Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
ΔΥΤΙΚΟΙ «ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΙ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΡΩΣΙΑΣ.
ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΔΙΕΛΥΣΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Στόχος ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
1. Τὸ παράδειγμα τῆς Ὀρθόδοξης Σερβίας. Κοσσυφοπέδιο καὶ Οὐκρανία.
Ὅσοι, χωρὶς ἱστορικὴ γνώση, παρακολουθοῦν αὐτὲς τὶς ἡμέρες τὴν σύγκρουση μεταξὺ τῶν δυτικῶν συμμάχων τοῦ ΝΑΤΟ καὶ τῆς Ρωσίας στὰ σύνορα τῆς Οὐκρανίας, ὅπου ἐπιδιώκουν οἱ νέοι Σταυροφόροι νὰ ἀποσπάσουν τὴν Οὐκρανία ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ καὶ γεωπολιτική της σύνδεση μὲ τὴν Ρωσία καὶ νὰ τὴν ἐντάξουν στὴν δυτικὴ συμμαχία, στὴν λατινοφραγκική, παπικὴ καὶ προτεσταντικὴ Δύση, δὲν μποροῦν νὰ κατανοήσουν τὴν δικαιολογημένη ἰσχυρὴ ἀντίδραση τῆς Ρωσίας καὶ πιθανὸν νὰ δικαιώνουν ὄχι τὴν ἀμυνόμενη Ρωσία ἀλλὰ τοὺς ἐπιτιθέμενους νέους Σταυροφόρους τῆς Δύσης.
Οἱ τελευταῖοι ἐπαναλαμβάνουν ὅ,τι ἔπραξαν μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Σερβία στὸν ἐναντίον της πολυχρόνιο πόλεμο μετὰ τὴν διάλυση τῆς Γιουγκοσλαβίας. Ἀφοῦ μὲ τὴν παρέμβαση τοῦ πάπα καὶ τοὺς τοπικοὺς πολέμους ἱδρύθησαν τὰ ἀνεξάρτητα «καθολικά» κράτη τῆς Κροατίας καὶ τῆς Σλοβενίας μὲ ἐδαφικὲς ρυθμίσεις εἰς βάρος τῆς Ὀρθόδοξης Σερβίας, ἐπενέβη τὸ ἴδιο τὸ ΝΑΤΟ τὸ 1999 (Μάρτιος-Ἰούνιος) καὶ μὲ ἀτέλειωτους φονικοὺς βομβαρδισμοὺς ἐναντίον τῆς Σερβίας, ποὺ ἄντεξε ἐπὶ μῆνες, διέλυσαν τὴν στρατιωτική της δύναμη καὶ τὴν ἀνάγκασαν νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὴν ἱστορική της κοιτίδα, τὸ Κοσσυφοπέδιο, ποὺ τὸ παρέδωσαν στοὺς Μουσουλμάνους Κοσοβάρους Ἀλβανούς, γεμίζοντας τὰ Βαλκάνια μὲ ἀνεξάρτητα νέα λατινοφραγκικὰ προτεκτοράτα, ἀμερικανοευρωπαϊκά, παπικὰ καὶ μουσουλμανικά, ποὺ περικύκλωσαν τὴν Ὀρθόδοξη Σερβία, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀμφιταλαντευόμενη μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσης Ἑλλάδα. Ἡ τελευταία ὡς μέλος τῆς δυτικῆς συμμαχίας διευκόλυνε τὶς στρατιωτικὲς ἐπιχειρήσεις, μὲ τὴν λαϊκή της πάντως ἀλάνθαστη συνείδηση στάθηκε στὸ πλευρὸ τῶν ἀμυνόμενων Ὀρθοδόξων Σέρβων. Ἔχει καταγραφῆ ἀνεξίτηλα ἡ ἐνθάρρυνση τοῦ Βατικανοῦ πρὸς τοὺς πρέσβεις τῶν δυτικῶν χωρῶν διὰ στόματος τοῦ Πολωνοῦ πάπα Παύλου ΣΤ´, ὅπως τὴν διέσωσε Ἕλληνας Εὐρωβουλευτής: «Ἐξοπλῖστε τοὺς Μουσουλμάνους καὶ ἀφοπλῖστε τοὺς Σέρβους»[1].
Ὅ,τι εἶναι τὸ Κοσσυφοπέδιο γιὰ τοὺς Σέρβους, ὡς ἐθνικὴ καὶ χριστιανική τους κοιτίδα, τὸ ἴδιο εἶναι καὶ ἡ Οὐκρανία, τὸ Κίεβο, γιὰ τοὺς Ρώσους. Στὸ Κίεβο, τὴν πρώτη πρωτεύουσα τῶν Ρώσων, συντελέσθηκε τὸ Βάπτισμα, ὁ ἐκχριστιανισμός τους (988 μ.Χ.), καὶ ἐκεῖ ἐπὶ αἰῶνες ἀναπτύχθηκε ἡ Ρωσικὴ Ὀρθοδοξία, ὁ ρωσικὸς πολιτισμός, μὲ περίλαμπρους ναούς, ξακουστὰ μοναστήρια, καὶ μεγάλους Ἁγίους ἀσκητές. Ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν κατάκτηση τῆς περιοχῆς ἀπὸ τοὺς Μογγόλους, τὸ 1240, καὶ τὴν μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας, ἀρχικὰ στὸ Βλαδιμὴρ καὶ ὁριστικὰ στὴν Μόσχα, τὸ Κίεβο ἐξακολούθησε νὰ θεωρεῖται ρωσικὴ ἐπικράτεια καὶ νὰ διεκδικεῖται ἀπὸ τοὺς Ρώσους. Μετὰ τοὺς Μογγόλους τὴν περιοχὴ κατέκτησαν οἱ Πολωνοὶ ἐπὶ δύο αἰῶνες μέχρι τὸ 1654, ὁπότε μετὰ τὴν νίκη τῶν Ρώσων ἐπὶ τῶν Πολωνῶν ἔκλεισε ἡ παρένθεση τῆς πολωνικῆς κατάκτησης τῶν περιοχῶν καὶ ἀποκαταστάθηκε ἡ ἑνότητα Μόσχας Κιέβου. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πολωνικῆς κατάκτησης, ἐν μέρει δὲ καὶ τῆς Λιθουανικῆς σὲ κάποιες ρωσικὲς περιοχές, τὸ Κίεβο ἔγινε τὸ Κέντρο τῆς δράσεως τῶν Ἰησουϊτῶν καὶ τῶν Οὐνιτῶν, ὅπου, παράλληλα μὲ τὸν ἐκλατινισμὸ τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀπεξάρτησή τους ἀπὸ τὴν Ρωσία μὲ τὴν δημιουργία ξεχωριστῆς Μητρόπολης Κιέβου, ἐπιχειρήθηκε συστηματικὰ καὶ ἡ ἐθνική τους ἀπεξάρτηση μὲ τὴν καλλιέργεια οὐκρανικῆς συνείδησης, τοῦ Οὐκρανισμοῦ, καὶ τὴν συστηματικὴ ἀνάπτυξη τῆς ρωσοφοβίας. Πουθενὰ στὶς ἑλληνικὲς ἱστορικὲς πηγὲς δὲν συναντᾶται ἡ λέξη Οὐκρανία, ἀλλὰ τὸ ρωσικὸ ἔθνος παρουσιάζεται ἑνιαῖο μὲ γεωγραφικοὺς πληθυσμιακοὺς χαρακτηρισμούς, ὅπως Μεγάλη Ρωσία, Μικρὰ Ρωσία, Λευκορωσία. Ὁ σημερινὸς Οὐκρανὸς εἶναι ὁ Μικρορῶσος, ὁ Μοσχοβίτης εἶναι ὁ Μεγαλορῶσος καὶ ὁ τῆς Λευκορωσίας εἶναι ὁ Λευκορῶσος. Ὅσα συμβαίνουν σήμερα στὴν Οὐκρανία μὲ τὴν καλλιεργούμενη ρωσοφοβία καὶ τὴν προσπάθεια ἐκδυτικισμοῦ ἔχουν τὶς ρίζες τους πίσω στὴν ἱστορία, στὶς προσπάθειες ἐκπολωνισμοῦ καὶ ἐκλατινισμοῦ τῶν κατοίκων[2].