ΟΙ ΚΥΡΙΩΤΕΡΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
1. Κάθε χριστιανὸς ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τὸ Θεό.
Ὀφείλεις ν᾽ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο καὶ Θεό σου μ᾽ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ μ᾽ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ μ᾽ ὅλο σου τὸ νοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή (Ματθ. 22, 37).
Ἂν μ᾽ ἀγαπᾶτε, τηρῆστε τὶς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 15).
Ὅποιος ἐγκολπώθηκε τὶς ἐντολές μου καὶ τὶς ἐκτελεῖ, ἐκεῖνος εἶναι ποὺ μ᾽ ἀγαπᾶ. Καὶ ὅποιος ἀγαπᾶ ἐμένα, θ᾽ ἀγαπηθεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα μου καὶ θὰ τὸν ἀγαπήσω κι ἐγὼ καὶ θὰ φανερώσω μέσα του μυστικὰ τὸν ἑαυτό μου (Ἰω. 14, 21).
Ὅποιος δὲν μ᾽ ἀγαπᾶ, δὲν τηρεῖ τὶς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 24).
Ἀγαπᾶτε τὸ Χριστό, ἂν καὶ δὲν τὸν ἔχετε γνωρίσει (Α´ Πέτρ. 1, 8).
Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Πατέρα, ἀγαπᾶ καὶ τὸν Υἱό, ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα (Α´ Ἰω. 5, 1).
2. Κάθε χριστιανὸς ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του (τὸν συνάνθρωπό του).
Δεύτερη ἐντολή, ὅμοια μὲ τὴν πρώτη, εἶναι τὸ ν᾽ ἀγαπήσεις τὸν συνάνθρωπό σου ὅπως ἀγαπᾶς τὸν ἑαυτό σου (Ματθ. 22, 39).
Σᾶς δίνω μιὰ νέα ἐντολή: Ν᾽ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὅπως σᾶς ἀγάπησα ἐγώ, ἔτσι ν᾽ ἀγαπᾶτε κι ἐσεῖς ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (Ἰω. 13, 34).
Ἀπ᾽ αὐτὸ τὸ γνώρισμα θὰ μάθουν ὅλοι οἱ ἄπιστοι πὼς εἶστε μαθητές μου, ἂν δηλαδὴ ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας (Ἰω. 13, 35).
Χρέος ἄλλο νὰ μὴν ἀφήνετε σὲ κανένα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ὀφείλετε ὁ ἕνας στὸν ἄλλον. Ἐπειδὴ ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, ἔχει ἐκπληρώσει ὅλο τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό, γιατὶ τὸ «μὴ μοιχεύσεις», «μὴ φονεύσεις», «μὴν κλέψεις», [«μὴν ψευδομαρτυρήσεις»], «μὴν ἐπιθυμήσεις», κι ὅλες οἱ ἄλλες ἐντολές, σ᾽ αὐτὴ τὴν ἐντολὴ συνοψίζονται καὶ περιλαμβάνονται: Στὸ ν᾽ ἀγαπήσεις τὸν συνάνθρωπό σου σὰν τὸν ἑαυτό σου (Ρωμ. 13, 8-9).
Ἀγαπῆστε μὲ καθαρὴ καρδιὰ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (Α´ Πέτρ. 1, 22).
Νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀδελφούς σας (Α´ Πέτρ. 2, 17).
Ἂν τόσο πολὺ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ ἀγαποῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (Α´ Ἰω. 4, 11).
Ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, αὐτὸς βρίσκεται σὲ κατάσταση πνευματικοῦ θανάτου (Α´ Ἰω. 23, 14).
Νὰ πῶς μάθαμε τὶ εἶναι ἀγάπη: Ὅπως ὁ Χριστὸς πρόσφερε τὴ ζωή Του στὸ θάνατο γιὰ χάρη μας, ἔτσι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ προσφέρουμε καὶ τὴ ζωή μας ἀκόμη γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας (Α´ Ἰω. 3, 16).
Παιδιά μου, ἂς μὴν ἀγαποῦμε μὲ τὰ λόγια μόνο καὶ μὲ τὴ γλώσσα, ἀλλὰ ἔμπρακτα καὶ ἀληθινά (Α´ Ἰω. 3, 18).
3. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν ἔχουν διαμάχες οὔτε νὰ νιώθουν μνησικακία καὶ μίσος κατὰ τῶν ἀδελφῶν τους, ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμα παρεξηγηθοῦν μεταξύ τους, ὀφείλουν γρήγορα νὰ συμφιλιωθοῦν.
Ὅποιος χριστιανὸς ὀργίζεται ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του χωρὶς εὔλογη ἀφορμή, εἶναι ὑπόδικος στὸ τοπικὸ δικαστήριο. Καὶ ὅποιος πεῖ τὸν ἀδελφό του «ρακά», δηλαδὴ «ἀνόητε», εἶναι ὑπόδικος στὸ ἀνώτατο δικαστήριο. Καὶ ὅποιος πεῖ τὸν ἀδελφό του «βλάκα», αὐτὸς θὰ καταδικαστεῖ στὴ φωτιὰ τῆς κολάσεως (Ματθ. 5, 22).
Ἂν πᾶς στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ δώσεις κάποια προσφορά, καὶ ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου εἶναι λυπημένος μαζί σου, ἄφησε ἐκεῖ, μπροστὰ στὴν Ἐκκλησία, τὴν προσφορά σου, πήγαινε νὰ συμφιλιωθεῖς πρῶτα μὲ τὸν ἀδελφό σου καὶ ὕστερα ἔλα νὰ προσφέρεις τὸ δῶρο σου (Ματθ. 5, 23-24).
Κοίταξε νὰ συμφιλιωθεῖς γρήγορα μὲ τὸν ἀδελφό σου μὲ τὸν ὁποῖο βρίσκεται σὲ ἀντιδικία, ὅσο ἀκόμα εἶστε στὴ στράτα τῆς ἐδῶ ζωῆς (Ματθ. 5, 25).
Ὅποιος νομίζει πὼς μπορεῖ νὰ εἶναι φιλόνικος, ἂς ξέρει πὼς οὔτε ἐγὼ οὔτε οἱ Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ ἔχουν τέτοια συνήθεια, δηλαδὴ νὰ φιλονικοῦμε (Α´ Κορ. 11, 16).
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ φιλονικεῖ, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι ἤπιος ἀπέναντι σὲ ὅλους, διδακτικός, ἀνεξίκακος (Β´ Τιμ. 2, 24).
Ἡ δύση τοῦ ἡλίου νὰ μὴ σᾶς βρίσκει ποτὲ ὀργισμένους (Ἐφεσ. 4, 26).
Ὅποιος μισεῖ τὸν ἀδελφό του βρίσκεται στὸ σκοτάδι, καὶ πορεύεται μέσα στὸ σκοτάδι, καὶ ποῦ πάει δὲν ξέρει, γιατὶ τὸ σκοτάδι ἔχει τυφλώσει τὰ μάτια του (Α´ Ἰω. 2, 11).
Καθένας ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφό του εἶναι φονιάς. Καὶ ξέρετε πὼς κανένας φονιάς δὲν ἔχει συμμετοχὴ στὴν αἰώνια ζωή (Α´ Ἰω. 3, 15).
4. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴ βλέπουν μὲ περιέργεια καὶ ἐπιθυμία.
Ἐγὼ σᾶς λέω ὅτι κάθε ἄνθρωπος ποὺ βλέπει γυναίκα μὲ πονηρὴ ἐπιθυμία, ἔχει ἤδη σχεδὸν διαπράξει μοιχεία μ᾽ αὐτὴ μέσα στὴν καρδιά του (Ματθ. 5, 28).
Ὅλα ὅσα ἀνήκουν στὸν κόσμο – οἱ ἁμαρτωλὲς ἐγωϊστικὲς ἐπιθυμίες, ἡ λαχτάρα ν᾽ ἀποκτήσουμε ὅ, τι βλέπουν τὰ μάτια μας καὶ ἡ ὑπεροψία ἀπὸ τὴν κατοχὴ τοῦ πλούτου – δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸ Θεὸ Πατέρα, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο. Ὁ κόσμος ὅμως περνᾶ καὶ χάνεται. Καὶ μαζί του χάνονται ὅλα ὅσα ἐπιθυμοῦν νὰ κατέχουν οἱ ἄνθρωποι. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ ζήσει αἰώνια (Α´ Ἰω. 2, 16-17).
5. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν ὁρκίζονται, οὔτε ἀληθινὰ οὔτε στὰ ψέματα.
Ἐγὼ σᾶς λέω νὰ μὴν ὁρκίζεστε καθόλου. Οὔτε στὸν οὐρανό, γιατὶ εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ. Οὔτε στὴ γῆ, γιατὶ εἶναι τὸ σκαμνὶ ὅπου πατοῦν τὰ πόδια του. Οὔτε στὰ Ἱεροσόλυμα, γιατὶ εἶναι ἡ πόλη τοῦ Θεοῦ, τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Οὔτε στὸ κεφάλι σας νὰ ὁρκιστεῖτε, γιατὶ δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε οὔτε μιὰ τρίχα του ἄσπρη ἢ μαύρη. Ὁ λόγος σας ἂς εἶναι ἁπλὰ «ναὶ» καὶ «ὄχι». Ὅ,τι περισσότερο πεῖτε ἀπὸ τὸ «ναὶ» καὶ τὸ «ὄχι», προέρχεται ἀπὸ τὸν πονηρὸ διάβολο (Ματθ. 5, 34-37).
Προπαντός, ἀδελφοί μου, νὰ μὴν ὁρκίζεστε οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴ γῆ οὔτε πουθενὰ ἀλλοῦ. Ἀλλ᾽ ἂς εἶναι τὸ «ναί» σας πραγματικὸ «ναὶ» καὶ τὸ «ὄχι» σας πραγματικὸ «ὄχι», γιὰ νὰ μὴ βρεθεῖτε κατηγορούμενοι στὴν τελικὴ κρίση (ἢ καὶ γιὰ νὰ μὴν πέσετε σὲ ὑποκρισία καὶ ψευδολογία) (Ἰακ. 5, 12).
6. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν εἶναι ἐκδικητικοί, οὔτε ν᾽ ἀνταποδίδουν κακὸ στὸ κακό.
Ἐγὼ σᾶς λέω νὰ μὴν ἀντιστέκεστε στὸν κακὸ ἄνθρωπο. Ἀλλ᾽ ἂν κάποιος σὲ χτυπήσει στὸ ἕνα μάγουλο, ἐσὺ γύρισέ του καὶ τὸ ἄλλο γιὰ νὰ στὸ χτυπήσει κι αὐτό (Ματθ. 5, 39).
Ἂν κάποιος θελήσει νὰ σὲ πάρει ἀγγαρεία γιὰ ἕνα χιλιόμετρο, ἐσὺ πήγαινε μαζί του δύο (Ματθ. 5, 41).
Νὰ προσεύχεστε γιὰ κείνους ποὺ σᾶς καταριοῦνται, νὰ εὐεργετεῖτε ἐκείνους ποὺ σᾶς μισοῦν, καὶ νὰ παρακαλεῖτε τὸ Θεὸ γιὰ κείνους ποὺ σᾶς πειράζουν καὶ σᾶς καταδιώκουν (Ματθ. 5, 44).
Ἂν κάποιος σᾶς κάνει κακό, μὴν τοῦ τὸ ἀνταποδίδετε. (Ρωμ. 12, 17).
Μὴ ζητᾶτε, ἀδελφοί, νὰ ὑπερασπίζετε μὲ ἐκδικήσεις τὸν ἑαυτό σας, ἀλλὰ δώσετε τόπο στὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ,ποὺ θὰ ἔρθει καὶ θὰ πάρει ἐκδίκηση στὴν ὥρα τῆς κρίσεως (Ρωμ. 12, 19).
Ἂν πεινᾶ ὁ ἐχθρός σου, δίνε του νὰ τρώει. Ἂν διψᾶ, δίνε του νὰ πίνει (Ρωμ. 12, 20).
Μὴν ἀφήνεις νὰ σὲ νικήσει τὸ κακό, ἀλλὰ νὰ νικᾶς τὸ κακὸ μὲ τὴν καλή σου διαγωγή (Ρωμ. 12, 21).
Νὰ μὴν ἀντιδρᾶτε στὸ κακὸ μὲ κακὸ καὶ στὴ βρισιὰ μὲ βρισιά, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο. Στὶς βρισιὲς δηλαδὴ νὰ ἀντιδρᾶτε μὲ εὐλογίες (Α´ Πετρ. 3, 9).
Ἀγαπητέ, νὰ μὴν παίρνεις γιὰ πρότυπο τὸ κακό, ἀλλὰ τὸ καλό. Ὅποιος κάνει τὸ καλὸ εἶναι παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος κάνει τὸ κακὸ δὲν ἔχει γνωρίσει τὸ Θεό (Γ´ Ἰω. 11).
7. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν πηγαίνουν διόλου σὲ δικαστήρια γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν διαφορῶν τους. Ἂν ὅμως κάποτε παραστεῖ σχετικὴ ἀνάγκη, ἂς προτιμήσουν νὰ βάλουν κριτὴ στὴ διαφορά τους ἕναν ἄνθρωπο τῆς Ἐκκλησίας, παρὰ νὰ καταφύγουν στὰ κοσμικὰ δικαστήρια.
Ἂν κάποιος θέλει νὰ σὲ πάει στὸ δικαστήριο γιὰ νὰ σοῦ πάρει τὸ σακάκι, ἄφησέ του καὶ τὸ πανωφόρι (Ματθ. 5, 40).
Καὶ μόνο τὸ γεγονός, ἀδελφοί, ὅτι ἔχετε δίκες μεταξύ σας, ἀποτελεῖ ἤδη πλήρη ἀποτυχία σας. Ἂς προτιμᾶτε νὰ εἶστε οἱ ἀδικημένοι καὶ ζημιωμένοι, παρὰ ν᾽ ἀδικεῖτε καὶ νὰ ζημιώνετε τοὺς ἄλλους, καὶ μάλιστα τοὺς ἀδελφούς σας χριστιανούς. Ἤ μήπως δὲν ξέρετε ὅτι ἄνθρωποι ἄδικοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μὴν ἔχετε αὐταπάτες: Στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχουν θέση οὔτε πόρνοι οὔτε φιλάργυροι οὔτε μοιχοὶ οὔτε θηλυπρεπεῖς οὔτε σοδομίτες οὔτε κλέφτες οὔτε πλεονέκτες οὔτε μέθυσοι οὔτε κατήγοροι οὔτε ἅρπαγες (Α´ Κορ. 6, 7-9).
Ὅταν κάποιος ἔχει μιὰ διαφορὰ μ᾽ ἕναν ἄλλο χριστιανό, πῶς τολμᾶ νὰ καταφεύγει στὴν κρίση τῶν ἄδικων κοσμικῶν δικαστῶν καὶ ὄχι στὴν κρίση καὶ τὴ διαιτησία τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας κοινότητας; (Α´ Κορ. 6, 1).
8. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν κατακρίνουν.
Μὴν κατακρίνετε τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν κατακριθεῖτε κι ἐσεῖς ἀπὸ τὸ Θεό. Μὲ τὸ κριτήριο ποὺ κρίνετε θὰ κριθεῖτε, καὶ μὲ τὸ μέτρο ποὺ μετρᾶτε θὰ μετρηθεῖτε. Γιατὶ βλέπεις τὸ σκουπιδάκι ποὺ εἶναι στὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου καὶ δὲ νιώθεις ὁλόκληρο δοκάρι ποὺ εἶναι στὸ δικό σου μάτι; (Ματθ. 7, 1-3).
Ἔνοχος καὶ ἀνυπολόγητος εἶσαι, ἄνθρωπέ μου, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι κριτὴς τῶν ἄλλων. Γιατί, κρίνοντας τὸν ἄλλο, καταδικάζεις τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου, ἀφοῦ κι ἐσὺ κάνεις τὰ ἴδια κακὰ ποὺ κάνει ἐκεῖνος (Ρωμ. 2, 1).
Μὴν κάνετε, ἀδελφοί, καμιὰ κρίση πρὶν ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖνος θὰ ρίξει τότε φῶς σὲ ὅσα ἔργα εἶναι τώρα κρυμμένα στὸ σκοτάδι, καὶ θὰ φανερώσει τοὺς κρυφοὺς λογισμοὺς τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων (Α´ Κορ. 4, 5).
Μὴν κακολογεῖτε καὶ κατηγορεῖτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀδελφοί. Ὅποιος κατηγορεῖ ἢ κατακρίνει τὸν ἀδελφό του, κατηγορεῖ καὶ κατακρίνει τὸν ἴδιο τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Κι ὅταν κρίνεις τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶσαι τηρητὴς καὶ ὑποκείμενος στὸ νόμο, ἀλλὰ κριτὴς καὶ ἀνώτερός του. Ἕνας εἶναι ὁ νομοθέτης καὶ ὁ κριτής, ὁ Χριστός, ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο ἢ νὰ τὸν κολάσει. Ἐνῶ ἐσὺ ποιός εἶσαι ποὺ κρίνεις τὸν ἄλλο; (Ἰακ. 4, 11-12).
9. Ἂν οἱ χριστιανοὶ δὲν συγχωροῦν τὰ σφάλματα τῶν ἀδελφῶν τους, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσει τὰ δικά τους σφάλματα.
Ἂν ἐσεῖς συγχωρήσετε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, θὰ συγχωρήσει καὶ τὰ δικά σας σφάλματα ὁ ἐπουράνιος Πατέρας σας. Ἂν ὅμως δὲν συγχωρήσετε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων, οὔτε τὰ δικά σας σφάλματα θὰ συγχωρήσει ὁ ἐπουράνιος Πατέρας (Ματθ. 6, 14-15).
Οὐράνιε Πατέρα, χάρισέ μας τὰ χρέη τῶν ἁμαρτιῶν μας, καθὼς κι ἐμεῖς τὰ χαρίζουμε στοὺς δικούς μας ὀφειλέτες (ὅσους μᾶς ἔχουν ἀδικήσει) (Ματθ. 6, 12).
«Κακὲ δοῦλε, σοῦ χάρισα ὅλο σου τὸ χρέος, δέκα χιλιάδες τάλαντα (ὑπέρογκο ποσό), ἐπειδὴ μὲ παρακάλεσες. Δέν ἔπρεπε κι ἐσὺ νὰ σπλαχνιστεῖς τὸ σύνδουλό σου, ὅπως ἐγὼ σπλαχνίστηκα ἐσένα, καὶ νὰ τοῦ χαρίσεις τὰ ἑκατὸ δηνάρια (ἀσήμαντο ποσὸ) ποὺ σοῦ χρωστοῦσε;» Καὶ ὀργίστηκε ὁ Κύριός του καὶ παρέδωσε τὸ δοῦλο ἐκεῖνο στοὺς βασανιστές, ὥσπου νὰ ξεπληρώσει ὅλο του τὸ χρέος. Ἔτσι θὰ κάνει καὶ σὲ σᾶς ὁ οὐράνιος Πατέρας μου, ἂν δὲν συγχωρήσετε μ᾽ ὅλη σας τὴν καρδιὰ τὰ σφάλματα τῶν ἀδελφῶν σας (Ματθ. 18, 32-35).
Ὅταν στέκεστε νὰ προσευχηθεῖτε, νὰ συγχωρεῖτε ὅποιο παράπονο ἢ λύπη ἔχετε ἐναντίον κάποιου ἀδελφοῦ σας, γιὰ νὰ συγχωρήσει καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας τὰ δικά σας σφάλματα (Μάρκ. 11, 25).
Ἂν ὁ ἀδελφός σου σοῦ κάνει κακό, ἐπιτίμησέ τον. Κι ἂν μετανοήσει, συγχώρεσέ τον. Ἀλλὰ κι ἂν ἑφτὰ φορὲς τὴ μέρα σοῦ κάνει κακό, κι ἔρθει ἄλλες τόσες καὶ σοῦ πεῖ «μετανοῶ», συγχώρεσέ τον (Λουκ. 17, 3-4).
10. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ κάνουν ἐλεημοσύνες, ἀλλὰ καὶ νὰ προσεύχονται καὶ νὰ νηστεύουν, ὄχι ὅμως ὑποκριτικά, γιὰ νὰ τοὺς δοξάσουν δηλαδὴ καὶ νὰ τοὺς ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μόνο γιὰ τὸ Θεό.
Προσέχετε νὰ μὴν κάνετε τὴν ἐλεημοσύνη σας μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ σᾶς βλέπουν καὶ νὰ σᾶς θαυμάζουν. Ἀλλιῶς, μὴν περιμένετε ἀνταμοιβὴ ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα σας. Ὅταν λοιπὸν ἐσὺ κάνεις ἐλεημοσύνη, κάνε την τόσο κρυφά, ποὺ τὸ ἀριστερό σου χέρι νὰ μὴν ξέρει τί κάνει τὸ δεξί (Ματθ. 6, 1 καὶ 3).
Ὅταν προσεύχεσαι χριστιανέ, νὰ μὴν εἶσαι σὰν τοὺς ὑποκριτές, ποὺ τοὺς ἀρέσει νὰ στέκονται καὶ νὰ προσεύχονται ἐπιδεικτικὰ στὶς ἐκκλησίες καὶ στὰ σταυροδρόμια, γιὰ νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους ὅτι προσεύχονται. Σᾶς βεβαιώνω πὼς αὐτὴ εἶναι ὅλη ἡ ἀνταμοιβή τους. Ἐσύ, ἀντίθετα, ὅταν προσεύχεσαι, μπὲς στὸν πιὸ ἀπόκρυφο χῶρο σου (δηλαδὴ τὴν καρδιά), κλεῖσε τὴ πόρτα (δηλαδὴ τὶς αἰσθήσεις) καὶ προσευχήσου μυστικὰ στὸν κρυμμένο καὶ ἀόρατο Πατέρα σου. Κι Ἐκεῖνος, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις, θὰ σὲ ἀνταμείψει φανερά (Ματθ. 6, 5-6).
Ὅταν νηστεύετε, νὰ μὴ γίνεστε σκυθρωποί, ὅπως οἱ ὑποκριτές, ποὺ ἀλλοιώνουν κατάλληλα τὴν ὄψη τους γιὰ νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύουν. Σᾶς βεβαιώνω πὼς αὐτοὶ παίρνουν ἐδῶ μόνο τὴν ἀμοιβή τους, ἀπὸ τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἐσὺ ἀντίθετα, ὅταν νηστεύεις, περιποιήσου τὰ μαλλιά σου καὶ νίψε τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ δείξεις στοὺς ἀνθρώπους τὴ νηστεία σου, ἀλλὰ μόνο στὸ Θεὸ καὶ Πατέρα σου, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις. Καὶ ὁ Πατέρας σου, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις, θὰ σοῦ τὸ ἀνταποδώσει φανερά (Ματθ. 6, 16-18).
11. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ φροντίζουν γιὰ τὴν ἀπόκτηση ὄχι ἐπίγειων ἀλλὰ οὐράνιων θησαυρῶν. Καὶ οἱ πλούσιοι οφείλουν νὰ κλαῖνε καὶ νὰ θρηνοῦν γιὰ τὰ πλούτη τους, παρὰ νὰ ὑπολογίζουν σ᾽ αὐτά.
Μὴ μαζεύετε πλούτη πάνω στὴ γῆ, ὅπου τὰ ἀφανίζουν ὁ σκόρος καὶ ἡ σκουριά, κι ὅπου οἱ κλέφτες κάνουν διαρρήξεις καὶ τὰ κλέβουν. Νὰ μαζεύετε θησαυροὺς οὐράνιους, ποὺ δὲν τοὺς ἀφανίζουν οὔτε ὁ σκόρος οὔτε ἡ σκουριά, καὶ ποὺ οἱ κλέφτες δὲν μποροῦν νὰ κάνουν διάρρηξη καὶ νὰ τοὺς κλέψουν. Γιατὶ ὅπου εἶναι τὰ πλούτη σας, ἐκεῖ θὰ εἶναι προσκολλημένη καὶ ἡ καρδιά σας (Ματθ. 6, 19-21).
Ἀλλοίμονο σὲ σᾶς τοὺς πλουσίους, γιατὶ ἔχετε στὸν κόσμο τοῦτο τὴν παρηγοριά σας ἀπὸ τὸν πλοῦτο, καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν σᾶς μένει ν᾽ ἀπολαύσετε τίποτα στὴν ζωή (Λουκ. 6, 24).
Σᾶς βεβαιώνω ὅτι δύσκολα θὰ μπεῖ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. 19, 23).
Πουλῆστε τὰ ὑπάρχοντά σας καὶ δῶστε ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς. Ἀποκτῆστε πορτοφόλια ποὺ δὲν παλιώνουν, καὶ πλούτη στὸν οὐρανὸ ποὺ δὲν σώνονται ποτέ, καὶ ποὺ οὔτε κλέφτης τὰ ἀγγίζει οὔτε σκόρος τὰ καταστρέφει (Λουκ. 12, 33).
Ὁ καθένας ἀπὸ σᾶς ποὺ δὲν ἀπαρνιέται ὅ,τι ἔχει στὴ ζωὴ αὐτή, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου (Λουκ. 14, 33).
Στοὺς πλούσιους αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου νὰ παραγγέλλεις νὰ μὴν ὑπερηφανεύονται οὔτε νὰ στηρίζουν τὶς ἐλπίδες τους σὲ κάτι ἀβέβαιο, ὅπως ὁ πλοῦτος, ἀλλὰ στὸ ζωντανὸ Θεό, ποὺ μᾶς δίνει πλουσιοπάροχα ὅλα τ᾽ ἀγαθᾶ, γιὰ νὰ τ᾽ ἀπολαμβάνουμε (Α´ Τιμ. 6, 17).
Ἀκοῦστε με κι ἐσεῖς οἱ πλούσιοι. Κλάψτε καὶ θρηνῆστε γιὰ τὶς συμφορὲς ποὺ σᾶς περιμένουν. Ὁ πλοῦτος σας σάπισε καὶ τὰ ροῦχα σας τά ῾φαγε ὁ σκόρος. Τὸ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι σας κατασκούριασαν, καὶ ἡ σκουριά τους θὰ εἶναι μάρτυρας ἐναντίον σας καὶ θὰ καταφάει τὶς σάρκες σας σὰν τὴ φωτιά. Κι ἐνῶ πλησιάζει ἡ κρίση, ἐσεῖς μαζεύετε θησαυρούς (Ἰακ. 5, 1-3).
Νά, κραυγάζει ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν ποὺ θέρισαν τὰ χωράφια σας, κι ἐσεῖς τοὺς τὸν στερήσατε. Καὶ οἱ κραυγὲς τῶν ἀδικημένων θεριστῶν ἔφτασαν ὡς τ᾽ αὐτιὰ τοῦ παντοδύναμου Κυρίου (Ἰακ. 5, 4).
12. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴ μεριμνοῦν γιὰ τ᾽ ἀγαθὰ τῆς γῆς, οὔτε ν᾽ ἀγαποῦν τὸν κόσμο καὶ τὰ κοσμικὰ πράγματα, ἀλλὰ νὰ ἐπιζητοῦν τὰ αἰώνια καὶ οὐράνια ἀγαθά.
Μὴν ἔχετε ἄγχος καὶ μὴν ἀρχίσετε νὰ λέτε «τί θὰ φᾶμε;» ἢ «τί θὰ πιοῦμε;» ἢ «τί θὰ φορέσουμε;» ἐπειδὴ γιὰ ὅλ᾽ αὐτὰ ἀγωνιοῦν οἱ ἄπιστοι μόνο (Ματθ. 6, 31-32).
Νὰ ζητᾶτε πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ θελήματός Του, καὶ ὅλ᾽ αὐτὰ θὰ σᾶς δοθοῦν ἀπὸ τὸ Θεὸ σὰν χάρισμα, χωρὶς νὰ τὰ ζητᾶτε (Ματθ. 6, 33).
Τοῦτο σᾶς λέω, ἀδελφοί, ὅτι ὁ καιρὸς τῆς ἐπίγειας ζωῆς εἶναι λιγοστός, ἔτσι ὥστε καὶ ὅσοι ἔχουν γυναῖκες νὰ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχουν, νὰ μὴν εἶναι δηλαδὴ προσκολλημένοι σ᾽ αὐτές. Κι ἐκεῖνοι ποὺ κλαῖνε καὶ θλίβονται γιὰ πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου, νὰ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχει συμβεῖ κάτι θλιβερό. Καὶ ὅσοι δοκιμάζουν χαρές, νὰ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχουν λόγο νὰ χαίρονται.
Καὶ ὅσοι ἀγοράζουν ὑλικὰ πράγματα, νὰ ἀντιμετωπίζουν τ᾽ ἀγορασμένα σὰν νὰ μὴν πρόκειται νὰ τ᾽ ἀπολαύσουν. Καὶ ὅσοι ἀσχολοῦνται μὲ τ᾽ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου τούτου, ν᾽ ἀποφεύγουν κάθε ὑπέρμετρη ἀπόλαυσή τους καὶ μόνο στ᾽ ἀναγκαῖα νὰ ἀρκοῦνται. Γιατὶ ἡ σημερινὴ μορφὴ αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου δὲν θὰ κρατήσει πολύ, ἀλλὰ περνᾶ καὶ φεύγει συνεχῶς (Α´ Κορ. 7, 29-31).
Ἐμεῖς οἱ χριστανοὶ δὲν στοχεύουμε σ᾽ αὐτὰ ποὺ βλέπονται, ἀλλὰ σ᾽ αὐτὰ ποὺ δὲν βλέπονται μὲ τὰ σωματικὰ μάτια. Γιατὶ ὅσα βλέπονται εἶναι προσωρινά, ἐνῶ ὅσα δὲν βλέπονται εἶναι αἰώνια (Β´ Κορ. 4, 18).
Ἐμεῖς εἴμαστε πολίτες τ᾽ οὐρανοῦ, ἀπ᾽ ὅπου περιμένουμε νὰ ἔρθει καὶ νὰ μᾶς λυτρώσει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός (Φιλιπ. 3, 20).
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ δὲν ἔχουμε σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο τὴ μόνιμη πατρίδα μας, ἀλλὰ λαχταροῦμε τὴ μελλοντικὴ οὐράνια πατρίδα (Ἑβρ. 13, 14).
Προδότες τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ! Δέν ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο εἶναι ἔχθρα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; Ὅποιος λοιπὸν θέλει νὰ εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ (Ἰακ. 4, 4).
Ἀγαπητοί, μὴν ἀγαπᾶτε τὸν κόσμο, μήτε ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου. Ἂν κάποιος ἀγαπᾶ τὸν κόσμο, δὲν ἔχει μέσα του τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν οὐράνιο Πατέρα (Α´ Ἰω. 2, 15).
13. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν εἶναι ὑπερήφανοι, ἀλλὰ νὰ εἶναι ταπεινοὶ καὶ ν᾽ ἀγαποῦν ταπεινά.
Ὅποιος ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του σὰν τὸ παιδάκι τοῦτο, αὐτὸς εἶναι μεγαλύτερος ἀπ᾽ ὅλους στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. 18, 4).
Ὅποιος ὑψώσει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ. Καὶ ὅποιος ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του θὰ ὑψωθεῖ (Ματθ. 23, 12).
Ἀδελφοί, νὰ μὴν εἶστε φαντασμένοι, ἀλλὰ νὰ συγκαταβαίνετε στοὺς ἁπλοϊκοὺς καὶ ταπεινοὺς χριστιανούς, καὶ νὰ τοὺς συναναστρέφεστε, συμμεριζόμενοι τὴν ἀσημότητά τους (Ρωμ. 12, 16).
Μὲ ταπεινοφροσύνη ἂς θεωρεῖ ὁ καθένας τὸν ἄλλον ἀνώτερό του (Φιλ. 2, 3).
Ταπεινωθεῖτε μπροστὰ στὸν Κύριο, κι Ἐκεῖνος θὰ σᾶς ὑψώσει (Ἰακ. 4, 10).
Οἱ νεώτεροι νὰ ὑποτάσσεστε στοὺς πρεσβυτέρους. Κι ὅλοι μαζί, ὑποτασσόμενοι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ζωστεῖτε τὴν ταπεινοφροσύνη. Γιατὶ ὁ Θεὸς ἐναντιώνεται στοὺς ὑπερήφανους, στοὺς ταπεινοὺς ὅμως δίνει τὴ χάρη Του. Ταπεινῶστε λοιπὸν τοὺς ἑαυτούς σας κάτω ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ σᾶς ὑψώσει τὴν ὥρα τῆς κρίσεως (Α´ Πέτρ. 5, 5-6).
14. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν ν᾽ ἀντιμετωπίζουν μὲ ὑπομονὴ ὅλες τὶς θλίψεις ποὺ τοὺς βρίσκουν.
Ἐκεῖνος ποὺ θὰ ὑπομείνει ὥς τὸ τέλος τὶς δοκιμασίες, αὐτὸς μόνο θὰ σωθεῖ (Ματθ. 24, 13).
Μὲ τὴν ὑπομονή σας θὰ σώσετε τὶς ψυχές σας (Λουκ. 21, 19).
Ἡ θλίψη φέρνει σιγὰ-σιγὰ τὴν ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ τὴ σταθερότητα στὴν ἀρετή, καὶ ἡ σταθερότητα στὴν ἀρετὴ τὴν ἐλπίδα στὸ Θεό (Ρωμ. 5, 3-4).
Νὰ ἔχετε ὑπομονὴ στὶς δοκιμασίες (Ρωμ. 12, 11).
Ἂν δείχνουμε ὑπομονὴ στὶς θλίψεις, θὰ βασιλεύσουμε μαζὶ μὲ τὸ Χριστὸ στὴ μέλλουσα ζωή (Β´ Τιμ. 2, 12).
Νὰ ἐπιδιώκεις τὴν ὑπομονή (Α´ Τιμ. 6, 11).
Ἀδελφοί, νὰ ὑπομένετε μὲ καρτερία κάθε παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ, γνωρίζοντας πὼς ὁ Θεὸς σᾶς μεταχειρίζεται σὰν παιδιά Του (Ἑβρ. 12, 7).
Σᾶς χρειάζεται ὑπομονή, γιὰ νὰ κάνετε σταθερὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ πάρετε τὴν ἀμοιβὴ ποὺ σᾶς ὑποσχέθηκε (Ἑβρ. 10, 36).
Μὲ ὑπομονὴ ἂς τρέχουμε τὸν ἀγώνα ποὺ ἔχουμε μπροστά μας (Ἑβρ. 12, 1).
Καλότυχος εἶναι ὁ χριστιανὸς ποὺ σηκώνει μὲ ὑπομονὴ τὶς δοκιμασίες, γιατί, ἀφοῦ ὑποστεῖ μὲ ἐπιτυχία τὶς δοκιμασίες, θὰ κερδίσει τὸ βραβεῖο τῆς αἰώνιας ζωῆς, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς σ᾽ ὅσους Τὸν ἀγαποῦν (Ἰακ. 1, 12).
Ἡ ὑπομονή σας ἂς εἶναι ἀκλόνητη καὶ διαρκής, γιὰ νὰ γίνετε τέλειοι καὶ ὁλοκληρωμένοι καὶ νὰ μὴν ὑστερεῖτε σὲ τίποτα (Ἰακ. 1, 4).
Κάνετε ὅ,τι μπορεῖτε, ἀδελφοί, γιὰ νὰ προσθέσετε πάνω στὴν αὐτοκυριαρχία τὴν ὑπομονή, καὶ πάνω στὴν ὑπομονὴ τὴν εὐσέβεια (Β´ Πέτρ. 1, 6).
Ἐδῶ θὰ φανεῖ ἡ ὑπομονὴ ὅσων ἀνήκουν στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ (Ἀποκ. 14, 12).
15. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν παραδίδονται στὶς κοσμικὲς φροντίδες καὶ τὶς ὑλικὲς ἀπολαύσεις, οὔτε νὰ ζοῦν μὲ ἀμέλεια καὶ πνευματικὴ ραθυμία, ἀλλὰ νὰ βρίσκονται πάντοτε σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση καὶ ἑτοιμότητα, περιμένοντας τὴν ὥρα τοῦ θανάτου καὶ τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ.
Νὰ ἀγρυπνεῖτε, γιατὶ δὲν ξέρετε ποιὰ ὥρα θὰ ἔρθει ὁ Κύριός σας. Καὶ νὰ ξέρετε τοῦτο: Ἂν γνώριζε ὁ ἰδιοκτήτης ἑνὸς σπιτιοῦ ποιὰ ὥρα τῆς νύχτας θά ῾ρθει ὁ κλέφτης, θὰ ξαγρυπνοῦσε καὶ δὲν θ᾽ ἄφηνε νὰ διαρρήξουν τὸ σπίτι του. Γι᾽ αὐτὸ κι ἐσεῖς νὰ εἶστε πάντοτε ἕτοιμοι, γιατὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου θὰ ἔρθει τὴν ὥρα ποὺ δὲν Τὸν περιμένετε (Μτθ. 24, 42-44).
Σὲ ὅλους σας τὸ λέω: Ἀγρυπνεῖτε! (Μαρκ. 13, 37).
Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός. Τὸ πνεῦμα σας εἶναι πρόθυμο, ἡ σάρκα σας ὅμως ἀδύναμη (Μαρκ. 14, 38).
Ἡ μέση σας ἂς εἶναι ζωσμένη καλὰ (δηλαδὴ νὰ εἶστε ἕτοιμοι) καὶ τὰ λυχνάρια σας ἂς εἶναι πάντα ἀναμένα (δηλαδὴ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά σας πάντα νὰ βρίσκονται σὲ προσοχὴ καὶ ἐγρήγορση). Νὰ μοιάσετε στοὺς ὑπηρέτες ἐκείνους ποὺ περιμένουν πότε ὁ Κύριός τους θὰ γυρίσει ἀπὸ τὴ γαμήλια τελετὴ ὥστε, μόλις ἔρθει καὶ χτυπήσει τὴν πόρτα, ἀμέσως νὰ τοῦ ἀνοίξουν. Μακάριοι εἶναι οἱ ὑπηρέτες ἐκεῖνοι πού, ὅταν ἔρθει ὁ Κύριός τους, θὰ τοὺς βρεῖ ν᾽ ἀγρυπνοῦν καὶ νὰ τὸν περιμένουν (Λουκ. 12, 35-37).
Προσέχετε καλὰ τοὺς ἑαυτούς σας. Προσέχετε μὴν παραδοθεῖτε στὴν κραιπάλη καὶ στὸ μεθύσι καὶ στὴν ἀγωνία γιὰ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες, γιατὶ θὰ γίνουν βαριὲς καὶ κοιμισμένες ἀπ᾽ αὐτὰ οἱ καρδιές σας, καὶ θὰ σᾶς αἰφνιδιάσει ἔτσι ἡ ἡμέρα τῆς κρίσεως. Γιατὶ θά ῾ρθει σὰν παγίδα σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ κατοικοῦν στὴ γῆ. Νὰ εἶστε λοιπὸν ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, παρακαλώντας κάθε ὥρα καὶ στιγμὴ τὸ Θεὸ νὰ σᾶς ἀξιώσει νὰ γλυτώσετε ἀπ᾽ ὅλα τὰ φοβερὰ ποὺ μέλλουν νὰ συμβοῦν, καὶ νὰ παρουσιαστεῖτε ἕτοιμοι μπροστὰ στὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου (Λουκ. 21, 34-36).
Ἦρθε πιὰ ἡ ὥρα νὰ σηκωθοῦμε ἀπὸ τὸν ὕπνο τῆς ἀμέλειας, ἀδελφοί. Γιατὶ τώρα ἡ τελικὴ σωτηρία βρίσκεται πιὸ κοντά μας παρὰ τότε ποὺ πιστέψαμε. Ἡ νύχτα τῆς ἐπίγειας ζωῆς ὅπου νά ῾ναι φεύγει, καὶ ἡ μέρα τῆς μελλοντικῆς αἰώνιας ζωῆς κοντεύει νὰ ἔρθει (Ρωμ. 13, 11-12).
Σήκω πάνω ἐσύ, ποὺ κοιμᾶσαι τὸν ὕπνο τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἀναστήσου ἀπὸ τὴν πνευματικὴ νέκρα, καὶ θὰ σὲ φωτίσει ὁ Χριστός (Ἐφεσ. 5, 14).
Ἂς μὴν κοιμόμαστε, καθὼς οἱ ἄλλοι, ἀλλ᾽ ἂς εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί. Ὅσοι κοιμοῦνται, τὴ νύχτα κοιμοῦνται. Καὶ ὅσοι μεθοῦν, τὴ νύχτα μεθοῦν. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ ὅμως, σὰν ἄνθρωποι τῆς ἡμέρας, ἂς εἴμαστε προσεκτικοί (Α´ Θεσ. 5, 6-8).
Μὴ σβύνετε μὲ τὴν ἀμέλεια τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔχετε (Α´ Θεσ. 5, 19).
Μὴν εἶστε ὀκνηροὶ σ᾽ ὅ,τι πρέπει νὰ δείχνετε προθυμία καὶ ζῆλο. Νὰ ἔχετε φλογερὸ πνευματικὸ ἐνθουσιασμό, νὰ ὑπηρετεῖτε μ᾽ ἀφοσίωση τὸν Κύριο (Ρωμ. 12, 11).
Ζήσατε πάνω στὴ γῆ μὲ ἀπολαύσεις καὶ σπατάλες. Παχύνατε τὶς καρδιές σας σὰν τὰ θρεφτάρια, ποὺ τὰ ἑτοιμάζουν γιὰ σφάξιμο. (Ἔτσι θὰ εἶναι καὶ γιὰ σᾶς ἡ μέρα τῆς κρίσεως μέρα σφαγῆς σας) (Ἰακ. 5, 5).
Νὰ εἶστε προσεκτικοὶ καὶ ἄγρυπνοι. Ὁ ἀντίπαλός σας διάβολος περιφέρεται σὰν τὸ λιοντάρι ποὺ βρυχιέται, ζητώντας νὰ καταβροχθίσει κάποιον ἀπὸ σᾶς, ποὺ στέκεστε στερεοὶ στὴν πίστη (Α´ Πέτρ. 5, 8).
Ἀγρύπνα!… Γιατὶ ἂν δὲν ἀγρυπνᾶς, θά ῾ρθω σὰν τὸν κλέφτη, καὶ δὲν θὰ ξέρεις ποιὰ ὥρα θά ῾ρθω νὰ σὲ κρίνω (Ἀποκ. 3, 2 καὶ 3).
16. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μετανοοῦν διαρκῶς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς τους.
Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἐμφανίσθηκε στὴν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, κηρύττοντας καὶ λέγοντας: «Μετανοεῖτε, γιατὶ ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 1-2).
Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττει καὶ νὰ λέει: «Μετανοεῖτε, γιατὶ ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4, 17).
Ἂν δὲν μετανοήσετε, θὰ χαθεῖτε ὅλοι σας μὲ τὸν ἴδιο τρόπο (Λουκ. 13, 3).
Μετανοῆτε, ἀδελφοί, καὶ ἐπιστρέψτε στὸ Θεό, γιὰ νὰ ἐξαλειφθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας καὶ νὰ βρεῖτε ἀνακούφιση ἀπὸ τὸν Κύριο (Πράξ. 3, 19).
Μετανόησε καὶ κάνε πάλι τὰ προηγούμενα καλὰ ἔργα, ποὺ ἔκανες. Ἀλλιῶς, ἂν δὲν μετανοήσεις, ἔρχομαι γρήγορα καταπάνω σου καὶ μετακινῶ τὸ λυχνοστάτη σου, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία σου, ἀπὸ τὸν τόπο του (Ἀποκ. 2, 5).
17. Οἱ χριστιανοί, ἂν δὲν ξεπεράσουν στὰ καλὰ ἔργα τοὺς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, δὲν μπαίνουν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ ἂν ἁμαρτάνουν, θὰ κολαστοῦν βαρύτερα ἀπὸ τοὺς ἀπίστους.
Ἂν ἡ εὐσέβειά σας δὲν ξεπεράσει τὴν εὐσέβεια τῶν γραμματέων καὶ τῶν φαρισαίων, δὲν θὰ μπεῖτε στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. 5, 20).
Ἐκεῖνος ὁ δοῦλος ποὺ ξέρει ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του, δὲν ἑτοιμάζει ὅμως οὔτε κάνει ὅ,τι θέλει ἐκεῖνος, θὰ τιμωρηθεῖ αὐστηρά. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ξέρει τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του καὶ κάνει κάτι ἀξιόποινο, θὰ τιμωρηθεῖ πιὸ ἐλαφρά. Γιατὶ σ᾽ ὅποιον δόθηκαν πολλά, πολλὰ θὰ τοῦ ζητηθοῦν. Καὶ σ᾽ ὅποιον δόθηκαν περισσότερα, περισσότερα θὰ τοῦ ζητηθοῦν (Λουκ. 12, 47-48).
Ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ ξέρουν τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ καταδικαστοῦν ὄχι μὲ κριτήριο τὸ νόμο (δηλαδὴ ἐλαφρότερα). Ὅσοι ὅμως ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τὸ νόμο, θὰ δικαστοῦν μὲ κριτήριο τὸ νόμο (δηλαδὴ βαρύτερα) (Ρωμ. 2, 12).
Θὰ ἦταν καλύτερα γι᾽ αὐτοὺς νὰ μὴν εἶχαν γνωρίσει τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσεβείας, παρά, ἀφοῦ τὴν γνωρίσουν, νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν ἁγία ἐντολὴ ποὺ τοὺς παραδόθηκε (Β´ Πέτρ. 2, 21).
http://anavaseis.blogspot.com/2011/07/blog-post_429.html?utm_source=BP_recent
https://hristospanagia3.blogspot.com/2011/07/blog-post_8629.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου