Εάν κανείς είναι δούλος τής αμαρτίας -κανείς από ‘δώ, από σας- , ας γίνει έτοιμος, διά τής πίστεως, να περάσει εις την ελευθερίαν της υιοθεσίας, με την αναγέννηση, που θα του δώσει ο Χριστός. Και ν’ απαλλαγεί από αυτήν την κακίστην δουλείαν τού Σατανά, της αμαρτίας, και να μπει μέσα στη δουλεία του μακαριωτάτου του Κυρίου. Ο λόγος περί δουλείας.
Ποιας δουλείας; Όχι, βεβαίως, τώρα, της δουλείας εκείνης, την οποίαν έχουν οι άνθρωποι μεταξύ των, όταν οι λευκοί καθιστούν δούλους τούς μαύρους ή οι ίδιοι οι λευκοί τούς λευκούς, στους παλαιοτέρους χρόνους, αυτούς, που ήσαν αιχμάλωτοι πολέμου και τους είχαν πλέον ως δούλους κτλ. . Το γνωστό φαινόμενο της δουλείας. Όχι αυτό. Εδώ, τώρα, ομιλεί για ένα άλλο φαινόμενον της δουλείας. Εκείνη, που υπάρχει ανάμεσα στον Θεό και στον Διάβολο. Ώστε να παρουσιάζεται εδώ ο άνθρωπος να είναι είτε δούλος τού Θεού είτε δούλος τού Διαβόλου. Αλήθεια, δεν υπάρχει καμία τρίτη περίπτωση; Να μην είναι κανείς ούτε δούλος τού Θεού ούτε δούλος τού Διαβόλου, τίποτα; Μάλιστα, και το να μην είμαι δούλος τού Διαβόλου ίσως να είναι κατανοητό. Αλλά γιατί να είμαι δούλος του Θεού; αυτό μένει ακατανόητο. Και το να μην υπάρχει ένας άλλος τρόπος να ζήσω, ένας τρίτος τρόπος.
Τόσο το πράγμα έφτασε, ώστε, πριν από ελάχιστα χρόνια, πριν από 2-3 χρόνια, κάπου εκεί, έφθασε και στη Βουλή το θέμα -και, μάλιστα, από κληρικά πρόσωπα- να αφαιρεθούν από το ευχολόγιο όπου υπήρχαν εκφράσεις, όπως “μνηστεύεται/νυμφεύεται ο δούλος τού Θεού” ή βαπτίζεται ο δούλος τού Θεού.” Όπου, λοιπόν, είχαμε την έκφραση “ο δούλος τού Θεού”, αυτό έπρεπε να φύγει. Γιατί τι θα πει “ο δούλος τού Θεού”; Βλέπετε ότι, ακόμα, ο άνθρωπος να βλέπει, υπό το πρίσμα των πολιτικών ή πολιτιστικών καταστάσεων της εποχής του, να βλέπει το κείμενο της Αγίας Γραφής και να προσπαθεί να ερμηνεύσει αναλόγως. Γίνεται ο άνθρωπος γελοίος. Γελοίος, πραγματικά. Διότι, όταν βλέπουμε έναν Παύλον να λέγει “δούλος Ιησού Χριστού”, όπως και οι άλλοι Απόστολοι, ο Απόστολος Πέτρος, ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ν’ αποκαλούν τον εαυτόν τους “δούλον τού Ιησού Χριστού”.
Αλλά, θα λέγαμε, όμως, πράγματι, έξω απ’ αυτή τη γελοιότητα, ο άνθρωπος πρέπει να είναι δούλος, οπωσδήποτε, ή του Θεού ή του ανθρώπου; Δεν υπάρχει, δηλαδή, ελευθερία; Είναι μία επίφασις η ελευθερία; Τι είναι η ελευθερία; Εάν, απλώς, αλλάξω αφεντικό. Αγαπητοί μου, κατ’ αρχάς ο Διάβολος δεν είναι αφεντικό. Είναι παρείσακτον αφεντικό. Παρείσακτον. Μπήκε στη Δημιουργία και το τραγικόν είναι ότι ο άνθρωπος έγινε δούλος τού Διαβόλου, γιατί το θέλησε ο άνθρωπος. Διότι, όταν ο άνθρωπος παρεσύρθη από τον Διάβολον να παραβεί την Εντολήν τού Θεού μες στον Παράδεισον, στην πραγματικότητα κατέστησε αφεντικό του τον Διάβολο. Αυτό, βέβαια, με όλες τις τραγικές συνέπειες για το ανθρώπινο γένος. Για σκεφτείτε ότι ο Αδάμ και η Εύα, υπακούοντας το θέλημα του Διαβόλου, υπετάχθησαν εις τον Διάβολον. Κι ο Θεός αφήνει τα πράγματα, τελικά, ώστε ο Διάβολος να γίνει, ο παρείσακτος αυτός, να γίνει ο κύριος του ανθρώπου. Κι ο άνθρωπος να γίνει ο δούλος τού Διαβόλου. Δεν υπάρχει καμία γνησιότης εδώ, τίποτα απολύτως. Παρείσακτα τα πράγματα.
Τότε, ο άνθρωπος πρέπει νά ‘ναι δούλος τού Θεού. Βέβαια, ποια είν’ ατή η δουλεία τού ανθρώπου στον Θεό; Γιατί, αν, πράγματι, είναι δούλος τού Θεού ο άνθρωπος, τότε, μήπως δεν είναι ελεύθερος; Κατ’ αρχάς, θά ‘θελα να εγκαταλείψουμε τη γνώση τής εννοίας “ελεύθερος”, που έχουμε σήμερα. Όπως ξέρετε, σε κάθε εποχή, όλες αυτές οι έννοιες παίρνουνε μια διαφορετική διάσταση. Στην εποχή μας, η έννοια της ελευθερίας έχει πάρει τη διάσταση της βαναυσότητος πια! Είναι τόσο χοντροκομμένη η έννοια της ελευθερίας, ώστε φθάνουμε στα όρια -και εδώ- της γελοιότητας. Όταν, επί παραδείγματι, ο καθένας, χωρίς να λογαριάζει την παρουσία τού άλλου (εάν τον ενοχλεί ή όχι, εάν τον ζημιώνει ο πλαϊνός του ή όχι), και κάνει ό,τι οι δικές του οι επιθυμίες υπαγορεύουν και θέλει, αν αυτό λέγεται “ελευθερία”, αυτό το χοντροκομμένο πράγμα, το καταλαβαίνετε και μόνοι σας.
Μη μου λέτε, λοιπόν, σήμερα, “πώς οι άνθρωποι καταλαβαίνουν την ελευθερία;” . Την καταλαβαίνουν πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι είναι.
Τότε, όμως, σε μια λεπτή έκφραση του πράγματος, σε μια λεπτή έννοια, μήπως πάλι είμαι δούλος τού Θεού;” Ο άνθρωπος, όταν δημιουργήθηκε, δεν έγινε δούλος τού Θεού. Το ότι αποτελεί εικόνα τού Θεού -κι ένα βασικότατο στοιχείο τής εικόνας τού Θεού στον άνθρωπο είναι η ελευθερία (και η λογική. Είναι πολλά. Αλλά η ελευθερία και η λογική είναι θεμελιώδη, αποτελούν στοιχεία τής εικόνας τού Θεού στον άνθρωπο)- αυτό δείχνει ότι δεν ήταν δυνατόν ποτέ ο άνθρωπος να ονομάζεται δούλος τού Θεού. Αδύνατον! Ρίξτε μια ματιά πρόχειρη στο πρώτο βιβλίο τής Γενέσεως, στο βιβλίο τής Γενέσεως στα πρώτα κεφάλαια. Να δείτε, εκεί που είναι η ιστορία τού Αδάμ και της Εύας, σε ποιο σημείο ομιλεί εκεί ο Θεός ότι οι άνθρωποι είναι δούλοι δικοί του! Πουθενά! Η λέξις “δούλος” δεν υπάρχει! Πουθενά!
Αντιθέτως, Ο Θεός έκανε τον άνθρωπο κι ο άνθρωπος στέκεται με πείσμα. Ένα κτίσμα, το οποίον, εάν αυτό το κτίσμα, φέροντας την εικόνα τού Θεού, δηλαδή με τη λογική και την ελευθερία και τη δυνατότητα της ομοιώσεως (“ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόναν Ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν”), θα έφθανε ο άνθρωπος, με αυτή την ελευθερία και τη λογική του, να δουλέψει το “καθ’ ομοίωσιν” . Και, δουλεύοντας το “καθ’ ομοίωσιν” , να φθάσει στο να θεωθεί και, συνεπώς, να είναι -κατά Χάριν- ένας Θεός! Κάτι, το οποίο δεν αναφέρεται στα άλλα κτίσματα! Είναι μία άνοδος του ανθρώπου από κτίσμα (όχι δούλος, κτίσμα μόνο) από κτίσμα, να ανέλθει και να γίνει Θεός! Κατά Χάριν! Έτσι, πουθενά δε συναντάμε, σας είπα, την έννοια της δουλείας.
Εξάλλου, κι αν ο άνθρωπος δεν αμάρτανε, ήτανε στο σχέδιο του Θεού, το λεγόμενον “πρότερον Θέλημα του Θεού” -διότι το “ύστερον Θέλημα του Θεού” είναι να σωθεί ο άνθρωπος διά του Σταυρού- το πρότερο θέλημα του Θεού ήταν ο Θεός να λάβει την ανθρωπίνη φύση, χωρίς ν’ αμαρτήσουν οι Πρωτόπλαστοι, τίποτα, να λάβει την ανθρωπίνη φύση και να γίνει (η ανθρωπίνη φύσις) κοινωνός τής Θείας Φύσεως, διά της ενανθρωπίσεως του δευτέρου Προσώπου τής Αγίας Τριάδος!
Δηλαδή, μ’ άλλα λόγια, εάν δεν αμάρτανε ο Αδάμ και η Εύα ο Θεός θα ενηνθρώπιζε; Η απάντηση, οπωσδήποτε: ναι, ναι!! Δε συνιστά την Ενανθρώπιση η επιθυμία τού Θεού να μας λυτρώσει! Αλλά η επιθυμία τού Θεού να γίνουμε κοινωνοί Του! Επειδή, όμως,εμείς δεν το θέλαμε αυτό, το αρνηθήκαμε στον Παράδεισον και κάναμε αφεντικό μας τον Διάβολο, γι’ αυτό μπήκε η ανάγκη τού Σταυρού για να μας σώσει, γιατί ο Θεός δεν ήθελε, επ ουδενί λόγω, να χαθούμε! Μπήκε, λοιπόν, κατ’ ανάγκη ο Σταυρός. Δηλαδή είναι το ύστερον Θέλημα του Θεού. Το πρότερον είν’ αυτό που σας είπα: θα ενηνθρώπιζε ο θεός, κι αν ακόμη δεν αμαρτάναμε!! Και θ’ ανεβαίναμε, διά της θεώσεως, μέσα στην Αγκαλιά τη μακαριότητα του Θεού.
Θέλετε να δείτε αυτό που είπα “στην Αγκαλιά”; Ο Χριστός, δηλαδή ο Υιός τού Θεού, που ενηνθρώπισε -πήρε τη δική μας τη φύση- κάθεται εις τα δεξιά τού Θεού Πατρός. Όχι ως Λόγος, γιατί, ως Λόγος, είναι πανταχού παρών και μία Ουσία με τον Πατέρα. Αλλά ως Άνθρωπος είναι στα δεξιά τού Θεού - Πατρός. Τι δείχνει αυτό; Ότι είναι μέσα στην Αγκαλιά τής Αγίας Τριάδος. Η ανθρωπίνη φύσις! Εκεί που είναι ο Ιησούς Χριστός θα ήτο ο άνθρωπος! Και, επειδή δεν το πέτυχε ο άνθρωπος αυτό διά τής εικόνος να δουλέψει το “καθ’ ομοίωσιν” και να βρεθεί μες στη ζωή τής Αγίας Τριάδος, ο Θεός τον βοηθά τώρα, διά τού Σταυρού, να φθάσει στο ίδιο, πάλι, σημείο! Εκείνο που ήταν και στο πρότερο Θέλημα του Θεού! Στο ίδιο σημείο. Να βρεθεί στα δεξιά τού Θεού Πατρός, δηλαδή στην Αγκαλιά τής Αγίας Τριάδος. Είναι ασύλληπτο. Πέστε μου, λοιπόν, σας ερωτώ πέστε μου: έχουμε καμία εδώ πέρα δουλεία, έχουμε φαινόμενον δουλείας; Πουθενά δε φαίνεται η δουλεία. Διακρίνετε τίποτα εσείς; Μήπως δε διακρίνω εγώ; Δεν βλέπω εγώ πουθενά καμία, καμία έννοια δουλείας!
Αλλά, στην Καινή Διαθήκη, τώρα πια. Λέγει ο Χριστός: “δεν σας είπα δούλους αλλά φίλους.” . Είναι ένα πολύ ωραίο σημείο αυτό. “Ουκέτι υμάς είρηκα δούλους αλλά φίλους. Υμείς φίλοι μου εστέ”, εσείς είσαστε φίλοι μου. Ώστε, λοιπόν, δεν μας είπε “δούλους” αλλά μάς είπε “φίλους”! Όταν αναστήθηκε ο Χριστός, λέγει στη Μαρία τη Μαγδαληνή: “πήγαινε πες στους αδελφούς μου ότι ακόμη δεν ανέβηκα εις τον Πατέρα Μου.”. Ααα, λοιπόν!! Δούλος, φίλος, αδελφός!! Κοιτάξτε μια κλιμάκωση! Δούλος, φίλος, αδελφός! Την έννοια της δουλείας την έφτιαξε η ελευθερία τού ανθρώπου, που υπετάχθη στον Διάβολο! Διώχνοντας τον Διάβολο, ο Υιός τού Θεού καθιστά τους ανθρώπους φίλους. Προ του Σταυρού Του. Με τον Σταυρό Του, επιτυγχάνει την υιοθεσία από τον Θεόν - Πατέρα και τούς λέει “αδελφούς”! Και θα γράψει μετά ο Απόστολος Παύλος (μετά την Ανάστασή του, ε;), θα γράψει ο Απόστολος Παύλος : “κληρονόμοι Θεού, συγκληρονόμοι Χριστού” . Βλέπετε πουθενά εσείς την έννοια της δουλείας; Πουθενά δεν υπάρχει.
Να σας πω και κάτι άλλο που είπε ο Κύριος. Ο δούλος, λέγει, τι κάνει τ’ αφεντικό του μέσα στο σπίτι δεν το ξέρει. Τα σχέδια, λέει, του αφεντικού, δεν κατατίθενται στους δούλους. Αλλά ο Υιός ξέρει τι σκέπτεται ο Πατέρας Του. Εγώ, λοιπόν, σας λέγω τι ακριβώς θα κάνω, γιατί δεν είσαστε δούλοι αλλά είσαστε υιοί! Ακόμη κάτι άλλο. Ο δούλος ποτέ δε μένει (“εις τον αιώνα” λέει “δε μένει”) εις το σπίτι. Γιατί είναι δούλος. Μπορεί σήμερα να είναι κι αύριο να φύγει. Ο υιός μένει εις τον αιώνα εις το σπίτι. Και, συνεπώς, δεν είσαστε δούλοι, είσαστε υιοί. Και μένετε εις το σπίτι Ποιο σπίτι; “Εις την οικίαν τού Πατρός μου Μοναί πολλαί εισί.” Στο σπίτι τού Πατέρα μου. Εδώ ξέρετε τι ονομάζεται “οικία”; “Εις την οικίαν τού Πατρός Μου.” Η “οικία” είναι η Βασιλεία τού Θεού. Ονομάζεται η Βασιλεία τού Θεού “οικία”. Εις την οικία του Πατρός Μου υπάρχουν πολλές κατοικίες, πολλά δωμάτια. Δηλαδή, είμεθα εις το σπίτι τού Πατέρα. Πού είν’ η δουλεία; Δεν υπάρχει. Πουθενά! Ώστε δεν είμεθα, όταν λέμε “είμεθα δούλοι τού Θεού”, δεν είμεθα δούλοι τού Θεού! Είμεθα υιοί! Είμεθα ελεύθεροι!
Τότε, όμως, γιατί λέμε, γιατί λένε εδώ οι Απόστολοι, λέει ο Παύλος “Παύλος, δούλος Ιησού Χριστού” ; Γιατί εδώ λέγει ο Άγιος Κύριλλος ότι είσαι, πλέον, στη μακαριωτάτη, λέγει, δουλείαν τού Θεού; Και γιατί, στην πράξη τής Εκκλησίας, έχουμε την έκφραση “βαπτίζεται ο δούλος τού Θεού” κι ούτω καθεξής; Λοιπόν, αγαπητοί, προσέξετέ το αυτό. Κατ’ αρχάς, αποτελεί ένα στοιχείο, ένα σχήμα ταπεινώσεως του ιδίου τού ανθρώπου. Από τη στιγμή, δηλαδή, που θα καταλάβει τη Δωρεά τού Θεού, όχι ότι αρνείται την υιοθεσία -δεν την αρνείται, αποτελεί, μάλιστα, κεντρικό σημείο τής πνευματικότητός του (λέμε “Πάτερ ημών, ο εν τοις Ουρανοίς”, δε λέμε “Κύριε”, διότι το “Κύριε” εκφράζει δουλεία. Ο Κύριος έχει δούλους. Ο Πατέρας έχει γιους.) - Ο Χριστός, λοιπόν, μας δίδαξε, δε μας είπε να λέμε “Κύριε, ο εν τοις Ουρανοίς” αλλά “Πάτερ, ο εν τοις Ουρανοίς” . Εμείς, όμως, αισθανόμενοι τον εαυτόν μας κατώτερον της μεγάλης τιμής που μας έκανε ο Θεός, αποκαλούμεν εαυτούς “δούλους”! Θέλετε να σας το αποδείξω; Ακούστε με.
Στην παραβολή τού ασώτου υιού, ο νεότερος ήτανε παιδί τού πατέρα του. “Πάτερ, δός μοι το επιβάλλον μέρος τής ουσίας.” Α, λοιπόν, έλα εδώ νεαρέ, πώς είπες - πώς είπες; Αα, “Πάτερ”! Ώστε, λοιπόν, τι αναγνωρίζεις; Ότι είναι πατέρας σου αυτός, απ’ τον οποίον ζητάς την περιουσία. Πολύ ωραία. Όταν μετανόησε, αφού κατασπατάλησε την περιουσία τού πατέρα του, είπε: θα πω στον πατέρα σου “δεν είμαι άξιος να ειπωθώ ‘παιδί σου’ , αλλά να με εκλάβεις ως έναν των μισθίων σου (απ’ τους υπηρέτες σου, απ’ τους δούλους σου!)”. Ποιος κατεβάζει, τώρα, τον εαυτόν του; Ο ίδιος. Τον κατέβασε ο πατέρας; Όχι. Ο ίδιος κατεβάζει, εν τη συναισθήσει τής κατασπαταλήσεως της πατρικής περιουσίας. Και, όπως ξέρετε, η πατρική περιουσία, αγαπητοί μου, είναι το “κατ’ εικόνα”! Αυτή η πατρική περιουσία είναι το “κατ’ εικόνα”! Όταν εγώ σπαταλώ τη λογική μου να εφευρίσκω κακά, όταν εγώ σπαταλώ την ελευθερία μου με πράγματα διαβολικά, όταν σπαταλώ τη δημιουργικότητα που μού ‘δωσε ο Θεός μέσα (ξέρετε, ε, ο άνθρωπος είναι συνδημιουργός ξέρετε σε τι; στο θέμα τής γεννήσεως παιδιών. Αυτό, κυρίως, είναι. Και κάνω καπρίτσια γύρω από το θέμα τής τεκνογονίας, τα γνωστά. Ή σκοτώνω εκείνα, τα οποία γεννώ. Ή γεννώ, γιατί, στην πραγματικότητα ο άνδρας εγέννησε, όταν η γυναίκα του συλλαμβάνει. Τότε εγέννησε. Τελείωσε. Και μετά πας και το σκοτώνεις αυτό. Δηλαδή ο Θεός σε κάνει δημιουργόν κι εσύ πας και στραπατσαρίζεις εκείνο, το οποίο σε κάνει ο Θεός νά ‘σαι συνδημιουργός. ) . Τότε, πού κατασπαταλάς την περιουσία την πατρική; Στο καπρίτσιο σου, στον εγωισμό σου. Σ’ αυτό που θέλεις εσύ! Ο άνθρωπος, όταν συνέλθει και πει “πού εσπατάλησα την πατρική μου περιουσία; Αυτό το ‘κατ’ εικόνα’ πού το χρησιμοποίησα;” Συνέρχεται, συγκλονίζεται και γυρίζει στον Θεό και λέγει: “δεν είμαι παιδί Σου. Εσύ με αποκαλείς παιδί Σου, το θέλω, αλλά εγώ, επίτρεψέ μου, Πατέρα μου, να αποκαλώ τον εαυτό μου ότι είμαι δούλος Σου.” . Γι’ αυτό, αυτή η δουλεία, λέγει ο Άγιος Κύριλλος, είναι “μακαριωτάτη”.
Αλλά έχουμε, όμως, και την άλλη όψη: παρ’ ότι ο Θεός μάς αποκαλεί υιούς, μην ξεχνάμε, όμως, ότι περάσαμε από τη δουλείαν, τη δουλεία τού Διαβόλου, από την οποίαν μάς εξηγόρασε διά τού Σταυρού Του ο Χριστός. Έδωσε λύτρα, το Αίμα Του. Γι’ αυτό λέμε “λύτρωσις”! Λέμε τον Χριστό “Λυτρωτή”! Τι θα πει “λύτρωσις” και “Λυτρωτής”; Επλήρωσε λύτρα ο Ιησούς Χριστός επί τού Σταυρού, δια να μας εξαγοράσει! Μας εξηγόρασε διά τού Αίματός Του. Λέει εκείνο το ωραίο τροπάριο “εξηγόρασας ημάς εκ τής κατάρας τού νόμου, τω Σταυρώ προσηλωθείς και την λόγχην κεντηθείς, την αθανασίαν επήγασας” και τα παρακάτω. Τι βλέπουμε, λοιπόν; Ότι, πράγματι, θα είχε όλο το δικαίωμα να μας πει ο Θεός “δούλους”. Ένα άλλο χωρίο που θυμήθηκα τώρα -είναι πάρα πολλά, βέβαια- στο έκτο Κεφάλαιο Α’ Κορινθίους, λέγει: “δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών” -όχι, λίγο πιο μπροστά, ένας στίχος πιο μπροστά, πιο πάνω, είναι- “ηγοράσθητε γάρ τιμής”! Διότι έχετε αγορασθεί, κατόπιν τιμής! Και είναι η Σταυρική Θυσία τού Χριστού!
Δηλαδή, αγαπητοί μου, και δούλοι Θεού να είμαστε, πού το υποτιμητικόν; Αν υποτεθεί ότι έπρεπε να είσαι δούλος, σ’ ένα πάρα πολύ πλούσιο παλάτι, ξέρω ‘γώ, μυθικό, θα θεωρούσες τον εαυτό σου ευτυχή θνητό έναντι των άλλων, που δεν είναι στην υπηρεσία εκείνη; Ας ήμουνα εγώ στη Βασιλεία τού Θεού κι ας ήμουνα εκατό φορές δούλος!!! Νά ‘μουνα, όμως, στη Βασιλεία τού Θεού! Έχουμε φτάσει, λοιπόν, σ’ έναν παροξυσμόν, θα έλεγα, σε μία υστερία γύρω από το θέμα τής ελευθερίας. “Μη μου εγγίζεις την ελευθερία!” Έχουμε πάθει, ξαναλέγω, υστερία ελευθερίας. Και, όταν θ’ ακούσουμε θέμα δουλείας, ότι είμεθα δούλοι τού Θεού, μας πιάνει αυτό το υστερικόν μένος και τρομάζουμε ότι τάχα ο Θεός μάς κόβει την ελευθερία! Βρε ταλαίπωρε, φτωχέ άνθρωπε! Ποιος σού έδωσε την ελευθερία; Ο Θεός δε σου την έδωκε; Και τώρα φοβάσαι ότι ο Θεός θα σου την πάρει;
Εδώ θα έλεγα (και το έχω πει πολλές φορές, από νέος άνθρωπος τό ‘χω πει, από νέο παιδί τό ‘χω πει αυτό) “Θεέ μου, μ’ έκανες ελεύθερο και ν’ αμαρτάνω αν θέλω.” . Μάλιστα, επί λέξει, έτσι! Στην προσευχή μου: “μ’ έκανες ελεύθερον και να αμαρτάνω εάν θέλω. Σου δίνω την ελευθερία μου πίσω και εμπόδισέ με να μην αμαρτάνω! Εγώ Στο λέγω αυτό, ελευθέρως! Δε μού ‘δωσες την ελευθερία; Λοιπόν, εμπόδισέ με (δηλαδή τι θα πει ‘εμπόδισέ με’; ‘Εμπόδισέ με’ θα πει ‘κόβε με στη μέση, να μην μπορώ να ενεργώ, όπως θέλω εγώ’. Γιατί εγώ Σου το λέγω). Εμπόδισέ με να μην αμαρτάνω!” .
Χίλιες φορές να είμαστε δούλοι τού Θεού, αγαπητοί μου, χίλιες φορές! Είναι, όμως, ενδιαφέρον, γιατί πρέπει να βγαίνουμε απ’ αυτές τις έννοιες τις υστερικές και τις σχιζοφρενικές, όπως φτάσαμε να τα παίρνουμε και να τα εκλαμβάνουμε όλ’ αυτά σήμερα. Την έννοια της ελευθερίας και πολλά άλλα πράγματα. Κι αυτό ήτανε, ίσως, μια απάντηση σ’ εκείνα, τα οποία, ίσως, λέγονται σήμερα.
Απόσπασμα από την 9η ομιλία στο βιβλίο των "Κατηχησεων του Αγίου Κυρίλλου" Αρχιεπισκόπου ιεροσολύμων.
Όλες οι ομιλίες του βιβλίου
"Κατηχήσεις του Αγίου Κυρίλλου" εδώ ↓.
Απομαγνητοφώνηση :
" Μαρία Δερμιτζάκη "
Για τον « Ασπάλαθο»
► Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου.
Βασίλειος Διασπορεας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου