Συνομιλητής: Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ, Πνευματικός στην Ι.Μ. Κύκκου.
Κ.Ι. (Κ. Ιωαννίδης): Είχατε την ευλογία να γνωρίσετε τον παπά-Κυπριανό, όπως ήταν γνωστός, το Σταυροβουνιώτη, έναν άνθρωπο, ο οποίος είχε πύρινη φλόγα µέσα του, εάν κρίνω από τα µάτια του, τα οποία έβγαζαν φωτιά. Η φωτογραφία του είναι αποκαλυπτική. Νομίζω ότι ήταν ένθεος. Είχε μέσα του µέθη Θεού. Εσείς τι θυμάστε από τις πρώτες επαφές µαζί του και πώς τον γνωρίσατε;
Γ.Γ.: Ήμουνα στα 15 ή 16 µου χρόνια, όταν για πρώτη φορά επισκέφτηκα το Σταυροβούνι µε την πρόθεση να εξομολογηθώ. Τότε µου σύστησαν στο μοναστήρι τον παπά-Κυπριανό, ο οποίος ήταν ένας πραγματικά θεόπνευστος, ασκητικότατος άνθρωπος. Μόλις τον αντίκρυζες έβλεπες την ακτινοβολία της χάριτος του Θεού. Έβλεπες ένα ασκητικό πρόσωπο να ακτινοβολεί. Ήταν απλός, µε ένα παλιό ράσο και περπατούσε µε πεπαλαιωµένα σάνδαλα. Είχε µέσα του πλατιά αγάπη, ικανή ν’ αγκαλιάσει τον κάθε άνθρωπο. Στην εξομολόγηση, ήτανε πολύ σοφός.
Στην πρώτη µου εξομολόγηση εντυπωσιάστηκα από τη σοφία και την αγάπη του. Βέβαια, τον ξαναείδα επανειληµµένα, αλλά, ένα στιγµιότυπο από µια εξομολόγηση, µ’ εντυπωσίασε. Σε µια επίσκεψή µου τον συνάντησα έξω στα χωράφια. Ήταν εργατικότατος άνθρωπος (δεν ήταν µόνο πνευματικός), και χειρονακτικά δούλευε πολύ σκληρά. Τον συναντούσε κανείς περπατώντας µέσα στα περιβόλια. Στη συνάντηση αυτή τον βρήκα να κάθεται και να κόβει, νομίζω, πατάτες για τα ζώα. Δεν έδωσε πολλή σημασία όταν τον χαιρέτησα. Έσκυψα και του φίλησα το χέρι, και κάθισα απέναντι περιμένοντας να τελειώσει. Μετ’ ολίγον, ψήλωσε το βλέµµα, δεν ξέρω τι να πω, το βλέµµα του ήτανε διαπεραστικό. Διάβαζε τι ήθελε ο άλλος. Τότε φώναξε κάποιον πατέρα και τον παρακάλεσε να φέρει τον Εuεργετινό. Τον έφερε και µου είπε να διαβάσω.(σελ. 37)
  • Τι να διαβάσω πατέρα; Άνοιξε το βιβλίο και µου έδειξε να διαβάσω κάπου. Όταν διάβασα, βρήκα εκείνα τα θέματα για τα οποία πήγα εκεί. Στο πρόβλημα που είχα βρήκα τις απαντήσεις στο σημείο που διάβασα. Όταν τελείωσα του είπα: – Γέροντα, αυτά που ήλθα να σου πω είναι αυτά που διάβασα. Μου λέει: – Παιδί µου, αυτά είναι αποστάγματα Πατέρων, αποστάγματα αγώνων πνευματικών. Έλα να βάλουμε και το πετραχήλι να σου διαβάσω την ευχή και να πηγαίνεις. Ήταν µια περίπτωση µοναδική που µ’ εντυπωσίασε. Επρόκειτο για διεισδυτικότατο άνθρωπο µε χάρισµα Θεού. Όσα διάβασα από τον Ευεργετινό αυτά ήταν όσα είχα να του πω….(από τη σελ. 38)
Επίσης, αποσυρόταν κάτω από ένα πεύκο, µέσα στο δάσος. Ήταν δασώδης η περιοχή του Σταυροβουνιού, µετά κάηκε και έμεινε γυμνό. Συνεχώς αποσυρόταν, εχάνετο και τον αναζητούσαν.
Κ.Ι.: Πήγαινε για προσευχή.
Γ.Γ.: Επέστρεφε συρτός, µε το µπαστουνάκι του, σαν να έβλεπες κάποιο να έρχεται από άλλο κόσμο. Έναν άγιο. Απ’ όλους τους πατέρες ξεχώριζε. Ήταν κάτι άλλο, κάτι ξεχωριστό, ο πατήρ Κυπριανός.
Βέβαια, και ο µετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Λεόντιος όταν ακόμα ήταν Τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου σύχναζε πολύ στο µοναστήρι. Όταν κατέβαινε στη Λευκωσία, στην Αρχιεπισκοπή, έπρεπε να περάσει οπωσδήποτε από το µοναστήρι για να τον συναντήσει. Καθόταν ολόκληρη µέρα και µιλούσε µαζί του. Ο Λεόντιος θαύμαζε τη σοφία αυτού του ανθρώπου.
Κ.Ι.: Το γεγονός ότι δεν είπε στους Γέροντες Παναή και Βασίλη να γίνουν µοναχοί, αυτό δείχνει τον αυτοέλεγχό του και τη Γεροντική διάκριση που τον χαρακτήριζε.
Γ.Γ.: Ήταν πολύ διακριτικός ο Γέροντας Κυπριανός και πολλές φορές προφήτευε. Σ’ έβλεπε κατάµµατα και κάτι έπαιρνε. Πολλές φορές, χωρίς να εκφραζόµαστε για κάποια πράγµατα στην ώρα της εξοµολογήσεως, ο παπά-Κυπριανός από µόνος του µιλούσε. Έβλεπε και µιλούσε στην καρδιά µας. Κ.Ι.: Είχε το χάρισµα. Μου θυμίζει το Γέροντα Πορφύριο σε πολλά.
– Γ.Γ.: Προέλεγε, πριν 50 χρόνια, για τις µετέπειτα εξελίξεις. Έλεγε ότι θα δείτε ανθρώπους πονηρεµένους. – Εγώ, έλεγε – µπορεί να µην ζήσω, εσείς πρέπει να ζείτε. Θα βλέπετε τους άντρες σαν τις γυναίκες και τις γυναίκες σαν τους άντρες. Τώρα, πραγµατικά, εντυπωσιαζόμαστε πώς έλεγε αυτά τα πράγµατα ο άνθρωπος αυτός.
Κ.Ι.: Προέβλεπε τους έσχατους καιρούς.
Γ.Γ.: Προέβλεπε και έδινε χαρακτηρισμούς. Θα βλέπετε τους άντρες µε µακρυά µαλλιά, µε σκουλαρίκια και τις γυναίκες δεν θα τις ξεχωρίζετε.
Κ.Ι.: Φθάσαμε και σε χειρότερα.
Γ.Γ.: Εντυπωσιαζόμαστε που έβλεπε κάτι τέτοιο, το οποίο, τότε, δεν υπήρχε. Μιλώ για το 1945-1946. Δεν υπήρχαν, τότε, τέτοια πράγµατα.
Επίσης, µας έλεγε για κάποιο όραμα που είδε ο άγιος Προκόπιος. «Έβλεπε ο άγιος Προκόπιος, έλεγε, µερικούς ιερείς, µοναχούς, αλλά και λαϊκούς να είναι σε µια χαράδρα και να προσπαθούν να αναρριχηθούν. Και όταν ρώτησε ο άγιος «ποιοι είναι αυτοί που βλέπω;:» (σελ. 39) η απάντηση ήταν ότι είναι άνθρωποι του 8ου αιώνα, οι οποίοι, αναρριχώνται για να φθάσουν τα µέτρα τα δικά σας, αλλά δεν θα µπορούν, διότι θα λείπουν τα πρότυπα. Ο Θεός, όµως, µε την ευσπλαχνία του, θα ανταµείψει µε τον ίδιο µισθό αυτούς, όπως και τους πρώτους, γιατί καταβάλλουν προσπάθειες για να αποκτήσουν την αρετή και να φτάσουν τα µέτρα της τελειότητας».
Ένα άλλο στιγµιότυπο που θυµάµαι, ήταν, όταν τον επισκεφτήκαμε την προτεραία του θανάτου του και ο πατήρ Κυπριανός ήταν τόσο αποδυναµωµένος, εξαιτίας της ασθένειάς του και δεν µπορούσε να µιλήσει.
Κ.Ι.: Θυμάστε τι ασθένεια είχε;
Γ.Γ.: Έπασχε από καρκίνο. Θυµάµαι πως µας είπε ο πατέρας που τον διακονούσε ότι δεν µπορείτε να τον δείτε και δεν µπορεί πλέον να µιλήσει. Εμείς θέλαμε να του φιλήσουμε το χέρι και να πάρουμε την ευχή του. Όταν του µίλησε, του είπε, να περάσουμε µέσα και ζήτησε βοήθεια να καθίσει στο στρώμα και άρχισε, εκείνη την ώρα, να οµιλεί.
Θυµάµαι  απευθυνόμενος πιο πολύ στο Γέρο Παναή και στο Βασίλη έλεγε: «παιδιά µου, να µείνετε εκεί που είστε. Μη σας σαλέψει το θέμα του ημερολογίου». Τον βασάνιζε, το θέμα. Όμως δεν ήθελε ν’ αποκοπεί από τον κορμό της Εκκλησίας. Και συνέχισε: «Ένα είπα στον εαυτό µου. Εξήντα χρόνια πάλευα να νικήσω τη σάρκα κι όμως τώρα µε νίκησε η σάρκα». Και εννοούσε ότι δεν έφαγε ποτέ κρέας. Τις τελευταίες µέρες του είπαν (αφού δεν είχε ούτε στομάχι, ούτε τίποτε, λόγω του καρκίνου) να του κάνουνε λίγο ζωμό κοτόπουλου, λίγη σούπα. Κάνετε, τους είπε και θεώρησε ότι τον νίκησε η σάρκα.
Κ.Ι.: Γέροντα, ο άγιος Νεκτάριος, ο παππούς ο Παναής, ο παπά-Κυπριανός, πέθαναν από καρκίνο. Γιατί οι άγιοι άνθρωποι, να υποφέρουν από αυτές τις ασθένειες; Έχω τη γνώμη ότι το πολύ δόσιμο, η πολλή αγάπη ξεπερνά κάποια όρια και αυτό έχει συνέπειες στην υγεία. Γι’ αυτό, ίσως, πρέπει να κρατούμε την αρμονία, την ισορροπία. Αυτοί, όμως, από το πολύ δόσιμο στις ανάγκες της Εκκλησίας, ξεπερνούν κάποια επιτρεπτά όρια και είναι κι αυτό ένα στοιχείο που η φύση δεν δέχεται, γι’ αυτό και η σάρκα αρρωσταίνει.
Γ.Γ.: Δεν νομίζω.
Κ.Ι.: Έτσι το καταλαβαίνω. Είναι η αρρώστια επίσκεψη Θεού. Ακόμη περισσότερο καθαρίζεται ο άνθρωπος. Οδηγείται σε ακόμη λεπτότερους, θειότερους κόσμους. Βέβαια, έχουμε και το Γέροντα Παΐσιο, το Γέροντα Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο. (σελ. 40)…
https://simeiakairwn.wordpress.com/2016/09/27/%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B1-%CE%BA%CF%85%CF%80%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BD%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B8%CE%B1-%CE%B4%CE%B5/