ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ[:Ματθ.1,1-25]
Ερμηνεία Ιερού Χρυσοστόμου στα εδάφια 17- 21
του πρώτου κεφαλαίου
του «κατά Ματθαίον» ευαγγελίου
[ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ]
«Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἠβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν(:ο Ιωσήφ, ο μνηστήρας αυτής, όταν αντιλήφθηκε την εγκυμοσύνη,(πήρε την απόφαση να διαλύσει την μνηστεία)·επειδή όμως ήταν ενάρετος και εύσπλαχνος και δεν ήθελε να την διαπομπεύσει προς δημόσιο παραδειγματισμό, σκέφτηκε να τη διώξει μυστικά χωρίς να ανακοινώσει σε κανένα τις υποψίες του)»[Ματθ.1,19].
Αφού ανέφερε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και χωρίς να λάβει χώρα σαρκική ένωση, ολοκληρώνει ο Ματθαίος την διήγησή του και από μια άλλη σκοπιά. Για να μη δώσει το δικαίωμα στον οποιονδήποτε να ερωτά: «Πώς αποδεικνύεται αυτό; Ποιος είδε ή άκουσε ότι συνέβη ποτέ κάποιο παρόμοιο γεγονός;» Επίσης, για να μην υποπτευθείς ότι ο μαθητής από εύνοια προς τον Διδάσκαλο επινοεί όλα αυτά, εμφανίζει ο Ματθαίος τον Ιωσήφ να συνηγορεί, με όσα έπαθε με τις υποψίες του που διαλύθηκαν από τον άγγελο, στο να γίνουν πιστευτά τα λεχθέντα, σαν να μας λέγει σχεδόν με αυτά που γράφει ότι «εάν δεν πιστεύεις σε εμένα και θεωρείς ύποπτη τη μαρτυρία μου, να πιστέψεις στον ίδιο τον μνηστήρα της Μαρίας».
Διότι λέγει: «Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν(:και ο Ιωσήφ, ο αρραβωνιαστικός της, επειδή ήταν ενάρετος)»[Ματθ.1,19]. «Δίκαιο» εδώ ονομάζει τον σε όλα ενάρετο. Βέβαια, δικαιοσύνη είναι το να αποφεύγει κανένας την πλεονεξία, αλλά δικαιοσύνη ονομάζεται και η αρετή στο σύνολό της. Και μάλιστα η Γραφή χρησιμοποιεί με αυτή τη σημασία την έννοια της δικαιοσύνης, όπως όταν λέγει· «Ἄνθρωπος δίκαιος, ἀληθινός»[Ιώβ, 1,1] και αλλού: «Ἦσαν δὲ δίκαιοι ἀμφότεροι(:Ήσαν και οι δύο δίκαιοι)»[Λουκ. 1,16].Ώστε «επειδή ήταν δίκαιος» δηλαδή καλοκάγαθος και επιεικής και σε όλα ενάρετος, «σκέφθηκε να της δώσει διαζύγιο μυστικά». Γι’ αυτόν τον λόγο αναφέρει το γεγονός πριν ο Ιωσήφ γνωρίσει την αλήθεια, για να μη δείξεις απιστία προς όσα συνέβησαν ύστερα από την γνώση της αλήθειας. Βέβαια, μια τέτοια γυναίκα δεν ήταν άξια να υποστεί μόνο τη διαπόμπευση, τον δημόσιο εξευτελισμό προς παραδειγματισμό, αλλά ο νόμος διέτασσε να τιμωρηθεί κιόλας .