη καί τό φαγητό στούς φτωχούς γιά τήν ψυχή κινεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὅπως οἱ προσευχές τῶν ἱερέων;» Καί ἀφοῦ εἶπε αὐτά ἡ ἁγία Ἀθανασία ἔμπηξε τό ραβδί της στό ἔδαφος καί ἐξαφανίστηκε. Τήν ἄλλη μέρα οἱ ἀδελφές εἶδαν ὅτι τό ραβδί της ἐβλάστησε.
Μητρ. Γόρτυνος Ἰερεμίου
Ἡ Προσευχή τῆς Ἐκκλησίας γιά τούς νεκρούς
Από
Περιοδική Ἔκδοσις
Ἱεραποστολικοῦ Φιλανθρωπικοῦ Mορφωτικοῦ Συλλόγου «METAMOPΦΩΣIΣ TOY ΣΩTHPOΣ»
Tσουκαλάδες Παραβόλας Ἀγρινίου
ΤΕΥΧΟΣ 33
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου