Οἱ καιροὶ ἔχουν ἀλλάξει!
Πόσο χάρηκα ποὺ τὸ ἄκουσα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀκοῦτε προσεκτικὰ ὅ,τι λέγω, καὶ ὄχι μόνο ἀκοῦτε, ἀλλὰ καὶ εἶστε διατεθειμένοι νὰ τὸ τηρήσετε. Τί περισσότερο θὰ μπορούσαμε νὰ ἐπιθυμήσουμε ἐμεῖς ποὺ κηρύττουμε ὅπως διαταχθήκαμε καὶ ὅσα διαταχθήκαμε;
Ἀνεξάρτητα ἀπὸ ὅλα αὐτά, μὲ κανένα τρόπο δὲν μπορῶ νὰ συμφωνήσω μὲ τὴν γνώμη σας καὶ τὸ θεωρῶ καθῆκον μου νὰ τὴν σχολιάσω καὶ νὰ τὴν διορθώσω. Διότι – μολονότι ἴσως εἶναι παρὰ τὴν θέλησι καὶ τὴν πεποίθησί σας – προέρχεται ἀπὸ ἁμαρτωλὴ πηγή, σὰν νὰ μποροῦσε ὁ Χριστιανισμὸς νὰ μεταβάλλη τὰ δόγματά του, τοὺς κανόνες του, τὶς ἁγιαστικές του τελετουργίες, γιὰ νὰ ἀνταποκριθῆ στὸ πνεῦμα κάθε ἐποχῆς καὶ προσαρμοσμένος στὰ μεταβλητὰ γοῦστα τῶν υἱῶν τοῦ αἰῶνος τούτου, νὰ μποροῦσε νὰ προσθέση ἤ νὰ ἀφαιρέση κάτι.
Κι’ ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι. Ὁ Χριστιανισμὸς πρέπει νὰ παραμένη αἰώνια ἀμετάβλητος, χωρὶς καθόλου νὰ ἐξαρτᾶται ἤ νὰ κατευθύνεται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἑκάστοτε ἐποχῆς. Ἀντίθετα ὁ ἴδιος ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι διωρισμένος νὰ κυβερνᾶ καὶ νὰ διοικῆ τὰ πνεῦμα τοῦ αἰῶνος γιὰ καθένα ποὺ ὑπακούει στὶς νουθεσίες του. Γιὰ νὰ σᾶς πείσω στὸ ἐν λόγῳ ζήτημα, θὰ σᾶς ἀναφέρω μερικὲς σκέψεις γιὰ νὰ τὶς μελετήσετε.
Κάποιοι εἶπαν πὼς ἡ διδασκαλία μου εἶναι αὐστηρή. Κατ’ ἀρχὴν ἡ διδασκαλία μου δὲν εἶναι δική μου, οὔτε θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἱερὴ θέσι κανεὶς δὲν πρέπει οὔτε μπορεῖ νὰ κηρύττη δικιά του διδασκαλία. Ἂν λοιπὸν ἐγὼ ἤ κάποιος ἄλλος τολμήσει ποτὲ νὰ τὸ κάνη, μπορεῖτε νὰ μᾶς βγάλετε ἐκτὸς Ἐκκλησίας.
Ἐμεῖς κηρύττουμε τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων του καὶ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας ποὺ κατευθύνεται ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Συνάμα φροντίζουμε μὲ κάθε δυνατὸ τρόπο νὰ διατηρήσουμε τὴν διδασκαλία αὐτὴ ἀκεραία καὶ ἀπαραβίαστη στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιά σας. Παρουσιάζουμε κάθε σκέψι καὶ χρησιμοποιοῦμε κάθε λέξι μὲ πολλὴ προσοχή, γιὰ νὰ μὴ σκιάσουμε μὲ κανένα τρόπο αὐτὴ τὴν λαμπρὴ καὶ θεία διδασκαλία. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πράξη διαφορετικά.
Ἕνας τέτοιος νόμος ποὺ καθορίζει τὸ κήρυγμα τοῦ καθενὸς στὴν Ἐκκλησία νὰ εἶναι θεόπεμπτο, καθιερώθηκε ἀπὸ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου κι’ ἔτσι πρέπει νὰ παραμείνη ἰσχῦον ὥς τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Ὁ Προφήτης Μωυσῆς μετὰ τὴν παράδοσι τῶν ἐντολῶν τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό, κατέληξε στὰ ἑξῆς: «Οὐ προσθήσετε πρὸς τὸ ρῆμα ὅ ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν, καὶ οὐκ ἀφελεῖτε ἀπ’ αὐτοῦ, φυλάσσεσθε τὰς ἐντολὰς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν σήμερον» (Δευτ. 4,2).