Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου
Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου
«Ἡ Ὀρθοδοξία ὡς θεραπεία»
Ὁμιλία στόν Ἱερό Ναό Ἁγ. Ἀθανασίου Μπάρας, 10 Μαρτίου 2024
Σεβαστοί πατέρες, προσφιλέστατοι ἀδελφοί μας
Τό θέμα πού θά ἀναπτύξουμε ἀπόψε εἶναι πρωταρχικῆς σημασίας καί ἀφορᾶ ἄμεσα τήν σωτηρία μας. Ἐπειδή θά ἀναφερθοῦμε καί σέ ἐπιμέρους λεπτά καί δυσκολονόητα θεολογικά ζητήματα, γι’ αὐτό θά σᾶς παρακαλοῦσα νά μοῦ χαρίσετε τήν ἰδιαίτερη προσοχή σας καί ἴσως λίγο περισσότερο χρόνο.
Ὁ τίτλος τοῦ ἀποψινοῦ μας θέματος εἶναι «Ἡ Ὀρθοδοξία ὡς θεραπεία». Ὁ μακαριστός παπα-Γιώργης ὁ Μεταλληνός συνήθιζε νά λέει ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ «θεραπεία ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς θρησκείας»[1]. Καί πράγματι αὐτό πού διαφοροποιεῖ κυρίως τόν χριστιανισμό ἀπό τίς θρησκεῖες τοῦ κόσμου εἶναι ὅτι ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι θρησκεία, ἀλλά Θεία Ἀποκάλυψη.
Οἱ κοινές θρησκεῖες ἀποτελοῦν ἀνθρώπινη ἐπινόηση καί ἀποτυπώνουν τήν ἔμφυτη ἐπιδίωξη τοῦ ἀνθρώπου νά βρεῖ τόν δημιουργό του. Περιλαμβάνουν κυρίως ἕνα παγιωμένο σύνολο ἀξιῶν, ἀντιλήψεων καί πρακτικῶν πού ἀφοροῦν στήν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό θεῖο. Στήν πραγματικότητα, δηλαδή, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος κατασκευάζει τόν Θεό του. Σέ ὅλες τίς κοινές θρησκεῖες, δηλαδή, ἔχουμε μία ἀνοδική κίνηση τοῦ ἀνθρώπου νά πλησιάσει τό θεῖο.
Στήν Ὀρθοδοξία ἔχουμε ἀκριβῶς τήν ἀντίθετη κατεύθυνση. Δέν ἐπιχειρεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τίς ἀτομικές του δυνάμεις νά ἀνακαλύψει τόν Θεό. Ἀντίθετα, ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο. Ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, γίνεται ἄνθρωπος, τέλειος ἄνθρωπος καί τέλειος Θεός. Γίνεται ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός πού ἦρθε στήν γῆ, κήρυξε τόν λόγο Του, τό Εὐαγγέλιό Του, καί μᾶς ἔδωσε τίς ἐντολές Του. «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν
ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας»[2]. (Δηλαδή, Ὁ Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος καί κατοίκησε ἀνάμεσά μας, καί εἴδαμε τήν δόξα Του, δόξα πού ἔχει ὡς μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός, γεμάτος μέ χάρη καί ἀλήθεια.)
Ἡ ὀρθόδοξη πίστη καί ἀλήθεια δέν εἶναι ἀνθρώπινη ἐπινόηση. Ἡ Ἀλήθεια στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι ὑποκειμενική, «ἡ Ἀλήθεια στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι ἰδέα, δέν εἶναι ἄποψη. Εἶναι Ὑποστατική [Πρόσωπο]. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός»[3], ἡ ἔνσαρκη Παναλήθεια. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς διαβεβαίωσε γιά τόν Ἑαυτό Του: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή»[4]. «Ἐγώ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καί εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τόν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ»[5]. (Δηλαδή, Γι’ αὐτό γεννήθηκα καί γι’ αὐτό ἦλθα στόν κόσμο, γιά νά μαρτυρήσω τήν ἀλήθεια.)
Εἴμαστε τρισευτυχισμένοι, γιατί ἔχουμε τήν καλύτερη Πίστη, τήν Ὀρθόδοξη Πίστη μας, τή μόνη ἀποκεκαλυμμένη καί ἀληθινή! Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία, δέν εἶναι φιλοσοφικό σύστημα, δέν εἶναι ἀξιακό σύστημα, δέν εἶναι κοινωνικό σύστημα. «Ὁ Θεός [γιά μᾶς] δέν εἶναι ‘‘συμπαντική δύναμη’’, κατά τή γλώσσα τῆς Νέας Ἐποχῆς (‘‘ὅλοι ἕνα, ὅλοι Θεός!’’), διότι ὡς δημιουργός [Θεός] ὑπέρκειται τοῦ σύμπαντος, ὄντας στήν οὐσία Του ‘‘Κάτι’’ ἐντελῶς ἄλλο (“Das ganz Andere”). Oὐδεμία ἀναλογική σχέση ὑπάρχει μεταξύ κτιστοῦ [σύμπαντος κόσμου, ἀνθρώπου] καί Ἀκτίστου. Καί γι’ αὐτό τό Ἄκτιστο [ὁ Θεός -ἄκτιστος=ἀδημιούργητος], γνωρίζεται [μόνο] μέ τήν αὐτοαποκάλυψη (αὐτοφανέρωσή) Του»[6]. [Δηλαδή, μόνο ὁ Ἄκτιστος-ἀδημιούργητος Θεός μπορεῖ νά αὐτοαποκαλύπτεται καί νά αὐτοφανερώνεται στόν καθαρό νοῦ-καρδιά τοῦ ἀνθρώπου]. Ἄρα ἡ πίστη μας δέν εἶναι μιά σειρά ἀπό ἐντολές καί ἀπό κανόνες, πού ἡ τήρησή τους θά μᾶς ἐξασφαλίσει μιά θέση στόν Παράδεισο. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνα σύνολο ἐναρέτων καί ἠθικῶν ἀνθρώπων, πού ἐπιτελοῦν καλές πράξεις, ὥστε νά ἀνταμειφθοῦν γιά αὐτές στήν ἄλλη ζωή. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἰατρεῖο καί θεραπευτήριο ψυχῶν, ὅπου οἱ Χριστιανοί μέ τή θεραπευτική μέθοδό της καθαρίζουν τήν καρδιά ἀπό τά πάθη καί τό νοῦ ἀπό τούς λογισμούς, ὥστε νά δεχθοῦν τήν αὐτοαποκάλυψη-αὐτοφανέρωση τοῦ Θεοῦ.