Κάποιος Ἱερέας ἐξ ἐγγάμων πού διακονοῦσε στό ἐξωτερικό, ὀνόματι παπα–Μανώλης, θέλησε νά γίνη μοναχός στό Ἅγιον Ὄρος.
Ἀφοῦ ἔλαβε γραπτῶς τήν συγκατάθεση τῆς πρεσβυτέρας του, ξεκίνησε γιά τό Ἅγιον Ὄρος.
Τόν φόρεσε καί μέ τά μακρυά γένεια καί μαλλιά πού ποτέ δέν τά ἔκοβε, φαινόταν σάν καλόγερος.
Ἀποφάσισε νά συμβουλευτῆ τόν φημισμένο γιά τήν ἀρετή του καί ἐν ζωῇ τότε, γέροντα Παΐσιο.
Κατηφόρισε ἀπό τό Κουτλουμούσι γιά τήν «Παναγούδα», τό Κελλί τοῦ γέροντος Παϊσίου καί χτύπησε τήν πόρτα. Ὅταν βγῆκε ὁ Γέροντας, τοῦ λέει ὁ παπα–Μανώλης:
― Γέροντα, ἦρθα νά ἐξομολογηθῶ.
― Παπα–Μανώλη, ἐγώ παπᾶδες δέν ἐξομολογῶ.
Ὁ παπα–Μανώλης ἔμεινε ἐμβρόντητος καί μέ μεγαλύτερη εὐλάβεια καί προσοχή ἄκουσε τίς συμβουλές τοῦ Γέροντα πού τοῦ ἔδωσε.
Περιοδικό «ΕΡΩ» τ. 20
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου