ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ[:Ιω.19,1-38]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ
[Μέρος πέμπτο: υπομνηματισμός των χωρίων Ιω.9,11-16]
«Εἶπον οὖν αὐτῷ· ποῦ ἐστιν ἐκεῖνος; λέγει· οὐκ οἶδα’’(:Είπαν λοιπόν σε Αυτόν: ‘’Πού είναι Εκείνος;’’. Τους λέγει: ‘’δεν ξέρω’’)». Έλεγαν ωστόσο αυτό το «Πού είναι εκείνος;», έχοντας πλέον φονική διάθεση εναντίον Του. Παρατήρησε επίσης την έλλειψη καυχήσεως και τη μετριοφροσύνη εκ μέρους του Χριστού, ότι δεν έμενε παρών ενώπιον όσων θεράπευε-μετά τη θεραπεία-διότι δεν ήθελε να αποκτήσει δόξα, ούτε να προσελκύσει το πλήθος, ούτε να επιδειχθεί.
Βλέπε πως όλα με φιλαλήθη τρόπο τα εκθέτει απαντώντας ο τυφλός. Ήθελαν μεν να βρουν τον Χριστό, για να Τον οδηγήσουν προς τους ιερείς, επειδή όμως δεν το πέτυχαν αυτό, οδηγούν τον πρώην τυφλό προς τους Φαρισαίους, για να ρωτήσουν εκείνοι αυτόν με μεγαλύτερη δριμύτητα και αυστηρότητα· για τον λόγο αυτό βεβαίως και ο Ευαγγελιστής σημειώνει ότι ήταν Σάββατο, δηλαδή για να δείξει την πονηρή τους σκέψη και διάθεση, και την αιτία για την οποία ζητούσαν να Τον κατηγορήσουν, βρίσκοντας δήθεν ως αφορμή αυτήν και δυνάμενοι έτσι να διαβάλουν το θαύμα δια της εντυπώσεως περί παραβάσεως του Νόμου[βλ. Ιω.9,14-15: «ἦν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς(:η ημέρα μάλιστα που έφτιαξε ο Ιησούς τον πηλό και του άνοιξε τα μάτια ήταν Σάββατο). πάλιν οὖν ἠρώτων αὐτὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι πῶς ἀνέβλεψεν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω(:όταν λοιπόν τον οδήγησαν στους Φαρισαίους, άρχισαν και αυτοί να τον ανακρίνουν και να τον ρωτούν πάλι πώς θεραπεύθηκε και βρήκε το φως του. Και εκείνος τους είπε: ‘’Αυτός που με θεράπευσε μου έβαλε πηλό πάνω στα μάτια μου και μετά εγώ πλύθηκα και βλέπω’’)»].
Και αυτό είναι φανερό από το ότι όταν είδαν τον τυφλό, αμέσως τίποτε άλλο δεν είπαν παρά μόνο: «Πώς σου άνοιξε τους οφθαλμούς;», παρέχοντάς του ευκαιρία να διαβάλει Εκείνον για εργασία κατά την ημέρα του Σαββάτου. Εκείνος όμως μιλούσε σε αυτούς με συντομία με την ιδέα ότι τα έχουν μάθει· διότι χωρίς ούτε το όνομα να πει, ούτε ότι «Μου είπε: ’’Πήγαινε και νίψου’’», λέγει αμέσως: «πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω (:έκανε πηλό και μου άλειψε με αυτόν τα μάτια και μου είπε: ‘’Πήγαινε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ και νίψου’’. Πήγα λοιπόν εκεί και νίφτηκα, και βρήκα το φως μου’’)»[Ιω.9,11].Διότι είχε επεκταθεί πλέον και εκδηλωθεί σε μεγάλο βαθμό η διαβολή και εκείνοι είχαν πει: «Να ποια έργα κάνει ο Ιησούς κατά την ημέρα του Σαββάτου, πηλό χρίει!».