Δύο χαρακτηριστικές φωτογραφίες τοῦ ἁπλοῦ, πιστοῦ καί χαριτωμένου ἀειμνήστου ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ Ἀναστασίου στό κρεββάτι τῆς δοκιμασία του πού εὐχαριστιακά καί δοξολογικά ὑπέμεινε |
Αναστάσιος Μ.,
Μέρος Γ΄
«Ἄν ἕνας μέ φταίξει τόν παρουσιάζω σ’ ἕνα κλοιό προσευχῆς»
Γιά τήν περιφρόνηση καί τούς πειρασμούς
Ὁ κ. Τάσος γιά νά διαθέτει στόν κόσμο τά ζαρζαβατικά του στεκόταν ἔξω ἀπό μαγαζιά ἤ στίς γωνίες ἤ προχωροῦσε μ’ ἕνα καροτσάκι φωνάζοντας μέ τήν χαριτωμένη, σάν παιδική φωνή του, «ἐλᾶτε, πράσα, σέλινα, ντομάτες!». Ἄφηνε νά διαλέγουν ὅτι ἤθελαν ὅσοι ἀγόραζαν κι ἀπό πάνω ἔβαζε στή σακούλα κι ἄλλα.
Μία μέρα, μία γυναίκα ἀγόρασε μελιτζάνες. Μεγάλο βάρος τό εἶχε, ὅταν τόν ξαναεῖδε καί τοῦ εἶπε ὅτι ἦταν σποριάρικες, αὐτός τῆς ἔβαλε ἀλλά κηπευτικά καί τό εἶχε γιά ἁμαρτία του.
Μία ἄλλη γυναίκα ἐπειδή «ζουλοῦσε» τίς ντομάτες γιά νά διαλέξει καί τῆς εἶπε εὐγενικά, -«τί θά γίνει ἄν ὅλοι κάνουν ἔτσι», τόν ἄρχισε τίς φωνές, -«ἐσεῖς μόνο μέ τούς μεγάλους σταυρούς» κ.τ.λ.
Μία ἄλλη κάποτε πού πουλοῦσε κουκιά, ἔξω ἀπό τό μαγαζί της (ἄσχετο μέ μαναβική) τόν ἐδίωξε μέ φωνές…. –«Φύγε ἀπ’ ἐδῶ!» Κι αὐτός; Φρόντιζε κρυφά, σ’ ὅσους τόν ἀδικοῦσαν νά ἀφήνει ἔξω ἀπό τή πόρτα τους τά καλύτερα, τά πιό φρέσκα λαχανικά…
Ἔλεγε: «Τό στόμα τῶν ἀνθρώπων εἶναι σάν ἡφαίστειο. Ὅμως -ὅπως λέει-, «ἀλλοίμονόν σας, ἄν ποῦνε καλά γιά σᾶς λόγια».
» Ὅμως καί ὅταν παλεύεις μέ τήν ἀδικία, πίσω, μπρός, πίσω, μπρός, σέ σακατεύει….
» Μ’ ἕναν πιαστήκαμε σέ λόγια, γιατί ράντισα τό χωράφι, καί χωρίς νά ξέρω ψόφησαν κάτι κουνέλια του, κι ἤθελα νά συχωρεθῶ… Πάω καί τοῦ ἀφήνω τά καλύτερα ἀπ’ τή σοδειά, στά κρυφά.
» Εἶναι μερικοί πού μάθανε μόνο νά παίρνουν καί νά μήν ἀναγνωρίζουν τήν καλοσύνη.
» Μία μέρα γυρνοῦσα μέ τό κάρο ἀπ’ τό χωράφι καί 3 παιδιά, μεγάλα, γιά στρατό, μ’ ἔφραξαν τό δρόμο καί μέ κορόιδευαν: «μπάρμπα, ἡ κοπριά ἀγοράζεται;
» Ε…. ὁ κόσμος εἶναι ἕνας ἀναβρασμός…. Εἶναι αὐτό πού λέει, «μίσησάν με δωρεάν». Ὅμως τίς προσβολές μόνο ἡ προσευχή τίς διαλύει. Λιώνει τήν ἀδικία.
» Ἐάν εἶναι θλιμμένη ἡ προσευχή μου, θά πάθουν κακό, γι’ αὐτό θέλει προσοχή νά μήν ριζώσει τό μίσος μέσα σου. Ὄχι. Ἅμα πέσω σέ θλιμμένη προσευχή θά πάθει ὁ ἄλλος ζημιά. Ὄχι νά κάνω ζημιά στόν ἄλλον. Ἔρχομαι σέ ἀπαρηγόρητη προσευχή καί πέφτω στό ἥμαρτον, ζητῶ μία παρηγοριά, συχώρεση…. Ἄν μ’ ἔρθει περιφρόνηση, θεωρῶ τόν ἑαυτό μου ἁμαρτωλό, καί ἀρχίζω, συχώρεσέ με Κύριε, συχώρεσέ με….
» Τό νά ρωτᾶς γιατί βρίσκεσαι στό χάος δέν βρίσκεις ἄκρη.
» Ἰσότητα μόνο στόν θάνατο. Ὅλα εἶναι σά μία μέρα. Καί 100 χρονῶν νά γενεῖς, σάν χθές νά ‘ρθες στόν κόσμο.
» Οἱ ἐλπίδες μας νά πέσουν στήν ἄλλη ζωή, τήν αἰώνια. Ἐάν μᾶς λυπηθεῖ ὁ Θεός, ἐκεῖ δέν ἔχει τέλος.
» Δέν βλέπω ποιά καλοσύνη ἔκανα ἐγώ, βλέπω πότε πλήγωσα αὐτό τό Φῶς μπροστά μου.
» Γιατί κι ἐγώ μέχρι 16 χρονῶν ἔκανα πολλές ἀταξίες παιδικές (θυμόταν σάν μεγάλο παράπτωμά του πού πετοῦσαν κάτι γάτες ἀπό κάτι παλιά τούρκικα σπίτια καί πέφτανε αὐτές καταγῆς).
» Ὅλους νά τούς βλέπουμε καλούς, νά παρακαλᾶμε γιά ὅλους. Δέν θά κάνεις κτῆμα τό κακό.
» Πολλοί πιστεύουν στόν Μαμωνᾶ. Θέλουν νά κερδίσουν ἄκοπα δίχως κούραση. Ἔφυγε ὅμως ἡ εὐλογία. Γιατί, λέει, μέ τόν ἱδρώτα νά βγάζεις τό ψωμί σου. Ὄχι νά βγάζουν πολλά λεφτά ἄκοπα. Αὐτοί θέλουν αἰχμάλωτους στό συμφέρον.
» Ἐμεῖς δέν θά κάνουμε κακό σ’ ὅσους μᾶς κάνουν κακό γιατί μετά θά τό ἔχεις «κανόνα» γιά ὅλη σου τή ζωή, θά 'ναι αὐτό ἐμπόδιο στήν προσευχή. Ἄστους, ἐπειδή εἶναι αὐτοί στή λάσπη, θέλουν νά τραβήξουν κι ἐσένα πρός τά κάτω. Ἐμεῖς χρωστᾶμε νά ἀγαπᾶμε ὅλους.
» Καί ἀπ’ τούς Χριστιανούς ἔχει τό μερτικό ἡ κακιά ὥρα. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα τίποτα. Τόν νταλαμπέρνει ὁ λογισμός, ἅμα φωλιάζει μέσα σου καί σέ κάνει κτῆμα του….Ὁ πιό πολύς ντουνιᾶς εἶναι ἀνάποδος. Ἐσύ θά πᾶς νά τόν ἀλλάξεις ἤ αὐτός θά σέ τουμπάρει; Θέλει προσοχή! Δέν θά κάνης κτῆμα τό κακό. Δέν θά τό καλλιεργήσεις. Ἡ μοχθηρία εἶναι ἀπιστία. Ἅμα πιστεύεις, συγκρατιέσαι σέ κάποια λογική. Ἄν κάτι δέν πιάνει τόπο… θᾶψτο τό κατηγόριο. Ἀπαγορεύεται αὐστηρά.
» Τόν ἐχθρό μας νά τόν φέρνουμε στό ὕψος καί ἐμεῖς στά πόδια του νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά τόν συχωρέσει. Νά δίνεις ἐκτίμηση στόν ἐχθρό. Στό ὕψος νά τούς βάλουμε καί μεῖς στά πόδια τους νά εἴμαστε τῶν ἐχθρῶν μας. Τό πιστεύω μας δέν εἶναι ἀέρας, θά πεῖ νά μή χαλάσεις τήν καρδιά τοῦ ἄλλου. Ὅσο πιστεύεις στόν Θεό τόσο δέν θέλεις νά χαλάσεις τήν ψυχή τοῦ ἄλλου. Δέν λέει προσευχηθεῖτε γιά ὅσους σᾶς κατατρέχουν; Ἄν σ’ ἔλθη φώτιση νά πῆς ἄχ, Θεέ μου! Θά πονέσεις καί θά κλάψεις γιά τό Εὐαγγέλιο. Ἔμενα μέ κύκλωσαν ἀδικίες κι ἔκανα προσευχή. Ὅταν ἔβλεπα ἀδικία καί δέν μποροῦσα νά τή σταματήσω γονατοῦσα καί φώναζα συχωώωωρεσέ με Κύριε… Ἔτσι μέ περνοῦσε ἡ στεναχώρια… Γιατί οἱ προσευχές φτάνουν ἐπάνω. Οἱ προσευχές τά πάντα τά λιώνουν, κι ἀμέσως προλαβαίνει ἡ καλοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἄ! πού νά σκάσης τρανέ σατανᾶ! Ἄν μέ φερθοῦν ἄσχημα, νά πέσω στό ἥμαρτον. Ἄν τό ἀφήσω θά μέ κάνει ζημιά. Ἄν ἕνας μέ φταίξει τόν παρουσιάζω σ’ ἕνα κλοιό προσευχῆς. Μέ τήν προσευχή τά διαλύεις ὅλα. Ἐάν μαλώσω μέ κάποιον χάνω τήν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ. Νά μήν χαλάσεις καρδιά ἀνθρώπου, γιατί σέ παρασέρνει ὁ πειρασμός.
» Ὅσο λατρεύεις τόν Θεό, τόσο νά τιμᾶς καί τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι στίς δυσκολίες, εἶναι ἡ ὑπομονή, …. Ἔχει ἀνθρώπους πού κλαῖνε γιατί δέν ἀρρωστᾶνε.
» Τά Παληά χρόνια ἤξερες τόν ἀντίθεο. Τώρα δέν τόν γνωρίζεις. Ἅμα βγῆς ἔξω καί μιλήσεις ὅλοι θά σέ περιλάβουν. Θέλει τά δικαιώματά του ὁ Σατανᾶς, ἀνέκαθεν ἦταν ἔτσι.
» Ἄκουγα εἰρωνεῖες καί στή δουλειά πού ἔκανα καί στήν πλατεία ὅταν καθόμουν –«βρέ τόν κοιμισμένο», ἄκουσα νά λέν γιά μένα, μά ἐγώ δέν ἤξερα νά παρεξηγηθῶ. Μέ ἔλεγαν, «γιατί δέν γλεντᾶς, γιατί δέν γυρνᾶς;» Ἐγώ σάν ἄνθρωπος πήγαινα σέ γιορτές μά δέν ἤξερα ἄλλα, καί τούς λέω μία φορά· βρέ σεῖς, εἴδατε στίς εἰκόνες κάνα Ἅγιο νά γελάει;
» Κάποτε ἕνας δίχως νά μέ ἀκούσει τί θά τόν ἔλεγα, φώναζε: «Οὔ ου ου… καί κάνετε καί μεγάλους σταυρούς!»
» Κάποτε ἡ δύναμη τοῦ πονηροῦ κυριαρχεῖ. Ἅμα ὅμως μποῦμε στήν κοινωνία ὅπως σκέφτονται αὐτοί, θά φύγουμε ὁπωσδήποτε ἀπό τό Εὐαγγέλιο. Ἐμεῖς νά πιστεύουμε σ’ αὐτό καί θά εἴμαστε οἱ πιό θεραπευμένοι.
συνεχίζεται…
Εὐχαριστοῦμε τίς ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξη Κυψέλη» γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://HristosPanagia3.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου