Ἀποστολικό
ἀνάγνωσμα. Κυρ. κγ΄ ἐπιστ. (Ἐφεσ. β΄ 4-10).
Εφ. 2,4 ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς,
Εφ. 2,4 Ο Θεός όμως, ο οποίος είναι πλούσιος εις έλεος και φιλανθρωπίαν, χάρις εις την απεριόριστον αγάπην του, με την οποίαν μας ηγάπησε,
Εφ. 2,5 καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι·
Εφ. 2,5 μας εζωοποίησε πνευματικώς, μαζή με τον Χριστόν, και όταν ακόμη ήμεθα νεκροί ένεκα των παραβάσεων. Εχετε σωθή όχι ένεκα της αξίας σας η των έργων σας, αλλά δωρεάν δια της χάριτος.
Εφ. 2,6 καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ,
Εφ. 2,6 Και μας ανέστησε μαζή με τον Χριστόν και μας έβαλε να καθήσωμεν μαζή του εις την επουράνιον δόξαν δια του Ιησού Χριστού.
Εφ. 2,7 ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Εφ. 2,7 Και τούτο δια να φανερώση καθαρά εις τας ερχομένας γενεάς, δια μέσου όλων των αιώνων, τον μέγαν και ακατάληπτον, εις την ανθρωπίνην διάνοιαν, πλούτον της χάριτός του με την προς ημάς αγαθωσύνην, την οποίαν έδειξε δια του Ιησού Χριστού.
Εφ. 2,8 τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον,
Εφ. 2,8 Διότι πράγματι έχετε σωθή δωρεάν με την χάριν δια μέσου της πίστεως. Και αυτή η ανεκτίμητος σωτηρία σας δεν προήλθεν από σας· το δώρον είναι του Θεού.
Εφ. 2,9 οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται.
Εφ. 2,9 Δεν είναι καρπός και αποτέλεσμα έργων, δια να μη ημπορή ποτέ κανείς να καυχηθή.
Εφ. 2,10 αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν.
Εφ. 2,10 Διότι όλοι μας είμεθα έργον ιδικόν του, αναγεννηθέντες και κτισθέντες εκ νέου δια του Ιησού Χριστού και επί του Χριστού ως θεμελίου, δια να πράττωμεν τα αγαθά έργα, τα οποίαν από καταβολής κόσμου είχεν ετοιμάσει ο Θεός, δια να πορευθώμεν κατά το διάστημα της ζωής μας με αυτά.
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Κυρ. θ΄ Λουκᾶ (Λκ. ιβ΄ 16-21).
Λουκ. 12,16 Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα·
Λουκ. 12,16 Είπε δε προς αυτούς και την εξής παραβολήν· “κάποιου πλουσίου ανθρώπου εσημείωσαν εξαιρετικήν ευφορίαν τα χωράφια του.
Λουκ. 12,17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου;
Λουκ. 12,17 Και αυτός έπεσεν αμέσως εις αγωνιώδην συλλογήν και μέριμναν, λέγων· Τι να κάμω, διότι δεν έχω που να συγκεντρώσω και αποθηκεύσω τους καρπούς των χωραφιών μου;
Λουκ. 12,18 καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου,
Λουκ. 12,18 Και ύστερα από μεγάλην σκέψιν είπε· τούτο θα κάμω· Θα κρημνίσω τας αποθήκας μου και θα οικοδομήσω άλλας μεγαλυτέρας, και θα συγκεντρώσω εκεί όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου.
Λουκ. 12,19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου.
Λουκ. 12,19 Και θα πω εις την ψυχήν μου· Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά αποθηκευμένα για έτη πολλά· απόλαυσε την ζωήν, αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου.
Λουκ. 12,20 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;
Λουκ. 12,20 Αφού δε ετοίμασε όλα και πριν προλάβη τίποτε από αυτά να απολαύση, του είπεν ο Θεός· ανόητε από την κακίαν σου άνθρωπε και απερίσκεπτε, αυτήν την νύκτα, που επίστευσες ότι θα αρχίση η απολαυστική ζωη σου, απαιτούν να πάρουν από σε χωρίς αναβολήν την ψυχήν σου· αυτά δε που έχεις ετοιμάσει, εις ποίον τώρα ανήκουν;
Λουκ. 12,21 οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.
Λουκ. 12,21 Ετσι παθαίνει και αυτό το τέλος έχει εκείνος, που εγωϊστικά θησαυαρίζει δια τον ευατόν του και δεν προσπαθεί να αποκτήση τον πλούτον των καλών έργων, εις τα οποία ευχαριστείται ο Θεός”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου