(Λουκ. 9, 37: 43)
«Ἐξεπλήσσοντο πάντες ἐπί τῇ μεγαλειότητι τοῦ Θεοῦ»[1]. Ὁ Θεός εἶναι θαυμαστός ἐν τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ, θαυμαστός καί ἐν τοῖς ἔργοις Αὐτοῦ, θαυμαστός καί ἐν τοῖς χαρίσμασι Αὐτοῦ. Ὁ Θεός εἶναι πού μᾶς χαρίζει τήν Θεία Του Χάρη, τήν Θεία Του ἐνέργεια, μᾶς χαρίζει τούς ἁγίους καί μᾶς χαρίζει τά θαυμαστά Του ἔργα∙ μᾶς χαρίζει τήν θαυμαστή θεία Του Πρόνοια, μᾶς χαρίζει τήν θεία Του σκέπη καί βοήθεια σέ κάθε στιγμή, διαμέσου τῆς Ἁγίας Του Ἐκκλησίας. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἔρχεται ἀπό τόν Θεό διαμέσου τῶν Ἁγίων του, διαμέσου τῶν ἁγίων μυστηρίων, διαμέσου τῆς τηρήσεως τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του.
Ἡ Χάρις, λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, πού εἶχε ἕνας Ἄγιος στήν ἐποχή του ἐκείνη στά Καυσοκαλύβια, μεταδόθηκε σέ μένα, ἀκτινοβόλησε καί στήν δική μου ψυχή. Αὐτός ὁ Ἅγιος ἦταν ὁ Γερο-Δημᾶς, ὁ ὁποῖος συναντήθηκε, μέ τόν μικρό τότε, Πορφύριο καί τοῦ ἀκτινοβόλησε τήν θεία του Χάρη, χωρίς ὁ ἴδιος βέβαια νά τό γνωρίζει. Λέει ὁ Ἅγιος: «στό Κυριακό πού πήγαινα γιά ἀγρυπνίες καί ἀκολουθίες ἐγνώρισα Ἁγίους ἀνθρώπους. Ἀκοῦστε νά σᾶς πῶ γιά ἕναν κρυφό Ἅγιο. Πάνω ἀπό τήν Καλύβα μας, πολύ ψηλά, ζοῦσε ἕνας Ρῶσος, ὁ Γερο-Δημᾶς. Ἦταν πολύ εὐλαβής. Ὁ Γερο-Δημᾶς ἔμεινε σχεδόν ἄγνωστος σέ ὅλη του τή ζωή. Κανείς δέν ἀναφέρει τό ὄνομα του ἤ γιά τό χάρισμά του. Νά φύγει ἀπό τή Ρωσία! Ποιός ξέρει πόσες ἡμέρες διαδρομή ἔκανε! Τά ἄφησε ὅλα γιά νά ἔρθει σέ μιά ἄκρη τοῦ κόσμου, στά Καυσοκαλύβια. Κι ἔζησε ὅλη του τή ζωή ἐκεῖ. Καί πέθανε ἄγνωστος. Δέν ἦταν κανείς ἐγωιστής. Ὄχι, ὄχι, ἀγωνιστής ἦταν. Καί νά μήν ἔχει κανένα δίπλα του νά τοῦ πεῖ: «Πεντακόσιες μετάνοιες ἔκανα σήμερα. Αὐτό αἰσθάνθηκα...». Ἦταν μυστικός ἀγωνιστής[2].
Θέλει νά πεῖ ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὅτι δέν ἐπεδίωκε καθόλου τά μπράβο καί τήν δόξα καί τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Γιατί πολλές φορές μᾶς πιάνει ἡ λεγόμενη πνευματική κενοδοξία καί ἀνθρωπαρέσκεια καί προσπαθοῦμε μέσα ἀπό τά θεῖα χαρίσματα νά ἐκμαιεύσουμε, νά ἀντλήσουμε τόν ἀνθρώπινο ἔπαινο καί τήν δόξα.
«Ναί, εἶναι ἕνα τέλειο πράγμα αὐτό», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Εἶναι δηλαδή ἡ ἀνιδιοτέλεια. «Ἀνιδιοτέλεια, λατρεία, ἁγιοσύνη, ἐνώπιος ἐνωπίῳ, χωρίς ἀνθρωπαρέσκεια. Ὅ,τι κάνει ὁ ἄνθρωπος, νά τό κάνει καθαρά καί μόνο ἀπό τόν Θεό. Ὁ δοῦλος, τῷ δεσπότῃ. Οὔτε ἡγούμενος, οὔτε «μπράβο», οὔτε «γιατί αὐτό ἔτσι εἶναι». Εἶδα ἕναν ἅγιο ζωντανό. Ναί, ἕναν ἄγνωστο Ἅγιο. Ὁ καημένος περιφρονημένος. Ποιός ξέρει ὅταν πέθανε, ἔπειτα ἀπό πόσες μέρες θά τό μάθαμε κι ἴσως μῆνες, ἄν ἦταν καί χειμώνας. Ποῦ νά πήγαινε ἄνθρωπος ἐκεῖ ψηλά στή λίθινη καλύβα του! Δέν τόν ἔβλεπε κανείς. Πολλές φορές αὐτούς τούς ἐρημίτες τούς βρίσκανε ἔπειτα ἀπό ἕναν-δύο μῆνες μετά τήν κοίμησή τους»[3]. Ὅπως συνέβη καί μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο.
«Τό ἐκχείλισμα τῆς χάριτος», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ἦλθε σ' ἐμένανε τόν ταπεινό, ὅταν εἶδα αὐτόν, τόν Γερο-Δημᾶ στό Κυριακό νά κάνει τίς μετάνοιές του καί ν' ἀναλύεται σέ λυγμούς στήν προσευχή του. Μέ τίς μετάνοιες αὐτουνοῦ, τόσο πολύ τόν ἐπεσκίασε ἡ Χάρις, ὥστε ἀκτινοβόλησε καί σ' ἐμένα. Τότε ξέσπασε καί σέ μένα ὁ πλοῦτος τῆς χάριτος. Δηλαδή ὑπῆρχε καί πρίν, μέ τήν ἀγάπη πού εἶχα στόν Γέροντά μου, ἀλλά τότε αἰσθάνθηκα κι ἐγώ τήν Χάρη πάρα πολύ ἔντονα. Νά σᾶς πῶ πῶς μοῦ συνέβηκε.
Ἕνα πρωί κατά τίς τρεισήμισι, ἐπῆγα στό Καθολικό στήν Ἁγία Τριάδα γιά τήν ἀκολουθία. Ἦταν νωρίς ἀκόμα. Δέν εἶχε χτυπήσει τό σήμαντρο ἀκόμη. Κανείς δέν ἦταν μέσα στήν ἐκκλησία. Κάθισα στόν πρόναο, κάτω ἀπό μιά σκάλα. Ἤμουν ἀθέταος καί προσευχόμουν. Σέ μιά στιγμή ἀνοίγει ἡ πόρτα τῆς ἐκκλησίας καί μπαίνει ἕνας ψηλός κι ἡλικιωμένος μοναχός. Ἦταν ὁ Γερο-Δημᾶς. Μόλις μπῆκε κοίταξε δεξιά-ἀριστερά, δέν εἶδε κανένα. Τότε λοιπόν, κρατώντας ἕνα μεγάλο κομποσκοίνι, ἄρχισε τίς μετάνοιες τίς στρωτές, πολλές καί γρήγορες, κι ἔλεγε συνεχῶς: «Κύριε, Ἰησοῦ ἐλέησον με... Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς». Σέ λίγο ἔπεσε σέ ἔκσταση. Δέν μπορῶ, δέν βρίσκω λόγια νά σᾶς περιγράψω τή συμπεριφορά του ἀπέναντι στόν Θεό. Κινήσεις ἀγάπης καί λατρείας, κινήσεις θείου ἔρωτος, θείας ἀγάπης καί ἀφοσιώσεως. Τόν εἶδα νά στέκεται, ν' ἀνοίγει τά χέρια του ὄρθιος, σέ σχῆμα σταυροῦ, ὅπως ἔκανε ὁ Μωυσῆς στή θάλασσα, κι ἔκανε ἕνα πράγμα: «Οὐουουου!...» Τί ἦταν αὐτό; Ἦταν μέσα στή Χάρη. Ἔλαμπε μέσα στό φῶς. Αὐτό ἦταν! Ἀμέσως μοῦ μετέδωσε τήν εὐχή. Ἀμέσως μπῆκα στή δική του ἀτμόσφαιρα. Δέν μέ εἶχε δεῖ. Συγκινήθηκα κι ἄρχισα νά κλαίω. Ἦλθε σ' ἐμένα τόν ταπεινό ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Μοῦ μετέδωσε τήν Χάρη. Ἐκείνη τήν Χάρη πού εἶχε ἐκεῖνος ὁ Ἅγιος, αὐτή τήν ἀκτινοβόλησε καί στή δική μου τήν ψυχή. Μοῦ μετέδωσε τά χαρίσματά του τά πνευματικά.
Εἶχε πάθη ἔκσταση ὁ Γερο-Δημᾶς. Χωρίς νά τό θέλει τό ἔκανε. Δέν μποροῦσε νά κρατήσει τό βίωμά του. Αὐτό πού λέγω», λέει ὁ Ἅγιος, «δέν εἶναι σωστό. Δέν μπορῶ νά τό ἐκφράσω. Αὐτό εἶναι κατάληψις ὑπό τοῦ Θεοῦ. Αὐτά δέν ἐξηγοῦνται. Καθόλου δέν ἐξηγοῦνται. Πρέπει νά εἶσαι ἄξιος νά τά καταλάβεις»[4]. Εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Καί αὐτή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πέρασε καί στόν Ἅγιο Πορφύριο, ὁ ὁποῖος ἤτανε καί αὐτός δεκτικός τῆς Θείας Χάρης. Ὅπως καί στό ὄρος Θαβώρ, πέρασε καί τό αἰσθάνθηκαν καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί βρέθηκαν καί αὐτοί σέ κατάσταση θεώσεως. Αὐτά τά χαρίσματα πού ἀπέκτησε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὅπως λέει ὁ ἴδιος, ἀπό τήν ὑπακοή του καί ἀπό τήν εὐλάβεια πού εἶχε στούς Ἁγίους Γέροντές του καί τήν ἀγάπη πού ἔτρεφε σ' αὐτούς, αὐτά ὁ Θεός τά δίνει σέ ὅλους τούς ἀγωνιστές, τούς πνευματικούς ἀγωνιστές. Δέν εἶναι βέβαια καθόλου εὔκολο κατόρθωμα.
«Τά δῶρα τοῦ Θεοῦ», λέγει ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός, «διακρίνονται σέ γενικά καί εἰδικά δῶρα. Συνίστανται στά τέσσερα στοιχεῖα τῆς φύσεως καί ἄλλα ὅσα ἀπορρέουν ἀπό αὐτά, ὅλα τά θαυμαστά καί φοβερά ἔργα τοῦ Θεοῦ πού περιγράφονται στήν Ἁγία Γραφή. Τά εἰδικά δῶρα εἶναι αὐτά πού χαρίζει ὁ Θεός σέ κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά, εἴτε πλούτη πρός χάριν τῆς ἐλεημοσύνης, εἴτε φτώχεια πρός χάριν τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ταπεινώσεως∙ εἴτε ἐξουσία πρός χάριν τῆς δικαιοσύνης καί ἐνισχύσεως τῶν ἀρετῶν, εἴτε ὑποδούλωση καί σκλαβιά πρός χάριν τῆς ταχείας σωτηρίας τῆς ψυχῆς∙ εἴτε ὑγεία πρός χάριν τῆς βοήθειας τῶν ἀδυνάτων, εἴτε ἀσθένεια πρός χάριν τοῦ στεφάνου τῆς ὑπομονῆς∙ εἴτε γνώσεις καί ἐπιδεξιότητες στήν πρός κτίση πλούτου, πρός χάριν τῆς ἀρετῆς, εἴτε ἀδυναμία καί ἔλλειψη ἀδεξιοτήτων πρός χάριν τῆς ταπεινώσεως. Τά παραπάνω μολονότι φαίνονται ἀντίθετα μεταξύ τους εἶναι ὅμως ὅλα καλά λίαν, ἀνάλογα μέ τόν σκοπό τους. Ὀφείλουμε νά ἀποδίδουμε εὐχαριστία στόν Θεό, γιά ὅλα τά δῶρα Του καί νά ὑπομένουμε μέ ἐλπίδα κάθε δοκιμασία καί ἀντιξοότητα.
«Νά ξέρετε», λέει καί ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, «ὅτι ὁ Θεός δέν ἐκβιάζεται στίς δωρέες Του∙ δίνει ὅταν Αὐτός θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τό παίρνουμε δωρεάν, ἀπό τό θεῖο ἔλεος. Μήν ζητᾶτε νά φτάσετε ψηλά μέ μεγάλες ἀσκήσεις, χωρίς νά ἔχετε ἀρετές, γιατί κινδυνεύετε νά πέσετε σέ πλάνη γιά τήν ἔπαρση καί τόν δόλο σας. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καί ὑψηλές θεωρίες, ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μέ πάθη, αὐτός σάν ἀνόητος καί ὑπερήφανος πλανιέται. Πρῶτα ἀπ' ὅλα ὀφείλει νά ἀγωνιστεῖ γιά τήν κάθαρσή του. Ἡ θεία Χάρις στέλνει τά χαρίσματα σάν ἀμοιβή σέ ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη. Τούς ἐπισκέπτεται χωρίς θόρυβο καί σέ ὥρα πού δέν γνωρίζουν»[5].
Καί ὅπως λέγει ὁ Κύριος: «παντί ᾧ ἐδόθη πολύ, πολύ ζητηθήσεται παρ᾿ αὐτοῦ, καί ᾧ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αἰτήσουσιν αὐτόν»[6]. Σέ ἐκεῖνον δηλαδή πού δόθηκαν πολλά, θά τοῦ ζητηθοῦν καί πολλά∙ καί σέ ἐκεῖνον πού τοῦ παραδόθηκαν πολλά χαρίσματα, θά ζητηθοῦν περισσότερα καλά ἔργα παρά ὅσα θά ζητηθοῦν ἀπό ἐκείνους πού ἔλαβαν λιγότερα. Καί ὅλα βέβαια τά καλά πού ἔχουμε εἶναι ἀπό τόν Θεό. «Τί δέ ἔχεις ὅ οὐκ ἔλαβες; εἰ δέ καί ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μή λαβών;»[7]. Ποιό χάρισμα ἔχεις πού δέν τό ἔλαβες ἀπό τόν Θεό; Ἄν ὅλα ὅσα ἔχεις τά ἔλαβες ἀπό τόν Θεό, τί καυχᾶσαι σάν νά μήν ἔλαβες τίποτε;
«Ἑκάστῳ δέ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρός τό συμφέρον»[8]. Στόν καθένα δίνεται τό χάρισμα μέ τό ὁποῖο φανερώνεται ἡ ἐνέργεια καί ἡ δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιά τό πνευματικό συμφέρον καί τήν ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν. «Ἕκαστος καθώς ἔλαβε χάρισμα εἰς ἑαυτούς αὐτό διακονοῦντες ὡς καλοί οἰκονόμοι ποικίλης χάριτος Θεοῦ»[9], λέγει πάλι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στήν Α΄ του καθολική ἐπιστολή. Ὁ καθένας σας δηλαδή, σύμφωνα μέ τό χάρισμα πού πῆρε, ἄς τό χρησιμοποιεῖ γιά νά ὑπηρετεῖ τούς ἄλλους, σάν καλός διαχειριστής τῶν ποικίλων δωρεῶν τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ.
«Ενί δέ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατά τό μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ»[10], λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους. Στόν καθένα ἀπό ἐμᾶς δόθηκε ἡ Χάρις, τά χαρίσματα καί οἱ δωρεές, σύμφωνα μέ τό μέτρο μέ τό ὁποῖο δικαίως καί σαφῶς μοιράζει ὁ Χριστός τίς δωρεές Του. Ἄς μήν ὑπάρχουν, λοιπόν, ζηλοφθονίες μεταξύ σας, γιατί τά χαρίσματα εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐξυπηρέτηση ὅλων.
Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πάλι παραγγέλνει στόν Τιμόθεο, «μή ἀμέλει τοῦ ἐν σοί χαρίσματος»[11]. Μήν ἀδιαφορεῖς καί μήν παραμελεῖς τό χάρισμα πού ὑπάρχει σέ σένα. Γιατί ἄν κανείς δέν προσέξει, μπορεῖ καί νά χάσει τό θεῖο χάρισμα ἤ τά θεῖα χαρίσματα.
«Ἐκεῖνοι πού ἄκουσαν ὅτι ὑπάρχει κάπου κρυμμένος θησαυρός, τόν ἀναζητοῦν, καί ἐπειδή ἐμόχθησαν πολύ στήν ἀναζήτησή του, διαφυλάττουν μέ ἀγωνία τό εὕρημα», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. «Ἐνῶ ἐκεῖνοι πού πλούτισαν ἄκοπα, σκορπίζουν μέ εὐκολία τά πλούτη τους». Γι' αὐτό καί θά πρέπει κανείς πολύ νά προσέχει, ἐάν ἀξιωθεῖ κάποιου χαρίσματος ἀπό τόν Θεό, γιά νά μήν ὑπερηφανεύεται. «Ὅποιος ὑπερηφανεύεται καί γιά τά φυσικά του χαρίσματα», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «ποτέ δέν θά ἐπιτύχει τά ὑπερφυσικά χαρίσματα»[12]. «Πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπό τοῦ πατρός τῶν φώτων»[13]. Κάθε δῶρο τέλειο κατεβαίνει ἐκ τῶν ἄνω, ἀπό τόν Οὐρανό, ἀπό τόν πανάγαθο Θεό, πού εἶναι ὁ Δημιουργός καί Πατέρας ὅλων τῶν πνευματικῶν καί ὑλικῶν φώτων. Δέν πρέπει ποτέ κανείς νά ὑπερηφανεύεται ἄν ἔχει κάποιο ἰδιαίτερο χάρισμα ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ὅλοι, ὅπως ἀκούσαμε, ἔχουμε χαρίσματα καί πρό πάντων ἔχουμε τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Βαφτίσματος. Καί μποροῦμε νά ἐργαστοῦμε τίς θεῖες ἐντολές καί νά φανερώσουμε τίς θεῖες ἐνέργειες καί δωρεές πού πήραμε μέ τό ἅγιο Βάπτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα.
«Ὁ Θεός», λέει ὁ Ἄγιος Παΐσιος, «ἔδωσε στόν κάθε ἄνθρωπο αὐτά πού τόν ὠφελοῦν. Εἴτε τό μπόι εἴτε τήν λεβεντιά εἴτε τήν ὀμορφιά κ.λπ. Ὅ,τι θά τόν βοηθήσει, ἄσχετα ἄν θά τό ἀξιοποιήσει ἤ ὄχι. Ἄν τό ἀξιοποιήσει, θά σωθεῖ καί μπορεῖ νά φτάσει στήν τελειότητα. Ἀλλά ὁ κόσμος βασανίζεται: γιατί νά εἶμαι ἐγώ ἔτσι ἐνῶ ἐκεῖνος ἔτσι; Μά ἐσύ ἔχεις αὐτά, ἐκεῖνος ἔχει ἄλλα. Ἕνας διά Χριστόν σαλός Ρουμάνος πού ἀσκητεύει στό Ἅγιον Ὄρος εἶπε σέ κάποιον πού εἶχε τέτοιους λογισμούς: «Ἕνας βάτραχος, εἶδε τό βουβάλι καί εἶπε: - Θέλω νά γίνω καί ἐγώ βουβάλι. Φούσκωσε, φούσκωσε καί τελικά ἔσκασε!». Ὁ Θεός αὐτόν τόν ἔκανε βάτραχο, ἐκεῖνον βουβάλι. Πῆγε ὁ βάτραχος, νά γίνει βουβάλι καί ἔσκασε. Ὁ καθένας νά χαίρεται ὅπως ὁ Δημιουργός τόν ἔφτιαξε»[14].
«Μέ τήν ὑπερηφάνεια κάνουμε τόν ἑαυτό μας δυστυχισμένο, ἐπειδή τόν ἀπογυμνώνουμε ἀπό τά χαρίσματα πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Ἀλλά στενοχωροῦμε καί τόν Θεό, πού πονάει γιατί μᾶς βλέπει δυστυχισμένους. Γιατί ἐνῶ ἔχει ἄφθονα πλούτη νά μᾶς δωρίσει, δέν μᾶς τά δίνει γιά νά μήν μᾶς βλάψει. Γιατί τί γίνεται; Ἄν μᾶς δώσει ἕνα χάρισμα, βλέπουμε τούς ἄλλους σάν μυρμήγκια καί τούς πληγώνουμε μέ τήν ὑπερήφανη συμπεριφορά μας. Ἄν δέν μᾶς δώσει, ἀπελπιζόμαστε. Ὁπότε καί ὁ Θεός λέει, ἄν τούς δώσω κάποιο χάρισμα ὑπερηφανεύονται, βλάπτουν τόν ἑαυτό τους καί στούς ἄλλους φέρονται μέ ἀναίδεια. Ἄν δέν τούς δώσω, εἶναι ταλαίπωροι, βασανισμένοι.. καί Ἐγώ δέν ξέρω τί νά κάνω!»[15].
Τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, λέει καί ὁ Ἄγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, δέν πρέπει νά τά κρατᾶς γιά τόν ἑαυτό σου, ἀλλά νά τά μοιράζεσαι μέ τούς ἄλλους. Γιά παράδειγμα πάρε τήν φύση τήν ἴδια, ὁ ἥλιος δέν κρατάει τό φῶς γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά τό χορηγεῖ στή γῆ καί στό φεγγάρι.
«Δέν δίνονται τά οὐράνια χαρίσματα», λέει καί ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος τῆς Χίου, «ὅταν δέν ὑπάρχουν αὐτά τά τρία: νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή. Ἄν δέν βάλεις χαλινάρι προπάντων στή γλώσσα καί στόν νοῦ σου, δέν εἶναι εὔκολο νά λάβεις οὐράνια χαρίσματα»[16]. Καί πάντοτε βέβαια θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά παραμένει σέ ταπεινή κατάσταση, νά ἔχει ταπεινό φρόνημα. Καί ἔτσι θά ἀξιωθεῖ τῆς θείας Χάρης καί τῶν μεγάλων χαρισμάτων.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ματθ. 5, 11.
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[3] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[4] Ὅ.π.
[5] Διδαχές, Ἁγίου Νεκταρίου, Φωνή τῶν Πατέρων Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς.
[6] Λουκ. 12, 48.
[7] Α΄Κορ. 4, 7.
[8] Α΄Κορ. 12, 7.
[9] Α΄Πέτρ. 12, 7.
[10] Ἐφεσ. 4, 7.
[11] Α΄Τιμ. 4, 14.
[12] Κλίμαξ, Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου.
[13] Ἰακ. 1, 17.
[14] Πνευματική Ἀφύπνιση, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Β΄, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης.
[15] Πάθη καί ἀρετές, Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Ε΄, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2006.
[16] Διδαχές ἀπό ἅγιες μορφές, Περιοδικό “Ὀρθ. Φιλόθεος Μαρτυρία”, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου