Οἱ προϋποθέσεις γιά τήν σωτηρία τῶν λαϊκῶν.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε: «Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται». Ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά σωθοῦμε εἶναι τό νά βαπτισθοῦμε καί τό νά πιστεύσουμε, δηλ. νά ζήσουμε μέ πιστότητα. Νά ἐμπιστευθοῦμε τόν Κύριο καί νά πάρουμε τίς ἐντολές Του σάν ὁδηγίες ζωῆς. Μία βασική ὁδηγία-ἐντολή γιά τούς ἐγγάμους εἶναι τό νά ζοῦν «σάν νά μήν εἶναι ἔγγαμοι». «Οἱ ἔχοντες γυναίκα ὡς μή ἔχοντες»[1].
Ὅσοι βαπτίσθηκαν στό Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, μποροῦν μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ὀφείλουν νά ἐκτελοῦν ΟΛΕΣ τίς ἐντολές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δεν ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις ἤ ἀποκλεισμοί στήν πορεία πρός τήν θέωση, στήν μετάβαση ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωσιν.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει: «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε».
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ζοῦσαν ἔντονα τήν πνευματική ζωή, ἔφθαναν στόν φωτισμό τοῦ νοῦ καί εἶχαν πάνω ἀπ’ ὅλα τήν ἀδιάλειπτο προσευχή. Ἔνιωθαν ὅτι πλέον δέν ἀνήκουν στόν ἑαυτό τους ἀλλά ὅτι εἶναι ἐνδεδυμένοι τόν Χριστόν.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, κάνοντας λόγο γιά τήν παρθενία καί τόν γάμο, λέει μέν ὅτι «ὁ ἄγαμος μεριμνᾶ τά τοῦ Κυρίου, ὁ δέ γαμήσας μεριμνᾶ τά τοῦ κόσμου, ὅσα ἀρέσει τή γυναικί». Τονίζει συγχρόνως ὅτι «ὁ χρόνος εἶναι συνεσταλμένος, καί αὐτοί πού ἔχουν γυναῖκες νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχουν γυναῖκες»[2].
Τότε πράγματι μπορεῖ νά σωθεῖ αὐτός πού ἔχει γυναίκα: ὅταν ζεῖ ὅπως αὐτοί πού δέν ἔχουν γυναῖκα.
Δυστυχῶς, συνήθως οἱ ἔγγαμοι «μεριμνοῦν τά τοῦ κόσμου» καί τότε, φυσικά, δέν ἔχουν τίς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά τήν Σωτηρία. Θά πρέπει νά ζήσουν ὡς ἄγαμοι ἄν καί εἶναι ἔγγαμοι.
Ἡ ἄτοπη ἀντίδραση τῶν «Χριστιανῶν» στίς μοναχικές κλήσεις
Ἀληθινός νυμφίος τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε Χριστιανοῦ ἐγγάμου καί ἀγάμου εἶναι ὁ Κύριος καί ὄχι ὁ/ἡ σύζυγός του. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Γέροντας Πορφύριος ὅτι γιά κάθε ἄνθρωπο: «Νυμφίος, ὁ Χριστός, νύμφη, ἡ καθεμία ψυχή»[3].
Δέν εἶναι ἀδύνατη ἡ Σωτηρία καί στούς ἐγγάμους. Εἶναι ὅμως ἀληθινά πολύ πιό δύσκολο νά σωθεῖ κανείς ἔτσι, ἔχοντας δηλ. γυναίκα καί ζώντας στόν κόσμο. Διότι ἔχει πολύ περισσότερες θλίψεις. Αὐτό λέγει ὁ ἅγιος Παῦλος: «Σᾶς λυπᾶμαι... Γι' αυτό σᾶς συνιστῶ νά μείνετε ὅπως ἐγώ, δηλ. ἄγαμοι... Διότι αὐτοί πού θά ἔλθουν σέ γάμο θά ἔχουν θλίψεις»[4].
Ἀπό ὅλα αὐτά συνάγεται πόσο ἄτοπη εἶναι ἡ ἀντίδραση πολλῶν «χριστιανῶν» καί μάλιστα «χριστιανῶν» γονέων στό νά γίνουν τά παιδιά τους μοναχοί. Δυσκολεύουν τή ζωή καί τή σωτηρία τους πιέζοντάς τά νά ὑπανδρευθοῦν (τά κορίτσια) ἤ νά νυμφευθοῦν (τά ἀγόρια).
Ἀντί νά χαροῦν πού τά τέκνα τους ἐπιλέγουν τόν εὐκολώτερο γιά τήν Σωτηρία δρόμο, στενοχωριοῦνται καί κόπτονται πού τό παιδί τους «θέλει νά γίνει καλόγερος». Ξεχνοῦν ὅτι τόν δρόμο αὐτόν Πρῶτος μᾶς τόν ἔδειξε ὁ Κύριος καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἅγιο Παρθένο Ἰωάννη τόν Θεολόγο καί τόν ἅγιο Παῦλο.
«Γιατί λυπᾶσαι πιστέ χριστιανέ πατέρα; Τήν Σωτηρία τοῦ παιδιοῦ σου δέν θέλεις πάνω ἀπό ὅλα; Ὁ δρόμος τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως εἶναι πολύ πιό ἀσφαλής καί ἄπονος σέ σχέση μέ τόν δρόμο τοῦ ἐγγάμου. Βέβαια, καί δι’ αὐτοῦ(τοῦ ἐγγάμου βίου) σώζεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά δυσκολώτερα. Πολύ πιό εὔκολα ὅμως, ὅταν δέν ἔχει τίς τόσες φροντίδες πού ἔχει ὁ ἔγγαμος».
Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος:«Ἐάν εἶναι δυνατόν νά σωθεῖ ἐκεῖνος πού ἔχει πόλη καί σπίτι καί γυναίκα πολύ περισσότερο αὐτός πού εἶναι χωρίς αὐτά...Ἐάν, ὅπως τό λές, θά μποροῦσε νά σωθεῖ (ὁ ἄνθρωπος, τό παιδί σου) κατοικώντας στήν πόλη, πολύ περισσότερο τώρα πού πῆγε στήν ἔρημο.
Πῶς λοιπόν φοβᾶσαι τώρα, αὐτό πού εἶναι (σχεδόν) ἀδύνατον νά συμβεῖ (δηλ. τό νά χαθεῖ, ἐνῶ εἶναι στό μοναστήρι) καί δέν φοβᾶσαι ἐκεῖ ὅπου θά ἔπρεπε μᾶλλον νά φοβηθεῖς (δηλ. ὅταν θά ἔμενε στόν κόσμο)»[5].
Δυνατή ἡ σωτηρία τῶν ἐγγάμων, τῶν ζώντων «ἐν τῷ κόσμῳ».
Δέν εἶναι λοιπόν ἀκατόρθωτη ἡ σωτηρία καί γι' αυτούς, ἄν ἀκολουθήσουν τήν προτροπή τοῦ Ἁγίου Παύλου: «Οἱ ἔχοντες γυναίκας ὡς μή ἔχοντες». Οἱ ἀληθινοί Χριστιανοί ἔτσι ζοῦν καί σώζονται.
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ἔγγαμοι καί ἄγαμοι ζοῦσαν ἀσκητικά. Γι' αυτό καί εἶχαν γνήσια πνευματικά βιώματα. Εἶχαν τό χάρισμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς (τά γένη γλωσσῶν, ὅπως τά ἀποκαλεῖ ὁ ἅγιος Παῦλος, εἶναι τά διάφορα εἴδη τῆς νοερᾶς προσευχῆς) καί τά ἄλλα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ ἅγιος Παῦλος τούς καθοδηγεῖ. Δέν ἀπευθύνεται σέ μοναχούς ἀλλά στούς Χριστιανούς πού ζοῦσαν μέσα στόν κόσμο.
Ὅλες τίς ἐπιστολές του, στίς ὁποῖες κάνει λόγο γιά κάθαρση τῆς καρδιᾶς, γιά φωτισμό τῆς ψυχῆς, γι’ ἀπόκτηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά τήν ἐν Πνεύματι ζωή, τίς ἀπέστειλε στίς Ἐκκλησίες τοῦ κόσμου καί ὄχι σέ μοναχούς.
Στίς Ἐκκλησίες αὐτές οἱ Χριστιανοί ἤσαν ἔγγαμοι καί ζοῦσαν σάν ἐντός τοῦ κόσμου τήν οἰκογενειακή ζωή. Αυτό δείχνει ὅτι στίς πρῶτες ἀποστολικές Ἐκκλησίες (μέχρι τόν 2ο μ.Χ. αἰῶνα) τά μέλη τους ζοῦσαν, ὅπως ζοῦν σήμερα στίς ἱερές μονές οἱ μοναχοί (ἄσκηση, κοινοκτημοσύνη, ὑπακοή, σωφροσύνη, ἁγνότητα, μυστηριακή ζωή).
Ὅταν ὅμως ἀργότερα, μετά τήν κατάπαυση τῶν διωγμῶν, ὁ Χριστιανισμός ἔγινε ἐπίσημη πιά θρησκεία τοῦ κράτους, εἰσῆλθε μέσα στήν Ἐκκλησία ἡ ἐκκοσμίκευση. Τότε ἀτόνησε αὐτή ἡ μοναχική ζωή. Ἀκριβῶς τότε ἀναδείχθηκε ὁ μοναχισμός σάν προσπάθεια βιώσεως τῆς οὐσίας τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό οἱ πατέρες τονίζουν ὅτι ὁ μοναχισμός εἶναι συνέχεια τῆς ἀποστολικῆς ἐποχῆς καί τῆς ζωῆς τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καί οἱ μοναχοί εἶναι οἱ «εὐαγγελικῶς ζῶντες». Δηλαδή αὐτοί πού ζοῦν τήν μετάνοια στόν ὕψιστο βαθμό καί προσπαθοῦν νά τηρήσουν ἐπακριβῶς τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
Διαβᾶστε ἀκόμη: ΓΑΜΟΣ, ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ, ΜΟΝΑΧΟΙ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΙ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ, ΣΩΤΗΡΙΑ
[1] Α΄ Κορ. 7, 29
[2] Α΄ Κορ. 7,29-31:«τοῦτο δέ φημι͵ ἀδελφοί͵ ὁ καιρὸς συν εσταλμένος ἐστίν· τὸ λοιπὸν ἵνα καὶ οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μὴ ἔχοντες ὦσιν͵ 7.30 καὶ οἱ κλαίοντες ὡς μὴ κλαί οντες͵ καὶ οἱ χαίροντες ὡς μὴ χαίροντες͵ καὶ οἱ ἀγορά ζοντες ὡς μὴ κατέχοντες͵ 7.31 καὶ οἱ χρώμενοι τὸν κόσμον ὡς μὴ καταχρώμενοι· παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου».
[3] Βίος καί Λόγοι,Ζ΄.ἔκδοση,σελ. 195.
[4] Πρβλ.: Α΄Κορ. 7, 26-28:«Νομίζω οὖν τοῦτο καλὸν ὑπάρχειν διὰ τὴν ἐνεστῶσαν ἀνάγκην͵ ὅτι καλὸν ἀνθρώπῳ τὸ οὕτως εἶναι. 7.27 δέδεσαι γυναικί; μὴ ζήτει λύσιν· λέλυσαι ἀπὸ γυναικός; μὴ ζήτει γυναῖκα. 7.28 ἐὰν δὲ καὶ γαμήσῃς͵ οὐχ ἥμαρτες· καὶ ἐὰν γήμῃ ἡ παρθένος͵ οὐχ ἥμαρτεν. θλῖψιν δὲ τῇ σαρκὶ ἕξουσιν οἱ τοιοῦτοι͵ ἐγὼ δὲ ὑμῶν φείδομαι».
[5]Work #003 47.372.15 to Work #003 47.372.27 Τί γάρ; πόλιν οἰκοῦντα καὶ οἰκίαν ἔχοντα σωθῆναι οὐκ ἔνι; Οὐκοῦν εἰ μετὰ τῆς πόλεως͵ καὶ τῆς οἰκίας͵ καὶ τῆς γυναικὸς σωθῆναι δυνατὸν͵ πολλῷ μᾶλλον χωρὶς γυναικὸς καὶ τῶν ἄλλων τούτων. Οὐ γάρ ἐστι τοῦ αὐτοῦ νῦν μὲν θαῤῥεῖν͵ καὶ εἰ ἐν τοῖς βιωτικοῖς ᾖ πράγμασιν ἐνδεδεμένος͵ ὡς δυνατῆς καὶ οὕτω τῆς σωτηρίας οὔσης· νῦν δὲ͵ κἂν πάντων ἀπηλλαγμένος ᾖ͵ τρέμειν καὶ δεδοικέναι͵ ὡς οὐδὲ τούτων χωρὶς εὐδοκιμῆσαι ἐνόν. Εἰ γὰρ πόλιν οἰκῶν ἠδύνατο σώζεσθαι͵ ὡς ἔφης͵ πολλῷ μᾶλλον τὴν ἐρημίαν καταλαβών. Πῶς οὖν τὸ ἀδύνατον ἐνταῦθα δέδοικας͵ ἐκεῖ μὴ φοβηθεὶς ἔνθα μᾶλλον ἐχρῆν;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου