Γερόντισσα Άννα Μακκαβαίου η Μικρασιάτισσα (+12 Ιανουαρίου 1981)
Η Γερόντισσα Άννα Μακκαβαίου (Νέα Έφεσος Μικράς Ασίας, 1893 – Δράμα, 1981) ήταν Μικρασιάτισσα Ορθόδοξη μοναχή που έζησε στη Μονή Αναλήψεως του Σωτήρος Δράμας και αποτέλεσε σημαντική μορφή του γυναικείου ορθόδοξου μοναχισμού.
Η κατά κόσμον Αθηνά Μακκαβαίου γεννήθηκε στη Νέα Έφεσο της Μικράς Ασίας το 1893. Από νεαρή ηλικία διακρίθηκε για την ευλάβεια, την εργατικότητα και την καλοσύνη της. Την περίοδο εκείνη ο φανατισμός των Τούρκων ήταν οξυμένος και γι’ αυτό οι γονείς προσπαθούσαν να αποκαθιστούν σε γάμο τα κορίτσια τους από πολύ μικρή ηλικία. Έτσι και η Αθηνά Μακκαβαίου παντρεύτηκε και απέκτησε δύο κόρες, την Καλλιόπη και την Ελλάδα.
Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή πολλοί Έλληνες της Μικράς Ασίας σφαγιάσθηκαν και όσοι διασώθηκαν έφυγαν ως πρόσφυγες. Ο σύζυγος της Αθηνάς Μακκαβαίου πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους και ουδέποτε έμαθε κανείς νέα του καθώς έχασε τη ζωή του στα Τάγματα Εργασίας, που ήταν μία από τις μεθόδους εθνοκάθαρσης που χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους.
Νεαρή χήρα με τα δύο μικρά παιδιά της και την μητέρα της ήλθε στη Δράμα μαζί με πολλούς άλλους συμπατριώτες της, Μικρασιάτες πρόσφυγες. Εργάστηκε σε καπνομάγαζο (όπως ονομάζονταν τα καπνεργοστάσια). Ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα πέθανε η μικρότερη κόρη της Ελλάδα. Βρέθηκε σε μεγάλη οικονομική δυσχέρεια και συμπλήρωνε το εισόδημά της κεντώντας και ράβοντας.
Κατά τη Βουλγαρική Κατοχή (1941-44) υπέστη διώξεις από τους Βούλγαρους και αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Θεσσαλονίκη για προστασία. Διέμενε στο σπίτι της κόρης της Καλλιόπης η οποία είχε παντρευτεί πριν από λίγα χρόνια.
Συνδέθηκε πνευματικά με τον όσιο Γεώργιο της Δράμας, από τον οποίο εκάρη μοναχή και έλαβε το όνομα Άννα.
Τον Αύγουστο του 1959 την κάλεσε κοντά του και της ανακοίνωσε την επερχόμενη κοίμησή του (4 Νοεμβρίου 1959).
Στον έρημο τόπο της Σίψας όπου είχε μονάσει ο όσιος, εγκαταστάθηκε αδελφότητα από το 1970 με επικεφαλής τη Μικρασιάτισσα Γερόντισσα Ακυλίνα. Έτσι, με την επίβλεψη και στήριξη του Μητροπολίτη Δράμας Διονυσίου, στην εγκαταλελειμμένη περιοχή ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε Ιερά Μονή αφιερωμένη στην Ανάληψη του Σωτήρος με πολυμελή αδελφότητα μοναζουσών. Τότε η γερόντισσα Άννα έφυγε από τη Θεσσαλονίκη, όπου διέμενε με την οικογένεια τής κόρης της, και εντάχθηκε στη νέα Αδελφότητα.
Ως μοναχή αγαπήθηκε πολύ από τις συνασκήτριές της καθώς είχε ανεπτυγμένες όλες τις χριστιανικές αρετές όπως της υπομονής και της υπακοής. Εργαζόταν σε πολλές χειρωνακτικές διακονίες της μονής. Αν και έφθασε στο μοναστήρι στα 77 της χρόνια, σκούπιζε ακούραστα τις αυλές, μάζευε και τακτοποιούσε ξύλα για τις θερμάστρες και προσέφερε πολλές βοηθητικές διακονίες και πάντοτε χωρίς να διακόπτη την ευχή. Όταν μειώθηκαν οι δυνάμεις της, ετοίμαζε πλεκτά και άλλα εργόχειρα για την έκθεση. Είχε λάβει ως διακόνημα την προσευχή για όσους ζητούσαν πνευματική συμπαράσταση από το μοναστήρι. Για την προσευχή ήταν πάντα έτοιμη και μάλιστα με δάκρυα πάντοτε σταύρωνε όσους τής το ζητούσαν.
Όταν την ρωτούσαν οι αδελφές για τα δάκρυα, εκείνη απαντούσε με ταπείνωση: «Αν δεν πονά ή καρδιά, τα μάτια δεν τρέχουν…» το οποίο σήμαινε ότι εκτός από την καθαρά προσευχή είχε αποκτήσει πλάι στο χάρισμα των δακρύων και το χάρισμα τού συμπάσχειν.
Υπήρξε πρότυπο υπακοής στη Γερόντισσα Ακυλίνα και μάλιστα έλεγε: «Γερόντισσα σημαίνει Άγγελος. Αυτήν να υπακούσουμε. Ποτέ να μην την λυπούμε, γιατί θα δώσει απολογία για τις ψυχές μας.»
Διακρίθηκε για την βαθειά ταπείνωση και την ανεξικακία της. Προείδε την κοίμησή της και προετοίμασε τις αδελφές της. Εκοιμήθη στις 12 Ιανουαρίου 1981 στη Μονή Αναλήψεως του Σωτήρος Δράμας.
https://proskynitis.blogspot.com/2023/01/blog-post_42.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου