† Ἀρχιμανδρίτου Ἐφραὶμ Ξηροποταμηνοῦ
«Ἐμοὶ δὲ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου ὁ Θεός, λίαν ἐκραταιώθησαν αἱ ἀρχαὶ αὐτῶν».
Μὲ αὐτὸν τὸν στίχον τοῦ Δαβὶδ ἀρχίζει ὁ ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἠμῶν Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τὸ ἐγκώμιό του στὸν Μυροβλύτη ἅγιο, ποὺ σὰν Μεγαλομάρτυς ἀνήκει καὶ αὐτὸς στὶς «ἀρχές», δηλαδὴ στὴν ἡγεσία τῶν Ἁγίων καὶ Φίλων τοῦ Θεοῦ.
«Ἐγὼ μὲ πολλὴ τιμὴ περιβάλλω τοὺς φίλους σου, Θεέ μου, μεγάλη ἐξουσία καὶ παρρησία ἔχουν ἐκεῖνοι ποὺ προεξάρχουν μεταξύ τους», θὰ λέγαμε κι ἐμεῖς σήμερα, δίνοντας ὅμως στὰ ἴδια αὐτὰ λόγια τοῦ Προφητάνακτος πολὺ πιὸ εὐρὺ περιεχόμενο. Διότι γιὰ μᾶς Φίλοι τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ οἱ δύο Ἅγιοι, καὶ ὁ ἐγκωμιάζων καὶ ὁ ἐγκωμιαζόμενος, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ οἱ φίλοι τῶν Φίλων τοῦ Θεοῦ, ὁ φιλάγιος καὶ Παναγιώτατος Ποιμενάρχης κύριος Παντελεήμων μὲ τὸ εὐλαβές του...ποίμνιο, ποὺ μὲ τὸν θεῖο ζῆλο τους γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὸν ἔπαινο τῶν ὄντως μεγάλων Ἁγίων τῆς Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως δὲν παύουν ἀπὸ τοῦ νὰ ἐπισύρουν ἄθελα ἐπάνω τους τὸν δίκαιο ἔπαινο καὶ τὴν ἀγάπη τῆς στρατευόμενης ἀλλὰ καὶ τῆς θριαμβευούσης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τὸν ὁποῖο πρέπει σήμερα νὰ παρουσιάσουμε ἀνταποκρινόμενοι σὲ τιμητικὴ πρόσκληση τοῦ Παναγιωτάτου, πρέπει, σύμφωνα μὲ ἐσωτερικὰ τεκμήρια, νὰ ἐκφωνήθηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἔτη τῆς ἀρχιερατείας του στὴν Θεσσαλονίκη, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καὶ μάλιστα μετὰ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς πανηγυρικῆς Θείας Λειτουργίας μέσα στὸν πάνσεπτο τοῦτο ναό, καὶ ἀποτελεῖ ἄριστο δεῖγμα τοῦ ἑορταστικοῦ ἐγκωμιαστικοῦ λόγου, στὸ ὁποῖο ἀνήκει.
«Ὁ μὲν πόθος μᾶς παρακινεῖ νὰ μιλήσουμε ἀνάλογα μὲ τὴν δύναμή μας, καὶ ἡ περίσταση ἀπαιτεῖ τὸν ἐπίκαιρο λόγο, καὶ τὸ ὀφειλόμενο χρέος βιάζοντάς μας δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ θαυμάσουμε ἄνευ λόγων τὸ ὑπὲρ λόγον μεγαλεῖο τοῦ Μάρτυρος», λέγει κάπου στὴν ἀρχὴ τοῦ λόγου του ὁ Ἅγιος.
Ἡ μακρὰ παράδοσις τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴν Θεσσαλονίκη φαίνεται ὅτι εἶχε δημιουργήσει ἕνα ἰδιαίτερο τυπικό, τὸ ὁποῖο ἐγνώριζε καλὰ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, μία καὶ εἶχε ζήσει ἀρκετὸ διάστημα σ' αὐτήν, ἀκόμη καὶ πρὶν ἀρχιερατεύσει. Αὐτὸ τὸ τυπικὸ φαίνεται ὅτι καθόριζε τὸ περιεχόμενο τῆς ὁμιλίας του, καὶ αὐτὸ τὸν κάνει νὰ αἰσθάνεται λίγο περιορισμένος.
Θὰ ἤθελε ἴσως, παίρνοντας μόνον ἀφορμὴ ἀπὸ τὸν Μάρτυρα, νὰ ἐπιμείνει σὲ πνευματικὰ θέματα, ὅμως εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἀναφέρει, ὅπως κάθε χρόνο, τὰ ἀπαραίτητα, μὰ πασίγνωστα πιὰ μαρτυρολογικὰ στοιχεῖα, πράγμα ποὺ τὸν κάνει νὰ σκεφθεῖ λίγο καὶ τὴν δυνατότητα τῆς σιωπῆς.
Τελικὰ ὅμως, ὅπως φαίνεται στὴν συνέχεια, καταφέρνει νὰ τὰ συγκεράσει ὅλα, καὶ ἁγιολογία καὶ ἠθικὴ διδασκαλία καὶ θεολογία καὶ ρητορεία καὶ ἑρμηνευτική, σὲ ἕναν ἀριστοτεχνικὸ ἐγκωμιαστικὸ λόγο, ἀπόλυτα ἰσορροπημένο καὶ ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὸ πολὺ σύνηθες σὲ τέτοια ἔργα στοιχεῖο τῆς ὑπερβολῆς.
Θὰ ἦταν μάταιο, νομίζουμε, μέσα στὰ πλαίσια μίας σύντομης ὁμιλίας νὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ παρουσιάσουμε ἔστω καὶ ἐν περιλήψει ὁλόκληρο τὸν εἱρμὸ καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ λόγου. Ὅσο γιὰ λογοτεχνικὴ ἀνάλυση καὶ ἀξιολόγηση, ποὺ ὁπωσδήποτε ξεφεύγει τὶς δυνατότητές μας, ἀρκούμεθα νὰ ἐκφράσουμε εὐλαβικὰ τὸ θαυμασμό μας γιὰ τὰ «κάλλη τοῦ φθέγματος» τοῦ θείου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ποὺ τοῦ προσετέθησαν ἀπὸ τὴ θεία Πρόνοια, γιὰ νὰ διατυπώσει ἐπάξια «τὰ βάθη τοῦ Πνεύματος» ποὺ «ἐξεζήτησε» καὶ αὐτός, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ συνώνυμός του Θεολόγος. Ἂς μᾶς ἐπιτραπεῖ λοιπὸν νὰ μεταφέρουμε κατ' ἐκλογὴν ὁρισμένες μόνο ἀπὸ τὶς βασικὲς τοποθετήσεις τοῦ λόγου παρατρέχοντας τὰ πάμπολλα εὐρήματα καὶ τοὺς βιβλικοὺς παραλληλισμούς, ποὺ ἴσως μόνο μία δόκιμη μετάφραση θὰ μποροῦσε νὰ ἀποδώσει.
Ἤδη ἐκ προοιμίων, ἀλλὰ καὶ πολὺ συχνὰ στὴ μετέπειτα ροὴ τοῦ λόγου, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπιμένει στὰ πολλαπλὰ χαρίσματα τῆς ἁγιότητος τοῦ Δημητρίου. Ἡ μετὰ εὐχαριστίας ἀποστέρηση τῆς κατὰ κόσμον εὐτυχίας καὶ δόξης τὸν κατατάσσουν μεταξὺ τῶν δικαίων, μὲ τοὺς ὁποίους ὅμως συγκρινόμενος —καὶ μάλιστα μὲ τὸν Ἰώβ— βρίσκεται πολὺ ἀνώτερος. Ἀξιώθηκε καὶ προφητικῆς χάριτος, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τοὺς λόγους του πρὸς τὸ Νέστορα, ποὺ εὐλαβικά μᾶς διέσωσε ἡ παράδοση: «Καὶ τὸν Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Ἡ πρὸ τοῦ μαρτυρίου Ἱεραποστολική του δράσις στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ τὴν ἐπίσημη μάλιστα θέση τοῦ ὑπάτου, ἀλλὰ καὶ ἡ μετὰ θάνατον διὰ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου μεταστροφὴ ὁλοκλήρου της πόλεως στὸ Χριστιανισμὸ εἶναι μάρτυρες τῆς ἀποστολικῆς χάριτος καὶ ἀξίας ποὺ τοῦ ἐδόθη. Ἡ παρθενία του καὶ ἡ ἄμεμπτη πρὸ τοῦ μαρτυρίου ζωὴ τοῦ τὸν κατατάσσουν αὐτοδικαίως καὶ στὶς τάξεις τῶν ὅσιων. Ἡ «σπουδὴ τῆς σοφίας» καὶ «ἡ περὶ λόγους παιδεία», ποὺ τὸν κοσμοῦσαν σὰν ἀνώτατο ἀξιωματοῦχο τοῦ κράτους, τοῦ δίδουν τὸ χρίσμα τοῦ διδασκάλου.
Μάλιστα στὸν «ὠρατίωνα», τὸν κοντὸ ἐκεῖνο ἀγορευτικὸ μανδύα ποὺ φοροῦσαν στοὺς ὤμους οἱ Ρωμαῖοι ἀξιωματοῦχοι, καὶ στὸν ὑπατικὸ δακτύλιό του, ποὺ μετὰ τὸ μαρτύριό του ἄρχισαν νὰ θαυματουργοῦν στὰ χέρια τοῦ Λούπου, ὁ Γρηγόριος δὲν κρύβει πῶς βλέπει κάποιο συμβολισμὸ τῆς «μυστικῶς δεδομένης διδασκαλικῆς ἀξίας καὶ προεδρίας». Μόνη ἡ ὁρατὴ Ἱεροσύνη τοῦ λείπει φαίνεται νὰ ὑπονοεῖ ἡ φράση: «...μόνος ἢ πάνυ μετ' ὀλίγων τὰ πάντα τελεῖ». Ἰδιαίτερα στὸ θέμα τῆς παρθενίας τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἐπανέρχεται πολλὲς φορὲς ὁ παρθένος καὶ μοναχὸς Παλαμᾶς, τὸ εἰδικὸ ὅμως αὐτὸ θέμα ἔχει ἐξαντλήσει ὁλόκληρο συνέδριο ποὺ διοργανώθηκε μέσα στὸν Ἱερὸ τοῦτο χῶρο.
Μὲ τὴ σειρά μας θὰ λέγαμε πὼς ἡ συνάντηση αὐτὴ ὅλων τῶν γνωρισμάτων τῆς ἁγιότητος σὲ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπο εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅλων τῶν ἄλλων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ γιὰ νὰ μὴν πᾶμε πολὺ μακριά, ὁ βίος τοῦ ἴδιου τοῦ μεγάλου Παλαμᾶ, τὸν ἀποδεικνύει ὄχι μόνον ὅσιο καὶ διδάσκαλο καὶ Ἱεράρχη, ἀλλὰ καὶ προφήτη καὶ ἀπόστολο καὶ μάρτυρα τὴ προαιρέσει. ἐπαληθεύεται καὶ πάλι τὸ ὅτι μόνον ἕνας μεγάλος μπορεῖ νὰ καταλάβει καὶ παινέσει ἐπάξια ἕναν μεγάλο.
Ἕνα ἄλλο κεντρικὸ σημεῖο τοῦ λόγου εἶναι ὁ παραλληλισμὸς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου μὲ τὸν Χριστό, ἡ ἐπισήμανση δηλαδὴ στὸ πρόσωπο τοῦ Μεγαλομάρτυρος ἑνὸς «τύπου Χριστοῦ μετὰ Χριστόν», ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ λεχθεῖ κάτι τέτοιο. Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι καινούριο. Βέβαια γιὰ κάθε ἅγιο ἰσχύει τὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Στὸν Ἅγιο Δημήτριο ὅμως ὅλα τὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα μὲ ἀφορμὴ καὶ ἀφετηρία τὴ λόγχευση τῆς πλευρᾶς συντείνουν σὲ μία ὄχι μόνο μυστική, ἀλλὰ καὶ ἐξωτερικὴ ἐξεικόνιση τοῦ Χριστοῦ στὸ πρόσωπό του: Τὸ νεανικό τῆς ἡλικίας, ἡ παρθενία, ἡ διδασκαλικὴ δράση ποὺ ἐπιστεγάζεται ἀπὸ τὸ ἑκούσιο μαρτύριο, ἡ τετρωμένη πλευρὰ ποὺ γίνεται πηγὴ μύρου καὶ ἰάσεων, ὁ ἐξιλαστικὸς χαρακτήρας ποὺ παίρνει τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου ὑπὲρ μίας ὁλοκλήρου πόλεως εἶναι στοιχεῖα ποὺ πολὺ νωρὶς ἐπεσημάνθησαν καὶ ἴσως πῆραν τὶς ἀνάλογες λατρευτικὲς προεκτάσεις, ἐνῶ μεταγενέστερα ἐπὶ τοῦ ἁγίου Συμεὼν ἀποκρυσταλλώνονται πλέον λειτουργικὰ καὶ ὑμνογραφικὰ σὲ ἀκολουθίες καὶ ὕμνους σὰν αὐτοὺς ποὺ ἀκούγονται ἰδιαίτερα κατὰ τοὺς ὄρθρους ὅλης αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος μέσα στὸν ἐφέστιο τοῦτο τοῦ Μεγαλομάρτυρος .
Εἰδικά, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ ὁρισμένων χριστολογικῶν χωρίων καὶ τύπων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ κάνει στὸν Ἅγιο Δημήτριο, ἀναφερόμενος καὶ στὴν πολλαπλὴ λόγχευση τῆς πλευρᾶς του, τὴν θεωρεῖ ἀναπλήρωση τῶν «ὑστερημάτων τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ἡ ὁποία γίνεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους ὑπὲρ τοῦ Σώματός Του ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία.
«Τελειωθεῖς ἐν ὀλίγω ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς». Τὰ ἐλάχιστα βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ μάρτυρος καὶ τὸ σύντομο μαρτύριό του θέτουν πάντοτε σὲ δοκιμασία τὴν φιλοπράγμονα διάθεση τῶν περὶ τὰ συναξαριακὰ ἐνασχολούμενων εὐλαβῶν, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἐκείνου τοῦ Ἁγιορείτη ἀσκητῆ Βιταλίου, ποὺ ἀναφέρεται στὶς διηγήσεις τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου. Νὰ ἡ ἀπορία του, ὅπως τὴν συνοψίζει ὁ ἀφηγητὴς τοῦ θαύματος Σταυράκιος: «Ἀφοῦ τόσο σύντομος ἦταν ὁ μαρτυρικὸς ἀγώνας του καὶ ἀκαριαῖο τὸ μαρτύριό του καὶ μόνη ἡ πλευρὰ τοῦ ἐπλήγη, τί ἦταν αὐτὸ ποῦ τοῦ προεξένησε τὴν τόση ἀφθονία τῶν μύρων;» Ὑπάρχουν πολλοὶ μάρτυρες ποὺ καὶ περισσότερα καὶ δριμύτερα καὶ πιὸ μακροχρόνια βάσανα ὑπέμειναν καὶ παρθένοι ἤσαν καὶ ἴσως νὰ ἐτελειώθησαν καὶ μὲ λόγχευση τῆς πλευρᾶς κατὰ μίμησιν τοῦ Χριστοῦ. Τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀνέδειξε μεγαλομάρτυρα καὶ οἰκουμενικὸ θαυματουργὸ τὸν Δημήτριο;
«Ἐπὶ τῷ Δημητρίῳ ἀκραιφνῶς τὰ πάντα συνέδραμον» σπεύδει νὰ ἀπαντήσει ὁ ρητορικότατος Σταυράκιος, προτοῦ διηγηθεῖ τὸ σχετικὸ θαῦμα ποὺ ἔπεισε τελικὰ στὴν πράξη τὸν Βιτάλιο. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ θεῖος Γρηγόριος αἰσθάνεται ὅτι ἔχει νὰ πεῖ περισσότερα. Καὶ ἐδῶ μόνος αὐτὸς μπορεῖ νὰ καταλάβει καὶ νὰ ἑρμηνεύσει τὸν Μάρτυρα βάσει τῆς δικῆς του ἐμπειρίας. Νὰ λοιπὸν πῶς ἐξηγεῖ αὐτὸς ἐκεῖνο τὸ «ἀκραιφνῶς» τοῦ Σταυρακίου: «Γιατί οὔτε στὸ νοῦ του, λέγει, δὲν καταδέχθηκε ποτὲ νὰ βάλει (ὁ Ἅγιος) κάτι ἀπὸ τὰ μὴ θεοσεβῆ, οὔτε ξεκίνησε νὰ κάνει καμιὰ πράξη ὄχι θεάρεστη. Ἀλλὰ ἀφοῦ φύλαξε ἀμίαντη στὸν ἑαυτὸ τοῦ τὴ Θεία Χάρη τοῦ κατὰ Χριστὸν βαπτίσματος, εἶχε πάντοτε τὸ θέλημά του σύμφωνο μὲ τὸν νόμο τοῦ Κυρίου». Καὶ λίγο πιὸ κάτω: «(Ὁ Δημήτριος) ἦταν ὡραῖος, ὄχι μόνον κατὰ τὸν ἔξω αἰσθητὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο κατὰ τὸν ἐσωτερικὸ καὶ ἀόρατο, τὸν ὁποῖο βλέποντας ὁ καρδιογνώστης Θεὸς τόσο αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τὸ νοερὸ κάλλος του, ὥστε νὰ εὐδοκήσει νὰ σκηνώσει μέσα σ' αὐτὸν καὶ νὰ ἀποτελέσει ἕνα πνεῦμα μὲ αὐτόν, καὶ ξεκινώντας ἀπὸ ἐκεῖ νὰ τὸν κάνει ὁλόκληρο θεῖο».
Ὁ Δημήτριος δηλαδὴ εἶχε φθάσει διὰ τῆς νήψεως ἤδη καὶ πρὸ τοῦ μαρτυρίου στὴν τελειότητα καὶ στὴ θέωση καὶ ἔτσι, κατὰ τὴν ἀνεξερεύνητη βουλὴ τοῦ Θεοῦ, δὲν χρειαζόταν παρὰ ἕνα σύντομο μαρτύριο, μὲ τὸ ὁποῖο σὰν ἄλλος πνευματικὸς στάχυς θὰ θεριζόταν, γιὰ νὰ συναχθεῖ στὶς οὐράνιες ἀποθῆκες. Τὰ φοβερὰ βασανιστήρια ἀπὸ τὰ ὅποια ἔπρεπε νὰ περάσουν ἄλλοι μάρτυρες ὑποβασταζόμενοι ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ δοκιμασθεῖ ἔτσι καὶ νὰ ἀτσαλωθεῖ ἡ προαίρεσή τους, δὲν χρειαζόταν στὸν Δημήτριο, γιατί αὐτός, ὅπως λέγει ὁ θεῖος Παλαμᾶς «πρὶν ἢ γνῶναι τὸ κακόν, ἔξελεξατο τὸ ἀγαθόν». Μὲ τὴν νηπτικὴ ἐργασία, ἡ ὁποία ἦταν θεοδίδακτος, εἶχε καταστεῖ τόσο τέλειος κατὰ τὴν προαίρεση, ὥστε ὁ πειράζων, μὴ βλέποντας καμμιὰ πιθανότητα ἐπιτυχίας, μετὰ τὸν πρῶτο ἀνιχνευτικὸ πειρασμὸ τοῦ σκορπιοῦ, δὲν τόλμησε νὰ ἐπιστρέψει ἀπὸ φόβο μήπως πολλαπλασιάσει τοὺς στεφάνους τοῦ Μάρτυρος.
Ὅλα αὐτὰ βέβαια δὲν ἀναφέρονται ἐπὶ λέξει στὸ ἐγκώμιο καὶ ἂς μᾶς συγχωρήσει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος! Πιστεύουμε ὅμως πὼς διερμηνεύουμε ἐκεῖνα στὰ ὁποῖα αὐτὸς δὲν μπόρεσε νὰ ἐπεκταθεῖ περιορισμένος ἀπὸ τὴν περίσταση καὶ «σχῆμα τοῦ λόγου», ὅπως λέγει. Στὸν περίφημο ὅμως δεύτερο λόγο του στὰ Εἰσόδια, ποὺ συνέγραψε μέσα στὸ οἰκεῖο περιβάλλον τῆς ἡσυχίας τοῦ Ἁγίου Ὅρους, μᾶς δίνει ἕνα ἄλλο πιὸ ἐκτεταμένο παράδειγμα αὐτοῦ του εἴδους τῆς «Νηπτικῆς ἑρμηνείας».
Ἐξηγεῖ δηλαδὴ ὁ μύστης τῆς Θεοτόκου Γρηγόριος ὅτι ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε τὴν Παρθένο ἄξια νὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ τελειότητα τῆς προαιρέσεώς της, στὴν ὁποία ἔφθασε διὰ τῆς νήψεως καὶ τῆς Ἱερᾶς ἡσυχίας στὸ διάστημα τῆς παραμονῆς της μέσα στὸν Ναό.
«Πολιὰ δὲ ἔστιν φρόνησις ἀνθρώποις καὶ ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος». Ἕνα πολὺ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἁγιότητος τοῦ Δημητρίου, τὸ ὁποῖο φαίνεται νὰ ὑπογραμμίζει ἰδιαίτερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, εἶναι τὸ νεαρόν τῆς ἡλικίας του. Τὸν ὀνομάζει «νεανίαν ἁπαλόν», «νέον ἔτι κομιδὴ» καὶ «στεφανίτην ἐκ οὔ». Τὸ γεροντικό του φρόνημα ὅμως τὸν ἔκανε διδάσκαλο καὶ ἐμψυχωτὴ ὄχι μόνον τοῦ Νέστορος, τοῦ ὁποίου τὴν νεότητα καὶ ὁ ἴδιος ὁ Μαξιμιανὸς λυπήθηκε ἀλλὰ καὶ πάντων τῶν «εὔσεβεϊν αἰρουμένων», οἱ ὁποῖοι ἀσχέτως ἡλικίας κατέφευγαν στὴν ὑπόγεια ἐκείνη στοά, ὅπου δίδασκε ὁ Μάρτυς καὶ ἡ ὁποία γι’αὐτὸ τὸν λόγο, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Ἅγιος, ἔδωσε τὸ ὄνομα «Καταφυγὴ» στὸν ναὸ τῆς Θεοτόκου ποὺ ἀργότερα κτίστηκε ἐπάνω της.
«Ἀγαθὸν ἀνδρὶ ὅταν ἄρη τὸν ζυγὸν αὐτοῦ ἐκ νεότητος αὐτοῦ». Ἀπόδειξη ὁ Δημήτριος, ὁ Νέστωρ, ὁ ἴδιος ὁ Παλαμᾶς. Ἡ νεότητα ἔχει λαμπρὰ παραδείγματα πρὸς μίμηση. Οἱ μεγαλύτεροι ἂς μὴν σπεύδουμε πάντοτε νὰ προδικάζουμε τὸ νεανικὸ ἐνθουσιασμό. Χρειάζονται ἰσχυρὰ ἀντίδοτα, γιὰ νὰ καταπολεμηθεῖ ἡ σημερινὴ γενικὴ δηλητηρίαση. Ἡ ἁγιότητα, ἡ θυσία, τὸ μαρτύριο εἶναι τὰ μόνα ἱκανὰ νὰ μεταμορφώσουν τὸν κόσμο. Ἡ Ἐκκλησία θεμελιώθηκε μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ πάνω στοὺς τάφους καὶ τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων. Χωρὶς θυσία, ἀδύνατη ἡ ἀλλαγὴ καὶ ἡ μεταμόρφωσις.
Ἀλλὰ ἂς ἐπανέλθουμε στὰ λόγια τοῦ Παλαμᾶ: «Μοῦ ἔρχεται, λέγει, νὰ πῶ γιὰ τὸν Δημήτριο ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ θεῖος Παῦλος γιὰ τὸν Χριστό: Ἀποδεικνύει τὴν ἀγάπη του σ' ἐμᾶς ὁ Μέγας Δημήτριος μὲ τὸ ὅτι ἐνῶ ἤμασταν ἀκόμη ἀσεβεῖς, αὐτὸς «κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε», κατὰ χάριν βέβαια καὶ μίμησιν τοῦ Δεσπότου του. Καὶ ὁλόκληρη ἡ πόλις αὔτη «κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου αὐτοῦ»6.
Καὶ συνεχίζει ἀντιδιαστέλλοντας τὴν πρώην εἰδωλολατρικὴ καὶ ἀσεβῆ Θεσσαλονίκη μὲ τὸ περίφημο κέντρο τῆς Βυζαντινῆς εὐσέβειας ποὺ αὐτὸς γνώριζε, τοὺς μεγάλους καὶ περικαλλεῖς ναούς του, τὴν πολυθρύλητη εὐλάβεια τῶν κατοίκων του, τὰ μύρα καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἅγιου Δημητρίου ποὺ σὰν ποταμὸς πλημμύριζαν τὴν οἰκουμένη.
Ἱερὴ νοσταλγία καταλαμβάνει τὴν κάθε εὐλαβικὴ ψυχὴ διαβάζοντας αὐτὲς τὶς γραμμὲς τοῦ θείου Γρηγορίου. Ἄδειες σήμερα οἱ μαρμάρινες μυροδόχες λεκάνες στὴν κρύπτη τοῦ μαρτυρίου του...
Τὰ θραυσμένα πήλινα «κουτρούβια» τοῦ μύρου, ἀρχαιολογικὰ εὐρήματα μέσα στὶς βιτρίνες...
Ἀποξενωμένος ἀπὸ τὴν θεία λατρεία ὁ ἀρχικὸς χῶρος τοῦ μαρτυρίου καὶ τοῦ τάφου του... Ἰσχνὴ ἡ ἀκοὴ τῶν θαυμάτων του... Ἀναμφίβολα, πολλοὺς Δημητρίους χρειάζεται σήμερα ἡ Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ τὴν «καταλλάξουν» πάλι μὲ τὸν Θεό. Ἕνα νέο εἶδος εἰδωλολατρίας τὴν καταδυναστεύει.
Τί φταίει; Ἂς μᾶς ἐπιτραπεῖ λίγη ἀκόμη ἁγιολογικὴ φιλοπραγμοσύνη. Γιατί στὴν Αἴγινα, στὰ νησιὰ τοῦ Ἰονίου καὶ ἄλλου διαλαλοῦνται καθημερινὰ τόσα θαύματα; Σὲ τί ὑστερεῖ ὁ δικός μας ἅγιος; Ἡ αἰτία πρέπει νὰ βρίσκεται σέ μᾶς. Ἐκεῖνος ἔκανε καὶ συνεχίζει νὰ κάνει ὅ,τι ὑπαγορεύει ἡ ἀγάπη τῆς θείας ψυχῆς του διὰ τῆς ὑπὲρ τῶν Θεσσαλονικέων ἱκεσίας του πρὸς Θεόν. Ἐκεῖνος ἐπέτυχε νὰ τοῦ δοθεῖ ἡ ἄδεια νὰ ἐπιστρέψει στοὺς συμπατριῶτες του. Μοναχικός μᾶς περιμένει ὧρες ἀτελείωτες κάθε μέρα στὴ λάρνακά του νὰ ἔλθουμε νὰ τοῦ ἐκμυστηρευθοῦμε εὐλαβικά τούς πόνους καὶ τὰ αἰτήματά μας. Ὁ σεπτὸς ποιμενάρχης κάνει κι αὐτὸς τὸ χρέος του. Ἀκολουθώντας τὴν προτροπὴ ποὺ κάνει στὸ τέλος τοῦ λόγου του ὁ ἐν ἁγίοις προκάτοχός του Γρηγόριος καὶ μιμούμενος τὸν ἐπίσης προκάτοχό του Ἅγιο Συμεὼν «πολυπλασιάζει» τὴν πανηγύρι στὸν Μεγαλομάρτυρα καὶ προσπαθεῖ μὲ κάθε μέσο νὰ ἐνισχύσει τὴν εὐλάβεια τοῦ ποιμνίου του πρὸς αὐτόν. Σὲ μᾶς ἀπομένει νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε.
Καὶ διὰ νὰ καταλήξουμε τὴν ὁμιλία μας πάλι μὲ τοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, ἂς παρακαλέσουμε νὰ ἀξιωθοῦμε, μὲ τὴν πρὸς Θεὸν Ἱκεσία καὶ πρεσβεία τοῦ ἁγίου ἔνδοξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, καὶ «τῆς ἀτελεύτητου τῶν σωζομένων πανηγύρεως ἐν οὐρανοῖς, ἢς γένοιτο πάντας ἠμᾶς ἐπιτυχεῖν χάριτι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὢ πρέπει δόξα, κράτος, τιμὴ καὶ προσκύνησις σὺν τῷ ἀνάρχω αὐτοῦ Πατρὶ καὶ τῷ Παναγίω Πνεύματι νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ
ΤΕΥΧΟΣ 5
Σεπτέμβριος - Ὀκτώβριος 1989
1. Ομιλία ἐκφωνηθεῖσα στὸν Ι. Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴν Θεσσαλονίκη στὶς 23-10-1984
2. Μετάφρασις τῆς ὁμιλίας στυῆς ἔχουν πρόσφατα δημοσιευθῆ στὰ βιβλία:
Π. Χρήστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἅπαντα τὰ ἔργα, τ. 11, σ. 163 κ. ἐξ., Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας 79, Θεσσαλονίκη 1986.
Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγοι: α) Εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου β) Εἰς τὸν Ἅγιον Δημήτριον. Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, Ἅγιον Ὅρος 1987, σ. 55 κ.ἐξ. ("...μεταγλωτισθεῖς εἰς τὸ ἁπλοῦν ὑπὸ ἀνωνύμου").
3. Βλ. Ι. Φουντούλη, "Μεγάλη Ἑβδομὰς" τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, Κείμενα Λειτουργικῆς 17, Θεσσαλονίκη 1979
4.Βλ. Ἰωακεὶμ 'Ἰβηρίτου, Ἰωάννου Σταυρακίου, Λόγος εἷς τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, Μαχεδονιχᾶ τ. 1, θεσσαλονίκη 1940, σ. 351 κ. ἐξ.
5. πρβλ. Ρωμ. ε' 6
6. πρβλ. Ρωμ. ε' 10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου