Ἡ ἀντίκρουση τῶν νεοορθόδοξων - μεταπατερικῶν
αἱρετικῶν διδασκαλιῶν
Ὁ σεβαστός Γέροντας π. Θεόκλητος Διονυσιάτης ἀντιτάσσεται σθεναρά στήν αἱρετική ἀντισταυρική αὐτήν διδασκαλία. Οἱ σύγχρονοι «νεοορθόδοξοι», ὅπως σημειώνει, «δέσµιοι τῶν παθῶν τους καί ἐνεργούµενοι ὑπό τῶν δαιµόνων, πού τούς ἐµπαίζουν, ἐνῶ κυλίονται στόν βόρβορο τῶν ἡδονῶν, αἰσθάνονται, µέσα στήν φιλήδονη βακχεία τους, ὅτι ἀπολαµβάνουν τόν θεῖο ἔρωτα. Τοῦτο εἶναι τό σκοτάδι τους, ἡ πλάνη τους»[1].
Μιλοῦν συνεχῶς γιά τήν ἀγάπη, τόν ἀνθρώπινο ἔρωτα, ὡς ὁδό θεογνωσίας. Ἀγάπη, ὅμως, χωρίς κάθαρση ἀπό τά πάθη εἶναι, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, ὀχιά πού κατατρώγει. «Πρόσεχε», λέγει, «νά μή δεχθῆς στήν καρδιά σου ἐνέργεια ἀγάπης, ἐάν προηγουμένως δέν περάση ὁ ἁγνιστικός φόβος γιά νά τήν καθαρίση. Ἀλλιῶς θά σοῦ γίνει ἔχιδνα καί θά σέ καταφάγη»[2].
«Ὁ ὅρος ἔρως», τόν ὁποῖον χρησιμοποιοῦν συνεχῶς οἱ νεοορθόδοξοι, ὅπως τονίζει ὁ π. Θεόκλητος, «δέν ὑπάρχει στήν πατερική ὁρολογία γιά τίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων. Ἔρως εἶναι ἡ φλογερή ἀγάπη, πού ἀναφέρεται µόνον στόν Θεό καί δέν ἔχει καµία θέση οὔτε πρό τοῦ γάµου, οὔτε µέσα στόν γάµο»[3]. Ἀπευθυνόμενος δέ στόν κ. Γιανναρᾶ λέγει: «Φέρε µας δύο, τρία, πέντε κείµενα Πατέρων, πού ἀποδέχονται τόν ἑτερόφυλο ἔρωτα ὡς ἀναµάρτητον, ὡς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, πού ὁδηγεῖ στόν θεῖον ἔρωτα καί ἰδού οἱ νεορθόδοξοι εἶσθε πλέον ὀρθόδοξοι. Ἄν µπορεῖτε ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες νά φέρετε µαρτυρίες ὅτι.... δέχονται οἱ Ἅγιοι Πατέρες τόν ἑτερόφυλο ἔρωτα, τότε πραγµατικά εἶσθε ὀρθόδοξοι»[4]. Δυστυχῶς, ἡ νεοορθοδοξία-μεταπατερικότητα εἶναι κατ’ οὐσίαν μία ἀντιπατερικότητα καί ἑπομένως μία ἀντίθεση στό Ἅγιο Πνεῦμα, τοῦ Ὁποίου φορεῖς εἶναι οἱ θειότατοι Πατέρες· τελικά δηλαδή εἶναι μία Θεομαχία.
«Δυστυχῶς, ὁ καθηγητής Γιανναρᾶς», παρατηρεῖ ὁ καθηγ. τῆς Πατρολογίας τοῦ Α.Π.Θ. π. Θεόδωρος Ζήσης, «ὑπερέβη τούς Πατέρες, δέν ἀκολουθεῖ τούς Πατέρες· διατυπώνει διδασκαλίες ἀντιπατερικές καί ἠθικά ἐπικίνδυνες, ὅπως ἡ διδασκαλία του γιά τόν ἀνθρώπινο ἔρωτα ὡς ὁδό θεογνωσίας, γιά τήν ὁποία ἐλέγχθηκε μέ δυνατή καί ἀκαταμάχητη ἐπιχειρηματολογία ἀπό τόν ἀείμνηστο Γέροντα Θεόκλητο Διονυσιάτη, μέ σειρά δημοσιευμάτων, στά ὁποῖα αὐτή ἡ διδασκαλία χαρακτηρίζεται ὡς ἐπανεμφάνιση τῆς αἱρέσεως τοῦ Νικολαϊτισμοῦ, ὡς Νεονικολαϊτισμός. Ὁ π. Θεόκλητος μάλιστα εὑρίσκει ὄχι ἁπλῆ ὑπέρβαση, ἀγνόηση τῶν Πατέρων, ἀλλά πολεμική καί ὕβρεις ἐναντίον τους. Γράφει: