ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ[: Ιω. 4, 5-42]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΕ ΤΗ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΑ
«Ὡς οὖν ἔγνω ὁ Κύριος ὅτι ἤκουσαν οἱ Φαρισαῖοι ὅτι Ἰησοῦς πλείονας μαθητὰς ποιεῖ καὶ βαπτίζει ἢ Ἰωάννης- καίτοιγε Ἰησοῦς αὐτὸς οὐκ ἐβάπτιζεν, ἀλλ᾿ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ-ἀφῆκε τὴν Ἰουδαίαν καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν(:Όταν λοιπόν έμαθε ο Κύριος ότι οι Φαρισαίοι άκουσαν ότι ο Ιησούς προσελκύει και βαπτίζει περισσότερους μαθητές παρά ο Ιωάννης – αν και ο ίδιος ο Ιησούς δεν βάπτιζε, αλλά βάπτιζαν οι μαθητές Tου – για να μην ερεθίζει τον φθόνο των εχθρών Tου άφησε την Ιουδαία και αναχώρησε πάλι για τη Γαλιλαία, όπου δεν υπήρχαν πολλοί αντίζηλοί Tου)»[Ιω.4,1-3].
«Γιατί λοιπόν αναχωρεί από την Ιουδαία;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Όχι από δειλία φυσικά, αλλά για να σταματήσει τη ζηλοτυπία των Ιουδαίων και να ανακόψει τον φθόνο τους. Είχε βέβαια τη δυνατότητα να τους αντιμετωπίσει εάν Του έκαναν επίθεση, αλλά δεν θέλει να το πράττει αυτό συχνά, για να μην κινούνται αμφιβολίες για την πραγματικότητα της κατά σάρκα γεννήσεως του Υιού του Θεού· διότι, εάν κάθε φορά που Τον συλλάμβαναν, διέφευγε, ασφαλώς πολλοί θα σχημάτιζαν σχετικές υποψίες.
Για τον λόγο αυτό, τις περισσότερες πράξεις Του τις έκανε σαν να ήταν ένας απλός άνθρωπος. Διότι όπως ήθελε να πιστέψουν στη θεϊκή Του υπόσταση, έτσι ήθελε να πιστέψουν επίσης ότι, αν και Θεός, έφερε σάρκα ανθρώπινη. Γι' αυτό και ύστερα από την Ανάσταση έλεγε προς τους μαθητές: «Ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(:Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου ότι έχουν τα σημάδια των καρφιών, και βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος ο Διδάσκαλός σας που σταυρώθηκε. Ψηλαφήστε με με τα χέρια σας και βεβαιωθείτε ότι δεν είμαι άσαρκο πνεύμα· διότι η ψυχή και το φάντασμα ενός νεκρού δεν έχει σώμα και οστά, όπως βλέπετε και πείθεσθε ότι έχω εγώ)»[Λουκ.24,39]. Επίσης για τον ίδιο λόγο επιτίμησε τον Πέτρο όταν Του είπε «Ἳλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο(: Ο Θεός να σε φυλάξει, Κύριε, από όσα φοβερά μας είπες ότι θα σου συμβούν. Δεν πρέπει να σου συμβούν αυτά και να θανατώσουν Εσένα τον Μεσσία)»[Ματθ.16,22]. Τόση σπουδαιότητα απέδιδε ο Κύριος στο θέμα αυτό, στο να πιστευτεί δηλαδή ότι έφερε και την ανθρώπινη σάρκα.
Άλλωστε και μεταξύ των δογμάτων της Εκκλησίας δεν είναι μικρό το θέμα αυτό, ούτε για τη σωτηρία μας αποτελεί κάτι το ασήμαντο το κεφάλαιο αυτό, δια του οποίου έχουν γίνει και έχουν επιτευχθεί τα πάντα· διότι έτσι, και ο θάνατος καταλύθηκε και η αμαρτία συγχωρήθηκε και η κατάρα εξαφανίστηκε και άπειρα αγαθά εισήλθαν στη ζωή μας. Για τον λόγο αυτό ήθελε παρά πολύ να πιστέψουν οι άνθρωποι στην αλήθεια ότι η κατά σάρκα Γέννησή Του υπήρξε η ρίζα και η πηγή των αναρίθμητων αγαθών. Και ενώ φρόντιζε για την απόδειξη της ανθρώπινης Του φύσης, δεν άφηνε παράλληλα ούτε τη θεία να συσκιάζεται.
Αφού αναχώρησε λοιπόν από την Ιουδαία, έρχεται πάλι στα ίδια έργα που έκανε και προηγουμένως. Διότι δεν πήγαινε χωρίς αιτία στη Γαλιλαία, αλλά θέλοντας να κάνει σπουδαία πράγματα στους Σαμαρείτες και για να τα επιτύχει, όχι μόνο τα σχεδίαζε αυτά, αλλά ενεργούσε με τη σοφία που Τον διέκρινε, ώστε να μην αφήσει στους Ιουδαίους καμία πρόφαση αναίσχυντης δικαιολογίας.
Αυτό λοιπόν υπαινισσόμενος και ο Ευαγγελιστής έλεγε: «Ἒδει δὲ αὐτὸν διέρχεσθαι διὰ τῆς Σαμαρείας(:Και επειδή λόγω της εποχής προτίμησε τον συντομότερο δρόμο, έπρεπε να περάσει μέσα από τη Σαμάρεια)», διότι ήθελε να δείξει ότι αυτό το έκανε ο Ιησούς ως κάτι το πάρεργο κατά τη διάρκεια της πορείας Του προς τη Γαλιλαία. Το ίδιο έκαναν και ο Απόστολοι. Όπως δηλαδή εκείνοι, όταν τους καταδίωκαν οι Ιουδαίοι, τότε στρέφονταν και κήρυτταν προς τους ειδωλολάτρες, κατά όμοιο τρόπο και ο Χριστός, όταν Τον εκδίωξαν, τότε πλησίαζε και εκείνους, όπως έκανε και με τη Συροφοινίκισσα γυναίκα[:τη Χαναναία δηλαδή εκείνη γυναίκα, της οποίας τη θυγατέρα θεράπευσε από δαιμόνιο][βλ. Μαρκ.7,24-30]. Αυτό λοιπόν έγινε για να αφαιρέσει κάθε δικαιολογία από τους Ιουδαίους και να μην μπορούν να λένε ότι τους εγκατέλειψε και πήγε προς τους ειδωλολάτρες.
Για τον λόγο αυτό και οι μαθητές απολογούνταν και έλεγαν: «Ὑμῖν ἦν ἀναγκαῖον πρῶτον λαληθῆναι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ· ἐπειδὴ δὲ ἀπωθεῖσθε αὐτὸν καὶ οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτοὺς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδοὺ στρεφόμεθα εἰς τὰ ἔθνη(:Αλλά ο Παύλος και ο Βαρνάβας τους μίλησαν με αφοβία και θάρρος και τους είπαν: ‘’Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, ο οποίος κάλεσε στη σωτηρία τον Ισραήλ πριν απ’ όλους τους άλλους λαούς, ήταν αναγκαίο και επιβεβλημένο να κηρυχτεί ο λόγος του Θεού πρώτα σε σας τους Ιουδαίους. Αφού όμως τον αποδιώχνετε και δεν τον δέχεστε, και αφού εσείς οι ίδιοι βγάζετε για τους εαυτούς σας την απόφαση ότι δεν είστε άξιοι της αιώνιας ζωής, ιδού, στρεφόμαστε στους εθνικούς’’)»[Πράξ.13,46].