Πατέρες καὶ ἀδελφοί,
Ὁ μοναχὸς καὶ ὁ ἀγωνιστὴς χριστιανὸς εἶναι πνευματικοὶ μαχητὲς σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς τους ἀπὸ τὴν γέννηση μέχρι τὸν θάνατό τους. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ γνωρίζουμε τὴν τέχνη αὐτοῦ τοῦ ἀοράτου πολέμου καὶ ἀπὸ ποῖα μέρη ἔρχεται ἐναντίον μας ὁ νοητὸς ἐχθρός.
Ὁ ἅγιος Μελέτιος ὁ Ὁμολογητὴς μᾶς λέγει ὅτι ὁ πειρασμὸς ἔρχεται ἀπὸ ἕξι σημεῖα ἐναντίον μας, ἐνῶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει ἀπὸ ὀκτώ, δηλ. ἀπὸ ἐπάνω καὶ ἀπὸ κάτω, ἀπὸ δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀπὸ ἐμπρὸς καὶ πίσω καὶ ἀπὸ μέσα καὶ ἔξω.
Στὴν συνέχεια θὰ ὁμιλήσουμε ἐκτενέστερα γιὰ τὸν πολυμερῆ αὐτὸν πόλεμο τοῦ διαβόλου μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ.
1. Ὁ ἀπὸ ἐπάνω πειρασμός:
Εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο συμβαίνει ὅταν ἀρχίζουμε νὰ κάνουμε μία ἀδιάκριτη καὶ ἀπερίσκεπτη ἄσκηση ποὺ ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις μας, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι: ὑπερβολικὴ νηστεία, συνεχῆ ἀγρυπνία, πολλὲς μετάνοιες, καὶ ἄλλες ὑπερβολικὲς ἀσκήσεις.
Εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο συμβαίνει ὅταν ἀρχίζουμε νὰ κάνουμε μία ἀδιάκριτη καὶ ἀπερίσκεπτη ἄσκηση ποὺ ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις μας, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι: ὑπερβολικὴ νηστεία, συνεχῆ ἀγρυπνία, πολλὲς μετάνοιες, καὶ ἄλλες ὑπερβολικὲς ἀσκήσεις.
Αὐτὴ ἡ ἄσκηση ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νὰ
ἀδυνατίζει τὸ σῶμα μας καὶ νὰ ἀδυνατοῦμε νὰ ἐργασθοῦμε τὶς ἀρετὲς τοῦ
Χριστοῦ. Συγχρόνως ταράζεται ὁ νοῦς μας γιατί δὲν ἀναπαύεται σ’ αὐτοῦ
τοῦ εἴδους τὶς ἀσκήσεις. Τὸ δεύτερο εἶδος πειρασμοῦ συμβαίνει ὅταν
ἐρευνοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ χωρὶς νὰ διαθέτουμε τὴν ἀνάλογη πνευματικὴ
ἡλικία καὶ κατάσταση μὲ ἀποτέλεσμα, ἐὰν κάποιος δὲν εὑρεθεῖ νὰ μᾶς
χαλιναγωγήσει, θὰ φθάσουμε στὴν τρέλλα, τὴν αἵρεση καὶ τὴν βλασφημία τοῦ
Θεοῦ.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ ἀπύθμενη θάλασσα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ἐμεῖς πρέπει νὰ βγάλουμε ὅσο εἶναι δυνατὸν καὶ ἀπαραίτητο γιὰ νὰ ἀνακουφισθοῦμε ἀπὸ τὴν πνευματική μας δίψα. Ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ὁ ἄνθρωπος βγάζει μὲ τὸν κουβὰ καὶ ἀπ’ αὐτὸν στὴν κανάτα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ παίρνει μὲ ἕνα ποτήρι νὰ δροσισθεῖ καὶ δὲν προσπαθεῖ μὲ μία φορὰ νὰ βγάλει τὸ νερὸ τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ ἔξω, διότι δὲν ἔχει τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ ὑπάρχει βεβαίως ὁ φόβος νὰ πνιγεῖ. Ἔτσι πνίγηκαν πολλοὶ ἐρευνητὲς τῶν Γραφῶν λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς των καὶ ἔγιναν ἀρχηγοὶ αἱρέσεων καὶ ὁδήγησαν μαζὶ μὲ τοὺς ἑαυτοὺς των χιλιάδες ψυχὲς στὸν Ἅδη.
2. Ὁ ἀπὸ κάτω πειρασμός:
Ἀπὸ κάτω ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ μᾶς πειράζει μὲ τὴν ἀκηδία καὶ ὀκνηρία γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν ἔργων τῆς ἀρετῆς καὶ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν κάποιος εἶναι δυνατὸς καὶ ὑγιὴς στὸ σῶμα καὶ ἐκ προθέσεως ἀποφεύγει τὶς δουλειὲς ἢ τὰ διακονήματα τῆς Μονῆς, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνάλογα τῶν δυνάμεών του. Ἢ ἕνας λαϊκός, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ κοπιάσει γιὰ τὰ ἔργα τῶν ἀρετῶν, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία, τὴν ὑπηρεσία καὶ βοήθεια τοῦ πλησίον, τὴν προσευχὴ κ.λ.π. Μὲ τὴν ἀδιαφορία ἢ ὀκνηρία μας αὐτὴ στεροῦμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας τὸν μισθὸ τῶν πνευματικῶν ἔργων, ἐπειδὴ δὲν κοπιάζουμε στὴν ἐφαρμογὴ τῶν θείων ἐντολῶν. Καθένας ἀπὸ ἐμᾶς λοιπόν, ἔχουμε καθῆκον νὰ ἀνεβαίνουμε τὶς πνευματικὲς βαθμίδες τῶν ἀρετῶν, γνωρίζοντας ὅτι ἡ μέση καὶ διακριτικὴ ὁδὸς εἶναι ἡ βασιλική, διότι τὰ ἄκρα εἶναι τοῦ διαβόλου.
3. Ὁ ἐκ δεξιῶν πειρασμός:
Αὐτὸς ὁ πειρασμὸς πάλι εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο εἶδος εἶναι, ὅταν ἐργασθοῦμε τὰ καλὰ ἔργα μὲ κακὸ σκοπό, ἐνῶ τὸ δεύτερο εἶναι, ἐὰν δεχθοῦμε τὴν ἐμφάνιση τῶν δαιμόνων μὲ τὴν μορφὴ ἀγγέλων καὶ ἁγίων, ἢ μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ ἄλλων οὐρανίων μορφῶν. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει ὅτι «οἱ δαίμονες τῆς κενοδοξίας καὶ ὑπερηφάνειας ἐμφανίζονται στοὺς ἀδυνάτους στὸν νοῦ ὡς προφῆται». Ἐνῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς δείχνει στὴν Β’ πρὸς Κορινθίους (11,14) ὅτι: «ὁ σατανὰς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός».
4. Ὁ ἐξ ἀριστερῶν πειρασμός:
Ἀπὸ τὰ ἀριστερά μᾶς πειράζει ὁ διάβολος ὅταν γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ μὲ τὴν θέληση μας ἀποφασίζουμε νὰ τὴν ἐκτελέσουμε. Ἕνα παράδειγμα: Κάποιος γνωρίζει ὅτι εἶναι ἁμαρτία νὰ κλέπτει, νὰ πορνεύει, νὰ μεθᾶ, νὰ βλασφημεῖ τὰ Θεῖα, νὰ ἐκδικεῖται τὸν πλησίον του ἢ νὰ κάνει ὁποιοδήποτε ἄλλο κακὸ ἔργο. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτὰ ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ νικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν θέλησή του καὶ εἰς γνῶσιν του. Ὁπότε, ὅταν ἐμεῖς γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ὅμως τὴν ἐπιτελοῦμε εἴτε μὲ τὸν νοῦ, τὸν λόγο, τὸ αἴσθημα ἢ τὴν πράξη, τότε πειραζόμεθα ἐξ ἀριστερῶν.
5. Ὁ ἐκ τῶν ἔμπροσθεν πειρασμός:
Μᾶς πειράζει ἀπὸ ἐμπρὸς ὁ διάβολος ὅταν μᾶς παρουσιάζει σκέψεις καὶ φαντασίες γιὰ ἔργα τὰ ὁποῖα δῆθεν θὰ μᾶς συμβοῦν στὸ μέλλον. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν θορυβούμεθα ὅτι θὰ ἔλθει ἐναντίον μας κάποιος κίνδυνος, κάποια παγίδα ἢ ἀσθένεια, ὅτι θὰ ξεσπάσει κάποιος πόλεμος, ὅτι θὰ δυσφημισθοῦμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, θὰ γίνουμε πτωχοί, μᾶς ταράζει κάποιος ὅτι δὲν θὰ ἐπιτύχουμε στὶς ἐξετάσεις ἢ σὲ κάποιο ἄλλο ἔργο.
Ὅλα αὐτά μᾶς τὰ φέρνει ὁ νοητὸς ἐχθρὸς στὸν νοῦ μας μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς ταράξει καὶ νὰ μᾶς κλονίσει μὲ αὐτὰ ποὺ νομίζουμε ὅτι θὰ ἔλθουν ἐναντίον μας.
Γι’ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ἂς προσέχουμε τὰ λόγια του Σωτῆρος ποὺ λέγει: «Μὴ οὒν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς, ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» δηλ. μὴ μερμνᾶτε ….φτάνει ἡ στεναχώρια τῆς ἡμέρας. (Ματθ. 6,34). Δὲν δόθηκε σ’ ἐμᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γνωρίζουμε οὔτε μία ὥρα πέραν τῆς παρούσης ὥρας τί θὰ γίνει. Ὁπότε σὲ τέτοιου εἴδους πειρασμὸ νὰ λέγομε: «Ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου».
6. Ὁ ἐκ τῶν ὄπισθεν πειρασμός:
Πειραζόμεθα ἐκ τῶν ὄπισθεν ὅταν οἱ δαίμονες μᾶς ἐνοχλοῦν στὸν νοῦ μας μὲ αὐτὰ τὰ ἔργα ποὺ κάναμε στὸ παρελθόν, ὅταν εἴμασταν παιδιὰ ἢ νέοι καὶ μὲ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάναμε.
Ἡ μνήμη μας πολὺ συχνὰ βοηθεῖ τὴν φαντασία μας στὰ κακὰ ποὺ κάναμε, προπαντὸς ὅταν περάσαμε τὴν ζωή μας χωρὶς προσπάθεια γιὰ τὴν φρούρηση καὶ κάθαρση τοῦ νοῦ μὲ τὴν νοερὰ προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό».
Οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι τόσο ἀνόητη εἶναι ἡ φαντασία, ὥστε ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἀντίκρισε στὴν νεότητά του μία ὡραία γυναίκα μὲ ἐμπάθεια καὶ ἔλθει ὁ καιρὸς νὰ πεθάνει αὐτὴ καὶ ἴδει τὴν νεκροκεφαλή της, ἐν τούτοις ἡ φαντασία του, τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ ὡραῖο πρόσωπό της, ὅταν ζοῦσε. Γι’ αὐτὸ ὀνόμασαν οἱ Πατέρες τὴν φαντασία «γέφυρα τοῦ διαβόλου», ἐπειδὴ καμιὰ ἁμαρτία δὲν περνᾶ ἀπὸ τὸν νοῦ καὶ τὴν αἴσθηση παρὰ μόνο ἀπὸ τὴν γέφυρα τῆς φαντασίας.
Ὁπότε, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, γιὰ νὰ νικήσουμε στὸν πόλεμο αὐτό, ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴν νοερὰ ἐγρήγορση καὶ προσοχή, τὴν μνήμη τοῦ θανάτου, τῶν βασάνων τῆς κολάσεως καὶ τῆς ἀκαταπαύστου νοερῆς προσευχῆς.
7. Ὁ ἐκ τῶν ἔσω πειρασμός:
Πειραζόμεθα ἀπὸ μέσα μας μὲ τὸν ἐρεθισμὸ τῶν παθῶν, τὰ ὁποῖα ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν καρδιά μας, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Σωτῆρος, ποὺ λέγει: «ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς λέγει ὅτι «βαθεῖα εἶναι ἡ καρδία παρὰ πάντα» (Ἱερεμ. 17,9), ἐπειδὴ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν ὅλες οἱ κακίες στὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν τὴν φυλάγει μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μετάνοια, ἀλλὰ καὶ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν πάλι, ὅλες οἱ ἀρετὲς σ’ αὐτὸν ποὺ τὴν καθαρίζει μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τὴν συντριβή. Ὁπότε ἁπαλλασσόμεθα ἀπὸ τὰ πάθη τῆς καρδίας μας μὲ τὴν ἀκατάπαυστη προσευχὴ καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ ἀπύθμενη θάλασσα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ἐμεῖς πρέπει νὰ βγάλουμε ὅσο εἶναι δυνατὸν καὶ ἀπαραίτητο γιὰ νὰ ἀνακουφισθοῦμε ἀπὸ τὴν πνευματική μας δίψα. Ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ὁ ἄνθρωπος βγάζει μὲ τὸν κουβὰ καὶ ἀπ’ αὐτὸν στὴν κανάτα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ παίρνει μὲ ἕνα ποτήρι νὰ δροσισθεῖ καὶ δὲν προσπαθεῖ μὲ μία φορὰ νὰ βγάλει τὸ νερὸ τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ ἔξω, διότι δὲν ἔχει τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ ὑπάρχει βεβαίως ὁ φόβος νὰ πνιγεῖ. Ἔτσι πνίγηκαν πολλοὶ ἐρευνητὲς τῶν Γραφῶν λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς των καὶ ἔγιναν ἀρχηγοὶ αἱρέσεων καὶ ὁδήγησαν μαζὶ μὲ τοὺς ἑαυτοὺς των χιλιάδες ψυχὲς στὸν Ἅδη.
2. Ὁ ἀπὸ κάτω πειρασμός:
Ἀπὸ κάτω ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ μᾶς πειράζει μὲ τὴν ἀκηδία καὶ ὀκνηρία γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν ἔργων τῆς ἀρετῆς καὶ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν κάποιος εἶναι δυνατὸς καὶ ὑγιὴς στὸ σῶμα καὶ ἐκ προθέσεως ἀποφεύγει τὶς δουλειὲς ἢ τὰ διακονήματα τῆς Μονῆς, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνάλογα τῶν δυνάμεών του. Ἢ ἕνας λαϊκός, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ κοπιάσει γιὰ τὰ ἔργα τῶν ἀρετῶν, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία, τὴν ὑπηρεσία καὶ βοήθεια τοῦ πλησίον, τὴν προσευχὴ κ.λ.π. Μὲ τὴν ἀδιαφορία ἢ ὀκνηρία μας αὐτὴ στεροῦμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας τὸν μισθὸ τῶν πνευματικῶν ἔργων, ἐπειδὴ δὲν κοπιάζουμε στὴν ἐφαρμογὴ τῶν θείων ἐντολῶν. Καθένας ἀπὸ ἐμᾶς λοιπόν, ἔχουμε καθῆκον νὰ ἀνεβαίνουμε τὶς πνευματικὲς βαθμίδες τῶν ἀρετῶν, γνωρίζοντας ὅτι ἡ μέση καὶ διακριτικὴ ὁδὸς εἶναι ἡ βασιλική, διότι τὰ ἄκρα εἶναι τοῦ διαβόλου.
3. Ὁ ἐκ δεξιῶν πειρασμός:
Αὐτὸς ὁ πειρασμὸς πάλι εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο εἶδος εἶναι, ὅταν ἐργασθοῦμε τὰ καλὰ ἔργα μὲ κακὸ σκοπό, ἐνῶ τὸ δεύτερο εἶναι, ἐὰν δεχθοῦμε τὴν ἐμφάνιση τῶν δαιμόνων μὲ τὴν μορφὴ ἀγγέλων καὶ ἁγίων, ἢ μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ ἄλλων οὐρανίων μορφῶν. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει ὅτι «οἱ δαίμονες τῆς κενοδοξίας καὶ ὑπερηφάνειας ἐμφανίζονται στοὺς ἀδυνάτους στὸν νοῦ ὡς προφῆται». Ἐνῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς δείχνει στὴν Β’ πρὸς Κορινθίους (11,14) ὅτι: «ὁ σατανὰς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός».
4. Ὁ ἐξ ἀριστερῶν πειρασμός:
Ἀπὸ τὰ ἀριστερά μᾶς πειράζει ὁ διάβολος ὅταν γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ μὲ τὴν θέληση μας ἀποφασίζουμε νὰ τὴν ἐκτελέσουμε. Ἕνα παράδειγμα: Κάποιος γνωρίζει ὅτι εἶναι ἁμαρτία νὰ κλέπτει, νὰ πορνεύει, νὰ μεθᾶ, νὰ βλασφημεῖ τὰ Θεῖα, νὰ ἐκδικεῖται τὸν πλησίον του ἢ νὰ κάνει ὁποιοδήποτε ἄλλο κακὸ ἔργο. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτὰ ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ νικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν θέλησή του καὶ εἰς γνῶσιν του. Ὁπότε, ὅταν ἐμεῖς γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ὅμως τὴν ἐπιτελοῦμε εἴτε μὲ τὸν νοῦ, τὸν λόγο, τὸ αἴσθημα ἢ τὴν πράξη, τότε πειραζόμεθα ἐξ ἀριστερῶν.
5. Ὁ ἐκ τῶν ἔμπροσθεν πειρασμός:
Μᾶς πειράζει ἀπὸ ἐμπρὸς ὁ διάβολος ὅταν μᾶς παρουσιάζει σκέψεις καὶ φαντασίες γιὰ ἔργα τὰ ὁποῖα δῆθεν θὰ μᾶς συμβοῦν στὸ μέλλον. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν θορυβούμεθα ὅτι θὰ ἔλθει ἐναντίον μας κάποιος κίνδυνος, κάποια παγίδα ἢ ἀσθένεια, ὅτι θὰ ξεσπάσει κάποιος πόλεμος, ὅτι θὰ δυσφημισθοῦμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, θὰ γίνουμε πτωχοί, μᾶς ταράζει κάποιος ὅτι δὲν θὰ ἐπιτύχουμε στὶς ἐξετάσεις ἢ σὲ κάποιο ἄλλο ἔργο.
Ὅλα αὐτά μᾶς τὰ φέρνει ὁ νοητὸς ἐχθρὸς στὸν νοῦ μας μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς ταράξει καὶ νὰ μᾶς κλονίσει μὲ αὐτὰ ποὺ νομίζουμε ὅτι θὰ ἔλθουν ἐναντίον μας.
Γι’ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ἂς προσέχουμε τὰ λόγια του Σωτῆρος ποὺ λέγει: «Μὴ οὒν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς, ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» δηλ. μὴ μερμνᾶτε ….φτάνει ἡ στεναχώρια τῆς ἡμέρας. (Ματθ. 6,34). Δὲν δόθηκε σ’ ἐμᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γνωρίζουμε οὔτε μία ὥρα πέραν τῆς παρούσης ὥρας τί θὰ γίνει. Ὁπότε σὲ τέτοιου εἴδους πειρασμὸ νὰ λέγομε: «Ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου».
6. Ὁ ἐκ τῶν ὄπισθεν πειρασμός:
Πειραζόμεθα ἐκ τῶν ὄπισθεν ὅταν οἱ δαίμονες μᾶς ἐνοχλοῦν στὸν νοῦ μας μὲ αὐτὰ τὰ ἔργα ποὺ κάναμε στὸ παρελθόν, ὅταν εἴμασταν παιδιὰ ἢ νέοι καὶ μὲ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάναμε.
Ἡ μνήμη μας πολὺ συχνὰ βοηθεῖ τὴν φαντασία μας στὰ κακὰ ποὺ κάναμε, προπαντὸς ὅταν περάσαμε τὴν ζωή μας χωρὶς προσπάθεια γιὰ τὴν φρούρηση καὶ κάθαρση τοῦ νοῦ μὲ τὴν νοερὰ προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό».
Οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι τόσο ἀνόητη εἶναι ἡ φαντασία, ὥστε ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἀντίκρισε στὴν νεότητά του μία ὡραία γυναίκα μὲ ἐμπάθεια καὶ ἔλθει ὁ καιρὸς νὰ πεθάνει αὐτὴ καὶ ἴδει τὴν νεκροκεφαλή της, ἐν τούτοις ἡ φαντασία του, τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ ὡραῖο πρόσωπό της, ὅταν ζοῦσε. Γι’ αὐτὸ ὀνόμασαν οἱ Πατέρες τὴν φαντασία «γέφυρα τοῦ διαβόλου», ἐπειδὴ καμιὰ ἁμαρτία δὲν περνᾶ ἀπὸ τὸν νοῦ καὶ τὴν αἴσθηση παρὰ μόνο ἀπὸ τὴν γέφυρα τῆς φαντασίας.
Ὁπότε, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, γιὰ νὰ νικήσουμε στὸν πόλεμο αὐτό, ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴν νοερὰ ἐγρήγορση καὶ προσοχή, τὴν μνήμη τοῦ θανάτου, τῶν βασάνων τῆς κολάσεως καὶ τῆς ἀκαταπαύστου νοερῆς προσευχῆς.
7. Ὁ ἐκ τῶν ἔσω πειρασμός:
Πειραζόμεθα ἀπὸ μέσα μας μὲ τὸν ἐρεθισμὸ τῶν παθῶν, τὰ ὁποῖα ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν καρδιά μας, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Σωτῆρος, ποὺ λέγει: «ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς λέγει ὅτι «βαθεῖα εἶναι ἡ καρδία παρὰ πάντα» (Ἱερεμ. 17,9), ἐπειδὴ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν ὅλες οἱ κακίες στὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν τὴν φυλάγει μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μετάνοια, ἀλλὰ καὶ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν πάλι, ὅλες οἱ ἀρετὲς σ’ αὐτὸν ποὺ τὴν καθαρίζει μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τὴν συντριβή. Ὁπότε ἁπαλλασσόμεθα ἀπὸ τὰ πάθη τῆς καρδίας μας μὲ τὴν ἀκατάπαυστη προσευχὴ καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας.
8. Ὁ ἐκ τῶν ἔξ
ω πειρασμός:
Προέρχεται ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα εἰσέρχονται στὴν ψυχή μας ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις ἢ ὅπως ὀνομάζονται τὰ παράθυρα τῆς ψυχῆς, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ προφήτης Ἱερεμίας λέγει: «ἀνέβη θάνατος διὰ τῶν θυρίδων ὑμῶν» (9,21). Αὐτὲς οἱ πέντε αἰσθήσεις εἶναι τὰ πέντε ζεύγη βοῶν μὲ τὰ ὁποῖα ζοῦμε στὴν κακία καὶ ἐμπάθεια καὶ δὲν θέλουμε νὰ πᾶμε στὸ Δεῖπνο ποὺ μᾶς καλεῖ ὁ Μέγας Βασιλεὺς (Λουκ. 14,19). Ὁπότε ἡ ἀπόκρουση ἀπ’ αὐτὰ τὰ πάθη γίνεται μὲ τὴν πολυχρόνια νήψη τοῦ νοῦ, τὴν ἀκατάπαυστη προσευχή, τὴν συντριβὴ τῆς καρδίας καὶ μὲ τὸ νὰ ζητᾶμε μὲ πόνο καὶ μετάνοια τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου.
Ἐν κατακλείδι, παρακαλῶ μὲ ταπείνωση, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, νὰ βοηθήσετε καὶ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἀδιάφορο γιὰ τὴν σωτηρία μου, μὲ τὴν προσευχή σας, ὥστε νὰ αἰσθανθῶ τουλάχιστο ἐντροπὴ γιὰ τὰ ἀνωτέρω λόγια ποὺ σᾶς εἶπα καὶ ἔτσι νὰ ξυπνήσω καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν ἀναισθησία μου καὶ νὰ καλῶ τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας γιὰ βοήθειά μου. Ἀμήν.
Προέρχεται ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα εἰσέρχονται στὴν ψυχή μας ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις ἢ ὅπως ὀνομάζονται τὰ παράθυρα τῆς ψυχῆς, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ προφήτης Ἱερεμίας λέγει: «ἀνέβη θάνατος διὰ τῶν θυρίδων ὑμῶν» (9,21). Αὐτὲς οἱ πέντε αἰσθήσεις εἶναι τὰ πέντε ζεύγη βοῶν μὲ τὰ ὁποῖα ζοῦμε στὴν κακία καὶ ἐμπάθεια καὶ δὲν θέλουμε νὰ πᾶμε στὸ Δεῖπνο ποὺ μᾶς καλεῖ ὁ Μέγας Βασιλεὺς (Λουκ. 14,19). Ὁπότε ἡ ἀπόκρουση ἀπ’ αὐτὰ τὰ πάθη γίνεται μὲ τὴν πολυχρόνια νήψη τοῦ νοῦ, τὴν ἀκατάπαυστη προσευχή, τὴν συντριβὴ τῆς καρδίας καὶ μὲ τὸ νὰ ζητᾶμε μὲ πόνο καὶ μετάνοια τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου.
Ἐν κατακλείδι, παρακαλῶ μὲ ταπείνωση, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, νὰ βοηθήσετε καὶ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἀδιάφορο γιὰ τὴν σωτηρία μου, μὲ τὴν προσευχή σας, ὥστε νὰ αἰσθανθῶ τουλάχιστο ἐντροπὴ γιὰ τὰ ἀνωτέρω λόγια ποὺ σᾶς εἶπα καὶ ἔτσι νὰ ξυπνήσω καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν ἀναισθησία μου καὶ νὰ καλῶ τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας γιὰ βοήθειά μου. Ἀμήν.
http://www.agiazoni.gr/article.php?id=18639782127147019940
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου