|
|
|
|
|
|
|
|
Μιλήσαμε τήν περασμένη
φορά γιά τόν ἔνατο μακαρισμό, ἀγαπητοί, ἀλλά δέν τόν ὁλοκληρώσαμε, γιατί ὁ χρόνος μας εἶχε ἐξαντληθεῖ.
Σᾶς τόν ξαναδιαβάζω γιά ὑπενθύμηση: «μακάριοί ἐστε
ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ’ ὑμῶν
ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν
πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν»[1].
Αὐτά λέει ὁ
ἔνατος μακαρισμός. Ἐδῶ, ὅπως
σᾶς ἔλεγα τήν περασμένη φορά, θέλω νά σᾶς πῶ ὅτι σχετικά μέ τήν ἀξία τῶν
ἀρχαίων ἑλληνικῶν –συζητούσαμε γι’ αὐτό τό θέμα μιά ἄλλη φορά στίς ἀπορίες πού
μοῦ ὑποβάλλετε– συμπτωματικά βρῆκα ἕνα χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα στόν Ἐπίκτητο.
Αὐτός εἶναι νεοστωϊκός φιλόσοφος, ἔζησε ἀνάμεσα στόν 5ο καί 12ο μ.Χ. αἰώνα
καί καταγόταν ἀπό τήν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας. Ἦταν θαυμάσιος ἄνθρωπος, καί
λυπᾶμαι πού δέν ἔχω καιρό νά σᾶς πῶ πιό πολλά. Θά σᾶς διαβάσω τό κείμενο,
γιατί συνηθίζω νά λέω τά κείμενα, γιά νά ἔχουμε μία πρόσβαση. Εἶναι
πάρα πολύ σημαντικό νά συνηθίζουν τά αὐτιά μας νά ἀκοῦν τά ἀρχαῖα κείμενα· εἶναι μία
θετική προσφορά· ἀλλά πρέπει βέβαια νά ὑπάρχει καί ἡ ἀπόδοση, ἡ μετάφραση. Λέει
λοιπόν ὁ Ἐπίκτητος στό ἀπόσπασμα αὐτό: «Εἰ φιλοσοφίας
ἐπιθυμεῖς, παρασκευάζου αὐτόθεν ὡς καταγελασθησόμενος ὡς καταμωκησομένων
σου πολλῶν, ὡς ἐρούντων ὅτι ″ἄφνω φιλόσοφος ἡμῖν ἐπανελήλυθε″ καὶ
″πόθεν ἡμῖν αὕτη ἡ ὀφρύς; ″ σὺ δὲ ὀφρὺν μὲν μὴ σχῇς· τῶν δὲ βελτίστων
σοι φαινομένων οὕτως ἔχου, ὡς ὑπὸ τοῦ θεοῦ τεταγμένος εἰς ταύτην τὴν
χώραν· μέμνησό τε διότι, ἐὰν μὲν ἐμμείνῃς τοῖς αὐτοῖς, οἱ καταγελῶντές
σου τὸ πρότερον οὗτοί σε ὕστερον θαυμάσονται· ἐὰν δὲ ἡττηθῇς
αὐτῶν, διπλοῦν προσλήψῃ καταγέλωτα».[2]
Καί ἡ ἀπόδοση
εἶναι: Ἄν θέλεις νά γίνεις φιλόσοφος, ἑτοιμάσου νά ἀκούσεις
πολλές κοροϊδίες καί νά περιφρονηθεῖς ἀπό πολλούς, πού θά ποῦν: «Ἀπό
ποῦ μᾶς ξετρύπωσε πάλι αὐτός ὁ φιλόσοφος;» καί «Ἀπό ποῦ μᾶς ἦλθε αὐτή
ἡ ὑπερηφάνεια;». Ἐσύ ὅμως μήν ἔχεις ὑπερηφάνεια, παρά μόνο κρατήσου
μέ τήν πίστη σ’ ἐκεῖνες τίς ἀρχές πού σοῦ φαίνονται καλύτερες, σάν νά
εἶναι αὐτή ἡ θέση πού σέ ἔβαλε ὁ Θεός. Συλλογίσου δέ ὅτι ἄν μείνεις
σταθερός στίς ἀρχές σου, ἐκεῖνοι πού σέ κορόϊδευαν προτύτερα θά σέ
θαυμάσουν ἀργότερα· ἄν ὅμως νικηθεῖς ἀπ’ αὐτούς , τότε θά σέ περιγελάσουν διπλᾶ.
Καί μιά διευκρίνιση: Ἡ ὀφρύς, τό φρύδι, σημαίνει τήν ὑπερηφάνεια.
Καί ὁ μέγας Βασίλειος ἀποκαλοῦσε τόν πάπα Ρώμης «ἐπηρμένην ὀφρύν», σηκωμένο φρύδι.[3] Ἦταν ἔκφραση τότε γιά τόν ὑπερήφανο ἄνθρωπο.
Φανταστεῖτε δέ ὅτι ὁ Ἐπίκτητος
ἦταν εἰδωλολάτρης· δέν ἦταν Χριστιανός. Καί ἄν αὐτά συμβαίνουν στόν φιλόσοφο, πού
πρέπει νά μείνει σταθερός ὅ,τι καί ἄν τοῦ ποῦν, πόσο περισσότερο θά
συνέβαιναν σ’ ἕναν ὁμολογητή Χριστιανό! Γι’ αὐτό, ὅταν τό βρῆκα αὐτό
τό ἀπόσπασμα, μοῦ ἔκανε ἐντύπωση· καί εἶπα:
«Θά τό πῶ στά παιδιά, στούς φίλους μας».
Λοιπόν, νά συνεχίσουμε
τό θέμα μας πάνω στόν ἔνατο μακαρισμό. Ἔχουμε τό ἑξῆς ἐρώτημα: Ποιόν χαρακτηρισμό μποροῦμε νά δώσουμε
σ’ αὐτόν τόν διωγμό τῶν εὐσεβῶν, πού ἀναφέρει ἐδῶ ὁ ἔνατος μακαρισμός;
Ὁ Κύριος εἶπε: «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν.
εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ
τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο
μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος»[4]. Δηλαδή: Ἄν ὁ κόσμος σᾶς μισεῖ, τοῦτο νά
ξέρετε, ὅτι πιό μπροστά μίσησε ἐμένα. Προσέξτε,
γιατί ἐδῶ θά δοῦμε νά ὑπάρχει ἕνα θεολογικό βάθος τοῦ φαινομένου
τοῦ διωγμοῦ καί τῆς ἀποστροφῆς. Ἄν ὅμως ἤσασταν
ἀπό τόν κόσμο αὐτό, δηλαδή εἴχατε συνάφεια μέ αὐτόν τόν κόσμο, τότε
ὁ κόσμος θά σᾶς ἀγαποῦσε σάν δικούς του, θά ἀγαποῦσε αὐτό πού τοῦ ἀνήκει· ἐπειδή ὅμως
δέν εἶστε ἀπ’ αὐτόν τόν κόσμο, δέν ἔχετε ποιοτική συνάφεια μαζί του,
δέν τοῦ μοιάζετε, ἀλλά ἐγώ σᾶς ξεχώρισα, σᾶς διάλεξα ἀπ’ αὐτόν, γι’ αὐτόν
τόν λόγο σᾶς μισεῖ ὁ κόσμος.
Ἔτσι ὁ πιστός μένει ξένος
ἀπό τόν κόσμο· καί ὁ κόσμος τόν μισεῖ καί τόν διώκει, ἐπειδή δέν τοῦ μοιάζει. Ὁ
διωγμός γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἔχει ἕνα θεολογικό βάθος ἑρμηνείας,
ἔχει βαθύτερο θεολογικό χαρακτήρα, ἀρνητικά ὅμως. Ἀπό τή θετική
δέ πλευρά, καθιστᾶ μετόχους τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ τούς ὁμολογητές.
Αὐτό, ξέρετε, μᾶς ἐνδιαφέρει πάρα πολύ, ἄν τό κατανοήσουμε.
Ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος
Πέτρος στήν πρώτη του ἐπιστολή, «καθὸ κοινωνεῖτε
τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε»[5]. Νά ἔχετε χαρά, ἐπειδή συμμετέχετε στά παθήματα
τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτός πού δέχεται τόν διωγμό συνεχίζει
τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στόν σταυρό. Ἄν ὁ Χριστός –τιμημένα γιά τούς
πιστούς, ἀλλά ἄτιμα γιά τούς ἀπίστους– βρέθηκε ἐπάνω στόν σταυρό, τότε
ὁ πιστός συνεχίζει τό σταυρικό πάθος Του. Κάθε πιστός συνεχίζει τό πάθος
τοῦ Χριστοῦ στόν ἑαυτό του!
Ἀκοῦστε πῶς
τό λέει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σ’ ἕνα πολυτιμότατο χωρίο, πού
δείχνει, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ ἔτσι, τόν μυστικισμό τοῦ Χριστιανοῦ.
Μυστικισμός θά πεῖ τό
νά μπορεῖ νά μπεῖ κανείς μέσα στό πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ, δηλαδή νά
μυηθεῖ, νά κατανοήσει τό βαθύτερο νόημα. Αὐτό λέγεται μυστικισμός. Ἀκοῦστε λοιπόν τί γράφει ὁ ἀπόστολος
Παῦλος: «Ἀνταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ
Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία»[6]. Δηλαδή: Ἀναπληρώνω τά ὑστερήματα τῶν
θλίψεων τοῦ Χριστοῦ στό δικό μου σῶμα, γιά χάρη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι
ἡ Ἐκκλησία.
Ἀνταναπληρῶ θά πεῖ ἀναπληρώνω κάποιον στή θέση του πού λείπει. Συνεπῶς ὁ
Χριστός σταυρώθηκε μία φορά, τελείωσε, ἀναστήθηκε, ἔφυγε. Τώρα ἐμεῖς
συνεχίζουμε τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, γιατί ὁ Χριστός διαρκῶς σταυρώνεται
μέσα στήν Ἱστορία, ὁ κόσμος διαρκῶς σταυρώνει τόν Χριστό μέσα στήν Ἱστορία.
Προσέξτε αὐτό τό μυστικιστικό σημεῖο. Ἔτσι, τώρα πού ὁ Χριστός ἀναστήθηκε,
τή θέση Του ἐπάνω στόν σταυρό τήν παίρνει ὁ Χριστιανός.
Τά «ὑστερήματα τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ» εἶναι ἐκεῖνα πού δέν πρόλαβε ὁ Χριστός νά πάθει ἐπάνω στόν σταυρό.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως μιλάει γιά ὑστερήματα «ἐν τῇ σαρκί του»· δέν λέει «ἐν τῇ ψυχῇ του». Ἀναφέρεται στήν ἀνθρώπινη σάρκα, αὐτήν πού βλέπουν οἱ διῶκτες,
οἱ ἐχθροί, καί καταδιώκουν τόν πιστό. Καί ἡ ἀναπλήρωση
αὐτή γίνεται «ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ», γιά λογαριασμό τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Τό «σῶμα τοῦ Χριστοῦ» εἶναι βέβαια ἡ Ἐκκλησία.
Σκεφθεῖτε ὅτι τά παθήματα
τοῦ Παύλου γιά τήν Ἐκκλησία ἦταν ὑπέρ τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ· γι’ αὐτό ἀκριβῶς
παίρνει καί αὐτή τή θέση. Εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό αὐτό. Ἕνα μόνο ἀξίζει:
νά μπορεῖ ὁ πιστός νά συνειδητοποιήσει τό γιατί πάσχει.
Πρόσεξε: Δέν ἐνδιαφέρει ἄν
εἶσαι μαθητής Δημοτικοῦ, Γυμνασίου, Λυκείου, φοιτητής, στρατιώτης,
ὅ,τι καί νά εἶσαι. Σέ κοροϊδεύουν οἱ ἄλλοι μόνο καί μόνο γιατί εἶσαι πιστός; Μπορεῖς
νά συνειδητοποιήσεις τήν ἀρνητική θέση τοῦ διωγμοῦ –γιατί δέν μοιάζεις
μέ τόν κόσμο· ἄν ἔμοιαζες μ’ αὐτόν, δέν θά σέ κορόϊδευαν καί δέν θά σέ δίωκαν– ἀλλά καί
τή θετική θέση του, ὅτι δηλαδή σταυρώνεται μαζί μέ τόν Χριστό καί ὅτι
συνεχίζεις τή σταύρωσή Του στόν παρόντα κόσμο; Ἄν τό συνειδητοποιήσεις
αὐτό, τότε ὁμολογουμένως εἶσαι μακάριος!
Καί προσθέτει ὁ ἀπόστολος
Παῦλος: «νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν»[7]. Καί τώρα ἔχω χαρά γιά τά παθήματά μου γιά σᾶς,
γιά τήν Ἐκκλησία τῶν Κολασσααίων.
Στά παθήματα
τοῦ Χριστοῦ γίνεται μία ταύτιση μέ τά παθήματα τοῦ πιστοῦ. Ἔχουμε ταύτιση
παθημάτων Χριστοῦ καί παθημάτων πιστοῦ, γιά νά γίνει ταύτιση καί
στήν ἀνάσταση τοῦ πιστοῦ μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ὅλο ἀποτελεῖ
τόν χριστιανικό μυστικισμό.
Γι’ αὐτό ἀκριβῶς
τά παθήματα ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ θεωροῦνται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο θεῖο δῶρο.
Ναί, ναί, εἶναι θεῖο δῶρο! Ἀκοῦστε πῶς τό γράφει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος
στούς Φιλιππησίους: «Ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ
Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν»[8]. Σέ σᾶς δόθηκε ὡς χάρη, ὄχι μόνο τό νά πιστεύετε
στόν Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλά καί νά πάσχετε ὑπέρ Αὐτοῦ. Εἴδατε τί λέει; «ἐχαρίσθη», σᾶς δόθηκε ὡς δῶρο! Δέν χαρίστηκε
στούς ἐκλεκτούς μόνο τό δῶρο τῆς πίστεως –ναί, γιατί καί ἡ πίστη εἶναι δῶρο· κάπου ἀλλοῦ
θά πεῖ «οὐ πάντων ἡ πίστις»[9], δέν εἶναι γιά ὅλους ἡ πίστη, γιατί ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι ἄπιστοι– ἀλλά τούς χαρίστηκε καί τό δῶρο
τῶν παθημάτων. Μεγάλο δῶρο!...
Ἄν κάποιος,
ἀγαπητοί μου φίλοι, κατανοήσει καί κινηθεῖ μέσα σ’ αὐτόν τόν χῶρο, θά
μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι μπαίνει στά ἐνδότερα τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Ναί. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά θά προέλθουν ὅλα τά ἄλλα πού θά ἔχει νά κάνει στή
ζωή του.
Καί ἡ ἀμοιβή αὐτῶν πού ὁμολογοῦν τόν Χριστό ποιά εἶναι;
Ὁ Κύριος
τήν εἶπε: «Χαίρετε καὶ ἀγαλλιάσθε». Εἶναι ἡ χαρά· ἡ χαρά καί ἐδῶ στόν παρόντα κόσμο, ἀλλά καί ἐκεῖ στόν Οὐρανό.
Ξέρετε, εἶναι περίεργο!
Τό νά πάσχεις καί νά χαίρεσαι εἶναι πολύ περίεργο. Γι’ αὐτό, ἄν ρωτήσετε
«ὑπάρχει χαρά;», ἡ ἀπάντηση
εἶναι «βεβαίως ὑπάρχει χαρά». Ἡ χαρά εἶναι μία πραγματικότητα· μόνο πού ἡ
χαρά δέν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο πού μποροῦμε νά τό κατακτήσουμε, ὅπως
εἶναι τά χρήματα, ἡ δόξα, ὁ πλοῦτος, τό ἀξίωμα. Ἡ χαρά εἶναι καρπός· εἶναι καρπός
τῆς ἑνώσεως τοῦ πιστοῦ μέ τόν Χριστό, κι ἀκόμη εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Ἀναφέροντας ἐννέα καρπούς ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μεταξύ
αὐτῶν μιλάει καί γιά τή χαρά.[10] Ἔξω ἀπό αὐτή τήν ἕνωση Χριστοῦ καί πιστοῦ δέν ὑπάρχει χαρά.
Δέν ὑπάρχει. Ὅλη ἡ χαρά πού ἀπολαμβάνουμε στή ζωή μας εἶναι μία ἐπιφανειακή
μορφή τῆς χαρᾶς, δέν εἶναι πραγματική χαρά.
(συνεχίζεται)
Απόσπασμα από το βιβλίο ‘’MAKAΡΙΣΜΟΙ’’ .
Της Ιεράς
Μόνης Κομνηνείου, Κοιμήσεως θεοτόκου και Αγίου Δημητρίου.
Το βιβλίο
περιέχει απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του
μακαριστού Γέροντα Π. Αθανασίου Μυτιληναίου.
Η ανάρτηση
γίνεται με την ευλογία της Ιεράς Μονής.
[1]. Ματθ. 5, 11-12.
[2]. Ἐπίκτητος, Epicteti
dissertationes ab Arriano digestae, Ἐγχειρίδιον, 22,1, 1-9, ἔκδ.
Teunber, Leipzig 1916.
[3]. Βλ. Μ.
Βασίλειος, Ἐπιστολαί, τόμ. 3, Εὐσεβίῳ ἐπισκόπῳ
Σαμοσάτων, 239, 2, 14-15, ἔκδ. Les Belles Lettres, Paris
1957. «Ἐὰν δὲ ἐπιμείνῃ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ποία βοήθεια ἡμῖν τῆς Δυτικῆς
ὀφρύος;»
[4]. Ἰωάν. 15, 18-19.
[5]. Α΄ Πέτρ. 4, 13.
[6]. Κολ. 1, 24.
[7]. Κολ. 1, 24.
[8]. Φιλιπ. 1, 29.
[9]. Β΄ Θεσ. 3, 2.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου