Προεόρτια τῆς Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Χριστοῦ
Ὁ Κύριος εἶχε προειπεῖ στοὺς μαθητές του γιὰ τοὺς κινδύνους, γιὰ τὰ πάθη του καὶ τὴν θανάτωσή του καὶ ἐπίσης γιὰ τὸ τί θὰ τραβοῦσαν στὴν συνέχεια ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Εὐαγγελίου, λέγοντάς τους πὼς αὐτὰ ἀνήκουν στὴν παροῦσα ζωή. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἔχει οὐσιαστικὴ σημασία εἶναι ἡ αἰώνια ζωή.
Τοὺς Μωϋσῆ καὶ Ἠλία τοὺς ἔφερε γιὰ νὰ διορθώσει τὶς ἐντυπώσεις ποὺ ὑπῆρχαν μέχρι τότε γιὰ τὸ ποιός ἦταν, ἂν ἦταν δηλαδὴ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἡ κάποιος μεγάλος προφήτης.Αὐτὰ λοιπὸν συνέβησαν στὴν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸ ὄρος Θαβώρ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστοῦ τὴν Μεταμόρφωσιν προϋπαντήσωμεν, φαιδρῶς πανηγυρίζοντες τὰ προεόρτια, πιστοὶ καὶ βοήσωμεν· Ἔφθασεν ἡ ἡμέρα, τῆς ἐνθέου εὐφροσύνης· ἄνεισιν εἰς τὸ ὄρος, τὸ Θαβὼρ ὁ Δεσπότης, τῆς Θεότητος αὐτοῦ, ἀπαστράψαι τὴν ὡραιότητα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ θείᾳ σήμερον, Μεταμορφώσει, ἡ βροτεία ἅπασα, φύσις προλάμπει θεϊκῶς, ἐν εὐφροσύνῃ κραυγάζουσα· Μεταμορφοῦται, Χριστός, σώζων ἅπαντας.
Μεγαλυνάριον.
Δεῦτε ἐν τῷ ὄρει τῶν ἀρετῶν, ἀνέλθωμεν πάντες, καὶ ὀψώμεθα μυστικῶς, τὸν ἐν Θαβωρίῳ, ἀστράψοντα ἀρρήτως, Δεσπότην Ζωοδότην, ὃν μεγαλύνομεν.
Ὁ Ἅγιος Εὐσίγνιος ὁ Μάρτυρας
Γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν στρατιωτικὸς γιὰ ἑξήντα ὁλόκληρα χρόνια. Στρατεύθηκε ὅταν βασίλευε ὁ Κώνστας ὁ Χλωρός, πατέρας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἔζησε πολλὰ χρόνια καὶ πρόφθασε μέχρι καὶ τὴ βασιλεία τοῦ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη.
Ἔτσι ὁ Εὐσίγνιος ἔλαβε τὸν τίμιο θάνατο τοῦ μαρτυρίου μὲ ἀποκεφαλισμό.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπλεως πίστεως, τῆς πρὸς Χριστὸν εὐσεβῶς, νεάζον τὸ φρόνημα, ἔσχες ἐν γήρᾳ καλῶς, Εὐσίγνιε ἔνδοξε· ὅθεν ὁμολογήσας, τὸν Ὑπέρθεον Λόγον, ἤλεγξας θαρσαλέως, Παραβάτου τὸ θράσος· ἐντεῦθεν μετὰ Μαρτύρων, ὡς Μάρτυς δεδόξασαι.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς πολιὸς τῷ σώματι, σύνεσιν θείαν ἤνεγκας, δι’ ἧς ἀμβλύνας ἀσυνέτων τὴν ἔπαρσιν, νεανικῶς ἠρίστευσας, καὶ τιμηθεὶς τὸν αὐχένα, τῶν αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐνθέως ἤρδευσας, Εὐσίγνιε τρισμάκαρ, τοὺς μέλποντας τὴν σὴν ἄθλησιν.
Μεγαλυνάριον.
Πίστει ἀναθάλλων τῇ πρὸς Χριστόν, ἐν γήρατι χαίρων, ἠγωνίσω νεανικῶς, καὶ τοῦ Παραβάτου, τὴν ἄνοιαν αἰσχύνας, μαρτυρικῆς ἐπέβης, δόξης Εὐσίγνιε.
Οἱ Ἅγιοι Καττίδιος καὶ Καττιδιανὸς οἱ Μάρτυρες τὰ ἀδέλφια
Μαρτύρησαν διὰ λιθοβολισμοῦ.
Ἡ Ἁγία Νόννα
Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἀνήκει στὴ μερίδα τῶν χριστιανῶν γυναικῶν, καὶ μητέρων, ποὺ μὲ τὸ φῶς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ λάμπρυναν τὸ στερέωμα τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας. Εὐσεβής, ἁγνή, μὲ θερμὴ πίστη, μὲ διαμαντένιο χαρακτῆρα, μὲ πολλὴ μελέτη καὶ ἀκριβὴ γνώση τῶν δογμάτων καὶ τῶν ἐντολῶν τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ἀναδείχτηκε ὁ καλὸς ἄγγελος τοῦ σπιτιοῦ της.
Ὁ σύζυγός της Γρηγόριος εἶχε πέσει στὴν αἵρεση τῶν Ὑψισταρίων, ποὺ δεχόταν μονοπρόσωπο τὸν Ὕψιστο καὶ ἀπέρριπτε τὸν Τριαδικὸ Θεό. Ἀλλὰ ἡ Νόννα μὲ τὶς προσευχές της καὶ τὴν πειθώ, ποὺ ἐξασκοῦσε μὲ σοφία καὶ στοργή, ἐπανέφερε τὸν σύζυγό της στὸν ὀρθόδοξο δρόμο, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ στὴ συνέχεια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ εὐσεβεῖς ἐπισκόπους της Ἐκκλησίας μας.
Ἔπειτα ἡ Νόννα, ἔδειξε τόσο μεγάλη προσοχὴ στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν της, ὥστε ἀνέδειξε πολύτιμες δυνάμεις καὶ ἔξοχα κοσμήματα τῆς χριστιανικῆς πίστης. Καὶ αὐτὰ ἦταν, ὁ μεγάλος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἄλλος γιός της Καισάριος καὶ ἡ πασίγνωστη – γιὰ τὴν εὐσέβειά της – κόρη της Γοργονία.
Ἔτσι ἡ Νόννα ἀποτελεῖ παράδειγμα γιὰ μίμηση στὶς κοινωνίες, ποὺ θέλουν νὰ ἀντλοῦν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια χριστιανικὴ τόνωση, καὶ νικηφόρες δυνάμεις κατὰ τῶν ἀσεβῶν δοξασιῶν καὶ τῆς τυραννίας τῶν παθῶν.
Ὁ Ἅγιος Σόλεβ ὁ Μάρτυρας ὁ Αἰγύπτιος
Μαρτύρησε διὰ τοξευόμενου βέλους.
Ὁ Ἅγιος Φάβιος (ἢ σωστότερα Φαβιανός) ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ρώμης
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Στοὺς καταλόγους τῶν πάπων, μεταξὺ τῶν μαρτύρων συγκαταλέγεται ὁ πάπας Φαβιανὸς (236 – 350), ποὺ μαρτύρησαν ἐπὶ Δεκίου τὴν 20η Ἰανουαρίου (Εὐσεβίου Ἐκκλ. Ἱστορία κεφ. κθ’).
Ὁ Ἅγιος Θέρισσος (ἢ Θύρσος) Ἐπίσκοπος Καρπασίας
Κύπριος Ἅγιος, ἐπ’ ὀνόματι τοῦ ὁποίου σῴζεται καὶ ἀρχαῖος ναὸς κοντὰ στὴν θάλασσα.
(Περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένα Ἁγιολόγια, καὶ τὴν 23η Ἰουλίου).
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Τὴν μνήμη του ἀναγράφει ὁ Γεδεῶν στὸ Ἑορτολόγιό του σελ. 149. Ὁ Εὐθύμιος αὐτὸς εἶναι, ποὺ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 906 – 911 καὶ μετὰ τὴν παύση τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἀδελφοῦ τοῦ Λέοντα τοῦ Σοφοῦ. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴν Μονὴ τοῦ Ἀγαθοῦ, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 5η Αὐγούστου τοῦ 917.
Ὁ Ἅγιος Χρῆστος ὁ Μάρτυρας ἀπὸ τὴν Πρέβεζα
Ὁ ἥρωας αὐτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ἦταν ἀπὸ τὴν Πρέβεζα. Ἂν καὶ ναυτικὸς στὸ ἐπάγγελμα, καθόλου δὲν ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὴν χριστιανοπρεπὴ διαγωγή του.
Ὅταν κάποτε τὸ πλοῖο στὸ ὁποῖο δούλευε ἔφτασε ἀπὸ τὴν Κρήτη στὸ λιμάνι τῆς Κῶ, ὁ Χρῆστος ἀμέσως ἔτρεξε στὴν Ἐκκλησία, προσευχήθηκε, βρῆκε πνευματικὸ καὶ ἐξομολογήθηκε.
Μάλιστα, κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ ἔκανε καὶ πολλὰ θαύματα. Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν στὶς 5 Αὐγούστου 1668.
Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ὁ Αἰτωλὸς
Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος Ἰωαννούλιος ἢ Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός, γεννήθηκε τὸ 1595 ἢ 1596 στὸ Μέγα Δένδρο Ἀποκούρου ἀπὸ πτωχοὺς γονεῖς.
Χειροτονήθηκε διάκονος τὸ 1616 στὴ Μονὴ Τατάρνας καὶ γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα παρέμεινε στὴ Μονὴ Ξηροποτάμου τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Τὸ 1619 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ Μονὴ Σινᾶ ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Κύριλλο Λούκαρη καὶ κατόπιν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μὲ τὸν ὁποῖο ἔζησε πολλὲς ταλαιπωρίες γιὰ τὴν προσήλωσή του στὴν Ὀρθοδοξία καὶ γιὰ τὸ ἀδούλωτο πνεῦμα του. Ὁ Εὐγένιος, ἔφτασε στὸ σημεῖο, ἀκόμα καὶ νὰ καθαιρεθεῖ ἀπὸ τὸν Τουρκόφιλο καὶ Λατινόφρονα Πατριάρχη Κύριλλο Κοντάρη, ἀλλὰ ἀργότερα, τὸ 1639, ὁ Πατριάρχης Παρθενίας τὸν ἀποκατέστησε πανηγυρικά.
Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ἀπὸ τὸ 1639 ὡς τὸ 1640 διηύθυνε τὴν Σχολὴ τῆς Ἄρτας. Ἀργότερα πῆγε στὸ Καρπενήσι, ὅπου ἀνήγειρε μεγαλύτερο ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδας καὶ στὸν περίβολό του, Σχολὴ Ἀνωτέρων Γραμμάτων, ποὺ ἔγινε γιὰ τὴν Εὐρυτανία κέντρο πνευματικῆς ἀναγέννησης καὶ ἀναδείχτηκαν ἀπὸ ἐκεῖ πολλοὶ σπουδαῖοι ἄντρες, ὅπως ἐπίσκοποι, Πατριάρχες κλπ.
Ἐπίσης ὁ Ὅσιος, ἵδρυσε Σχολὲς στὴ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὰ Βραγιαννᾶ καὶ στὸ Αἰτωλικό.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Διδάσκαλος ἔνθεος καὶ ὁδηγὸς τῶν πιστῶν ἐδείχθης ἐν Πνεύματι, οἴα θεράπων Χριστοῦ, Εὐγένιε Ὅσιε, λόγῳ γὰρ διαπρεπῶν καὶ λαμπρότητι βίου, ὤφθης τῆς εὐσέβειας πρακτικὸς ὑποφήτης, διὸ ἡ Ἐκκλησία μακαρίζει σε.
Ὁ Κύριος εἶχε προειπεῖ στοὺς μαθητές του γιὰ τοὺς κινδύνους, γιὰ τὰ πάθη του καὶ τὴν θανάτωσή του καὶ ἐπίσης γιὰ τὸ τί θὰ τραβοῦσαν στὴν συνέχεια ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Εὐαγγελίου, λέγοντάς τους πὼς αὐτὰ ἀνήκουν στὴν παροῦσα ζωή. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἔχει οὐσιαστικὴ σημασία εἶναι ἡ αἰώνια ζωή.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ Χριστὸς θέλοντας νὰ δείξει στοὺς μαθητές του μία πρόγευση
τῆς αἰώνιας ζωῆς, παρέλαβε τρεῖς ἀπὸ τοὺς μαθητές του, τὸν Πέτρο, τὸν
Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς ἀνέβασε σὲ ἕνα βουνό.
Ἐκεῖ μεταμορφώθηκε καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό Του σὰν τὸ φῶς. Καὶ τότε
ἐμφανίστηκαν ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας οἱ ὁποῖοι συνομίλησαν μαζὶ μὲ τὸν
Ἰησοῦ.
Ὁ Κύριος πῆρε μόνο αὐτοὺς τοὺς μαθητές, διότι εἶχαν κάποια ὑπεροχὴ
ἔναντι τῶν ἄλλων. Συγκεκριμένα ὁ Πέτρος γιατί ἀγαποῦσε πολὺ τὸν Χριστό, ὁ
Ἰωάννης γιατί τὸν ἀγαποῦσε πολὺ ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Ἰάκωβος ἐπειδὴ εἶχε τὴν
δύναμη νὰ πιεῖ τὸ ποτῆρι ποὺ ἤπιε ὁ Χριστός.Τοὺς Μωϋσῆ καὶ Ἠλία τοὺς ἔφερε γιὰ νὰ διορθώσει τὶς ἐντυπώσεις ποὺ ὑπῆρχαν μέχρι τότε γιὰ τὸ ποιός ἦταν, ἂν ἦταν δηλαδὴ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἡ κάποιος μεγάλος προφήτης.Αὐτὰ λοιπὸν συνέβησαν στὴν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸ ὄρος Θαβώρ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστοῦ τὴν Μεταμόρφωσιν προϋπαντήσωμεν, φαιδρῶς πανηγυρίζοντες τὰ προεόρτια, πιστοὶ καὶ βοήσωμεν· Ἔφθασεν ἡ ἡμέρα, τῆς ἐνθέου εὐφροσύνης· ἄνεισιν εἰς τὸ ὄρος, τὸ Θαβὼρ ὁ Δεσπότης, τῆς Θεότητος αὐτοῦ, ἀπαστράψαι τὴν ὡραιότητα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ θείᾳ σήμερον, Μεταμορφώσει, ἡ βροτεία ἅπασα, φύσις προλάμπει θεϊκῶς, ἐν εὐφροσύνῃ κραυγάζουσα· Μεταμορφοῦται, Χριστός, σώζων ἅπαντας.
Μεγαλυνάριον.
Δεῦτε ἐν τῷ ὄρει τῶν ἀρετῶν, ἀνέλθωμεν πάντες, καὶ ὀψώμεθα μυστικῶς, τὸν ἐν Θαβωρίῳ, ἀστράψοντα ἀρρήτως, Δεσπότην Ζωοδότην, ὃν μεγαλύνομεν.
Ὁ Ἅγιος Εὐσίγνιος ὁ Μάρτυρας
Γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν στρατιωτικὸς γιὰ ἑξήντα ὁλόκληρα χρόνια. Στρατεύθηκε ὅταν βασίλευε ὁ Κώνστας ὁ Χλωρός, πατέρας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἔζησε πολλὰ χρόνια καὶ πρόφθασε μέχρι καὶ τὴ βασιλεία τοῦ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη.
Ὅταν κάποτε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς ἔφθασε στὴν Ἀντιόχεια, ζήτησε νὰ τὸν δεῖ
κάποιος γέροντας στρατιώτης 110 χρονῶν! Ὁ Ἰουλιανὸς ἀπὸ περιέργεια τὸν
δέχθηκε, καὶ ἔμεινε ἔκπληκτος ὅταν εἶδε τὸ γέροντα στρατιώτη τόσων
χρονῶν νὰ διατηρεῖ ἀλύγιστο τὸ σῶμα του. Διέταξε καὶ τὸν περιποιήθηκαν
ὅσο τὸ δυνατὸν καλύτερα.
Ἀλλὰ ὁ Εὐσίγνιος δὲν ἱκανοποιήθηκε ἀπ' αὐτὲς τὶς περιποιήσεις τοῦ
Ἰουλιανοῦ καὶ τοῦ δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ ὅτι μάταια προσπαθεῖ
νὰ ζωντανέψει ἕνα πτῶμα, ὅπως εἶναι ἡ εἰδωλολατρία. Καὶ ἐπὶ τέλους, νὰ
πάψει νὰ διώκει τὸν Χριστό.
Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ Ἰουλιανός, ἐξαγριώθηκε καὶ διέταξε ἀμέσως νὰ τὸν
ἀποκεφαλίσουν. Τότε ὁ Εὐσίγνιος, γεμάτος ἀπὸ χαρά, εἶπε: «Εὐχαριστῶ,
βασιλιά. Ὁ θάνατος μὲ σεβάστηκε στὸ πεδίο τῶν μαχῶν, γιὰ νὰ μὲ εὕρει
τώρα καὶ νὰ μοῦ δώσει τὸ κτύπημα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Τέτοιο τέλος εἶναι
ἄξιο χριστιανοῦ στρατιώτη, καὶ δοξολογῶ τὸν Ὕψιστο ποὺ εὐδόκησε νὰ μὲ
ἐπιφυλάξει γιὰ τέτοιο τέλος».Ἔτσι ὁ Εὐσίγνιος ἔλαβε τὸν τίμιο θάνατο τοῦ μαρτυρίου μὲ ἀποκεφαλισμό.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπλεως πίστεως, τῆς πρὸς Χριστὸν εὐσεβῶς, νεάζον τὸ φρόνημα, ἔσχες ἐν γήρᾳ καλῶς, Εὐσίγνιε ἔνδοξε· ὅθεν ὁμολογήσας, τὸν Ὑπέρθεον Λόγον, ἤλεγξας θαρσαλέως, Παραβάτου τὸ θράσος· ἐντεῦθεν μετὰ Μαρτύρων, ὡς Μάρτυς δεδόξασαι.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς πολιὸς τῷ σώματι, σύνεσιν θείαν ἤνεγκας, δι’ ἧς ἀμβλύνας ἀσυνέτων τὴν ἔπαρσιν, νεανικῶς ἠρίστευσας, καὶ τιμηθεὶς τὸν αὐχένα, τῶν αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐνθέως ἤρδευσας, Εὐσίγνιε τρισμάκαρ, τοὺς μέλποντας τὴν σὴν ἄθλησιν.
Μεγαλυνάριον.
Πίστει ἀναθάλλων τῇ πρὸς Χριστόν, ἐν γήρατι χαίρων, ἠγωνίσω νεανικῶς, καὶ τοῦ Παραβάτου, τὴν ἄνοιαν αἰσχύνας, μαρτυρικῆς ἐπέβης, δόξης Εὐσίγνιε.
Οἱ Ἅγιοι Καττίδιος καὶ Καττιδιανὸς οἱ Μάρτυρες τὰ ἀδέλφια
Μαρτύρησαν διὰ λιθοβολισμοῦ.
Ἡ Ἁγία Νόννα
Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἀνήκει στὴ μερίδα τῶν χριστιανῶν γυναικῶν, καὶ μητέρων, ποὺ μὲ τὸ φῶς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ λάμπρυναν τὸ στερέωμα τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας. Εὐσεβής, ἁγνή, μὲ θερμὴ πίστη, μὲ διαμαντένιο χαρακτῆρα, μὲ πολλὴ μελέτη καὶ ἀκριβὴ γνώση τῶν δογμάτων καὶ τῶν ἐντολῶν τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ἀναδείχτηκε ὁ καλὸς ἄγγελος τοῦ σπιτιοῦ της.
Ὁ σύζυγός της Γρηγόριος εἶχε πέσει στὴν αἵρεση τῶν Ὑψισταρίων, ποὺ δεχόταν μονοπρόσωπο τὸν Ὕψιστο καὶ ἀπέρριπτε τὸν Τριαδικὸ Θεό. Ἀλλὰ ἡ Νόννα μὲ τὶς προσευχές της καὶ τὴν πειθώ, ποὺ ἐξασκοῦσε μὲ σοφία καὶ στοργή, ἐπανέφερε τὸν σύζυγό της στὸν ὀρθόδοξο δρόμο, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ στὴ συνέχεια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ εὐσεβεῖς ἐπισκόπους της Ἐκκλησίας μας.
Ἔπειτα ἡ Νόννα, ἔδειξε τόσο μεγάλη προσοχὴ στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν της, ὥστε ἀνέδειξε πολύτιμες δυνάμεις καὶ ἔξοχα κοσμήματα τῆς χριστιανικῆς πίστης. Καὶ αὐτὰ ἦταν, ὁ μεγάλος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἄλλος γιός της Καισάριος καὶ ἡ πασίγνωστη – γιὰ τὴν εὐσέβειά της – κόρη της Γοργονία.
Ἔτσι ἡ Νόννα ἀποτελεῖ παράδειγμα γιὰ μίμηση στὶς κοινωνίες, ποὺ θέλουν νὰ ἀντλοῦν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια χριστιανικὴ τόνωση, καὶ νικηφόρες δυνάμεις κατὰ τῶν ἀσεβῶν δοξασιῶν καὶ τῆς τυραννίας τῶν παθῶν.
Ἡ Ἁγία Νόννα ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Σόλεβ ὁ Μάρτυρας ὁ Αἰγύπτιος
Μαρτύρησε διὰ τοξευόμενου βέλους.
Ὁ Ἅγιος Φάβιος (ἢ σωστότερα Φαβιανός) ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ρώμης
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Στοὺς καταλόγους τῶν πάπων, μεταξὺ τῶν μαρτύρων συγκαταλέγεται ὁ πάπας Φαβιανὸς (236 – 350), ποὺ μαρτύρησαν ἐπὶ Δεκίου τὴν 20η Ἰανουαρίου (Εὐσεβίου Ἐκκλ. Ἱστορία κεφ. κθ’).
Ὁ Ἅγιος Θέρισσος (ἢ Θύρσος) Ἐπίσκοπος Καρπασίας
Κύπριος Ἅγιος, ἐπ’ ὀνόματι τοῦ ὁποίου σῴζεται καὶ ἀρχαῖος ναὸς κοντὰ στὴν θάλασσα.
(Περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένα Ἁγιολόγια, καὶ τὴν 23η Ἰουλίου).
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Τὴν μνήμη του ἀναγράφει ὁ Γεδεῶν στὸ Ἑορτολόγιό του σελ. 149. Ὁ Εὐθύμιος αὐτὸς εἶναι, ποὺ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 906 – 911 καὶ μετὰ τὴν παύση τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἀδελφοῦ τοῦ Λέοντα τοῦ Σοφοῦ. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴν Μονὴ τοῦ Ἀγαθοῦ, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 5η Αὐγούστου τοῦ 917.
Ὁ Ἅγιος Χρῆστος ὁ Μάρτυρας ἀπὸ τὴν Πρέβεζα
Ὁ ἥρωας αὐτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ἦταν ἀπὸ τὴν Πρέβεζα. Ἂν καὶ ναυτικὸς στὸ ἐπάγγελμα, καθόλου δὲν ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὴν χριστιανοπρεπὴ διαγωγή του.
Ὅταν κάποτε τὸ πλοῖο στὸ ὁποῖο δούλευε ἔφτασε ἀπὸ τὴν Κρήτη στὸ λιμάνι τῆς Κῶ, ὁ Χρῆστος ἀμέσως ἔτρεξε στὴν Ἐκκλησία, προσευχήθηκε, βρῆκε πνευματικὸ καὶ ἐξομολογήθηκε.
Μετὰ ἀπὸ μέρες, ὅταν πήγαινε γιὰ τὸ πλοῖο του, συναντήθηκε μὲ
γενίτσαρους, ποὺ ἄρχισαν νὰ τοῦ βρίζουν τὴν πίστη καὶ τὸ ἅγιο βάπτισμα.
Ὁ Χρῆστος δὲν φοβήθηκε καὶ ἀπάντησε στοὺς Τούρκους, ὅτι ὁ Μωάμεθ εἶναι ὁ
κολασμένος ἀντίχριστος. Γεμάτοι θυμὸ οἱ γενίτσαροι, ὅρμησαν ἐπάνω του
καὶ μὲ ἄγρια χτυπήματα τοῦ εἶπαν ν’ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του γιὰ νὰ σωθεῖ. Ὁ
Χρῆστος ἀπάντησε ἀπαγγέλλοντας τὸ σύμβολο τῆς πίστης.
Τότε αὐτοί, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὸν ἔκαψαν ζωντανό. Οἱ
ἄπιστοι ἄφησαν τὸ σῶμά του ἄταφο γιὰ ἕναν μῆνα. Ἀλλὰ τὸ λείψανο τοῦ
Ἁγίου ἔμεινε ἀναλλοίωτο καὶ στὶς πρῶτες νύχτες τὸ σκέπαζε κάποιο γλυκὸ
φῶς, ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὸν οὐρανό.Μάλιστα, κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ ἔκανε καὶ πολλὰ θαύματα. Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν στὶς 5 Αὐγούστου 1668.
Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ὁ Αἰτωλὸς
Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος Ἰωαννούλιος ἢ Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός, γεννήθηκε τὸ 1595 ἢ 1596 στὸ Μέγα Δένδρο Ἀποκούρου ἀπὸ πτωχοὺς γονεῖς.
Χειροτονήθηκε διάκονος τὸ 1616 στὴ Μονὴ Τατάρνας καὶ γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα παρέμεινε στὴ Μονὴ Ξηροποτάμου τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Τὸ 1619 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ Μονὴ Σινᾶ ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Κύριλλο Λούκαρη καὶ κατόπιν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μὲ τὸν ὁποῖο ἔζησε πολλὲς ταλαιπωρίες γιὰ τὴν προσήλωσή του στὴν Ὀρθοδοξία καὶ γιὰ τὸ ἀδούλωτο πνεῦμα του. Ὁ Εὐγένιος, ἔφτασε στὸ σημεῖο, ἀκόμα καὶ νὰ καθαιρεθεῖ ἀπὸ τὸν Τουρκόφιλο καὶ Λατινόφρονα Πατριάρχη Κύριλλο Κοντάρη, ἀλλὰ ἀργότερα, τὸ 1639, ὁ Πατριάρχης Παρθενίας τὸν ἀποκατέστησε πανηγυρικά.
Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ἀπὸ τὸ 1639 ὡς τὸ 1640 διηύθυνε τὴν Σχολὴ τῆς Ἄρτας. Ἀργότερα πῆγε στὸ Καρπενήσι, ὅπου ἀνήγειρε μεγαλύτερο ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδας καὶ στὸν περίβολό του, Σχολὴ Ἀνωτέρων Γραμμάτων, ποὺ ἔγινε γιὰ τὴν Εὐρυτανία κέντρο πνευματικῆς ἀναγέννησης καὶ ἀναδείχτηκαν ἀπὸ ἐκεῖ πολλοὶ σπουδαῖοι ἄντρες, ὅπως ἐπίσκοποι, Πατριάρχες κλπ.
Ἐπίσης ὁ Ὅσιος, ἵδρυσε Σχολὲς στὴ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὰ Βραγιαννᾶ καὶ στὸ Αἰτωλικό.
Πέθανε τὸ 1682 καὶ τάφηκε στὸν νάρθηκα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἀφήνοντας
ἀξιόλογο συγγραφικὸ ἔργο. Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἁγιοποιήθηκε τὴν 1η
Ἰουλίου 1982.
(Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται τὴν 6η Αὐγούστου, ἀλλὰ ἐπειδὴ συμπίπτει μὲ τὴν
μεγάλη ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος ἑορτάζεται τὴν 5η Αὐγούστου).Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Διδάσκαλος ἔνθεος καὶ ὁδηγὸς τῶν πιστῶν ἐδείχθης ἐν Πνεύματι, οἴα θεράπων Χριστοῦ, Εὐγένιε Ὅσιε, λόγῳ γὰρ διαπρεπῶν καὶ λαμπρότητι βίου, ὤφθης τῆς εὐσέβειας πρακτικὸς ὑποφήτης, διὸ ἡ Ἐκκλησία μακαρίζει σε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου