Ἔξω ἀπό τόν Ἱερό Ναό βρίσκεται τό κωδωνοστάσιο μέ τίς καμπάνες. Κάθε Ἱερός Ναός ἔχει τίς δικές του καμπάνες, τό δικό του καμπαναριό. Ναός χωρίς καμπάνα εἶναι κάτι πολύ σπάνιο. Ἀκόμα καί γιά κάποια ἀπομακρυσμένα έξωκκλήσια, στίς κορυφές τῶν βουνῶν, ἔρημα καί ἐγκαταλελειμμένα, ὁ λαός ἐκδηλώνει ἐνδιαφέρον. Τό θεωρεῖ ἁμαρτία μία Ἐκκλησία νά μήν ἔχη καμπάνα. Γι᾿ αὐτό καί τοποθετοῦν ἔστω καί μιά μικρή. Ἀρκεῖ νά ὑπάρχει καί πότε-πότε νά χτυπᾶ, ἀκόμα καί ἀπό τόν ἀέρα.
Καί τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι τό ἐξῆς:
Ὑπῆρχαν πάντοτε καμπάνες στίς Ἐκκλησίες μας;
Ὄχι, ἀπαντά ἡ Ἱστορία. Τόν καιρό πού οἱ χριστιανοί καταδιώκονταν ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, δέν ὑπῆρχαν καμπάνες. Οἱ χριστιανοί, ὅταν ἐπρόκειτο νά συγκεντρωθοῦν κάπου καί νά λατρεύσουν τόν Πανάγιο Θεό, μέ ἄλλον τρόπο εἰδοποιοῦντο. Εἰδοποιοῦντο μυστικά. Δηλαδή, ὑπῆρχαν ἔμπιστα πρόσωπα, πού εἶχαν ἀποστολή νά εἰδοποιοῦν τούς χριστιανούς, προσέχοντας νά μή μάθουν τίποτα οἱ εἰδωλολάτρες. Γιατί, ἄν μάθαιναν ποῦ θά συγκεντρώνονταν, θά τούς ἔστηναν καρτέρι, θά τούς ἔπιαναν, θά τούς φυλάκιζαν, θά τούς σκότωναν ἤ θά ἔβαζαν φωτιά καί θά τούς ἔκαιγαν, καθώς ἦταν μαζεμένοι μέσα στίς σπηλιές, στίς τρύπες, στίς Κατακόμβες. Φοβερή ἐποχή!
Ἐκεῖνοι πού ἀναλάμβαναν τό δύσκολο καί πολύ ἐπικίνδυνο αὐτό ἔργο, νά εἰδοποιοῦν τούς χριστιανούς, ὀνομάζονταν "θεοδρόμοι" δηλαδή ἄνθρωποι χριστιανοί, πού ἔτρεχαν στούς δρόμους, στά χωριά καί στίς πόλεις, γιά νά ἐκτελέσουν θεϊκή ἐντολή. "Θεοδρόμοι"δηλαδή ταχυδρόμοι τοῦ Θεοῦ. Ὀνομάζονταν ἀκόμα καί "λαοσυνάκται", γιατί σύναζαν, συγκέντρωναν τόν λαό, γιά νά λατρεύση τόν Θεό.
Ἀπό τόν 2ο καί 3ο μ.Χ. αἰῶνα πολλοί χριστιανοί ἔφευγαν ἀπό τίς πόλεις καί τά χωριά, πήγαιναν στήν ἔρημο, ἔστηναν ἐκεῖ καλύβες καί μακριά ἀπό τόν κόσμο, ζοῦσαν αὐστηρή ζωή, μιά ζωή ἀφιερωμένη στό Θεό. Ἦταν οἱ πρῶτοι μοναχοί.
Αὐτοί ἦσαν ἀπομακρυσμένοι ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Εἰδοποιοῦνταν γιά νά μαζευτοῦν καί ἀπό κοινοῦ νά λατρεύσουν τόν Θεό μέ κάτι ξύλα, πού τά χτυποῦσαν μέ ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο, ὅπως γίνεται ἀκόμα καί σήμερα στά μοναστήρια, ὅπου οἱ μοναχοί τήν νύχτα καλοῦνται γιά τίς ἱερές ἀκολουθίες μέ τά λεγόμενα "τάλαντα".
Στό μοναστήρι πού ἵδρυσε ὁ Ἅγιος Παχώμιος, οἱ μοναχοί ἐκαλοῦντο στίς συνάξεις τῆς Θείας Λατρείας μέ σάλπιγγα. Δικαιολογῶντας ὁ Ἅγιος τόν τρόπο αὐτό τῆς εἰδοποιήσεως, ἔλεγε ὅτι καί ἡ παλαιά συναγωγή τῶν Ἑβραίων ἐκαλεῖτο στή σύναξι μέ σάλπιγγες (Ἀριθμ. ι΄: 2-3).
Ἀλλά
ὅταν ἦλθε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος μέ τό τέλος τῶν διωγμῶν οἱ χριστιανοί
εἰδοποιοῦντο πλέον μέ ἐπισημότητα. Ὁ πρῶτος τρόπος μέ τόν ὁποῖον
εἰδοποιοῦντο, ἦταν μέ σιδερένια σήμαντρα, πού τά χτυποῦσαν μέ σφυρί (Καντιώτου Αὐγ. Μητρ. Φλωρίνης, "Ὀρθόδοξος Ναός", Ἀθήνα 1992, σελ. 71). Ἀκόμα
καί σήμερα αὐτά ἠχοῦν στό Ἅγιον Ὄρος καί σέ πολλά μοναστήρια μετά τό
τάλαντο ἀκούγεται τό σήμαντρο καί μετά τό σήμαντρο ἠχοῦν οἱ καμπάνες.
Καμπάνες στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή δέν ὑπῆρχαν. Προϋπῆρχαν ὅμως στή Δύσι. Γιά πρώτη φορά παρουσιάστηκαν στήν Κωνσταντινούπολι τό 865μ.Χ,, πολύ μετά τό κτίσιμο τῆς Ἁγίας Σοφίας. Τότε ἕνας ἄρχοντας τῆς Βενετίας ἔστειλε στόν αὐτοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως δώδεκα καμπάνες, ὡς δῶρο γιά τόν Ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας. (Καμπάνες ὠνομάστηκαν ἐπειδή ἦταν κατασκευασμένες ἀπό ἐκλεκτό μέταλλο, προερχόμενο ἀπό τά ὀρυχεῖα τῆς Καμπανίας, ἐπαρχίας τῆς Ἰταλίας.)
Ὅταν δέ γιά πρώτη φορά χτύπησαν οἱ καμπάνες στήν Πόλι, μᾶς λένε οἱ ἱστορικοί τῆς ἐποχῆς, ὁ εὐσεβής λαός ξεχύθηκε στούς δρόμους, αἰσθάνθηκε μεγάλη χαρά, ἔκανε πανηγύρι. Νόμισε πώς οἱ Ἄγγελοι κατέβηκαν στή γῆ, σάλπιζαν καί καλοῦσαν τούς πιστούς χριστιανούς στήν Ἐκκλησία. Οἱ καμπάνες αὐτές τῆς Ἁγίας Σοφίας χτυποῦσαν γιά 600 περίπου χρόνια. Ἀλλά ὅταν ἡ Πόλι ἔπεσε, τό 1453μ.Χ., τότε καί οἱ καμπάνες σταμάτησαν νά χτυποῦν. Τίς ξεκρέμασε ὁ κατακτητής, τίς ἔλιωσε καί τίς ἔκανε κανόνια καί βόλια... Σ᾿ ὅλα τά χριστιανικά μέρη, πού κατέλαβαν οἱ Τοῦρκοι, ἀπαγορεύτηκαν οἱ καμπάνες, γιατί, ὅπως ἔλεγαν, ὁ ἦχος τῆς καμπάνας ἐτάραζε τόν ὕπνο τῶν νεκρῶν τους!
Τότε, στά φοβερά ἐκεῖνα χρόνια, οἱ σκλαβωμένοι χριστιανοί εἰδοποιοῦντο πάλι μέ μυστικό τρόπο. Παρουσιάστηκαν καί πάλι οἱ θεοδρόμοι, πού τώρα ὀνομάζονταν "κράχτες". Αὐτοί, μέσα στίς φοβερές ἐκεῖνες νύχτες τῆς τουρκοκρατίας, ἔτρεχαν καί εἰδοποιοῦσαν τούς χριστιανούς, τό σκλαβωμένο γένος τῶν Ἑλλήνων, μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους, γιά νά ἐκκλησιαστοῦν καί νά μάθουν γράμματα.
Καμπάνες στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή δέν ὑπῆρχαν. Προϋπῆρχαν ὅμως στή Δύσι. Γιά πρώτη φορά παρουσιάστηκαν στήν Κωνσταντινούπολι τό 865μ.Χ,, πολύ μετά τό κτίσιμο τῆς Ἁγίας Σοφίας. Τότε ἕνας ἄρχοντας τῆς Βενετίας ἔστειλε στόν αὐτοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως δώδεκα καμπάνες, ὡς δῶρο γιά τόν Ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας. (Καμπάνες ὠνομάστηκαν ἐπειδή ἦταν κατασκευασμένες ἀπό ἐκλεκτό μέταλλο, προερχόμενο ἀπό τά ὀρυχεῖα τῆς Καμπανίας, ἐπαρχίας τῆς Ἰταλίας.)
Ὅταν δέ γιά πρώτη φορά χτύπησαν οἱ καμπάνες στήν Πόλι, μᾶς λένε οἱ ἱστορικοί τῆς ἐποχῆς, ὁ εὐσεβής λαός ξεχύθηκε στούς δρόμους, αἰσθάνθηκε μεγάλη χαρά, ἔκανε πανηγύρι. Νόμισε πώς οἱ Ἄγγελοι κατέβηκαν στή γῆ, σάλπιζαν καί καλοῦσαν τούς πιστούς χριστιανούς στήν Ἐκκλησία. Οἱ καμπάνες αὐτές τῆς Ἁγίας Σοφίας χτυποῦσαν γιά 600 περίπου χρόνια. Ἀλλά ὅταν ἡ Πόλι ἔπεσε, τό 1453μ.Χ., τότε καί οἱ καμπάνες σταμάτησαν νά χτυποῦν. Τίς ξεκρέμασε ὁ κατακτητής, τίς ἔλιωσε καί τίς ἔκανε κανόνια καί βόλια... Σ᾿ ὅλα τά χριστιανικά μέρη, πού κατέλαβαν οἱ Τοῦρκοι, ἀπαγορεύτηκαν οἱ καμπάνες, γιατί, ὅπως ἔλεγαν, ὁ ἦχος τῆς καμπάνας ἐτάραζε τόν ὕπνο τῶν νεκρῶν τους!
Τότε, στά φοβερά ἐκεῖνα χρόνια, οἱ σκλαβωμένοι χριστιανοί εἰδοποιοῦντο πάλι μέ μυστικό τρόπο. Παρουσιάστηκαν καί πάλι οἱ θεοδρόμοι, πού τώρα ὀνομάζονταν "κράχτες". Αὐτοί, μέσα στίς φοβερές ἐκεῖνες νύχτες τῆς τουρκοκρατίας, ἔτρεχαν καί εἰδοποιοῦσαν τούς χριστιανούς, τό σκλαβωμένο γένος τῶν Ἑλλήνων, μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους, γιά νά ἐκκλησιαστοῦν καί νά μάθουν γράμματα.
Ἐλευθερώθηκε ὅμως ἡ Πατρίδα μας καί οἱ καμπάνες ἐπανῆλθαν στά κωδωνοστάσια τῶν Ναῶν. Ἄρχισαν δέ νά κτυποῦν ξανά θριαμβευτικά.
Κάποτε, ζοῦσε ἕνας νεωκόρος, ὁ ὁποῖος εἶχε πολύ σεβασμό, πολλή εὐλάβεια, πολύ φόβο Θεοῦ. Ἦταν ἀπό ἐκείνους τούς νεωκόρους, πού τούς ζητᾶμε καί τούς θέλουμε ὡς ὑπηρέτες καί βοηθούς στόν Ναό.
Ὁ Ναός ἦταν κτισμένος πρός τιμήν τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Χτυποῦσε λοιπόν ὁ νεωκόρος τίς καμπάνες τοῦ Ναοῦ - ἦταν τρεῖς, τέσσερις οἱ καμπάνες - καί ὁ νεωκόρος τίς χτυποῦσε μέ τά δυό του χέρια.
Ἔπεσε ὄμως καί τραυματίστηκε στό ἀριστερό του χέρι καί δέν μποροῦσε νά χτυπήση τίς καμπάνες μέ τό ἕνα χέρι μονάχα. Καί ἦταν γι᾿ αὐτό πολύ στενοχωριμένος. Ἐρχόταν μεγάλη γιορτή καί δέν θά χτυποῦσε γλυκά, ρυθμικά, ὅπως συνήθως, πότε τή μία, πότε τήν ἄλλη, πότε δύο δύο, πότε τρεῖς καί μία, ὅπως κάνουν στό Ἅγιον Ὄρος.
Λοιπόν, τί νά κάνη, πηγαίνει στόν Τίπιο Πρόδρομο καί τοῦ λέει:
-- Ἀκουσέ με, Ἅγιε! Ὁ Ναός σου εἶναι αὐτός, τό χέρι μου τό εἷδες, δέν μπορῶ μέ τό ἕνα χέρι. Γιά ἔλα δῶ. (Τόν παίρνει λοιπόν ἀπό τό χέρι - κατέβηκε ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἀπό τήν εἰκόνα του! - καί τόν πηγαίνει ἔξω στό καμπαναριό.) Γιά δεῖξε μου τώρα πῶς θά χτυπάω τίς καμπάνες!
Παίρνει ὁ Τίμιος Πρόδρομος κάνει θηλιές τά σχοινιά, βάζει τή μιά θηλιά στό ἕνα χέρι καί τήν ἄλλη θηλιά στόν ἀγκῶνα, καί τοῦ ἔδειξε μέ ποιόν θερμό τρόπο θά χτυπάη τίς καμπάνες.
-- Εὐχαριστῶ πολύ, εἶπε ὁ νεωκόρος στόν Ἅγιο!
Καί χτυποῦσε τίς καμπάνες ὅπως τοῦ ἔδειξε ὁ Τίμιος Πρόδρομος! (Ἀπό τίς προσωπικές μου σημειώσεις).
Κάποτε, ζοῦσε ἕνας νεωκόρος, ὁ ὁποῖος εἶχε πολύ σεβασμό, πολλή εὐλάβεια, πολύ φόβο Θεοῦ. Ἦταν ἀπό ἐκείνους τούς νεωκόρους, πού τούς ζητᾶμε καί τούς θέλουμε ὡς ὑπηρέτες καί βοηθούς στόν Ναό.
Ὁ Ναός ἦταν κτισμένος πρός τιμήν τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Χτυποῦσε λοιπόν ὁ νεωκόρος τίς καμπάνες τοῦ Ναοῦ - ἦταν τρεῖς, τέσσερις οἱ καμπάνες - καί ὁ νεωκόρος τίς χτυποῦσε μέ τά δυό του χέρια.
Ἔπεσε ὄμως καί τραυματίστηκε στό ἀριστερό του χέρι καί δέν μποροῦσε νά χτυπήση τίς καμπάνες μέ τό ἕνα χέρι μονάχα. Καί ἦταν γι᾿ αὐτό πολύ στενοχωριμένος. Ἐρχόταν μεγάλη γιορτή καί δέν θά χτυποῦσε γλυκά, ρυθμικά, ὅπως συνήθως, πότε τή μία, πότε τήν ἄλλη, πότε δύο δύο, πότε τρεῖς καί μία, ὅπως κάνουν στό Ἅγιον Ὄρος.
Λοιπόν, τί νά κάνη, πηγαίνει στόν Τίπιο Πρόδρομο καί τοῦ λέει:
-- Ἀκουσέ με, Ἅγιε! Ὁ Ναός σου εἶναι αὐτός, τό χέρι μου τό εἷδες, δέν μπορῶ μέ τό ἕνα χέρι. Γιά ἔλα δῶ. (Τόν παίρνει λοιπόν ἀπό τό χέρι - κατέβηκε ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἀπό τήν εἰκόνα του! - καί τόν πηγαίνει ἔξω στό καμπαναριό.) Γιά δεῖξε μου τώρα πῶς θά χτυπάω τίς καμπάνες!
Παίρνει ὁ Τίμιος Πρόδρομος κάνει θηλιές τά σχοινιά, βάζει τή μιά θηλιά στό ἕνα χέρι καί τήν ἄλλη θηλιά στόν ἀγκῶνα, καί τοῦ ἔδειξε μέ ποιόν θερμό τρόπο θά χτυπάη τίς καμπάνες.
-- Εὐχαριστῶ πολύ, εἶπε ὁ νεωκόρος στόν Ἅγιο!
Καί χτυποῦσε τίς καμπάνες ὅπως τοῦ ἔδειξε ὁ Τίμιος Πρόδρομος! (Ἀπό τίς προσωπικές μου σημειώσεις).
Τῷ Θεῷ δόξα.! Ἀμήν.
Πρωτ. Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου
Ἀπό τό βιβλίο: "ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου