ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΦΩΣ ΤΩΝ ΛΑΪΚΩΝ
Οἱ χριστιανοί (μοναχοί καί λαϊκοί) μέ τή ζωή τους ἐντάσσονται στή σωτήρια βουλή τοῦ Θεοῦ καί ἐκπληρώνεται σ’ αὐτούς τό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τό σχέδιο αὐτό ἐκπληρώνεται μόνον ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Οἱ μοναχοί δέν ζοῦν ἐκτός Ἐκκλησίας ἀλλά εἶναι ἡ αὐθεντική συνέχεια τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀποστόλων.
«Τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν θέωση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως» γράφει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στήν Εἰσαγωγή στή Φιλοκαλία, «παραμένει στὸν αἰῶνα καὶ οἱ βαθεῖς λογισμοί Του σὲ ὅλες τὶς γενεὲς ποὺ θὰ ἔρθουν( Ψαλμ. 32,11). Oἱ λόγοι δηλαδὴ τῆς πρόνοιας καὶ τῆς κρίσεως ποὺ ἀποβλέπουν σ' αὐτὸ τὸ σκοπό, προχωροῦν ἀμετάβλητοι καὶ κατὰ τὸν παρόντα αἰώνα καὶ κατὰ τὸ μελλοντικό, κατὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἱεροῦ Μαξίμου. Γι' αὐτὸ εὐδόκησε στὶς ἔσχατες ἡμέρες ὁ ἴδιος ὁ θεαρχικότατος Λόγος τοῦ Πατέρα ἀπὸ εὐσπλαχνία νὰ ἀθετήσει τὰ θελήματα τῶν ἀρχόντων τοῦ σκότους, καὶ νὰ φέρει εἰς πέρας καὶ νὰ πραγματοποιήσει τὴν ἀρχαία καὶ ἀληθινὴ βουλὴ ποὺ εἶχε κάνει»[3].
Ὅσοι, κληρικοί ἤ λαϊκοί, ζοῦν σύμφωνα μέ τά μοναχικά θέσμια- τά ὁποῖα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά τά εὐαγγελικά πρότυπα ζωῆς- σώζονται. Ὁ στόχος τοῦ μοναχισμοῦ, ὅπως καί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, εἶναι ἡ σωτηρία-θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ καθ’ ὁμοίωσιν. Αὐτό πραγματοποιεῖται ὅταν κανείς ἐντάσσεται καί παραμένει ὡς ζωντανό μέλος στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ σωτηρία βρίσκεται μόνον μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ τὸ ἔλεγε ἐπιγραμματικὰ ὁ Ἅγιος Κυπριανός: Extra Ecclesia nulla salus, ἐκτός της Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Τό ἴδιος καταδεικνύεται καί ἀπό ἀνάλογο χωρίο ἄλλου ἔργου του, ὅτι «δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει κάποιος πατέρα τὸν Θεό, ἂν δὲν ἔχη μητέρα τὴν Ἐκκλησία»[4]. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ παρατηρεῖ: «Ἐκτός Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία, διότι σωτηρία εἶναι ἡ Ἐκκλησία»[5].
Τό μοναχικό πρότυπο καί τό ἀνάλογο πρόγραμμα τῆς καθημερινῆς ζωῆς ἀκολουθεῖ τό πρότυπο ζωῆς πού μᾶς παρέδωκε ὁ Κύριος μέ τό παράδειγμά Του. Αὐτό τό πρότυπο μιμήθηκαν πρῶτοι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι.
Ὁ διάβολος δέν κατάφερε νά ἀκυρώσει τήν βούληση τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό δέν ἦταν δυνατό διότι «ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ εἰς τόν αἰῶνα μένει»[6] καί δέν ὑπάρχει περίπτωση νά μήν ἐκπληρωθεῖ. Ὁ Μοναχός καί ὁ καλός ἐν τῷ κόσμῳ χριστιανός μέ τήν ὁλοκληρωτική αὐταπάρνησή του καί τήν πλήρη ἀποταγή του ἀπό τόν κόσμο φανερώνει τήν βέβαιη πίστη του στήν ἐκπλήρωση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, τόσο γιά τόν παρόντα αἰῶνα ὅσο καί γιά τόν μέλλοντα.
Ὑπάρχει τό λεῖμμα πού σώζεται, ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Κύτταρα τοῦ σώματος εἶναι οἱ κατά τόπους Ἐκκλησίες μέ τίς μοναστικές καί κοσμικές ἐνορίες τους. Τά ζωντανά μέλη τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν ἀκυρώνουν τήν βουλή τοῦ διαβόλου γιά τήν ἀπώλειά τους καί ἐκπληρώνουν τήν βουλή τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τους.
Ὁ Χριστός ἦλθε στήν γῆ γιά νά λύσει τά ἔργα τοῦ διαβόλου. Ὁ διάβολος νόμισε ὅτι ἀκύρωσε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός τόν συνέτριψε ἱδρύοντας διά τοῦ ὅλου ἀπολυτρωτικοῦ Του ἔργου τήν «κοινωνία τῆς Θεώσεως», τό «ἐργαστήριο τῆς ἁγιότητος», τήν Ἁγία Του Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὅποιος θέλει μπορεῖ νά συντρίψει τόν διάβολο ἐλευθερούμενος, διά τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας.
Ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ἀνήκουν μοναχοί καί λαϊκοί. Ἡ μοναχική ἐνορία εἶναι ἡ συνέχεια τῆς Πρωτοχριστιανικῆς ἐνορίας. Ἡ ζωή τῶν μοναχῶν στήν ἀρχή ὀνομαζόταν Ἀποστολική ζωή διότι ἀποτελοῦσε (καί συνεχίζει νά ἀποτελεῖ) τήν συνέχεια τῆς ζωῆς τῶν Ἀποστόλων.
Αὐτὸς ὁ κοινοβιακὸς τρόπος ζωῆς, μὲ τὰ πάντα κοινά, διασώθηκε μέσω τῶν αἰώνων στὸν Ὀρθόδοξο μοναχισμό[7]. Νά τί μᾶς διδάσκει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης γιά τό μοναχισμό:« Κατὰ τὰ πρῶτα χρόνια της ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας, στοὺς πρώτους Χριστιανοὺς ἔχομε κομμουνιστικὸ σύστημα διαβιώσεως. Ὅποιος ἔχει λίγο μυαλὸ καὶ διαβάσει τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, βλέπει καθαρὰ ὅτι ὅλοι τότε εἶχαν τὰ πάντα κοινά. Καὶ ὅποιος ἤθελε νὰ βαπτισθῆ, ἔπρεπε νὰ δώσει ὅ,τι εἶχε στὴν κατοχή του στὸ κοινὸ ταμεῖο τῆς ἐνορίας. Κανένας δὲν εἶχε ἀτομικὴ περιουσία. Ὅλα ἤσαν κοινά. Μάλιστα ἔχομε τὸ περίφημο παράδειγμα τοῦ Ἀνανία, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του εἶπαν ψέμματα καὶ πέθαναν ἀμέσως.
Μερικοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι αὐτὴ ἡ κατάστασις ὑπῆρχε μόνο στὴν Ἀποστολικὴ ἐνορία. Ὅμως ὁ ἅγιος Ἰουστίνος ὁ φιλόσοφος καὶ μάρτυς εἶχε πῆ στοὺς εἰδωλολάτρες ὅτι «Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἔχομε τὰ πάντα κοινὰ»[8]. Ἂν λάβωμε τώρα ὑπ’ ὄψιν ὅτι ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος μάρτυς πέθανε περὶ τὰ τέλη τοῦ 2ου μ.Χ αἰῶνος καὶ ὅτι ἐκεῖνος δὲν εἶχε ὑπ’ ὄψιν του καμμία ἐνορία Χριστιανῶν ποὺ νὰ μὴν εἶχαν ὅλοι τὰ πάντα κοινά, σημαίνει ὅτι ὁ θεσμὸς αὐτὸς τῆς κοινοκτημοσύνης κράτησε τουλάχιστον διακόσια χρόνια. Μετὰ ἄρχισε νὰ διαλύεται καὶ τότε ἄρχισε νὰ ἐμφανίζεται ὁ κοινοβιακὸς μοναχισμός.
Ὅταν πρωτοεμφανίζεται ὁ μοναχισμός, ὀνομάζεται Ἀποστολικὴ ζωή. Αὐτὸς ὁ κοινοβιακὸς τρόπος ζωῆς, μὲ τὰ πάντα κοινά, διασώθηκε μέσω τῶν αἰώνων στὸν Ὀρθόδοξο μοναχισμό. Αὐτὸς ὅμως ὁ Ὀρθόδοξος μοναχισμὸς γιὰ νὰ ἐπιτυγχάνη, πρέπει πρῶτα νὰ προηγηθῆ στὸν ἄνθρωπο μία ἐσωτερικὴ ἀλλαγή. Μία ἀλλαγὴ στὴν στάσι ζωῆς, ποὺ ὀφείλεται στὴν μετάνοια.
Σ’ αὐτό, στὸ ὅτι δηλαδὴ πρέπει νὰ προηγηθῆ μία ἐσωτερικὴ ἀλλαγὴ καὶ ἀλλοίωσις τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νὰ μπορέση νὰ ἐπιτευχθῆ ὁ κοινοβιακὸς τρόπος ζωῆς, ἢ γιὰ τοὺς κομμουνιστὲς ὁ κομμουνιστικὸς τρόπος ζωῆς, συμφωνοῦν καὶ ὁ Μὰρξ καὶ ὁ Λένιν. Ὁπότε ἀπὸ κοινωνιολογικῆς ἀπόψεως, ἐξ ἐπόψεως δηλαδὴ τῆς ἐξωτερικῆς κοινωνικῆς δομῆς τους, δὲν ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ Κομμουνισμοῦ καὶ Ὀρθοδόξου κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ. Μεταξύ τους συμφωνία ὑπάρχει ἐπίσης καὶ στὴν ἀνάγκη τῆς ἐσωτερικῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἀνθρώπου. Διότι καὶ οἱ Πατέρες αὐτὸ λένε. Στὴν Ἐκκλησία τὸ ἅγιο Βάπτισμα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ φέρνει αὐτὴ τὴν ἀλλαγὴ στὸν ἄνθρωπο δυνάμει.
Ὁ πυρήνας ὅμως τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, ποὺ ἤκμασε ἐπὶ τόσους αἰῶνες, εἶναι ἡ ἀσκητικὴ ἀγωγή. Οἱ Πατέρες γιὰ νὰ ἐπιτύχουν αὐτὴν τὴν ἀλλαγὴ στὸν ἄνθρωπο, αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουν καλὴν ἀλλοίωσιν, ὥστε ἡ ἀλλαγὴ νὰ γίνει ἐνεργείᾳ, λένε ὅτι χρειάζεται στὸν ἄνθρωπο ἡ ἀσκητικὴ ἀγωγή. Γι’ αὐτὸ ὑπάρχουν στὸν μοναχισμὸ ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχή.
Αὐτὰ δὲν εἶναι ὅμως μόνο γιὰ τοὺς ἀγάμους, ἐξ ἐπόψεως Πατερικῆς, ἀλλὰ εἶναι καὶ γιὰ τοὺς ἐγγάμους. Ἀπόδειξις ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους ἀσκητικοὺς συγγραφεῖς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἕνας παντρεμένος δεσπότης[9], ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσης - ἀδελφός του Μεγάλου Βασιλείου -, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔχει γράψει ἕνα πολὺ ὡραῖο βιβλίο Περὶ Παρθενίας. Μερικοὶ νομίζουν ὅτι ἡ παρθενία συνίσταται μόνο στὴν βιολογικὴ παρθενία. Δὲν εἶναι ὅμως αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων. Ὅταν οἱ Πατέρες μιλοῦν περὶ ἐγκρατείας καὶ νηστείας, ἀναφέρονται καὶ εἰς τοὺς ἐγγάμους[10]. Ἡ ἀσκητικὴ ἀγωγὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι γιὰ ὅλους τους Χριστιανούς, ἄγαμους καὶ ἐγγάμους.
Ἡ ἐπιτυχία τῆς ἀσκητικῆς ἀγωγῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἱστορικὰ τουλάχιστον, σημειώθηκε κυρίως στὰ ἀσκητικὰ καὶ μοναστικὰ κέντρα τῆς Ἐκκλησίας. Παλαιότερα τὰ μοναστήρια δὲν ἤσαν ἔξω στὶς ἐρημιὲς μόνο, ἀλλὰ ἤσαν καὶ μέσα στὶς πόλεις. Ἡ ἴδια ἡ Κωνσταντινούπολις ἦταν γεμάτη ἀπὸ μοναστήρια καὶ γι’ αὐτὸ ἀπεκαλεῖτο τὸ Μέγα Μοναστήρι.
Ἡ σημερινὴ τάσις εἶναι νὰ διώχνουμε τὰ μοναστήρια ἀπὸ τὶς πόλεις καὶ νὰ πηγαίνουν στὰ βουνά, γιὰ νὰ μὴν ἐπηρεάζουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ μολυνθῆ ὁ Νεοελληνισμός, ποὺ ἤθελε πάντοτε νὰ ἀκολουθῆ τὸν ἀστισμό. Βέβαια, γιὰ νὰ ἐπιτύχη, γιὰ νὰ ἀναπτυχθῆ ἡ ἀστικὴ κοινωνία, γιὰ νὰ στερεωθοῦν οἱ μπουρζουά[11], ποὺ εἶναι οἱ φορεῖς τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ καὶ Ἀμερικανικοῦ πολιτισμοῦ, ἔπρεπε νὰ παραμερισθῆ ἀπὸ τὶς πόλεις ὁ μοναχισμὸς ὡς ἐπικίνδυνος»[12].
Ὁ Κύριος καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι συνέπηξαν τό πρῶτο ὀρθόδοξο κοινόβιο στήν γῆ. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ Πανάγιος Γέρων τοῦ Κοινοβίου καί οἱ Ἅγιοι Μαθητές, οἱ ὑποτακτικοί Του. Ὅταν ἡ ζωή τῶν Χριστιανῶν ἐκκοσμικεύθηκε κάποιοι θέλησαν νά συνεχίσουν τήν πρώτη αὐτή αὐθεντική ζωή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀπομακρυνόμενοι στήν ἔρημο.
Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε μέ τήν ζωή Του τήν φυγή στήν ἔρημο. «Αὐτὸς δὲ (ὁ Κύριος) εἰς τὸ ὄρος βουλόμενος ἀναβῆναι· ἐποίει δὲ τοῦτο πάλιν παιδεύων ἡμᾶς» παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος «μήτε ὄχλοις ἀναμίγνυσθαι διηνεκῶς͵ μήτε φεύγειν ἀεὶ τὸ πλῆθος͵ ἀλλ΄ ἑκάτερα χρησίμως͵ καὶ ἕκαστον ἐναλλάττοντας πρὸς τὸ δέον»[13]. Δηλαδή ὁ Κύριος (μετά τό θαῦμα τῆς θαυμαστῆς διατροφῆς τῶν πεντακισχιλίων μέ πέντε ψωμιά καί δύο ψάρια) ἤθελε ν’ ἀνεβεῖ στό ὄρος. Τό ἔκανε αὐτό γιά νά μᾶς παιδαγωγήσει ὥστε οὔτε μέ τούς ὄχλους νά ἀναμιγνυόμαστε συνεχῶς, οὔτε πάντα νά ἀποφεύγουμε τό πλῆθος. Καί τά δύο νά τά χρησιμοποιοῦμε καί νά τά ἐναλλάσσουμε, γιά νά κάνουμε ὅ,τι πρέπει».
Πολλάκις ὁ Κύριος ἀπομονωνόταν καί προσηύχετο σέ ἥσυχους τόπους. Μᾶς δίδαξε νά ἔχουμε μία ζωή πού νά περιλαμβάνει ἀφ’ ἑνός μέν κοινωνική δράση καί προσφορά στούς ἀνθρώπους ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡσυχία, πνευματική ἀνάταση, προσευχή καί μελέτη κατά μόνας.
Βλέπουμε ἑπομένως ὅτι τό μοναχικό πρόγραμμα ζωῆς συνάδει μέ τό πρόγραμμα ζωῆς τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
Βλέπουμε, ἐπίσης ἐκτός ἀπό τόν Κύριο πῶς ζοῦσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Γιά παράδειγμα, θαυμάζουμε τόν Ἀπόστολο Παῦλο βλέποντάς τον νά ἐργοχειρεῖ ὑπηρετώντας τίς ἀνάγκες τόσο τίς προσωπικές του, ὅσο καί τῶν συνεργατῶν του. Συνάμα κηρύττει, ὁδοιπορεῖ, κοπιάζει γιά τήν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, χωρίς νά παραλείπει τόν προσωπικό πνευματικό του ἀγῶνα καί τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας.
Οἱ μοναχοί ζοῦν κατά τόν ἴδιο τρόπο μοιράζοντας τίς ὧρες: Ἀφιερώνουν τίς περισσότερες ὧρες τοῦ εἰκοσιτετραώρου στήν κοινή προσευχή, τίς ἀκολουθίες, τή Θεία Λειτουργία καί τούς προσωπικούς τους κανόνες (μετάνοιες, κομβοσχοίνια, μελέτη Ἁγίας Γραφῆς καί Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας). Τίς ὑπόλοιπες ὧρες τίς ἀφιερώνουν στά διακονήματα, τό φάγητο καί τήν ἀπαραίτητη ἀνάπαυση. Δέν εἶναι ἑπομένως ἡ μοναχική ζωή κάτι ἔξω ἀπό τίς προδιαγραφές ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀντίθετα εἶναι οἱ αὐθεντικές προδιαγραφές ζωῆς πού μᾶς παρέδωσε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μέ τό παράδειγμά Του.
π. Σάββας Ἀγιορείτης
http:HristosPanagia3.blogspot.com
[1] Ψαλμ. 32,11
[2] Φιλοκαλία, ὅ.π. σελ. ιθ΄-κ΄.
[3] Φιλοκαλία Μετάφραση, σελ. 17-18.
[4] De catholicae ecclesiae unitate m. 4, 519 «Habere non potest Deum patrem qui Ecclesiam non habet matrem».
[5] "Extra Ecclesiam nulla salus. All the categorical strength and point of this aphorism lies in its tautology. Outside the Church there is no salvation, because salvation is the Church" (G. Florovsky, "Sobornost: the Catholicity of the Church", in The Church of God, p. 53).
[6] Ψαλμ. 32
[7]Πρωτοπρ. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου (†), Καθηγητοὺ Πανεπιστημίου, Πατερικὴ Θεολογία,Πρόλογος: Πρωτοπρ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Κοσμήτορα Θεολ Σχολῆς Πανεπ. Ἀθηνῶν, Ἐπιμέλεια – σχόλια: Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Ἁγιορείτου, Ἐκδόσεις ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ
[8] Α΄ Ἀπολογία, Κεφ. 14.
[9] Τότε ἐπιτρεπόταν αὐτό.
[10] Ἡ ἐγκράτεια στὴν σαρκικὴ σχέσι μεταξὺ τῶν συζύγων, στὴν Πατερικὴ γλώσσα ὀνομάζεται σωφροσύνη.
[11]Γαλλικὴ λέξη ποὺ σημαίνει τοὺς ἀστούς.
[12] Πρωτοπρ. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου (†), Καθηγητοὺ Πανεπιστημίου, Πατερικὴ Θεολογία,Πρόλογος: Πρωτοπρ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Κοσμήτορα Θεολ Σχολῆς Πανεπ. Ἀθηνῶν, Ἐπιμέλεια – σχόλια: Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Ἁγιορείτου, Ἐκδόσεις ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ
[13] Ἱεροῦ Χρυσοστόμου,TLG.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου