Τά ὀδυνηρά ἀποτελέσματα τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων – διαστροφῶν ἀφοροῦν ὄχι μόνο στήν ψυχή ἀλλά καί στό σῶμα, ὁδηγώντας στόν θάνατο τόν ἐπιτιθέμενο κατά τῆς ἀνθρώπινης ὀντολογίας καί φυσιολογίας ἄνθρωπο. Πολλά περιστατικά, καθώς καί οἱ βίοι τῶν Ἁγίων μας, ἐπιβεβαιώνουν α) πόσο ὁ Θεός προστατεύει τούς ἁγνούς καί σώφρονες καί β) πόσο βδελύσσεται καί πατάσσει παιδαγωγικά τούς πορνεύοντας καί ἀνωμάλους.
«Ἕνας θεῖος μου», διηγεῖται ὁ σοφός π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, «ἦταν στρατιώτης στή Μ. Ἀσία. Ἡ ἐνοματία του ἦταν καμιά δεκαριά ἄντρες, πῆγαν σέ ἕνα τουρικικό πορνεῖο. Ὁ θεῖος μου δέν ἔκανε τίποτε, δηλαδή εἶχε τό φόβο τοῦ Θεοῦ, ὁ ἴδιος μοῦ τό ἔλεγε, δέν ἔκανε τίποτε, κάθησε ἥσυχα καί δέν ἐπόρνευσε. Μάλιστα ἔζησε κάπου 90 τόσα χρόνια, πῶς συνέπεσε, ὁ τελευταῖος πνευματικός -γιατί πάντα ἐξομολογεῖτο- ἐξομολογήθηκε σέ μένα ὁ θεῖος ὁ Χρῆστος! (συγκίνηση). Λοιπόν, ἀκοῦστε. Τήν ἄλλη μέρα ἔδωσαν μάχη μέ τούς Τούρκους. Ἐφονεύθησαν ὅλοι πλήν τοῦ θείου μου. Εἶχε τό σημεῖο!
Θέλετε πιό πολλά; Σᾶς παραπέμπω σέ ἐκείνη τήν πανωφέλιμη ἱστορία, διήγηση τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ ἀπό στρατιωτῶν, πού γιορτάζει στίς 24 Δεκεμβρίου. Ἀνοῖξτε τό συναξαριστή σας καί θά δεῖτε γι’ αὐτό τό στρατιώτη. Στρατιώτης ἦταν, τοῦ βυζαντινοῦ κράτους, ἐναντίον τῶν Βουλγάρων. Καί ὅμως, ἐπειδή ἀρνήθηκε νά κάνει τήν ἁμαρτία, ἦταν ὁ μόνος πού σώθηκε. Ὁ δέ ἑλληνικός στρατός, ὁ βυζαντινός στρατός, εἶχε ὑποστεῖ ἀπό τούς Βουλγάρους πανωλεθρία.
Γιατί σέ ἕνα πανδοχεῖο πού εἶχε πάει, ποιός ξέρει …, οἱ ἄλλοι στρατιῶτες, σοῦ λένε: «Δέν βαριέσαι, ὅ,τι βρῶ μπροστά μου … ». Ὁ Θεός νά φυλάξει! Τό λέω πολλές φορές στά νέα παιδιά μας: «Θέλεις νά σέ φυλάξει ὁ Θεός; Πρόσεξε δύο ἁμαρτήματα, τή βλασφημία τῶν Θείων καί τήν πορνεία, εἰδικά σέ πολεμική περίοδο». Προσέξτε πολύ, εἶναι δύo ἁμαρτήματα πού δέν ἀνέχεται ὁ Θεός.
Καί ἐκεῖ ἐκστρατεύουν, σταμάτησαν σέ ἕνα χάνι, ἐκεῖ ὁ Νικόλαος ἔφαγε μέ τόν πανδοχέα καί ἦρθε ἡ κόρη τοῦ πανδοχέα νά σερβίρει, ἡ ὁποία κοίταξε τό νεαρό στρατιώτη, τῆς ἄρεσε, καί μετά, ὅταν πῆγε νά κοιμηθεῖ, πῆγε στό δωμάτιό του, τοῦ κτύπησε τήν πόρτα, γιά νά κάνει ἁμαρτία. Τότε τῆς λέει: «Κοπέλα μου, δέ λυπᾶσαι πρῶτα-πρῶτα τή δική σου παρθενία, ὕστερα δέ λυπᾶσαι ἐμένα, πού πηγαίνω στόν πόλεμο καί ὁ Θεός δέ θά μέ φυλάξει, ἄν πορνεύσω;». Πράγματι, τό κατενόησε καί ἔφυγε. Εἶχαν μείνει καί τό δεύτερο βράδυ. Καί ξαναπῆγε, γιατί νικήθηκε ἀπό τόν πονηρό. Τή δεύτερη φορά ὁ Ὄσιος Νικόλαος τήν ἔδιωξε: «Φύγε ἀπό ‘δῶ!», κατά τό: «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ!».