Ἡ μετάνοια ὡς προϋπόθεση γιά τήν Θεία Κοινωνία, Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου
«Εἶναι ἀνάγκη», διδάσκουν οἱ ἅγιοι Κάλλιστος καί Ἰγνάτιος, οἱ
Ξανθόπουλοι, ἀναφερόμενοι στήν θεία Εὐχαριστία καί παραθέτοντας κείμενο τοῦ ἱεροῦ
Χρυσοστόμου, «νά μάθομε τό θαῦμα τῶν Μυστηρίων· τί εἶναι, γιατί δόθηκαν καί
ποιά εἶναι ἡ ὠφέλεια τοῦ πράγματος. Εἴμαστε ἕνα σῶμα[1] καί μέλη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἀπό τή σάρκα Του καί τά ὀστᾶ Του[2] ...Λοιπόν, γιά νά μή
γίνομε ἕνα σῶμα μόνο κατά τήν ἀγάπη, ἀλλά καί στήν κυριολεξία νά ἀναμιχθοῦμε μέ
τή σάρκα Του, μᾶς ἔδωσε νά γίνει τοῦτο μέ τήν τροφή πού μᾶς χάρισε, γιά νά
δείξει τόν πόθο πού ἔχει γιά μᾶς. Γι' αὐτό ἀνέμειξε τόν ἑαυτό Του μ' ἐμᾶς καί
ζύμωσε τό σῶμα Του μέ τό δικό μας, γιά νά γίνομε ἕνα, σάν σῶμα ἑνωμένο μέ τήν
κεφαλή»[3], πρᾶγμα πού ἀποτελεῖ καί
τήν σωτηρία μας.
Στήν Ἐκκλησία, διά τῆς μετοχῆς
στήν θεία Λειτουργία καί θεία Κοινωνία, γινόμαστε ἕνα σῶμα μεταξύ μας καί μέ
τόν Χριστό πραγματώνοντας τήν σύνδεση διά τῆς τέλειας ἐν Χριστῷ ἀγάπης.