Η ΣΚΑΝΔΑΛΩΔΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥΣ
Τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν
Ἑορτάζουν σήμερα, ἀγαπητοί μου, διδάσκαλοι καὶ μαθηταί, ἡ Ἑλληνικὴ παιδεία, ὅλος ὁ ὀρθόδοξος κόσμος· ἑορτάζουν οἱ «τρεῖς μέγιστοι φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος» (ἀπολυτ.), Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Μὲ ποιά ἐγκώμια νὰ ἐπαινέσουμε «οὓς ἐδόξασεν ἡ Τριὰς ἀξίως»; (αἶν.). Ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος,«ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον» (Ἑβρ. 11,32) τὰ κατορθώματά τους.
Ὑπῆρξαν πολύεδροι ἀδάμαντες. Ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ὅλες τὶς πλευρές τους ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ δοῦμε ποιά ἦταν ἡ δική τους στάσι ἀπέναντι στὴν ἐκκλησιαστικὴ κατάστασι τῆς ἐποχῆς τους.
* * *
Πλοῖο εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μὲ κατάρτι τὸν τίμιο σταυρό, ἄγκυρα τὴν ἐλπίδα, καὶ ταξιδεύει μὲ οὔριο ἄνεμο τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Κυβερνήτη ἔχει τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ ἐπιβάτες τοὺς βαπτισμένους πιστούς. Ξεκίνησε ἀπὸ τὶς ἀκτὲς τῆς Γαλιλαίας καὶ πλέει συνεχῶς· περνάει ἀπὸ πελάγη καὶ ἀκρωτήρια, μέσα ἀπὸ ὑφάλους καὶ σκοπέλους, ἄλλοτε σὲ γαλήνη καὶ ἄλλοτε σὲ θύελλες καὶ καταιγίδες. Ἀλλὰ ἕνα εἶνε βέβαιο, ὅτι τὸ πλοῖο αὐτὸ κανένα κῦμα, κανένας σατανᾶς, δὲν θὰ μπορέσῃ ποτὲ νὰ τὸ καταποντίσῃ. Ὅπως εἶπε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «κλυδωνίζεται, ἀλλ᾽ οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται, ἀλλὰ ναυάγιον οὐχ ὑπομένει» (Ἑ.Π. Migne 52,397-8). Ὅλα τὰ σκάνδαλα ἱερέων, ἀρχιερέων, ἀρχιεπισκόπων, πατριαρχῶν, ὅλη ἡ φαυλότης τῶν χριστιανῶν, τὸ σκάφος τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦν νὰ τὸ καταποντίσουν. Θὰ ποντοπορῇ διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἕως ὅτου ῥίξῃ τὴν ἄγκυρά του στὸ λιμάνι τῆς αἰωνιότητος.
Ἔχοντας λοιπὸν στὸ νοῦ μας τὴν εἰκόνα αὐτή, ἐρωτοῦμε· ποιά ἦταν ἡ κατάστασι τῆς Ἐκκλησίας τὸν Δ΄ (4ο) αἰῶνα, τότε ποὺ ἔζησαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι; Ἦταν γαλήνη; Ὄχι γαλήνη. Τρικυμία! Εἶχαν βέβαια σταματήσει οἱ φοβεροὶ διωγμοί, συνετάρασσαν ὅμως τὴν Ἐκκλησία ἄλλοι βίαιοι ἄνεμοι, εἴτε ἀπὸ αἱρέσεις καὶ δογματικὲς ἔριδες, εἴτε ἀπὸ κακοδιοίκησι, φαυλότητα καὶ ἀθλιότητα τῶν ποιμένων. Λέει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· «Ἡ τῆς Ἐκκλησίας γαλήνη, δεξαμένη φθόρους ἀνθρώπους, ζάλης καὶ ναυαγίων πληροῦται πολλῶν» (Ἑ.Π. Migne 48,654). Τὰ λέει ὁ Χρυσόστομος αὐτά, δὲν τὰ λέω ἐγώ· μπῆκαν στὴν Ἐκκλησία στοιχεῖα διεφθαρμένα ποὺ τὴ γεμίζουν ἀπὸ ναυάγια πνευματικὰ καὶ ἠθικά.
Δὲν εἶχε λοιπὸν γαλήνη ἡ Ἐκκλησία τότε, συνεταράσσετο ἀπὸ κακοὺς ποιμένες, καὶ οἱ πατέρες στὰ ἔργα τους τοὺς ζωγραφίζουν μὲ τὸ πινέλλο τῆς ἀληθείας, χωρὶς κακία καὶ ἐμπάθεια. Ἰδού μερικὲς πινελλιὲς ἀπ᾽ τὸ χρωστῆρα τους.
⃞ Πρῶτο ἐλάττωμα ἡ ἀμάθεια, ἡ ἄγνοια. Ἐνῷ ὁ κληρικὸς καὶ μάλιστα ὁ ἐπίσκοπος πρέπει νὰ εἶνε νοῦς καὶ ὀφθαλμὸς ὁρῶν καὶ νὰ ἔχῃ καλὴ γνῶσι, ἐκεῖνοι ἐκτὸς ἐλαχίστων εἶχαν ἀμάθεια· ἄγνοια τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῶν νόμων καὶ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι, ἐνῷ γιὰ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα ἀπαιτοῦνται προσόντα καὶ ἐξάσκησι, γιὰ τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα, τὴν ἱερωσύνη, αὐτὸ δὲν ἰσχύει. Ἡ ποιμαντικὴ καὶ μάλιστα ἡ ἐπισκοπική, λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶνε «τέχνη τις τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» (Ἑ.Π. Migne 35,425A). Ἐνῷ λοιπὸν γιὰ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα χρειάζεται προπαίδεια καὶ χρόνια ἐκπαιδεύσεως, γιὰ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα δὲν χρειάζεται. Ἀμαθέστατοι ἄνδρες, ποὺ ἀγνοοῦσαν καὶ τὸ ἀλφάβητο τῆς Ὀρθοδοξίας, κατώρθωναν νὰ καταλαμβάνουν μεγάλους θρόνους.
⃞ Ἐκτὸς ἀπὸ ἀμάθεια οἱ περισσότεροι ποιμένες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης διακρίνονταν καὶ ἀπὸ αὐθάδεια. Ἐνῷ οἱ εὐλαβεῖς καὶ ταπεινοὶ ἀπέφευγαν τὰ ἀξιώματα, κρύβονταν σὲ σπήλαια, ἔκοβαν ἀκόμη καὶ τ᾽ αὐτιά τους, νὰ μὴν εἶνε ἀρτιμελεῖς καὶ ν᾽ ἀποφύγουν ἔτσι τὴν ἱερωσύνη, αὐτοὶ ὡρμοῦσαν καὶ κατελάμβαναν θέσεις ὑψηλές. Θλιβερὸ θέαμα, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, νὰ βλέπῃς τὸν ἀστοιχείωτο, ποὺ δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ διαβάσῃ τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ εἶνε προϊστάμενος σοφῶν πρεσβυτέρων· νὰ βλέπῃς τὸ νεαρό, ποὺ ἀκόμα δὲν ἔβγαλε γένεια, νὰ κρατάῃ ποιμαντορικὴ ῥάβδο καὶ νὰ διοικῇ πρεσβύτας· νὰ βλέπῃς τοὺς ἀκρατεῖς καὶ λάγνους νὰ κυβερνοῦν τοὺς σώφρονας.
⃞ Ἄλλο σοβαρὸ ἐλάττωμα τῶν κληρικῶν τῆς ἐποχῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἦταν ἡ ἀνηθικότης μὲ τὴ στενὴ ἔννοια. Τότε παρουσιάστηκε αὐτὴ ἡ πληγή, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Ἐνῷ οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἄγαμοι ἐν γένει κληρικοὶ ἔχουν ὑποσχεθῆ στὸ Θεὸ νὰ μείνουν παρθένοι, ἐκεῖνοι ζοῦσαν μιὰ συμβίωσι πού, ὅπως λέει ὁ Ναζιανζηνός, ἦταν «ἄγαμος γάμος» (Ἑ.Π. Migne 38,90Α). Στὶς ἐπισκοπές τους παρουσιάστηκαν γυναῖκες «συνείσακτοι». Προφασιζόμενοι δηλαδὴ αὐτοί, νεώτατοι ἐπίσκοποι, ὅτι ἔχουν ἀνάγκη ὑπηρεσιῶν, νὰ τοὺς μαγειρεύουν καὶ νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν, προσέλαβαν στὶς κατοικίες τους γυναῖκες, καὶ καλογριὲς ἀκόμα, ποὺ ἔμεναν ἐκεῖ ἡμέρα καὶ νύχτα, καὶ ἡ συμβίωσι μαζί τους δημιουργοῦσε σκανδαλισμό.
⃞ Μία ἐπὶ πλέον κακία τους ἦταν ἡ φιλαργυρία, μὲ τὴν ὁποία γίνονταν πάμπλουτοι ἐκμεταλλευόμενοι τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια. Λέει κάπου ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· Σὲ ἤξερα φτωχόπαιδο, οἱ γονεῖς σου ζοῦσαν ἀπὸ ἐλεημοσύνες· τώρα σὲ βλέπω νὰ κατοικῇς σὲ μέγαρα καὶ νά ᾽χῃς πλοῦτο περισσότερο ἀπ᾽ τὸν Κροῖσο καὶ τὸ Μίδα.
⃞ Ἀλλὰ δὲν σᾶς εἶπα ἀκόμη τίποτα. Στὴν ἀμάθεια, τὴν αὐθάδεια, τὴ φαυλότητα καὶ τὴ φιλαργυρία – πλεονεξία τῶν ἀρχιερέων προσετέθη καὶ τὸ στέμμα τῆς κακίας τους, ἡ θεομπαιξία. Ἦταν θεομπαῖχτες! Τὸ λένε ὁ ἅγιος Γρηγόριος καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· γιὰ νὰ πάρουν τὸ θρόνο, γιὰ νὰ γίνουν ἐπίσκοποι καὶ μητροπολῖται, ἀφοῦ χρησιμοποιοῦσαν ἄτιμα μέσα, κατόπιν παρίσταναν καὶ τοὺς …θεοσεβεῖς.
Λέει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος σὲ μία ἐπιστολή του, ὅτι ἕνας δοῦλος, ποὺ τὸν εἶχαν στὸν ἀλευρόμυλο νὰ γυρίζῃ τὶς μυλόπετρες, εἶπε· Τί κάθομαι ἐδῶ κι ἀλέθω; δὲν πάω νὰ γίνω δεσπότης νὰ ζῶ καλά;… Προσκολλήθηκε λοιπὸν σὲ μιὰ κυρία τῆς ἀριστοκρατίας καὶ δι᾽ αὐτῆς κατώρθωσε νὰ πάρῃ ἕναν ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους θρόνους, νὰ γίνῃ μητροπολίτης. Καὶ σὰ νὰ μὴν ἔφτανε αὐτό, τὴν ἑπομένη πάνω ἀπὸ τὸ θρόνο ἰσχυριζόταν· Μὲ ἐξέλεξε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο… Ὤ τῆς θεομπαιξίας καὶ τῆς ἀναιδείας σου, λέει, ν᾽ ἀνακατεύῃς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μὲ τὶς ἀθλιότητές σου!
Προσκυνοῦσαν ναυάρχους, στρατηγούς, γυναῖκες, τὸν ἕνα – τὸν ἄλλο, παραγκώνιζαν ἐναρέτους καὶ ἀξίους, καὶ κατόπιν ὑποδύονταν τὸν εὐλαβῆ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς τοὺς χαρακτήριζε ὡς ἄγευστους ἀπὸ ζωὴ σκληραγωγίας, ἀδοκίμαστους σὲ ἀντιξοότητες, σὰν ἀπὸ ζάχαρη. Ἦταν ζαχαρᾶτοι, ἀτσαλάκωτοι – νὰ μεταχειριστῶ τὴ λέξι αὐτή.
Τὸν γενναῖο ἀξιωματικὸ θὰ τὸν δῇς σκονισμένο, ἀπεριποίητο. Τὰ παλληκάρια τοῦ ᾽12, ποὺ ἔφτασαν μέχρι τὴ Σόφια καὶ τὴν Ἄγκυρα, τοὺς ἔβλεπε κανεὶς μέσ᾽ στὴ μάχη κνισαλέους ὅπως θά ᾽λεγε ὁ Ὅμηρος, τραυματισμένους, ματωμένους, ἀνακατεμένους· δὲν διέκρινες ἂν εἶνε ἀξιωματικός, συνταγματάρχης, ἢ ἁπλὸς μαχητής. Κ᾽ ἐνῷ αὐτοὶ στὴν πρώτη γραμμὴ πολεμοῦσαν μὲ τὸ σάλπισμα «ἐμπρός!», στὴν Ἀθήνα ἔβλεπες, «στοῦ Ζαχαράτου» (κοσμικὸ καφφενεῖο τῆς πλατείας Συντάγματος), κάτι κουραμπιέδες ὅπως ἔλεγε ὁ λαός, κάτι ἄκαπνοι, ποὺ δὲν γνώρισαν ποτέ τὸν καπνὸ τῆς μάχης, νὰ κάθωνται σκοτώνοντας τὸν καιρό τους.
Ἔτσι καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ τῆς ἐποχῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Ἦταν κάτι καλομαθημένα ἀνθρωπάρια, ποὺ ποτέ τους δὲν ἀσκήτεψαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δὲν γνώρισαν τὸ δάκρυ καὶ τὸν πόνο, δὲν ἄνοιξαν τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, δὲν δίδαξαν τὸ λαό· κάτι «ἄνδρες οὐκ ἄνδρες» ὅπως λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός· ἄντρες χωρὶς ἀνδρεία, ἄντρες ἄνανδροι, ἄντρες στὸ ὄνομα ἀλλ᾽ ὄχι στὸ φρόνημα. Καταλαβαίνετε γιατί τὸ ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος τὸ «ἄνδρες οὐκ ἄνδρες»! Αὐτοὶ κατώρθωναν νὰ καταλαμβάνουν καίριες θέσεις καὶ νὰ κατευθύνουν τὴν Ἐκκλησία, μὲ σμήνη νεαρῶν καιροσκόπων κολάκων γύρω τους.
Ὅταν ὅμως παρουσιάζωνται τέτοια φαινόμενα, ὅταν τέτοια πρόσωπα κυριαρχοῦν, στὸ πρόσωπο αὐτῶν, ὅπως λέει κάποιος συγγραφεύς, θριαμβεύει ἡ κακία· καὶ ἡ νίκη τῆς κακίας κατὰ τῆς ἀρετῆς εἶνε σύμπτωμα καταπτώσεως.
* * *
Τέτοια μὲ λίγα λόγια ἦταν, ἀγαπητοί μου, ἡ κατάστασι τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἐποχὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· τί ἔκαναν ἐκεῖνοι ἀπέναντι σὲ ὅλ᾽ αὐτά; Ἔβλεπαν τὰ σκάνδαλα καὶ τὴ διαφθορὰ καὶ ἔκλειναν τὰ μάτια τους, ἔφραζαν τ᾽ αὐτιά τους καὶ σιωποῦσαν ἀδιαφορώντας γιὰ τὴν Ἐκκλησία;
Ὄχι! ἀντέδρασαν ἐναντίον τῆς διαφθορᾶς. Ποιά ὅμως ἦταν ἡ ἀντίδρασι τῶν πατέρων, θὰ χρειαστῇ νὰ δοῦμε σὲ ἄλλη ἰδιαίτερη ὁμιλία, ποὺ θὰ κάνουμε σὺν Θεῷ ἐν καιρῷ.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ὁμιλία εἰς τὸ εὐαγγέλιον τῆς ΙΕ΄Κυριακῆς Λουκᾶ, Μεσολόγγι 30-1-1938
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου